Επιπρόσθετες Σκέψεις για την Αθανασία της Ψυχής
Η ΖΩΗ είναι ένα πολύτιμο δώρο του Θεού. Μπροστά στον κίνδυνο οι άνθρωποι δείχνουν μια επιθυμία να παραμείνουν ζωντανοί. Όταν κάποιος πεθάνη, οι επιζώντες προσφιλείς του συνήθως τρέφουν την ελπίδα ότι ο θάνατος «δεν τα τελείωσε όλα» γι’ αυτόν τον άνθρωπο,
Ο Λόγος του Θεού περιγράφει μια θαυμάσια ελπίδα για τους νεκρούς. Παραδείγματος χάριν, ο Ιησούς εδήλωσε: «Τούτο δε είναι το θέλημα του πέμψαντός με Πατρός, παν ό,τι μοι έδωκε να μη απολέσω ουδέν εξ αυτού, αλλά να αναστήσω αυτό εν τη εσχάτη ημέρα. Και τούτο είναι το θέλημα του πέμψαντός με, πας όστις βλέπει τον Υιόν και πιστεύει εις αυτόν να έχη ζωήν αιώνιον, και εγώ θέλω αναστήσει αυτόν εν τη εσχάτη ημέρα.»—Ιωάν. 6:39, 40.
Τι συμβαίνει μεταξύ του χρόνου του θανάτου ενός ατόμου και της αναστάσεως «εν τη εσχάτη ημέρα»; Μήπως έχετε οδηγηθή να πιστεύετε ότι στον θάνατο, μια αθάνατη «ψυχή» αποχωρίζεται από το σώμα και εξακολουθεί να έχη συνειδητότητα, να ευχαριστήται ή να βασανίζεται, αναμένοντας την επανένωσί της με το σώμα στην ανάστασι; Εκατομμύρια ανθρώπων οι οποίοι πίστευαν άλλοτε σε μια τέτοια διδασκαλία ξανασκέφθηκαν αυτό το ζήτημα. Γιατί;
ΜΕΡΙΚΕΣ ΕΠΙΠΡΟΣΘΕΤΕΣ ΣΚΕΨΕΙΣ
Επί αιώνες αξιόλογοι Βιβλικοί λόγιοι και κληρικοί είχαν διαγνώσει μια αντίφασι μεταξύ της δοξασίας περί αθανασίας της ψυχής και της δοξασίας περί αναστάσεως. Μεταξύ αυτών ήταν και ο Βιβλικός μεταφραστής Ουίλλιαμ Τύντεϊλ, ο οποίος είπε: «θέτοντας τις εκλιπούσες ψυχές στον ουρανό, στον άδη, ή στο καθαρτήριο, καταστρέφετε τα επιχειρήματα με τα οποία ο Χριστός και ο Παύλος απέδειξαν την ανάστασι . . . Αν η ψυχή είναι στον ουρανό, πήτε μου ποιος λόγος υπάρχει να γίνη ανάστασις;» Ο Τύντεϊλ παρατήρησε επίσης ότι η αθανασία της ψυχής προήλθε από τους ειδωλολάτρες φιλοσόφους.
Ομοίως, ο Ρωμαιοκαθολικός επίσκοπος Ρέη Τ. Μπόσλερ έγραψε τα εξής σε μια στήλη εφημερίδος που δημοσιεύθηκε το φθινόπωρο του 1974: «Η Καινή Διαθήκη δεν ομιλεί για την αθάνατη ψυχή ως χωριστή από το σώμα . . . Όταν η Καινή Διαθήκη χρησιμοποιή τη λέξι ψυχή αναφέρεται στην πραγματική οντότητα—σώμα και ψυχή—που εισέρχεται σε μια νέα ζωή με την ανάστασι . . . Οι θεολόγοι μας διαφωνούν μεταξύ τους σχετικά με το πώς ακριβώς υπάρχουν οι άγιοι έως την τελική ανάστασι. . . . Οι θεολόγοι θεωριολογούν για το άγνωστο της παρούσης ζωής· δεν μπορούμε, λοιπόν, ν’ αναμένωμε πολλή βοήθεια απ’ αυτούς.»
