Αντιξοότητες—Πώς τις Υπερνικήσαμε
Αφήγησις υπό Μαρσελίνο Πίττι
ΣΕ ηλικία 22 ετών, μου συνέβη ένα φοβερό ατύχημα. Ενώ ψάρευα μαζί με φίλους μου, χρησιμοποιώντας δυναμίτες χλωρικού άλατος, ένας εξερράγη στα χέρια μου. Οι σύντροφοί μου προσπάθησαν να σταματήσουν την αιμορραγία βάζοντας αιμοστατικές ταινίες (πιεστικούς επιδέσμους) πάνω από τους αγκώνες μου. Με μετέφεραν στο πιο κοντινό νοσοκομείο το οποίο βρίσκεται στην πόλι του Νταβίντ.
Το Νταβίντ είναι η πρωτεύουσα της επαρχίας Τσιρικί, στη Δημοκρατία του Παναμά. Για να φθάση κανείς εκεί, χρειάζεται τετράωρο ταξίδι με άλογο και κατόπιν πολύωρο ταξίδι με αυτοκίνητο. Ένδεκα ώρες μετά το ατύχημά μου έφθασα στο νοσοκομείο, αναίσθητος λόγω απωλείας αίματος. Επέζησα, αλλά χωρίς χέρια.
Η οικογένεια και οι φίλοι μου προσπάθησαν να μαζέψουν χρήματα για να με στείλουν στις Ηνωμένες Πολιτείες, όπου θα μπορούσα να βάλω τεχνητά χέρια. Ωστόσο, εγώ πίστευα ότι αν ήταν θέλημα του Θεού να χάσω τα χέρια μου—και αυτός ήταν ο παραδεδεγμένος τρόπος σκέψεως μεταξύ των ανθρώπων της χώρας μου—έπρεπε να παραμείνω σ’ αυτή την κατάστασι. Κατηγορούσα τον Θεό γι’ αυτό που μου συνέβη. Αν μάθετε λίγα πράγματα για το παρελθόν μου θα μπορέσετε να καταλάβετε γιατί αισθανόμουν έτσι.
ΤΑ ΠΡΩΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΖΩΗΣ ΜΟΥ
Ήμουν το έκτο παιδί ανάμεσα σε 12 παιδιά. Ζούσαμε στη μικρή πόλι της Μπουγκάμπα, κοντά στα σύνορα του Παναμά με την Κόστα Ρίκα. Μολονότι στην περιοχή ζούσαν μερικοί Αντβεδισταί, οποιαδήποτε άλλη θρησκεία, εκτός από την Καθολική, εθεωρείτο «ακατάλληλη για μας.» Κυκλοφορούσε η φήμη ότι μπορούσε κανείς να τρελλαθή αν διάβαζε την Αγία Γραφή· έτσι, εμείς οι Καθολικοί απλώς δεν την διαβάζαμε.
Όταν ήμουν μικρός, ο πατέρας μου είχε πολλά ποίμνια και είχαμε ένα ωραίο αγρόκτημα. Αλλά μετά τα έχασε όλα. Έτσι, όταν ήμουν περίπου 10 ετών, αναγκάσθηκα να συμβάλω κι εγώ στα έσοδα εργαζόμενος σε μικρά αγροκτήματα.
Αργότερα, μετακινηθήκαμε προς βορράν κατά μήκος των συνόρων της Κόστα Ρίκα. Εδώ οι ψυχρότερες ορεινές περιοχές είναι θαυμάσιες για καλλιέργειες και ιδιαίτερα για καλλιέργεια καφέ. Αλλά, πόσο απομονωμένοι ήμεθα! Επειδή υπήρχαν λίγοι δρόμοι, ήταν πολύ δύσκολο να φθάσουν τα προϊόντα μας στις αγορές. Η ζωή ήταν δύσκολη, αλλά επειδή ήμεθα ικανοποιημένοι με τα αναγκαία, μπορέσαμε τελικά ν’ αποκτήσωμε και πάλι αυτά που είχαμε χάσει υλικώς.
