ΔΙΑΔΙΚΤΥΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ της Σκοπιάς
ΔΙΑΔΙΚΤΥΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ
της Σκοπιάς
Ελληνική
  • ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ
  • ΕΚΔΟΣΕΙΣ
  • ΣΥΝΑΘΡΟΙΣΕΙΣ
  • w54 15/5 σ. 151-155
  • Η Μνήμη του Θεού

Δεν υπάρχει διαθέσιμο βίντεο για αυτή την επιλογή.

Λυπούμαστε, υπήρξε κάποιο σφάλμα στη φόρτωση του βίντεο.

  • Η Μνήμη του Θεού
  • Η Σκοπιά Αναγγέλει τη Βασιλεία του Ιεχωβά—1954
  • Υπότιτλοι
  • Παρόμοια Ύλη
  • ΜΝΗΜΗ
  • ΥΠΟΔΕΙΓΜΑ
  • ΠΙΣΤΙΣ ΣΕ ΑΝΑΣΤΑΣΙ
  • Η Αναμνηστική Ήμερα Αγαλλιάσεως
    Η Σκοπιά Αναγγέλει τη Βασιλεία του Ιεχωβά—1961
  • Το «Βιβλίον Ενθυμήσεως» του Ιεχωβά
    Η Σκοπιά Αναγγέλει τη Βασιλεία του Ιεχωβά—1954
  • Μπορείτε να Βελτιώσετε τη Μνήμη Σας!
    Ξύπνα!—2009
  • Το Θείο Δώρο της Μνήμης
    Η Σκοπιά Αναγγέλει τη Βασιλεία του Ιεχωβά—1961
Δείτε Περισσότερα
Η Σκοπιά Αναγγέλει τη Βασιλεία του Ιεχωβά—1954
w54 15/5 σ. 151-155

Η Μνήμη του Θεού

«Μη θαυμάζετε τούτο· διότι έρχεται ώρα, καθ’ ην πάντες οι εν τοις μνημείοις θέλουσιν ακούσει την φωνήν αυτού· και θέλουσιν εξέλθει.»—Ιωάν. 5:28, 29.

1. Ποιος είναι ο τελικός σκοπός του Θεού όσον αφορά το ανθρώπινο γένος, και πώς θα πραγματοποιηθή, εξαρτώμενος από τι;

Ο ΤΕΛΕΙΟΣ άνθρωπος είναι μια τελεία αντανάκλασις τον ενδόξου Δημιουργού του. Έτσι ακριβώς ήταν στην αρχή της ανθρωπίνης ζωής επάνω στη γη, και έτσι θα είναι μια φορά ακόμη όταν, υπό την διακυβέρνησι της «αγίας πόλεως, της Νέας Ιερουσαλήμ», ο Θεός θ’ ανανεώση την διαμονή του με το ανθρώπινο γένος. Τότε, όταν τα πάντα θα γίνουν νέα και ο τύπος της ζωής κάθε ατόμου θα θεραπευθή τελικά από κάθε ατέλεια, τότε πάλι όλοι όσοι θα ζουν στην ανακαινισμένη αυτή γη θ’ αντικατοπτρίζουν τελείως την ομοιότητα του Πλάστου των, όπως μια καθαρή ήσυχη δεξαμενή ύδατος αντανακλά ωραία τον βραδινό ουρανό και κάθε λεπτομέρεια από τους γύρω βράχους και τα φυλλώματα. Αυτός είναι ένας καιρός που αξίζει πολύ να τον οραματίζεται κανείς και ν’ αποβλέπη σ’ αυτόν, αλλά όλα αυτά εξαρτώνται, μεταξύ άλλων, από τη μνήμη του Θεού.—Αποκάλ. 21:2-5· 22:1-3.

2. Το να κατανοήσωμε ότι ζούμε σε μια ημέρα κρίσεως πώς πρέπει να μας επηρεάση;

2 Μην πήτε στον εαυτό σας, ‘Α ναι, αλλ’ αυτή η ημέρα είναι πολύ μακριά, και εν τω μεταξύ αισθάνομαι πως είμαι πολύ υποδουλωμένος στο σημερινό πονηρό σύστημα πραγμάτων και την επιρροή του προς τη διαφθορά.’ Ο σκοπός του άρθρου αυτού είναι να σας βοηθήση να εκτιμήσετε ότι ζούμε σε μια ημέρα κρίσεως, και ότι είναι δυνατόν και επειγόντως αναγκαίον αμέσως τώρα να φέρετε τον τύπο της ζωής σας σε συμμόρφωσι με τους νέους ουρανούς και τη νέα γη ως μέλος της κοινωνίας του Νέου Κόσμου. Η ημέρα αυτή είναι ημέρα αποφάσεως, είτε υπέρ είτε εναντίον του δικαίου, αγίου θελήματος και σκοπού του Θεού. Όπως ελέχθη στον Ιωάννην αμέσως έπειτα από την ένδοξη όρασι που αναφέραμε πιο πάνω: «Ο καιρός είναι εγγύς. Όστις αδικεί, ας αδικήση έτι· και όστις είναι μεμολυσμένος, ας μολυνθή έτι· και ο δίκαιος ας γείνη έτι δίκαιος, και ο άγιος ας γείνη έτι άγιος.»—Αποκάλ. 22:10, 11.

