-
Μέρος Πρώτο (α)—Ο Προβολέας Στρέφεται στις ΚυβερνήσειςΞύπνα!—1990 | Αύγουστος 8
-
-
Η Ανθρώπινη Διακυβέρνηση Ζυγίζεται στην Πλάστιγγα
Μέρος Πρώτο (α)—Ο Προβολέας Στρέφεται στις Κυβερνήσεις
ΟΙ ΕΝΤΥΠΩΣΙΑΚΕΣ πολιτικές αλλαγές που έλαβαν χώρα στην Ευρώπη, στη διάρκεια του 1989 έστρεψαν τον παγκόσμιο προβολέα στις κυβερνήσεις, μ’ ένα μοναδικό τρόπο. Ένα ειδησεογραφικό περιοδικό παρατήρησε ότι «το 1989 θα το θυμόμαστε, όχι σαν το έτος που η Ανατολική Ευρώπη άλλαξε, αλλά σαν το έτος που η Ανατολική Ευρώπη, όπως την ξέραμε εδώ και τέσσερις δεκαετίες, τελείωσε».
Προχωρώντας ακόμα περισσότερο, ο Φράνσις Φουκουγιάμα, που ανήκει στο προσωπικό του πολιτικού προγραμματισμού του αμερικανικού Στέιτ Ντιπάρτμεντ, έγραψε πρόσφατα ότι «αυτό του οποίου μπορεί να είμαστε μάρτυρες δεν είναι απλώς το τέλος του ψυχρού πολέμου, ή μιας συγκεκριμένης μεταβατικής περιόδου της μεταπολεμικής ιστορίας, αλλά το τέλος της ίδιας της ιστορίας: που σημαίνει, το τελικό σημείο της ιδεολογικής εξέλιξης της ανθρωπότητας».
Αυτή η άποψη, αν και είναι πολύ αμφιλεγόμενη, συγκεντρώνει την προσοχή μας σε μερικά πολύ σημαντικά ερωτήματα. Για παράδειγμα, τι μπορούμε να πούμε για τους αιώνες ανθρώπινης διακυβέρνησης που προηγήθηκαν; Έχει φτάσει η ανθρωπότητα στο χρονικό σημείο που να μπορεί να μιλάει για «το τέλος της ίδιας της ιστορίας»; Τι ακριβώς επιφυλάσσει το μέλλον για τις κυβερνήσεις; Και τι αποτέλεσμα θα έχουν αυτά τα μελλοντικά γεγονότα για εμάς ατομικά;
Πώς Αισθάνονται οι Άνθρωποι για τις Κυβερνήσεις
Εκατομμύρια άνθρωποι έχουν απογοητευτεί από τους πολιτικούς τους ηγέτες. Αυτό είναι αλήθεια, όχι μόνο γι’ αυτούς που ζουν στην Ευρώπη, αλλά, λίγο-πολύ, για τους πολίτες του κάθε τόπου. Για παράδειγμα, ας δούμε τις χώρες της Λατινικής Αμερικής.
Μια γνωστή γερμανική εφημερίδα εμπορικών συναλλαγών περιέγραψε την εκεί πολιτική κατάσταση προς το τέλος του 1988 ως «ένα σωρό ερείπια και τίποτα παραπάνω». Συγκεκριμένα, έλεγε τα εξής: «Στην Αργεντινή . . . η οικονομία καταρρέει. Για τη Βραζιλία, υπάρχει ο κίνδυνος να μείνει ακυβέρνητη. Το Περού έχει φτάσει στα όρια της αντοχής του. Η Ουρουγουάη αντιμετωπίζει δυσκολίες αλλά τα καταφέρνει. Ο Ισημερινός προσπαθεί να ανταπεξέλθει σε μια κατάσταση που, χωρίς αμφιβολία, χαρακτηρίζεται κατάσταση έκτακτης ανάγκης. Η Κολομβία και η Βενεζουέλα . . . διατηρούν μια εύθραυστη δημοκρατική παράδοση. Στο Μεξικό, η σταθερότητα της κυβερνητικής παράταξης, που είχε κυβερνήσει αδιαμφισβήτητα επί 50 χρόνια . . . καταρρέει ενώπιον όλων. Η δεκαετία του 1980 ήδη φεύγει ως ‘χαμένη δεκαετία’».
Σε μερικές χώρες, η δημοτικότητα των πολιτικών έχει πέσει στο κατώτερο επίπεδο όλων των εποχών. Όταν ζητήθηκε από τους κατοίκους της Αυστρίας να κατατάξουν 21 επαγγέλματα ανάλογα με το κύρος που πίστευαν ότι έχουν, εκείνοι έβαλαν τους πολιτικούς στη 19η θέση. Σφυγμομετρήσεις της κοινής γνώμης στην Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας αποκαλύπτουν ότι το 62 τοις εκατό των πολιτών που ρωτήθηκαν παραδέχτηκαν ότι έχουν ελάχιστη εμπιστοσύνη στους πολιτικούς.
Ο καθηγητής Ρέινολντ Μπέργκλερ, διευθυντής του Ιδρύματος Ψυχολογίας στο Πανεπιστήμιο της Βόννης, προειδοποιεί ότι «οι νεαροί είναι έτοιμοι να γυρίσουν την πλάτη τους στο κράτος, στην πολιτική και στους πολιτικούς». Ο ίδιος λέει ότι το 46 τοις εκατό από αυτούς τους νεαρούς θεωρούν τους πολιτικούς «φωνακλάδες», και το 44 τοις εκατό πιστεύουν ότι οι πολιτικοί δωροδοκούνται.
Ένας Αμερικανός που έκανε δημοσκοπήσεις, έγραψε στη δεκαετία του 1970: «Υπάρχει η άποψη ότι η (πολιτική) διαδικασία είναι τόσο αδιάφορη και ανέντιμη ώστε δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί από τους ψηφοφόρους για την επίτευξη των σκοπών τους». Έτσι, στις Ηνωμένες Πολιτείες, ο αριθμός των ατόμων που πιστεύουν ότι οι πολιτικοί «δεν ενδιαφέρονται πραγματικά για το τι σου συμβαίνει» έχει αυξηθεί σταθερά, από 29 τοις εκατό το 1966 σε 58 τοις εκατό στη δεκαετία του 1980. Η γερμανική εφημερίδα Στουτγκάρτερ Ναχρίχτεν (Stuttgarter Nachrichten) δικαιολογεί μια τέτοια αξιολόγηση, λέγοντας: «Πάρα πολλοί πολιτικοί βάζουν πρώτα τα δικά τους συμφέροντα και μετά, μπορεί να βάζουν και τα συμφέροντα των ψηφοφόρων τους».
Δικαιολογημένα, λοιπόν, η πολιτική απάθεια μεγαλώνει. Το 1980 μόνο το 53 τοις εκατό των πολιτών των Η.Π.Α. που είχαν δικαίωμα ψήφου πήγαν στα εκλογικά κέντρα. Όπως αναφέρθηκε, αυτή ήταν η πέμπτη στη σειρά μείωση του αριθμού των ψηφοφόρων. Μέχρι το 1988, ο αριθμός των ψηφοφόρων είχε πέσει στο 50 τοις εκατό.
Οι πολιτικοί αναγνωρίζουν το πρόβλημα. Ένας πολύ γνωστός παγκόσμιος ηγέτης ομολόγησε: «Υπάρχει πολλή υποκρισία . . . στην πολιτική ζωή». Εξηγώντας το γιατί, είπε: «Είναι αναγκαία για να ανεβείς στην εξουσία και να τη διατηρήσεις». Ποιος το είπε αυτό; Ο πρώην πρόεδρος των Η.Π.Α. Ρίτσαρντ Νίξον. Έχοντας υπόψη τα σκάνδαλα που συντόμευσαν την προεδρία του, πολύ λίγοι είναι εκείνοι που θα αμφισβητήσουν το γεγονός ότι ήξερε πολύ καλά τι έλεγε.
Η πολιτική ανικανότητα κάνει τους ειλικρινείς ανθρώπους να αναρωτιούνται αν είναι δυνατό να υπάρξει καλή κυβέρνηση. Μήπως θα ήμασταν καλύτερα αν δεν υπήρχε καμιά κυβέρνηση; Μπορεί η ακυβερνησία να αποτελεί την απάντηση;
[Πλαίσιο στη σελίδα 4]
«Όπου δεν είναι κυβέρνησις, ο λαός πίπτει».—Παροιμίαι 11:14
-
-
Μέρος Πρώτο (β)—Έχουμε στ’ Αλήθεια Ανάγκη Κάποια Κυβέρνηση;Ξύπνα!—1990 | Αύγουστος 8
-
-
Η Ανθρώπινη Διακυβέρνηση Ζυγίζεται στην Πλάστιγγα
Μέρος Πρώτο (β)—Έχουμε στ’ Αλήθεια Ανάγκη Κάποια Κυβέρνηση;
ΑΝΑΡΧΙΑ: η απουσία οποιασδήποτε μορφής πολιτικής εξουσίας, που έχει ως αποτέλεσμα μια κοινωνία ατόμων χωρίς κυβέρνηση τα οποία ισχυρίζονται ότι απολαμβάνουν πλήρη ελευθερία.
Ο ΕΛΛΗΝΑΣ φιλόσοφος Αριστοτέλης είχε πει ότι όλες οι μορφές των ανθρώπινων κυβερνήσεων είναι από τη φύση τους ασταθείς και μεταβαλλόμενες. Υποστήριξε, σύμφωνα μ’ ένα συγγραφέα, ότι «η σταθερότητα όλων των πολιτευμάτων αλλοιώνεται από τη διαβρωτική δύναμη του χρόνου».
Ενόψει τέτοιων συνθηκών, δεν προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι μερικοί άνθρωποι υποστηρίζουν την ύπαρξη ακυβερνησίας, ή τουλάχιστον όσο το δυνατόν περιορισμένης κυβέρνησης. Αλλά αν κάποιος υποστηρίζει την ακυβερνησία στην πραγματικότητα επιζητεί την αναρχία—ένας όρος που σημαίνει ότι δεν υπάρχει κυβερνήτης.
Η λέξη «αναρχία» χρησιμοποιήθηκε το έτος 1840, ακριβώς πριν από 150 χρόνια, από τον Πιερ-Ζοζέφ Προυντόν, ένα Γάλλο πολιτικό συγγραφέα. Αλλά η φιλοσοφία του αναρχισμού σκιαγραφήθηκε 200 χρόνια νωρίτερα από τον Άγγλο Γκέραρντ Γουινστάνλεϊ. Όπως εξηγεί Η Νέα Εγκυκλοπαίδεια Μπριτάνικα (The New Encyclopædia Britannica), «ο Γουινστάνλεϊ διατυπώνει τις θέσεις που αργότερα θα αποτελέσουν τις βασικές αρχές των αναρχικών: ότι η δύναμη διαφθείρει· ότι η ιδιοκτησία είναι ασυμβίβαστη με την ελευθερία· ότι η εξουσία και η ιδιοκτησία είναι, αμοιβαία, οι γεννήτορες του εγκλήματος· και ότι μόνο σε μια κοινωνία χωρίς κυβερνήτες, όπου η εργασία και τα προϊόντα της μοιράζονται, μπορούν οι άνθρωποι να είναι ελεύθεροι και ευτυχισμένοι και να δρουν, όχι σύμφωνα με νόμους οι οποίοι επιβάλλονται εκ των άνω, αλλά σύμφωνα με τις συνειδήσεις τους».
Εντούτοις δεν μας διδάσκει η πείρα ότι κάθε σύνολο χρειάζεται ένα σύστημα μέσα στο οποίο να λειτουργεί; «Από τα πολύ παλιά χρόνια», σημειώνει Η Παγκόσμια Εγκυκλοπαίδεια του Βιβλίου (The World Book Encyclopedia), «κάποιο είδος κυβέρνησης αποτελούσε ουσιώδες μέρος κάθε κοινωνίας». Αυτή εξηγεί επίσης ότι «κάθε ομάδα ανθρώπων—από τις οικογένειες ως τα έθνη—έχει κανόνες συμπεριφοράς για να κυβερνούν τη ζωή των μελών της». Πώς αλλιώς θα μπορούσε να επιτύχει τους στόχους της, για να ωφεληθούν όλα τα μέλη της;
Συνεπώς, πολλοί άνθρωποι θα δεχτούν πρόθυμα την άποψη ότι ορισμένοι θεσμοί έχουν το νόμιμο δικαίωμα να ασκούν εξουσία και να παίρνουν αποφάσεις για το κοινό καλό. Χωρίς κυβέρνηση που να παίρνει αποφάσεις για το κοινωνικό σύνολο, το κάθε άτομο θα αφηνόταν να ακολουθεί τις προσταγές της συνείδησής του, όπως πρότεινε ο Γουινστάνλεϊ. Θα προωθούσε αυτό την ενότητα; Ή μήπως είναι πιο πιθανό ότι το κάθε άτομο θα είχε την τάση να επιδιώκει τα δικά του συμφέροντα, συχνά προς βλάβη των εξίσου νόμιμων δικαιωμάτων των άλλων;
Οι πειραματισμοί με την αναρχία δεν έχουν κατορθώσει να καλυτερέψουν την τύχη της ανθρωπότητας. Οι προσπάθειες που κάνουν οι τρομοκράτες του 20ού αιώνα για να αποσταθεροποιήσουν την κοινωνία, και να καταστρέψουν ό,τι αισθάνονται πως τους καταστρέφει, δεν έχουν καταφέρει τίποτα καλύτερο.
Για να το πούμε απλά, η ακυβερνησία φέρνει το χάος. Επομένως, το ερώτημα δεν είναι ‘κυβέρνηση ή ακυβερνησία;’ αλλά μάλλον ‘τι είδους κυβέρνηση θα φέρει τα καλύτερα αποτελέσματα;’
Η Προέλευση της Ανθρώπινης Διακυβέρνησης
Η διακυβέρνηση από τον Θεό ήταν αυτό που είχε αρχικά σχεδιαστεί για τον άνθρωπο στον κήπο της Εδέμ, πριν από έξι χιλιάδες χρόνια και πλέον. Ο Δημιουργός τόνισε την εξάρτηση του ανθρώπινου γένους από εκείνον και από τις κατευθυντήριες γραμμές του, σε αρμονία με μια αρχή που διατυπώθηκε αργότερα στην Αγία Γραφή: «Του περιπατούντος ανθρώπου δεν είναι το να κατευθύνη τα διαβήματα αυτού». (Ιερεμίας 10:23) Ή όπως υποστηρίζει μια κινέζικη παροιμία: «Χωρίς τη βοήθεια του Ουρανού ο άνθρωπος δεν μπορεί να προχωρήσει ούτε σπιθαμή».
Το πρώτο ανθρώπινο ζευγάρι κατέληξε σε διαφορετικό συμπέρασμα. Αυτοί διάλεξαν να προχωρήσουν «χωρίς τη βοήθεια του Ουρανού» κι επομένως αναγκάστηκαν να συνεχίσουν τη ζωή τους έξω από τον Παράδεισο που τους είχε δώσει ο Θεός. Αργότερα, καθώς μεγάλωνε η ανθρώπινη οικογένεια, μεγάλωνε και η ανάγκη για κυβερνητικούς κανόνες οι οποίοι θα διασφάλιζαν την ειρήνη και την τάξη μέσα σ’ αυτή τη διευθέτηση. Αφού είχε απορριφθεί η διακυβέρνηση από τον Θεό, η ανθρώπινη διακυβέρνηση, αναγκαστικά, ήρθε για να γεμίσει το κενό.—Γένεσις 3:1-5.
Όλες Μοιάζουν—Κι Όμως Διαφέρουν
Απ’ αυτό το άσχημο ξεκίνημα, οι ανθρώπινες κυβερνήσεις έχουν πάρει διάφορες μορφές. Είτε αυτές είναι πολύ απλές είτε υπερβολικά περίπλοκες έχουν όλες τους ορισμένες ομοιότητες. Ακολουθούν μερικές απ’ αυτές:
Οι κυβερνήσεις φροντίζουν για τις ανάγκες των υπηκόων τους. Η κυβέρνηση που παραλείπει να το κάνει αυτό χάνει το κύρος της.
Οι κυβερνήσεις ορίζουν έναν κώδικα συμπεριφοράς, ο οποίος αν δεν εφαρμοστεί από τους υπηκόους τους καταλήγει σε τιμωρία. Αυτός ο κώδικας αποτελείται από κανόνες και νόμους, καθώς και από παραδόσεις που έχουν αναπτυχθεί στο πέρασμα των αιώνων. Ως επί το πλείστον, οι πολίτες υπακούν στον κώδικα συμπεριφοράς, είτε επειδή διακρίνουν τα οφέλη που αποκομίζουν κάνοντάς το αυτό, επειδή πιστεύουν ότι ‘αυτό είναι το σωστό’, επειδή υπόκεινται στην πίεση των υπολοίπων, είτε απλώς επειδή θα τιμωρηθούν αν δεν υπακούσουν.
Οι κυβερνήσεις εκτελούν νομοθετικές, εκτελεστικές και δικαστικές υπηρεσίες μέσω ορισμένων οργανωτικών διευθετήσεων. Καταρτίζουν νόμους, απονέμουν δικαιοσύνη και θέτουν σε ισχύ διάφορα προγράμματα.
Οι κυβερνήσεις διατηρούν ισχυρούς οικονομικούς δεσμούς με τον εμπορικό κόσμο.
Οι κυβερνήσεις επίσης συνδέονται συχνά με κάποια μορφή θρησκείας, μερικές συνδέονται πιο στενά απ’ ό,τι άλλες. Το κάνουν αυτό για να προσδώσουν στην κυριαρχία τους κάποιο κύρος—‘την ευλογία του ουρανού’—που αλλιώς δεν θα είχαν.
Βέβαια, οι κυβερνήσεις διαφέρουν κιόλας. Οι πολιτικοί επιστήμονες τις ταξινομούν και τις κατατάσσουν σε διάφορες κατηγορίες. Όπως αναφέρει Η Νέα Εγκυκλοπαίδεια Μπριτάνικα, «υπάρχει, για παράδειγμα, η κλασική διαφορά μεταξύ κυβερνήσεων που έχει να κάνει με τον αριθμό των ηγετών—όταν κυβερνάει ένα άτομο (μοναρχία ή τυραννία), όταν κυβερνούν οι λίγοι (αριστοκρατία ή ολιγαρχία) και όταν κυβερνούν οι πολλοί (δημοκρατία)».
Μερικές φορές οι κυβερνήσεις ταξινομούνται σε συνάρτηση με τους κύριους θεσμούς τους (κοινοβουλευτισμός, υπουργική κυβέρνηση), σύμφωνα με τις βασικές τους αρχές πολιτικής εξουσίας (παραδοσιακή, χαρισματική), σύμφωνα με την οικονομική τους δομή, ή σε συνάρτηση με τη χρήση ή την κατάχρηση δύναμης που κάνουν. Η ίδια εγκυκλοπαίδεια σημειώνει ότι «αν και καμιά απ’ αυτές τις αρχές της ανάλυσης δεν είναι πλήρης, η καθεμιά τους έχει κάποια ισχύ».
Αλλά άσχετα με το πώς τις ταξινομούμε, εκείνο που πρέπει να θυμόμαστε είναι ότι οι διάφορες μορφές της ανθρώπινης διακυβέρνησης—χωρίς εξαίρεση—ζυγίζονται τώρα στην πλάστιγγα. Αυτό θα έχει σημαντικές συνέπειες για όλους μας.
[Πλαίσιο στη σελίδα 6]
Αναφερόμενος στις κυβερνητικές εξουσίες που κυβερνούν μέχρι τις μέρες μας, ο απόστολος Παύλος έγραψε: «Πάσα ψυχή ας υποτάσσηται εις τας ανωτέρας εξουσίας». (Ρωμαίους 13:1, 7) Έτσι, οι Χριστιανοί που ακολουθούν την καθοδήγηση της Αγίας Γραφής συνειδητά υπακούν σε όλους τους νόμους της χώρας στην οποία ζουν, εκτός αν τους ζητηθεί να παραβιάσουν τους νόμους του Θεού, που είναι υπέρτατοι.
[Εικόνα στη σελίδα 7]
Η κυβέρνηση είναι αναγκαία—ακριβώς όπως είναι αναγκαίος ο έλεγχος της κυκλοφορίας—για να αποτρέψει το χάος
-
-
Μέρος Πρώτο (γ)—Η Ανθρώπινη Διακυβέρνηση Ζυγίζεται στην Πλάστιγγα—Γιατί;Ξύπνα!—1990 | Αύγουστος 8
-
-
Η Ανθρώπινη Διακυβέρνηση Ζυγίζεται στην Πλάστιγγα
Μέρος Πρώτο (γ)—Η Ανθρώπινη Διακυβέρνηση Ζυγίζεται στην Πλάστιγγα—Γιατί;
Το «Ξύπνα!» είναι στην ευχάριστη θέση να σας ανακοινώσει μια σειρά άρθρων με θέμα «Η Ανθρώπινη Διακυβέρνηση Ζυγίζεται στην Πλάστιγγα»
ΚΑΝΕΝΑΣ δεν μπορεί να αρνηθεί την επιρροή που ασκούν οι κυβερνήσεις—για να περιορίσουμε τη συζήτησή μας στην πολιτική—στην παγκόσμια ιστορία και στον καθένα από εμάς ατομικά. Η γλώσσα που μιλάτε, το βιοτικό επίπεδο που επιδιώκετε, το είδος της εργασίας που κάνετε, το κοινωνικό σύστημα που απολαμβάνετε, πιθανώς ακόμα και η θρησκεία που πρεσβεύετε, σας έχουν, εν μέρει τουλάχιστον, επιβληθεί από τις παραξενιές των πολιτικών αλλαγών.
Αφού η κυβέρνηση είναι αναγκαία, ποιος από εμάς δεν θα ήθελε να ζει υπό μια μορφή κυβέρνησης που θα ικανοποιεί τις ανάγκες μας με τον καλύτερο δυνατό τρόπο; Αλλά ποιο είδος κυβέρνησης είναι το καλύτερο; Και μήπως έχουμε κάποια εκλογή στο θέμα της διακυβέρνησης;
Το Ξύπνα! είναι στην ευχάριστη θέση να σας ανακοινώσει μια σειρά άρθρων με θέμα «Η Ανθρώπινη Διακυβέρνηση Ζυγίζεται στην Πλάστιγγα». Αυτά τα άρθρα θα συνεχιστούν στα μελλοντικά τεύχη αυτού του περιοδικού. Στο υπόλοιπο του 1990, θα ασχοληθεί με το ιστορικό παρελθόν που χαρακτηρίζει τις μοναρχίες, τις αριστοκρατίες, τις ολιγαρχίες και τις πλουτοκρατίες. Θα ερευνήσει επισταμένα και σε όλο τους το φάσμα τις δημοκρατίες, μαζί με τις διαφόρων ειδών προεδρικές δημοκρατίες. Θα στρέψει τον προβολέα στις απόλυτες μοναρχίες, στις δικτατορίες και στις ολοκληρωτικές κυβερνήσεις, όπως ο φασισμός και ο ναζισμός, του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου. Θα εξεταστούν επίσης ο σοσιαλισμός και ο κομμουνισμός.
Οι μορφές της ανθρώπινης διακυβέρνησης είναι πολλές και περίπλοκες, έτσι δεν μπορούμε να παρουσιάσουμε όλα όσα σχετίζονται με τις κυβερνήσεις. Ο σκοπός των άρθρων δεν είναι να αποτελέσουν περιεκτικό οδηγό σχετικά με την πολιτική. Δεν θα υποστηρίξουν ούτε θα προαγάγουν τα συμφέροντα των ανθρώπινων κυβερνήσεων γενικά ή κάποιας μορφής συγκεκριμένα. Οποιεσδήποτε συγκρίσεις γίνουν ανάμεσα στις διάφορες μορφές διακυβέρνησης δεν θα έχουν σκοπό να υποστηρίξουν κάποια μορφή έναντι κάποιας άλλης. Το Ξύπνα! θα παραμείνει στενά προσκολλημένο στις κατευθυντήριες γραμμές του, όπως εκτίθενται στη σελίδα 5, όπου διαβάζουμε: «Ερευνά βαθιά κάτω από την επιφάνεια και επισημαίνει το πραγματικό νόημα που υπάρχει πίσω από τα τρέχοντα γεγονότα, ωστόσο παραμένει πάντοτε πολιτικά ουδέτερο».
Ο σκοπός της σειράς των άρθρων με θέμα «Η Ανθρώπινη Διακυβέρνηση Ζυγίζεται στην Πλάστιγγα» είναι να αποτελέσει μέρος αυτής της έρευνας που γίνεται «βαθιά κάτω από την επιφάνεια». Τα άρθρα θα επισημάνουν «το πραγματικό νόημα που υπάρχει πίσω από τα τρέχοντα γεγονότα», γεγονότα που δείχνουν ότι η ανθρώπινη διακυβέρνηση αντιμετωπίζει κρίση.
Το βιβλίο Η Παγκόσμια Ιστορία της Κολούμπια (The Columbia History of the World) περιγράφει αυτή την κρίση με τον εξής τρόπο: «Η κατάσταση στην οποία βρίσκουμε την κυβέρνηση, τη θρησκεία, την ηθική, τις κοινωνικές σχέσεις, τη γλώσσα, τις τέχνες, και αυτή τη βασική αρχή της πολιτισμένης ζωής, την ελπίδα του συνόλου, μας επιτρέπει να διαμορφώσουμε ένα υποθετικό τουλάχιστον συμπέρασμα, σχετικά με τη σημασία της σύγχρονης εποχής. Η κυβέρνηση είναι πρώτη στον κατάλογο και πρώτη σε σπουδαιότητα. . . . [Υπάρχει] περιφρόνηση για το νόμο, για την Πολιτεία που τον επιβάλλει, και για τους κυβερνήτες που ακόμα πιστεύουν σ’ αυτά τα δυο. . . . Η σημερινή διανοητική στάση έρχεται σε πλήρη αντίθεση μ’ αυτή που υπήρχε πριν από έναν αιώνα . . . Σε πολλά μέρη του κόσμου, υπάρχουν δυνάμεις έτοιμες με μια λέξη να καταλάβουν δημαρχεία, να διαλύσουν ένα δημόσιο ακροατήριο, να λεηλατήσουν ένα πανεπιστήμιο ή να ανατινάξουν μια πρεσβεία. . . . Η μανία για απόλυτη ελευθερία είναι καταστροφική. . . . Εν συντομία, το μοναδικό πολιτικό και κοινωνικό ιδεώδες, η μοναδική κινητήρια δύναμη της εποχής είναι η απόλυτη επιθυμία για ανεξαρτησία, άσχετα με τα υπολείμματα των παλιότερων φιλοσοφιών κάτω από τα οποία καμουφλάρεται. Αν αυτό δεν είναι Κατάρρευση, τότε είναι αναντίρρητα Διάλυση».
Θα οδηγήσει άραγε η «Διάλυση» στην «Κατάρρευση», και αν ναι, τι συνέπειες θα έχει αυτό για τον κόσμο στον οποίο ζούμε; Είναι αλήθεια ότι η ανθρώπινη διακυβέρνηση κρίνεται, αλλά όχι μόνο από ανθρώπους που επί χιλιάδες χρόνια ζυγίζουν τις κυβερνήσεις τους και επανειλημμένα τις βρίσκουν ελλιπείς. Αυτή τη φορά ο ίδιος ο Δημιουργός του σύμπαντος τις καλεί να αποδώσουν λογαριασμό. Μήπως η ιστορία της ανθρώπινης διακυβέρνησης στο πέρασμα των αιώνων δικαιολογεί τη συνέχιση της ύπαρξής της; Ή μήπως το ζύγισμά της σύμφωνα με τα σταθμά της θεϊκής δικαιοσύνης θα δείξει ότι πρέπει να πάψει να υπάρχει; Και αν είναι έτσι, τότε με τι μπορεί να αντικατασταθεί;
Η σειρά των άρθρων με θέμα «Η Ανθρώπινη Διακυβέρνηση Ζυγίζεται στην Πλάστιγγα» θα εμπλουτίσει τις γνώσεις σας σχετικά με τις κυβερνήσεις. Και θα σας γεμίσει με ελπίδα, γιατί έχετε κάθε λόγο να είστε αισιόδοξοι. Μια καλύτερη κυβέρνηση είναι καθ’ οδόν. Και το καλύτερο απ’ όλα είναι ότι μπορείτε να ζήσετε για να την απολαύσετε!