Η Ιουδαϊκή Εγκυκλοπαιδεία σχολιάζει τα εξής: «Η πεποίθησις ότι η ψυχή συνεχίζει την ύπαρξί της μετά τη διάλυσι του σώματος αποτελεί ζήτημα φιλοσοφικής ή θεολογικής θεωρίας μάλλον παρά απλής πίστεως, και επομένως πουθενά δεν διδάσκεται σαφώς μέσα στην Αγία Γραφή.»
Ποια είναι η αληθινή Γραφική άποψις περί ψυχής;
Η ΨΥΧΗ—ΤΙ ΕΙΝΑΙ; ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΠΕΘΑΝΗ;
Η πρώτη μνεία περί ανθρωπίνης ψυχής στην Αγία Γραφή γίνεται στη Γένεσι 2:7, όπου λέγονται τα εξής: «Και έπλασε Ιεχωβά ο Θεός τον άνθρωπον από χώματος εκ της γης· και ενεφύσησεν εις τους μυκτήρας αυτού πνοήν ζωής, και έγεινεν ο άνθρωπος εις ψυχήν ζώσαν.» Σημειώστε ότι στον άνθρωπο δεν δόθηκε μια ψυχή, αλλά έγινε ψυχή ζώσα. Η ψυχή είναι ολόκληρο το άτομο, και όχι ένα αόρατο μέρος αυτού. Το γνωρίζατε σεις αυτό; Εξετάστε μερικές ακόμη δηλώσεις της Αγίας Γραφής για το ίδιο ζήτημα:
«Και οι υιοί του Ιωσήφ, οι γεννηθέντες εις αυτόν εν Αιγύπτω, ήσαν ψυχαί δύο.» (Γέν. 46:27) «Εάν δε ψυχή προσφέρη δώρον θυσίαν τω Κυρίω, σεμίδαλις έσται το δώρον αυτού, . . .» (Λευιτ. 2:1) Εάν ψυχή τις αμαρτήση εξ αγνοίας . . .» (Λευιτ. 4:2) «Ουδεμία ψυχή από σας θέλει φάγει αίμα.» (Λευιτ. 17:12) «Κατέλαβε δε πάσαν ψυχήν φόβος.» (Πράξ. 2:43) «Ήμεθα δε εν τω πλοίω ψυχαί όλαι διακόσιαι εβδομήκοντα εξ.» (Πράξ. 27:37).
Και αυτό επίσης έχει αναγνωρισθή εδώ και αιώνες από σημαίνοντας Βιβλικούς λογίους. Παραδείγματος χάριν, ο Μαρτίνος Λούθηρος έγραψε τα εξής σχετικά με τη λέξι «ψυχή» όπως απαντάται στις Εβραϊκές Γραφές: «Αναφέρεται όχι μόνο σ’ ένα μέρος του ανθρώπου, όπως θεωρούμε εμείς οι Γερμανοί την ψυχή, αλλ’ αναφέρεται σε ολόκληρο τον άνθρωπο όπως είναι με τις πέντε αισθήσεις του και όπως διατηρείται με τροφή και νερό.» Ο Λούθηρος τοποθέτησε τη δοξασία περί αθανασίας της ψυχής μεταξύ των «ατελεύτητων τερατωδών φαντασιώσεων του Ρωμαιοκαθολικού ‘σκουπιδότοπου’ των παπικών αποφάσεων.»
Πιο πρόσφατα ακόμη, ο Θεολόγος Καρλ Μπαρθ παρετήρησε τα εξής σε μια ραδιοφωνική συνέντευξι: «Ποτέ μην παραβλέπετε το γεγονός ότι η Αγία Γραφή . . . περιγράφει τον άνθρωπο στο σύνολο του, στην ολότητα του, την ψυχή του, που είναι η προσωπική του ζωή, η οποία μπορεί να είναι κάτι διαφορετικό από το σώμα του, αλλ’ όχι και να είναι χωρισμένη απ’ αυτό, ακριβώς όπως το σώμα μπορεί να είναι κάτι διαφορετικό από τη ψυχή του, αλλά δεν είναι χωριστό απ’ αυτήν.»
