Βρίσκοντας Χαρά στην Υπηρεσία του Θεού
Αφήγησις υπό Π. Δ. Υδραίου
ΟΙ ΓΟΝΕΙΣ μου είναι Έλληνες. Εγώ ο ίδιος γεννήθηκα στη Σμύρνη της Μικράς Ασίας, στις αρχές του εικοστού αιώνος. Λίγο μετά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, ο τόπος της γεννήσεώς μου έγινε πεδίον μάχης μεταξύ Ελλήνων και Τούρκων. Πολλές χιλιάδες λαού συνελήφθησαν αιχμάλωτοι από τους Τούρκους, ήμουν δε κι εγώ μεταξύ αυτών—αιχμάλωτος των Τούρκων ενώ ήμουν ακόμη κάτω των είκοσι ετών.
Δραματικές ήσαν οι μέρες εκείνες. Ήγειραν πολλές απορίες στη διάνοιά μου. Επρόκειτο, άρα γε, να δαπανήσω όλη μου τη ζωή σ’ αιχμαλωσία; Η ζωή μου μόλις είχε αρχίσει! Επί πόσον καιρό θα μπορούσα να υπομείνω αυτή την ταλαιπωρία; Αυτές οι σκέψεις εβασάνιζαν τον νου μου μέρα-νύχτα. Η μόνη παρηγοριά μου ήταν μια μικρή «Καινή Διαθήκη», την οποία εδιάβαζα συνεχώς, χωρίς να καταλαβαίνω και πολλά πράγματα.
Στη διάρκεια της αιχμαλωσίας μου προσευχόμουν στον Θεό να μ’ απελευθερώση. Του υποσχέθηκα ότι, αν με ελευθέρωνε, θ’ αφιέρωνα το υπόλοιπο της ζωής μου αποκλειστικά στην υπηρεσία του.
Καθ’ όσον η αιχμαλωσία μου συνεχίζετο χωρίς καμμιά προφανή ελπίδα απελευθερώσεως, κατηύθυνα τις μελέτες μου κυρίως στο Γραφικό βιβλίο της Αποκαλύψεως. Ενδιαφέρθηκα ειδικά για ό,τι είχε λεχθή στον άγγελο της εκκλησίας των Σμυρναίων. Ανέγνωσα το εδάφιο της Αποκαλύψεως 2:10, που λέγει: «Μη φοβού μηδέν εκ των όσα μέλλεις να πάθης· ιδού, ο διάβολος μέλλει να βάλη τινάς εξ υμών εις φυλακήν, δια να δοκιμασθήτε· και θέλετε έχει θλίψιν δέκα ημερών.» Αλλά μετρώντας τις μέρες, με λύπη διεπίστωνα ότι η φυλάκισις και η θλίψις συνεχίζοντο, μολονότι οι ‘δέκα ημέρες’ προ πολλού είχαν περάσει! Πραγματικά, εφήρμοζα κακώς αυτό το εδάφιο στην Ελληνική Ορθόδοξο Εκκλησία της συγχρόνου Σμύρνης και στις δικές μου σχετικές πείρες. Εν τούτοις, με τη μεσολάβησι μιας Αμερικανικής οργανώσεως, αργότερα αφέθηκα ελεύθερος, μαζί με άλλους Έλληνας κάτω των δεκαοκτώ ετών ηλικίας, και διαπεραιώθηκα στο νησί της Χίου που βρισκόταν απέναντι.
Στη Χίο ήταν, που ο στοργικός Θεός του σύμπαντος μου έδωσε την ευκαιρία να δείξω αν η υπόσχεσις που είχα κάμει κάτω από την πίεσι της αιχμαλωσίας ήταν ειλικρινής ή όχι. Ιδού πώς παρουσιάσθη η ευκαιρία:
Ένας συμμαθητής μου αλληλογραφούσε μ’ ένα θείο του «Σπουδαστή των Γραφών» στην Αμερική, ονόματι Γεώργιον Γάγκαν, ο οποίος ίσαμε σήμερα είναι ένας δραστήριος μάρτυς του Ιεχωβά, που έχει υπηρετήσει επί τριάντα πέντε χρόνια στο Μπέθελ του Μπρούκλυν της Εταιρίας Σκοπιά. Ό,τι έγραφε ο «θείος» Γάγκας στον συμμαθητή μου και οποιαδήποτε βιβλία και βιβλιάρια του έστελλε, διεβιβάζοντο γρήγορα σ’ εμένα. Αυτά να έντυπα με τον καιρό με έπεισαν ότι όσα ήσαν γραμμένα εκεί μέσα κατηύθυναν στην αληθινή λατρεία και στην αιώνια ζωή.
