ΒΡΕΦΟΚΟΜΟΣ
Στην αρχαιότητα υπήρχαν δύο είδη βρεφοκόμων. Η «παραμάνα» ή «γυναίκα που θηλάζει» (εβρ., μαινέκεθ· Γε 24:59· 35:8· Εξ 2:7· 2Βα 11:2· 2Χρ 22:11· Ησ 49:23) υποκαθιστούσε τη μητέρα στο θηλασμό του βρέφους. Η Δεββώρα ήταν με αυτή την έννοια βρεφοκόμος της Ρεβέκκας, αλλά μετέπειτα έγινε υπηρέτρια ή θεραπαινίδα της, και μάλιστα παρέμεινε στην υπηρεσία της οικογένειας ακόμη και μετά το θάνατο της κυρίας της. (Γε 24:59, 67· 35:8) Το άλλο είδος βρεφοκόμου μπορούσε να είναι είτε άντρας (εβρ., ’ομέν· Αρ 11:12· Ησ 49:23 [“παιδοκόμος”]) είτε γυναίκα (εβρ., ’ομένεθ· 2Σα 4:4). Άρα, τη φροντίδα των παιδιών μπορούσε να την αναλάβει ένα άτομο ανεξαρτήτως φύλου. Η ηλικιωμένη Ναομί υπήρξε βρεφοκόμος ή παιδοκόμος του εγγονού της, του Ωβήδ.—Ρθ 4:13, 16, 17.