3. Πού βρίσκομε τη βάσι της μελέτης μας, και πώς πρέπει να εννοηθή η έκφρασις «τύπος ζωής»;

3 Λέγετε μήπως ακόμη ότι τα πράγματα είναι πάρα πολύ εναντίον σας, και είσθε περιπεπλεγμένος με τη δήλωσι ότι όλα αυτά εξαρτώνται από τη μνήμη του Θεού; Απαντώντας, και για να λάβετε την κατάλληλη προοπτική αυτού του μαθήματος και του θέματος που περιλαμβάνει, ας το πραγματευθούμε από την άποψι του αποστόλου σε όσα εξετάζει στο κεφάλαιο 11 της προς Εβραίους επιστολής. Το κεφάλαιο αυτό θα είναι πολύ γνωστό σε πολλούς από τους αναγνώστας μας ως ένας μεγαλειώδης ορισμός και υπόμνημα πίστεως. Και τέτοιο είναι, βέβαια· αλλά σ’ αυτό είναι συνυφασμένη η ίδια η ουσία του θέματός μας σχετικά με τη μνήμη του Θεού, καθώς και σχετικά με την άποψι του τύπου της ζωής μας. Ίσως πρέπει να εξηγήσωμε ευθύς αμέσως ότι με την έκφρασι «τύπος ζωής» εννοούμε απλώς το είδος του ατόμου που είσθε και το είδος της ζωής που ζήτε, σύμφωνα με το ότι διέπεσθε από ωρισμένες καθοδηγητικές αρχές, ή, όπως είναι αληθινό για πολλούς σήμερα, από μια ολική έλλειψι αρχών, συμπαρασυρόμενος απλώς προς τα κάτω με το επικρατούν ρεύμα.

4. (α) Σε ποιον εξασκούμε πίστι; (β) Ποια ανταμοιβή αναφέρεται στο κεφάλαιο 11 της προς Εβραίους επιστολής;

4 Θα παρατηρήσετε ότι στο κεφάλαιο 11 της προς Εβραίους επιστολής, ο απόστολος εισάγει κάθε άτομο που κατονομάζεται, με την έκφρασι: «Δια πίστεως . . . » Έπειτα κάνει το ίδιο σε κάθε περίπτωσι αναγραφής της αποδείξεως που μαρτυρεί την ισχυρή πίστι του ατόμου αυτού. Ναι, αλλά πίστις σε ποιον και σε τι; Αυτό είναι το ερώτημα που μας ενδιαφέρει τη στιγμή αυτή, και ο Παύλος απαντά λέγοντας ότι «ο προσερχόμενος εις τον Θεόν, πρέπει να πιστεύση, ότι είναι, και γίνεται μισθαποδότης εις τους εκζητούντας αυτόν.» (Εβρ. 11:6) Αυτό σημαίνει αναγνώρισι όχι μόνο του γεγονότος ότι υπάρχει Θεός, αλλά και ότι υπάρχει πάντοτε και ότι είναι ο Αυθύπαρκτος. (Ψαλμ. 90ός 2) Μαζί μ’ αυτό, πρέπει κανείς επίσης να πιστεύη στην υπόσχεσι μιας ανταμοιβής για κείνους που ειλικρινώς τον εκζητούν. Και, αφού ο Θεός υπάρχει αιωνίως, έπεται λογικώς ότι η απόλαυσις της ανταμοιβής θα εξακολουθήση για πάντα σ’ εκείνον που διατηρεί την εύνοια του Θεού. Ποια, λοιπόν, είναι η ανταμοιβή; Ο συγγραφεύς πραγματεύεται ευρύτερα αυτό το ζήτημα λίγο πιο κάτω στο ίδιο κεφάλαιο όταν λέγη πώς όλα εκείνα τα άτομα πίστεως έδειχναν ότι «επιθυμούσι καλητέραν [πατρίδα], τουτέστιν επουράνιον [ανήκουσαν εις τον ουρανόν, ΜΝΚ],» και ότι ο Θεός «ητοίμασε δι’ αυτούς πόλιν.» Ακόμα πιο κάτω στην ίδια επιστολή προσδιορίζει σαφώς την πόλι αυτή ως «πόλιν Θεού ζώντος [αυθυπάρκτου], την επουράνιον Ιερουσαλήμ» (Εβρ. 11:16· 12:22· βλέπε επίσης Αποκάλυψιν 21:2) Αυτό φέρνει τις διάνοιές μας κατ’ ευθείαν προς την τελική εκπλήρωσι του θείου τύπου ή υποδείγματος. Συγχρόνως συνδεόμεθα με το απώτερο παρελθόν, επειδή ο Παύλος αναφέρει τον Άβελ ως τον πρώτον από εκείνους που εξεδήλωσαν αληθινή πίστι. Σ’ αυτή ακριβώς τη σύνδεσι του απωτέρου παρελθόντος με το μακρινό μέλλον εισέρχονται οι έννοιες της μνήμης και του υποδείγματος. Οι δύο αυτές λέξεις σχετίζονται στενά και σκοπεύομε να τις εξετάσουμε σύντομα σ’ αυτό το σημείο.

