Κάτι Καλύτερο από την Αναγνώριση του Κόσμου
Χρόνια ολόκληρα αφότου είχα γίνει πασίγνωστος γλύπτης στην Ευρώπη, ένας άλλος καλλιτέχνης μού είπε επικριτικά: «Πρόδωσες την τέχνη!» Προτού σας πω γιατί με κατηγόρησε, αφήστε με να σας εξηγήσω πώς έγινα γλύπτης.
ΣΤΟ χωριό που γεννήθηκα, στην Αουρισίνα, οι περισσότεροι άντρες δούλευαν σε ένα αρχαίο λατομείο. Η Αουρισίνα βρίσκεται στη βόρεια Ιταλία κοντά στην Τεργέστη και στην πρώην Γιουγκοσλαβία. Σε ηλικία 15 ετών άρχισα να εργάζομαι και εγώ στο λατομείο του χωριού. Αυτό συνέβη το 1939, το έτος που ξέσπασε ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος. Η εργασία μου με τις πέτρες με έκανε να θέλω να γίνω διάσημος γλύπτης. Επίσης ήθελα να μην πεθάνω ποτέ. Και οι δυο αυτές επιθυμίες φαίνονταν ανέφικτες.
Όταν τελείωσε ο πόλεμος το 1945, μετακόμισα στη Ρώμη για να μείνω με την αδελφή μου. Εκεί, έλπιζα να γραφτώ στη σχολή καλών τεχνών. Πόση συγκίνηση ένιωσα όταν πραγματοποιήθηκε η επιθυμία μου και με δέχτηκαν για να φοιτήσω εκεί τρία χρόνια! Οι σπουδές μου χρηματοδοτήθηκαν από διάφορες φιλανθρωπικές οργανώσεις.
Πνευματική Πείνα
Επίσης επιδίωκα να ικανοποιήσω την πνευματική μου πείνα παρακολουθώντας θρησκευτικές τελετές, μεταξύ άλλων του Στρατού της Σωτηρίας και των Βαλδένσιων. Μάλιστα φοίτησα σε ένα Ιησουιτικό πανεπιστήμιο και κάποτε παρακολούθησα ένα τριήμερο σεμινάριο στο οποίο δίδασκε κάποιος επίσκοπος. Στη διάρκεια αυτών των μαθημάτων δεν επιτρεπόταν να μιλάμε μεταξύ μας, αλλά αφοσιωνόμασταν στην προσευχή, στο στοχασμό, στην εξομολόγηση και στις παρουσιάσεις του επισκόπου.
Αργότερα, συνειδητοποίησα ότι η πίστη μου δεν είχε ενισχυθεί. «Γιατί», ρώτησα τον επίσκοπο, «δεν ανέπτυξα ισχυρή πίστη;»
«Η πίστη είναι δώρο από τον Θεό», απάντησε ο επίσκοπος, «και το δίνει σε όποιον θέλει». Η απάντησή του με απογοήτευσε τόσο ώστε έπαψα να αναζητώ τον Θεό και άρχισα να αφοσιώνομαι αποκλειστικά στις καλλιτεχνικές μου σπουδές.
Κερδίζω Διεθνή Αναγνώριση
Όταν τελείωσα τη σχολή στη Ρώμη το 1948, έλαβα μονοετή υποτροφία για να σπουδάσω στην ακαδημία τέχνης στη Βιέννη της Αυστρίας. Αποφοίτησα από εκεί το επόμενο έτος και δέχτηκα μια μονοετή υποτροφία για να συνεχίσω τις σπουδές μου στη Λιουμπλιάνα της Σλοβενίας (πρώην τμήμα της Γιουγκοσλαβίας). Ο στόχος μου τότε ήταν να πάω στο Παρίσι της Γαλλίας, το κέντρο των καλών τεχνών.