Ύστερ’ από πολλές συζητήσεις παραδέχθηκα ότι αυτά που ελέγοντο μέσα στα βιβλία και βιβλιάρια ήταν η αλήθεια. Διέγνωσα ότι ο Ιεχωβά Θεός μού παρέσχε μια ευκαιρία ν’ αποδείξω την ειλικρίνεια της υποσχέσεώς μου σ’ αυτόν. Πόσο απελάμβανα τη μάθησι! Κατεβρόχθισα τους τόμους των Γραφικών Μελετών του Πάστορος Ρώσσελ και τα πρώτα συγγράμματα του Δικαστού Ρόδερφορδ. Ιδιαίτερα απελάμβανα μελετώντας το βιβλίο Η Κιθάρα του Θεού. Επίσης τότε εύρισκα μεγάλη ευχαρίστησι στην εκμάθησι της Αγγλικής.
ΥΠΗΡΕΣΙΑ-ΒΑΠΤΙΣΜΑ
Σε λίγο εσχηματίσθη μια μικρή ομάς Γραφικής μελέτης στη νήσο Χίο. Κατόπιν ήλθαμε σ’ επαφή με το τμήμα της Εταιρίας Σκοπιά στας Αθήνας. Δεν πέρασε πολύς καιρός και αρχίσαμε τη διακονία, διακηρύττοντας τ’ αγαθά νέα της βασιλείας του Θεού, αλλ’ αυτό κυρίως εγίνετο με τη διανομή φυλλαδίων. Τότε ήταν που άρχισε να εκδηλώνεται και εναντίωσις. Τίποτα, βέβαια, δεν μπορούσε να δεσμεύση τον λόγον του Θεού. Η Εταιρία Σκοπιά, μέσω του τοπικού της τμήματος στας Αθήνας, μας παρέσχε κάθε δυνατή βοήθεια για να προωθήσωμε τ’ αγαθά νέα και να εκπληρώσωμε τη διακονία μας. Ευλογηθήκαμε μάλιστα κι από τις επισκέψεις ειδικών εκπροσώπων της Εταιρίας. Πόσο αναψυκτικές ήσαν εκείνες οι συναναστροφές στα πρώτα μου εκείνα χρόνια, με την εκμάθησι και τη διάδοσι του Θείου λόγου της αληθείας!
Όλα αυτά ήσαν μόλις η αρχή. Το να υπηρετώ τον Θεό μ’ εγέμισε από γνήσια χαρά. Στις αρχές του Μαΐου του 1925, είχαμε την πρώτη μας εθνική συνέλευσι στας Αθήνας. Αύτη απετέλεσε ζωτικό σταθμό στη ζωή μου, επειδή τότε είχα το προνόμιο να συμβολίσω την αφιέρωσί μου στον Ιεχωβά με το εν ύδατι βάπτισμα. Απ’ εκείνο το έτος εταυτίσθηκα με την «τάξι» Αθηνών, όπου εξακολούθησα να υπηρετώ τον Θεό και ν’ απολαμβάνω την πλούσια ευλογία του.
ΣΤΟ ΠΑΡΙΣΙ
Ύστερ’ από έξη χρόνια, τον Μάιο του 1931, είχα το προνόμιο, μαζί με άλλους δέκα Χριστιανούς αδελφούς και αδελφές από την Ελλάδα, να παρακολουθήσω την πρώτη μας «μεγάλη» διεθνή συνέλευσι του λαού του Ιεχωβά. Συνήλθε στην Αίθουσα Πλεγιέλ, στο Παρίσι της Γαλλίας. Εκεί, για πρώτη φορά μπόρεσα να γνωρίσω τον Ι. Φ. Ρόδερφορδ, που ήταν πρόεδρος της Εταιρίας Σκοπιά. Συνήντησα, επίσης, και πλήθος άλλων αδελφών από την Αμερική, την Αγγλία, την Αυστρία, τη Γερμανία, την Πολωνία και άλλες χώρες. Αναμνήσεις της «μεγάλης» εκείνης συνελεύσεως παραμένουν ακόμη βαθιά εγχαραγμένες στη διάνοιά μου, μολονότι το σύνολο των παρόντων δεν υπερέβη τα 3.500 άτομα.