ΜΝΗΜΗ

5, 6. (α) Πώς φαίνεται ότι η μνήμη είναι μια θαυμαστή ιδιότης; (β) Πώς είναι επίσης ένα πολύτιμο δώρο;

5 Τι είναι μνήμη; Μνήμη είναι η διανοητική ικανότης με την οποία διατηρούμε και ενθυμούμεθα προηγούμενες ιδέες και εντυπώσεις. Δεν χρειάζεται να ενδιαφερθούμε για το πώς λειτουργεί η μνήμη στον ανθρώπινο εγκέφαλο· πράγματι αμφιβάλλομε αν μπορή να δοθή μια επιστημονική απάντησις με κάποιο βαθμό βεβαιότητος. Ενώ πλείστοι από μας στενάζουν και βογγούν για την πενιχρότητα και την ατέλεια της μνήμης μας, όπως όταν συναντούμε κάποιον πολύ γνωστόν αλλά δεν μπορούμε να θυμηθούμε το όνομά του, ή του δίνομε εσφαλμένο όνομα, όμως δεν μπορούμε παρά να θαυμάσωμε για την καταπληκτική έκτασι και τις δυνατότητες της ειδικής αυτής ικανότητος. Είναι πράγματι συγκλονιστικό όταν σταματούμε για να σκεφθούμε τι κατορθώνει η ανθρώπινη διάνοια από αυτή την άποψι, μολονότι είναι τόσο ατελής. Παραδείγματος χάριν, ένας προικισμένος μουσικός που χρησιμοποιεί τη διάνοια του, μαζί με άλλες ικανότητες, μπορεί να καθήση στο πιάνο και να παίζη επί ώρες, ενθυμούμενος και αναπαράγοντας με ακρίβεια την πιο περίπλοκη μουσική σε όλες τις αρμονίες της. Αν συλλογισθούμε, φαίνεται ότι, όταν ο άνθρωπος αποκατασταθή στην τελειότητα, θα απολαμβάνη απεριορίστως την ικανότητα να ενθυμήται τελείως κάθε τι που επιθυμεί και αποφασίζει να ενθυμηθή. Αντιθέτως, θα μπορή εσκεμμένως να λησμονή κάθε τι που επιθυμεί να θέση έξω από τη διάνοια του. Ο τέλειος άνθρωπος δεν θα χρειάζεται ποτέ να πη είτε ‘Ω, θα ήθελα να μπορέσω να θυμηθώ’ είτε ‘Θα ήθελα να μπορέσω να λησμονήσω’. Και η επιθυμία όλων μας είναι να έλθη γρήγορα αυτή η ημέρα.

6 Εκτός του ότι είναι ένα θαυμάσιο δώρο, η μνήμη είναι επίσης ένα πολύτιμο δώρο, αρκεί, βέβαια, να έχωμε πολύτιμα πράγματα να θυμηθούμε. Ακόμη και υπό τις σημερινές συνθήκες, απολαμβάνομε την πιο έντονη ευχαρίστησι και ευφραινόμεθα καθώς, με τη βοήθεια της μνήμης, ξαναφέρνομε στο νου και ξαναζούμε πάλι μια ιδιαίτερα ευτυχισμένη πείρα. Ίσως είναι μια μακρινή ενθύμησις όταν βρίσκωμε κάποιον με τον οποίον για πρώτη φορά εδοκιμάσαμε όλη τη βαθιά εδραιωμένη χαρά που μπορεί να φέρη η αληθινή φιλία. Πολλοί από τους αναγνώστας μας, επίσης, θα ενθυμούνται έντονα το τι εσήμαινε γι’ αυτούς όταν για πρώτη φορά διεπίστωσαν ότι είχαν έλθει σε ορθή κατανόησι του θαυμαστού σκοπού του Ιεχωβά και της φιλάγαθης προμηθείας του. Ναι, τέτοιες αναμνήσεις είναι και ισχυρές και τρυφερές, συγκινώντας μας ως αυτό το βάθος της καρδιάς μας και της διανοίας μας με την ασυνήθη τους έκκλησι, φέρνοντας ένα ευτυχισμένο χαμόγελο στα χείλη μας ή ίσως ένα απρόσκλητο δάκρυ στα μάτια μας. Ας εκτιμήσωμε με κάθε τρόπο πλήρως και ας χρησιμοποιήσωμε σοφά το στοργικό αυτό δώρο ενός φιλαγάθου Δημιουργού.

7. Πού βρίσκομε τον καλύτερον οδηγό όσον αφορά τον σκοπόν του Θεού και ο οποίος μας δίδει μια ενόρασι τίνος;

7 Αλλά τι θα πούμε για τη μνήμη του Θεού; Θα ήταν αλαζονικό για ανθρώπινα πλάσματα να εξετάσουν τη διάνοια του Δημιουργού, πώς αυτή λειτουργεί και ποιες είναι οι λειτουργίες της και οι ικανότητές της, εκτός αν ο Δημιουργός ο ίδιος ευαρεστήται να δώση τέτοιες πληροφορίες στον άνθρωπο. Το έκαμε αυτό; Το έκαμε, πράγματι. Ακόμη και τα ορατά έργα της δημιουργίας πιστοποιούν εύγλωττα μια δημιουργική διάνοια απείρου ικανότητος και σοφίας, διότι ο απόστολος λέγει, «τα αόρατα αυτού βλέπονται φανερώς από κτίσεως κόσμου νοούμενα δια των ποιημάτων, η τε αΐδιος αυτού δύναμις και η θειότης.» (Ρωμ. 1:20) Αλλά μέσα στον γραπτό του Λόγο και μέσω αυτού ευηρεστήθη ο Θεός να δώση μια πληρέστερη αποκάλυψι του σκοπού του όσον αφορά την ανθρώπινη οικογένεια, και, παρεμπιπτόντως, να μας δώση μια ενόρασι του πώς λειτουργεί η διάνοιά του. Πρώτον, στην αφήγησι της δημιουργίας του ανθρώπου διαβάζομε ότι ο Θεός είπε: «Ας κάμωμεν άνθρωπον κατ’ εικόνα ημών, καθ’ ομοίωσιν ημών.» (Γεν. 1:26) Αυτό βέβαια περιλαμβάνει μια ομοιότητα σε διανοητικές ικανότητες και μεθόδους συλλογισμού και μνήμης. Πράγματι, η πρώτη συνομιλία που ανεγράφη στη Βίβλο περιελάμβανε μια δοκιμή της μνήμης. Ο όφις είπε στην Εύα: «Τω όντι είπεν ο Θεός . . . ;» Και η Εύα με την απάντησί της έδειξε ότι ενεθυμείτο και κατανοούσε και μπορούσε να επαναλάβη τελείως εκείνο που ο Θεός είχε πει.—Γεν. 3:1-3.