Ωστόσο, το 1951 μου δόθηκε η ευκαιρία να εργαστώ στη Στοκχόλμη της Σουηδίας. Μετακόμισα εκεί σκοπεύοντας να εξοικονομήσω χρήματα για να κάνω καλλιτεχνική καριέρα στο Παρίσι. Αλλά τότε γνώρισα τη Μίκι, και παντρευτήκαμε το 1952 και εγκατασταθήκαμε στη Στοκχόλμη. Βρήκα δουλειά σε ένα μικρό εργαστήριο στο οποίο έφτιαχνα γλυπτά από πέτρα, μάρμαρο και γρανίτη. Μερικά από αυτά εκτίθενται στο Μιλεσγκάρντεν, πάρκο και μουσείο στην πόλη Λίντινγκε, κοντά στη Στοκχόλμη.
Στη Ρώμη είχα μάθει μια παλιά μέθοδο χύτευσης του ορείχαλκου—την τεχνική του χαμένου κεριού—και δίδαξα χύτευση ορείχαλκου στη Σχολή Επαγγελματικής Εκπαίδευσης Καλών Τεχνών και στην Ακαδημία Τέχνης στη Στοκχόλμη. Αργότερα, μου επιτράπηκε να χρησιμοποιήσω ένα χυτήριο ορείχαλκου στο υπαίθριο μουσείο Σκάνσεν στη Στοκχόλμη. Εκεί, συχνά μπροστά σε κοινό, δημιουργούσα γλυπτά από ορείχαλκο ή μόλυβδο. Επίσης με προσέλαβαν για να ανακαινίσω αρχαία αγάλματα που ανήκαν στον τότε βασιλιά της Σουηδίας, Γουσταύο ΣΤ΄. Αυτά εκτίθενται στο Βασιλικό Ανάκτορο και στο κάστρο Ντρότνινγκχολμ στη Στοκχόλμη.
Μεταξύ του 1954 και του 1960, ο τύπος και οι κριτικοί τέχνης εγκωμίαζαν την εργασία μου. Πολλά γλυπτά μου εκτέθηκαν σε μεγάλες πόλεις της Ευρώπης, μεταξύ άλλων στη Στοκχόλμη, στη Ρώμη, στη Λιουμπλιάνα, στη Βιέννη, στο Ζάγκρεμπ και στο Βελιγράδι. Στο Βελιγράδι, ο στρατηγός Τίτο αγόρασε μερικά γλυπτά μου για την ιδιωτική συλλογή του. Το έκθεμα με το οποίο εκπροσωπούμαι στη Σύγχρονη Πινακοθήκη της Ρώμης είναι ένας μεγάλος γυναικείος κορμός από γρανίτη, και έργα μου εκτίθενται στο Μουσείο Αλμπερτίνα της Βιέννης. Το Μοντέρνο Μουσείο στη Στοκχόλμη έχει ένα γλυπτό μου από ορείχαλκο και μόλυβδο, και η Μοντέρνα Πινακοθήκη στη Λιουμπλιάνα έχει ένα χάλκινο γλυπτό.
Ενδιαφέρομαι Ξανά για τη Θρησκεία
Έπειτα από λίγα χρόνια γάμου, η Μίκι πρόσεξε ότι το ενδιαφέρον μου για τη θρησκεία είχε αναζωπυρωθεί. Αναρωτιόμουν: ‘Πού είναι η πίστη για την οποία ήταν πρόθυμοι να πεθάνουν οι πρώτοι Χριστιανοί;’ Ξανάρχισα να παρακολουθώ θρησκευτικές τελετές, όπως αυτές των Πεντηκοστιανών και των Αντβεντιστών. Εξέτασα ακόμη και τον Ισλαμισμό και το Βουδισμό.
