Ερωτήσεις από Αναγνώστας
● Σε τόπους εργασίας προσφέρονται κάποτε σε άτομα εισιτήρια που τους παρέχουν δικαίωμα να συμπεριληφθούν μεταξύ εκείνων από τους οποίους μερικοί θα επιλεγούν για να λάβουν ένα δώρο. Είναι κατάλληλο για ένα Χριστιανό να μετάσχη σε τέτοιου είδους «κληρώσεις»;—Η.Π.Α.
Κατά γενικό κανόνα, ο σκοπός αυτών των κληρώσεων είναι να ενθαρρύνουν τους ανθρώπους να μπουν στο κατάστημα ή να εγείρουν το ενδιαφέρον για ένα ωρισμένο προϊόν. Η ίδια η κλήρωσις συνίσταται στην εκτέλεσι αυτού που υποτίθεται ότι είναι μια αμερόληπτη επιλογή πελατών στους οποίους δίδονται βραβεία. Τυχερό παίγνιο δεν είναι κατ’ ανάγκην, διότι κανένας δεν πληρώνει χρήματα ή κάτι άλλο που έχει αξία για να λάβη το εισιτήριο. Έπειτα, και η αποδοχή του εισιτηρίου δεν υπονοεί καθ’ εαυτήν ότι γίνεται επίκλησις στη θεά της «Τύχης» ή στην «Καλή Τύχη». Ένας που δέχεται το εισιτήριο (ή θέτει το όνομά του στην κλήρωσι) θα μπορούσε να σκεφθή: ‘Η επιχείρησις πρόκειται να δώση ένα δώρον ως μέρος μιας διαφημιστικής μεθόδου. Αν τύχη να επιλεγώ, είμαι πρόθυμος να δεχθώ το δώρο’.
Ο Χριστιανός, βασιζόμενος στις υπαγορεύσεις της συνειδήσεώς του, θα πρέπει ν’ αποφασίση μόνος του αν θα δεχθή ένα εισιτήριο, που χρησιμεύει απλώς ως μέρος ενός διαφημιστικού σχεδίου. Θα μπορούσε να ρωτήση τον εαυτό του: Μήπως η αποδοχή του εισιτηρίου θα διήγειρε την ίδια απληστία που υποκινεί τους ανθρώπους να παίζουν τυχερά παίγνια; Μήπως αυτό θα έδινε την ευκαιρία να προσκόψουν άλλοι; Μήπως δελεασθώ να επικαλεσθώ την «Τύχη»;—Ησ. 55:11. (Μπάιγκτον)
Οι Χριστιανοί κατανοούν ότι η απληστία και η ειδωλολατρία αποδοκιμάζονται από τον Ιεχωβά Θεό. (1 Κορ. 6:9, 10) Τελούν επίσης υπό την εντολή ‘να μη κάμουν άλλους να προσκόψουν’.—Φιλιππησ. 1:10.
Αλλ’ ας υποθέσωμε ότι ένας αποδέχεται το εισιτήριο απλώς ως διαφημιστικό μέσον, και τελικά κερδίζει στην «κλήρωσι», για ν’ ανακαλύψη ότι το «δώρον» είναι ένα γραμμάτιο κρατικού λαχείου. Τι θα γίνη τώρα; Ξαφνικά, εκείνο που φαινόταν ότι είναι απλώς ένα σχέδιο διαφημίσεως μετετράπη σ’ ένα μέρος τυχερού παιγνίου. Δεν είναι υποχρεωμένος κανείς να το δεχθή. Μήπως θα εδέχετο κλεμμένα διαμάντια, απλώς διότι είναι «δώρον»;
Αν, λοιπόν, ένας Χριστιανός κάμη την απόφασι ότι θα ήταν προς το καλύτερο συμφέρον του και προς το καλύτερο συμφέρον των άλλων να μη δεχθή ένα εισιτήριο, δεν υπάρχει λόγος ν’ αμφισβητούν οι άλλοι, την απόφασί του. Αφ’ ετέρου, αν ένας Χριστιανός είναι πεπεισμένος ότι το να δεχθή ένα τέτοιο εισιτήριο δεν θα έδινε αφορμή σε προβλήματα, απόκειται στη δική του απόφασι. Όπως τονίζει ο λόγος του Θεού: «Έκαστος ημών περί εαυτού θέλει δώσει λόγον εις τον Θεόν».—Ρωμ. 14:12.