Σε ηλικία 19 ετών έφυγα από το σπίτι για να εργασθώ για κάποιον άλλο. Η σύζυγος του εργοδότη μου ήταν συνδρομήτρια του περιοδικού Σκοπιά. Εμείς, οι εργάτες, κοιμόμαστε σ’ ένα δωμάτιο κάτω από το σπίτι του εργοδότου μας, απ’ όπου μπορούσαμε ν’ ακούμε κάθε λέξι που ελέγετο επάνω. Καθώς ήμαστε εκεί ξαπλωμένοι, μέσα στο σιωπηλό σκοτάδι της ζούγκλας, άκουγα προσεκτικά καθώς η κυρία διάβαζε τη Σκοπιά στο σύζυγό της επί μια ή δύο ώρες σχεδόν κάθε βράδυ. Αυτό εξακολούθησε επί ενάμισυ έτος.
Μολονότι άκουγα προσεκτικά, δεν καταλάβαινα πραγματικά και πολλά πράγματα. Δεν εγνώριζα τίποτε για την Αγία Γραφή. Έτσι, εκείνο που καταλάβαινα απ’ αυτά που άκουγα ήταν ότι κάτι καλύτερο επρόκειτο να έλθη, και ότι υπήρχε ένας Θεός τον οποίο πρέπει να υπηρετούμε για ν’ απολαύσωμε το καλύτερο σύστημα που θα έλθη. Εκείνο τον καιρό δεν εγνώριζα ποιο περιοδικό διάβαζε η κυρία αυτή, ούτε τον σκοπό αυτού του περιοδικού.
ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΕΣ ΑΝΤΙΞΟΟΤΗΤΕΣ
Το ατύχημα στο οποίο έχασα τα δύο μου χέρια συνέβη λίγο μετά απ’ αυτό. Μέχρι τότε, δεν μπορούσα βέβαια να καυχηθώ για τη διαγωγή μου. Μετά, όμως, άρχισα πραγματικά μια ζωή χαλαρής διαβιώσεως. Άρχισα να πίνω υπερβολικά, να χαρτοπαίζω και να διάγω μια ανήθικη ζωή.
Δύο χρόνια περίπου μετά το ατύχημα, άρχισα να ζω με την Ελάντια. Είναι μια γυναίκα αρκετά χρόνια μεγαλύτερη από μένα, η οποία είχε ήδη 10 παιδιά. Είχε μια Αγία Γραφή και άρχισα να τη διαβάζω. Διέκρινα ότι, στην ουσία, τίποτε απ’ αυτά που έκανα δεν ήταν σε αρμονία με το θέλημα του Θεού. Η συνείδησίς μου άρχισε να μ’ ενοχλή, αλλά όχι αρκετά ώστε να με κάνη να εγκαταλείψω τον άσωτο τρόπο της ζωής μου.
Ήμουν ευτυχισμένος όταν η Ελάντια γέννησε τον πρώτο μου γιο. Αλλά κατόπιν μια άλλη τραγωδία έδιωξε κάθε ευτυχία. Ενώ βοηθούσα ένα φίλο μου να μεταφέρη καλαμπόκι, με δάγκωσε ένα δηλητηριώδες φίδι. Αίμα άρχισε να τρέχη από τους πόρους μου και άρχισα επίσης να εκκρίνω αίμα από τα νεφρά, το απευθυσμένο, το στομάχι και τη μύτη. Μετά από τρεις μέρες άρχισα να παραληρώ. Όταν έχασα τις αισθήσεις μου, οι φίλοι και η οικογένειά μου απεφάσισαν να με μεταφέρουν με φορείο εκεί απ’ όπου θα μπορούσα να διακομισθώ στο νοσοκομείο του Νταβίντ. Αργότερα μου είπαν ότι, ενώ με μετέφεραν, όταν επανήρχοντο για λίγο οι αισθήσεις μου, προσευχόμουν στον Θεό να μη με αφήση να πεθάνω στην αμαρτωλή κατάστασι που βρισκόμουν, προτού μάθω περισσότερα για τους σκοπούς του.