Το 1959, προτού παρακολουθήσω μια έκθεση τέχνης στο Μιλάνο της Ιταλίας, επισκέφτηκα για λίγες μέρες το χωριό μου, την Αουρισίνα. Οι χωρικοί μού είπαν ότι κάποιος άντρας γνώριζε πολλά γύρω από την Αγία Γραφή. Ήταν Μάρτυρας του Ιεχωβά. Όταν μπόρεσα να μιλήσω μαζί του, μου έδειξε πράγματα στην Αγία Γραφή τα οποία δεν είχα δει ποτέ προηγουμένως. Έμαθα ότι ο άνθρωπος είναι ψυχή—δεν έχει ψυχή χωριστή από το σώμα του—και ότι η ανθρώπινη ψυχή είναι θνητή, όχι αθάνατη όπως δίδασκαν οι άλλες θρησκείες.—Γένεσις 2:7· Ιεζεκιήλ 18:4.
Επίσης, εκείνος ο άντρας μού έδειξε ότι σκοπός του Θεού όταν δημιούργησε τον Αδάμ και την Εύα δεν ήταν να πεθαίνουν αλλά να ζουν για πάντα ευτυχισμένοι στη γη. Το πρώτο ανθρώπινο ζευγάρι πέθανε εξαιτίας της ανυπακοής του. (Γένεσις 1:28· 2:15-17) Έμαθα ότι, με το να δώσει τον Γιο του ως λύτρο, ο Θεός έκανε προμήθεια ώστε να απολαύσουν οι άνθρωποι την προοπτική της αιώνιας ζωής, η οποία είχε χαθεί εξαιτίας της ανυπακοής του Αδάμ. (Ιωάννης 3:16) Χαιρόμουν πολύ καθώς μάθαινα αυτά τα πράγματα.—Ψαλμός 37:29· Αποκάλυψη 21:3, 4.
Σημείο Στροφής
Λίγο αργότερα, επέστρεψα στη Σουηδία, και η Μίκι και εγώ προσπαθήσαμε να εντοπίσουμε τους Μάρτυρες του Ιεχωβά. Αλλά δεν μπορούσαμε να βρούμε κάποια διεύθυνσή τους. Λίγες μέρες αργότερα, όμως, χτύπησε το κουδούνι μας και εμφανίστηκαν στην πόρτα μας! Άρχισα να διαβάζω τα έντυπα που μου άφησαν, και σύντομα πείστηκα ότι περιείχαν την αλήθεια. Εντούτοις, ήθελα να βεβαιωθώ για τη γνώμη μου μιλώντας με έναν παλιό φίλο, έναν Καθολικό αρχιεπίσκοπο, με τον οποίο είχα γνωριστεί όταν σπούδαζα στη Ρώμη προς το τέλος της δεκαετίας του 1940. Έτσι, τον Ιανουάριο του 1961 πήγα να τον δω.
Ο φίλος μου τότε ήταν υπεύθυνος για όλη την Καθολική ιεραποστολική δράση σε παγκόσμια κλίμακα. Τι έκπληξη με περίμενε! Έμεινα άναυδος μαθαίνοντας ότι ο αρχιεπίσκοπος δεν είχε ούτε καν στοιχειώδη Βιβλική γνώση. Όταν μιλήσαμε για το τι συμβαίνει κατά το θάνατο, είπε: «Αυτό που πιστεύουμε τώρα μπορεί να αποδειχτεί ακριβώς το αντίθετο». Και όταν συζητήσαμε την αναφορά του αποστόλου Πέτρου στη Βιβλική υπόσχεση σχετικά με «νέους ουρανούς και νέα γη», δεν ήταν βέβαιος για το νόημα αυτής της υπόσχεσης.—2 Πέτρου 3:13· Ησαΐας 65:17-25.
Όταν επέστρεψα στη Στοκχόλμη, άρχισα να μελετώ την Αγία Γραφή τακτικά με έναν από τους Μάρτυρες του Ιεχωβά με τους οποίους είχαμε γνωριστεί εγώ και η σύζυγός μου. Χαιρόμουν καθώς έβλεπα να αυξάνει το ενδιαφέρον της Μίκι για τη μελέτη. Τελικά, στις 26 Φεβρουαρίου 1961 συμβόλισα την αφιέρωσή μου στον Ιεχωβά με το βάφτισμα, και η Μίκι βαφτίστηκε το επόμενο έτος.