8. Τι αποκαλύπτει η Γραφή σχετικά με τη μνήμη του Θεού όπως αυτή σχετίζεται με τον σκοπό του;

8 Τώρα ας πραγματευθούμε αυτό το ζήτημα που αφορά τη μνήμη του Θεού από την άποψι των πραγμάτων εκείνων που εξετάζονται στο ενδέκατο κεφάλαιο της προς Εβραίους επιστολής. Εκεί, ενθυμούμεθα, ο Παύλος, υποβάλλοντας τον μακρόν κατάλογον ανδρών και γυναικών πίστεως, μιλεί για την ανταμοιβή στην οποία όλοι εξήσκησαν πίστι από κοινού. Η ανταμοιβή αυτή συνεκεντρούτο σε μια πόλι ουρανίας προελεύσεως. Αλλά ελέχθη στον Άβελ, τον πρώτον άνδρα πίστεως, κάτι για μια πόλι; Όχι, αλλά στην εποχή του Άβελ ο Θεός είχε ήδη δώσει την αρχική του υπόσχεσι, όχι για μια πόλι, αλλά για ένα σπέρμα της γυναικός που θα συνέτριβε τελικά την κεφαλή του όφεως. (Γεν. 3:15· Ρωμ. 16:20) Από μια μελέτη του θέματος αυτού στις Γραφές, τίποτε δεν προκύπτει σαφέστερο από το γεγονός ότι ο Θεός κρατεί πάντοτε στο νου την αρχική εκείνη υπόσχεσι. Όχι μόνο αυτό, αλλά εγνώρισε και καθώρισε ακριβώς πώς θα εξετελείτο η επαγγελία αυτή τελικά, επειδή ο ίδιος διακηρύττει: «Εγώ είμαι ο Θεός, και ουδείς όμοιός μου· όστις απ’ αρχής αναγγέλλω το τέλος, . . . [και] λέγων, Η βουλή μου θέλει σταθή, και θέλω εκτελέσει άπαν το θέλημά μου.» (Ησ. 46:9, 10) Η μεγαλειώδης αυτή δήλωσις δείχνει ότι η μνήμη του Θεού δεν λειτουργεί ποτέ μ’ ένα τυχαίο τρόπο, όπως συμβαίνει συχνά στην περίπτωσί μας, όταν κάτι συμβαίνη για να επιταχύνη τη μνήμη μας μόνο λόγω κάποιου στενά συνδεδεμένου πράγματος που έρχεται υπό την προσοχή μας. Αντίθετα, όταν αναφέρεται ότι ο Θεός εγνώρισε και καθώρισε το τέλος από την αρχή, αυτό σημαίνει ότι πάντοτε το ενθυμείται και εξασκεί μια συνεχή και εσκεμμένη ανάμνησι τούτου. Σημαίνει επίσης και κάτι άλλο. Σημαίνει ότι αυτός είναι ένας Θεός σκοπών και προθέσεων. Εδώ ακριβώς εισέρχεται η άλλη μας λέξις για την οποίαν ενδιαφερόμεθα, δηλαδή, «υπόδειγμα».

ΥΠΟΔΕΙΓΜΑ

9. Πώς χρησιμοποιείται η λέξις «υπόδειγμα» στη Γραφή, και σχετισμένη με ποια άλλη λέξι;

9 Υπόδειγμα είναι κάτι που διαμορφώνεται ή σχεδιάζεται για να χρησιμεύση ως οδηγός ή πρότυπον προς αντιγραφήν. Είναι όμοιο σε σημασία με τη λέξι «τύπος», η οποία σημαίνει μια εικόνα ή παράστασι μελλόντων πραγμάτων. Η λέξις «υπόδειγμα» συναντάται μερικές φορές μέσα στις Γραφές. Ένα καλό παράδειγμα της χρήσεώς της βρίσκεται στο κεφάλαιο 8 της προς Εβραίους επιστολής, όπου ο απόστολος, μιλώντας για τους Ισραηλίτες ιερείς και τις διατάξεις της σκηνής, λέγει: «Οίτινες λειτουργούσιν εις υπόδειγμα και σκιάν των επουρανίων, καθώς ελαλήθη προς τον Μωυσήν, ότε έμελλε να κατασκευάση την σκηνήν· διότι “Πρόσεχε,” λέγει, “να κάμης πάντα κατά τον τύπον τον δειχθέντα εις σε εν τω όρει”.» (Εβρ. 8:5) Κατόπιν ο Παύλος προχωρεί για να εξηγήση την εκπλήρωσι του υποδείγματος, ή τύπου, δείχνοντας τη στενή αντιστοιχία, αλλά, συγχρόνως, δείχνοντας πώς η εκπλήρωσις είναι πολύ καλύτερη και μεγαλύτερη. Σχεδόν ολόκληρη η προς Εβραίους επιστολή βασίζεται σ’ ένα τέτοιου είδους επιχείρημα.

