ΚΟΛΟΣΣΕΣ
(Κολοσσές) [πιθανώς, Κολοσσιαίες].
Πόλη της νοτιοδυτικής Μικράς Ασίας. Στις ημέρες του αποστόλου Παύλου οι Κολοσσές ανήκαν στη ρωμαϊκή επαρχία της Ασίας, αν και αποτελούσαν μέρος της αρχαίας περιοχής της Φρυγίας. Σήμερα η τοποθεσία αυτή δεν κατοικείται. Βρισκόταν κοντά στο άνω άκρο της κοιλάδας του ποταμού Λύκου, περίπου 18 χλμ. ΑΝΑ της Λαοδίκειας (κοντά στο σημερινό Ντενιζλί). Η κοιλάδα του ποταμού Λύκου είναι στενή στην περιοχή των Κολοσσών και περιβάλλεται από μεγάλους γκρεμούς, αλλά πλαταίνει καθώς εκτείνεται προς τα ΒΔ και προς τη συμβολή των ποταμών Λύκου και Μαιάνδρου (Μεντερές). Μέσα από αυτή την κοιλάδα περνούσε η κύρια οδός που οδηγούσε από την Έφεσο και τα παράλια του Αιγαίου προς τα Α ως τον Ευφράτη. Μια οδός διακλαδιζόταν από εκεί και κατευθυνόταν προς τις Σάρδεις και την Πέργαμο, προς τα ΒΔ. Ωστόσο, στη διάρκεια της ρωμαϊκής περιόδου το οδικό σύστημα άλλαξε, και η Λαοδίκεια καθώς και η γειτονική Ιεράπολη (Κολ 4:13) ξεπέρασαν σε σπουδαιότητα τις Κολοσσές. Παρ’ όλα αυτά, οι Κολοσσές εξακολούθησαν να είναι γνωστές ως κέντρο υφαντουργίας και φημίζονταν για ένα εκλεκτό είδος μαλλιού που παρήγαν το οποίο είχε ασυνήθιστη απόχρωση, το λεγόμενο κολοσσηνό μαλλί. Η πόλη βρισκόταν στις παρυφές μιας ερημικής στέπας, όπου έβοσκαν κοπάδια προβάτων. Περίπου 5 χλμ. νοτιότερα ορθώνεται το Χονάς Νταγί (όρος Κάδμος), το οποίο έχει ύψος 2.750 μ., και του οποίου τα χιόνια τροφοδοτούσαν τους χειμάρρους που έρρεαν κοντά στις Κολοσσές.
Την ημέρα της Πεντηκοστής του 33 Κ.Χ. ήταν παρόντες και Φρύγες στην Ιερουσαλήμ, μερικοί από τους οποίους ενδέχεται να ήταν από τις Κολοσσές. (Πρ 2:10) Αν και οι Κολοσσές βρίσκονταν πάνω στην κύρια οδό που συνέδεε Α και Δ, οι περισσότεροι λόγιοι πιστεύουν ότι ο Παύλος στη διάρκεια της τρίτης ιεραποστολικής περιοδείας του ακολούθησε μια κάπως βορειότερη διαδρομή, η οποία τον οδήγησε διά ξηράς στην Έφεσο. (Πρ 18:22, 23· 19:1) Η επιστολή του προς τους Κολοσσαείς αφήνει να εννοηθεί ότι ο ίδιος δεν είχε επισκεφτεί τις Κολοσσές και ότι η εκκλησία που υπήρχε εκεί ήταν καρπός του έργου του Επαφρά, σχετικά με τον οποίο ο Παύλος λέει ότι ήταν εκπρόσωπος του ίδιου και των συνεργατών του, καθώς διακονούσε όσια τους πιστούς στις Κολοσσές. (Κολ 1:7, 8· 2:1· 4:12) Ωστόσο, ο Παύλος γνώριζε αρκετούς Χριστιανούς από τις Κολοσσές. Κατονομάζει μάλιστα τον Ονήσιμο, τον Άρχιππο, τον Φιλήμονα και την Απφία.—Κολ 4:9, 17· Φλμ 1, 2, 10-12.
Στις Κολοσσές, εκτός από τον ιθαγενή φρυγικό πληθυσμό, υπήρχε και το ελληνικό καθώς και το Ιουδαϊκό στοιχείο. (Παράβαλε Κολ 3:11.) Οι αρχαίοι Φρύγες έτειναν σε μεγάλο βαθμό προς τον πνευματιστικό φανατισμό, οι Έλληνες αρέσκονταν σε πολλές εικασίες και φιλοσοφικά επιχειρήματα, ενώ οι Ιουδαίοι ήταν υπέρμαχοι του Μωσαϊκού Νόμου και των διατροφικών και σαββατιαίων απαιτήσεών του. Ο Παύλος καταπιάστηκε με όλες αυτές τις τάσεις στις συμβουλές που έδωσε στην εκκλησία των Κολοσσών.—Κολ 2:4, 8, 16, 18, 20-23.