ΑΝΘΥΠΑΤΟΣ
Ο ανώτερος τοπικός διοικητής μιας επαρχίας η οποία βρισκόταν υπό την εποπτεία της Ρωμαϊκής Συγκλήτου.
Το 27 Π.Κ.Χ., ο Αυτοκράτορας Αύγουστος της Ρώμης ανέλαβε τη διοίκηση όλων των επαρχιών στις οποίες απαιτούνταν η παρουσία στρατιωτικών δυνάμεων, ξεχωρίζοντας δέκα άλλες ως συγκλητικές επαρχίες. Τη διοίκηση των τελευταίων ασκούσαν οι ανθύπατοι. Οι ανθύπατοι ανήκαν σε δύο τάξεις: στους πρώην υπάτους (όσους είχαν φτάσει ήδη στο βαθμό του υπάτου), που αποστέλλονταν στις επαρχίες της Ασίας και της Αφρικής (στις οποίες στάθμευε μια δύναμη λεγεωνάριων), και στους πρώην πραίτορες, που αποστέλλονταν στις υπόλοιπες συγκλητικές επαρχίες.
Ευθύνη του ανθύπατου ήταν να χειρίζεται τις πολιτικές υποθέσεις της επαρχίας, να εκδίδει δικαστικές αποφάσεις και να διατηρεί το νόμο και την τάξη. Είχε την ύψιστη δικαιοδοσία στην επαρχία, αν και οι ενέργειές του υπόκειντο στον έλεγχο της Ρωμαϊκής Συγκλήτου. Υπεύθυνος για τη συγκέντρωση των κρατικών εσόδων ήταν ένας κοιαίστωρ (ταμίας). Ο ανθύπατος δεν έφερε στρατιωτική περιβολή ούτε κρατούσε σπαθί.
Τα εδάφια Πράξεις 13:7, 12 αναφέρουν ότι ο ανθύπατος Σέργιος Παύλος έγινε Χριστιανός. Αυτός ήταν ο ανθύπατος της Κύπρου. Στο εδάφιο Πράξεις 18:12 αναφέρεται ότι ο Γαλλίων ήταν ανθύπατος της επαρχίας της Αχαΐας. Σωστά χρησιμοποιεί ο Λουκάς τον όρο «ανθύπατος» σε αυτές τις περιπτώσεις, διότι η Αχαΐα ήταν συγκλητική επαρχία από το 27 Π.Κ.Χ. ως το 15 Κ.Χ. και ξανά μετά το 44 Κ.Χ., η δε Κύπρος έγινε συγκλητική επαρχία το 22 Π.Κ.Χ. Έχει βρεθεί ένα νόμισμα από την Κύπρο με τη μορφή και τον τίτλο του Κλαύδιου (στη λατινική) στην πρόσθια όψη και την επιγραφή ΕΠΙ ΚΟΜΙΝΙΟΥ ΠΡΟΚΛΟΥ ΑΝΘΥΠΑΤΟΥ ΚΥΠΡΙΩΝ (στην ελληνική) στην οπίσθια όψη.