ΑΓΟΡΑ
Η απόκτηση κάποιου πράγματος με αντάλλαγμα την καταβολή αντικειμένων αξίας—χρημάτων, αγαθών, υπηρεσιών ή ακόμη και κάποιας ζωής. Επίσης, ο τόπος όπου γίνονταν αγοραπωλησίες.
Από τον καιρό του Αβραάμ κιόλας, οι άνθρωποι έκαναν επίσημες αγοραπωλησίες αγαθών, ακινήτων ή υπηρεσιών, χρησιμοποιώντας κάποιο μέσο συναλλαγής όπως τα χρήματα, περίπου όπως γίνεται και σήμερα. Ο Αβραάμ “αγόρασε με χρήματα” δούλους. (Γε 17:12, 13) Όταν πέθανε η Σάρρα, ο Αβραάμ αγόρασε επίσημα κάποιον οικογενειακό χώρο ταφής από τον Εφρών, έναν από τους γιους του Χετ. (Γε 23:3-20· 49:29-32) Οι λεπτομέρειες που αφορούν αυτό το πρώτο ιστορικά καταγραμμένο στην Αγία Γραφή επίσημο συμβόλαιο είναι ενδιαφέρουσες.
Με γνήσια αβροφροσύνη, ο Αβραάμ προσκύνησε καθώς έκανε την προσφορά του. Δεν ενδιαφερόταν να αγοράσει τον αγρό, αλλά μόνο τη σπηλιά που “βρισκόταν στην άκρη του αγρού του Εφρών”. Ο Εφρών έκανε αντιπροσφορά. Λέγοντας ότι ήθελε να δώσει το εν λόγω κτήμα στον Αβραάμ (Γε 23:7-11), δεν είναι βέβαιο αν προσποιούνταν ότι διέθετε τη γενναιοδωρία που χαρακτήριζε τους Ανατολίτες ή αν, όπως πιστεύουν μερικοί, έδειχνε απλώς ότι ήταν διατεθειμένος να αποχωριστεί το κτήμα του, δηλαδή να το “παραχωρήσει” αντί κάποιου αντίτιμου. Το βέβαιο είναι ότι επέμεινε να συμπεριληφθεί στη συναλλαγή τόσο η σπηλιά όσο και ο αγρός. Τελικά επιτεύχθηκε συμφωνία, ορίστηκε η τιμή, έγιναν οι διαπραγματεύσεις και ζυγίστηκαν προσεκτικά τα χρήματα, “τετρακόσιοι σίκλοι ασήμι που ήταν αποδεκτοί μεταξύ των εμπόρων” (περ. $880). (Γε 23:16) Εκείνον τον καιρό τα χρήματα δεν υφίσταντο με τη μορφή κομμένων νομισμάτων αλλά ζυγίζονταν σε ζυγαριές. Έτσι λοιπόν, «ο αγρός και η σπηλιά που υπήρχε μέσα σε αυτόν και όλα τα δέντρα που υπήρχαν στον αγρό, τα οποία υπήρχαν μέσα σε όλα του τα όρια ολόγυρα, κατακυρώθηκαν στον Αβραάμ ως δική του αγορά». Όλη αυτή η νομότυπη συναλλαγή έλαβε χώρα παρουσία και των δύο μερών, καθώς επίσης και μαρτύρων, «μπροστά στα μάτια των γιων του Χετ ανάμεσα σε όλους όσους έμπαιναν από την πύλη της πόλης του». (Γε 23:17, 18) Με παρόμοιο τρόπο, ο Ιακώβ αγόρασε μεταγενέστερα γη από τους Συχεμίτες.—Γε 33:18, 19.
Κατά τη διάρκεια μιας εφταετούς περιόδου πείνας, ο Ιωσήφ, ως πρωθυπουργός της Αιγύπτου, πούλησε σιτηρά στην αρχή με χρηματικό αντίτιμο, όταν δε τα χρήματα εξαντλήθηκαν, δέχτηκε ως πληρωμή τα κατοικίδια ζώα των ανθρώπων, στη συνέχεια τη γη τους και τελικά τους ίδιους τους ανθρώπους.—Γε 42:2-25· 47:13-23.
Ο Νόμος του Μωυσή απαγόρευε αυστηρά τις αγοραπωλησίες κατά την ημέρα του Σαββάτου, όπως επίσης απαγόρευε και τις αθέμιτες επιχειρηματικές συναλλαγές. Κατά τη διάρκεια της αποστασίας του Ισραήλ, αυτοί οι νόμοι παραβιάζονταν συχνά.—Λευ 25:14-17· Νε 10:31· 13:15-18· Αμ 8:4-6.