10. (α) Τι υπονοεί πάντοτε ένα υπόδειγμα; (β) Πώς αυτό εφαρμόζεται στο θέμα της μελέτης μας;

10 Προσέξτε, παρακαλούμε, τούτο, ότι οποτεδήποτε μιλούμε για ένα «υπόδειγμα», ή τύπον, είναι πάντοτε συνδεδεμένη μαζί του η σκέψις για ένα ειδικό σκοπό, ή σχέδιο. Στην πρώτη περίπτωσι, το ίδιο το υπόδειγμα δεν γίνεται κατά τύχην, αλλά μ’ ένα καθωρισμένο σκοπό υπ’ όψιν. Κατόπιν, σε κάθε βήμα τού δρόμου και σε κάθε πορεία ενεργείας που περιλαμβάνεται και που αποβλέπει στην τελική επίτευξι του επιθυμητού αυτού σκοπού, πρέπει να υπάρχη αυστηρή συμμόρφωσις με το αρχικό υπόδειγμα. Προσθήκες και διευρύνσεις μπορεί να επιφέρωνται, αλλά όλες πρέπει να είναι σε αρμονία με το αρχικό υπόδειγμα και τον σκοπό που συνδέεται μαζί του. Ιδέτε πόσο αληθινό είναι αυτό σχετικά με τα πράγματα εκείνα που μόλις εξετάσαμε. Σ’ αυτή την περίπτωσι, το αρχικό υπόδειγμα δεν είναι κάποιο απτό, υλικό πράγμα, αλλά ήταν ένας λόγος επαγγελίας που εδόθη στην Εδέμ, της επαγγελίας για ένα σπέρμα. Αυτή ήταν η μόνη επαγγελία που ο Άβελ είχε ως θεμέλιο για πίστι, και όμως ήταν αρκετή. Και αφού κάθε πρόσθετη επαγγελία που εδόθη από τον Θεό ήταν μια αρμονική ανάπτυξις της πρώτης εκείνης, ο Παύλος μπορούσε και εδικαιολογείτο να συνδέση σε μια συνεχή αλυσίδα όλους εκείνους που μνημονεύονται στο κεφάλαιο 11 της προς Εβραίους επιστολής, σαν ανθρώπους που είχαν την ίδια πίστι στον ένα αληθινό Θεό, ο οποίος υπάρχει πάντοτε, και στη μεγαλειώδη εκείνη ανταμοιβή που αυτός υποσχέθηκε ότι θα δοθή κατά την πλήρη εκπλήρωσι της αρχικής εκείνης επαγγελίας. Είναι αλήθεια ότι το πρόσθετο θέμα μιας «πόλεως» παρενετέθη στο υπόδειγμα καθώς προχωρούσε ο καιρός, αλλά η αρμονία φαίνεται εύκολα, επειδή ο Βασιλεύς της πόλεως αυτής, που συμβολίζει την άρχουσα οργάνωσι και κυβέρνησι του Θεού, δεν είναι κανείς άλλος από το υποσχεμένο «σπέρμα», τον Υιόν που γεννά η «γυνή» του Θεού, τον Βασιλέα Ιησούν Χριστόν.

11. Πώς οι Χριστιανοί συνδέονται στενά μ’ εκείνους που αναγράφονται στο κεφάλαιο 11 της προς Εβραίους επιστολής;

11 Παρατηρήστε επίσης ότι η συνεχής αυτή αλυσίδα δεν τελειώνει μ’ εκείνους τους ανθρώπους πίστεως που έζησαν και πέθαναν πριν έλθη ο Χριστός, αλλά συνδέεται και μ’ εκείνους που ακολουθούν μετά τον Χριστό, με τον Χριστό τον ίδιο ως το κέντρον και τον άξονα της όλης ομάδος μαρτύρων. Από τούτο ακριβώς κατανοούμε, όπως αναφέρθηκε πιο πάνω, πώς η μελέτη αυτή μας βοηθεί να εκτιμήσωμε την ανάγκη, σ’ αυτή την ημέρα της αποφάσεως, να συμμορφώσωμε τη ζωή μας σύμφωνα με το ορθό παράδειγμα, «αποβλέποντες εις τον Ιησούν τον αρχηγόν και τελειωτήν της πίστεως» εκτός από όλη την ενθάρρυνσι και τη νουθεσία που προέρχεται από την αλυσίδα αυτή και το «νέφος μαρτύρων» που μας περικυκλώνει. (Εβρ. 12:1, 2) Ναι, πρέπει να έχωμε την ίδια πίστι που είχαν και αυτοί, να την καταδείξωμε με τον ίδιο τρόπο και ν’ αποβλέπωμε στην ίδια πόλι. Όπως ο Αβραάμ ο Ισαάκ και ο Ιακώβ, πρέπει ν’ αποδείξωμε ότι είμεθα «ξένοι και παρεπίδημοι» μέσα σ’ αυτό το παρόν πονηρό σύστημα πραγμάτων και την επιρροή του προς τη διαφθορά, «διότι δεν έχομεν εδώ πόλιν διαμένουσαν, αλλά την μέλλουσαν επιζητούμεν.»—Εβρ. 11:13· 13:14.

