Μανιώδεις Παίκτες Πάντοτε Χαμένοι
«Η ΜΑΝΙΑ με τα τυχερά παιχνίδια είναι αρρώστια, όπως είναι ο αλκοολισμός και η τοξικομανία», υποστήριξε ο καθηγητής Ζαν Αντ, από τη Γαλλία. «Είναι ένας εθισμός χωρίς ναρκωτικό», είπε, και «ολοένα περισσότεροι άνθρωποι διαπιστώνουν ότι έχουν εθιστεί». Οι μανιώδεις παίκτες, ακόμα και όταν χάσουν μεγάλα χρηματικά ποσά, συνήθως καταλαμβάνονται από την ανάγκη να πάρουν πίσω τα χρήματα που έχασαν παίζοντας ακόμα περισσότερο. «Οι περισσότεροι από εκείνους που χάνουν ξεπερνάνε εύκολα την απογοήτευσή τους. Αλλά για μερικούς, η παρόρμηση να παίξουν τυχερά παιχνίδια είναι τόσο ανεξέλεγκτη ώστε μπορεί να καταστρέψει τη ζωή τους», έγραψε κάποιος δημοσιογράφος στη Γαλλία. «Υπόσχονται συνεχώς στον εαυτό τους ότι θα κόψουν αυτή τη συνήθεια, ωστόσο εκείνη πάντοτε τους επιβάλλεται. Είναι εθισμένοι στα τυχερά παιχνίδια».
Ένας παίκτης από τη Νότια Αφρική ομολόγησε: «Αν είσαι εθισμένος στα τυχερά παιχνίδια και κάθεσαι στη ρουλέτα ή στο τραπέζι του μπλάκτζακ, δεν σε νοιάζει τίποτα άλλο. Η αδρεναλίνη τρέχει στις φλέβες σου, και εσύ στοιχηματίζεις και την τελευταία σου δεκάρα σε μια ακόμα περιστροφή του δίσκου ή σε ένα ακόμα μοίρασμα των χαρτιών. . . . Αντλώντας από τα αποθέματα της αδρεναλίνης μου, μπορούσα να μένω ξύπνιος αρκετά μερόνυχτα συνεχόμενα, να βλέπω τα τραπουλόχαρτα και τους αριθμούς και να περιμένω τα μεγάλα κέρδη που δεν έρχονταν ποτέ». Στη συνέχεια κατέληξε: «Υπάρχουν πολλοί που όπως εγώ δεν μπορούν να σταματήσουν στις λίγες εκατοντάδες ραντ ή έστω στις λίγες χιλιάδες. Θα συνεχίσουμε να παίζουμε μέχρι να μη μας μείνει τίποτα, μέχρι να πάθουν ανεπανόρθωτη βλάβη οι οικογενειακές μας σχέσεις».
Ο Χένρι Ρ. Λεσιέρ, καθηγητής κοινωνιολογίας στο Πανεπιστήμιο Σεντ Τζον της Νέας Υόρκης, έγραψε ότι η επιθυμία να παίζει κάποιος τυχερά παιχνίδια, άσχετα με το αν κερδίζει ή χάνει, είναι τόσο έντονη «ώστε πολλοί παίκτες περνάνε μέρες ολόκληρες χωρίς ύπνο, χωρίς φαγητό, ακόμα και χωρίς να πάνε στην τουαλέτα. Το παιχνίδι τούς απορροφά τόσο ώστε παραμελούν καθετί άλλο. Στην περίοδο της αναμονής, δημιουργείται μια ‘έντονη συγκίνηση’ που συνήθως χαρακτηρίζεται από ιδρωμένες παλάμες, ταχυπαλμία και ναυτία».
Ένα άτομο το οποίο είχε εθιστεί στα τυχερά παιχνίδια παραδέχεται ότι η υποκινούσα δύναμη για την παρατεταμένη έξη του δεν ήταν το κέρδος, αλλά η «έντονη συγκίνηση» που του έδινε το παιχνίδι αυτό καθαυτό. «Τα τυχερά παιχνίδια προκαλούν εξαιρετικά βίαια συναισθήματα», είπε. «Όταν γυρίζει ο δίσκος της ρουλέτας, όταν περιμένεις να απαντήσει η Τύχη, έρχεται μια στιγμή που το μυαλό σταματάει και σχεδόν λιποθυμάς». Ο Αντρέ, κάποιος παίκτης από τη Γαλλία, συμφωνεί: «Όταν έχεις ποντάρει 10.000 γαλλικά φράγκα [περ. 450.000 δρχ.] σε ένα άλογο και στην κούρσα απομένουν 100 μέτρα, μπορεί κάποιος να σου λέει ότι πέθανε η σύζυγός σου ή η μητέρα σου και εσύ να μη δίνεις δεκάρα».