[Εικόνες στη σελίδα 9]
Όταν η ιστορία της ανθρώπινης διακυβέρνησης ζυγιστεί στην πλάστιγγα της θεϊκής δικαιοσύνης θα είναι η κρίση του Θεού ευνοϊκή;
[Ευχαριστίες]
WHO photo/PAHO by J. Vizcarra
-
-
Μέρος Δεύτερο—Οι Βασιλιάδες, Σαν Αστέρια, Υψώνονται και ΠέφτουνΞύπνα!—1990 | Αύγουστος 22
-
-
Η Ανθρώπινη Διακυβέρνηση Ζυγίζεται στην Πλάστιγγα
Μέρος Δεύτερο—Οι Βασιλιάδες, Σαν Αστέρια, Υψώνονται και Πέφτουν
Μοναρχία: κυβέρνηση στην οποία επικεφαλής είναι ένας κληρονομικός αρχηγός της πολιτείας, όπως ένας βασιλιάς ή ένας αυτοκράτορας· Βασιλεία: μια μοναρχική μορφή κυβέρνησης στην οποία επικεφαλής είναι ένας βασιλιάς ή μια βασίλισσα· Αυτοκρατορία: μια εκτεταμένη επικράτεια, που συνήθως περιλαμβάνει ένα σύνολο εθνών, πολιτειών ή λαών υπό τον έλεγχο μιας και μοναδικής υπέρτατης δύναμης, στην οποία επικεφαλής είναι κατά γενικό κανόνα ένας αυτοκράτορας.
«ΕΠΙ των ημερών δε του Αμαρφέλ βασιλέως Σενναάρ». Εδώ, καθώς αρχίζει το 14ο κεφάλαιο της Γένεσης, η Αγία Γραφή χρησιμοποιεί τη λέξη ‘βασιλιάς’ για πρώτη φορά. Αν το όνομα Αμαρφέλ ήταν, όπως ισχυρίζονται μερικοί, άλλο ένα όνομα για τον πολύ γνωστό βασιλιά της Βαβυλώνας, Χαμουραμπί, αυτό δεν το ξέρουμε. Αυτό που ξέρουμε είναι πως, όποιος κι αν είναι ο Αμαρφέλ, η ιδέα της ανθρώπινης βασιλείας δεν προήλθε από εκείνον. Αρκετές εκατοντάδες χρόνια νωρίτερα, ο Νεβρώδ, παρ’ όλο που δεν αποκαλείται βασιλιάς, ήταν αναμφισβήτητα βασιλιάς. Στην πραγματικότητα, ήταν ο πρώτος ανθρώπινος βασιλιάς στην ιστορία.—Γένεσις 10:8-12.
Είναι αλήθεια πως δεν έχουμε κάποιο ανθρωποποίητο αντικείμενο που να αναφέρεται στον βασιλιά Νεβρώδ ή στον βασιλιά Αμαρφέλ. «Ο Ενμεμπαραγκέζι, βασιλιάς της Κις, είναι ο παλαιότερος κυβερνήτης της Μεσοποταμίας για τον οποίον υπάρχουν αυθεντικές επιγραφές», λέει Η Νέα Εγκυκλοπαίδεια Μπριτάνικα (The New Encyclopædia Britannica). Από την Κις, μια αρχαία πόλη-κράτος στη Μεσοποταμία, προήλθε η σουμερική λέξη για τον κυβερνήτη, που σημαίνει «μεγάλος άντρας». Η χρονολόγηση της διακυβέρνησης του Ενμεμπαραγκέζι, αν και διαφέρει από τη χρονολογία της Αγίας Γραφής, παρ’ όλα αυτά προσεγγίζει την περίοδο που αναγνωρίζεται ως ορθή από την Αγία Γραφή και, το πιο σπουδαίο, τοποθετεί την προέλευση της ανθρώπινης διακυβέρνησης στο ίδιο μέρος της γης που την τοποθετεί και η Αγία Γραφή.
Ενότητα Μέσω της Πλειοψηφίας του Ενός
Σε γενικές γραμμές, υπάρχει η άποψη ότι η κινεζική δυναστεία Σανγκ ή Γιν άρχισε κάπου μεταξύ του 18ου και του 16ου αιώνα Π.Κ.Χ., αν και αυτή η χρονολόγηση είναι αμφίβολη. Όπως και αν είναι τα πράγματα, οι μοναρχίες αποτελούν την παλαιότερη μορφή ανθρώπινης κυβέρνησης. Είναι επίσης πολύ διαδεδομένες.
Η λέξη «μονάρχης» προέρχεται από τη λέξη μόνος και τη λέξη αρχή, που σημαίνει «διακυβέρνηση». Συνεπώς, η μοναρχία παραχωρεί ανώτατη εξουσία σε ένα και μόνο άτομο, που υπηρετεί από μόνο του ως μόνιμος αρχηγός του κράτους. Στην απόλυτη μοναρχία, ο λόγος του βασιλιά είναι νόμος. Αυτός σχηματίζει, σαν να λέγαμε, την πλειοψηφία του ενός.
Οι μοναρχίες ανέκαθεν θεωρούνταν χρήσιμες στο να κρατάνε τα έθνη ενωμένα. Ο Τζον Χ. Μάντι, που διδάσκει μεσαιωνική ιστορία της Ευρώπης, εξηγεί ότι στα χρόνια του Μεσαίωνα, η πολιτική θεωρία «υποστήριζε πως επειδή ήταν υπεράνω συγκεκριμένων φατριών, η θέσπιση της μοναρχίας ήταν κατάλληλη για μεγάλες περιοχές με διαφορετικά και συγκρουόμενα τοπικά συμφέροντα». Αυτές οι μεγάλες περιοχές με τα «συγκρουόμενα τοπικά συμφέροντα» ήταν συχνά η συνέπεια των στρατιωτικών κατακτήσεων, αφού οι βασιλιάδες ήταν κατά κανόνα στρατιωτικοί αρχηγοί. Στην πραγματικότητα, ο ιστορικός Γ. Λ. Γουόρεν λέει ότι η νίκη στον πόλεμο «θεωρούνταν γενικά το πρώτο κριτήριο μιας επιτυχημένης βασιλείας».
Έτσι, η μοναρχική μορφή κυβέρνησης συνέβαλε στην ίδρυση παγκόσμιων δυνάμεων, όπως η ελληνική αυτοκρατορία υπό τον Μεγάλο Αλέξανδρο, η ρωμαϊκή αυτοκρατορία υπό τους Καίσαρες και, πιο πρόσφατα, η βρετανική αυτοκρατορία. Αυτή η αυτοκρατορία, στο αποκορύφωμά της στις αρχές του 20ού αιώνα, ένωσε υπό έναν και μόνο αντιβασιλέα περίπου το ένα τέταρτο του πληθυσμού της γης και το ένα τέταρτο της επιφάνειας της γης.
Βασιλεία με Θρησκευτικά Ενδύματα
Πολλοί αρχαίοι βασιλιάδες ισχυρίστηκαν ότι είχαν θεϊκή υπόσταση. Όπως παρατήρησε ο ιστορικός Τζορτζ Σαμπίν: «Αρχίζοντας με τον Αλέξανδρο, οι ελληνιστικοί βασιλιάδες κατατάσσονταν επίσης ανάμεσα στους θεούς των ελληνικών πόλεων. Ο θεοποιημένος βασιλιάς έγινε γενικός θεσμός στην Ανατολή και στο τέλος τον υιοθέτησαν αναγκαστικά και οι Ρωμαίοι αυτοκράτορες». Ο ίδιος λέει ότι αυτή η πίστη στη θεϊκή υπόσταση των βασιλιάδων επικράτησε στην Ευρώπη «με τη μια ή με την άλλη μορφή μέχρι τους σύγχρονους καιρούς».
Στην Κεντρική και στη Νότια Αμερική, τα κράτη των Αζτέκων και των Ίνκα θεωρούνταν ιερές μοναρχίες. Στην Ασία, μόλις το 1946, ο εκλιπών αυτοκράτορας Χιροχίτο της Ιαπωνίας παραιτήθηκε από τον τίτλο που είχε ως ο 124ος ανθρώπινος απόγονος της θεάς του ήλιου Αματεράσου Ομικάμι.
Αν και δεν ισχυρίζονταν όλοι οι βασιλιάδες ότι είχαν θεϊκή υπόσταση, οι περισσότεροι τουλάχιστον ισχυρίζονταν ότι είχαν θεϊκή υποστήριξη. Το γεγονός ότι είχαν επιλεγεί για να αντιπροσωπεύουν τον Θεό στη γη συνεπαγόταν το ιερατικό χάρισμα. Ο Τζον Χ. Μάντι εξηγεί ότι «η αρχαία ιδέα πως οι ίδιοι οι βασιλιάδες είχαν ιερατικά χαρακτηριστικά διαδόθηκε σ’ όλη τη Δύση, καθιστώντας έτσι έναν άρχοντα διοικητικό αρχηγό της εκκλησίας του και οδηγό της εκκλησιαστικής του αποστολής». Επρόκειτο για μια θρησκευτική αντίληψη, «που προερχόταν από τη συνεργασία εκκλησίας και κράτους επί εποχής Κωνσταντίνου [στη διάρκεια του τέταρτου αιώνα Κ.Χ.] και από την παράλληλη αφομοίωση της Νεοπλατωνικής σκέψης από την εκκλησία». Η θρησκευτική ευλογία που δινόταν τη στιγμή της στέψης προσέδιδε στην εξουσία του βασιλιά ένα κύρος που διαφορετικά θα έλειπε.
Το 1173, ο Ερρίκος Β΄ της Αγγλίας άρχισε να χρησιμοποιεί τον τίτλο «Βασιλιάς ελέω Θεού». Αυτό οδήγησε στην ιδέα που έγινε αργότερα γνωστή ως θεϊκό δικαίωμα των βασιλιάδων, που σήμαινε πως η εξουσία του βασιλιά ήταν κληρονομική. Υποτίθεται ότι ο Θεός έκανε φανερή την εκλογή του με το γεγονός της γέννησης του ατόμου. Το 1661, ο Λουδοβίκος ΙΔ΄ της Γαλλίας έθεσε σε εφαρμογή μια υπερβολική ερμηνεία αυτής της δοξασίας με το να αναλάβει πλήρη κυβερνητικό έλεγχο. Θεωρούσε την εναντίωση αμαρτία ενάντια στον Θεό που αντιπροσώπευε. «L’état c’est moi! [Το κράτος είμαι εγώ]», καυχιόταν.
Μια παρόμοια ιδέα εμφανίστηκε στη Σκωτία περίπου την ίδια εποχή. Ενώ κυβερνούσε τη Σκωτία ως Ιάκωβος ΣΤ΄, αλλά πριν γίνει ο Βασιλιάς Ιάκωβος Α΄ της Αγγλίας το 1603, αυτός ο μονάρχης έγραψε: «Οι βασιλιάδες αποκαλούνται Θεοί . . . γιατί κάθονται στο Θρόνο του ΘΕΟΥ στη γη, και έχουν να δώσουν λόγο για τη διακυβέρνησή τους σ’ Αυτόν». Δεν ξέρουμε σε ποιο βαθμό επηρέασε τον Ιάκωβο αυτή η πεποίθηση ώστε να δώσει εντολή να μεταφραστεί η Αγία Γραφή στην αγγλική. Ξέρουμε όμως το αποτέλεσμα, τη Μετάφραση Βασιλέως Ιακώβου, που εξακολουθεί να χρησιμοποιείται ευρέως από τους Προτεστάντες.
Η Εποχή των Απόλυτων Μοναρχιών
Από τις αρχές του Μεσαίωνα κι έπειτα, οι μοναρχίες αποτελούσαν τη χαρακτηριστική μορφή κυβέρνησης. Οι βασιλιάδες βρήκαν έναν ανέξοδο και βολικό τρόπο να κυβερνούν, με το να μεταβιβάζουν εξουσία σε εξέχοντες γαιοκτήμονες. Αυτοί, με τη σειρά τους, θέσπισαν ένα πολιτικό και στρατιωτικό σύστημα γνωστό ως φεουδαρχία. Σε αντάλλαγμα για διάφορες στρατιωτικές και άλλες υπηρεσίες, οι γαιοκτήμονες έδιναν στους υποτελείς τους γη. Αλλά όσο πιο αποδοτικοί και ισχυροί γίνονταν οι φεουδάρχες γαιοκτήμονες τόσο πιο πιθανό ήταν ότι η βασιλεία θα διαχωριζόταν σε ισχυρά φέουδα.
Επιπλέον, το φεουδαρχικό σύστημα στερούσε από τους πολίτες την αξιοπρέπεια και την ελευθερία τους. Αυτοί εξουσιάζονταν από στρατιωτικούς γαιοκτήμονες, για το εισόδημα των οποίων ήταν κυρίως υπεύθυνοι. Στερημένος από εκπαιδευτικές και πολιτιστικές ευκαιρίες, «ο δουλοπάροικος είχε ελάχιστα δικαιώματα που θα μπορούσαν να εκτελεστούν από το νόμο ενάντια στο φεουδάρχη άρχοντα», λέει η Κόλιερς Ενσαϊκλοπίντια (Collier’s Encyclopedia). «Δεν μπορούσε να παντρευτεί, να μεταβιβάσει το ενοικιαζόμενο κτήμα σε κληρονόμους ούτε να φύγει από το φέουδο χωρίς τη συγκατάθεση του άρχοντα».
Αυτή δεν ήταν η μοναδική μέθοδος διακυβέρνησης στις απόλυτες μοναρχίες. Μερικοί βασιλιάδες παραχωρούσαν διοικητικές θέσεις σε άτομα που μπορούσαν αργότερα να απομακρυνθούν από την υπηρεσία τους, αν αυτό κρινόταν αναγκαίο. Άλλοι βασιλιάδες εμπιστεύονταν την τοπική διακυβέρνηση σε δημοφιλείς θεσμούς, που κυβερνούσαν μέσω εθίμων και κοινωνικής πίεσης. Αλλά όλες αυτές οι μέθοδοι, με τον έναν ή με τον άλλον τρόπο, δεν ήταν ικανοποιητικές. Παρ’ όλα αυτά, συγγραφείς του 17ου αιώνα, όπως ο Σερ Ρόμπερτ Φίλμερ από την Αγγλία και ο Ζακ-Μπενίν Μποσουέ από τη Γαλλία, εξακολουθούσαν να υποστηρίζουν την απολυταρχία ως τη μόνη κατάλληλη μορφή κυβέρνησης. Εντούτοις, οι μέρες της ήταν μετρημένες.
Οι «Θεοί» Υποβιβάζονται σε Διακοσμητικά Στοιχεία
Παρά τη γενική πεποίθηση ότι οι μονάρχες ήταν υπεύθυνοι μόνο απέναντι στον Θεό, από καιρό ασκούνταν ολοένα και μεγαλύτερη πίεση για να κατασταθούν υπεύθυνοι απέναντι σε ανθρώπινους νόμους, έθιμα και αρχές. Το 18ο αιώνα, «οι μονάρχες χρησιμοποιούσαν μια ρητορική διαφορετική απ’ αυτή των ηγεμόνων του δέκατου έβδομου αιώνα», λέει Η Παγκόσμια Ιστορία της Κολούμπια (The Columbia History of the World), προσθέτοντας, όμως, ότι «κάτω και πέρα από τη ρητορική εξακολουθούσαν να είναι ηγεμόνες». Μετά εξηγεί ότι «όταν ο Φρειδερίκος ο Μέγας αυτοαποκαλέστηκε ο ‘πρώτος υπηρέτης του κράτους’ και αρνήθηκε το θεϊκό δικαίωμα των βασιλιάδων, δεν σκεφτόταν να απαρνηθεί την εξουσία».
Παρ’ όλα αυτά, μετά την Επανάσταση του 1688 στην Αγγλία και τη Γαλλική Επανάσταση του 1789, η εποχή της απολυταρχίας είχε ως επί το πλείστον τελειώσει. Σταδιακά, οι απόλυτες μοναρχίες παραχώρησαν τη θέση τους στις περιορισμένες μοναρχίες με νομοθετικά σώματα ή με συντάγματα ή και με τα δύο. Σε αντίθεση με το 12ο αιώνα, όταν η «βασιλεία είχε ακόμα τη μορφή που ο βασιλιάς ήταν ικανός να της δώσει και που οι υπήκοοί του ήταν έτοιμοι να δεχτούν», για να παραθέσουμε από τον ιστορικό Γ. Λ. Γουόρεν, σήμερα η πολιτική δύναμη που έχουν οι περισσότεροι βασιλιάδες και βασίλισσες είναι αρκετά περιορισμένη.
Φυσικά, ορισμένοι μονάρχες εξακολουθούν να ασκούν αξιόλογη εξουσία. Αλλά οι περισσότεροι απ’ αυτούς έχουν χάσει από καιρό τα φωτοστέφανα της «θεϊκής υπόστασης» που είχαν και αρκούνται να αποτελούν διακοσμητικά στοιχεία, κεντρικές μορφές εξουσίας γύρω από τις οποίες μπορεί ο λαός να λαβαίνει ενθάρρυνση να συγκεντρώνεται μ’ ένα πνεύμα αφοσίωσης. Οι περιορισμένες μοναρχίες προσπαθούν να διατηρούν τα ενοποιητικά χαρακτηριστικά της διακυβέρνησης του ενός ενώ παράλληλα να ξεριζώνουν τις αρνητικές πλευρές της παραχωρώντας την ουσιαστική εξουσία σ’ ένα νομοθετικό σώμα.
Η ιδέα των περιορισμένων μοναρχιών εξακολουθεί να είναι δημοφιλής. Πρόσφατα, το 1983, ο Κρίσνα Πρασάντ Μπχαταράι, αρχηγός του πολιτικού κόμματος του Νεπαλικού Κογκρέσου, στο Νεπάλ, μίλησε θαρραλέα υπέρ της μοναρχίας αποκαλώντας τη ‘φραγμό ενάντια στο χάος’, λέγοντας ότι ‘ο Βασιλιάς είναι απαραίτητος για να κρατάει τη χώρα ενωμένη’. Και παρ’ όλο που το 1987 οι Γάλλοι έκαναν τις τελικές προετοιμασίες για τον εορτασμό της 200ής επετείου της Γαλλικής Επανάστασης, το 17 τοις εκατό απ’ αυτούς που ρωτήθηκαν σε μια σφυγμομέτρηση ήταν υπέρ της επιστροφής στη μοναρχία. Κάποιο μέλος ενός μοναρχικού ομίλου είπε: «Ο Βασιλιάς αποτελεί τη μόνη οδό για να ενωθεί ένα έθνος που επί πολύ καιρό είναι διαιρεμένο από πολιτικές διαμάχες».
Τον ίδιο χρόνο, το περιοδικό Τάιμ (Time) παρατήρησε: «Το βασιλικό αξίωμα απαιτεί αφοσίωση, ίσως γιατί οι μονάρχες είναι οι τελευταίες εξέχουσες εικόνες της εποχής μας, οι μόνες επιζώσες προσωπικότητες που μπορούν ακόμα να τονώσουν την πίστη ενώ παραμένουν μυστήριο. Αν ο Θεός είναι νεκρός, ζήτω η Βασίλισσα!» Αλλά μετά, βλέποντας τα πράγματα πιο ρεαλιστικά, πρόσθεσε ότι «η υπέρτατη δύναμη της [Βρετανής] Βασίλισσας βρίσκεται περισσότερο στην εντυπωσιακή αδυναμία της».
‘Βρέθηκε Ελλιπής’
Οι απόλυτες μοναρχίες δεν είναι ικανοποιητικές. Από τη φύση τους είναι ασταθείς. Αργά ή γρήγορα, κάθε κυβερνήτης πεθαίνει και πρέπει να αντικατασταθεί από ένα διάδοχο, που συχνότατα επιλέγεται λόγω της καταγωγής και όχι λόγω των υψηλών ηθικών αρχών ή της ικανότητάς του. Ποιος μπορεί να εγγυηθεί ότι ο γιος θα είναι τόσο καλός όσο ο πατέρας του; Ή αν ένας πατέρας ήταν κακός ότι ο γιος του θα είναι καλύτερος;
Επίσης, όπως τονίζει ο Κριστιάνο Γκροτανέλι, «η επιλογή του βασιλικού διαδόχου» συχνά «καθορίζεται αόριστα και μόνο, έτσι ώστε ανάμεσα στα εκλέξιμα μέλη της βασιλικής γραμμής μπορεί να ξεσπάσει ανταγωνισμός. Κατά συνέπεια, η περίοδος που ακολουθεί το θάνατο ενός βασιλιά είναι συνήθως μια περίοδος κοινωνικού (και κοσμικού) χάους, τόσο από κατά γράμμα όσο και από συμβολική άποψη».
Αφού αποτελεί διακυβέρνηση του ενός, η αποτελεσματικότητα της απόλυτης μοναρχίας εξαρτάται από την αποτελεσματικότητα του ενός, που είναι ο κυβερνήτης της. Οι ικανότητες και τα σημεία υπεροχής του ίσως αντανακλώνται στην κυβέρνησή του, αλλά το ίδιο θα συμβαίνει και με τις αδυναμίες του, τους περιορισμούς του και την έλλειψη γνώσης από μέρους του. Ακόμα και οι γαλαζοαίματοι είναι ατελείς. Οι κακοί βασιλιάδες συγκροτούν κακές κυβερνήσεις, οι καλοί βασιλιάδες πιθανώς συγκροτούν καλύτερες, αλλά μόνο ένας τέλειος βασιλιάς μπορεί να εγκαθιδρύσει το είδος της κυβέρνησης που έχει ανάγκη η ανθρωπότητα και που της αξίζει να έχει.
Και οι κοινοβουλευτικές ή περιορισμένες μοναρχίες αποτυγχάνουν. Στο Ηνωμένο Βασίλειο, αυτός ο αιώνας έχει δει τους βασιλιάδες και τις βασίλισσες της Αγγλίας, που έχουν υποβιβαστεί σε διακοσμητικά στοιχεία, να προΐστανται στο διαμελισμό της μεγαλύτερης και πιο ισχυρής αυτοκρατορίας που γνώρισε ποτέ ο κόσμος.
Ένα Αστέρι Διαφορετικού Είδους
Οι βασιλιάδες, σαν αστέρια, και υψώνονται και πέφτουν—με μια εξαίρεση. Ο Ιησούς Χριστός λέει για τον εαυτό του ότι είναι «η ρίζα και το γένος του Δαυίδ, το λαμπρό πρωινό αστέρι». (Αποκάλυψις 22:16, ΚΔΤΚ) Με το να είναι απευθείας απόγονος του Βασιλιά Δαβίδ από σαρκική άποψη, ο Ιησούς έχει τα προσόντα να είναι Βασιλιάς της κυβέρνησης του Θεού. Σαν το «λαμπρό πρωινό αστέρι», ο Ιησούς είναι επίσης το ‘αστέρι της ημέρας’ που ο Πέτρος είπε ότι θα υψωνόταν και θα έκανε την ημέρα να χαράξει.—2 Πέτρου 1:19, ΜΝΚ· Αριθμοί 24:17· Ψαλμός 89:34-37.
Ενόψει αυτών των γεγονότων, πόσο σοφό είναι να αποβλέπουμε για καθοδήγηση στα αστέρια των ανθρώπινων μοναρχιών τα οποία πέφτουν; Μάλλον η σοφία θα επέβαλλε να εναποθέσουμε τις ελπίδες μας στο διορισμένο από τον Θεό Βασιλιά, τον Ιησού Χριστό, ‘τον Βασιλέα των βασιλευόντων, και Κύριον των κυριευόντων, όστις μόνος [υπεράνω όλων των ανθρώπινων βασιλιάδων] έχει την αθανασίαν’. (1 Τιμόθεον 6:15, 16) Εκείνος, έχοντας ήδη υψωθεί ως αόρατος Βασιλιάς στους ουρανούς, θα φέρει σύντομα το ξημέρωμα ενός νέου κόσμου. Είναι ένα αστέρι—ένας βασιλιάς—το οποίο τώρα που έχει υψωθεί, δεν θα πέσει ποτέ!
[Εικόνα στη σελίδα 17]
Με το θάνατο, ακόμα και ο καλύτερος ανθρώπινος βασιλιάς αφήνει το έργο του σε αβέβαια χέρια
-
-
Μέρος Τρίτο: ‘Διακυβέρνηση από τους Καλύτερους’—Είναι Πραγματικά η Καλύτερη;Ξύπνα!—1990 | Σεπτέμβριος 8
-
-
Η Ανθρώπινη Διακυβέρνηση Ζυγίζεται στην Πλάστιγγα
Μέρος Τρίτο: ‘Διακυβέρνηση από τους Καλύτερους’—Είναι Πραγματικά η Καλύτερη;
Αριστοκρατία: διακυβέρνηση από τους ευγενείς, από μια προνομιούχα μειοψηφία ή από μια τάξη εκλεκτών που πιστεύεται ότι έχουν τα καλύτερα προσόντα για να κυβερνούν· ολιγαρχία: διακυβέρνηση από τους λίγους, είτε από άτομα είτε από οικογένειες, συχνά για διεφθαρμένους ή ιδιοτελείς σκοπούς.
ΦΑΙΝΕΤΑΙ λογικό ότι η καλύτερη μορφή κυβέρνησης θα μπορούσε να υπάρξει αν την αποτελούσαν οι καλύτεροι άνθρωποι. Οι ‘καλύτεροι’ έχουν πάρει πιο αξιόλογη εκπαίδευση, διαθέτουν πιο πολλά προσόντα και είναι πιο ικανοί—λέει το επιχείρημα—και ως εκ τούτου είναι σε καλύτερη θέση να ηγούνται των άλλων. Μια αριστοκρατική κυβέρνηση που έχει ως επικεφαλής μια τέτοια τάξη εκλεκτών μπορεί να πάρει διάφορες μορφές: για παράδειγμα, κυβέρνηση από τους πλουσίους, δηλαδή πλουτοκρατία· κυβέρνηση από τον κλήρο, δηλαδή θεοκρατία· ή κυβέρνηση από τους κρατικούς λειτουργούς, δηλαδή γραφειοκρατία.
Σε πολλές πρωτόγονες κοινωνίες, που κυβερνούνταν από τους πρεσβυτέρους ή τους αρχηγούς των φυλών, επικρατούσε η αριστοκρατία. Κατά καιρούς, η Ρώμη, η Αγγλία και η Ιαπωνία, για να αναφέρουμε μόνο τρεις, είχαν όλες τους αριστοκρατικές κυβερνήσεις. Στην αρχαία Ελλάδα, η λέξη «αριστοκρατία» χρησιμοποιούνταν σε σχέση με τις πόλεις-κράτη, ή απλώς πόλεις, στις οποίες κυβερνούσε μια μικρή ομάδα. Συχνά, μερικές εξέχουσες οικογένειες μοιράζονταν την εξουσία. Όμως, σε μερικές περιπτώσεις, μεμονωμένες οικογένειες καταλάμβαναν την εξουσία παράνομα και εγκαθιστούσαν μια πιο τυραννική μορφή διακυβέρνησης.
Όπως και άλλες ελληνικές πόλεις-κράτη, η Αθήνα είχε αρχικά αριστοκρατικό πολίτευμα. Αργότερα, καθώς οι πολιτιστικές αλλαγές εξασθένισαν τις ταξικές διακρίσεις και διέσπασαν την ενότητά της, η πόλη πήρε δημοκρατική μορφή. Η Σπάρτη, από την άλλη μεριά, που κατά τα λεγόμενα ιδρύθηκε τον ένατο αιώνα Π.Κ.Χ., κυβερνιόταν από μια στρατιωτική ολιγαρχία. Αυτή η πόλη σύντομα άρχισε να ανταγωνίζεται την Αθήνα, που ήταν πολύ αρχαιότερη, και οι δυο πόλεις αγωνίστηκαν για να κυριαρχήσουν στον ελληνικό κόσμο της εποχής τους. Έτσι, η διακυβέρνηση από τους πολλούς, που επικρατούσε στην Αθήνα, ήρθε σε σύγκρουση με τη διακυβέρνηση από τους λίγους, που επικρατούσε στη Σπάρτη. Βέβαια, η διαμάχη τους ήταν περίπλοκη και περιελάμβανε περισσότερα πράγματα, κι όχι απλώς μια διαφωνία σχετικά με το θέμα της διακυβέρνησης.
Ένα Ευγενές Ιδεώδες Εκφυλίζεται
Οι πολιτικές διαφορές ήταν συχνά το θέμα των φιλοσοφικών συζητήσεων ανάμεσα στους Έλληνες φιλόσοφους. Ο Αριστοτέλης, πρώην μαθητής του Πλάτωνα, έκανε μια διάκριση ανάμεσα στις αριστοκρατίες και στις ολιγαρχίες. Όρισε τη γνήσια αριστοκρατία ως καλή μορφή κυβέρνησης, ως ευγενές ιδεώδες που έδινε τη δυνατότητα σε άτομα με ιδιαίτερες ικανότητες και υψηλές ηθικές αρχές να αφιερώσουν τον εαυτό τους στην υπηρεσία του κοινού, προς όφελος των άλλων. Αλλά όταν ήταν επικεφαλής μια καταπιεστική και ιδιοτελής τάξη εκλεκτών, η γνήσια αριστοκρατία αλλοιωνόταν και γινόταν άδικη ολιγαρχία. Ο Αριστοτέλης πίστευε πως αυτή ήταν μια εκφυλισμένη μορφή κυβέρνησης.
