Λατρεύετε τον Θεό με τον Δικό του Τρόπο
ΕΧΕΤΕ παρατηρήσει την εκδήλωσι αυτού του θρησκευτικού παράδοξου:
«Η δεκαετία του 1980 θα βρη περισσότερους ανθρώπους να προσχωρούν στη Χριστιανική πίστι από όσους σ’ όλη την προηγούμενη ιστορία, και περισσότεροι χριστιανοί θα αποστατήσουν από την οργανωμένη Χριστιανοσύνη από όσοι σε οποιαδήποτε προηγούμενη εποχή.»—«Πρωινός Κήρυξ» του Σίδνεϋ, 21 Ιουλίου 1979.
Αυτό το Αυστραλιανό δημοσίευμα, βασισμένο σε μια έρευνα 50 κυριωτέρων θρησκειών και 9.000 «Χριστιανικών» ομάδων, κατέδειξε ότι οι άνθρωποι εγκαταλείπουν τις εκκλησίες τους σε πρωτοφανείς αριθμούς. Μπορεί να γνωρίζετε πολλούς οι οποίοι συνήθιζαν να είναι πολύ θρησκευόμενοι και παρακολουθούσαν εκκλησιαστικές λειτουργίες, αλλά τώρα έχουν σταματήσει.
Ωστόσο πολλά άτομα, αισθανόμενα την εσωτερική ανάγκη να λατρεύσουν τον Θεό, σύρονται προς τη μία ή την άλλη θρησκεία, συχνά σε μια θρησκεία που εγγίζει τα συναισθήματά τους, και ίσως τους πιέζει να «σωθούν.»
Και σεις επίσης έχετε μια Θεόδοτη ανάγκη να λατρεύετε τον Δημιουργό σας. Αλλά πώς θα το κάνετε αυτό; Ποιος είναι ο δικός του τρόπος για να λατρεύεται;
ΠΩΣ ΜΠΟΡΕΙΤΕ ΝΑ ΤΟ ΓΝΩΡΙΖΕΤΕ;
Φυσικά, ο Θεός, και όχι κανένας άνθρωπος ή εκκλησία, είναι εκείνος που πρέπει να καθορίση τι είναι αλήθεια και αληθινή λατρεία. Ο Ιησούς είπε τα εξής σε μια γυναίκα που ανήκε σε μια θρησκευτική κοινότητα του πρώτου αιώνος: «Ο Θεός είναι Πνεύμα, και οι προσκυνούντες αυτόν εν πνεύματι και αληθεία πρέπει να προσκυνώσι.» (Ιωάν. 4:24) Αυτό επίσης εφαρμόζεται και σ’ εμάς σήμερα.
Για να ευαρεστήσωμε τον Θεό πρέπει να έχωμε μια κλίσι προς την αγνή λατρεία, και να το δείχνωμε αυτό μ’ όλη μας την καρδιά και με ειλικρίνεια. Πρέπει επίσης να εκζητούμε την αλήθεια και να προσπαθούμε να συμμορφωθούμε μ’ αυτήν. Αυτό σημαίνει να ενεργούμε σύμφωνα με την αλήθεια που αποκαλύπτεται στο λόγο του Θεού, αντί να ακολουθούμε απλώς εκκλησιαστικές παραδόσεις ή και θρησκευτικές δοξασίες που είναι αντίθετες στην αλήθεια της Αγίας Γραφής.
