ΑΠΟΣΚΕΥΕΣ
Η εβραϊκή λέξη κελί, που μερικές φορές αποδίδεται «αποσκευές», έχει ευρεία εφαρμογή. Η βασική έννοιά της είναι πιθανώς «δοχείο· θήκη».—Βλέπε ΟΠΛΑ, ΠΑΝΟΠΛΙΑ.
Τα στρατόπεδα, οι ταξιδιώτες, τα άτομα που πήγαιναν σε μια σύναξη μακριά από τα σπίτια τους, και ούτω καθεξής, μετέφεραν μαζί τους τα απαραίτητα ως «αποσκευές». (1Σα 10:21, 22· 17:22· 25:9-13) Ο Δαβίδ θέσπισε στον Ισραήλ τον κανόνα ότι οι άντρες που έμεναν πίσω να φυλάνε τις αποσκευές κατά τις εκστρατείες θα μοιράζονταν τα λάφυρα της νίκης εξίσου με τους άντρες που πολεμούσαν.—1Σα 30:21-25.
Στην Αίγυπτο ειπώθηκε να ετοιμαστεί για εξορία φτιάχνοντας “αποσκευές για εξορία”, καθώς ήταν βέβαιο ότι θα έπεφτε στα χέρια της Βαβυλώνας, όπως προειπώθηκε από τον προφήτη Ιερεμία. (Ιερ 46:13, 19) Στο φως της ημέρας, ο Ιεζεκιήλ έβγαλε έξω από το σπίτι του «αποσκευές για εξορία», ως μέρος μιας συμβολικής αναπαράστασης σχετικής με την επερχόμενη εξορία της Ιερουσαλήμ στη Βαβυλώνα.—Ιεζ 12:1-4, 7-11.