Ήμουν αναίσθητος επί 18 μέρες. Αλλά, τελικά, κατάλαβαν ότι θα επιζούσα. Όταν έφυγα από το νοσοκομείο, ήμουν τόσο αδύνατος που δεν μπορούσα ούτε να περπατήσω. Το μέλλον εφαίνετο πράγματι σκοτεινό. Είχα μια γυναίκα, τα πιο πολλά από τα 10 παιδιά της κι ένα μικρό βρέφος ηλικίας 8 μηνών, για τα οποία έπρεπε να φροντίσω. Αλλά εγώ δεν μπορούσα να φροντίσω ούτε για τον εαυτό μου! Επί τέσσερις μήνες δεν μπορούσα να περπατήσω από την αδυναμία. Αλλά με τη συνεχή, αφοσιωμένη φροντίδα της συντρόφου μου Ελάντια, τελικά βρήκα πάλι την υγεία μου. Επίσης, η θαυμάσια οικογένειά μου και οι φίλοι μου έσπευσαν πάλι προς βοήθειά μας χρηματικώς.
ΠΗΓΗ ΕΛΠΙΔΟΣ
Το 1957 αποκτήσαμε ακόμη ένα γιο και η υγεία της Ελάντια ήταν σε τέτοια κατάστασι ώστε εχρειάζετο ιατρική θεραπεία. Έτσι, σκέφθηκε ότι έπρεπε να πάη ν’ αγοράση φάρμακα. Αυτό απαιτούσε δίωρη πορεία μέσα από πυκνή ζούγκλα κατά μήκος των συνόρων της Κόστα Ρίκα. Εκεί βρήκε ένα φαρμακοποιό από τη Νικαράγουα, ονόματι Καμίλο Αλεμάν. Ήταν ένας Μάρτυς του Ιεχωβά και διεξήγε τακτικές Γραφικές μελέτες στο σπίτι του.
Ο Καμίλο μίλησε στην Ελάντια για τη Χριστιανική του ελπίδα. Έτσι, όταν εκείνη επέστρεψε είχε μαζί της, όχι μόνο τα φάρμακα, αλλά και πνευματική βοήθεια μέσω του βοηθήματος Γραφικής μελέτης «Έστω ο Θεός Αληθής.» Άρχισε να ενδιαφέρεται τόσο πολύ ώστε, παρά το ότι ποτέ δεν είχε μια προσωπική Γραφική μελέτη, περπατούσε με τέσσερα ή πέντε από τα παιδιά επί δύο ώρες μέσα από την γεμάτη φίδια ζούγκλα, για να παρευρεθή σε κάθε συνάθροισι στο σπίτι του φαρμακοποιού. Μερικές φορές τη συνώδευα κι εγώ. Ωστόσο, το αγρόκτημά μας ευρίσκετο σε αρκετή απόστασι από το σπίτι μας. Έτσι, δαπανούσα τον περισσότερο από τον χρόνο μου στο αγρόκτημα. Εκτός αυτού, διακρατούσα ακόμη τη συνήθεια που είχα να μεθώ και ντρεπόμουν για ό,τι έκανα, τώρα που μάθαινα τι απαιτεί ο Θεός από μας.
Πόσο πολύ έκανα την αγαπητή μου σύντροφο να υποφέρη! Ήταν αναγκασμένη να εργάζεται για να συμβάλη στη συντήρησι των παιδιών, επειδή τα περισσότερα από τα δικά μου έσοδα τα ξόδευα χαρτοπαίζοντας, πίνοντας και έχοντας σχέσεις με άλλες γυναίκες. Μερικές φορές επέστρεφα σπίτι τρομερά μεθυσμένος. Απ’ ό,τι μάθαινε εκείνη, γνώριζε ότι δεν ήταν έντιμο να ζούμε απλώς μαζί χωρίς τα οφέλη ενός νομίμου γάμου. Ήθελε τόσο πολύ να νομιμοποιήσωμε τον γάμο μας, αλλά ποια ελπίδα υπήρχε;
Η Ελάντια στενοχωριόταν τόσο πολύ που πήγαινε στη ζούγκλα μόνη της και έκλαιγε. Έκλαιγε επί ώρες και προσευχόταν στον Ιεχωβά να την βοηθήση να βγη απ’ αυτή την απελπιστική κατάστασι. Δεν υπήρχε κανείς στον οποίο να στραφή, κανείς Μάρτυς εκεί κοντά.