Ενώ υποστήριζε τη διακυβέρνηση από ‘τους καλύτερους’, ο Αριστοτέλης παραδέχτηκε ότι ο συνδυασμός της αριστοκρατίας με τη δημοκρατία προφανώς θα έφερνε τα επιθυμητά αποτελέσματα, μια ιδέα που εξακολουθεί να φαίνεται ελκυστική σε μερικούς πολιτικούς στοχαστές. Μάλιστα, οι αρχαίοι Ρωμαίοι συνδύασαν πράγματι αυτές τις δυο μορφές κυβέρνησης με αρκετή επιτυχία. «Η πολιτική [στη Ρώμη] ήταν υπόθεση όλων», λέει Ο Άτλας Κόλινς της Παγκόσμιας Ιστορίας (The Collins Atlas of World History). Παρ’ όλα αυτά, συγχρόνως, «οι πλουσιότεροι πολίτες και αυτοί που ήταν αρκετά τυχεροί ώστε να ανήκουν σε οικογένεια ευγενών σχημάτισαν μια ολιγαρχία, η οποία μοίραζε στα μέλη της τα αξιώματα του δικαστή, του στρατιωτικού αρχηγού και του ιερέα».
Ακόμη και στα τέλη του μεσαίωνα και στις αρχές της σύγχρονης εποχής, τα ευρωπαϊκά αστικά κέντρα συνδύαζαν δημοκρατικά και αριστοκρατικά στοιχεία στην κυβέρνησή τους. Η Κόλιερς Ενσαϊκλοπίντια (Collier’s Encyclopedia) λέει: «Η εξαιρετικά συντηρητική Βενετική Δημοκρατία, που τελικά την ανέτρεψε ο Ναπολέων, αποτελεί το κλασικό παράδειγμα μιας τέτοιας ολιγαρχίας· αλλά οι Ελεύθερες Πόλεις της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, οι πόλεις της Χανσεατικής Ένωσης, και οι προνομιούχες πόλεις της Αγγλίας και της δυτικής Ευρώπης φανερώνουν τις ίδιες γενικές τάσεις προς την αυστηρή ολιγαρχική εξουσία που ασκείται από μια σχετικά μικρή αλλά περήφανη και πολύ καλλιεργημένη τάξη πατρικίων [αριστοκρατία]».
Έχει υποστηριχτεί, και υπάρχει κάποια αιτιολογία γι’ αυτό, ότι όλες οι κυβερνήσεις έχουν αριστοκρατική μορφή, εφόσον όλες τους προσπαθούν να τοποθετούν σε υπεύθυνες θέσεις τους ανθρώπους που έχουν τα καλύτερα προσόντα. Η αντίληψη για μια άρχουσα τάξη έχει χρησιμεύσει για να ενισχύσει αυτή την άποψη. Γι’ αυτό, μια εγκυκλοπαίδεια συμπεραίνει: «Οι όροι άρχουσα τάξη και η τάξη των εκλεκτών γίνονται συνώνυμοι, για να περιγράψουν ως αληθινό αυτό που ο Πλάτων και ο Αριστοτέλης υποστήριζαν ότι είναι ιδεώδες».
Η Αναζήτηση ‘των Καλύτερων’
Αιώνες προτού κάνουν την εμφάνισή τους αυτοί οι Έλληνες φιλόσοφοι, μια φεουδαρχική κοινωνία (που βασιζόταν σε φεουδάρχες και υποτελείς) έφερε κάποια σταθερότητα και ειρήνη στην αρχαία Κίνα, υπό το βασιλικό οίκο των Τσου. Αλλά μετά το 722 Π.Κ.Χ., στη διάρκεια της περιόδου που ονομάζεται Τσ’ ουν-Τσ’ ιού, το φεουδαρχικό σύστημα σταδιακά εξασθένησε. Στο τελευταίο μέρος αυτής της περιόδου εμφανίστηκε μια νέα τάξη εκλεκτών, η οποία αποτελούνταν από άτομα που πριν ανήκαν στη μεσαία τάξη και υπηρετούσαν σε σπίτια φεουδαρχών, καθώς και από τους απογόνους των παλιών ευγενών. Μέλη αυτής της καινούριας τάξης εκλεκτών τοποθετήθηκαν σε θέσεις-κλειδιά της κυβέρνησης. Ο Κομφούκιος, ο πασίγνωστος Κινέζος σοφός, όπως επισημαίνει Η Νέα Εγκυκλοπαίδεια Μπριτάνικα (The New Encyclopædia Britannica), τόνισε ότι «η ικανότητα και η ηθική υπεροχή, και όχι η καταγωγή, ήταν αυτά που έκαναν έναν άνθρωπο κατάλληλο για ηγεσία».
Αλλά στην Ευρώπη, πάνω από δυο χιλιάδες χρόνια αργότερα, η διαδικασία της εκλογής των εκλεκτών, αυτών που είχαν τα καλύτερα προσόντα για να κυβερνούν, είχε ελάχιστη σχέση με την ‘ικανότητα και την ηθική υπεροχή’. Ο καθηγητής του Χάρβαρντ, Καρλ Τζ. Φρίντριχ, σημειώνει ότι «η επιλογή των εκλεκτών στην αριστοκρατική Αγγλία του δέκατου όγδοου αιώνα βασιζόταν κυρίως στην καταγωγή και στα πλούτη. Το ίδιο αλήθευε και για τη Βενετία». Ο ίδιος προσθέτει: «Σε μερικές χώρες, όπως στην Πρωσία του δέκατου όγδοου αιώνα, η επιλογή των εκλεκτών βασιζόταν στην καταγωγή και στη στρατιωτική ανδρεία».
Η ιδέα ότι οι καλές ιδιότητες των ‘ανθρώπων που είναι καλύτεροι’ μεταβιβάζονται στους απογόνους τους, εξηγεί τις συνήθειες που ακολουθούσαν σχετικά με το γάμο τους οι μονάρχες σε περασμένες εποχές. Στη διάρκεια του Μεσαίωνα, επικρατούσε η ιδέα της βιολογικής ανωτερότητας. Ο γάμος με κάποιον κοινό θνητό ισοδυναμούσε με νόθευση της αριστοκρατικότητας της ομάδας και παράβαση του θεϊκού νόμου. Οι μονάρχες ήταν υποχρεωμένοι να παντρεύονται μόνο με άτομα ευγενούς καταγωγής. Αργότερα, αυτή η ιδέα της βιολογικής ανωτερότητας υποχώρησε μπροστά σε μια άποψη που βασιζόταν πιο πολύ στη λογική—στην άποψη ότι η ανωτερότητα βασίζεται στις καλύτερες ευκαιρίες, στην καλύτερη μόρφωση, στις καλύτερες ικανότητες ή στα καλύτερα επιτεύγματα.
Μια αρχή, γνωστή ως υποχρέωση των ευγενών, είχε σκοπό να εξασφαλίσει την επιτυχία των αριστοκρατιών. Αυτή η αρχή όριζε ότι «όσοι ανήκαν σε υψηλή κοινωνική τάξη ή ήταν ευγενούς καταγωγής είχαν την υποχρέωση να συμπεριφέρονται με αξιότιμο, γενναιόδωρο και υπεύθυνο τρόπο». Λόγω της «ανωτερότητάς» τους, αυτοί που είχαν ευγενή καταγωγή ήταν υποχρεωμένοι να υπηρετούν για τις ανάγκες των άλλων υπεύθυνα. Αυτή η αρχή υπήρχε σε αριστοκρατίες όπως αυτή της αρχαίας Σπάρτης, της οποίας οι πολεμιστές ήταν υποχρεωμένοι να βάζουν τα συμφέροντα των άλλων πάνω από τα δικά τους, καθώς και στην Ιαπωνία ανάμεσα στην πολεμική τάξη των σαμουράι.
Οι Αριστοκρατίες Αποδεικνύονται Ελλιπείς
Η ατέλεια της αριστοκρατικής διακυβέρνησης είναι εύκολο να εξηγηθεί. Στην αρχαία Ρώμη, μόνο άτομα ευγενούς καταγωγής, γνωστά ως πατρίκιοι, μπορούσαν να γίνουν μέλη της Ρωμαϊκής Συγκλήτου. Οι απλοί άνθρωποι, γνωστοί ως πληβείοι, δεν μπορούσαν. Αλλά τα μέλη της Συγκλήτου, αντί να είναι άντρες με ‘ικανότητα και ηθική υπεροχή’, όπως είχε απαιτήσει ο Κομφούκιος από τους κυβερνήτες, γίνονταν όλο και πιο διεφθαρμένα και καταπιεστικά άτομα. Το αποτέλεσμα ήταν η εμφύλια διαμάχη.
Παρά τις επανεμφανιζόμενες περιόδους βελτίωσης, η συγκλητική ολιγαρχία επικράτησε, τουλάχιστον μέχρι που ο Ιούλιος Καίσαρας εγκαθίδρυσε μια δικτατορία λίγα χρόνια πριν τον δολοφονήσουν το 44 Π.Κ.Χ. Μετά το θάνατό του, η αριστοκρατική διακυβέρνηση αποκαταστάθηκε, αλλά το 29 Π.Κ.Χ. αντικαταστάθηκε για μια ακόμα φορά. Η Κόλιερς Ενσαϊκλοπίντια εξηγεί: «Με την αύξηση της δύναμης, του πλούτου και της γεωγραφικής έκτασης της Ρώμης, η αριστοκρατία έγινε διεφθαρμένη ολιγαρχία και επειδή τα μέλη της έπαψαν να παίζουν σωστά το ρόλο τους στην κοινωνία, έχασαν το σεβασμό του κοινού. Η κατάρρευσή της εισήγαγε την απόλυτη μοναρχία».
Για τα επόμενα 1.200 χρόνια περίπου, οι αριστοκρατικές κυβερνήσεις, αν και ονομάζονταν μοναρχίες, αποτελούσαν τον κανόνα στην Ευρώπη. Αργότερα, πολλές πολιτικές, οικονομικές και πολιτιστικές αλλαγές τροποποίησαν σταδιακά αυτό το σύστημα. Αλλά κατά τη διάρκεια ολόκληρης αυτής της περιόδου, η ευρωπαϊκή αριστοκρατία παρέμεινε ισχυρή, ικανή να διατηρεί τα εδάφη της και τον απόλυτο έλεγχο στα στρατιωτικά αξιώματα, ενώ παράλληλα γινόταν ακόμα πιο παρασιτική, σπάταλη, αλαζονική και επιπόλαιη.
Στη δεκαετία του 1780 η αριστοκρατία υπέστη ένα σοβαρό πλήγμα. Ο Λουδοβίκος ΙΣΤ΄ της Γαλλίας, αφού βρέθηκε σε οικονομικές δυσκολίες, ικέτευσε τα μέλη της γαλλικής αριστοκρατίας να παραιτηθούν από μερικά οικονομικά τους προνόμια. Αλλά αντί να τον υποστηρίξουν, αυτοί εκμεταλλεύτηκαν τις δυσκολίες που αντιμετώπιζε, ελπίζοντας να υποσκάψουν τη μοναρχία και να ανακτήσουν μερική από τη χαμένη τους δύναμη. «Δυσαρεστημένοι από το καθεστώς με το οποίο ο βασιλιάς κυβερνούσε το λαό, εκπροσωπώντας τους αριστοκράτες, αυτοί [οι αριστοκράτες] επιδίωξαν να εισαγάγουν ένα καθεστώς σύμφωνα με το οποίο οι ίδιοι οι αριστοκράτες θα κυβερνούσαν το λαό, εκπροσωπώντας τους αριστοκράτες», εξηγεί ο Χέρμαν Όζομπελ, καθηγητής ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια. Αυτή η στάση βοήθησε στην επίσπευση της Γαλλικής Επανάστασης του 1789.
Αυτά τα γεγονότα που συνέβησαν στη Γαλλία προκάλεσαν τεράστιες αλλαγές οι οποίες έγιναν αισθητές πολύ πιο πέρα από τα σύνορά της. Η αριστοκρατία έχασε τα ιδιαίτερα προνόμιά της, το φεουδαρχικό σύστημα καταργήθηκε, και υιοθετήθηκε μια Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και του Πολίτη, καθώς και ένα σύνταγμα. Επιπρόσθετα, οι εξουσίες του κλήρου περιορίστηκαν δια νόμου.
Η διακυβέρνηση από τους λίγους—ακόμη και αν αυτοί οι λίγοι θεωρούνταν ‘οι καλύτεροι’—είχε ζυγιστεί στην πλάστιγγα από τους πολλούς και είχε ‘βρεθεί ελλιπής’.
Τελικά Βρίσκονται ‘οι Καλύτεροι’
Το ολοφάνερο γεγονός ότι ‘οι καλύτεροι’ δεν αποδεικνύονται πάντα αντάξιοι του χαρακτηρισμού αυτού επισημαίνει μια από τις μεγαλύτερες αδυναμίες της ‘διακυβέρνησης από τους καλύτερους’, δηλαδή, τη δυσκολία που υπάρχει στον καθορισμό του ποιοι είναι πράγματι ‘οι καλύτεροι’. Για να ανταποκριθεί κάποιος στις προϋποθέσεις προκειμένου να είναι ο καλύτερος σ’ ό,τι αφορά τα προσόντα για διακυβέρνηση, απαιτούνται περισσότερα από το να είναι απλώς πλούσιος, ευγενούς καταγωγής ή ικανός να δείξει στρατιωτική ανδρεία.
Δεν είναι δύσκολο να εξακριβωθεί ποιοι είναι οι καλύτεροι γιατροί, μάγειροι ή υποδηματοποιοί. Απλώς κρίνουμε την εργασία τους από τα προϊόντα τους. «Με το θέμα της κυβέρνησης, όμως, η κατάσταση δεν είναι εύκολη», σημειώνει ο καθηγητής Φρίντριχ. Η δυσκολία έγκειται στο ότι οι άνθρωποι διαφωνούν ως προς το πώς πρέπει να είναι μια κυβέρνηση και ως προς το τι πρέπει να κάνει. Επίσης, οι στόχοι που πρέπει να έχει η κυβέρνηση αλλάζουν συνεχώς. Έτσι, όπως λέει ο Φρίντριχ: «Παραμένει αρκετά αβέβαιο το ποιοι είναι οι εκλεκτοί».
Για να είναι η ‘διακυβέρνηση από τους καλύτερους’ πραγματικά η καλύτερη, η τάξη των εκλεκτών θα έπρεπε να εκλέγεται από κάποιον με υπερανθρώπινη γνώση και αλάθητη κρίση. Οι εκλεγμένοι θα έπρεπε να είναι άτομα με αδιάρρηκτη ηθική ακεραιότητα, απόλυτα αφοσιωμένοι στους αμετάβλητους στόχους της κυβέρνησής τους. Η προθυμία τους να βάζουν την ευημερία των άλλων πάνω από τη δική τους θα έπρεπε να είναι αδιαμφισβήτητη.
Η Αγία Γραφή δείχνει ότι ο Ιεχωβά Θεός έχει εκλέξει μια τέτοια ακριβώς τάξη—το Γιο του, τον Ιησού Χριστό, και μερικούς από τους πιστούς του ακολούθους—και τους έχει διορίσει να κυβερνήσουν σε όλη τη γη για χίλια χρόνια. (Λουκάς 9:35· 2 Θεσσαλονικείς 2:13, 14· Αποκάλυψις 20:6) Όχι ως άνθρωποι που κάνουν λάθη, αλλά ως αλάθητα και αθάνατα πνευματικά πλάσματα, ο Χριστός και οι συγκυβερνήτες του θα ευλογήσουν άφθονα τη γη με διαρκή ειρήνη, ασφάλεια και ευτυχία, αποκαθιστώντας το ανθρώπινο γένος σε τελειότητα. Μπορεί οποιαδήποτε ανθρώπινη διακυβέρνηση—ακόμα και μια ‘διακυβέρνηση από τους καλύτερους’—να προσφέρει τόσο πολλά;
[Πλαίσιο στη σελίδα 26]
Σύγχρονη Ολιγαρχία
«Ολιγαρχικές τάσεις . . . έχουν παρατηρηθεί σε όλες τις μεγάλες γραφειοκρατικές δομές των προηγμένων πολιτικών συστημάτων. Η αυξανόμενη πολυπλοκότητα που υπάρχει στη σύγχρονη κοινωνία και στις κυβερνήσεις της δίνει ακόμα μεγαλύτερη εξουσία στους διοικητικούς υπαλλήλους και σε επιτροπές εμπειρογνωμόνων. Ακόμα και στα συνταγματικά πολιτεύματα, δεν έχει βρεθεί πλήρως ικανοποιητική απάντηση στο πώς μπορεί να ζητιέται ευθύνη απ’ αυτούς τους γραφειοκράτες που παίρνουν αποφάσεις, και στο πώς μπορούν να περιοριστούν αποτελεσματικά οι εξουσίες τους χωρίς, ταυτόχρονα, να τίθεται σε κίνδυνο η αποτελεσματικότητα και η λογικότητα της διαδικασίας λήψης πολιτικών αποφάσεων».—Η Νέα Εγκυκλοπαίδεια Μπριτάνικα (The New Encyclopædia Britannica).
[Εικόνα στη σελίδα 25]
Ο Αριστοτέλης πίστευε ότι ο συνδυασμός αριστοκρατίας και δημοκρατίας θα παρήγε το καλύτερο είδος κυβέρνησης
[Ευχαριστίες]
National Archaeological Museum, Athens
-
-
Μέρος Τέταρτο: «Εμείς, ο Λαός»Ξύπνα!—1990 | Σεπτέμβριος 22
-
-
Η Ανθρώπινη Διακυβέρνηση Ζυγίζεται στην Πλάστιγγα
Μέρος Τέταρτο: «Εμείς, ο Λαός»
Δημοκρατία: Διακυβέρνηση από το λαό, που ασκείται είτε άμεσα είτε μέσω εκλεγμένων αντιπροσώπων.
«ΕΜΕΙΣ, Ο ΛΑΟΣ των Ηνωμένων Πολιτειών . . . επικυρώνουμε και θέτουμε σε ισχύ αυτό το Σύνταγμα». Αυτά τα αρχικά λόγια της εισαγωγής του Συντάγματος των Η.Π.Α. είναι κατάλληλα, αφού οι δημιουργοί του προόριζαν τις Ηνωμένες Πολιτείες να είναι μια δημοκρατία. Η λέξη «δημοκρατία» σημαίνει «διακυβέρνηση από το λαό» ή, σύμφωνα με τον ορισμό που έδωσε ο Αβραάμ Λίνκολν, ο 16ος πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών: «διακυβέρνηση του λαού, από το λαό, για το λαό».
Η αρχαία Ελλάδα, που συχνά αποκαλείται το λίκνο της δημοκρατίας, καυχιέται ότι στις πόλεις-κράτη της και ιδιαίτερα στην Αθήνα υπήρχε δημοκρατία από τον πέμπτο κιόλας αιώνα Π.Κ.Χ. Αλλά η δημοκρατία τότε δεν ήταν ίδια με τη σημερινή. Καταρχήν, οι Έλληνες πολίτες περιλαμβάνονταν πιο άμεσα στις διαδικασίες της διακυβέρνησης. Κάθε άρρενας πολίτης ανήκε σε μια συνέλευση (εκκλησία του δήμου) που συγκεντρωνόταν κατά τη διάρκεια του έτους για να συζητήσει τα τρέχοντα προβλήματα. Με μια απλή ψηφοφορία, η πλειοψηφία της συνέλευσης καθόριζε την πολιτική της πόλης-κράτους.
Εξαιρούνταν, όμως, οι γυναίκες, οι δούλοι και οι μέτοικοι, και δεν απολάμβαναν πολιτικά δικαιώματα. Έτσι, η δημοκρατία της Αθήνας ήταν μια αριστοκρατική μορφή δημοκρατίας μόνο για τους λίγους προνομιούχους. Ο μισός πληθυσμός έως και τα τέσσερα πέμπτα του προφανώς δεν είχε κανένα δικαίωμα να εκφέρει γνώμη για τα πολιτικά ζητήματα.
Παρ’ όλα αυτά, αυτή η διευθέτηση προώθησε πράγματι την ελευθερία του λόγου, μια και οι πολίτες που είχαν το δικαίωμα ψήφου είχαν επίσης το δικαίωμα να εκφράζουν τη γνώμη τους πριν παρθούν αποφάσεις. Τα κυβερνητικά αξιώματα ήταν προσιτά σε κάθε άρρενα πολίτη και δεν περιορίζονταν σε λίγους εκλεκτούς. Είχε σχεδιαστεί ένα σύστημα ελέγχου για να αποτρέπει την κατάχρηση της πολιτικής εξουσίας από άτομα ή ομάδες ατόμων.
«Οι ίδιοι οι Αθηναίοι ήταν περήφανοι για τη δημοκρατία τους», λέει ο ιστορικός Ντ. Μπ. Χίτερ. «Πίστευαν ότι [η δημοκρατία] ήταν ένα βήμα κοντύτερα στην ολοκληρωμένη και τέλεια ζωή, απ’ ό,τι οι εναλλακτικές μορφές διακυβέρνησης, δηλαδή η μοναρχία ή η αριστοκρατία». Η δημοκρατία φαινόταν ότι έκανε ένα θαυμάσιο ξεκίνημα.
Η Δημοκρατία Έγινε πιο Μεγάλη από το Λίκνο της
Αν εξαιρέσουμε αυτό που γίνεται σε μικρή κλίμακα στις συγκεντρώσεις μικρών πόλεων στη Νέα Αγγλία των Η.Π.Α. και σε περιορισμένο βαθμό σε μερικά καντόνια της Ελβετίας, η άμεση, αυθεντική δημοκρατία δεν υπάρχει πια. Το τεράστιο μέγεθος των σύγχρονων κρατών και τα εκατομμύρια των πολιτών τους καθιστούν πρακτικά αδύνατη τη διακυβέρνηση με τέτοιον τρόπο. Άλλωστε, πόσοι πολίτες στο σημερινό πολυάσχολο κόσμο θα είχαν τον απαραίτητο χρόνο για να τον αφιερώσουν σε ατέλειωτες ώρες πολιτικών συζητήσεων;
Η δημοκρατία μεγάλωσε κι έγινε ένας αμφιλεγόμενος ενήλικος—ένας ενήλικος με πολλά πρόσωπα. Όπως εξηγεί το περιοδικό Τάιμ (Time): «Είναι αδύνατο να χωριστεί ο κόσμος σε καθαρά δημοκρατικά και μη δημοκρατικά μπλοκ. Ανάμεσα στα καθεστώτα που ονομάζονται δημοκρατικά, υπάρχουν διαβαθμίσεις ατομικής ελευθερίας, πολυφωνίας και ανθρώπινων δικαιωμάτων, όπως ακριβώς υπάρχουν και διαφορετικοί βαθμοί καταπίεσης στα διάφορα δικτατορικά καθεστώτα». Όμως, οι περισσότεροι άνθρωποι αναμένουν να βρουν στις δημοκρατικές κυβερνήσεις ορισμένα βασικά πράγματα, όπως ατομική ελευθερία, ισότητα, σεβασμό των ανθρώπινων δικαιωμάτων και δικαιοσύνη μέσω του νόμου.
Η άμεση δημοκρατία του χθες έγινε η δημοκρατία μέσω αντιπροσώπων του σήμερα. Τα νομοθετικά σώματα, είτε έχουν ένα τμήμα μόνο είτε έχουν δύο, αποτελούνται από άτομα που είναι εκλεγμένα από το λαό—ή έχουν διοριστεί με κάποιον άλλο τρόπο—για να τον αντιπροσωπεύουν και να θεσπίζουν νόμους που υποτίθεται πως είναι για το καλό του.
Αυτή η στροφή προς τη δημοκρατία μέσω αντιπροσώπων άρχισε να εμφανίζεται το Μεσαίωνα. Κατά το 17ο και 18ο αιώνα, οι θεσμοί του 13ου αιώνα, όπως η Μάγκνα Κάρτα και το Κοινοβούλιο της Αγγλίας, σε συνδυασμό με πολιτικές θεωρίες για την ισότητα των ανθρώπων, για τα φυσικά δικαιώματα και για τον κυρίαρχο ρόλο του λαού αποκτούσαν ολοένα και μεγαλύτερο νόημα.
Μέχρι το δεύτερο μισό του 18ου αιώνα, η χρήση του όρου «δημοκρατία» είχε γενικευτεί, αν και αντιμετωπιζόταν με κάποιο σκεπτικισμό. Η Νέα Εγκυκλοπαίδεια Μπριτάνικα (The New Encyclopædia Britannica) λέει: «Ακόμη και οι συντάκτες του Συντάγματος των Ηνωμένων Πολιτειών το 1787 είχαν τις επιφυλάξεις τους για το αν πρέπει ο λαός να συμμετέχει σε μεγάλο βαθμό στις πολιτικές διαδικασίες. Ένας από αυτούς, ο Έλμπριτζ Τζέρι, αποκάλεσε τη δημοκρατία ‘το χειρότερο απ’ όλα τα πολιτικά κακά’». Παρ’ όλα αυτά, άτομα όπως ο Άγγλος Τζον Λοκ συνέχιζαν να υποστηρίζουν ότι η διακυβέρνηση βασίζεται στη συναίνεση του λαού, του οποίου τα φυσικά δικαιώματα είναι ιερά και απαραβίαστα.
Δημοκρατικά Καθεστώτα
Πολλά καθεστώτα είναι δημοκρατικά, δηλαδή κυβερνήσεις με έναν αρχηγό του κράτους που δεν είναι μονάρχης· σήμερα είναι συνήθως πρόεδρος. Ένα από τα πρώτα δημοκρατικά καθεστώτα του κόσμου εμφανίστηκε στην αρχαία Ρώμη, μολονότι η δημοκρατικότητά του, πρέπει να παραδεχτούμε, ήταν περιορισμένη. Πάντως, αυτή η περιορισμένου βαθμού δημοκρατία κράτησε πάνω από 400 χρόνια, πριν υποχωρήσει και δώσει τη θέση της σε μια μοναρχία και στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία.
Οι δημοκρατίες είναι το πιο κοινό είδος κυβέρνησης σήμερα. Από τις 219 κυβερνήσεις και διεθνείς οργανώσεις οι οποίες έχουν καταχωρηθεί σ’ ένα σύγγραμμα που κυκλοφόρησε το 1989, οι 127 αναφέρονται ως δημοκρατίες, μολονότι δεν είναι όλες δημοκρατίες μέσω αντιπροσώπων. Στην πραγματικότητα, είναι ποικίλες οι μορφές που προσλαμβάνουν αυτά τα δημοκρατικά καθεστώτα.
Μερικά δημοκρατικά καθεστώτα είναι συγκεντρωτικά συστήματα, δηλαδή, η εξουσία ασκείται από μια ισχυρή κεντρική κυβέρνηση. Άλλα είναι ομοσπονδιακά συστήματα, πράγμα που σημαίνει ότι υπάρχει διαχωρισμός της εξουσίας μεταξύ δυο επιπέδων διακυβέρνησης. Οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, όπως δείχνει και το όνομά τους, έχουν αυτόν το δεύτερο τύπο συστήματος που είναι γνωστό ως ομοσπονδιακό σύστημα. Η εθνική κυβέρνηση φροντίζει για τα συμφέροντα του έθνους σαν συνόλου, ενώ οι κυβερνήσεις των πολιτειών ασχολούνται με τις τοπικές ανάγκες. Φυσικά, αυτοί οι ευρείς όροι εμπεριέχουν πολλές παραλλαγές.
Μερικές δημοκρατίες διενεργούν ελεύθερες εκλογές. Οι πολίτες τους μπορεί να έχουν, επίσης, στη διάθεσή τους διάφορα πολιτικά κόμματα και υποψηφίους από τους οποίους να διαλέξουν. Άλλες δημοκρατίες θεωρούν περιττές τις ελεύθερες εκλογές, προβάλλοντας τον ισχυρισμό ότι η δημοκρατική θέληση του λαού μπορεί να εκπληρωθεί με άλλους τρόπους, όπως με την προώθηση της συλλογικής ιδιοκτησίας των μέσων παραγωγής. Η αρχαία Ελλάδα αποτελεί ένα τέτοιο προηγούμενο, αφού κι εκεί επίσης ήταν άγνωστες οι ελεύθερες εκλογές. Τα άτομα που διοικούσαν διαλέγονταν με κλήρο και γενικά τους επιτρεπόταν να υπηρετήσουν μόνο για μια ή δυο ετήσιες περιόδους. Ο Αριστοτέλης ήταν εναντίον των εκλογών, λέγοντας ότι αυτές εισήγαν το αριστοκρατικό στοιχείο, δηλαδή την επιλογή των ‘καλύτερων ανθρώπων’. Στη δημοκρατία, ωστόσο, υποτίθεται ότι έπρεπε να παίρνουν μέρος στη διακυβέρνηση όλοι οι άνθρωποι, όχι μόνο ‘οι καλύτεροι’.