Μήπως αυτό σημαίνει ότι όταν ένα άτομο πεθαίνη, η ψυχή πεθαίνει; Η Αγία Γραφή κατ’ επανάληψιν μνημονεύει ψυχές που πεθαίνουν ή που καταστρέφονται. Παραδείγματος χάριν: «Θέλω εξολοθρεύσει την ψυχήν εκείνην εκ μέσου του λαού αυτής.» (Λευιτ. 23:30) «Η ψυχή ήτις εθανάτωσεν άνθρωπον . . .» (Αριθμ. 31:19, ΜΝΚ) «Είπε λοιπόν ο Ιησούς προς αυτούς· θέλω σας ερωτήσει τι είναι συγκεχωρημένον, . . . εν τοις σάββασιν . . . να σώση ψυχήν ή να απολέση;»—Λουκ. 6:9.
Ποια είναι η κατάστασις μιας ψυχής που εφονεύθη ή κατεστράφη; Σημειώστε την περιγραφή του πατριάρχου Ιώβ για το τι θα του συνέβαινε αν είχε πεθάνει στη γέννησί του: «Διότι τώρα ήθελον κοιμάσθαι και ησυχάζει· ήθελον υπνώττει· τότε ήθελον είσθαι εις ανάπαυσιν.» (Ιώβ 3:13) Όσον αφορά τον Ιώβ, οι νεκροί ησυχάζουν, κοιμούνται. Σύμφωνα μ’ αυτό, οι Γραφές δηλώνουν περαιτέρω τα εξής: «Οι νεκροί δεν γνωρίζουσιν ουδέν.»—Εκκλησ. 9:5· Ιωάν. 11:11-13· Πράξ. 7:60· 1 Κορ. 15:6, 18, 20, 51· 2 Πέτρ. 3:4.
Η ΨΥΧΗ ‘ΠΗΓΑΙΝΕΙ ΚΑΙ ΕΡΧΕΤΑΙ’—ΜΕ ΠΟΙΑ ΕΝΝΟΙΑ;
Η Αγία Γραφή περιγράφοντας τον θάνατο της συζύγου του Ιακώβ, Ραχήλ, αφηγείται τα εξής: «Ενώ παρέδιδε την ψυχήν (διότι απέθανεν), εκάλεσε το όνομα αυτού [του νεογέννητου τέκνου της] Βεν-ονί.» (Γέν. 35:18) Και σχετικά με την επαναφορά στη ζωή του γυιου κάποιας χήρας από τον προφήτη Ηλία, διαβάζομε: «Και εισήκουσεν ο Ιεχωβά της φωνής του Ηλία· και επανήλθεν η ψυχή του παιδαρίου εντός αυτού και ανέζησε.»—1 Βασ. 17:22, ΜΝΚ.
Τι εννοείται με τις εκφράσεις που δηλώνουν ότι η ψυχή ‘παρεδίδετο’ και ‘επανήλθε’ σ’ αυτές τις περιπτώσεις; Αυτό διασαφηνίζεται από τη μετάφρασι του εδαφίου 1 Βασιλέων 17:22 στη Νέα Αμερικανική Στερεότυπη Βίβλο: «Και ο Κύριος εισήκουσεν της φωνής του Ηλία, και επανήλθεν η ζωή του παιδίου εντός αυτού και ανέζησε.» Όταν οι άνθρωποι πεθαίνουν, η ζωή των ως ανθρωπίνων ψυχών αφανίζεται. Ήταν η ζωή, όχι μια συνειδητή ουσία, εκείνη που επανήλθε στα κύτταρα του σώματος του παιδιού. Έτσι, ο Ηλίας είπε στη μητέρα του παιδιού: «Βλέπε, ζη ο υιός σου (ολόκληρο το άτομο, όχι μόνο το σώμα).»—1 Βασ. 17:23.