12, 13. (α) Πώς η μνήμη του Θεού και το υπόδειγμα του σκοπού του σχετίζονται με το όνομά του και τον Λόγον του; (β) Το επιχείρημα του Παύλου ενισχύει την πίστι από μια μόνον άποψι;

12 Έως εδώ, λοιπόν, έχομε ιδεί πώς η εξέτασις του θέματος της πίστεως από τον Παύλο εξαίρει και την αλάθητη μνήμη του Θεού και το συνεπές υπόδειγμα του σκοπού του, που αυτός το έχει πάντοτε υπ’ όψιν. Πράγματι, το ίδιο του το όνομα και ο Λόγος του ισχυρά τονίζουν και τα δύο αυτά πράγματα. Το όνομά Του, Ιεχωβά, δίδει το αρχικό θεμέλιο πίστεως στην εκπλήρωσι του θείου υποδείγματος χωρίς παρέκκλισι, όπως ο ίδιος διακηρύττει: «Διότι εγώ είμαι ο Ιεχωβά· δεν αλλοιούμαι.» Αυτός ενθυμείται πάντοτε τις διαθήκες του. Ο Λόγος του, επίσης, αποκαλύπτει ένα Συγγραφέα ο οποίος γνωρίζει πώς να αναλαμβάνη το ένα νήμα μετά το άλλο, το ένα θέμα μετά το άλλο, υφαίνοντάς τα σ’ ένα ένδοξο και αρμονικό υπόδειγμα, απλό στο περίγραμμά του, πολύπλοκο στη συνυφασμένη του λεπτομέρεια.—Μαλαχ. 3:6· Γέν. 9:15, 16· Λευιτ. 26:42, 45· Ιεζ. 16:60, ΑΣ.

13 Αλλά το επιχείρημα του Παύλου δεν προμηθεύει μόνο ένα μεγαλειώδες θεμέλιο πίστεως στη μνήμη του Θεού σχετικά με τον σκοπό του. Προμηθεύει μια ισχυρή βάσι πίστεως σε κάτι άλλο επίσης. Ποιο είναι αυτό;

ΠΙΣΤΙΣ ΣΕ ΑΝΑΣΤΑΣΙ

14. (α) Έδειξε μήπως ο Ιησούς ότι η πίστις σε ανάστασι απαιτούσε πραγματική πίστι; (β) Πώς η διδαχή του «Χριστιανισμού» διαφθείρει αυτή τη διδασκαλία;

14 Όταν ο Ιησούς έκαμε τη μεγάλη του δήλωσι ότι «πάντες οι εν τοις μνημείοις θέλουσιν ακούσει την φωνήν αυτού· και θέλουσιν εξέλθει», την επρολόγισε, όχι χωρίς αιτία, με τα λόγια: «Μη θαυμάζετε τούτο.» (Ιωάν. 5:28, 29) Κατανοούσε καλά ότι πεποίθησις σε ανάστασι όπως διδάσκεται στις Γραφές αποτελούσε μία από τις πιο διερευνητικές δοκιμές της πίστεως. Βέβαια, ο τρόπος με τον οποίον ο «Χριστιανισμός» εν γένει εξηγεί τη διδασκαλία της αναστάσεως, σε μεγάλο βαθμό αποκλείει την ανάγκη πραγματικής πίστεως, πράγμα που εξηγεί αναμφιβόλως γιατί οι διδασκαλίες του είναι πιο ευπρόσδεκτες στις μάζες από την αλήθεια της Γραφής. Η αποδοχή της γενικής διδασκαλίας ότι ο άνθρωπος κατέχει μια αθάνατη ψυχή, τον πραγματικό εαυτό του, και ότι ο θάνατος δεν σημαίνει παύσιν της ζωής ή αποκοπή απ’ αυτήν, αλλά είναι μάλλον η θύρα που οδηγεί σε πληρέστερη ζωή, αλλοιώνει τη σημασία μιας αναστάσεως και την μεταβάλλει σε απλή ένωσι σώματος και ψυχής. Δεν είναι ο σκοπός μας σ’ αυτή τη μελέτη να υποβάλωμε Γραφική απόδειξι για να καταρρίψωμε τις ψευδείς διδασκαλίες του «Χριστιανισμού» σ’ αυτό το θέμα, διότι το ζήτημα αυτό έχει προηγουμένως καλυφθή επαρκώς στις σελίδες του περιοδικού αυτού, καθώς και στις άλλες δημοσιεύσεις της Εταιρίας Σκοπιά. Μάλλον, ο σκοπός μας είναι να ενισχύσωμε την πίστι σε ανάστασι με μια καλύτερη κατανόησι και εκτίμησι της μνήμης του Θεού, και έπειτα να ιδούμε πώς αυτό επηρεάζει ζωτικά τον τύπον της ζωής μας.