Το Καλύτερο Πολίτευμα—Μόνο σε Σύγκριση με τα Άλλα;
Ακόμη και στην αρχαία Αθήνα, η δημοκρατική διακυβέρνηση ήταν αμφιλεγόμενη. Ο Πλάτωνας την αντιμετώπιζε με σκεπτικισμό. Θεωρούσαν τη δημοκρατική διακυβέρνηση αδύναμη επειδή βρισκόταν στα χέρια αμαθών ανθρώπων, που ήταν εύκολο να παρασυρθούν από τα συναισθηματικά λόγια πιθανών δημαγωγών. Ο Σωκράτης είχε υπαινιχτεί ότι η δημοκρατία δεν ήταν τίποτα παραπάνω από οχλοκρατική διακυβέρνηση. Και ο Αριστοτέλης, το τρίτο μέλος αυτής της εξέχουσας τριάδας αρχαίων Ελλήνων φιλοσόφων, ισχυριζόταν, όπως λέει το βιβλίο Η Ιστορία της Πολιτικής Θεωρίας (A History of Political Theory), ότι «όσο πιο δημοκρατική γίνεται μια δημοκρατία τόσο περισσότερο τείνει προς την οχλοκρατική διακυβέρνηση, . . . εκφυλιζόμενη σε τυραννία».
Κι άλλοι επίσης εξέφρασαν παρόμοιες αμφιβολίες. Ο Γιαβαχαρλάλ Νεχρού, πρώην πρωθυπουργός της Ινδίας, αποκάλεσε τη δημοκρατία καλή, αλλά στη συνέχεια εξήγησε: «Το λέω αυτό επειδή τα άλλα συστήματα είναι χειρότερα». Και ο Γουίλιαμ Ραλφ Ινγκ, Άγγλος κληρικός και συγγραφέας, έγραψε κάποτε: «Η δημοκρατία είναι μια μορφή διακυβέρνησης που, σύμφωνα με τη λογική, μπορούμε να πούμε, όχι ότι είναι καλή, αλλά ότι είναι λιγότερο κακή από οποιαδήποτε άλλη».
Η δημοκρατία έχει αρκετά αδύνατα σημεία. Καταρχήν, για να επιτύχει, πρέπει το κάθε άτομο να είναι πρόθυμο να βάλει την ευημερία της πλειονότητας πάνω από τα δικά του συμφέροντα. Αυτό μπορεί να σημαίνει το να υποστηρίζει φορολογικά μέτρα ή άλλους νόμους που ίσως δεν τον συμφέρουν προσωπικά, αλλά αποτελούν ανάγκη για το καλό του έθνους σαν συνόλου. Τέτοιο ανιδιοτελές ενδιαφέρον είναι δύσκολο να βρεθεί, ακόμη και στα δημοκρατικά «Χριστιανικά» έθνη.
Ένα άλλο αδύνατο σημείο το είχε εντοπίσει ο Πλάτωνας. Σύμφωνα με το βιβλίο Η Ιστορία της Πολιτικής Θεωρίας, αυτός επέκρινε «την αμάθεια και την ανικανότητα των πολιτικών, που αποτελούν την κύρια κατάρα των δημοκρατιών». Πολλοί επαγγελματίες πολιτικοί προβληματίζονται εξαιτίας της δυσκολίας που έχουν να βρουν ικανά και ταλαντούχα άτομα για να στελεχώσουν την κυβέρνηση. Ακόμη και οι εκλεγμένοι αξιωματούχοι μπορεί να είναι σχεδόν ερασιτέχνες πολιτικοί. Και τώρα στην εποχή της τηλεόρασης, το πόσο εμφανίσιμος και χαρισματικός είναι ένας υποψήφιος μπορεί να του χαρίσει ψήφους που ποτέ δεν θα του χάριζαν οι διοικητικές του ικανότητες.
Άλλο ένα εμφανές μειονέκτημα των δημοκρατιών είναι το ότι χαρακτηρίζονται από αργοπορία. Ένας δικτάτορας μιλάει, και τα λόγια του γίνονται έργα! Η πρόοδος σε μια δημοκρατία μπορεί να επιβραδυνθεί από ατέλειωτες συζητήσεις. Φυσικά, η διεξοδική συζήτηση αμφιλεγόμενων ζητημάτων μπορεί να έχει αναμφισβήτητα πλεονεκτήματα. Όμως, όπως παρατήρησε κάποτε ο Κλέμεντ Άτλι, πρώην πρωθυπουργός της Βρετανίας: «Δημοκρατία σημαίνει διακυβέρνηση μέσω διαλόγου, αλλά είναι αποτελεσματική μόνο όταν μπορείς να σταματήσεις τους ανθρώπους από το να μιλάνε συνεχώς».
Αλλά ακόμη και μετά το τέλος της συζήτησης, είναι αμφισβητήσιμο το κατά πόσον οι αποφάσεις που παίρνονται αντιπροσωπεύουν πραγματικά τη θέληση «του λαού». Ψηφίζουν οι αντιπρόσωποι σύμφωνα με τις πεποιθήσεις των ψηφοφόρων τους ή, πιο συχνά, σύμφωνα με τις δικές τους; Ή μήπως εγκρίνουν απλώς με κλειστά τα μάτια την επίσημη γραμμή του κόμματός τους;
Η δημοκρατική αρχή της ύπαρξης ενός συστήματος ελέγχου για την παρεμπόδιση της διαφθοράς θεωρείται καλή ιδέα, αλλά σπάνια αποδεικνύεται αποτελεσματική. Το 1989, το περιοδικό Τάιμ μιλούσε για μια «κυβερνητική παρακμή σε όλα τα επίπεδα», αποκαλώντας μια από τις κορυφαίες δημοκρατικές κυβερνήσεις «διογκωμένο, μη αποτελεσματικό και ανίσχυρο γίγαντα». Ο εισηγητής μιας ειδικής επιτροπής που συστήθηκε στα μέσα της δεκαετίας του 1980 για να κάνει έρευνα για σπατάλες μιας άλλης κυβέρνησης αισθάνθηκε την ανάγκη να εκφράσει τη βαθιά του θλίψη λέγοντας: «Η διακυβέρνηση ασκείται με απαίσιο τρόπο».
Γι’ αυτούς και για πολλούς άλλους λόγους, οι δημοκρατίες πολύ δύσκολα μπορούν να θεωρηθούν ιδανικές κυβερνήσεις. Η φανερή αλήθεια, όπως τονίστηκε από τον Τζον Ντράιντεν, έναν Άγγλο ποιητή του 17ου αιώνα, είναι ότι «οι πολλοί μπορούν να κάνουν λάθη τόσο χονδροειδή όσο και οι λίγοι». Ο Χένρι Μίλερ, Αμερικανός συγγραφέας, ήταν κάπως ωμός, αλλά οπωσδήποτε ακριβής, όταν είπε σαρκαστικά: «Τυφλοί οδηγούν τυφλούς. Αυτό είναι το δημοκρατικό σύστημα».
Στον Τάφο της;
Η δημοκρατική διακυβέρνηση έχει κερδίσει μεγαλύτερη αποδοχή αυτόν τον αιώνα απ’ ό,τι ποτέ άλλοτε. Οι πρόσφατες πολιτικές αναταραχές στην Ανατολική Ευρώπη υποστηρίζουν αυτή την άποψη. Παρ’ όλα αυτά, «η φιλελεύθερη δημοκρατία αντιμετωπίζει τώρα σοβαρά προβλήματα σ’ όλο τον κόσμο», έγραψε ο δημοσιογράφος Τζέιμς Ρέστον πριν από μερικά χρόνια. Ο Ντάνιελ Μόινιχαν προειδοποίησε ότι «η φιλελεύθερη δημοκρατία δεν αποτελεί ανερχόμενη ιδεολογία» και ότι «οι δημοκρατίες φαίνεται να εξαφανίζονται». Ο Βρετανός ιστορικός Αλεξάντερ Τάιλερ είπε ότι μια δημοκρατική κυβέρνηση δεν μπορεί να διαρκέσει απεριόριστα, επειδή «πάντα καταρρέει εξαιτίας της χαλαρής οικονομικής πολιτικής». Φυσικά, υπάρχουν και αντιρρήσεις γι’ αυτή την άποψη.
Όπως και να έχουν τα πράγματα, η δημοκρατία είναι φανερό ότι αποτελεί συνέχεια της τάσης που πρωτοεμφανίστηκε στην Εδέμ, όταν οι άνθρωποι αποφάσισαν να κάνουν τα πράγματα με το δικό τους τρόπο, κι όχι με τον τρόπο που ήθελε ο Θεός. Είναι η ύστατη μορφή ανθρώπινης διακυβέρνησης, αφού απλώνεται για να περιλάβει όλα τα άτομα, τουλάχιστον θεωρητικά, στις κυβερνητικές διαδικασίες. Αλλά το λατινικό ρητό Βοξ πόπουλι, βοξ Ντέι (Vox populi, vox Dei), «φωνή λαού φωνή Θεού», δεν είναι αληθινό. Έτσι, εκείνοι που υποστηρίζουν τη δημοκρατική ανθρώπινη διακυβέρνηση πρέπει να είναι πρόθυμοι να μοιραστούν την ευθύνη των πράξεών της.—Παράβαλε 1 Τιμόθεον 5:22.
Το γεγονός αυτό έχει αποκτήσει ιδιαίτερη βαρύτητα από το 1914. Σ’ αυτό το καθοριστικό για το μέλλον έτος, η θεϊκή διακυβέρνηση άρχισε να ασκείται μ’ ένα μοναδικό τρόπο. Η Μεσσιανική Βασιλεία του Θεού είναι τώρα έτοιμη να αναλάβει τον πλήρη έλεγχο των ανθρώπινων υποθέσεων. Όλοι οι τύποι ανθρώπινης διακυβέρνησης—περιλαμβανομένων και των δημοκρατικών—ζυγίζονται στην πλάστιγγα. Ανάλογα με το βαθμό στον οποίο τις υποστηρίζει ο καθένας μας ατομικά, ζυγιζόμαστε κι εμείς μαζί τους.—Δανιήλ 2:44· Αποκάλυψις 19:11-21.
[Πλαίσιο στη σελίδα 12]
«Του περιπατούντος ανθρώπου δεν είναι το να κατευθύνη τα διαβήματα αυτού».—Ιερεμίας 10:23
[Πλαίσιο στη σελίδα 14]
«Υπάρχει οδός, ήτις φαίνεται ορθή εις τον άνθρωπον, αλλά τα τέλη αυτής φέρουσιν εις θάνατον».—Παροιμίαι 14:12
[Εικόνα στη σελίδα 13]
Εκείνοι που υποστηρίζουν τη δημοκρατική ανθρώπινη διακυβέρνηση πρέπει να είναι πρόθυμοι να μοιραστούν την ευθύνη των πράξεών της
[Ευχαριστία για την προσφορά της εικόνας στης σελίδα 11]
U.S. National Archives photo
-
-
Μέρος Πέμπτο: Απεριόριστη Εξουσία-Ευλογία ή Κατάρα;Ξύπνα!—1990 | Οκτώβριος 8
-
-
Η Ανθρώπινη Διακυβέρνηση Ζυγίζεται στην Πλάστιγγα
Μέρος Πέμπτο: Απεριόριστη Εξουσία-Ευλογία ή Κατάρα;
Αυτοκρατία: διακυβέρνηση από ένα άτομο το οποίο έχει απεριόριστη εξουσία· Αυταρχισμός: η άσκηση κυβερνητικής εξουσίας χωρίς τη συγκατάθεση αυτών που κυβερνιούνται· όχι τόσο ακραία όσο ο ολοκληρωτισμός· Δικτατορία: κυβέρνηση μ’ έναν ηγεμόνα του οποίου η απόλυτη εξουσία δεν περιορίζεται από το νόμο ούτε ελέγχεται από κάποιο υπηρεσιακό σώμα· Ολοκληρωτισμός: συγκεντρωτικός έλεγχος από ένα αυτοκρατικό σώμα που καθιστά τους πολίτες σχεδόν ολοκληρωτικά υποτελείς στην εξουσία του Κράτους.
ΟΙ ΑΥΤΑΡΧΙΚΕΣ κυβερνήσεις, που δίνουν μεγάλη έμφαση στην άσκηση ελέγχου και ελάχιστη στις ατομικές ελευθερίες, φέρνουν αμέσως στο νου επίθετα όπως «καταπιεστικές», «τυραννικές» και «δεσποτικές». Είναι άκρως εθνικιστικά καθεστώτα που ελέγχουν κάθε τομέα της κυβέρνησης, επιβλέπουν στενά όλους τους πολίτες και απαγορεύουν δραστηριότητες, όσο ακίνδυνες κι αν είναι, που δεν προωθούν τα εθνικά συμφέροντα. Δυστυχώς, η ανθρώπινη ιστορία δεν έχει καθόλου έλλειψη από αυταρχικές κυβερνήσεις στις οποίες θα μπορούσαμε να αναφερθούμε.
Ζήτημα Διαβάθμισης
Η Παγκόσμια Εγκυκλοπαίδεια του Βιβλίου (The World Book Encyclopedia) λέει: «Η κυβέρνηση της Ρωσίας υπό το καθεστώς των τσάρων έφτασε κοντά στην απόλυτη αυτοκρατία». Δεν είναι όμως κάθε αυταρχική διακυβέρνηση απόλυτη, αλλά πρόκειται κυρίως για ζήτημα διαβάθμισης. Και δεν είναι όλες οι αυταρχικές κυβερνήσεις αυτοκρατίες, δηλαδή, κυβερνήσεις που έχουν επικεφαλής ένα μόνο ηγέτη, ένα δικτάτορα ή τσάρο. Μερικές μπορεί να ελέγχονται από έναν όμιλο, ίσως από μια στρατιωτική χούντα ή από μια ολιγαρχική ή πλουτοκρατική ομάδα «εκλεκτών».
Ακόμα και οι δημοκρατίες μπορούν να είναι αυταρχικές. Είναι γεγονός ότι έχουν πολιτικά κόμματα, διεξάγουν εκλογές, διατηρούν δικαστήρια και καυχιούνται για το κοινοβούλιό τους ή το νομοθετικό τους σώμα. Όμως, όσο περισσότερο η κυβέρνηση ελέγχει τους διάφορους αυτούς θεσμούς, πιέζοντάς τους να εκτελούν τις διαταγές της, τόσο περισσότερο αυταρχική είναι, ανεξάρτητα από τη δομή της. Όχι ότι σχεδιάστηκαν συνειδητά έτσι. Κατά τη διάρκεια πολέμων ή εθνικών ταραχών, η κατάσταση μπορεί να απαίτησε να παραχωρηθούν στην κυβέρνηση έκτακτες εξουσίες. Έπειτα, η κατάσταση έκτακτης ανάγκης μπορεί να υποχώρησε· δεν ανακλήθηκαν όμως και οι έκτακτες εξουσίες.
Οι μοναρχίες ποικίλλουν ως προς τον αυταρχισμό τους. Αλλά οι απόλυτες μοναρχίες έχουν ως επί το πλείστον αντικατασταθεί από περιορισμένες μοναρχίες. Νομοθετικά σώματα και πιθανόν κάποια γραπτά συντάγματα περιορίζουν την εξουσία που μπορούν να ασκούν αυτές οι μοναρχίες, μειώνοντας μ’ αυτόν τον τρόπο τη δυνατότητά τους για αυταρχισμό. Έτσι, ο βαθμός ατομικής ελευθερίας στις σημερινές περιορισμένες μοναρχίες φτάνει σε επίπεδα πολύ πιο υψηλά απ’ αυτά που μπορούσαν να βρεθούν στις απόλυτες μοναρχίες του παρελθόντος.
Ακόμη και όταν οι απόλυτες μοναρχίες ήταν συνηθισμένες, η εξουσία τους ήταν περιορισμένη. Ο καθηγητής της ιστορίας Όρεστ Ράνουμ εξηγεί ότι «οι περισσότεροι απ’ τους βασιλιάδες δεν είχαν ούτε την ανάλογη ιδιοσυγκρασία ούτε την πραγματική εξουσία για να κυριαρχούν ολοκληρωτικά στους υπηκόους τους ή να συντρίβουν φυλετικές και θρησκευτικές μειονότητες, όπως έκανε ένας Χίτλερ, ένας Μουσολίνι ή ένας Στάλιν». Προφανώς, οι υψηλές ηθικές αρχές και οι καλές ιδιότητες ενός βασιλιά—ή η έλλειψή τους—έπαιζαν αποφασιστικό ρόλο. Όπως και να έχει το πράγμα, ο Ράνουμ λέει: «Καμιά απόλυτη μοναρχία δεν πλησίασε τα σύγχρονα ολοκληρωτικά καθεστώτα ως προς το βαθμό του πολιτιστικού και οικονομικού συγκεντρωτισμού».
Με Στόχο την Απόλυτη Εξουσία
Κατά τη διάρκεια των δεκαετιών του 1920 και 1930, από την Ιταλία, τη Σοβιετική Ένωση και τη Γερμανία, εισέβαλε στην παγκόσμια σκηνή ένα νέο είδος αυταρχικής διακυβέρνησης, ένα είδος που απαίτησε την επινόηση ενός νέου όρου για να περιγραφεί αποτελεσματικά. Σ’ αυτές τις χώρες τα μέσα μαζικής ενημέρωσης είχαν έρθει κάτω από τον έλεγχο του Κράτους. Η αστυνομία είχε γίνει υποχείριο του πολιτικού κόμματος που κυβερνούσε και δεν ήταν πια στην υπηρεσία του λαού. Για να καταπολεμηθεί η αντίδραση, χρησιμοποιούνταν προπαγάνδα, λογοκρισία, αυστηρή πειθαρχία, επιτήρηση από τη μυστική αστυνομία, καθώς επίσης και βία. Οι πολίτες εξαναγκάζονταν να υιοθετούν την επίσημη πολιτική και κοινωνική ιδεολογία της κυβέρνησης. Αυτούς που αρνούνταν να το κάνουν αυτό τους μεταχειρίζονταν ως προδότες. Ο όρος «ολοκληρωτισμός» φαινόταν κατάλληλος—ένα κράτος που επιδίωκε τους δικούς του στόχους, ασκώντας ολοκληρωτικό έλεγχο στους πολίτες του.
Το γερμανικό περιοδικό Πληροφορίες για Πολιτική Εκπαίδευση (Informationen zur politischen Bildung) κάνει την εξής ανάλυση: «Το κράτος που στοχεύει στον ολοκληρωτικό έλεγχο, σε αντίθεση μ’ ένα αυταρχικό καθεστώς, δεν αρκείται στην κατάληψη όλων των επίσημων θέσεων εξουσίας. Είναι απρόθυμο να παραχωρήσει στους πολίτες του σχετική ελευθερία έστω και σε περιορισμένο βαθμό, αλλά απαιτεί τη διαρκή αφοσίωση και ενεργή δογματική υποστήριξή τους. Αυτές οι απεριόριστες απαιτήσεις προϋποθέτουν την επιρροή από μέρους του ολοκληρωτικού κράτους σε τομείς που φυσιολογικά εξαιρούνται από την κρατική παρέμβαση, όπως η οικογένεια, η θρησκεία και ο ελεύθερος χρόνος. Για να ικανοποιήσει αυτές τις απαιτήσεις, το ολοκληρωτικό κράτος πρέπει να απλώσει ένα οργανωμένο δίκτυο, ικανό να επιβλέπει συνεχώς το κάθε άτομο».
Φυσικά, από την άποψη του Κράτους και των συμφερόντων του, η ολοκληρωτική κυβέρνηση είναι πολύ αποδοτική. Είναι όμως αδύνατον να διατηρηθεί, λέει ο δημοσιογράφος Τσαρλς Κραουθάμερ. Υπάρχουν, απλούστατα, πάρα πολλά πράγματα που πρέπει να ελέγχονται. «Για σύντομες χρονικές περιόδους μπορείς να φυλακίζεις ή ακόμα και να πυροβολείς ανθρώπους», λέει ο ίδιος, «αλλά σε λίγο σου τελειώνουν οι σφαίρες, οι φυλακές, η ενεργητικότητα, ακόμη και τα θύματα. . . . Το ιδεώδες του ολοκληρωτισμού μπορεί να επιτευχθεί μόνο με διαρκή επανάσταση, αλλά η διαρκής επανάσταση είναι αδύνατη. Ακόμη και η τυραννία χρειάζεται λίγο ύπνο».
Προκλήθηκε από τη ‘Μαζική Κοινωνία’;
Έχουν διατυπωθεί διάφορες θεωρίες για να εξηγήσουν γιατί ο αυταρχισμός, ιδιαίτερα στην πιο ακραία και επιτυχημένη μορφή του, τον ολοκληρωτισμό, έχει αποτελέσει ιδιαίτερο χαρακτηριστικό του 20ού αιώνα. Σύμφωνα με την Παγκόσμια Εγκυκλοπαίδεια του Βιβλίου, «τα πρώτα δύο τρίτα του 19ου αιώνα ήταν μια περίοδος μεγάλης αλλαγής—ίσως της πιο αστραπιαίας και πλατιά διαδεδομένης αλλαγής σ’ όλη την ιστορία». Χωρίς αμφιβολία, αυτό το γεγονός σχετίζεται πολύ με την τάση προς τον αυταρχισμό.
Η πληθυσμιακή έκρηξη, η αστυφιλία και η τεχνολογική πρόοδος είναι σύγχρονα φαινόμενα που συνέβαλαν στη δημιουργία αυτού που αποκαλείται μαζική κοινωνία. Αυτός ο όρος περιγράφει μια βιομηχανική κοινωνία που χαρακτηρίζεται από ευρείς, συγκεντρωτικούς, γραφειοκρατικούς και απρόσωπους θεσμούς. Είναι μια κοινωνία στην οποία οι ανθρώπινες σχέσεις τείνουν να είναι επιφανειακές και παροδικές. Είναι μια κοινωνία στην οποία, μοναχικά άτομα, ανάμεσα στις μάζες των ανθρώπων, αναζητούν διαρκώς τις ρίζες τους, καθώς και μια αίσθηση κοινωνικότητας.
Το κατά πόσο η μαζική κοινωνία υπέθαλψε την ανάπτυξη του ολοκληρωτισμού είναι ένα αμφιλεγόμενο ζήτημα. Σύμφωνα με την εκλιπούσα, γερμανικής καταγωγής, πολιτική επιστήμονα Χάνα Άρεντ, η επιρροή της μαζικής κοινωνίας ήταν σημαντική. Το βιβλίο της Η Προέλευση του Ολοκληρωτισμού (The Origins of Totalitarianism) σημειώνει ότι ο ολοκληρωτισμός βασίζεται, όχι σε τάξεις, αλλά σε μάζες ανθρώπων οι οποίες «είτε απλώς λόγω του όγκου τους είτε λόγω αδιαφορίας είτε λόγω του συνδυασμού και των δυο, δεν μπορούν να ενοποιηθούν σε οποιαδήποτε οργάνωση που θα ήταν βασισμένη στο κοινό συμφέρον, όπως σε πολιτικά κόμματα, σε δημοτικές κυβερνήσεις, σε επαγγελματικούς συλλόγους ή εργατικά σωματεία».
Η Άρεντ αναφέρει και άλλους παράγοντες που συνέβαλαν στην άνοδο του ολοκληρωτισμού, όπως ο ιμπεριαλισμός, ο αντισημιτισμός και η παρακμή του παραδοσιακού έθνους-κράτους.
Ιμπεριαλισμός;
Λίγο πριν μπει ο αιώνας μας, ο αποικισμός έφτασε σε σημείο έξαρσης. Ο Βρετανός οικονομολόγος Τζον Άτκινσον Χόμπσον καθορίζει τα έτη 1884 μέχρι και 1914 ως την περίοδο αυτού που τώρα ονομάζεται νέος ιμπεριαλισμός. Αυτός ο ιμπεριαλισμός ήταν απλώς η αυταρχική άσκηση της εξουσίας από μοναρχικές ή δημοκρατικές κυβερνήσεις με σκοπό την επέκταση των αυτοκρατοριών τους. Η κυριαρχία σε άλλες χώρες επιτυγχανόταν είτε με άμεση κατάληψη είτε με έμμεσο έλεγχο των πολιτικών και οικονομικών υποθέσεών τους. Ο Χόμπσον ερμηνεύει τον ιμπεριαλισμό ως ζήτημα που αφορά κυρίως τον οικονομικό τομέα. Στην πραγματικότητα, αυτό το νέο είδος αποικιοκρατίας συχνά είχε λιγότερη σχέση με την πολιτική εξουσία απ’ ό,τι με την οικονομική επέκταση και τη δημιουργία νέων αγορών για τα προϊόντα ενός έθνους.
Η παραπάνω άποψη έγινε περισσότερο φανερή από οπουδήποτε αλλού σ’ αυτό που ονομάστηκε ο Αγώνας για την Αφρική. Στην αρχή της δεκαετίας του 1880, η Βρετανία, η Γαλλία και η Πορτογαλία είχαν ήδη πολυάριθμες αποικίες στην Αφρική. Όταν όμως το Βέλγιο και η Γερμανία άρχισαν να ρίχνουν ματιές γεμάτες ζήλεια, τότε άρχισε ο αγώνας. Εκτός από την Αιθιοπία και τη Λιβερία, όλη η Αφρική ήρθε σύντομα κάτω από την ευρωπαϊκή κυριαρχία. Οι μαύροι Αφρικανοί εξαναγκάστηκαν να παραμείνουν αμέτοχοι θεατές καθώς οι λευκοί «Χριστιανοί» άποικοι άρπαζαν τη γη τους.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής έγιναν επίσης μια ιμπεριαλιστική δύναμη. Στα τέλη του 19ου αιώνα, προσάρτησαν την Αλάσκα, τη Χαβάη, τα νησιά Φιλιππίνες, το Γκουάμ, τη Σαμόα και άλλα νησιά του Ειρηνικού, καθώς και το Πόρτο Ρίκο και άλλα νησιά της Καραϊβικής. Είναι πολύ ενδιαφέρον ένα σχόλιο του Χένρι Φ. Γκραφ, καθηγητή της ιστορίας στο Πανεπιστήμιο της Κολούμπια, ο οποίος γράφει: «Οι δραστηριότητες των Χριστιανών ιεραποστόλων επηρέασαν την ανάπτυξη του σύγχρονου ιμπεριαλισμού τόσο πολύ όσο και οι δραστηριότητες των ειδικών στο διεθνές δίκαιο». Αν όμως αυτοί οι ιεραπόστολοι του Χριστιανικού κόσμου ήταν γνήσιοι Χριστιανοί, θα παρέμεναν πολιτικά ουδέτεροι στον αγώνα για την Αφρική, καθώς και σε άλλες αποικιακές αυτοκρατορίες, σε αρμονία με τα λόγια του Ιησού: ‘Δεν είναι μέρος του κόσμου, όπως και εγώ δεν είμαι μέρος του κόσμου’.—Ιωάννης 17:16, ΜΝΚ· Ιακώβου 4:4.
Η εποχή του ιμπεριαλισμού υποτίθεται ότι έληξε το 1914. Αυτό δεν αληθεύει, όμως, όσον αφορά το πνεύμα του αυταρχισμού που τον διακρίνει. Αυτό το πνεύμα συνοψίστηκε με επιτυχία από τον Σέσιλ Ρόουντς, πρωθυπουργό κατά τη δεκαετία του 1890 ενός κράτους που τώρα είναι μέρος της Νότιας Αφρικής, όταν αυτός είπε: «Η επέκταση είναι το παν». Αυτός ο πρωθυπουργός που αποτέλεσε κινητήρια δύναμη για την επέκταση της Βρετανικής Αυτοκρατορίας είπε κάποτε κομπάζοντας: «Θα προσαρτούσα και τους πλανήτες αν μπορούσα». Αυτό το εγωκεντρικό πνεύμα υποκινεί ακόμη τα έθνη να ελέγχουν, όσο το δυνατόν περισσότερο, την κυβερνητική και οικονομική πολιτική άλλων κρατών για το δικό τους συμφέρον. Η Ιαπωνία, για παράδειγμα, αφού απέτυχε να κάνει στρατιωτικές κατακτήσεις, κατηγορείται μερικές φορές ότι τώρα προσπαθεί να κάνει οικονομικές «κατακτήσεις».