ΥΠΑΡΧΕΙ ΖΩΗ ΣΤΟΝ ΣΙΕΟΛ/ΑΔΗ;
Μερικοί προβληματίζονται με την επόμενη δήλωσι για τον ‘βασιλέα της Βαβυλώνος’: «Ο άδης [σιεόλ Εβραϊστί] κάτωθεν εκινήθη δια σε, δια να υπαντήση την έλευσίν σου·. . . εσήκωσεν εκ των θρόνων αυτών πάντας τους βασιλείς των εθνών. Πάντες ούτοι θέλουσιν αποκριθή και ειπεί προς σε, Και συ έγεινες αδύνατος, καθώς ημείς; κατεστάθης όμοιος ημών; Η μεγαλαυχία σου κατηνέχθη εις τον τάφον [σιεόλ Εβραϊστί], και ο θόρυβος των μουσικών σου οργάνων· ο σκώληξ είναι εστρωμένος υποκάτω σου και οι σκώληκες σε σκεπάζουσι.» (Ησ. 14:9-11) Ποια είναι η έννοια αυτών των εδαφίων;
Σημειώστε ότι το εδάφιο 4 του ιδίου κεφαλαίου εισαγάγει αυτό το κείμενο λέγοντας ότι πρόκειται για μια «παροιμίαν» (μασάλ, «παροιμιακή ρήσις,» Εβραϊστί· παράμπολα, «παραβολή,» Λατινική Βουλγάτα). Η ποιητική γλώσσα παρουσιάζει εδώ πράγματα που δεν έχουν ζωή σαν να μιλούν. Το εδάφιο 8 παρέχει άλλο ένα παράδειγμα: «Χαίρουσιν επί σε και αι έλατοι, αι κέδροι του Λιβάνου, λέγουσαι, Αφού συ εκοιμήθης, δενδροτόμος δεν ανέβη εις ημάς.»—Παράβαλε με Κριτάς 9:8-15.
Ασφαλώς ο Λόγος του Θεού δεν μας δίνει την εντύπωσι ότι οι κατά γράμμα έλατοι και κέδροι μπορούν να χαίρουν και να συνομιλούν μεταξύ τους. Ούτε το νόημα δίνει την εντύπωσι ότι οι ψυχές των νεκρών είναι συνειδητές μέσα στον άδη και κάθονται πάνω σε θρόνους. Αυτή η αφήγησις είναι απλώς μια ποιητική πρόρρησις της πτώσεως της βασιλικής δυναστείας της Βαβυλώνος ως παγκοσμίου δυνάμεως.
Προσέξατε ότι το κείμενο απέδωσε την Εβραϊκή λέξι σιεόλ ως «άδης» στο εδάφιο 9, αλλά ως «τάφος» στο εδάφιο 11; Το Βιβλικό σχολιολόγιο που εξεδόθη από τον Σαφ-Λάγκε λέγει τα εξής:
«Η χρήσις της λέξεως αυτής ανήκει κυρίως στην ποιητική γλώσσα της Παλαιάς Διαθήκης . . . Η λέξις σιεόλ παρουσιάζεται ως το σύνολο όλων των τάφων. Ποιος θα τολμούσε ν’ αρνηθή αυτή την άποψι του ζητήματος, τουλάχιστον για τα κεφάλαια 31 και 32 του Ιεζεκιήλ; Είναι ο παγκόσμιος τάφος, που κατεβάζει στον εαυτό του όλη την επίγειο ζωή, οσοδήποτε υψηλά και αν έχη φθάσει.»
Παρόμοια με την ανωτέρω παραβολή είναι εκείνη που αναφέρεται στο Λουκά 16:19-31. Εκεί ο Ιησούς λέγει για κάποιον ‘πλούσιον άνθρωπον’ ότι υπέμενε πύρινα βασανιστήρια στον άδη (το Ελληνικό αντίστοιχο της λέξεως σιεόλ), ενώ «πτωχός τις ονομαζόμενος Λάζαρος» έλαβε ευλογίες ‘στους κόλπους του Αβραάμ.’ Αλλά κι εδώ πάλι δεν αναφέρεται ότι υπήρχαν ψυχές που υπέφεραν μετά το σωματικό θάνατο. Και αυτό επίσης είναι μια παραβολή· και, σύμφωνα με τα συμφραζόμενα, ο πλούσιος συμβολίζει τους θρησκευτικούς ηγέτας των Ιουδαίων της εποχής εκείνης, ενώ ο Λάζαρος εξεικονίζει τον κοινό λαό που δέχθηκε τον Ιησού Χριστό. Μετά τον θάνατο του Ιησού και οι δύο αυτές τάξεις υπέστησαν πείρες οι οποίες ανταποκρίνονται στη μεταφορική γλώσσα του Ιησού.a
«ΤΟ ΠΥΡ ΤΟ ΑΣΒΕΣΤΟΝ»
Τι εννοούσε όμως ο Ιησούς όταν μίλησε για τη Γέεννα του πυρός;’ (Ματθ. 5:22, μεταφράζεται «άδης πυρός» στην Κατ’ Εξουσιοδότησιν Μετάφρασι) Ένα παράδειγμα της διδασκαλίας του Ιησού για τη Γέεννα βρίσκεται στο κατά Μάρκον 9:43-48.