Αυτή η συνέλευσις των Παρισίων είχε μια καταπληκτική επίδρασι σε όλη τη ζωή μου. Εβάθυνε την εκτίμησί μου. Ηύξησε την αγάπη μου στον Θεό και την ορατή του οργάνωσι. Οι νεαροί αδελφοί, που μετέφραζαν τις διαλέξεις του Αδελφού Ρόδερφορδ στη Γερμανική, στην Πολωνική και στη Γαλλική γλώσσα είλκυσαν ιδιαίτερα την προσοχή μου. Τους εθαύμαζα σε μεγάλο βαθμό. Το ωραίο τους έργον μου έκαμε εντύπωσι. Πόσο επεθύμησα να κάμω κι εγώ μια μέρα το ίδιο! Αυτή η επιθυμία μου από τότε επραγματοποιήθη. Ανέμενα είκοσι πέντε και πλέον χρόνια για την εκπλήρωσί της, αλλά ήλθε. Το 1956, όταν ο Νάθαν Ο. Νορρ, ο οποίος διεδέχθη τον Ρόδερφορδ στην προεδρία της Εταιρίας Σκοπιά, έδωσε ομιλία στας Αθήνας, είχα το προνόμιο να μεταφράσω την ομιλία του στην Ελληνική.
ΔΙΩΓΜΟΣ-ΑΥΞΗΣΕΙΣ
Προς το τέλος της δεκαετηρίδος του 1930-40, η διακονία των αγαθών νέων στην Ελλάδα συνεχίσθη παρά τις πολλές δυσχέρειες και τους διωγμούς. Κάτω από το δικτατορικό καθεστώς, που επεκράτησε στην Ελλάδα από τον Αύγουστο του 1936, μισαλλόδοξοι θρησκευτικοί κύκλοι εβυσσοδόμησαν τη θέσπισι ανελευθέρων νόμων με την ελπίδα να κατασιωπήσουν το Χριστιανικό μας έργον.
Ένα βράδυ το έτος 1940, ενώ εκάμαμε την εβδομαδιαία μας συμμελέτη Σκοπιάς στας Αθήνας, αστυνομικά όργανα ήλθαν και συνέλαβαν όλους τους παρόντας. Μας ενέκλεισαν σε διάφορα κρατητήρια όλης της πόλεως. Μας ηπείλησαν με εξορία, αν δεν εδεχόμεθα να υπογράψωμε δήλωσι αποκηρύξεως των θρησκευτικών μας πεποιθήσεων. Ύστερ’ από κράτησι είκοσι τεσσάρων ημερών αφέθημεν ελεύθεροι. Ήταν μια πολύ εποικοδομητική πείρα για μένα. Μ’ εβοήθησε απείρως. Εμεγάλωσε την εμπιστοσύνη μου στον Ιεχωβά. Ενίσχυσε την απόφασί μου να παραμείνω πιστός στον Θεό σε κάθε περίστασι.
Οι δυσκολίες μας στη Χριστιανική διακονία ηύξησαν όταν και η Ελλάς ενεπλάκη στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Επακολούθησε η βίαιη και σκληρή κατοχή από τα Γερμανικά Ναζιστικά στρατεύματα. Εχάσαμε κάθε επικοινωνία με τα κεντρικά γραφεία της Εταιρίας Σκοπιά στο Μπρούκλυν της Νέας Υόρκης. Εν τούτοις, μαζί με τους διωγμούς ήλθε και αύξησις. Κάτω από απαγόρευσι εκάμαμε μεγαλύτερες προσπάθειες. Στο τέλος του πολέμου ήμεθα περίπου επταπλάσιοι σε αριθμό από όσους ήμεθα στην αρχή του πολέμου.