Είναι η Ανατροπή της Αυταρχικής Διακυβέρνησης η Λύση;
Η απεριόριστη εξουσία που ασκείται από άπληστους και χωρίς αρχές ανθρώπους δεν είναι ευλογία, αλλά κατάρα. Είναι κατάλληλα τα εξής λόγια του αρχαίου Βασιλιά Σολομώντα: «Ιδού, δάκρυα των αδικουμένων [καταπιεσμένων, ΜΝΚ], και δεν υπήρχεν εις αυτούς ο παρηγορών· η δε δύναμις ήτο εν τη χειρί των αδικούντων αυτούς [των καταπιεστών τους, ΜΝΚ]· και δεν υπήρχεν εις αυτούς ο παρηγορών».—Εκκλησιαστής 4:1.
Κάτω από την αυταρχική διακυβέρνηση, ‘τα δάκρυα αυτών που καταπιέζονται’ υπήρξαν, πράγματι, πολλά. Όμως, ο Μιχαήλ Γκορμπατσόφ στο βιβλίο του Περεστρόικα (Perestroika) που εκδόθηκε το 1987 έδωσε την εξής προειδοποίηση: «Μπορείς να καταπιέσεις, να αναγκάσεις, να δωροδοκήσεις, να συντρίψεις ή να διαλύσεις, αλλά όχι για πάντα». Κατά συνέπεια, παρ’ όλο που η εξουσία είναι ‘στα χέρια των καταπιεστών τους’, οι πολίτες έχουν επανειλημμένα εξεγερθεί για να αποτινάξουν τα δεσμά της αυταρχικής διακυβέρνησης. Μια τέτοια περίπτωση ήταν η αιματηρή ανατροπή, τον περασμένο Δεκέμβριο, του Νικολάε Τσαουσέσκου και των δυνάμεων ασφαλείας του, της Σεκουριτάτε, στη Ρουμανία.
Η ανατροπή της αυταρχικής διακυβέρνησης μπορεί, πράγματι, να φέρει ανακούφιση. Όμως, είναι επίσης αληθινό, όπως λέει ένα ρητό από τη Βιρμανία, ότι «μόνο μ’ ένα νέο κυβερνήτη αντιλαμβάνεσαι την αξία του παλιού». Ποιος μπορεί να εγγυηθεί ότι αυτό που ήταν κακό δεν θα αντικατασταθεί με κάτι ακόμη χειρότερο;
Για να αναφέρουμε μόνο ένα παράδειγμα, η αυταρχική διακυβέρνηση μιας λατινοαμερικανικής χώρας ανατράπηκε. Ο κόσμος ήταν γεμάτος ελπίδα ότι τα πράγματα θα βελτιώνονταν· βελτιώθηκαν όμως; Σχολιάζοντας την κατάσταση χρόνια αργότερα, ένα ειδησεογραφικό περιοδικό ανέφερε ότι η ζωή είχε γίνει «αν μη τι άλλο, χειρότερη». Μιλώντας για τον πληθωρισμό που είχε εκτοξευτεί στα ύψη, το περιοδικό αποκάλεσε το εθνικό νόμισμα «ουσιαστικά άχρηστο», θρήνησε για τις ανεπαρκείς νοσοκομειακές εγκαταστάσεις της χώρας και σημείωσε ότι η κακή διατροφή αυξανόταν. Αργότερα, κι αυτό το καθεστώς απομακρύνθηκε από την εξουσία.
Δεν είναι ολοφάνερο ότι κάθε μορφή της ανθρώπινης διακυβέρνησης έχει αποδειχτεί ανεπαρκής; Και παρ’ όλα αυτά, οι άνθρωποι συνεχίζουν να αναζητούν την ιδανική μορφή διακυβέρνησης. Στο επόμενο τεύχος μας θα εξεταστούν δυο αξιοσημείωτα παραδείγματα της απογοήτευσης στην οποία μπορεί να οδηγήσει αυτή η αναζήτηση, βυθίζοντας ολόκληρα έθνη σε βαθιά απόγνωση, χωρίς να υπάρχει «ο παρηγορών».
[Εικόνα στη σελίδα 21]
Παράδειγμα μιας σχεδόν απόλυτης αυτοκρατίας ήταν η Ρωσία υπό το καθεστώς των τσάρων
[Ευχαριστίες]
Αλέξανδρος Β΄ του Κρούγκερ, περίπου το 1855
-
-
Μέρος Έκτο: Μαύρα Χιτώνια και Αγκυλωτοί ΣταυροίΞύπνα!—1990 | Οκτώβριος 22
-
-
Η Ανθρώπινη Διακυβέρνηση Ζυγίζεται στην Πλάστιγγα
Μέρος Έκτο: Μαύρα Χιτώνια και Αγκυλωτοί Σταυροί
Φασισμός: Δικτατορική διακυβέρνηση, που τη χαρακτηρίζει ο κρατικός έλεγχος της οικονομίας, η κοινωνική πειθαρχία και η ιδεολογία του φιλοπόλεμου εθνικισμού· Ναζισμός: Ο φασισμός όπως εφαρμόστηκε από το Εθνικοσοσιαλιστικό Γερμανικό Εργατικό Κόμμα του Χίτλερ.
Η ΛΕΞΗ «φασισμός» φέρνει στο νου τα ιταλικά στρατιωτικά αποσπάσματα των Μελανοχίτωνων, καθώς και τα γερμανικά Τάγματα Εφόδου με τις καφέ στολές και με έμβλημα τον αγκυλωτό σταυρό. Και άλλες χώρες, όμως, είχαν εμπειρίες με το φασισμό.
Στη δεκαετία του 1930, ο φασισμός σημείωσε άνοδο στην Ουγγαρία, στη Ρουμανία και στην Ιαπωνία. Κατά τη διάρκεια του Ισπανικού Εμφύλιου Πολέμου, η φασιστική υποστήριξη βοήθησε τον Φραντσίσκο Φράνκο να αποκτήσει τον έλεγχο της Ισπανίας, μολονότι οι περισσότεροι ιστορικοί δεν θεωρούν τη δικτατορία του Φράνκο (1939-1975) καθαρά φασιστική. Αντίθετα, η δικτατορία που ιδρύθηκε από τον Χουάν Ντ. Περόν (1943-1955) στην Αργεντινή ήταν φασιστική.
Λατρεία του Κράτους
Η λέξη «φασισμός» προέρχεται από την ιταλική λέξη φάσιο και αναφέρεται σ’ ένα αρχαίο ρωμαϊκό σύμβολο εξουσίας. Αυτό ονομαζόταν φάσες στα λατινικά και ήταν μια δέσμη ραβδιών από τα οποία εξείχε η λεπίδα ενός πέλεκυ—ταιριαστό σύμβολο της ενότητας του λαού κάτω από την υπέρτατη εξουσία του Κράτους.
Μολονότι μερικές από τις ρίζες του φασισμού φτάνουν πολύ πίσω χρονικά, στην εποχή του Νικολό Μακιαβέλι, μόλις το 1919, 450 χρόνια μετά τη γέννησή του, χρησιμοποιήθηκε αυτή η λέξη για πρώτη φορά από τον Μπενίτο Μουσολίνι. Ο Μακιαβέλι ισχυρίστηκε ότι η πολιτική διαφθορά των ημερών του μπορούσε να εξαλειφτεί μόνο από έναν αυταρχικό κυβερνήτη, κάποιον που θα μπορούσε να ασκήσει εξουσία αμείλικτα αλλά με φρόνηση.
Για να είναι αποτελεσματική η φασιστική διακυβέρνηση, χρειάζεται ακριβώς έναν τέτοιο ηγέτη που να είναι ισχυρός και χαρισματικός και να εκμεταλλεύεται κάθε ευκαιρία. Σε αρμονία μ’ αυτό, και ο Μουσολίνι και ο Χίτλερ ήταν γνωστοί απλώς ως «ο ηγέτης»—Ιλ Ντούτσε και ντερ Φύρερ.
Ο φασισμός τοποθετεί το Κράτος πάνω από οποιαδήποτε άλλη εξουσία, είτε θρησκευτική είτε πολιτική. Ο Γάλλος νομομαθής του 16ου αιώνα Ζαν Μποντέν, ο Άγγλος φιλόσοφος του 17ου αιώνα Τόμας Χομπς, καθώς επίσης και οι Γερμανοί φιλόσοφοι του 18ου και 19ου αιώνα Γιόχαν Γκότλιμπ Φίχτε, Γκέοργκ Βίλχελμ Φρίντριχ Χέγκελ και Χάινριχ φον Τράιτσκε, όλοι τους ύμνησαν το Κράτος. Ο Χέγκελ δίδαξε ότι το Κράτος κατέχει την ανώτατη θέση και ότι το ύψιστο καθήκον του κάθε ατόμου είναι να υποστηρίζει το Κράτος με αφοσίωση.
Από την ίδια τη φύση τους, όλες οι κυβερνήσεις πρέπει να ασκούν εξουσία. Όμως, τα φασιστικά καθεστώτα είναι σχεδιασμένα να την ασκούν στο έπακρο, απαιτώντας τυφλή υπακοή. Θεωρώντας τους ανθρώπους σχεδόν δούλους του Κράτους, ο Τράιτσκε είπε: «Δεν έχει σημασία τι σκέφτεσαι, αρκεί να υπακούς». Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός, ότι ο φασισμός αντικατέστησε την κραυγή «Ελευθερία, ισότητα, αδελφότητα» που ακουγόταν κατά τη Γαλλική Επανάσταση, με το ιταλικό σύνθημα «Πίστευε, υπάκουε, πολέμα».
Ο Φασισμός Εξυψώνει τον Πόλεμο
Να πολεμάμε; Ναι! «Μόνο ο πόλεμος εντείνει όλες τις ανθρώπινες δυνάμεις στο ανώτατο σημείο τους και βάζει τη σφραγίδα της ανωτερότητας στους λαούς που έχουν το κουράγιο να τον αντιμετωπίσουν», είπε κάποτε ο Μουσολίνι, προσθέτοντας: «Ο πόλεμος είναι για τον άντρα ό,τι είναι η μητρότητα για τη γυναίκα». Αποκάλεσε τη διαρκή ειρήνη «καταθλιπτική, καθώς και άρνηση όλων των βασικών αρετών ενός άντρα». Λέγοντας αυτά τα λόγια, ο Μουσολίνι αντανακλούσε απλώς τις απόψεις του Τράιτσκε, ο οποίος ισχυριζόταν ότι ο πόλεμος είναι αναγκαίος και ότι η εξάλειψή του από τον κόσμο, εκτός του ότι θα ήταν υπερβολικά ανήθικη, «θα οδηγούσε πολλές βασικές και ευγενείς λειτουργίες της ανθρώπινης ψυχής στην ατροφία».
Εφόσον υπάρχει ένα τέτοιο υπόβαθρο πολέμων και δικτατορίας, ίσως να μη μας προξενήσει έκπληξη η πληροφορία ότι, σύμφωνα με πολλούς ιστορικούς, ο σύγχρονος φασισμός ξεκίνησε από τον Ναπολέοντα Α΄ της Γαλλίας. Αν και δικτάτορας στις αρχές του 18ου αιώνα, πρέπει να παραδεχτούμε ότι ο ίδιος δεν ήταν φασίστας. Πολλές από τις μεθόδους του, όμως, όπως η ίδρυση ενός συστήματος μυστικής αστυνομίας και η έντεχνη χρήση προπαγάνδας και λογοκρισίας για τον έλεγχο του Τύπου, υιοθετήθηκαν αργότερα από τους φασίστες. Και σίγουρα, η σταθερή του απόφαση να αποκαταστήσει τη δόξα της Γαλλίας είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα της μανίας για εθνική υπεροχή, για την οποία έχουν γίνει γνωστοί οι ηγέτες του φασισμού.
Το 1922 οι φασίστες στην Ιταλία είχαν πια αρκετή δύναμη για να τοποθετήσουν τον Μουσολίνι στη θέση του πρωθυπουργού, θέση που εκείνος χρησιμοποίησε σύντομα σαν σκαλοπάτι για να γίνει δικτάτορας. Οι ιδιωτικές βιομηχανίες, όσον αφορά τους μισθούς, το ωράριο και τους στόχους της παραγωγής, ήταν κάτω από τον άκαμπτο κυβερνητικό έλεγχο. Στην πραγματικότητα, η ιδιωτική πρωτοβουλία ενθαρρυνόταν μόνο στο βαθμό που εξυπηρετούσε τα συμφέροντα της κυβέρνησης. Τα υπόλοιπα πολιτικά κόμματα, εκτός από το φασιστικό, τέθηκαν εκτός νόμου· τα εργατικά συνδικάτα απαγορεύτηκαν. Η κυβέρνηση ασκούσε έντεχνα έλεγχο στα μέσα μαζικής ενημέρωσης, κατασιγάζοντας τους αντιπάλους της μέσω λογοκρισίας. Δόθηκε ιδιαίτερη προσοχή στην κατήχηση των νέων, και οι ατομικές ελευθερίες περιορίστηκαν σημαντικά.
Το Γερμανικό Στιλ Φασισμού
«Παρά τη σύμπτωση των μεθόδων που ακολουθούσαν για εξουσία», λέει ο Α. Κάσελς στο βιβλίο του Φασισμός (Fascism), «ο ιταλικός φασισμός και ο γερμανικός ναζισμός είχαν αξιοσημείωτες διαφορές όσον αφορά την ιδιοσυγκρασία και τους οραματισμούς τους για το μέλλον».
Εκτός από τους Γερμανούς φιλόσοφους που προαναφέρθηκαν, οι οποίοι προετοίμασαν το δρόμο για τη φασιστική σκέψη, κι άλλοι επίσης, όπως ο Φρίντριχ Νίτσε, Γερμανός φιλόσοφος του 19ου αιώνα, βοήθησαν στη δημιουργία ενός αποκλειστικά γερμανικού τύπου φασισμού. Όχι ότι ο Νίτσε ήταν φασίστας, αλλά όντως τόνισε την ανάγκη για μια κυβερνητική ομάδα ‘εκλεκτών’, μια φυλή υπερανθρώπων. Κάνοντάς το αυτό όμως, δεν είχε στο μυαλό του κάποια συγκεκριμένη φυλή ή έθνος, και σίγουρα όχι τους Γερμανούς τους οποίους δεν συμπαθούσε ιδιαίτερα. Αλλά μερικές από τις ιδέες του ήταν πολύ κοντά σ’ αυτά που οι ιδεολόγοι του εθνικοσοσιαλισμού θεωρούσαν γερμανικά ιδεώδη. Οικειοποιήθηκαν, λοιπόν, αυτές τις ιδέες, ενώ άλλες, που δεν ταίριαζαν με τη ναζιστική ιδεολογία, τις απέρριψαν.
Ο Χίτλερ επηρεάστηκε, επίσης, βαθιά από το Γερμανό συνθέτη Ρίχαρντ Βάγκνερ. Με το φανατικό εθνικισμό και πατριωτισμό που τον διέκρινε, ο Βάγκνερ θεωρούσε ότι η Γερμανία ήταν προορισμένη να εκπληρώσει μια μεγάλη αποστολή στον κόσμο. «Για τον Χίτλερ και τους ιδεολόγους του ναζισμού ο Βάγκνερ αντιπροσώπευε τον τέλειο ήρωα», λέει η Εγκυκλοπαίδεια του Τρίτου Ράιχ (Encyclopedia of the Third Reich). Εξηγεί: «Ο συνθέτης εκπροσωπούσε το μεγαλείο της Γερμανίας. Κατά την άποψη του Χίτλερ, η μουσική του Βάγκνερ δικαίωνε το γερμανικό εθνικισμό».
Ο συγγραφέας Γουίλιαμ Λ. Σίρερ προσθέτει: «Δεν ήταν, όμως, τα πολιτικά του συγγράμματα [του Βάγκνερ], αλλά οι επιβλητικές του όπερες, οι οποίες έφερναν τόσο ζωντανά στη μνήμη τον κόσμο της γερμανικής αρχαιότητας—με τους ηρωϊκούς μύθους της, με τους πολεμοχαρείς ειδωλολατρικούς θεούς και ήρωές της, με τα πνεύματα και τους δράκους της, με τις αιματηρές βεντέτες και τους πρωτόγονους φυλετικούς κανόνες της, με την αντίληψή της περί πεπρωμένου—του μεγαλείου της αγάπης και της ζωής, καθώς και της μεγαλοπρέπειας του θανάτου· αυτές οι όπερες ήταν που ενέπνευσαν τους μύθους της σύγχρονης Γερμανίας και της έδωσαν μια γερμανική Βελτανσάουνγκ [κοσμοθεωρία] την οποία ο Χίτλερ και οι ναζιστές, με κάποιες τροποποιήσεις, έκαναν δική τους».
Η σκέψη του Νίτσε, καθώς και του Βάγκνερ, διαμορφώθηκε από τον Κόμη Ζοζέφ Αρτίρ ντε Γκομπινό, Γάλλο διπλωμάτη και εθνολόγο, ο οποίος, μεταξύ του 1853 και 1855, έγραψε το Δοκίμιο περί Ανισότητας των Ανθρώπινων Φυλών (Essai sur l’inégalité des races humaines). Αυτός ισχυρίστηκε ότι η μοίρα του κάθε πολιτισμού καθορίζεται από τη φυλετική του σύνθεση. Προειδοποίησε ότι αν νοθεύονταν τα φυλετικά χαρακτηριστικά των άριων κοινωνιών, αυτό θα τις οδηγούσε αναπόφευκτα στην πτώση τους.
Ο ρατσισμός και ο αντισημιτισμός που αναπτύχθηκαν απ’ αυτές τις ιδέες ήταν ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του γερμανικού φασισμού. Και οι δυο αυτές τάσεις ήταν λιγότερο έντονες στην Ιταλία. Μάλιστα, πολλοί Ιταλοί πίστευαν ότι τα σημάδια αντισημιτισμού στην Ιταλία αποτελούσαν ένδειξη του ότι ο Χίτλερ αντικαθιστούσε τον Μουσολίνι ως την κυριαρχούσα δύναμη του φασισμού. Πραγματικά, καθώς περνούσε ο χρόνος, η επιρροή του Χίτλερ στην πολιτική του ιταλικού φασισμού μεγάλωνε.
Στον αγώνα τους για εθνική υπεροχή, ο ιταλικός φασισμός και ο γερμανικός φασισμός είχαν στραμμένο το βλέμμα τους σε αντίθετες κατευθύνσεις. Ο συγγραφέας Α. Κάσελς εξηγεί ότι «ενώ ο Μουσολίνι προέτρεπε τους συμπατριώτες του να μιμηθούν τους άθλους των αρχαίων Ρωμαίων, η ναζιστική πνευματική επανάσταση στόχευε να υποκινήσει τους Γερμανούς, όχι μόνο να κάνουν αυτά που είχαν κάνει οι μακρινοί Τεύτονες γίγαντες, αλλά επίσης να γίνουν οι ίδιοι εκείνοι ήρωες των αρχαίων φυλών μετενσαρκωμένοι στον εικοστό αιώνα». Με άλλα λόγια, ο ιταλικός φασισμός επιδίωκε να ανακτήσει την περασμένη δόξα σπρώχνοντας, σαν να λέγαμε, την Ιταλία, μια βιομηχανικά υπανάπτυκτη χώρα, στον 20ό αιώνα. Η Γερμανία, από την άλλη πλευρά, επιδίωκε να ανακτήσει την παλιά της δόξα οπισθοχωρώντας σ’ ένα μυθικό παρελθόν.
Πώς Έγινε Αυτό Δυνατό
Στις περισσότερες χώρες, οι φασίστες ήρθαν στην εξουσία μετά από μια εθνική καταστροφή, μια οικονομική κατάρρευση ή μια στρατιωτική ήττα. Αυτό συνέβη και στην Ιταλία και στη Γερμανία. Μολονότι ανήκαν σε αντίπαλα στρατόπεδα κατά τη διάρκεια του Α΄ Παγκόσμιου Πολέμου, και οι δυο βγήκαν από αυτή τη σύρραξη σημαντικά εξασθενημένες. Η εθνική δυσαρέσκεια, η οικονομική αποδιοργάνωση και η αυξανόμενη ένταση της πάλης των τάξεων έπληττε και τις δυο χώρες. Στη Γερμανία ο πληθωρισμός κάλπαζε και η ανεργία αυξανόταν. Οι δημοκρατικές αρχές είχαν κι αυτές εξασθενήσει, καθώς συναντούσαν ακόμη αντίσταση από την πρωσική παράδοση της στρατοκρατίας και του αυταρχισμού. Και παντού διαγραφόταν απειλητικό το φάσμα του σοβιετικού μπολσεβικισμού.
Η ιδέα του Κάρολου Δαρβίνου περί εξέλιξης και φυσικής επιλογής αποτέλεσαν άλλον ένα σημαντικό παράγοντα στην άνοδο του φασισμού. Το βιβλίο Η Παγκόσμια Ιστορία της Κολούμπια (The Columbia History of the World) μιλάει για την «αναβίωση του κοινωνικού δαρβινισμού στην ιδεολογία του φασισμού, την οποία εξέφρασε και ο Μουσολίνι και ο Χίτλερ».
Η Εγκυκλοπαίδεια του Τρίτου Ράιχ συμφωνεί μ’ αυτή την εκτίμηση, εξηγώντας ότι ο κοινωνικός δαρβινισμός ήταν «η ιδεολογία που κρυβόταν πίσω από την τακτική γενοκτονίας που εφάρμοζε ο Χίτλερ». Σε αρμονία με τις διδασκαλίες της δαρβινικής εξέλιξης, «οι Γερμανοί ιδεολόγοι υποστήριξαν ότι το σύγχρονο κράτος, αντί να αφιερώνει τους πόρους του στην προστασία των αδυνάμων, θα έπρεπε να απορρίψει τον κατώτερο πληθυσμό του, προς όφελος των ισχυρών και υγιών στοιχείων». Ισχυρίστηκαν ότι ο πόλεμος είναι κάτι φυσιολογικό στον αγώνα για την επιβίωση του ισχυροτέρου· ότι «η νίκη είναι με το μέρος του ισχυρού, και οι αδύναμοι πρέπει να εξοντωθούν».
Έχουμε Πάρει το Μάθημά μας;
Έχει περάσει πια η εποχή που χαρακτηρίστηκε από τα ιταλικά στρατιωτικά αποσπάσματα των Μελανοχίτωνων και από τα γερμανικά Τάγματα Εφόδου με τις καφέ στολές και τους αγκυλωτούς σταυρούς. Κι όμως, υπολείμματα του φασισμού παραμένουν ακόμη και στο 1990. Πριν από δυο χρόνια, το περιοδικό Νιούζγουικ (Newsweek) προειδοποίησε ότι, ουσιαστικά σε όλα τα δυτικοευρωπαϊκά έθνη, «οι δυνάμεις της άκρας δεξιάς αποδεικνύουν για άλλη μια φορά ότι ο σχεδόν απροκάλυπτος ρατσισμός και η έκκληση στις αξίες του εθνικισμού και του αυταρχισμού μπορούν ακόμη και σήμερα να συγκεντρώσουν εντυπωσιακή υποστήριξη». Χωρίς αμφιβολία, ένα από τα πιο δυναμικά κινήματα αυτού του είδους είναι το Εθνικό Μέτωπο του Ζαν-Μαρί Λε Πεν στη Γαλλία, που έχει ένα μήνυμα βασικά «ίδιο μ’ αυτό του εθνικοσοσιαλισμού».
Είναι λογικό να θέτουμε την εμπιστοσύνη μας στα νεοφασιστικά κινήματα; Μήπως οι ρίζες του φασισμού—η δαρβινική εξέλιξη, ο ρατσισμός, η στρατοκρατία και ο εθνικισμός—σχηματίζουν ένα υγιές θεμέλιο πάνω στο οποίο θα μπορούσε να βασιστεί η καλή διακυβέρνηση; Δεν συμφωνείτε ότι, όπως όλα τα άλλα είδη ανθρώπινης διακυβέρνησης, έτσι και ο φασισμός ζυγίστηκε στην πλάστιγγα και βρέθηκε ελλιπής;
[Πλαίσιο στη σελίδα 26]
Φασισμός—Είναι το Θεμέλιό του Γερό;
Δαρβινική Εξέλιξη: «Ολοένα και περισσότεροι επιστήμονες, και κυρίως ολοένα και περισσότεροι εξελικτές . . . υποστηρίζουν ότι η δαρβινική εξελικτική θεωρία δεν είναι καν γνήσια επιστημονική θεωρία».—Νέος Επιστήμονας (New Scientist), 25 Ιουνίου 1981, Μάικλ Ρας.
Ρατσισμός: «Το χάσμα μεταξύ των ανθρώπινων φυλών και των λαών, όπου υπάρχει, είναι ψυχολογικό και κοινωνικό· δεν είναι γενετικό!»—Τα Γονίδια και ο Άνθρωπος (Genes and the Man), Μπέντλεϊ Γκλας, καθηγητής.
«Τα ανθρώπινα όντα όλων των φυλών . . . κατάγονται από τον ίδιο πρώτο άνθρωπο».—Κληρονομικότητα και Άνθρωποι (Heredity and Humans), Άμραμ Σάινφελντ, συγγραφέας επιστημονικών έργων.
Στρατοκρατία: «Η ευφυΐα, ο κόπος και οι θησαυροί που δαπανούνται γι’ αυτή . . . την τρέλα, αφήνουν πραγματικά κατάπληκτο το νου. Αν τα έθνη έπαυαν να μαθαίνουν τον πόλεμο, δεν θα υπήρχε τίποτα που να μην μπορούσε να κάνει ο άνθρωπος».—Χέρμαν Γουκ, Αμερικανός συγγραφέας και κάτοχος του βραβείου Πούλιτζερ.
Εθνικισμός: «Ο εθνικισμός διαιρεί την ανθρωπότητα σε μέρη που δείχνουν αμοιβαία έλλειψη ανεκτικότητας. Ως αποτέλεσμα, οι άνθρωποι σκέφτονται πρώτα ως Αμερικανοί, Ρώσοι, Κινέζοι, Αιγύπτιοι ή Περουβιανοί και κατόπιν ως άνθρωποι—αν σκέφτονται καθόλου ως άνθρωποι».—Διαμάχη και Συνεργασία Μεταξύ Εθνών (Conflict and Cooperation Among Nations), Ίβο Τούχασεκ.
«Πάρα πολλά από τα προβλήματα που αντιμετωπίζουμε σήμερα οφείλονται ή προέρχονται από εσφαλμένες αντιλήψεις—μερικές από τις οποίες έχουν υιοθετηθεί σχεδόν ασυναίσθητα. Μεταξύ αυτών είναι και η αντίληψη του στενού εθνικισμού—‘η πατρίδα μου, είτε έχει δίκιο είτε άδικο’».—Ου Θαντ, πρώην Γενικός Γραμματέας του Ο.Η.Ε.
[Εικόνες στη σελίδα 25]
Αρχαία θρησκευτικά σύμβολα, όπως ο αγκυλωτός σταυρός και το σύνθημα «Ο Θεός Μαζί Μας», δεν έσωσαν τη διακυβέρνηση του Χίτλερ
Το φάσες, σύμβολο που χρησιμοποίησε ο Μουσολίνι για το φασισμό, υπάρχει σε μερικά κέρματα των Η.Π.Α.
-
-
Μέρος Έβδομο: Πολιτική Αναζήτηση της ΟυτοπίαςΞύπνα!—1990 | Νοέμβριος 8
-
-
Η Ανθρώπινη Διακυβέρνηση Ζυγίζεται στην Πλάστιγγα
Μέρος Έβδομο: Πολιτική Αναζήτηση της Ουτοπίας
Σοσιαλισμός: κοινωνικό σύστημα που υποστηρίζει την κρατική ιδιοκτησία και τον κρατικό έλεγχο των μέσων παραγωγής, και το οποίο οι κομμουνιστές θεωρούν ως ενδιάμεσο στάδιο μεταξύ καπιταλισμού και κομμουνισμού· Κομμουνισμός: κοινωνικό σύστημα που υποστηρίζει την απουσία τάξεων, την κοινή ιδιοκτησία των μέσων παραγωγής και διαβίωσης, καθώς και τη δίκαιη κατανομή των οικονομικών αγαθών.
Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ μυθολογία μιλάει για μια ελληνική θεότητα με το όνομα Κρόνος, που κατά τη διάρκεια της βασιλείας του η Ελλάδα απόλαυσε μια χρυσή εποχή. «Όλοι είχαν την ίδια συμμετοχή στα κοινά αγαθά, η ιδιωτική ιδιοκτησία ήταν άγνωστη και η ειρήνη, καθώς και η αρμονία, βασίλευαν ανενόχλητες», εξηγεί το Λεξικό της Ιστορίας των Ιδεών (Dictionary of the History of Ideas). Η ίδια πηγή προσθέτει: «Τα πρώτα ίχνη σοσιαλισμού εμφανίζονται στο θρήνο για μια χαμένη ‘Χρυσή Εποχή’».