Μια μέρα επέστρεψα σπίτι από το αγρόκτημα μεθυσμένος και χωρίς χρήματα. Ως συνήθως, τα μικρά παιδιά μου έτρεξαν να με προϋπαντήσουν, περιμένοντας με ανυπομονησία κάποιο μικρό δώρο. Αλλ’ αυτή τη φορά δεν είχα τίποτε γι’ αυτά. Ήταν μια τόσο άσχημη πείρα για μένα, που ωρκίσθηκα ότι ποτέ πια δεν θα ξαναμεθύσω και, πράγματι, δεν ξαναμέθυσα. Απεφάσισα από τότε ν’ αλλάξω ζωή και να υπηρετώ τον Ιεχωβά μαζί με την πιστή μου σύντροφο. Ο Ιεχωβά άκουσε τις προσευχές της.
Χωρίς καθυστέρησι, πήγαμε στον Μάρτυρα, τον Καμίλο Αλεμάν, στην Κόστα Ρίκα για να δούμε τι πρέπει να κάνωμε. Εκείνος πρότεινε να γράψωμε στην Εταιρία Σκοπιά στην πόλι του Παναμά και να ρωτήσωμε πού υπήρχαν Μάρτυρες από την πλευρά των συνόρων που ζούσαμε. Αλλά εμείς δεν είχαμε γράψει ποτέ ξανά επιστολή. Δεν γνωρίζαμε πώς να τη συντάξωμε. Έτσι, αποφάσισα να ψάξω ο ίδιος να βρω Μάρτυρες του Ιεχωβά, ρωτώντας όλους όσους γνώριζα. Τελικά, ένας από τους εξαδέλφους μου μού είπε ότι άκουσε ότι υπήρχαν Μάρτυρες στην Κονσεψιόν. Είναι μια πόλις που βρίσκεται περίπου έξη ώρες μακρυά με άλογο και κατόπιν με αυτοκίνητο. Έκανα τρία ταξίδια εκεί, ρωτώντας στον δρόμο και στα δημόσια πάρκα, αλλά δεν βρήκα Μάρτυρες.
ΛΑΜΒΑΝΟΜΕ ΤΗΝ ΑΠΑΙΤΟΥΜΕΝΗ ΒΟΗΘΕΙΑ
Στο τέταρτο ταξίδι μου, μιλούσα στον εξάδελφο ο οποίος μου είχε πει σχετικά με τους Μάρτυρες, όταν ξαφνικά μου είπε: «Να, τώρα περνά μια απ’ αυτούς!» Αμέσως άρχισα να την ακολουθώ. Εκείνη πρέπει να τρομοκρατήθηκε όταν διεπίστωσε ότι την ακολουθούσε ένας άνδρας χωρίς χέρια. Ωστόσο, όταν της μίλησα και της ζήτησα βοήθεια, κατάλαβε ότι ήμουν ειλικρινής. Ήταν μια ιεραπόστολος των Μαρτύρων του Ιεχωβά, ονόματι Ντορέλ Σουάμπυ. Ήταν πολύ ευγενική και εξυπηρετική. Αμέσως έγραψε στην Εταιρία Σκοπιά στην πόλι του Παναμά, ζητώντας να σταλή κάποιος σ’ εμάς.
Ο περιοδεύων επίσκοπος, Ντιμάς Αλβαρέζ, πληροφορήθηκε αμέσως και τον επόμενο μήνα ήλθε. Αλλά τι τράβηξε για να μας βρη! Εξασφάλισε μεταφορά σ’ ένα φορτηγό τακτικών γραμμών για ένα μέρος του ταξιδιού του. Αλλά μετά, αφού πέρασε δύο μεγάλες μπόρες και βράχηκε μέχρι το κόκκαλο, τελικά έφθασε σε μια τοποθεσία που απείχε μιας ώρας δρόμο από το σπίτι μας. Δαπάνησε το υπόλοιπο της νύχτας στην αστυνομία των συνόρων. Όταν, τελικά, έφθασε την επόμενη μέρα, ήμαστε ευτυχείς που λάβαμε τη βοήθεια και τις συμβουλές του.