Για να ερευνήσωμε αν μια θρησκεία—ακόμη και η εκκλησία σας, ή η δημοφιλής πίστις των ανθρώπων γύρω σας—συμφωνή με την αλήθεια, πρέπει να εξετάσωμε πολλές και διάφορες πλευρές. Αλλά ακόμη και μια περιωρισμένη έρευνα, σε τρεις μόνο πλευρές, θα μπορούσε να σας βοηθήση να λατρεύετε τον Θεό με το δικό του τρόπο. Προσέξτε:
ΜΙΑ ΚΟΙΝΗ ΔΟΞΑΣΙΑ—ΑΛΛΑ ΕΙΝΑΙ ΑΛΗΘΕΙΑ;
Μια διδασκαλία κοινή σε πολλές θρησκείες του κόσμου είναι ότι ο άνθρωπος έχει μέσα του μια αόρατη ψυχή που επιζή μετά τον θάνατο του σώματος και ζη αθάνατη σαν πνεύμα. Δέχεσθε σεις αυτή τη διδασκαλία; Συχνά αυτή συνδέεται με την ιδέα ότι μετά το θάνατο η ψυχή ενός καλού ανθρώπου πηγαίνει στον ουρανό. Και σ’ αυτή τη διδασκαλία βασίζεται το ενδιαφέρον που γενικά υπάρχει για τα «πνεύματα» των νεκρών συγγενών ή για τα φαντάσματά των. Η Βρεταννική Εγκυκλοπαίδεια τονίζει τα εξής «Η πίστις στην ανθρώπινη αθανασία με κάποια μορφή είναι σχεδόν παγκόσμια.» Πιθανώς το γνωρίζετε αυτό.
Είναι όμως πολύ κατάλληλο το ότι η εγκυκλοπαίδεια λέει «σχεδόν παγκόσμια.» Γιατί; Διότι οι αρχαίοι Εβραίοι και οι πρώτοι Χριστιανοί δεν πίστευαν ότι οι άνθρωποι έχουν αθάνατες ψυχές.
Μπορεί να εκπλαγήτε αν το ακούσετε αυτό, διότι πολλοί άνθρωποι νομίζουν ότι αυτή η εκκλησιαστική διδασκαλία προέρχεται από την Αγία Γραφή. Εν τούτοις, σημειώστε τα εξής:
Σύμφωνα με τις Γραφές το πρώτο ψέμα, που ελέχθη από τον Σατανά ή Διάβολο, ήταν ότι η ανθρώπινη αμαρτία δεν θα επέφερε θάνατο. (Γέν. 3:1-4) Όταν οι πρώτοι ανθρώπινοι γονείς μας πραγματικά πέθαναν, και ο θάνατος θέριζε όλους κατόπιν, τι άλλο θα ήταν πιο απατηλό από το να πούμε, ‘Αυτοί δεν είναι πραγματικά νεκροί—απλώς το σώμα τους είναι νεκρό οι ψυχές τους ζουν αθάνατα;’ Η δοξασία περί αθανασίας της ανθρώπινης ψυχής βοηθάει να διαδοθή το ψέμα του Σατανά και οδήγησε εκατομμύρια ανθρώπους να φοβούνται τους νεκρούς.
Για να το πούμε απλά, όμως, οι Γραφές διδάσκουν ότι η ψυχή σας είσθε σεις. Βρίσκομε μια ένδειξι τούτου σε ό,τι αναγράφει η Βίβλος για τον Αδάμ. Ο Δημιουργός σχημάτισε ένα σώμα από χώμα και κατόπιν έδωσε τη ζωή και την πνοή που χρειάζεται για να διατηρηθή η ζωή. Το αποτέλεσμα; Ο Αδάμ «έγεινεν εις ψυχήν ζώσαν.» (Γέν. 2:7) Δεν του δόθηκε ψυχή. Ο Αδάμ ήταν ψυχή.—Παράβαλε με 1 Κορινθίους 15:45.
Η Βίβλος, συνεπής προς αυτό, διδάσκει ότι η ψυχή (το άτομο) μπορεί να πεθάνη. Βλέπε Ιεζεκιήλ 18:4. Μήπως αυτό σημαίνει ότι όταν κάποιο άτομο πεθάνη δεν έχει σκέψεις ή αισθήματα; Ακριβώς. Πραγματικά, το εδάφιο Εκκλησιαστής 9:5 μάς πληροφορεί αυτά: «Οι ζώντες γνωρίζουσιν ότι θέλουσιν αποθάνει· αλλ’ οι νεκροί δεν γνωρίζουσιν ουδέν.»
