Γιατί Κινδυνεύουν τα Είδη
ΤΑ ΕΙΔΗ εκλείπουν για διάφορους λόγους. Ας εξετάσουμε τρεις κύριες αιτίες. Οι άνθρωποι ευθύνονται έμμεσα για τις δύο από αυτές και άμεσα για την τρίτη.
Η Καταστροφή του Φυσικού Περιβάλλοντος
Η καταστροφή του φυσικού περιβάλλοντος κάποιου είδους συντελεί σημαντικά στη μείωση του πληθυσμού του. Σύμφωνα με τον Άτλαντα των Ειδών υπό Εξαφάνιση (The Atlas of Endangered Species), αυτή είναι «η σημαντικότερη απειλή» και επίσης αυτή που είναι «δυσκολότερο να προληφθεί». Η παγκόσμια πληθυσμιακή έκρηξη αναγκάζει τους ανθρώπους να καταπατούν ολοένα και περισσότερη γη, η οποία προηγουμένως φιλοξενούσε την άγρια ζωή. Ένα χτυπητό παράδειγμα αυτού του γεγονότος έρχεται από τα βροχερά δάση της γης.
‘Μέσα σε 40 χρόνια δεν θα έχει απομείνει κανένα βροχερό δάσος’ είναι ο λυπηρός υπολογισμός που στρέφει την προσοχή σε αυτό που πολλοί θεωρούν θλιβερή απώλεια πολύτιμων πόρων. Στην πραγματικότητα, σχεδόν το ένα τέταρτο όλων των γνωστών φαρμάκων στο Δυτικό κόσμο προέρχονται από φυτά του τροπικού βροχερού δάσους. Αν και τα βροχερά δάση καλύπτουν όπως υπολογίζεται μόνο το 7 τοις εκατό της χερσαίας επιφάνειας του πλανήτη, φιλοξενούν τα τέσσερα πέμπτα της χερσαίας βλάστησης σε παγκόσμια κλίμακα.
Οι υλοτομικές εργασίες και οι ανακατατάξεις στις γεωργικές μεθόδους στερούν τα βροχερά δάση της Δυτικής Αφρικής από την πλούσια κληρονομιά των δέντρων τους. Η αποψίλωση των δασών της ινδικής υποηπείρου έχει αλλάξει ακόμα και τον καιρό, μειώνοντας τις βροχοπτώσεις σε μερικές περιοχές και προκαλώντας πλημμύρες αλλού.
Καθώς ο άνθρωπος κόβει τα δέντρα για να χρησιμοποιήσει τη γη για καλλιέργεια, τα φυτά, τα ζώα, τα πουλιά, τα ερπετά και τα έντομα πεθαίνουν το ένα μετά το άλλο. Ο καθηγητής του Χάρβαρντ Έντουαρντ Γουίλσον υπολογίζει ότι κάθε χρόνο χάνεται περίπου το 1 τοις εκατό του συνόλου των δασών, και αυτό καταδικάζει χιλιάδες είδη σε αναπόφευκτη εξάλειψη. Εκφράζονται φόβοι ότι πολλά είδη θα χαθούν προτού καν τους δοθεί επιστημονικό όνομα.
Η κατάσταση είναι παρόμοια στους υγρότοπους του πλανήτη, οι οποίοι αποτελούν άλλον έναν απειλούμενο βιότοπο. Οι υποστηρικτές της ανάπτυξης αποξηραίνουν αυτές τις περιοχές για να χτίσουν σπίτια, ή οι αγρότες τις μετατρέπουν σε καλλιεργήσιμα εδάφη. Τα τελευταία 100 χρόνια, τουλάχιστον το 90 τοις εκατό των λιβαδιών της Ευρώπης έχουν χρησιμοποιηθεί στη γεωργία. Η απώλεια των βοσκότοπων στη Βρετανία τα τελευταία 20 χρόνια έχει μειώσει κατά 64 τοις εκατό τον πληθυσμό του πουλιού τσίχλα.