Όταν ο Βασιλιάς Δαβίδ θέλησε να αγοράσει το αλώνι του Ορνά(ν), εκείνος προσφέρθηκε ευγενώς να το παραχωρήσει στο βασιλιά. Εντούτοις, ο Δαβίδ επέμεινε να πληρώσει το ποσό των 50 σίκλων ασημιού ($110) για να αγοράσει τον περιβάλλοντα χώρο του θυσιαστηρίου και τα υλικά που ήταν απαραίτητα για τη θυσία. Αργότερα, φαίνεται ότι προστέθηκαν και άλλες εκτάσεις από εκείνο το κτήμα ώστε να υπάρξει αρκετός χώρος για ολόκληρο το συγκρότημα του ναού, ενώ το αντίτιμο της αγοράς ήταν χρυσάφι βάρους εξακοσίων σίκλων (περ. $77.070). (2Σα 24:21-24· 1Χρ 21:22-25) Κατά τη διάρκεια της βασιλείας τόσο του Ιωάς όσο και του Ιωσία, αγοράστηκαν υλικά και μισθώθηκαν εργάτες για την επισκευή του ναού.—2Βα 12:9-12· 22:3-7.
Ο Ιερεμίας αγόρασε έναν αγρό στην πόλη του την Αναθώθ και περιγράφει τη νομότυπη συναλλαγή με τον ακόλουθο τρόπο: «Υπέγραψα ένα συμβόλαιο και έβαλα τη σφραγίδα και έφερα μάρτυρες καθώς ζύγιζα τα χρήματα στη ζυγαριά».—Ιερ 32:9-16, 25, 44.
Και οι Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές επίσης αναφέρονται αρκετές φορές στην αγορά αγαθών και υλικών—τροφίμων, λαδιού, ενδυμάτων, μαργαριταριών, αγρών, σπιτιών, χρυσού, κολλύριου, εμπορευμάτων γενικά, ζώων, ακόμη και ανθρώπων. (Ματ 13:44-46· 25:8-10· 27:7· Μαρ 6:37· Ιωα 4:8· 13:29· Πρ 1:18· 4:34-37· 5:1-3· Απ 3:18· 13:17· 18:11-13· βλέπε ΤΡΑΠΕΖΑ, ΤΡΑΠΕΖΙΤΗΣ.) Οι Ιουδαίοι που πίστεψαν απελευθερώθηκαν με εξαγορά από την κατάρα του Νόμου μέσω του Χριστού, ο οποίος έγινε ο ίδιος κατάρα αντί για εκείνους όταν, αν και αθώος, κρεμάστηκε πάνω σε ξύλο. (Γα 3:13· 4:5) Ο Ιεχωβά «αγόρασε με το αίμα του ίδιου του Γιου του» ολόκληρη την «εκκλησία του Θεού».—Πρ 20:28.
Ως Χώρος Αγοραπωλησίας. Η λέξη «αγορά» αναφερόταν επίσης στον ανοιχτό χώρο που λειτουργούσε ως κέντρο αγοραπωλησίας καθώς και ως τόπος συγκέντρωσης του κοινού σε πόλεις και κωμοπόλεις της αρχαίας Μέσης Ανατολής και του ρωμαϊκού κόσμου. Στις ελληνικές και στις ρωμαϊκές πόλεις, ο ανοιχτός αυτός χώρος περιβαλλόταν από αγάλματα και δημόσια κτίρια, μεταξύ των οποίων και θρησκευτικά οικοδομήματα. Φαίνεται πως ορισμένα δικαστικά ζητήματα διεκπεραιώνονταν στις αγορές. (Παράβαλε Πρ 16:19-21.) Επιπρόσθετα, στην αγορά μπορούσε κανείς να μάθει τοπικά νέα ή ειδήσεις από άλλες περιοχές, καθώς εκεί συγκεντρώνονταν οι άνθρωποι και μιλούσαν για τα τρέχοντα γεγονότα.—Παράβαλε Πρ 17:17-21.
Στις αγορές της Παλαιστίνης μπορούσε κανείς να δει παιδιά να παίζουν. (Ματ 11:16· Λου 7:32) Άνεργοι καθώς και άλλοι που ήθελαν να εργαστούν ως ημερομίσθιοι μπορεί να βρίσκονταν εκεί. (Παράβαλε Ματ 20:3, 4.) Οι υπερήφανοι γραμματείς και Φαρισαίοι επιθυμούσαν να τραβούν την προσοχή του πλήθους στις αγορές και να δέχονται χαιρετισμούς ανάλογους με τη δήθεν εξέχουσα θέση τους. (Ματ 23:2, 6, 7· Μαρ 12:38· Λου 11:43· 20:46) Επιστρέφοντας από την αγορά, οι προσκολλημένοι στις παραδόσεις Φαρισαίοι, καθώς και άλλοι Ιουδαίοι, καθαρίζονταν με ράντισμα πριν φάνε οτιδήποτε.—Μαρ 7:3, 4.
Ενόσω ήταν στη γη, ο Χριστός Ιησούς θεράπευσε διάφορα άτομα στις αγορές. (Μαρ 6:56) Ο δε απόστολος Παύλος, όταν ήταν στην Αθήνα, κάθε μέρα συζητούσε λογικά «στην αγορά με όσους βρίσκονταν εκεί».—Πρ 17:16, 17· βλέπε ΑΠΠΙΟΥ ΑΓΟΡΑ.