Ο σοσιαλισμός, όμως, δεν έκανε την εμφάνισή του ως σύγχρονο πολιτικό κίνημα παρά μόνο στις αρχές και στα μέσα του 19ου αιώνα. Έτυχε άμεσης αποδοχής, ιδιαίτερα στη Γαλλία όπου η Γαλλική Επανάσταση είχε κλονίσει σοβαρά τις συμβατικές ιδέες. Εκεί, καθώς και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, η Βιομηχανική Επανάσταση είχε δημιουργήσει σοβαρά κοινωνικά προβλήματα. Οι άνθρωποι ήταν έτοιμοι πια να δεχτούν την ιδέα ότι, όχι η ιδιωτική, αλλά η δημόσια ιδιοκτησία των οικονομικών πόρων θα έδινε στις μάζες μεγαλύτερη δυνατότητα να έχουν ίση συμμετοχή στα αγαθά της συλλογικής εργασίας.
Ο σοσιαλισμός δεν είναι μια καινούρια ιδέα. Οι Έλληνες φιλόσοφοι Αριστοτέλης και Πλάτων έγραψαν γι’ αυτήν. Αργότερα, στη διάρκεια της Προτεσταντικής Μεταρρύθμισης του 16ου αιώνα, ο ριζοσπαστικός Γερμανός Καθολικός ιερέας Τόμας Μίντσερ απαίτησε μια αταξική κοινωνία. Οι απόψεις του, όμως, ήταν αμφιλεγόμενες—ιδιαίτερα η παρότρυνσή του για επανάσταση, αν παρουσιαζόταν ανάγκη, για την επίτευξη αυτού του στόχου. Το 19ο αιώνα, ο Ουαλός Ρόμπερτ Όουεν, οι Γάλλοι Ετιέν Καμπέ και Πιερ-Ζοζέφ Προυντόν, καθώς και αρκετοί άλλοι κοινωνικοί μεταρρυθμιστές, μεταξύ των οποίων και επιφανείς κληρικοί, δίδαξαν ότι ο σοσιαλισμός ήταν απλώς η Χριστιανοσύνη με άλλο όνομα.
Οι Ουτοπίες του Μαρξ και του Μουρ
Αλλά, «κανένας απ’ αυτούς τους υποστηρικτές του σοσιαλισμού», λέει το σύγγραμμα που αναφέρθηκε παραπάνω, «δεν άσκησε τόση επίδραση όση ο Καρλ Μαρξ, του οποίου τα συγγράμματα αποτέλεσαν τη λυδία λίθο της σοσιαλιστικής σκέψης και πράξης».a Ο Μαρξ δίδαξε ότι, μέσω της ταξικής πάλης, η ιστορία προχωράει βήμα προς βήμα· όταν θα έχει βρεθεί το ιδανικό πολιτικό σύστημα, μ’ αυτή την έννοια, η ιστορία θα τερματιστεί. Αυτό το ιδανικό σύστημα θα επιλύσει τα προβλήματα των προηγούμενων κοινωνιών. Όλοι θα ζουν με ειρήνη, ελευθερία και ευημερία, χωρίς να χρειάζονται κυβερνήσεις ή στρατιωτικές δυνάμεις.
Αυτό μοιάζει με ό,τι περιέγραψε ο Βρετανός πολιτικός Σερ Τόμας Μουρ το 1516 στο βιβλίο του Ουτοπία (Utopia). Η ελληνική αυτή λέξη, την οποία επινόησε ο Μουρ, σημαίνει «ανύπαρκτος τόπος» (ου-τόπος) και πιθανώς χρησιμοποιήθηκε ως λογοπαίγνιο της παρόμοιας έκφρασης ευ-τόπος, που σημαίνει «καλός τόπος». Η Ουτοπία για την οποία έγραψε ο Μουρ ήταν μια φανταστική χώρα (ανύπαρκτος τόπος) η οποία αποτελούσε, παρ’ όλα αυτά, μια ιδανική χώρα (καλός τόπος). Έτσι, «Ουτοπία» κατέληξε να σημαίνει «έναν τόπο ιδανικής τελειότητας, ειδικά όσον αφορά τους νόμους, την κυβέρνηση και τις κοινωνικές συνθήκες». Το βιβλίο του Μουρ ήταν ένα απροκάλυπτο κατηγορώ για τις όχι τόσο ιδανικές οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες που επικρατούσαν στην Ευρώπη της εποχής του, ιδιαίτερα στην Αγγλία, και οι οποίες συνέβαλαν αργότερα στην ανάπτυξη του σοσιαλισμού.
Οι θεωρίες του Μαρξ αντανακλούσαν, επίσης, τις απόψεις του Γερμανού φιλόσοφου Γκέοργκ Βίλχελμ Φρίντριχ Χέγκελ. Σύμφωνα με το Λεξικό της Ιστορίας των Ιδεών, «ο προφητικός και ημιθρησκευτικός χαρακτήρας του μαρξιστικού σοσιαλισμού διαμορφώθηκε από τη φιλοσοφική επανατοποθέτηση της ριζοσπαστικής χριστιανικής θεολογίας του Χέγκελ». Μέσα σ’ αυτό το φόντο της «ριζοσπαστικής χριστιανικής θεολογίας», εξηγεί ο συγγραφέας Γκέοργκ Σαμπίν, ο Μαρξ διαμόρφωσε «μια εξαιρετικά ισχυρή ηθική έκκληση, που υποστηριζόταν από μια ημιθρησκευτική πεποίθηση. Ήταν, πραγματικά, μια έκκληση για συμμετοχή στην προέλαση του πολιτισμού και του δικαίου». Ο σοσιαλισμός ήταν το κύμα του μέλλοντος· ίσως πραγματικά να σκέφτονταν μερικοί ότι ήταν η Χριστιανοσύνη που προέλαυνε προς τη δόξα με νέο όνομα!
Ο Δρόμος από τον Καπιταλισμό στην Ουτοπία
Ο Μαρξ πρόλαβε να εκδώσει πριν από το θάνατό του μόνο τον πρώτο τόμο του συγγράμματός του με τίτλο Το Κεφάλαιο (Das Kapital). Η επιμέλεια και η έκδοση των δυο τελευταίων έγινε το 1885 και το 1894 αντίστοιχα, από το στενότερο συνεργάτη του, το Γερμανό σοσιαλιστή φιλόσοφο Φρίντριχ Ένγκελς. Το Κεφάλαιο προσπάθησε να εξηγήσει την ιστορική προέλευση του καπιταλισμού, το οικονομικό σύστημα που χαρακτηρίζει τις δυτικού τύπου δημοκρατίες μέσω αντιπροσώπων. Βασισμένος στο μη ελεγχόμενο εμπόριο και στον ανταγωνισμό χωρίς κρατική παρέμβαση, ο καπιταλισμός, όπως αναλύθηκε από τον Μαρξ, συγκεντρώνει την ιδιοκτησία των μέσων παραγωγής και διάθεσης στα χέρια ιδιωτών και εταιριών. Σύμφωνα με τον Μαρξ, ο καπιταλισμός συντελεί στο σχηματισμό μιας μεσαίας και μιας εργατικής τάξης, και προκαλεί τον ανταγωνισμό μεταξύ των δυο αυτών τάξεων, πράγμα που οδηγεί στην καταπίεση της τελευταίας. Χρησιμοποιώντας τα συγγράμματα καθιερωμένων οικονομολόγων για να υποστηρίξει τις απόψεις του, ο Μαρξ ισχυρίστηκε ότι ο καπιταλισμός είναι στην πραγματικότητα αντιδημοκρατικός και ότι ο σοσιαλισμός είναι η ύψιστη μορφή δημοκρατίας που φέρνει οφέλη στους ανθρώπους με την προώθηση της ανθρώπινης ισότητας και ελευθερίας.
Η ουτοπία θα μπορούσε να επιτευχθεί αν το προλεταριάτο ξεσηκωνόταν σε επανάσταση και αποτίνασσε την καταπίεση της μπουρζουαζίας, εγκαθιστώντας αυτό που ο Μαρξ ονόμασε «δικτατορία του προλεταριάτου». (Βλέπε πλαίσιο, σελίδα 21.) Οι απόψεις του, όμως, έγιναν ηπιότερες με τον καιρό. Άρχισε να αφήνει περιθώρια για δυο διαφορετικές μορφές επανάστασης, μια βίαιη επανάσταση και μια άλλη μονιμότερη και βαθμιαία. Αυτό ήγειρε μια ενδιαφέρουσα ερώτηση.
Ουτοπία Μέσω Επανάστασης ή Μέσω Εξέλιξης;
Η λέξη «κομμουνισμός» προέρχεται από τη λατινική λέξη κομμούνις (communis), που σημαίνει «κοινός, αυτός που ανήκει σε όλους». Όπως και ο σοσιαλισμός, ο κομμουνισμός ισχυρίζεται ότι η ιδιωτική πρωτοβουλία οδηγεί σε ανεργία, φτώχεια, κυκλικές οικονομικές διακυμάνσεις και διαμάχες μεταξύ εργατών και εργοδοτών. Η λύση σ’ αυτά τα προβλήματα είναι η πιο ίση και πιο δίκαιη κατανομή του εθνικού πλούτου.
Ήδη, όμως, στα τέλη του περασμένου αιώνα, οι μαρξιστές είχαν έρθει σε διαφωνία σχετικά με το πώς να επιτύχουν αυτούς τους στόχους για τους οποίους συμφωνούσαν. Στις αρχές του 19ου αιώνα, το τμήμα του σοσιαλιστικού κινήματος, το οποίο απέρριπτε τη βίαιη επανάσταση και υποστήριζε την καταβολή προσπαθειών μέσα στο κοινοβουλευτικό δημοκρατικό σύστημα, απέκτησε περισσότερη δύναμη και έγινε τελικά αυτό που τώρα αποκαλείται δημοκρατικός σοσιαλισμός. Αυτό το είδος σοσιαλισμού μπορεί να βρεθεί σήμερα σε δημοκρατίες όπως της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας, της Γαλλίας και της Βρετανίας. Σχεδόν από κάθε άποψη, αυτά τα κόμματα έχουν απορρίψει τη γνήσια μαρξιστική λογική και ενδιαφέρονται απλώς να δημιουργήσουν ένα κράτος πρόνοιας για τους πολίτες τους.
Ένας αφοσιωμένος μαρξιστής, όμως, που πίστευε ακράδαντα ότι η κομμουνιστική Ουτοπία μπορούσε να επιτευχθεί μόνο με βίαιη επανάσταση ήταν ο Λένιν. Οι θεωρίες του, παράλληλα με το μαρξισμό, αποτελούν τη βάση του σύγχρονου αποδεκτού κομμουνισμού. Ο Λένιν, ψευδώνυμο του Βλαντιμίρ Ίλιτς Ουλιάνοφ, γεννήθηκε το 1870, εκεί που τώρα είναι η Σοβιετική Ένωση. Το 1889 μεταστράφηκε στο μαρξισμό. Μετά το 1900, αφού είχε περάσει ένα διάστημα εξορίας στη Σιβηρία, έζησε κυρίως στη Δυτική Ευρώπη. Όταν ανατράπηκε το τσαρικό καθεστώς, επέστρεψε στη Ρωσία, ίδρυσε το Ρωσικό Κομμουνιστικό Κόμμα και ηγήθηκε της Μπολσεβικικής Επανάστασης του 1917. Από τότε υπηρέτησε ως ο πρώτος ηγέτης της Σοβιετικής Ένωσης μέχρι το θάνατό του το 1924. Θεωρούσε το Κομμουνιστικό Κόμμα ως ένα πολύ πειθαρχημένο, συγκεντρωτικό σώμα επαναστατών που υπηρετούσε ως η εμπροσθοφυλακή του προλεταριάτου. Οι Μενσεβίκοι διαφωνούσαν.—Βλέπε πλαίσιο, σελίδα 21.
Η διαχωριστική γραμμή μεταξύ επανάστασης και εξέλιξης δεν είναι πια τόσο σαφής. Το 1978, το βιβλίο Σύγκριση των Πολιτικών Συστημάτων: Εξουσία και Πολιτική σε Τρεις Κόσμους (Comparing Political Systems: Power and Policy in Three Worlds) παρατήρησε: «Ο κομμουνισμός είναι τώρα περισσότερο αναποφάσιστος σχετικά με το πώς να επιτύχει τους σοσιαλιστικούς στόχους. . . . Οι διαφορές μεταξύ του κομμουνισμού και του δημοκρατικού σοσιαλισμού έχουν μειωθεί σημαντικά». Τώρα, το 1990, αυτά τα λόγια αποκτούν μεγαλύτερο νόημα καθώς ο κομμουνισμός υφίσταται δραστικές αλλαγές στην Ανατολική Ευρώπη.
Ο Κομμουνισμός Επαναφέρει τη Θρησκεία
«Έχουμε ανάγκη από πνευματικές αρχές . . . Οι ηθικές αξίες τις οποίες δημιούργησε και ενσωμάτωσε η θρησκεία επί αιώνες μπορούν κι αυτές να βοηθήσουν στη διαδικασία της ανανέωσης στη χώρα μας». Λίγοι άνθρωποι θα μπορούσαν να φανταστούν ότι θα άκουγαν ποτέ αυτές τις λέξεις από το στόμα ενός γενικού γραμματέα του Κομμουνιστικού Κόμματος της Σοβιετικής Ένωσης. Αλλά στις 30 Νοεμβρίου 1989, ο Μιχαήλ Γκορμπατσόφ ανακοίνωσε αυτή τη δραματική στροφή προς τη θρησκεία στη διάρκεια της επίσκεψής του στην Ιταλία.
Μήπως αυτό υποστηρίζει τη θεωρία ότι οι πρώτοι Χριστιανοί ήταν και οι ίδιοι κομμουνιστές που ασκούσαν κάποια μορφή χριστιανικού σοσιαλισμού; Μερικοί άνθρωποι προβάλλουν αυτόν τον ισχυρισμό υποδεικνύοντας το εδάφιο Πράξεις 4:32, ΝΔΜ, το οποίο λέει σχετικά με τους Χριστιανούς της Ιερουσαλήμ: «Όλα τα είχαν κοινά». Η έρευνα, όμως, αποκαλύπτει ότι αυτή ήταν απλώς μια προσωρινή διευθέτηση που την επέβαλαν απρόβλεπτες περιστάσεις, όχι ένα μόνιμο σύστημα «χριστιανικού» σοσιαλισμού. Επειδή μοιράζονταν τα υλικά αγαθά με στοργικό τρόπο, «δεν υπήρχε κανείς ανάμεσά τους που να στερείται τα απαραίτητα». Ναι, «δινόταν στον καθένα ανάλογα με τις ανάγκες του».—Πράξεις 4:34, 35, ΝΔΜ.
«Γκλάσνοστ» και «Περεστρόικα»
Από τους τελευταίους μήνες του 1989, η Σοβιετική Ένωση και οι όμοιές της κομμουνιστικές κυβερνήσεις στην Ανατολική Ευρώπη δοκιμάζουν συγκλονιστικές πολιτικές ανακατατάξεις. Χάρη στην πολιτική της γκλάσνοστ, δηλαδή διαφάνειας, αυτές οι αλλαγές έγιναν αντιληπτές από όλους. Οι Ανατολικοευρωπαίοι απαίτησαν εκτεταμένες μεταρρυθμίσεις, οι οποίες, μέχρις ενός βαθμού, έχουν παραχωρηθεί. Οι κομμουνιστές ηγέτες έχουν παραδεχτεί την ανάγκη για ένα πιο ανθρωπιστικό και ανεκτικό σύστημα κι έχουν κάνει έκκληση για «αναγέννηση του σοσιαλισμού με μια διαφορετική, πιο φωτισμένη και αποτελεσματική μορφή», όπως το έθεσε ένας Πολωνός οικονομολόγος.
Η κυριαρχούσα μορφή ανάμεσα σ’ αυτούς τους ηγέτες είναι ο Γκορμπατσόφ, ο οποίος, αφού ανέλαβε την εξουσία το 1985, σύντομα εισήγαγε την ιδέα της περεστρόικα (ανασυγκρότησης). Κατά τη διάρκεια μιας επίσκεψής του στην Ιταλία, υπερασπίστηκε την περεστρόικα ως απαραίτητη για την αντιμετώπιση των προκλήσεων της δεκαετίας του 1990. Είπε: «Έχοντας πάρει το δρόμο των ριζοσπαστικών μεταρρυθμίσεων, οι σοσιαλιστικές χώρες περνούν το σημείο πέρα από το οποίο δεν υπάρχει επιστροφή στο παρελθόν. Εντούτοις, είναι λάθος να ισχυριζόμαστε, όπως ισχυρίζονται πολλοί στη Δύση, ότι πρόκειται για την κατάρρευση του σοσιαλισμού. Αντίθετα, αυτό σημαίνει ότι η σοσιαλιστική διαδικασία στον κόσμο θα επιδιώξει την περαιτέρω ανάπτυξή της σε μια πληθώρα μορφών».
Συνεπώς, οι κομμουνιστές ηγέτες δεν είναι έτοιμοι να συμφωνήσουν με τις εκτιμήσεις που έκανε πέρσι ο αρθρογράφος Τσαρλς Κραουθάμερ, ο οποίος έγραψε: «Το αιώνιο ερώτημα που έχει απασχολήσει κάθε πολιτικό φιλόσοφο από την εποχή του Πλάτωνα και μετά—ποια είναι η καλύτερη μορφή διακυβέρνησης;—βρήκε την απάντησή του. Ύστερα από μερικές χιλιετίες, στη διάρκεια των οποίων δοκιμάστηκε κάθε μορφή πολιτικού συστήματος, φτάνουμε στο τέλος αυτής της χιλιετίας με τη βέβαιη γνώση ότι αυτό που ζητούσαμε το βρήκαμε στη φιλελεύθερη, πολυφωνική καπιταλιστική δημοκρατία».
Όμως, η γερμανική εφημερίδα Ντι Τσάιτ (Die Zeit) με ειλικρίνεια αναγνωρίζει τη θλιβερή εικόνα που παρουσιάζει η δημοκρατία δυτικού τύπου, επισημαίνοντας την «ανεργία, τον αλκοολισμό και τη χρήση ναρκωτικών, την πορνεία, την περικοπή των κοινωνικών προγραμμάτων, το φορολογικό και τα ελλείμματα των προϋπολογισμών», και μετά ρωτάει: «Είναι, πραγματικά, αυτή η τέλεια κοινωνία που θριάμβευσε μια για πάντα έναντι του σοσιαλισμού;»
Μια παροιμία λέει ότι οι άνθρωποι που ζουν σε γυάλινα σπίτια δεν πρέπει να πετάνε πέτρες. Ποια μορφή ατελούς ανθρώπινης διακυβέρνησης μπορεί, εκ του ασφαλούς, να επικρίνει τα ελαττώματα μιας άλλης; Τα στοιχεία δείχνουν ότι η τέλεια μορφή ανθρώπινης διακυβέρνησης—μια Ουτοπία—δεν υπάρχει. Οι πολιτικοί ακόμη αναζητούν τον «καλό τόπο». Αλλά αυτός εξακολουθεί να είναι «ανύπαρκτος τόπος».
[Υποσημειώσεις]
a Ο Μαρξ, γεννημένος το 1818 από Εβραίους γονείς εκεί που ήταν κάποτε η Πρωσία, σπούδασε και εργάστηκε στη Γερμανία ως δημοσιογράφος· μετά το 1849, το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του το πέρασε στο Λονδίνο, όπου και πέθανε το 1883.
[Πλαίσιο στη σελίδα 21]
ΣΟΣΙΑΛΙΣΤΙΚΗ ΚΑΙ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗ ΟΡΟΛΟΓΙΑ
ΜΠΟΛΣΕΒΙΚΟΙ/ΜΕΝΣΕΒΙΚΟΙ: Το Σοσιαλδημοκρατικό Εργατικό Κόμμα της Ρωσίας, το οποίο ιδρύθηκε το 1898, χωρίστηκε σε δυο ομάδες το 1903· οι Μπολσεβίκοι, που κατά γράμμα σημαίνει «μέλη της πλειοψηφίας», υπό τον Λένιν, ήθελαν να διατηρηθεί το κόμμα σε μικρό μέγεθος, με περιορισμένο αριθμό πειθαρχημένων επαναστατών· οι Μενσεβίκοι, που σημαίνει «μέλη της μειοψηφίας», ήθελαν ένα κόμμα που να έχει περισσότερα μέλη και να χρησιμοποιεί δημοκρατικές μεθόδους.
ΜΠΟΥΡΖΟΥΑΖΙΑ/ΠΡΟΛΕΤΑΡΙΑΤΟ: Ο Μαρξ δίδαξε ότι το προλεταριάτο (η εργατική τάξη) θα ανέτρεπε την μπουρζουαζία (τη μεσαία τάξη, περιλαμβανομένων και των εργοστασιαρχών) και θα ίδρυε μια «δικτατορία του προλεταριάτου», δημιουργώντας μ’ αυτόν τον τρόπο μια αταξική κοινωνία.
ΚΟΜΙΝΤΕΡΝ: Συντμημένη μορφή της φράσης Κομμουνιστική Διεθνής (ή Τρίτη Διεθνής), μιας οργάνωσης που ίδρυσε ο Λένιν το 1919 για να προάγει τον κομμουνισμό· διαλύθηκε το 1943, ενώ πριν από αυτήν είχε προηγηθεί η Πρώτη Διεθνής (1864-1876), η οποία συνέβαλε στη δημιουργία πολλών ευρωπαϊκών σοσιαλιστικών ομάδων, και η Δεύτερη Διεθνής (1889-1919), ένα διεθνές κοινοβούλιο σοσιαλιστικών κομμάτων.
ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΟ ΜΑΝΙΦΕΣΤΟ: Δήλωση των θεμελιωδών αρχών του επιστημονικού σοσιαλισμού, η οποία συντάχτηκε από τον Μαρξ και τον Ένγκελς το 1848 και υπήρξε για πολύ καιρό η βάση των ευρωπαϊκών σοσιαλιστικών και κομμουνιστικών κομμάτων.
ΕΥΡΩΚΟΜΜΟΥΝΙΣΜΟΣ: Ο κομμουνισμός των δυτικοευρωπαϊκών κομμουνιστικών κομμάτων· ανεξάρτητος από τη σοβιετική ηγεσία και πρόθυμος να συμμετέχει σε κυβερνήσεις συνασπισμού, υποστηρίζει ότι η «δικτατορία του προλεταριάτου» δεν είναι πια απαραίτητη.
ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟΣ/ΟΥΤΟΠΙΚΟΣ ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟΣ: Όροι που χρησιμοποιήθηκαν από τον Μαρξ για τη διάκριση μεταξύ των θεωριών του, οι οποίες υποτίθεται ότι βασίζονταν σε μια επιστημονική εξέταση της ιστορίας και των πεπραγμένων του καπιταλισμού, και των καθαρά Ουτοπικών σοσιαλιστικών θεωριών των προδρόμων του Μαρξ.
-
-
Μέρος Όγδοο: Πολιτικό Μείγμα Σιδήρου και Υγρού ΠηλούΞύπνα!—1990 | Νοέμβριος 22
-
-
Η Ανθρώπινη Διακυβέρνηση Ζυγίζεται στην Πλάστιγγα
Μέρος Όγδοο: Πολιτικό Μείγμα Σιδήρου και Υγρού Πηλού
Εθνικισμός: συναίσθημα εθνικής συνείδησης που εξυψώνει ένα έθνος πάνω απ’ όλα τα άλλα και θέτει την προώθηση της πολιτιστικής του ανάπτυξης και των συμφερόντων του πάνω από τα συμφέροντα των άλλων εθνών· αντίληψη που εμφανίστηκε για πρώτη φορά στα τέλη του 18ου αιώνα, αλλά έφτασε στο αποκορύφωμά της στον 20ό αιώνα.
ΚΑΘΩΣ παραπαίουν αβοήθητες από τη μια κρίση στην άλλη, οι ανθρώπινες κυβερνήσεις αποτυχαίνουν να φέρουν σταθερότητα στην ανθρώπινη κοινωνία. Σύμφωνα με τον Ζμπίγκνιου Μπρζεζίνσκι, το σύμβουλο εθνικής ασφάλειας του πρώην Προέδρου των Η.Π.Α. Τζίμι Κάρτερ, η κατάσταση δεν πρόκειται να αλλάξει σύντομα.
Η δημοσιογράφος Τζόρτζι Αν Γκέιερ πήρε συνέντευξη από τον Μπρζεζίνσκι, καθώς και από άλλους πολιτικούς ηγέτες, τον καιρό που προετοίμαζε ένα άρθρο με τίτλο «Ο Κόσμος μας στο Δρόμο της Αποσύνθεσης», το οποίο δημοσιεύτηκε το 1985. Στο άρθρο αυτό γράφει ότι ο Μπρζεζίνσκι είπε: «Όπως συνέβαινε πάντοτε, οι παράγοντες που προωθούν τη διεθνή αποσταθεροποίηση κερδίζουν έδαφος απέναντι στις δυνάμεις που αγωνίζονται για μια πιο οργανωμένη συνεργασία. Το αναπόφευκτο συμπέρασμα που βγαίνει από οποιαδήποτε αντικειμενική ανάλυση των παγκόσμιων τάσεων είναι ότι η κοινωνική αναταραχή, ο πολιτικός αναβρασμός, η οικονομική κρίση και οι διεθνείς προστριβές ενδέχεται να προσλάβουν μεγαλύτερες διαστάσεις στο υπόλοιπο αυτού του αιώνα».
Μια πραγματικά δυσοίωνη πρόβλεψη, η οποία όμως δεν ξαφνιάζει τους μελετητές της Αγίας Γραφής. Αυτή ακριβώς η κατάσταση είχε προλεχθεί πριν από πολύ καιρό. Πότε; Πού;
Αναστατώθηκε από ένα Όνειρο
Ο Ναβουχοδονόσορ, ο βασιλιάς της Βαβυλώνας από το 624 μέχρι το 582 Π.Κ.Χ., είχε ταραχθεί από ένα όνειρο. Σ’ αυτό το όνειρο είχε δει μια τεράστια εικόνα με κεφάλι από χρυσάφι, με στήθος και βραχίονες από ασήμι, με κοιλιά και μηρούς από χαλκό, με κνήμες από σίδηρο και με πόδια και δάχτυλα των ποδιών από σίδηρο αναμειγμένο με πηλό. Ο Δανιήλ, ο προφήτης του Θεού, εξήγησε στον Ναβουχοδονόσορα τη σημασία της εικόνας, λέγοντάς του: «Συ, βασιλεύ, . . . συ είσαι η κεφαλή εκείνη η χρυσή. Και μετά σε θέλει αναστηθή άλλη βασιλεία κατωτέρα σου και τρίτη άλλη βασιλεία εκ χαλκού, ήτις θέλει κυριεύσει επί πάσης της γης». Είναι φανερό, λοιπόν, ότι η εικόνα αναφερόταν στην ανθρώπινη διακυβέρνηση.—Δανιήλ 2:37-39.
Πριν από την εποχή του Δανιήλ, και η Αίγυπτος και η Ασσυρία είχαν καταπιέσει τους Ισραηλίτες, τον εκλεκτό λαό του Συγγραφέα της Αγίας Γραφής. (Έξοδος 19:5) Από την άποψη της Αγίας Γραφής, αυτό τις καθιστούσε παγκόσμιες δυνάμεις, και μάλιστα τις πρώτες από μια σειρά εφτά παγκόσμιων δυνάμεων για τις οποίες μιλάει η Αγία Γραφή. (Αποκάλυψις 17:10) Τότε, στις μέρες του Δανιήλ, η Βαβυλώνα ανέτρεψε την Ιερουσαλήμ και έστειλε τους Ισραηλίτες στην εξορία. Έτσι, η Βαβυλώνα έγινε η τρίτη απ’ αυτές τις παγκόσμιες δυνάμεις, η οποία κατάλληλα αναφέρεται σ’ αυτή την περίπτωση ως ‘η κεφαλή η χρυσή’. Η Αγία Γραφή και η κοσμική ιστορία προσδιορίζουν τη Μηδοπερσία, την Ελλάδα, τη Ρώμη και, τελικά, το συνδυασμό Αγγλίας-Αμερικής ως τις παγκόσμιες δυνάμεις που επρόκειτο να εμφανιστούν στο μέλλον.a
Αυτά τα έθνη καταχωρούνται από την Αγία Γραφή ως παγκόσμιες δυνάμεις επειδή ήρθαν σε επαφή με το λαό του Θεού και εναντιώθηκαν στη θεία διακυβέρνηση, την οποία υποστήριζαν εκείνοι οι δούλοι του Θεού. Επομένως, η εικόνα που είδε ο Ναβουχοδονόσορ συμβόλιζε κατάλληλα το πώς η ανθρώπινη διακυβέρνηση θα συνέχιζε να ασκείται και να εναντιώνεται στη θεία κυριαρχία, ακόμη και μετά το τέλος του βασιλείου του. Η διαδοχή των παγκόσμιων δυνάμεων, τις οποίες συμβόλιζαν τα διάφορα μέρη της εικόνας, άρχισε από το κεφάλι και συνεχίστηκε προς τα κάτω. Λογικά, λοιπόν, τα πόδια και τα δάχτυλα των ποδιών θα συμβόλιζαν τις τελικές μορφές της ανθρώπινης διακυβέρνησης που θα υπήρχαν στον ‘έσχατο καιρό’, όπως το διατύπωσε ο Δανιήλ. Τι θα έπρεπε, συνεπώς, να αναμένουμε;—Δανιήλ 2:41, 42· 12:4.