Μολονότι το περιοδικό Τάιμ (Time) αποκαλεί το νησί της Μαδαγασκάρης «γεωλογική κιβωτό του Νώε», η άφθονη ποικιλία άγριας ζωής που υπάρχει εκεί κινδυνεύει. Όταν ο πληθυσμός αυξάνει και το διεθνές εξωτερικό χρέος μεγαλώνει, οι κάτοικοι του νησιού δέχονται ολοένα αυξανόμενες πιέσεις για να μετατρέψουν τα δάση σε ορυζώνες. Επειδή τα τρία τέταρτα του φυσικού περιβάλλοντος του απαλεμούριου έχουν εξαφανιστεί τα τελευταία 20 χρόνια, έχουν απομείνει μόνο 400 από αυτά τα ζώα.
Οι ριζικές αλλαγές που επέφερε ο άνθρωπος στη χρήση της γης ασφαλώς φθείρουν την τοπική άγρια ζωή. Άλλο ένα παράδειγμα αποτελούν οι Πολυνήσιοι, οι οποίοι έφτασαν στη Χαβάη πριν από 1.600 χρόνια. Ως αποτέλεσμα των δραστηριοτήτων τους, έχουν εκλείψει 35 είδη πουλιών.
Οι πρώτοι άποικοι που έφτασαν στην Αυστραλία και στη Νέα Ζηλανδία έφεραν μαζί τους κατοικίδιες γάτες, μερικές από τις οποίες έγιναν άγριες. Σύμφωνα με το περιοδικό Νέος Επιστήμονας (New Scientist), αυτές οι άγριες γάτες τρέφονται τώρα με 64 είδη ντόπιων θηλαστικών της Αυστραλίας. Μαζί με τις κόκκινες αλεπούδες που εισάχθηκαν από την Ευρώπη, επιτίθενται σε μικρούς πληθυσμούς ειδών που απειλούνται με εξαφάνιση.
Άμεση Επίθεση
Το κυνήγι δεν αποτελεί καινούριο φαινόμενο. Η Βιβλική αφήγηση της Γένεσης μιλάει για τον στασιαστή Νεβρώδ, έναν κυνηγό ο οποίος έζησε πριν από 4.000 χρόνια και πλέον. Αν και δεν υπάρχει κάποια αναφορά που να λέει ότι εξάλειψε ένα ολόκληρο είδος, εντούτοις είχε τρομακτικές επιδόσεις στο κυνήγι.—Γένεσις 10:9.
Στο διάβα των αιώνων οι κυνηγοί εξολόθρεψαν τα λιοντάρια από την Ελλάδα και τη Μεσοποταμία, τους ιπποπόταμους από τη Νουβία, τους ελέφαντες από τη Βόρεια Αφρική, τις αρκούδες και τους κάστορες από τη Βρετανία και τα άγρια βόδια από την Ανατολική Ευρώπη. «Από το 1870 ως το 1890, οι κυνηγοί σκότωσαν 250.000 ελέφαντες στην Ανατολική Αφρική και μόνο», αναφέρει το τηλεπεριοδικό Ρέιντιο Τάιμς (Radio Times) του BBC. «Επί μισό αιώνα, η Αφρική αντηχούσε τους πυροβολισμούς που έριχναν διάσημοι, πλούσιοι και ευγενείς, οι οποίοι σκότωναν ελέφαντες, ρινόκερους, καμηλοπαρδάλεις, μεγάλα αιλουροειδή και οτιδήποτε άλλο τύχαινε να δουν. . . . Αυτό που σήμερα θεωρείται άκρως συγκλονιστικό τότε αποτελούσε απόλυτα αποδεκτή συμπεριφορά».