Μάθαμε ότι κάποιος άλλος κάτοικος του Παναμά, ο Ναζάριο Μπατίστα, μελετούσε την Αγία Γραφή με τους Μάρτυρες στην Κόστα Ρίκα. Είχε βαπτισθή πριν από λίγο καιρό και έτσι διωρίσθηκε να διεξάγη συναθροίσεις στο σπίτι μας. Μέχρι το τέλος του πρώτου μόλις μηνός, τέσσερις από τη μικρή μας ομάδα μετείχαν στο έργο κηρύγματος. Ωστόσο, η Ελάντια κι εγώ δεν μπορούσαμε να συγκαταλεγούμε μεταξύ αυτών, διότι δεν ήμεθα νομίμως νυμφευμένοι.
Πόσο ανυπομονούσαμε τώρα να διορθώσωμε αυτό το ζήτημα! Τρεις μήνες αργότερα, στη συνέλευσι περιοχής που έγινε στο Νταβίντ, ήμαστε έτοιμοι, όχι μόνο να νομιμοποιήσωμε τον γάμο μας, αλλά επίσης να παρουσιασθούμε για το εν ύδατι βάπτισμα σε συμβολισμό της αφιερώσεώς μας στον Ιεχωβά Θεό, να πράττωμε το θέλημά του. Πόσο ευτυχείς ήμεθα! Για πρώτη φορά από τότε που έχασα τα χέρια μου, αισθανόμουν πραγματικά ότι η ζωή είχε ένα σκοπό. Ήμουν πρόθυμος να χρησιμοποιηθώ από τον Ιεχωβά με οποιονδήποτε τρόπο μπορούσε να χρησιμοποιήση πιθανώς έναν άνθρωπο χωρίς χέρια.
Με την εξάσκησι, απέκτησα επιδεξιότητα στο να μεταφέρω μια Αγία Γραφή κάτω από το βραχίονά μου και να γυρνώ τις σελίδες με τα κομμένα χέρια μου. Έγινα ικανός να διδάσκω ανθρώπους από την Αγία Γραφή στα σπίτια τους και από την εξέδρα.
ΕΝΑΝΤΙΩΣΙΣ ΚΑΙ ΚΑΤΟΠΙΝ ΑΠΟΔΟΧΗ ΤΗΣ ΑΛΗΘΕΙΑΣ
Ο πατέρας μου απείλησε να με κτυπήση, μολονότι ήμουν πλήρως ενήλικος, αν δεν εγκατέλειπα αυτή τη νέα θρησκεία. Οι αδελφοί μου επίσης έκαναν ό,τι μπορούσαν για να με αποθαρρύνουν. Αλλ’ εγώ ήμουν πεπεισμένος ότι είχα βρει τη μοναδική αληθινή θρησκεία και ήμουν αποφασισμένος να μην αφήσω τίποτε να με αποθαρρύνη. Η οικογένειά μας εξακολούθησε να έχη Χριστιανικές συναθροίσεις στο σπίτι μας και, με τον καιρό, αρχίσαμε να βλέπωμε τους καρπούς της επιμονής μας.
Ένας-ένας οι αδελφοί μου, οι αδελφές μου, τα παιδιά μας, οι γονείς μου, ο παππούς, η γιαγιά, τα εγγόνια και τα ξαδέλφια μας άρχισαν να μελετούν την Αγία Γραφή μαζί μας. Σύντομα πολλοί απ’ αυτούς μετείχαν στην ίδια Χριστιανική πίστι και ελπίδα που είχαμε κι εμείς. Τρεις εκκλησίες Μαρτύρων του Ιεχωβά ιδρύθηκαν εδώ κοντά στα σύνορα του Παναμά με την Κόστα Ρίκα, με πυρήνα μέλη της οικογενείας μας.