Κάνω Προσαρμογές στην Εργασία Μου
Αποκτήσαμε ένα κοριτσάκι το 1956 και ένα αγοράκι το 1961. Επειδή τώρα είχαμε να φροντίσουμε μια οικογένεια, χρειαζόμουν κάποια σταθερή εργασία. Χάρηκα όταν με κάλεσαν να φτιάξω ένα μεγάλο μνημείο στο χωριό που γεννήθηκα. Θα ήταν αφιερωμένο στη μνήμη των ανταρτών που πέθαναν στο Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Το μνημείο θα μου απέφερε πολλά χρήματα. Αλλά αφού εξέτασα διάφορους παράγοντες—και το γεγονός ότι επί μήνες θα ήμουν μακριά από την οικογένειά μου και από τη Χριστιανική εκκλησία καθώς και ότι θα έμενα σε μια χώρα όπου άκμαζε ο κομμουνισμός και δεν θα ήταν εύκολο να επιδιώκω τα πνευματικά ενδιαφέροντα—απέρριψα την προσφορά.
Ένα άλλο έργο μού δημιούργησε πρόβλημα συνείδησης. Μου ζητήθηκε να κατασκευάσω ένα μεγάλο γλυπτό για ένα νέο κρεματόριο στη Σουηδία. Όταν το τελείωσα, με κάλεσαν στα εγκαίνια. Αλλά όταν έμαθα ότι ο επίσκοπος της Στοκχόλμης θα έκανε τα αποκαλυπτήρια του έργου μου, αποφάσισα να μην παρευρεθώ στην τελετή μαζί με ανθρώπους των οποίων οι διδασκαλίες και οι συνήθειες συγκρούονταν άμεσα με το Λόγο του Θεού.—2 Κορινθίους 6:14-18.
Επειδή δεν έβρισκα τακτικά εργασία ως γλύπτης, άρχισα να δυσκολεύομαι να καλύπτω επαρκώς τις υλικές ανάγκες της οικογένειάς μου. (1 Τιμόθεο 5:8) Εξέτασα με προσευχή το τι θα μπορούσα να κάνω για να βγάζω τα προς το ζην. Αργότερα, ένας αρχιτέκτονας μου έφερε τη μακέτα ενός κτιρίου που είχε σχεδιάσει. Μου ζήτησε να το φωτογραφίσω. Επειδή γνώριζα καλά τη φωτογραφική τέχνη λόγω της εμπειρίας μου στη φωτογράφηση των γλυπτών μου, με χαρά δέχτηκα τη δουλειά. Εκείνα τα χρόνια γίνονταν πολλά κατασκευαστικά έργα στη Σουηδία, και υπήρχε ανάγκη για φωτογράφηση των μακετών. Έτσι, είχα άφθονη δουλειά από πολλούς αρχιτέκτονες και μπορούσα να συντηρώ καλά την οικογένειά μου.
Εκείνη την περίοδο επισκέφτηκα το Ιταλικό Πολιτιστικό Ινστιτούτο στη Στοκχόλμη για να μεταδώσω τα καλά νέα της Βασιλείας του Θεού. (Ματθαίος 24:14) Γνώριζα το διευθυντή του ινστιτούτου και κανόνισα να του μιλήσω. Όταν έμαθε ότι δεν εργαζόμουν πια ως γλύπτης, τότε ήταν που αναφώνησε: «Πρόδωσες την τέχνη!» Του εξήγησα ότι οι υποχρεώσεις προς τον Θεό και την οικογένειά μου είχαν προτεραιότητα.
Πρέπει να παραδεχτώ ότι για κάποιον καιρό η τέχνη ήταν το πιο σπουδαίο πράγμα στη ζωή μου. Ωστόσο, τελικά αντιλήφθηκα ότι το να συνεχίσω την καριέρα μου θα ήταν σαν να προσπαθώ να υπηρετήσω δύο κυρίους. (Ματθαίος 6:24) Ήμουν πεπεισμένος ότι το πιο σημαντικό πράγμα που μπορούσα να κάνω ήταν να κηρύξω τα καλά νέα της Βασιλείας του Θεού. Έτσι πήρα την προσωπική απόφαση να σταματήσω να ασχολούμαι με τη γλυπτική, και ο Ιεχωβά Θεός έχει ευλογήσει την απόφασή μου με μεγαλειώδη τρόπο.—Μαλαχίας 3:10.