15. Τι δείχνουν τα συμφραζόμενα του Ιωάννης 5:28, 29 και ποια είναι η αντίθεσις μεταξύ των μνημείων και της Γεέννης:

15 Ότι ο ίδιος ο Ιησούς είχε απεριόριστη πίστι στην ανάστασι είναι πέρα από κάθε αμφιβολία. Αυτό δεν ωφείλετο σε κάτι που προέκυπτε από τη δική του πρωτοβουλία, αλλ’ ανεγνώριζε ότι όλη η τιμή ωφείλετο στον ουράνιο Πατέρα του, περιλαμβανομένης και της εξουσίας και δυνάμεως να εγείρη από τους νεκρούς, προκαλώντας έτσι ένα στήσιμο ή μια έγερσι πάλι σε ζωή, που είναι και η πραγματική σημασία της λέξεως «ανάστασις». Αυτό δείχνεται καθαρά από την ανάγνωσι του Ιωάννης 5:19-27. Κατόπιν έρχεται το αποκορύφωμα στα εδάφια 28 και 29. Προσέξτε ότι εκεί αναφέρονται ειδικά τα «μνημεία». Αυτό είναι σε άμεση αντίθεσι με τον άλλο τόπο, τη «Γέεννα», όπου ερρίπτοντο ενίοτε τα νεκρά σώματα θανατωμένων εγκληματιών, επειδή αυτοί εθεωρούντο πάρα πολύ φαύλοι για να έχουν ανάστασι από τους νεκρούς και επομένως να έχουν έντιμη ταφή και μνημείον.

16. (α) Πώς ο Ιησούς εξεδήλωσε συμφωνία με τον Εκκλησιαστήν 9:5, 10; (β) Πώς εδικαιώθη η δήλωσίς του εις Ιωάννην 11:25;

16 Το γεγονός ότι ο Ιησούς εχρησιμοποίησε τον όρον «μνημείον» έδειχνε ότι ήταν σε πλήρη συμφωνία με τη θεόπνευστη δήλωσι του Εκκλησιαστού 9:5, 10 (ΑΣ) που λέγει: «Διότι οι ζώντες γνωρίζουσιν ότι θέλουσιν αποθάνει’ αλλ’ οι νεκροί δεν γνωρίζουσιν ουδέν, . . . διότι δεν είναι πράξις, ούτε λογισμός, ούτε γνώσις, ούτε σοφία, εν τω Σιεόλ όπου υπάγεις.» Ναι, ο Σιεόλ είναι ο κοινός τάφος του ανθρωπίνου γένους, στον οποίον οι άνθρωποι πηγαίνουν κατά το τέλος της επιγείου πορείας των. Αλλ’ ο Ιησούς είχε τέτοια εμπιστοσύνη στη δύναμι και ικανότητα του ουρανίου Πατρός του να κρατή στη μνήμη του τόσους από τους ανθρώπους όσους εξέλεξε, ώστε εσκεμμένως εχρησιμοποίησε τη λέξι «μνημεία», που ήταν σε κοινή χρήσι στην εποχή του. Όπως απεδείχθη αργότερα με την πιο πειστική απόδειξι, ο Ιησούς έδειξε ότι ήταν δικαιολογημένος λέγοντας: «Εγώ είμαι η ανάστασις και η ζωή,» όταν, με τη δύναμι του Θεού, ήγειρε τον Λάζαρον από τους νεκρούς, τον οποίον είχε βρη «τέσσαρας ημέρας έχοντα ήδη εν τω μνημείω.» Σημειώστε τις δύο αιτίες για τις οποίες ο Ιησούς εχάρη που δεν ήταν εκεί εγκαίρως για να θεραπεύση τον φίλο του από την ασθένειά του προτού συμβή πραγματικά ο θάνατος. Η πρώτη αίτια ήταν ότι αυτό ήταν «υπέρ της δόξης του Θεού, δια να δοξασθή ο Υιός του Θεού δι’ αυτής.» Η δεύτερη αιτία που αναφέρθηκε ήταν «δια να πιστεύσητε.» Ασφαλώς υπάρχει κάθε αιτία για να έχωμε ισχυρή πίστι στην ανάστασι.—Ιωάν. 11:4, 15, 17, 25.

17. Με ποια έκφρασι ο Ιώβ εξεδήλωσε πίστι στην ανάστασι;

17 Ότι μια τέτοια πίστις στην ικανότητα του Θεού να κρατή στη μνήμη του εκείνους που είχαν πεθάνει δεν ήταν κάτι νέο στην εποχή του Ιησού, δείχνεται σαφώς από το αρχαίο υπόμνημα όσον αφορά τον Ιώβ. Τι μεγαλειώδη λόγια πίστεως εξέφρασε αυτός, όπως αναγράφεται εις Ιώβ 14:13 (ΑΣ): «Είθε να με έκρυπτες εις τον Σιεόλ, να με εσκέπαζες εωσού παρέλθη η οργή σου, να προσδιώριζες εις εμέ προθεσμίαν, και τότε να με ενθυμηθής!»

18. Ποια είναι η Γραφική απάντησις στο αν όλοι οι νεκροί διατηρούνται στη μνήμη του Θεού;

18 Όπως ήδη έγινε υπαινιγμός, ο Θεός δεν σκοπεύει να διατηρήση στη μνήμη του όλους όσοι πέθαναν, χωρίς εξαίρεσι. Όπως σκοπίμως ενθυμείται μερικούς, μπορεί επίσης να λησμονήση και εσκεμμένως λησμονεί άλλους. Ο Λόγος του Θεού μάς λέγει πώς αυτός καθορίζει το ζήτημα. «Η μνήμη του δικαίου είναι μετ’ ευλογίας· το δε όνομα των ασεβών σήπεται.»—Παροιμ. 10:7.