Ο Αντρέ περιγράφει πώς κατάφερνε να συνεχίζει να παίζει ακόμα και όταν έχανε πολλά χρήματα. Δανειζόταν από τράπεζες, φίλους και τοκογλύφους με εξωφρενικό τόκο. Έκλεβε επιταγές και πλαστογραφούσε βιβλιάρια καταθέσεων του ταχυδρομικού ταμιευτηρίου. Αποπλανούσε μοναχικές γυναίκες όταν επισκεπτόταν τα καζίνο και στη συνέχεια εξαφανιζόταν με τις πιστωτικές τους κάρτες. «Τότε», έγραψε κάποιος Γάλλος δημοσιογράφος, ο Αντρέ «δεν ενδιαφερόταν πλέον καθόλου για το αν θα μπορούσε ποτέ να βάλει σε τάξη τα καταστραμμένα οικονομικά του. Οι περιπλανήσεις του υποκινούνταν αποκλειστικά από το πάθος του». Στράφηκε στο έγκλημα και κατέληξε στη φυλακή. Ο γάμος του διαλύθηκε.
Σε πολλές περιπτώσεις, οι μανιώδεις παίκτες, παρόμοια με τους ναρκομανείς και τους αλκοολικούς, συνεχίζουν να παίζουν, έστω και αν αυτό τους στοιχίσει την εργασία τους, την επιχείρησή τους, την υγεία τους και, τελικά, την οικογένειά τους.
Πολλές γαλλικές πόλεις άνοιξαν πρόσφατα τις πόρτες τους στα τυχερά παιχνίδια. Ενώ άλλες επιχειρήσεις κλείνουν, τα ενεχυροδανειστήρια αποτελούν ανθηρή επιχείρηση. Οι ιδιοκτήτες λένε ότι οι παίκτες χάνουν συχνά όλα τα χρήματα που έχουν και πουλάνε δαχτυλίδια, ρολόγια, ρούχα και άλλα πολύτιμα αντικείμενα για να αγοράσουν βενζίνη ώστε να επιστρέψουν σπίτι. Σε μερικές παραλιακές πόλεις των Ηνωμένων Πολιτειών, έχουν ανοίξει καινούρια ενεχυροδανειστήρια· σε μερικές περιπτώσεις, τρία, τέσσερα ή και περισσότερα μπορούν να βρεθούν στη σειρά.
Ορισμένα άτομα, μάλιστα, έχουν γίνει εγκληματίες προκειμένου να διατηρήσουν τη συνήθειά τους να παίζουν. Οι μελέτες που έχουν διεξαχτεί μέχρι σήμερα, σύμφωνα με τον καθηγητή Λεσιέρ, «αποκάλυψαν μια μεγάλη ποικιλία παράνομων ενεργειών ανάμεσα στους μανιώδεις παίκτες . . . πλαστές επιταγές, υπεξαιρέσεις, κλοπές, ένοπλες ληστείες, παράνομα στοιχήματα, εκπόρνευση, στημένα παιχνίδια και κλεπταποδοχή». Εκτός από αυτά υπάρχουν και τα αδικήματα στο χώρο της εργασίας, όταν οι παίκτες κλέβουν τους εργοδότες τους. Σύμφωνα με τον Γκέρι Τ. Φούλκερ, διευθυντή του Εκπαιδευτικού και Θεραπευτικού Ινστιτούτου για Μανιώδεις Παίκτες, το 85 τοις εκατό των χιλιάδων αναγνωρισμένων μανιωδών παικτών παραδέχτηκαν ότι έκλεβαν τους εργοδότες τους. «Στην πραγματικότητα, από εντελώς οικονομική άποψη, η μανία για τα τυχερά παιχνίδια είναι ενδεχομένως χειρότερη από τον αλκοολισμό και την τοξικομανία μαζί», είπε αυτός.