ΟΡΓΑΝΩΣΙΣ ΚΙ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΙΣ
Και πάλι ήλθαμε σ’ επικοινωνία με τα κεντρικά γραφεία της Εταιρίας Σκοπιά στις Ηνωμένες Πολιτείες. Μεγάλη ήταν η χαρά μας το 1946, οπότε δύο απόφοιτοι της Σχολής Γαλαάδ ήλθαν να μας βοηθήσουν θεοκρατικά. Εχάρημεν για τη στοργή και το ζωτικό ενδιαφέρον, που μας εδείχθη έτσι από την οργάνωσι του Ιεχωβά. Μου εδόθησαν πρόσθετα προνόμια, πρώτον το του «υπηρέτου δια τους αδελφούς», και κατόπιν του υπηρέτου του τμήματος. Οι δυσχέρειες και τα προβλήματα ήσαν πολλά, αλλ’ υπήρχαν και πολλές ευλογίες.
Ήλθε κατόπιν το 1950 και η Συνέλευσις Αυξήσεως της Θεοκρατίας στην πόλι της Νέας Υόρκης, μαζί με την ειδική εκπαίδευσι στα κεντρικά γραφεία Μπέθελ του Μπρούκλυν. Όταν έφθασα στη Νέα Υόρκη, είχα μια ασυνήθη πείρα· σ’ εμένα τουλάχιστον ήταν ασυνήθης. Υπάλληλοι της υπηρεσίας μεταναστεύσεως ανήλθαν στο πλοίο και μ’ έθεσαν υπό κράτησιν μαζί με λίγους άλλους. Μας μετέφεραν στο Έλλις Άιλαντ. Ύστερ’ από πολλές ανακρίσεις μας αφήκαν ελευθέρους την επόμενη ημέρα. Για ένα μικρό διάστημα διερωτώμουν αν επρόκειτο πράγματι να ιδώ την Αμερική και να παρακολουθήσω τη Χριστιανική συνέλευσι. Αυτό το γεγονός, βέβαια, συνέβη όταν ο Κορεατικός πόλεμος ήταν εν εξελίξει και οι Αμερικανοί επίσημοι πολύ επρόσεχαν εκείνους που εισήρχοντο στη χώρα. Η κράτησίς μας, λοιπόν, αποτελούσε ένα προληπτικό μέτρον, καλώς εννοούμενο.
Οι συνελεύσεις, που επακολούθησαν στα έτη 1953 και 1958 στην πόλι της Νέας Υόρκης, με την εκπαίδευσι που έγινε κατόπιν, υπήρξαν μεγάλες ευκαιρίες στη ζωή μου. Θα μπορούσα να προσθέσω, επίσης, τις επισκέψεις του Αδελφού Νορρ στας Αθήνας και την άδεια που μας έδωσε για την ανέγερσι ενός θαυμασίου τετραωρόφου κτιρίου για τη στέγασι της οικογενείας Μπέθελ της Ελλάδος, που όλα αυτά ήσαν πράγματι συγκινητικές περιστάσεις. Σ’ αυτό το κτίριο τώρα έχομε ένα τυπογραφικό εργοστάσιο και γραφεία.
Υπάρχει κι ένα περιστατικό της ιδιωτικής μου ζωής, που θα επιθυμούσα να το μνημονεύσω. Στο έτος 1954, είχα το προνόμιο να λάβω την Αδελφή Φύλλις, ένα αγαπητό κορίτσι, ως σύζυγό μου. Έτσι τώρα στη Χριστιανική μου ζωή έχω ένα πολύτιμο σύντροφο για να με συντροφεύη. Μαζί απολαμβάνομε την ολοχρόνια υπηρεσία του Ιεχωβά.
Στο έτος 1924 άρχισα βαδίζοντας στην οδό του Ιεχωβά. Πάντοτε από τότε προσπαθούσα να ενεργώ σε στενή συνεργασία με τη θεοκρατική του οργάνωσι. Σε όλα τα πολλά αυτά χρόνια της ζωής μου αισθανόμουν πάντοτε το στοργικό, καθοδηγητικό χέρι του Ιεχωβά. Έλαβα πείρα του πλουσίου ελέους του, της προστασίας του και της αγάπης του. Υπήρξε μια πλούσια ζωή, μια ζωή γεμάτη χαρά. Τι περισσότερο μπορώ να πω; Είθε αυτή να είναι, επίσης, και η δική σας ευτυχισμένη μερίδα.