‘Δέκα Δάχτυλα’
Οι δούλοι του Θεού δεν περιορίζονται πια σ’ ένα έθνος ή σε μια τοποθεσία, έτσι ώστε να μπορεί να τους καταπιέσει μια συγκεκριμένη παγκόσμια δύναμη. (Πράξεις 1:8· 10:34, 35) Ως μέλη όλων των εθνών, υπήκοοι ανθρώπινων κυβερνήσεων κάθε είδους, αναγγέλλουν με ζήλο ότι ο καιρός του τέλους έχει αρχίσει και ότι η εποχή της ανθρώπινης διακυβέρνησης έχει περάσει—σύντομα θα αντικατασταθεί από τη θεία διακυβέρνηση.b Έτσι, το θαρραλέο άγγελμα που διακηρύττουν έρχεται αντιμέτωπο με όλες τις υπάρχουσες πολιτικές δυνάμεις. Κατάλληλα, ο αριθμός «δέκα», όπως χρησιμοποιείται στην Αγία Γραφή, υποδηλώνει πληρότητα σε σχέση με επίγεια πράγματα. Έτσι, αυτό που λογικά θα αντιπροσώπευαν τα ‘δέκα δάχτυλα’ των ποδιών της εικόνας είναι η ανθρώπινη πολιτική διακυβέρνηση στο σύνολό της, η οποία εναντιώνεται ενωμένα στη θεία κυριαρχία στη διάρκεια του καιρού του τέλους.
Ποια ήταν η πολιτική κατάσταση στην έναρξη αυτής της προειπωμένης χρονικής περιόδου; Το έτος 1800, τα ευρωπαϊκά έθνη έλεγχαν το 35 τοις εκατό της επιφάνειας της γης, αλλά μέχρι το 1914 αυτό το ποσοστό είχε ξεπεράσει το 84 τοις εκατό! Ο Άτλας Κόλινς της Παγκόσμιας Ιστορίας (The Collins Atlas of World History) παρατηρεί ότι «στις παραμονές του πολέμου του 1914, φαινόταν ότι το μοίρασμα του κόσμου ανάμεσα σε μερικές μεγάλες δυνάμεις ήταν σχεδόν πλήρες». Μάλιστα, όπως λέει ο Χιου Μπρόγκαν, επιμελητής της ιστορίας στο Πανεπιστήμιο του Έσεξ της Αγγλίας, φαινόταν πως «δεν ήταν μακριά η μέρα που ολόκληρο τον κόσμο θα τον κυβερνούσαν πέντε-έξι μόνο δυνάμεις».
Το να χρησιμοποιηθούν, όμως, ‘δέκα δάχτυλα’ για να συμβολίσουν το σύνολο των επίγειων κυβερνήσεων, οι οποίες στην κυριολεξία δεν θα ήταν πάνω από «πέντε-έξι μόνο δυνάμεις», δεν φαίνεται και τόσο λογικό. Για να αποκτήσουν, λοιπόν, τα ‘δέκα δάχτυλα’ πραγματική σημασία, σε εκπλήρωση της προφητείας, η πολιτική κατάσταση που επικρατούσε το 1914 έπρεπε να αλλάξει.
Η χαραυγή του 20ού αιώνα βρήκε τη Βρετανική Αυτοκρατορία, τη μεγαλύτερη αυτοκρατορία που έχει δει ποτέ ο κόσμος, να κυβερνάει το ένα τέταρτο των ανθρώπων της γης. Άλλες ευρωπαϊκές αυτοκρατορίες είχαν κάτω από τον έλεγχό τους πολλά ακόμη εκατομμύρια ανθρώπους. Αλλά ο Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος κατέληξε στο θρίαμβο του εθνικισμού. Ο Πολ Κένεντι, καθηγητής της ιστορίας στο Πανεπιστήμιο του Γέιλ, εξηγεί: «Η πιο εντυπωσιακή αλλαγή στην Ευρώπη, αν υπολογιστεί σε όρους εδαφικής κυριαρχίας, ήταν η εμφάνιση μιας ομάδας από έθνη-κράτη—Πολωνία, Τσεχοσλοβακία, Αυστρία, Ουγγαρία, Γιουγκοσλαβία, Φινλανδία, Εσθονία, Λετονία και Λιθουανία—σε εδάφη που ανήκαν προηγουμένως στις αυτοκρατορίες των Αψβούργων, των Ρομανόφ και των Χοεντσόλερν».
Μετά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, αυτή η τάση επιταχύνθηκε. Ο εθνικισμός ξέσπασε με όλη του τη δύναμη. Ιδιαίτερα μετά τα μέσα της δεκαετίας του 1950, η τάση αυτή ήταν αδύνατο να αντιστραφεί. Η ευρωπαϊκή επέκταση πέντε αιώνων κατέληγε στα ερείπια των αποικιοκρατικών αυτοκρατοριών που κατέρρεαν. Ο αριθμός των εθνών στην Αφρική, στην Ασία και στη Μέση Ανατολή αυξήθηκε σημαντικά.
Η Νέα Εγκυκλοπαίδεια Μπριτάνικα (The New Encyclopædia Britannica) λέει ότι αυτή «η εξέλιξη ήταν αντίθετη στις ιδέες που επικρατούσαν στην πολιτική σκέψη τα περασμένα 2.000 χρόνια». Ενώ «μέχρι τότε όλοι οι άνθρωποι τόνιζαν το γενικό καλό και το παγκόσμιο συμφέρον, και θεωρούσαν την ενότητα ως τον επιθυμητό στόχο», τώρα ο εθνικισμός τόνιζε τις εθνικές διαφορές. Αντί να ενώνει, έτεινε να διαιρεί.
Σίδηρος και Υγρός Πηλός
Παρατηρήστε ότι η Αγία Γραφή, περιγράφοντας τα πόδια και τα δάχτυλα των ποδιών της εικόνας, λέει ότι ήταν «μέρος μεν εκ σιδήρου, μέρος δε εκ πηλού», και προσθέτει: «Θέλει είσθαι βασιλεία διηρημένη· . . . θέλει είσθαι κατά μέρος ισχυρά και κατά μέρος εύθραυστος . . . , πλην δεν θέλουσιν είσθαι κεκολλημένοι ο εις μετά του άλλου». (Δανιήλ 2:33, 41-43) Το ότι δεν θα παρέμεναν «κεκολλημένοι» με ενότητα έγινε φανερό καθώς προχώρησε η ανεξαρτητοποίηση των αποικιών, κορυφώθηκε ο εθνικισμός και τα αναπτυσσόμενα κράτη απέκτησαν δύναμη. Η υδρόγειος γλιστρούσε γοργά προς τον πολιτικό κατακερματισμό.
Παρόμοια με το ασταθές μείγμα του σιδήρου και του πηλού στα πόδια και στα δάχτυλα των ποδιών της εικόνας, μερικές κυβερνήσεις αποδείχτηκαν σαν σίδηρος—αυταρχικές ή τυραννικές—και άλλες σαν πηλός—πιο ελαστικές ή δημοκρατικές. Είναι ευνόητο ότι δεν θα ήταν δυνατόν να παραμείνουν ‘κεκολλημένες’ με παγκόσμια ενότητα. Επισημαίνοντας αυτό ακριβώς το γεγονός στις μέρες μας, το γερμανικό βιβλίο Ο Κόσμος μας—Χθες, Σήμερα, Αύριο· 1800-2000 (Unsere Welt—Gestern, Heute, Morgen; 1800-2000) λέει: «Ο 19ος αιώνας βρήκε τη δημοκρατική ελευθερία να έχει ήδη επικρατήσει σ’ όλες σχεδόν τις πολιτισμένες χώρες, και μέχρι το τέλος του Α΄ Παγκόσμιου Πολέμου, η ελευθερία φάνηκε ότι πλησίαζε στην τελική της νίκη. . . . Με την επανάσταση στη Ρωσία το 1917, η δικτατορία εμφανίστηκε ξανά. Από τότε κι έπειτα, ο 20ός αιώνας χαρακτηρίζεται από συνύπαρξη και αντιπαράθεση της δικτατορίας με τη δημοκρατία».—Τα πλάγια γράμματα δικά μας.
Η Δύναμη του Λαού
Παρατηρήστε, επίσης, ότι στη διάρκεια της διακυβέρνησης από τα ‘δέκα δάχτυλα’, ο κοινός λαός, ‘το σπέρμα των ανθρώπων’, θα είχε αυξημένη συμμετοχή στη διακυβέρνηση. Υποστηρίζουν τα ιστορικά γεγονότα αυτή την πρόρρηση;—Δανιήλ 2:43.
Η δημοκρατία, δηλαδή η κυβέρνηση από το λαό, ήταν εξαιρετικά δημοφιλής μετά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, παρ’ όλο που στις δεκαετίες του 1920 και του 1930, δημοκρατικά καθεστώτα σε διάφορα μέρη του κόσμου αντικαταστάθηκαν από δικτατορίες. Μετά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, η ανεξαρτητοποίηση των αποικιών είχε για άλλη μια φορά ως αποτέλεσμα τη δημιουργία ενός αριθμού νέων δημοκρατιών. Αργότερα όμως, στις δεκαετίες του 1960 και του 1970, πολλές πρώην αποικίες διάλεξαν πιο αυταρχικές μορφές διακυβέρνησης.
Παρ’ όλα αυτά, στον 20ό αιώνα, η γενική τάση ήταν να αντικαθίστανται οι μοναρχίες και οι απολυταρχικές κυβερνήσεις με δημοκρατίες ή κυβερνήσεις από το λαό. Το περιοδικό Τάιμ (Time) περιέγραψε τις περσινές πολιτικές αναταραχές στην Ανατολική Ευρώπη ως «το Έτος του Λαού». Και όταν το τείχος του Βερολίνου έπεσε τελικά, το γερμανικό ειδησεογραφικό περιοδικό Ντερ Σπίγκελ (Der Spiegel) κόσμησε το μπροστινό του εξώφυλλο με τη φράση «Ντας Φολκ ζιγκτ» (“Das Volk siegt”)—ο λαός νικά!
Πολλά Λόγια, Λίγα Έργα
Σ’ όλες τις ανατολικοευρωπαϊκές χώρες στις οποίες η δύναμη του λαού επέβαλε πολιτικές μεταρρυθμίσεις, υπήρξε η απαίτηση για ελεύθερες εκλογές με τη γενική συμμετοχή των πολιτικών κομμάτων. Τα πολιτικά κόμματα, με τη σημερινή τους μορφή, εμφανίστηκαν αρχικά στην Ευρώπη και στη Βόρεια Αμερική το 19ο αιώνα. Μετά τα μέσα του 20ού αιώνα, εξαπλώθηκαν σ’ ολόκληρο τον κόσμο. Σήμερα τα κόμματα είναι μεγαλύτερα, ισχυρότερα και καλύτερα οργανωμένα απ’ ό,τι ποτέ άλλοτε. Μέσω των κομμάτων αυτών, καθώς και των εργατικών συνδικάτων, των παρασκηνιακών πολιτικών ομάδων που ασκούν πίεση (τα λόμπι), των οικολογικών ομάδων και αμέτρητων άλλων συλλόγων πολιτών και ομίλων με ιδιωτικά συμφέροντα, η φωνή του λαού ακούγεται τώρα πιο συχνά και πιο δυνατά απ’ ό,τι ποτέ άλλοτε.
Καθώς, όμως, αυξάνει ο αριθμός των ανθρώπων που αναμειγνύονται στην πολιτική, αυξάνει και η δυσκολία της επίτευξης πολιτικής ομοφωνίας. Μέσα από ένα πλήθος αλληλοσυγκρουόμενων απόψεων και συμφερόντων, συχνά προκύπτουν κυβερνήσεις μειοψηφίας που βρίσκονται σε αδιέξοδο, κυβερνήσεις που λένε πολλά λόγια, αλλά κάνουν λίγα έργα.
Όπως ο σίδηρος και ο υγρός πηλός, έτσι και όλο το παγκόσμιο πολιτικό μείγμα από το 1914 και μετά είναι εύθραυστο. Πέρασαν, για παράδειγμα, οι μέρες που οι άνθρωποι επικαλούνταν τη θεία καθοδήγηση στα ζητήματα της διακυβέρνησης. «Έτσι, οι άνθρωποι του δυτικού πολιτισμού έχουν στραφεί πλήρως στον εαυτό τους και ανακαλύπτουν ότι ο εαυτός τους είναι ελλιπής», συμπεραίνει Η Παγκόσμια Ιστορία της Κολούμπια (The Columbia History of the World).
Περιθώριο για Αισιοδοξία;
«Γιατί αυτές οι ξεχωριστές αλλά σχετικές μεταξύ τους εξελίξεις σημειώθηκαν όλες μαζί στο δεύτερο μισό του 20ού αιώνα; Γιατί αυτές οι απειλές για παγκόσμια κατάρρευση εμφανίστηκαν ακριβώς την εποχή που ο άνθρωπος πραγματοποίησε περισσότερα επιστημονικά επιτεύγματα και απέκτησε περισσότερη γνώση απ’ ό,τι σ’ όλη την προηγούμενη ιστορία του;» Αυτές οι ερωτήσεις που τέθηκαν από τη δημοσιογράφο Γκέιερ μας βάζουν σε σκέψεις. Ξέρει, όμως, κανείς τις απαντήσεις;
Πριν από δέκα χρόνια σχεδόν, Η Παγκόσμια Εγκυκλοπαίδεια του Βιβλίου (The World Book Encyclopedia) παρατηρούσε με αισιοδοξία: «Έχουμε πιθανώς τη μεγαλύτερη ευκαιρία να λύσουμε τα προβλήματα των καιρών μας απ’ ό,τι είχε οποιαδήποτε προηγούμενη γενιά». Τώρα όμως, δέκα χρόνια αργότερα, στην αρχή της δεκαετίας του 1990, υπάρχει ακόμη περιθώριο για αισιοδοξία; ‘Ναι’, μπορεί να πείτε, δείχνοντας το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, τη στενότερη συνεργασία Ανατολής-Δύσης και την ουσιαστική πρόοδο που έχει γίνει στον τομέα του παγκόσμιου αφοπλισμού.
Η Αγία Γραφή προείπε ότι έτσι θα πήγαιναν τα πράγματα. Δείχνει ότι στη διάρκεια της βασιλείας της έβδομης παγκόσμιας δύναμης της Βιβλικής ιστορίας θα ιδρυόταν μια παράλληλη όγδοη δύναμη, με το συγκεκριμένο σκοπό να ενώσει τα έθνη. (Αποκάλυψις 17:11) Θα το πετύχαινε όμως; Το ένατο μέρος της σειράς «Η Ανθρώπινη Διακυβέρνηση Ζυγίζεται στην Πλάστιγγα» θα δώσει την απάντηση.
[Υποσημειώσεις]
a Η Σκοπιά ασχολήθηκε εκτενώς με καθεμιά απ’ αυτές τις παγκόσμιες δυνάμεις της Βιβλικής ιστορίας χωριστά, στα τεύχη από 1η Φεβρουαρίου μέχρι και 1η Ιουνίου 1988.
b Για αποδείξεις από την Αγία Γραφή, βλέπε κεφάλαια 16 και 18 του βιβλίου Μπορείτε να Ζείτε για Πάντα στον Παράδεισο στη Γη, που εκδόθηκε το 1982 από τη Βιβλική και Φυλλαδική Εταιρία Σκοπιά.
[Πρόταση που τονίζεται στη σελίδα 18]
«Πάσα βασιλεία διαιρεθείσα καθ’ εαυτής ερημούται».—Ματθαίος 12:25
[Πρόταση που τονίζεται στη σελίδα 18]
«Εφρύαξαν τα έθνη· εσαλεύθησαν αι βασιλείαι».—Ψαλμός 46:6
-
-
Μέρος Ένατο: Η Ανθρώπινη Διακυβέρνηση Φτάνει στο Αποκορύφωμά Της!Ξύπνα!—1990 | Δεκέμβριος 8
-
-
Η Ανθρώπινη Διακυβέρνηση Ζυγίζεται στην Πλάστιγγα
Μέρος Ένατο: Η Ανθρώπινη Διακυβέρνηση Φτάνει στο Αποκορύφωμά Της!
Υπερεθνικά πολιτικά συστήματα: αυτοκρατορίες, συνασπισμοί, συνομοσπονδίες ή ομοσπονδίες που έχουν σχηματιστεί μεταξύ εθνών-κρατών, είτε σε προσωρινή είτε σε μόνιμη βάση, για την επιδίωξη κοινών στόχων, και οι οποίες υπερβαίνουν τα εθνικά σύνορα, την εθνική εξουσία ή τα εθνικά συμφέροντα.
Η 5η ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ του 539 Π.Κ.Χ. βρήκε την πόλη της Βαβυλώνας σε γιορταστική ατμόσφαιρα. Χίλιοι ανώτατοι κυβερνητικοί αξιωματούχοι είχαν δεχτεί μια βραδινή πρόσκληση από τον Βασιλιά Βαλτάσαρ. Αν και απειλούνταν από τις πολιορκητικές δυνάμεις των Μήδων και των Περσών, ο Βαλτάσαρ και οι συνάδελφοί του στην πολιτική δεν ανησυχούσαν. Στο κάτω-κάτω, τα τείχη της πόλης ήταν απόρθητα. Δεν υπήρχε άμεση αιτία φόβου.
Τότε, χωρίς προειδοποίηση, στη μέση των γιορταστικών εκδηλώσεων, τα δάχτυλα ενός ασώματου ανθρώπινου χεριού άρχισαν να γράφουν δυσοίωνες λέξεις πάνω στον τοίχο του παλατιού: ΜΕΝΕ, ΜΕΝΕ, ΘΕΚΕΛ, ΟΥΦΑΡΣΙΝ. Τα γόνατα του βασιλιά άρχισαν να τρέμουν και το πρόσωπό του χλόμιασε.—Δανιήλ 5:5, 6, 25.
Ο Δανιήλ, ένας Ισραηλίτης που ήταν λάτρης του Θεού εκείνου για τον οποίον ο Βαλτάσαρ και οι συνάδελφοί του στην κυβέρνηση έδειχναν περιφρόνηση, κλήθηκε για να δώσει εξήγηση. «Αύτη είναι η ερμηνεία», άρχισε ο Δανιήλ, «Μενέ, εμέτρησεν ο Θεός την βασιλείαν σου και ετελείωσεν αυτήν· Θεκέλ, εζυγίσθης εν τη πλάστιγγι και ευρέθης ελλιπής· Φερές, διηρέθη η βασιλεία σου και εδόθη εις τους Μήδους και Πέρσας». Η προφητεία σίγουρα δεν προμήνυε κάτι καλό. Σε εκπλήρωση, «την αυτήν νύκτα εφονεύθη ο Βαλτάσαρ ο βασιλεύς των Χαλδαίων».—Δανιήλ 5:26-28, 30.
Μέσα σε μια νύχτα, μια μορφή ανθρώπινης διακυβέρνησης αντικαταστάθηκε από μια άλλη! Έπειτα από τις πρόσφατες παρόμοιες πολιτικές αναταραχές στην Ανατολική Ευρώπη, ίσως αναρωτηθούμε αν αυτό που συνέβη στον Βαλτάσαρ έχει κάποια σημασία για τις ημέρες μας. Θα μπορούσε αυτό να προμηνύει κάτι για την ανθρώπινη διακυβέρνηση στο σύνολό της; Έχουμε κάθε λόγο να το σκεφτούμε αυτό σοβαρά, επειδή «πραγματικά είναι δυνατόν να χαθούν ολόκληροι πολιτισμοί», λέει ο Ζακ Μπάρζουν, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Κολούμπια, και προσθέτει: «Το τρομερό τέλος της Ελλάδας ή της Ρώμης δεν είναι μύθος».
Οι άνθρωποι έχουν επινοήσει κάθε πιθανό είδος κυβέρνησης. Μετά από χιλιάδες χρόνια δοκιμής και λάθους, ποια είναι τα αποτελέσματα; Υπήρξε η ανθρώπινη διακυβέρνηση ικανοποιητική; Μπορεί να προσφέρει λύσεις για τα αυξανόμενα προβλήματα της ανθρωπότητας;
Υποσχέσεις, Υποσχέσεις!
Μια επί μέρους απάντηση δίνεται από την Μπακούλ Ρατζνί Πατέλ, διευθύντρια ενός κορυφαίου ερευνητικού κέντρου στη Βομβάη της Ινδίας. Κατηγορώντας τους πολιτικούς για «απόλυτη υποκρισία», λέει: «Είναι της μόδας στην Ινδία και σε άλλα έθνη του Τρίτου Κόσμου να ανεβαίνουν οι ηγέτες στο βήμα και να λένε μεγάλα λόγια περί ‘ανάπτυξης’ και ‘προόδου’. Ποια ανάπτυξη και ποια πρόοδο; Ποιους νομίζουμε ότι κοροϊδεύουμε; Φτάνει μόνο να ρίξεις μια ματιά στις ανατριχιαστικές στατιστικές που αφορούν τον Τρίτο Κόσμο: 40.000 παιδιά πεθαίνουν κάθε μέρα από ασθένειες που θα μπορούσαν να αποφευχθούν». Η ίδια προσθέτει ότι τουλάχιστον 80 εκατομμύρια παιδιά υποσιτίζονται ή πέφτουν να κοιμηθούν πεινασμένα κάθε βράδυ.
‘Μια στιγμή όμως’, μπορεί να διαμαρτυρηθείτε. ‘Αναγνωρίστε τουλάχιστον τις προσπάθειες που κάνουν οι πολιτικοί. Είναι απαραίτητο να υπάρχει κάποια μορφή διακυβέρνησης για να λυθούν τα σοβαρά προβλήματα που αντιμετωπίζει ο κόσμος σήμερα’. Αυτό είναι αλήθεια, αλλά το ερώτημα είναι: Πρέπει να είναι αυτή ανθρωποποίητη κυβέρνηση ή μήπως πρέπει να είναι κυβέρνηση δημιουργημένη από τον Θεό;
Μην απορρίψετε αυτή την ερώτηση ως αφελή, σκεπτόμενοι, όπως πολλοί άνθρωποι, ότι ο Θεός προτιμάει να παραμένει αμέτοχος. Προφανώς, και ο Πάπας Ιωάννης Παύλος Β΄ πιστεύει ότι ο Θεός έχει αφήσει τους ανθρώπους να αυτοκυβερνιούνται όσο καλύτερα μπορούν, εφόσον, ενώ επισκεπτόταν την Κένυα πριν από δέκα περίπου χρόνια, είπε: «Η πολιτική ζωή αποτελεί σημαντική πρόκληση για τον Χριστιανό». Στη συνέχεια είπε: «Οι πολίτες κάθε κράτους έχουν το δικαίωμα και το καθήκον να συμμετέχουν στην πολιτική ζωή. . . . Θα ήταν λάθος να νομίζει κανείς ότι οι Χριστιανοί ως άτομα δεν θα έπρεπε να αναμειγνύονται σ’ αυτούς τους τομείς της ζωής».
Οι άνθρωποι, βαδίζοντας σύμφωνα με αυτή τη θεωρία, και έχοντας συχνά θρησκευτική υποστήριξη, αναζητούν εδώ και πολύ καιρό μια τέλεια κυβέρνηση. Κάθε νέο είδος κυβέρνησης συνοδεύεται από μεγάλες υποσχέσεις. Αλλά ακόμη και οι πιο εύηχες υποσχέσεις ακούγονται παράφωνες όταν δεν τηρούνται. (Βλέπε «Οι Υποσχέσεις και η Πραγματικότητα» στη σελίδα 23.) Είναι φανερό ότι οι άνθρωποι δεν έχουν επιτύχει το ιδανικό είδος κυβέρνησης.
‘Ζώνονται’ Μαζί
Μήπως βρήκε τη λύση ο πυρηνικός επιστήμονας Χάρολντ Ούρεϊ; Αυτός ισχυρίστηκε ότι «δεν υπάρχει καμιά δημιουργική λύση στα παγκόσμια προβλήματα εκτός από το να υπάρξει τελικά μια παγκόσμια κυβέρνηση, ικανή να εδραιώσει το νόμο σε ολόκληρη τη γη». Αλλά δεν έχουν όλοι την ίδια βεβαιότητα ότι κάτι τέτοιο θα πετύχαινε. Στο παρελθόν, η αποτελεσματική συνεργασία μεταξύ μελών διεθνών σωμάτων αποδείχτηκε ουσιαστικά ανέφικτη. Προσέξτε ένα χτυπητό παράδειγμα.
Μετά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, στις 16 Ιανουαρίου 1920, ιδρύθηκε μια υπερεθνική οργάνωση, η Κοινωνία των Εθνών, με τη συμμετοχή 42 χωρών. Δεν είχε τη δομή παγκόσμιας κυβέρνησης, αλλά υπήρχε η πρόθεση να αποτελέσει ένα παγκόσμιο κοινοβούλιο, σχεδιασμένο να προάγει την παγκόσμια ενότητα, κυρίως με το να διευθετεί τις διαφορές μεταξύ των εθνών-κρατών και έτσι να αποτρέπει τον πόλεμο. Μέχρι το 1934 τα κράτη-μέλη είχαν γίνει 58.
Η Κοινωνία των Εθνών, όμως, είχε θεμελιωθεί σε σαθρό έδαφος. «Ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος είχε τελειώσει μέσα σε μια ατμόσφαιρα μεγάλων προσδοκιών, αλλά το τέλος των ψευδαισθήσεων δεν άργησε να έρθει», επεξηγεί Η Παγκόσμια Ιστορία της Κολούμπια (The Columbia History of the World). «Οι ελπίδες που εναποτέθηκαν στην Κοινωνία των Εθνών αποδείχτηκαν απατηλές».
Την 1η Σεπτεμβρίου του 1939 άρχισε ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος, ο οποίος βύθισε την Κοινωνία των Εθνών σε μια κατάσταση αδράνειας. Μολονότι επίσημα διαλύθηκε στις 18 Απριλίου 1946, είχε πεθάνει ως προς τους σκοπούς της στην «εφηβική» της ηλικία· δεν είχε φτάσει καν τα 20 της χρόνια. Πριν από την επίσημη ταφή της, είχε ήδη αντικατασταθεί από μια άλλη υπερεθνική οργάνωση, τον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών, η οποία σχηματίστηκε στις 24 Οκτωβρίου 1945 με 51 κράτη-μέλη. Πώς θα πήγαινε αυτή η νέα προσπάθεια των εθνών να ‘ζωστούν’;
Δεύτερη Προσπάθεια
Μερικοί άνθρωποι λένε ότι η Κοινωνία των Εθνών απέτυχε γιατί ο σχεδιασμός της ήταν ελαττωματικός. Μια άλλη άποψη επιρρίπτει την κύρια ευθύνη, όχι στην Κοινωνία των Εθνών, αλλά στις μεμονωμένες κυβερνήσεις που έδειξαν απροθυμία να της δώσουν την κατάλληλη υποστήριξη. Χωρίς αμφιβολία υπάρχει κάποια δόση αλήθειας και στις δυο απόψεις. Εν πάση περιπτώσει, οι ιδρυτές του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών προσπάθησαν να διδαχτούν από την έλλειψη αποτελεσματικότητας της Κοινωνίας των Εθνών και να διορθώσουν κάποιες από τις αδυναμίες που είχε παρουσιάσει εκείνη.