19. Πώς ο Παύλος υπεστήριξε την πίστι σε ανάστασι, ιδιαίτερα στο κεφάλαιο 11 της προς Εβραίους επιστολής;

19 Ότι ο απόστολος Παύλος είχε επίσης μια απεριόριστη πίστι στην ανάστασι των νεκρών είναι ομοίως αναμφισβήτητο. Και αυτός επίσης εγνώριζε ότι η διδασκαλία αυτή ήταν μια διερευνητική δοκιμή της πίστεως, όπως δείχνεται, παραδείγματος χάριν, από την πείρα του στας Αθήνας. (Πράξ. 17:31, 32) Στα συγγράμματά του το θέμα αυτό λαμβάνει εξέχουσα θέσι, όπως, παραδείγματος χάριν, στο ισχυρό εκείνο επιχείρημα που περιέχεται στο πολύ γνωστό κεφάλαιο 15 της πρώτης προς Κορινθίους επιστολής. Πάλιν, εις Ρωμαίους 4:16-25, εξετάζοντας την πίστι του πατρός Αβραάμ δείχνει πόσο σπουδαίο είναι να έχη κανείς πίστι στον Θεό, ‘τον ζωοποιούντα τους νεκρούς, και καλούντα τα μη όντα ως όντα’. Αλλά ενδιαφερόμεθα ιδιαίτερα για το θέμα της πίστεως του αποστόλου και τη σχέσι του με την ανάστασι όπως το πραγματεύεται αυτός στην προς Εβραίους επιστολή, κεφάλαιο 11. Εδώ πάλιν αναφέρει το παράδειγμα του Αβραάμ και της Σάρρας, πρώτον όσον αφορά την πίστι των στη δύναμι του Θεού να παραγάγη ένα υποσχεμένο σπέρμα, έστω και αν ήσαν και οι δύο των ‘ως νεκροί’ καθ’ όσον αφορά οποιαδήποτε ανθρώπινη προοπτική προς αυτή την κατεύθυνσι. Κατόπιν, περιλαμβάνοντας όλους όσοι μνημονεύονται σ’ αυτό το κεφάλαιο, λέγει, «Εν πίστει απέθανον ούτοι πάντες,» και τελικά εξηγεί ότι αυτοί «δεν απήλαυσαν την επαγγελίαν· διότι ο Θεός προέβλεψε καλήτερόν τι περί ημών [των Χριστιανών], δια να μη λάβωσι την τελειότητα χωρίς ημών.» (Εβρ. 11:12, 13, 39, 40) Είναι, επομένως, αναπόφευκτο το συμπέρασμα ότι για να απολαύσουν αυτοί την εκπλήρωσι εκείνου που είναι υποσχεμένο και που τους αναμένει σ’ αυτήν την πόλι που ετοιμάσθηκε γι’ αυτούς, πρέπει κατ’ ανάγκην να υπάρχη ανάστασις νεκρών.

20. Γιατί δεν πρέπει καθόλου να θαυμάζωμε όσον αφορά την ανάστασι των νεκρών;

20 Θαυμάζετε γι’ αυτό; Ασφαλώς δεν υπάρχει τίποτε το παράλογο ή το εξεζητημένο γύρω από μια τέτοια δυνατότητα. Δεν είναι μια ασυνήθιστη πείρα για κάποιον προχωρημένον στα χρόνια ν’ ακούση να αναφέρεται ένα όνομα που δεν το έχει ακούσει από τον καιρό ίσως που πήγαινε στο σχολείο. Αμέσως μπορεί να το θυμηθή το πρόσωπο αυτό και, ας πούμε, να το αναπλάση στο μάτι της διανοίας του, το πώς εσυνήθιζε να ντύνεται, την έκφρασι του προσώπου του και πλήθος άλλα χαρακτηριστικά και περιστατικά. Πάλιν, σκεφθήτε τον μουσικό που μπορεί να θυμηθή και με ακρίβεια να αναπαραγάγη, όχι μόνο ένα μουσικό τεμάχιο με όλες τις νότες του, αλλά πολλά και διάφορα τέτοια τεμάχια. Εύκολα, λοιπόν, παραδεχόμεθα ότι ένας απλός άνθρωπος, με τους πολλούς του περιορισμούς και τις ατέλειες, έχει θαυμαστές ικανότητες στην περιοχή της μνήμης του. Γιατί, λοιπόν, να σκεφθούμε ότι ο παντοδύναμος και άπειρος Δημιουργός, Εκείνος που έκαμε τη διάνοια του ανθρώπου και γνωρίζει ακριβώς πώς αυτή λειτουργεί, δεν έχει τη δύναμι να καλέση πάλι από τα μνημεία και να αναδημιουργήση όλους εκείνους που εκράτησε στη μνήμη του, περιλαμβανομένων μάλιστα και όλων των χαρακτηριστικών και διανοητικών εντυπώσεων που πρόκειται ν’ αποτελέσουν κάθε άτομο; Όπως κατάλληλα ερώτησε κάποτε ο Παύλος: «Τι, απίστευτον κρίνεται εις εσάς, ότι ο Θεός ανιστά νεκρούς Υπάρχει μία μόνο απάντησις. «Μη θαυμάζετε τούτο.»—Πράξ. 26:8· Ιωάν. 5:28.

    Ελληνικές Εκδόσεις (1950–2025)
    Αποσύνδεση
    Σύνδεση
    • Ελληνική
    • Κοινή Χρήση
    • Προτιμήσεις
    • Copyright © 2025 Watch Tower Bible and Tract Society of Pennsylvania
    • Όροι Χρήσης
    • Πολιτική Απορρήτου
    • Ρυθμίσεις Απορρήτου
    • JW.ORG
    • Σύνδεση
    Κοινή Χρήση