Περαιτέρω μελέτες έχουν συμπεράνει ότι σχεδόν τα δύο τρίτα των μη φυλακισμένων μανιωδών παικτών και το 97 τοις εκατό των φυλακισμένων παραδέχονται πως έχουν εμπλακεί σε κάποια παράνομη πράξη για να βρουν χρήματα προκειμένου να παίξουν τυχερά παιχνίδια ή να πληρώσουν χρέη που σχετίζονται με αυτά. Το 1993, στις πόλεις που βρίσκονται στον Κόλπο του Μεξικού, στις Ηνωμένες Πολιτείες, όπου τα νομιμοποιημένα τυχερά παιχνίδια είναι ανεξέλεγκτα, έγιναν 16 ληστείες τραπεζών, τετραπλάσιες σε αριθμό από εκείνες του προηγούμενου έτους. Ένας άντρας λήστεψε οχτώ συνολικά τράπεζες και πήρε 89.000 δολάρια (περ. 20,5 εκατ. δρχ.) για να συνεχίσει να παίζει. Άλλες τράπεζες τις έχουν ληστέψει υπό την απειλή όπλου παίκτες που ήταν αναγκασμένοι να πληρώσουν μεγάλα χρέη σε πιστωτές.
«Όταν οι μανιώδεις παίκτες προσπαθούν να κόψουν αυτή τη συνήθεια, παρουσιάζουν συμπτώματα στέρησης, πολύ όμοια με εκείνα των καπνιστών και των ναρκομανών», λέει η εφημερίδα Δε Νιου Γιορκ Τάιμς (The New York Times). Οι παίκτες παραδέχονται, ωστόσο, ότι είναι δυσκολότερο να κόψουν τη συνήθεια να παίζουν παρά να κόψουν άλλες συνήθειες. «Μερικοί από εμάς ήταν αλκοολικοί και ναρκομανείς επίσης», είπε κάποιος, «και συμφωνούμε όλοι ότι η μανία για τα τυχερά παιχνίδια είναι πολύ χειρότερη από οποιονδήποτε άλλον εθισμό». Ο Δρ Χάουαρντ Σάφερ, από το Κέντρο Μελετών για τον Εθισμό του Πανεπιστημίου του Χάρβαρντ, είπε ότι τουλάχιστον το 30 τοις εκατό των μανιωδών παικτών που προσπαθούν να σταματήσουν «παρουσιάζουν σημάδια ευερεθιστότητας ή στομαχικές ενοχλήσεις, διαταραχές του ύπνου, αφύσικη υπέρταση και ταχυπαλμία».
Ακόμα και αν συνεχίσουν να στοιχηματίζουν, είπε η Δρ Βαλερί Λοράνζ, διευθύντρια του Εθνικού Κέντρου για Παθολογικούς Παίκτες στη Βαλτιμόρη του Μέριλαντ, στις Η.Π.Α., οι μανιώδεις «παίκτες αντιμετωπίζουν ιατρικά προβλήματα: χρόνιους πονοκεφάλους, ημικρανίες, δύσπνοια, στηθάγχη, καρδιακή αρρυθμία και μούδιασμα στα χέρια και στα πόδια τους».
Έπειτα είναι οι αυτοκτονίες. Τι χειρότερο θα μπορούσε να υπάρξει από έναν κοινώς γνωστό ως «μη θανατηφόρο εθισμό» ο οποίος προκαλεί θάνατο; Σε μια κομητεία της Αμερικής, για παράδειγμα, όπου πρόσφατα άνοιξαν καζίνο, «το ποσοστό αυτοκτονιών διπλασιάστηκε ανεξήγητα», δημοσίευσε το Περιοδικό της Νιου Γιορκ Τάιμς (The New York Times Magazine), «αν και κανένας υγειονομικός υπεύθυνος δεν ήταν πρόθυμος να συνδέσει την αύξηση με τα τυχερά παιχνίδια». Στη Νότια Αφρική τρεις παίκτες αυτοκτόνησαν μέσα σε μία εβδομάδα. Ο ακριβής αριθμός των αυτοκτονιών οι οποίες οφείλονται στα τυχερά παιχνίδια και στα χρέη που προκύπτουν από αυτά, νόμιμα ή παράνομα, δεν είναι γνωστός.
Η αυτοκτονία είναι ένας τραγικός τρόπος για να απαγκιστρωθεί κάποιος από τη λαβή των τυχερών παιχνιδιών. Στο επόμενο άρθρο, εξετάστε πώς μερικοί βρήκαν έναν καλύτερο τρόπο για να απελευθερωθούν.
[Πρόταση που τονίζεται στη σελίδα 6]
Τα ενεχυροδανειστήρια ανθούν—το ίδιο και το έγκλημα