«Και εάν σε σκανδαλίζη η χειρ σου, απόκοψον αυτήν· καλήτερόν σοι, είναι να εισέλθης εις την ζωήν κουλλός, παρά έχων τας δύο χείρας να απέλθης εις την γέενναν, εις το πυρ το άσβεστον, όπου ο σκώληξ αυτών δεν τελευτά και το πυρ δεν σβύνεται. Και εάν ο πους σου σε σκανδαλίζη απόκοψον αυτόν· καλήτερόν σοι είναι να εισέλθης εις την ζωήν χωλός, παρά έχων τους δύο πόδας να ριφθής εις την γέενναν, εις το πυρ το άσβεστον, όπου ο σκώληξ αυτών δεν τελευτά και το πυρ δεν σβύνεται.»
Μήπως ο Ιησούς εδώ επεβεβαίωνε δημοφιλείς Ιουδαϊκές απόψεις για μια κατάστασι πύρινων βασάνων μετά τον θάνατο; Στην πραγματικότητα δεν υπήρχε καθιερωμένη άποψις μεταξύ των Ιουδαίων της περιόδου εκείνης ως προς την κατάστασι των νεκρών. Το βιβλίο Ραββινική Ανθολογία που συνετάχθη από τους Ιουδαίους λογίους Κλαύδιο Μοντεφιόρε και Χέρμπερτ Λόβε παραθέτει τα εξής:
«Υπάρχει και άλλη μια σύγχυσι: διότι, σύμφωνα με μια δοξασία, όταν αποθνήσκη κανείς, κοιμάται ώσπου να εγερθή πάλι στη γενική ανάστασι και για την τελική Κρίσι. Σύμφωνα με μια άλλη δοξασία, όταν αποθνήσκη κανείς, μπορεί, αν είναι δίκαιος ή έχη μετανοήσει (και ιδιαίτερα αν είναι Ισραηλίτης), ν’ απολαύση αμέσως με ευτυχείς ευλογίες τη ζωή του ευλογητού μελλοντικού κόσμου, και αν είναι ασεβής και ειδωλολάτρης και εχθρός του Ισραήλ, μπορεί μετά θάνατον να πάη κατ’ ευθείαν στον άδη. . . . Ή, στο τέλος μιας περιόδου μέσα στον άδη, μπορεί ν’ αφανισθή. Ή, μπορεί ν’ αφανισθή και στον επίγειο θάνατο του. Οι περικοπές που υπονοούν ή εκφράζουν όλες αυτές τις διάφορες παράδοξες αντιλήψεις και συγχύσεις είναι άφθονες, και δεν υπάρχει καμμιά γενικώς παραδεδεγμένη θεωρία ή εκδοχή.»
Παρατηρήσατε ότι οι Ιουδαϊκές απόψεις για την κατάστασι των νεκρών περιλαμβάνουν και τον «ύπνο» μέχρι της αναστάσεως καθώς και την πιθανή ‘εκμηδένισι’; Προφανώς η εκμηδένισις ήταν εκείνο που είχε υπ’ όψιν ο Ιησούς με τη λέξι Γέεννα, διότι σε μια μεταγενέστερη περίπτωσι ετόνισε στους μαθητάς του: «Μη φοβηθήτε από των αποκτεινόντων το σώμα, την δε ψυχήν μη δυναμένων ν’ αποκτείνωσι· φοβήθητε δε μάλλον τον δυνάμενον και ψυχήν και σώμα ν’ απολέση εν τη γεέννη.»—Ματθ. 10:28.