Μήπως αυτό σημαίνει ότι δεν υπάρχει πια ελπίδα για τους συγγενείς και φίλους μας που έχουν πεθάνει; Όχι, διότι η Βίβλος αναφέρει περιπτώσεις στις οποίες ο Θεός επανέφερε νεκρούς ανθρώπους στη ζωή, τους ανέστησε. Παραδείγματος χάρι, μπορεί να γνωρίζετε ήδη ότι ο Θεός ανέστησε τον Ιησού Χριστό ως πνεύμα την τρίτη ημέρα μετά τον θάνατό του. (Πράξ. 10:39, 40· 1 Πέτρ. 3:18) Με βάσι αυτό και άλλες σχετικές Βιβλικές υποσχέσεις, μπορούμε να αποβλέπωμε στον καιρό που θα αναστήση ο Θεός εκείνους που είναι στη μνήμη του.—Πράξ. 17:31· 24:15.
Όταν σκέπτεσθε λοιπόν πάνω στα πράγματα αυτά, μπορείτε να διακρίνετε ότι η δοξασία περί αθανασίας της ψυχής που διδάσκεται από πολλές θρησκείες είναι εντελώς αντίθετη με όσα λέει η Βίβλος. Ρωτήστε λοιπόν τον εαυτό σας: ‘Τι σημαίνει αυτό για μένα; Μήπως είναι ανάγκη να κάνω κάποια αλλαγή ώστε να λατρεύω τον Θεό με το δικό του τρόπο, με την αλήθεια;’
Η ΔΙΑΓΩΓΗ ΕΠΙΣΗΣ ΕΧΕΙ ΣΗΜΑΣΙΑ
Ο Ιησούς Χριστός μάς έδωσε πρόσθετη βοήθεια για να διακρίνωμε την οδό της λατρείας προς τον Θεό. Είπε στους ακολούθους του: «Εκ τούτου θέλουσι γνωρίσει πάντες ότι είσθε μαθηταί μου, εάν έχητε αγάπην προς αλλήλους.» (Ιωάν. 13:35) Μήπως πολλές εκκλησίες σήμερα προτρέπουν όλους τους οπαδούς τους να δείχνουν το πραγματικό είδος αγάπης που έδειξε και ο Ιησούς;
Παραδείγματος χάρι, οι πρώτοι Χριστιανοί δοκιμάσθηκαν ως προς την αληθινή αγάπη όταν ζητήθηκε απ’ αυτούς να προσχωρήσουν στο Ρωμαϊκό στρατό ή να τον υποστηρίξουν. Αυτοί ήθελαν να υπακούουν στους κρατικούς νόμους, αλλά δεν μπορούσαν να το κάνουν όταν αυτό εσήμαινε παράβασι των νόμων του Θεού, όπως είναι ο νόμος του κατά του φόνου. (Ματθ. 22:21· Πράξ. 5:29) Επίσης, ο Θεός είχε πει για το λαό του: «Θέλουσι σφυρηλατήσει τας μαχαίρας αυτών δια υνία και τας λόγχας αυτών δια δρέπανα· δεν θέλει σηκώσει μάχαιραν έθνος εναντίον έθνους, ουδέ θέλουσι μάθει πλέον τον πόλεμον.»—Ησ. 2:4.
Σύμφωνα μ’ αυτό, οι πρώτοι Χριστιανοί δεν ήθελαν να πολεμήσουν υπέρ της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας ή οποιουδήποτε άλλου έθνους.
Σκεφθήτε όμως, τη θέσι που πήραν οι εκκλησίες της εποχής μας και οι διάκονοι και ιερείς τους. Αφού βρήκαν κάποια δικαιολογία, επεδοκίμασαν και ευλόγησαν τους πολέμους—πολέμους στους οποίους Καθολικοί εφόνευαν Καθολικούς και Προτεστάντες εφόνευαν Προτεστάντες. Αυτή δεν είναι η οδός του Θεού!
ΟΙ ΗΘΙΚΟΙ ΚΑΝΟΝΕΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ
Μια τρίτη πλευρά που πρέπει να εξετάσωμε για να καθορίσωμε τη Θεία οδό λατρείας, είναι να εξακριβώσωμε αν μια θρησκευτική ομάδα υποστηρίζη τους ηθικούς κανόνες του Θεού ή παραβλέπη την αδικοπραγία.