Προνόμια Χριστιανικής Υπηρεσίας
Στις αρχές της δεκαετίας του 1970, πολλοί μετανάστες οι οποίοι είχαν έρθει στη Σουηδία από τη νότια και την ανατολική Ευρώπη άρχισαν να εκδηλώνουν ενδιαφέρον για την αλήθεια της Αγίας Γραφής. Έτσι, από το 1973, είχα το προνόμιο να μελετώ την Αγία Γραφή με μετανάστες που μιλούσαν ιταλικά, ισπανικά και σερβοκροατικά, και κατάφερα να βοηθήσω να σχηματιστούν νέες εκκλησίες και όμιλοι μελέτης για αυτές τις γλωσσικές ομάδες. Διορίστηκα να οργανώνω τις Χριστιανικές συνελεύσεις στην ιταλική και να σκηνοθετώ τα Βιβλικά δράματα σε αυτές. Μερικές φορές, είχα επίσης το προνόμιο να υπηρετήσω εκκλησίες στη Σουηδία ως περιοδεύων επίσκοπος.
Ως αποτέλεσμα του ότι βοηθούσα στην οργάνωση των ιταλόφωνων συνελεύσεων στη Σουηδία, είχα επαφή με το γραφείο τμήματος της Εταιρίας Σκοπιά στη Ρώμη. Οι Ιταλοί αδελφοί μού είπαν ότι υπήρχε έλλειψη πρεσβυτέρων στις εκκλησίες της Ιταλίας λόγω της εκρηκτικής αύξησης που σημείωνε το έργο κηρύγματος εκεί. Έτσι το 1987, η Μίκι και εγώ μετακομίσαμε στη Λιγυρία, κοντά στη Γένοβα της Ιταλίας. Τότε τα παιδιά μας είχαν μεγαλώσει και ζούσαν μόνα τους. Περάσαμε δύο υπέροχα χρόνια στην Ιταλία και συμμετείχαμε στο σχηματισμό μιας νέας εκκλησίας στη Λιγυρία. Νιώσαμε πλήρως πόσο αληθινά είναι τα λόγια του εδαφίου Παροιμίαι 10:22: ‘Η ευλογία του Ιεχωβά πλουτίζει’.
Η Μίκι και εγώ μερικές φορές προσπαθούμε να απαριθμήσουμε τις ευλογίες που λάβαμε από τον Ιεχωβά, και ο κατάλογος γίνεται μακρύς. Εκτός από το ότι συμμετείχαμε στο σχηματισμό νέων εκκλησιών, μπορέσαμε να βοηθήσουμε αρκετά άτομα, και τα ίδια μας τα παιδιά, μέχρι το σημείο της αφιέρωσης και του βαφτίσματος και στη συνέχεια ώσπου να γίνουν ώριμοι Χριστιανοί. Δεν μετανιώνω για την απόφασή μου να εγκαταλείψω τη ζωή του πασίγνωστου γλύπτη, επειδή έχω διαλέξει την πολύ πιο ανταμειφτική σταδιοδρομία της υπηρεσίας του στοργικού Θεού μας, του Ιεχωβά. Με αυτόν τον τρόπο, η οικογένειά μου και εγώ έχουμε λάβει μια στερεή ελπίδα για αιώνια ζωή, χάρη στον Ιεχωβά.—Όπως το αφηγήθηκε ο Τσέλο Περτό.
[Εικόνα στη σελίδα 13]
Δημιουργώ κάποιο γλυπτό το 1955
[Εικόνα στη σελίδα 15]
Με τη σύζυγό μου