Αλλά αν είναι αλήθεια αυτό, γιατί ο Ιησούς συσχετίζει το «πυρ» με τη Γέεννα; Μερικές ιστορικές πληροφορίες μας παρέχονται από το Νέο Βιβλικό Σχολιολόγιο (1965): «Γέεννα ήταν η εξελληνισμένη μορφή του ονόματος της κοιλάδος του Εννώμ στην Ιερουσαλήμ στην οποία διατηρούσαν συνεχώς αναμένο πυρ για ν’ αποτεφρώνουν τα απορρίμματα της πόλεως. Πρόκειται για μια ισχυρή εικόνα της τελικής καταστροφής.» Οι Γραφικές παραπομπές στη Γέεννα, επομένως, δεν παρέχουν βάσι για τη δοξασία περί αιωνίων συνειδητών βασάνων σ’ έναν πύρινο άδη.
«ΜΙΑ ΠΛΗΡΩΣ ΠΛΑΤΩΝΙΚΗ ΑΠΟΨΙΣ»
Αφού η Αγία Γραφή δεν ομιλεί πουθενά για αθάνατες ψυχές που αφήνουν τα σώματα τους στο θάνατο, από που προήλθε μια τέτοια ιδέα; Οι θεολόγοι την δανείσθηκαν από τον συλλογισμό του Έλληνος φιλοσόφου Πλάτωνος, ο οποίος, με τη σειρά του, την υιοθέτησε από τις ειδωλολατρικές μυστικοπαθείς θρησκείες που προήλθαν από την αρχαία Βαβυλώνα. Ο Πλάτων έγραψε: «Πιστεύομε εμείς ότι υπάρχει αυτό που λέγεται θάνατος; . . . Μήπως δεν είναι ο χωρισμός της ψυχής από το σώμα; Και το αν είναι κανείς νεκρός αποτελεί την περάτωσι αυτού· όταν η ψυχή υπάρχη καθ’ εαυτήν, και ελευθερώνεται από το σώμα και το σώμα ελευθερώνεται από την ψυχή, τότε τι άλλο είναι αυτό παρά θάνατος;» (Φαίδων, Κεφ. 64) Η Εγκυκλοπαιδεία της Φιλοσοφίας (1967) παρατηρεί τα εξής:
«Όποιος υποστηρίζει ότι ο νους ή η ψυχή είναι μια ουσία, με την έννοια ότι θα μπορούσε με σημασία να λεχθή ότι είναι μόνα και χωρισμένα χωρίς αμφιβολία Πλατωνίζει, και όποιος χαρακτηρίζει έτσι αυτόν τον θεωρούμενο ουσιαστικό νου ή ψυχή ως πραγματικό ή αληθινό άτομο υιοθετεί μια πλήρως Πλατωνική άποψι.»
Όσο για το βαθμό στον οποίον η Ελληνική φιλοσοφία επηρέασε τον «Χριστιανικό κόσμο,» ο Καθηγητής Ντάγκλας Τ. Χόλντεν γράφει τα εξής στο βιβλίο του Ο Θάνατος Δεν θα Επικρατήση (στην Αγγλική):
«Η Χριστιανική θεολογία είναι τόσο συγχωνευμένη με την Ελληνική φιλοσοφία ώστε ανέθρεψε άτομα που αποτελούν μίγμα εννέα μερών Ελληνικής σκέψεως και ενός μέρους Χριστιανικής σκέψεως.»
Σύμφωνα με την Αγία Γραφή, η ανθρώπινη ψυχή είναι το ίδιο το άτομο. Γι’ αυτό, όταν ένα άτομο πεθαίνη, η ψυχή είναι εκείνη που πεθαίνει. (Ιεζ. 18:4, 20) Οι νεκροί είναι χωρίς συνείδησι, δεν γνωρίζουν ούτε ευχαρίστησι ούτε πόνο διότι αναμένουν την αποκατάστασί των σε ζωή μέσω αναστάσεως. (Εκκλησ. 9:5, 10· Ψαλμ. 146:4· Πράξ. 24:15) Η δημοφιλής θρησκευτική δοξασία περί αθανασίας της ψυχής δεν προήλθε από τον Λόγο του Θεού, αλλά από την Ελληνική φιλοσοφία. Έχοντας αυτό υπ’ όψιν, δεν πρέπει κι εσείς επίσης να κάνετε μερικές επιπρόσθετες σκέψεις για την αθανασία της ψυχής;
[Υποσημείωση στη σελίδα 75]
a Βλέπε το βιβλίον Είναι αυτή η Ζωή το Παν που υπάρχει; κεφάλαιο 12 σελ. 98 με τίτλο «Ένας Πλούσιος στον Άδη.»