Ο Ιησούς εργάσθηκε για να βοηθήση τους αμαρτωλούς, περιλαμβανομένων και των μέθυσων και των σεξουαλικά ανήθικων. Οι μαθητές του έπρεπε να κάνουν το ίδιο. (Ματθ. 9:10-13· 21:31· Λουκ. 7:36-48· 1 Κορ. 6:9, 11) Και η Γραφή τονίζει ότι μερικά άτομα αφού μετανόησαν και έγιναν Χριστιανοί, θα μπορούσαν να ολισθήσουν και να διαπράξουν σοβαρή αμαρτία. (Γαλ. 6:1) Παραδείγματος χάριν, ένας από τη Χριστιανική εκκλησία της αρχαίας Κορίνθου έγινε πόρνος.—1 Κορ. 5:1.
Αν ένας Χριστιανός διέπραττε ένα αμάρτημα, οι άλλοι Χριστιανοί έπρεπε να προσπαθήσουν να τον αποκαταστήσουν στην εύνοια του Θεού και σε πνευματική δύναμι. (Ιακ. 5:13-16) Αλλά τι γινόταν αν ένας αμετανόητα έπραττε την αμαρτία; Ο Λόγος του Θεού λέει τα εξής για κείνο το άτομο της Κορίνθου ή οποιοδήποτε άλλο σαν αυτό:
«Να μη συναναστρέφησθε, εάν τις αδελφός ονομαζόμενος ήναι πόρνος ή πλεονέκτης ή ειδωλολάτρης ή λοίδορος ή μέθυσος ή άρπαξ, με τον τοιούτον μηδέ να συντρώγητε. . . . Όθεν εκβάλετε τον κακόν εκ μέσου υμών.».—1 Κορ. 5:11-13.
Αν λοιπόν ένας βαριά αμαρτωλός αρνήται να δεχθή βοήθεια και να μετανοήση, πρέπει να αποβληθή ή να αποκοπή από την αληθινή Χριστιανική εκκλησία. Ίσως αυτό τον συγκλονίση και τον κάνη να συνετισθή. Αλλά είτε γίνει αυτό είτε όχι, αυτή η παρά Θεού κατευθυνόμενη αποκοπή από την εκκλησία θα προστατεύση τους ειλικρινείς Χριστιανούς.—1 Κορ. 5:2-8.
Αλλά γίνεται αυτή η διαπαιδαγώγησις στις περισσότερες εκκλησίες που γνωρίζετε; Ή μήπως δεν αληθεύει ότι πολλοί εκκλησιαζόμενοι που αμαρτάνουν φανερά εξακολουθούν να είναι δεκτοί στην εκκλησία τους;
Στην πρώτη σελίδα μιας εφημερίδας της Νιγηρίας πρόσφατα αναγράφησαν τα εξής:
«Σχεδόν το ένα τρίτο των εγγάμων ΡωμαιοΚαθολικών της αρχιεπισκοπής της Λουζάκα έχουν εσωτερικές παλλακές . . . Η είδησις, βασισμένη σε μια έρευνα του Αρχιεπισκόπου Εμμανουήλ Μιλήνγκο, λέει ότι υπάρχουν παλλακές σε 3.225 από 10.903 Καθολικά σπίτια.»—14 Σεπτεμβρίου 1980.
Οι εκκλησίες, αρνούμενες να ακολουθήσουν την εντολή του Θεού να αποκόψουν τους αμετανόητους αμαρτωλούς, κάνουν τους άλλους να νομίζουν ότι μπορούν και αυτοί, επίσης, ν’ αμαρτάνουν χωρίς να τιμωρούνται. Ή ότι μπορούν απλώς να εγκαταλείψουν τη θρησκεία.—Εκκλ. 8:11.
Ένα νεαρό παιδί έγραψε τα επόμενα σε μια εφημερίδα:
«Μισώ το να πηγαίνω στην εκκλησία επειδή βλέπω ανθρώπους που γνωρίζω ότι είναι μέθυσοι, σπερμολόγοι, ψεύτες και απατεώνες, και βρίσκονται ακριβώς εκεί κάθε Κυριακή λέγοντας τις προσευχές τους και ψάλλοντας τους ύμνους. Δεν σέβομαι διόλου τους υποκριτές και η εκκλησία μας είναι γεμάτη απ’ αυτούς.»—«Ταχυδρόμος-Χρόνος,» του Παλμ Μπητς, 27 Μαΐου 1979.