Ο αδελφός μου Χουάν είχε ενδιαφερθή για τη θρησκεία των Αντβεδιστών. Αλλ’ αφού μελέτησε τα κεφάλαια σχετικά με το Σάββατο και τον Μωσαϊκό νόμο στο βιβλίο «Έστω ο Θεός Αληθής,» έγινε σύντομα Μάρτυς. Επί αρκετά χρόνια υπηρέτησε ως «ειδικός σκαπανεύς»—άτομο που διευθετεί να δαπανήση 140 ώρες κάθε μήνα στο έργο κηρύγματος. Συνέβαλε αποφασιστικά στην ίδρυσι άλλων εκκλησιών. Ο αδελφός μου ο Ντομίνγκο είναι ένας αφιερωμένος Χριστιανός πρεσβύτερος, όπως ήταν και ο αδελφός μου ο Εντουβίγκες, αλλά τον Εντουβίγκες τον δάγκωσε ένα δηλητηριώδες φίδι πριν από λίγο καιρό και πέθανε σχεδόν αμέσως. Η αδελφή μου Κάρμεν είναι ειδική σκαπανεύς μαζί με την θυγατέρα της.
Ο πατέρας και η μητέρα μου, μολονότι είναι προχωρημένοι στα χρόνια και μας είχαν εναντιωθή επί πολύν καιρό, τελικά επείσθησαν ότι είχαμε βρη τη μοναδική αληθινή θρησκεία. Τώρα είναι και αυτοί αφιερωμένοι, βαπτισμένοι Μάρτυρες.
ΑΛΗΘΙΝΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΚΑΙ ΙΚΑΝΟΠΟΙΗΣΙΣ
Πριν από λίγα χρόνια έγινε μια πολιτική επανάστασις στον Παναμά. Πολλοί άρχισαν να φεύγουν μέσω των συνόρων και να πηγαίνουν στην Κόστα Ρίκα· οι γείτονές μας μάς συμβούλευσαν να κάνωμε κι εμείς το ίδιο. Αλλ’ εγώ τους είπα ότι εμείς δεν είχαμε αναμιχθή στην πολιτική με κανένα τρόπο και έτσι δεν υπήρχε λόγος να φύγωμε. Εμείς οι Μάρτυρες παραμείναμε και δεν χάσαμε τα αγροκτήματά μας, μολονότι εκείνοι που έφυγαν έχασαν τα πάντα από τους αντάρτες και τους κλέφτες.
Η μεγαλύτερη ικανοποίησις που είχαμε η Ελάντια κι εγώ είναι το να γνωρίζωμε ότι μπορέσαμε να βοηθήσωμε τόσο πολλούς να έλθουν σε επίγνωσι του Ιεχωβά Θεού και των σκοπών του. Από την οικογένειά της, 31 άτομα είναι βαπτισμένα και κηρύττουν το άγγελμα της βασιλείας σε άλλους, και τουλάχιστον 35 άτομα από τη δική μου οικογένεια. Εκτός αυτού, υπάρχουν πολύ περισσότεροι συγγενείς που μελετούν την Αγία Γραφή με Μάρτυρες του Ιεχωβά και παρακολουθούν Χριστιανικές συναθροίσεις.
Από τους πολύ στενούς μας συγγενείς, οκτώ είναι Χριστιανοί πρεσβύτεροι, οκτώ είναι διακονικοί υπηρέται της εκκλησίας και τρεις είναι ειδικοί σκαπανείς. Δεν συναθροιζόμεθα πια στο σπίτι μας· αντιθέτως, έχομε μια ωραία Αίθουσα Βασιλείας την οποία κτίσαμε εκεί κοντά. Ο τακτικός αριθμός παρευρισκομένων στις συναθροίσεις εδώ είναι περίπου 75 άτομα. Είμαι βέβαιος ότι η δύναμις του Λόγου του Θεού και το πνεύμα του μπορεί να βοηθήση τον καθένα ν’ αντιμετωπίση τις αντιξοότητες που μπορεί να συναντήση στη ζωή του, όσο μεγάλες και αν είναι.