Ας επιστρέψουμε στην κατάσταση της μεγαλόπρεπης τίγρης. Απογραφές που έγιναν τη δεκαετία του 1980 έδειξαν ότι οι προσπάθειες διατήρησης του είδους είχαν επιτυχία. «Εντούτοις, τα φαινόμενα απατούσαν», παρατηρεί το Βιβλίο Έτους της Μπριτάνικα 1995 (1995 Britannica Book of the Year). «Πιο προσεκτικοί υπολογισμοί αποκάλυψαν ότι οι προηγούμενες απογραφές είχαν παραφουσκωθεί από υπευθύνους που είτε συνεργάζονταν με τους λαθροθήρες είτε απλώς είχαν τη σφοδρή επιθυμία να εντυπωσιάσουν τους ανωτέρους τους. . . . Το παράνομο εμπόριο μελών τίγρης άνθισε καθώς η μείωση των αποθεμάτων εκτόξευσε τις τιμές ακόμα ψηλότερα». Έτσι, το 1995, σύμφωνα με υπολογισμούς, η αξία μιας τίγρης της Σιβηρίας κυμαινόταν από 9.400 ως 24.000 δολάρια (περ. 2,2 ως 5,5 εκατ. δρχ.)—βέβαια όχι μόνο για την πολύτιμη γούνα της αλλά επίσης και για τα κόκαλα, τα μάτια, τα μουστάκια, τα δόντια, τα εσωτερικά όργανα καθώς και τα γεννητικά της όργανα, που όλα θεωρούνται πολύτιμα από την παραδοσιακή ιατρική της Ανατολής.
Το εμπόριο του ελεφαντόδοντου, του κέρατου του ρινόκερου, της γούνας της τίγρης και άλλων μελών από τα σώματα διαφόρων ζώων αποτελεί τώρα παράνομη επιχείρηση πολλών δισεκατομμυρίων δολαρίων, δεύτερη μόνο μετά το εμπόριο ναρκωτικών, παρατηρεί το περιοδικό Τάιμ. Και μάλιστα αυτό το εμπόριο δεν περιορίζεται στα μεγάλα θηλαστικά. Το 1994, η παραδοσιακή κινεζική ιατρική χρησιμοποίησε το συγκλονιστικό αριθμό των 20 εκατομμυρίων ιππόκαμπων, προξενώντας, σύμφωνα με αναφορές, μείωση του αριθμού των αλιευμάτων κατά 60 τοις εκατό μέσα σε δύο χρόνια σε ορισμένες περιοχές της Νοτιοανατολικής Ασίας.
Δεν είναι δύσκολο να βρεθούν οι ένοχοι όταν ένα είδος εξαφανίζεται εξαιτίας του κυνηγιού. Τι θα λεχθεί, όμως, για τους συλλέκτες; Ένας μακάο υπό εξαφάνιση, η αρατίνγκα, λέγεται ότι μπορεί να αποφέρει σε κάποιο λαθρέμπορο στη Βραζιλία 500 δολάρια (περ. 115.000 δρχ.). Αλλά αν τον πουλήσει στο εξωτερικό, κερδίζει τρεισήμισι φορές περισσότερα.
Οι πόλεμοι και τα επακόλουθά τους, τα αυξανόμενα πλήθη προσφύγων σε συνδυασμό με την ανερχόμενη γεννητικότητα, η αυξημένη ρύπανση, ακόμα και ο τουρισμός, απειλούν τα είδη που βρίσκονται υπό εξαφάνιση. Τουρίστες οι οποίοι πηγαίνουν με βενζινάκατους να δουν τα δελφίνια τα τραυματίζουν, και ο υποθαλάσσιος θόρυβος από αυτά τα σκάφη μπορεί να προκαλέσει παρεμβολές στο ευαίσθητο σύστημα ηχοεντοπισμού που έχουν τα δελφίνια.
Ύστερα από αυτόν το λυπηρό κατάλογο της σφαγής που προκάλεσαν οι άνθρωποι, ίσως δικαιολογημένα αναρωτιέστε: ‘Τι κάνουν οι υπέρμαχοι της διατήρησης του περιβάλλοντος για να σώσουν τα είδη που απειλούνται με εξαφάνιση, και πόσο επιτυχείς είναι οι προσπάθειές τους;’
[Εικόνα στη σελίδα 6]
Φυτά, ζώα, πουλιά, ερπετά και έντομα πεθαίνουν το ένα μετά το άλλο καθώς ο άνθρωπος κόβει τα δέντρα