Σαφώς λοιπόν ο Θεός δεν μπορεί να επιδοκιμάση άτομα ή εκκλησίες που παράγουν τέτοιους καρπούς και δεν λατρεύουν αυτόν «εν πνεύματι και αληθεία.»—Ιωάν. 4:24· Ματθ. 7:15-20.
ΤΙ ΘΑ ΚΑΝΕΤΕ;
Έχομε εξετάσει τρεις μόνο τομείς. Αυτοί διασαφηνίζουν ότι αν θέλωμε να λατρεύωμε τον Θεό με τον δικό του τρόπο, πρέπει ίσως να κάνωμε μερικές βασικές αλλαγές στις πεποιθήσεις και στους τρόπους ενεργείας μας, όπως έκανε και ο απόστολος Παύλος και πολλοί άλλοι που έγιναν αληθινοί Χριστιανοί. Είναι ζωτικό να αποχωρισθούμε από τις θρησκείες που δεν προάγουν τη Θεία οδό της λατρείας. Πραγματικά, ο Θεός μάς προστάζει να ‘εξέλθωμε αν δεν θέλωμε να μετάσχωμε στα αμαρτήματά τους και να λάβωμε μέρος των πληγών που έρχονται από τον Θεό.’—Αποκ. 18:4, 5· 2 Κορ. 6:14-18.
Οι Μάρτυρες του Ιεχωβά ενδιαφέρονται σοβαρά να συμμορφώσουν τη ζωή τους με το Λόγο του Θεού, λατρεύοντας έτσι τον Δημιουργό «εν πνεύματι και αληθεία.» Θα χαρούν πολύ να βοηθήσουν κι εσάς, επίσης, στην επιθυμία σας να λατρεύετε τον Θεό με το δικό του τρόπο.
[Πλαίσιο στη σελίδα 6]
«Μια προσεκτική ανασκόπησις όλων των διαθέσιμων πληροφοριών τείνει να δείξη ότι ως τον καιρό του Μάρκου Αυρηλίου [αυτοκράτορος από το έτος 161 ως το 180 μ.Χ.], κανένας Χριστιανός δεν έγινε στρατιώτης· και κανένας στρατιώτης, αφότου έγινε Χριστιανός δεν παρέμεινε στη στρατιωτική υπηρεσία.»—«Η Άνοδος της Χριστιανοσύνης.»
[Πλαίσιο στη σελίδα 7]
«ΑΞΙΕΣ ΚΑΙ ΒΙΑΙΟΤΗΤΕΣ ΣΤΟ ΑΟΥΣΒΙΤΣ»
Η Πολωνή κοινωνιολόγος Άννα Παουελτσύνσκα, στο βιβλίο της κάτω απ’ αυτό τον τίτλο, παρατήρησε ότι στη Ναζιστική Γερμανία «οι Μάρτυρες του Ιεχωβά διεξήγαν παθητική αντίστασι υπέρ της πίστεώς τους, που ήταν ενάντια σε κάθε πόλεμο και βιαιότητα.» Και ποιο ήταν το αποτέλεσμα; Εξηγεί ως εξής:
«Η μικρή αυτή ομάδα των κρατουμένων ήταν μια συμπαγής ιδεολογική δύναμις και αυτοί κέρδισαν τη μάχη τους κατά του Ναζισμού. Η Γερμανική ομάδα αυτού του θρησκεύματος ήταν ένα μικρό νησάκι αμείωτης αντιστάσεως που υπήρχε στους κόλπους ενός τρομοκρατούμενου έθνους, και μ’ αυτό το άφοβο πνεύμα ενεργούσαν στα στρατόπεδα του Άουσβιτς. Κατόρθωσαν να κερδίσουν το σεβασμό των συγκρατουμένων τους . . . των κρατουμένων που εργάζοντο στα διάφορα τμήματα, ακόμη δε και των αξιωματούχων των Ες-Ες. Όλοι γνώριζαν ότι κανένας Μάρτυς του Ιεχωβά δεν θα εκτελούσε μια διαταγή αντίθετα στις θρησκευτικές πεποιθήσεις του.»