Ο συγγραφέας Ρ. Μπάλντουιν αποκαλεί τον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών «ανώτερο από την παλιά Κοινωνία των Εθνών ως προς την ικανότητά του να δημιουργήσει μια παγκόσμια τάξη ειρήνης, συνεργασίας, νόμου και ανθρώπινων δικαιωμάτων». Είναι αλήθεια ότι μερικές από τις ειδικές οργανώσεις του, μεταξύ των οποίων η WHO (Παγκόσμια Οργάνωση Υγείας), η UNICEF (Ταμείο των Ηνωμένων Εθνών για τα Παιδιά) και η FAO (Οργάνωση Τροφίμων και Γεωργίας), έχουν επιδιώξει αξιέπαινους στόχους με σχετική επιτυχία. Επίσης, κάτι που φαινομενικά δείχνει ότι ο Μπάλντουιν έχει δίκιο είναι το γεγονός ότι ο Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών λειτουργεί εδώ και 45 χρόνια, υπερδιπλάσιο χρόνο απ’ ό,τι η Κοινωνία των Εθνών.
Ένα σημαντικό επίτευγμα του Ο.Η.Ε. ήταν η επίσπευση της ανεξαρτητοποίησης των αποικιών, κάτι που κατάφερε τουλάχιστον «κάπως πιο εύτακτα απ’ ό,τι θα γινόταν διαφορετικά», σύμφωνα με το δημοσιογράφο Ρίτσαρντ Άιβορ. Ο ίδιος ισχυρίζεται επίσης ότι ο οργανισμός «βοήθησε στο να περιοριστεί ο ψυχρός πόλεμος σε φραστικό επίπεδο». Και εξυμνεί το «υπόδειγμα παγκόσμιας λειτουργικής συνεργασίας», στη δημιουργία του οποίου συνέβαλε ο Ο.Η.Ε.
Φυσικά, μερικοί αντιτείνουν ότι η απειλή της πυρηνικής σύρραξης ήταν εκείνη που συνέβαλε περισσότερο στην αποτροπή της «θέρμανσης» του Ψυχρού Πολέμου και όχι ο Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών. Αντί να τηρεί την υπόσχεση που περιλαμβάνεται στο όνομά του, δηλαδή την ένωση των εθνών, στην πραγματικότητα αυτός ο οργανισμός συχνά δεν έκανε τίποτα άλλο από το να παίζει το ρόλο του μεσάζοντα, προσπαθώντας να συγκρατήσει διαιρεμένα έθνη για να μην επιτεθούν το ένα εναντίον του άλλου. Αλλά ακόμη και σ’ αυτόν το ρόλο του διαιτητή δεν είχε πάντα επιτυχία. Όπως εξηγεί ο συγγραφέας Μπάλντουιν, παρόμοια με την παλιά Κοινωνία των Εθνών, «ο Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών είναι ανίσχυρος να κάνει οτιδήποτε άλλο, εκτός από όσα έχει την καλή διάθεση να του επιτρέψει το κατηγορούμενο κράτος-μέλος».
Αυτή η κάθε άλλο παρά ολόκαρδη υποστήριξη από την πλευρά των μελών του Ο.Η.Ε. αντανακλάται μερικές φορές στην απροθυμία τους να συνεισφέρουν χρήματα για τη διατήρηση της λειτουργίας του οργανισμού. Οι Ηνωμένες Πολιτείες, για παράδειγμα, αρνήθηκαν να δώσουν την εισφορά τους στη FAO, λόγω μιας απόφασης που θεωρήθηκε επικριτική για το Ισραήλ και ευνοϊκή για τους Παλαιστίνιους. Αργότερα, αυτή η χώρα, που είναι από τους κυριότερους χρηματοδότες του Ο.Η.Ε., δέχτηκε να πληρώσει το ποσό που ήταν απαραίτητο για να διατηρήσει την ψήφο της, και πάλι όμως άφησε πάνω από τα δύο τρίτα του χρέους απλήρωτα.
Ο Βαρίντρα Ταρζί Βιτάτσι, πρώην αναπληρωτής διευθυντής της UNICEF, έγραψε το 1988 ότι αρνείται «να προσχωρήσει στην παράταξη του γενικού λυντσαρίσματος» αυτών που απαρνούνται τον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών. Παραδέχεται όμως, αποκαλώντας τον εαυτό του «πιστό στην κριτική», ότι προωθείται μια μεγάλης κλίμακας επίθεση από ανθρώπους που λένε ότι «ο Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών είναι ‘φως που έσβησε’, ότι δεν στάθηκε αντάξιος των υψηλών ιδανικών του, ότι υπήρξε ανίκανος να εκπληρώσει τις ειρηνευτικές του λειτουργίες και ότι οι αναπτυξιακές του οργανώσεις, με λίγες φωτεινές εξαιρέσεις, δεν έχουν δικαιώσει την ύπαρξή τους».
Η κύρια αδυναμία του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών αποκαλύπτεται από το συγγραφέα Άιβορ, ο οποίος γράφει: «Ό,τι και να κάνει ο Ο.Η.Ε., δεν μπορεί να καταργήσει την αμαρτία. Μπορεί, όμως, να δυσκολέψει τη διάπραξη αμαρτιών σε διεθνές επίπεδο και να κάνει τον αμαρτωλό περισσότερο υπόλογο. Αλλά ακόμα δεν έχει επιτύχει να αλλάξει την καρδιά και το νου ούτε των ηγετών των χωρών ούτε και των πολιτών τους».—Τα πλάγια γράμματα δικά μας.
Άρα λοιπόν, το ελάττωμα του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών είναι το ελάττωμα κάθε μορφής ανθρώπινης διακυβέρνησης. Καμιά απ’ αυτές δεν είναι ικανή να ενσταλάξει στους ανθρώπους την ανιδιοτελή αγάπη για το σωστό, το μίσος για το εσφαλμένο και το σεβασμό για την εξουσία, προϋποθέσεις απαραίτητες για την επιτυχία. Σκεφτείτε πόσα παγκόσμια προβλήματα θα αμβλύνονταν, αν οι άνθρωποι ήταν πρόθυμοι να καθοδηγούνται από δίκαιες αρχές! Για παράδειγμα, μια ανταπόκριση σχετικά με τη μόλυνση στην Αυστραλία λέει ότι το πρόβλημα υπάρχει «όχι λόγω άγνοιας, αλλά λόγω νοοτροπίας». Το άρθρο αποκαλεί την απληστία βασική αιτία, και λέει ότι «η κυβερνητική πολιτική έχει επιδεινώσει το πρόβλημα».
Με απλά λόγια, ατελείς άνθρωποι δεν μπορούν να σχηματίσουν τέλειες κυβερνήσεις. Όπως επισήμανε ο συγγραφέας Τόμας Καρλάιλ το 1843: «Τελικά, κάθε κυβέρνηση είναι η ακριβής εικόνα του λαού της, με τη σοφία του και την αφροσύνη του». Ποιος μπορεί να διαφωνήσει με αυτή τη λογική;
‘Θρυμματιστείτε!’
Τώρα, στη διάρκεια του 20ού αιώνα, έχει φτάσει το αποκορύφωμα της ανθρώπινης διακυβέρνησης. Οι ανθρώπινες κυβερνήσεις έχουν καταστρώσει την πιο ασύστολη και προκλητική συνωμοσία που υπήρξε ποτέ ενάντια στη θεϊκή διακυβέρνηση. (Παράβαλε Ησαΐας 8:11-13.) Το έκαναν αυτό, όχι μια φορά αλλά δυο, δημιουργώντας πρώτα την Κοινωνία των Εθνών και κατόπιν τον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών. Τα εδάφια Αποκάλυψις 13:14, 15 αποκαλούν αυτό που προέκυψε ως την ‘εικόνα του θηρίου’. Αυτός ο χαρακτηρισμός είναι πολύ κατάλληλος επειδή πρόκειται για την εικόνα όλου του ανθρώπινου πολιτικού συστήματος πραγμάτων στη γη. Όπως ένα θηρίο, στοιχεία αυτού του πολιτικού συστήματος λυμαίνονται τους κατοίκους της γης και προκαλούν ανείπωτη δυστυχία.
Η Κοινωνία των Εθνών είχε καταστροφικό τέλος το 1939. Η ίδια τύχη περιμένει και τον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών σε εκπλήρωση της προφητείας της Αγίας Γραφής: ‘Ζωστείτε, και θρυμματιστείτε! Ζωστείτε, και θρυμματιστείτε! Καταστρώστε σχέδιο, και θα συντριφτεί!’—Ησαΐας 8:9, 10, ΜΝΚ.
Πότε θα πραγματοποιηθεί ο τελικός θρυμματισμός της ‘εικόνας του θηρίου’ και του συστήματος της ανθρώπινης διακυβέρνησης το οποίο απεικονίζει; Πότε θα τερματίσει ο Ιεχωβά την ανθρώπινη διακυβέρνηση η οποία τον προκαλεί στο ζήτημα της κυριαρχίας του; Η Αγία Γραφή δεν δίνει κάποια συγκεκριμένη ημερομηνία, αλλά οι προφητείες της και τα παγκόσμια γεγονότα λένε: ‘Πολύ σύντομα’.—Λουκάς 21:25-32.
Η γραφή του χεριού στον τοίχο είναι ορατή σε όλους εκείνους που κάνουν τον κόπο να κοιτάξουν. Όσο βέβαιο είναι ότι η βασιλεία του Βαλτάσαρ είχε ζυγιστεί στην πλάστιγγα και είχε βρεθεί ανεπαρκής, ακριβώς το ίδιο βέβαιο είναι ότι η ανθρώπινη διακυβέρνηση στο σύνολό της έχει κριθεί και έχει βρεθεί ελλιπής. Ανέχεται την πολιτική διαφθορά, προκαλεί πολέμους, προάγει την υποκρισία και την κάθε είδους ιδιοτέλεια, και αμελεί να προμηθεύει στους υποστηρικτές της επαρκή στέγαση, τροφή, σχολική εκπαίδευση και ιατρική περίθαλψη.
Όταν έρθει η ώρα να εξαλειφτεί η ανθρώπινη διακυβέρνηση, θα εξαλειφτεί μεταφορικά σε μια νύχτα. Σήμερα υπάρχει, αύριο θα έχει εξαλειφτεί—θα έχει αντικατασταθεί από τη Βασιλεία του Θεού, επιτέλους, από μια τέλεια κυβέρνηση!
[Πλαίσιο στη σελίδα 23]
Οι Υποσχέσεις και η Πραγματικότητα
Οι αναρχίες υπόσχονται απεριόριστη, απόλυτη ελευθερία· στην πραγματικότητα χωρίς κυβέρνηση δεν υπάρχει κανένα σύστημα κανονισμών ή αρχών στα πλαίσια του οποίου να μπορούν τα άτομα να συνεργάζονται με στόχο το αμοιβαίο όφελος· η απεριόριστη ελευθερία καταλήγει στο χάος.
Οι μοναρχίες υπόσχονται σταθερότητα και ενότητα κάτω από τη διακυβέρνηση ενός μόνο ηγεμόνα· στην πραγματικότητα, οι ανθρώπινοι ηγεμόνες έχουν περιορισμένη γνώση και εμποδίζονται από τις ανθρώπινες ατέλειες και αδυναμίες ή ίσως ακόμη και να υποκινούνται από λάθος κίνητρα, ενώ αυτοί οι ίδιοι είναι θνητοί· άρα οποιαδήποτε σταθερότητα και ενότητα διαρκούν για μικρό διάστημα.
Οι αριστοκρατίες υπόσχονται να παράσχουν τους καλύτερους ηγεμόνες· στην πραγματικότητα αυτοί κυβερνούν λόγω του πλούτου τους, της οικογενειακής καταγωγής τους ή της δύναμής τους και όχι απαραίτητα λόγω της σοφίας τους, της διορατικότητάς τους ή της αγάπης και του ενδιαφέροντός τους για τους άλλους· ο ανεπαρκής ηγεμόνας της μοναρχίας απλώς αντικαθίσταται από τους πολλαπλούς ηγεμόνες της αριστοκρατίας των εκλεκτών.
Οι δημοκρατίες υπόσχονται ότι όλοι οι άνθρωποι θα μπορούν να αποφασίζουν για το γενικό όφελος· στην πραγματικότητα οι πολίτες δεν έχουν ούτε τη γνώση ούτε και τα αγνά κίνητρα που είναι απαραίτητα στοιχεία για να παίρνουν σταθερά σωστές αποφάσεις για το κοινό καλό· ο Πλάτων περιέγραψε τη δημοκρατία ως «ελκυστική μορφή διακυβέρνησης, γεμάτη ποικιλία και αταξία, που απονέμει κάποιο είδος ισότητας τόσο σε ίσους όσο και σε άνισους».
Οι αυτοκρατίες υπόσχονται να κάνουν έργα και μάλιστα χωρίς άσκοπη καθυστέρηση· στην πραγματικότητα, όπως γράφει ο δημοσιογράφος Ότο Φρίντριχ, «ακόμη και οι άνθρωποι με τις καλύτερες προθέσεις, όταν μπουν στη ζούγκλα της πολιτικής ισχύος, αναγκάζονται να αντιμετωπίσουν την ανάγκη να κατευθύνουν ενέργειες τις οποίες, κάτω από κανονικές συνθήκες, θα είχαν την τάση να χαρακτηρίσουν ανήθικες»· έτσι «καλοί» αυτοκράτες μετατρέπονται σε ηγέτες τους οποίους η δίψα για πολιτική ισχύ τους κάνει πρόθυμους να θυσιάσουν το καλό των πολιτών τους στο βωμό της προσωπικής φιλοδοξίας ή σκοπιμότητας.
Οι φασιστικές κυβερνήσεις υπόσχονται έλεγχο της οικονομίας για το κοινό καλό· στην πραγματικότητα δεν τα καταφέρνουν και πολύ καλά και μάλιστα σε βάρος της προσωπικής ελευθερίας· με το να εξυψώνουν τον πόλεμο και τον εθνικισμό, δημιουργούν πολιτικά τερατουργήματα όπως την Ιταλία του Μουσολίνι και τη Γερμανία του Χίτλερ.
Οι κομμουνιστικές κυβερνήσεις υπόσχονται να δημιουργήσουν μια ουτοπική, αταξική κοινωνία με πολίτες που απολαμβάνουν πλήρη ισότητα ενώπιον του νόμου· στην πραγματικότητα οι τάξεις και οι ανισότητες εξακολουθούν να υπάρχουν και διεφθαρμένοι πολιτικοί γδέρνουν τον απλό πολίτη· το αποτέλεσμα υπήρξε η εκτεταμένη απόρριψη του κομμουνιστικού ιδανικού, ενώ τα προπύργια του κομμουνισμού απειλούνται με διάλυση από εθνικιστικά και αυτονομιστικά κινήματα.
[Πλαίσιο στη σελίδα 23]
Σχετικά με τον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών
▪ Ο Ο.Η.Ε. έχει σήμερα 160 μέλη. Οι μόνες χώρες κάποιου μεγέθους που δεν ανήκουν ακόμη σ’ αυτόν είναι οι δυο δημοκρατίες της Κορέας και η Ελβετία· ένα δημοψήφισμα που έγινε στην Ελβετία το Μάρτιο του 1986 απέρριψε την ένταξή της με διαφορά ψήφων 3 προς 1.
▪ Εκτός από τον κύριο οργανισμό, λειτουργούν 55 επιπρόσθετοι ειδικοί οργανισμοί, ειδικές οργανώσεις, επιτροπές ανθρωπίνων δικαιωμάτων και προγράμματα για τη διατήρηση της ειρήνης.
▪ Κάθε κράτος-μέλος έχει το δικαίωμα μιας ψήφου στη Γενική Συνέλευση, αν και το πιο πολυπληθές έθνος, η Κίνα, έχει περίπου 22.000 κατοίκους για κάθε κάτοικο του μέλους με το μικρότερο πληθυσμό, του Σεντ Κιτς και Νέβις.
▪ Κατά τη διάρκεια του εορτασμού του Διεθνούς Έτους Ειρήνης των Ηνωμένων Εθνών το 1986, ο κόσμος γνώρισε 37 ένοπλες συγκρούσεις, τις περισσότερες από το τέλος του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου.
▪ Από το σύνολο των κρατών-μελών του Ο.Η.Ε., το 37 τοις εκατό έχουν λιγότερους πολίτες απ’ όσους έχει το ενωμένο διεθνές «έθνος» των Μαρτύρων του Ιεχωβά· το 59 τοις εκατό έχουν λιγότερους πολίτες από τα άτομα που παρακολούθησαν φέτος τον εορτασμό της Ανάμνησης του θανάτου του Χριστού.
[Εικόνες στη σελίδα 24]
Υπήρξε πέρα από τη δύναμη των ατελών ανθρώπων το να προμηθεύσουν τέλεια κυβέρνηση
Κοινωνία των Εθνών
Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών
-
-
Μέρος Δέκατο: Τέλεια Κυβέρνηση Επιτέλους!Ξύπνα!—1990 | Δεκέμβριος 22
-
-
Η Ανθρώπινη Διακυβέρνηση Ζυγίζεται στην Πλάστιγγα
Μέρος Δέκατο: Τέλεια Κυβέρνηση Επιτέλους!
Θεοκρατία: από τις λέξεις «θεός» και «κράτος» (διακυβέρνηση)· δηλαδή κυβέρνηση υπό την κατεύθυνση ή τη διαχείριση του Θεού, μερικές φορές μέσω διορισμένων αντιπροσώπων.
ΑΝ ΕΙΧΑΤΕ την οικονομική ευχέρεια να αγοράσετε ένα γνήσιο μαργαριταρένιο περιδέραιο ή ένα διαμαντένιο δαχτυλίδι, θα συμβιβαζόσασταν με μια φτωχή απομίμηση του πραγματικού; Προφανώς όχι, εκτός αν σας είχαν εξαπατήσει ώστε να σας κάνουν να πιστέψετε ότι αυτό που επρόκειτο να πάρετε ήταν ό,τι καλύτερο θα μπορούσε να βρεθεί.
Όσον αφορά τις κυβερνήσεις, εκατοντάδες εκατομμύρια άνθρωποι έχουν εξαπατηθεί και πιστεύουν ότι έχουν την καλύτερη που θα μπορούσε να βρεθεί. Στην πραγματικότητα καταλήγουν να δέχονται φτωχές απομιμήσεις. Δεν είναι άξιο απορίας το ότι είναι απογοητευμένοι, ανικανοποίητοι και απελπισμένοι.
Η Αναζήτηση της Καλής Κυβέρνησης
Ο Γουίλιαμ Ραλφ Ινγκ, πρώην πρωτοπρεσβύτερος της Αγγλικανικής Εκκλησίας στον Καθεδρικό Ναό του Αγίου Παύλου στο Λονδίνο, έγραψε το 1922: «Η καλή κυβέρνηση παραμένει η μεγαλύτερη ευλογία για τους ανθρώπους, και κανένα έθνος δεν την απόλαυσε ποτέ». Γιατί;
Μια μερική εξήγηση μπορεί να βρεθεί στα λόγια του Τζον Φ. Κένεντι, 35ου προέδρου των Ηνωμένων Πολιτειών. «Καμιά κυβέρνηση δεν είναι καλύτερη από τα άτομα που την αποτελούν», είπε. Εφόσον ακόμη και ο πιο χαρισματικός πολιτικός είναι ατελής, κάθε κυβέρνηση που συγκροτούν οι άνθρωποι είναι καταδικασμένη σε αποτυχία.
Ο Φίλιπ Μάσιντζερ, Άγγλος θεατρικός συγγραφέας του δέκατου έβδομου αιώνα, είχε δίκιο όταν έγραψε: «Αυτός που πρόκειται να κυβερνήσει άλλους, πρέπει πρώτα να είναι κύριος του εαυτού του». Αλλά ποιος ατελής άνθρωπος είναι πραγματικά κύριος του εαυτού του; Πράγματι, κανένας πολιτικός δεν έχει επαρκή γνώση και σοφία για να ελέγχει τα γεγονότα και τις περιστάσεις, κι έτσι να εξασφαλίζει τη δική του ευτυχία και ευημερία, πόσο μάλλον την ευτυχία και την ευημερία εκατομμυρίων συνανθρώπων του. Μάλιστα, ακόμη κι αν είχε πάντα τη δυνατότητα να παίρνει σωστές αποφάσεις, δεν θα είχε τη δύναμη να τις φέρει σε πέρας.
Ο Αμερικανός δοκιμιογράφος Μπρους Άτκινσον, διαπιστώνοντας το πρόβλημα, είχε συμπεράνει το 1951: «Έχουμε ανάγκη από υπερανθρώπους για να μας κυβερνούν—τόσο τεράστιο είναι αυτό το έργο και τόσο επιτακτική είναι η ανάγκη για σοφή κρίση. Αλίμονο όμως», είπε, «δεν υπάρχουν υπεράνθρωποι». Σήμερα, τέσσερις δεκαετίες αργότερα, δεν υπάρχει ακόμα κανένας.
Στην πραγματικότητα, ποτέ δεν ήταν πρόθεση του Θεού να αυτοκυβερνιούνται οι άνθρωποι. Προκειμένου να απολαύσουν την τέλεια κυβέρνηση, οι άνθρωποι δεν χρειάζονται απλώς μια κυβέρνηση από υπερανθρώπους. Χρειάζονται τη θεοκρατία, την κυβέρνηση από τον Θεό.
Τι Είδους Θεοκρατία;
Η θεοκρατία είναι το είδος της κυβέρνησης που υπήρχε στην Εδέμ, όπου ο Θεός είχε θέσει το πρώτο ανθρώπινο ζευγάρι. Ως δικαιωματικός Κυρίαρχος, ο Θεός ήταν εκείνος που αρχικά διαχειριζόταν τις υποθέσεις και ασκούσε εξουσία.
Όταν ο Ιουδαίος ιστορικός Φλάβιος Ιώσηπος επινόησε αρχικά τη λέξη «θεοκρατία», πριν από 19 αιώνες περίπου, τη χρησιμοποίησε αναφερόμενος στο αρχαίο έθνος Ισραήλ. Αυτή ήταν σωστή εφαρμογή, εφόσον ο Ισραήλ της εποχής εκείνης ήταν έθνος εκλεγμένο από τον Θεό. Στην ουσία κυβερνιόταν από Εκείνον, μολονότι η διακυβέρνησή του ασκούνταν μέσω επίγειων αντιπροσώπων.—Δευτερονόμιον 7:6· 1 Χρονικών 29:23.
Όταν ο όρος «θεοκρατία» άρχισε να χρησιμοποιείται σε άλλες γλώσσες, αναφερόταν κυρίως με την έννοια που είχε υπόψη του ο Ιώσηπος. Αργότερα όμως προσέλαβε επιπρόσθετες χροιές. Σύμφωνα με την Εγκυκλοπαίδεια της Θρησκείας (The Encyclopedia of Religion), ο όρος αυτός έχει «εφαρμοστεί ευρέως σε πολύ διαφορετικές περιπτώσεις όπως στη φαραωνική Αίγυπτο, στον αρχαίο Ισραήλ, στο Χριστιανικό κόσμο του Μεσαίωνα, στον Καλβινισμό, στο Ισλάμ και στο Θιβετιανό Βουδισμό».
Ο ιστορικός Γ. Λ. Γουόρεν λέει ότι «στην αγγλική μοναρχία [υπήρχε] ένα στοιχείο θεοκρατικής βασιλείας—ο βασιλιάς θεωρούνταν το κύριο όργανο στο θεϊκό σχέδιο που αφορούσε την εύτακτη λειτουργία του κόσμου, αντιπρόσωπος του Θεού και εκτελεστής των κρίσεών του». Στους σύγχρονους καιρούς αυτή η λέξη έχει χρησιμοποιηθεί ακόμα και ως έκφραση «‘φωτισμένης’ περιφρόνησης για τις ‘παπαδοκρατούμενες’ κοινωνίες», εξηγεί ο Ντιούι Γουάλας Τζούνιορ, του Πανεπιστημίου Τζορτζ Ουάσινγκτον.
Η ευρεία έννοια που έχει δοθεί τώρα στη λέξη αφήνει περιθώρια ύπαρξης πολλών ειδών θεοκρατίας. Ποιο είδος χρειαζόμαστε εμείς;
Πλαστές Θεοκρατίες
Η πρώτη ανθρώπινη κυβέρνηση που μνημονεύεται στην ιστορία θεμελιώθηκε πριν από 4.000 περίπου χρόνια από τον Νεβρώδ. Αυτός ο δισέγγονος του Νώε αυτοδιορίστηκε βασιλιάς και έγινε, όπως τον περιγράφει η Αγία Γραφή, ‘ισχυρός κυνηγός ενώπιον [εναντίον, ΜΝΚ] του Ιεχωβά’. (Γένεσις 10:8, 9) Με το να αυτοεξυψωθεί ως άρχοντας εναντίον του Ιεχωβά, ο Νεβρώδ έκανε τον εαυτό του πολιτικό θεό. Με αυτή την ιδιότητα, είχε την υποστήριξη του κύριου εναντιούμενου στον Θεό, του ψεύτικου θεού Σατανά του Διαβόλου. (2 Κορινθίους 4:4) Έτσι η διακυβέρνηση του Νεβρώδ ήταν πλαστογραφία της αληθινής θεοκρατίας.
Αργότερα, όταν οι κάτοικοι της αυτοκρατορίας του Νεβρώδ διασκορπίστηκαν σ’ όλη τη γη, οι άνθρωποι συνέχισαν να πιστεύουν ότι οι κυβερνήσεις τους ήταν θεοκρατικές, δηλαδή ότι αντλούσαν την εξουσία τους από το θεό ή τους θεούς που λάτρευαν εκείνοι. (Γένεσις 11:1-9) Έτσι, ο όρος «θεοκρατία» έφτασε στο σημείο να χρησιμοποιείται, όπως λέει Η Εγκυκλοπαίδεια της Θρησκείας, «για να περιγράψει αυτή την αρχική εκείνη φάση του αρχαίου πολιτισμού της Ανατολής στη διάρκεια της οποίας δεν υπήρχε καμιά διάκριση μεταξύ θρησκείας και κράτους».
Σε μερικούς πολιτισμούς, όπως στην Αίγυπτο της εποχής των Φαραώ, ο βασιλιάς θεωρούνταν σύζυγος κάποιας μεγάλης θεάς ή γιος κάποιου θεού. Άλλοι πολιτισμοί δεν πρόβαλαν πολύ τις υποτιθέμενες θεϊκές ιδιότητες ή τη θεϊκή προέλευση του βασιλιά, αλλά τόνιζαν περισσότερο την ιδέα ότι ήταν θεϊκά εκλεγμένος. Στην Ελλάδα της εποχής του Αλέξανδρου και μετέπειτα, ο βασιλιάς θεωρούνταν θεϊκός, εξηγεί το βιβλίο Ιστορία της Πολιτικής Θεωρίας (A History of Political Theory), «επειδή έφερνε αρμονία στο βασίλειό του όπως ο Θεός φέρνει αρμονία στον κόσμο». Το ίδιο ιστορικό βιβλίο συνεχίζει: «Κατείχε μια θεϊκή υπόσταση που δεν είχε κανένας κοινός άνθρωπος, και η οποία έφερνε καταστροφή στον ανάξιο σφετεριστή που διεκδικούσε αυτό το υψηλό αξίωμα χωρίς την ευλογία του Ουρανού».
Αυτή η αντίληψη, ότι ο βασιλιάς έχει θεϊκή υπόσταση, συνέχισε να επικρατεί στη λεγόμενη Χριστιανική εποχή. Μετά τη μεταστροφή των τευτονικών φυλών στον Καθολικισμό, το κύρος του βασιλιά αυξήθηκε. Η στέψη από την εκκλησία υποδήλωνε ότι ο ίδιος ο Θεός είχε εκλέξει το βασιλιά για να άρχει. Μέσα σ’ αυτές τις συνθήκες, αναπτύχθηκε σταδιακά το δόγμα που είναι γνωστό ως το θεϊκό δικαίωμα των βασιλιάδων.
Ακόμη και πριν από τη «Χριστιανική» εποχή, οι Καίσαρες της Ρώμης είχαν στρέψει την κυβέρνησή τους προς τη θεοκρατία ισχυριζόμενοι ότι είχαν θεϊκή φύση. Οι Ρωμαίοι έβλεπαν την ανθρώπινη διακυβέρνηση ως το ισοδύναμο της θεϊκής διακυβέρνησης, κάνοντας έτσι την κυβέρνησή τους, κατά το υπόδειγμα του Νεβρώδ, πλαστή θεοκρατία. Έτσι, όταν ορισμένοι Ιουδαίοι κληρικοί του πρώτου αιώνα Κ.Χ. απέρριψαν τον Ιησού ως μελλοντικό βασιλιά, λέγοντας «Δεν έχομεν βασιλέα ειμή Καίσαρα», στην πραγματικότητα εξέφραζαν την προτίμησή τους για μια πλαστή θεοκρατία αντί για την αληθινή που διακήρυττε ο Ιησούς.—Ιωάννης 19:15.
Εφόσον η θεοκρατική διακυβέρνηση του Ιεχωβά είναι ασύγκριτα ανώτερη από οποιαδήποτε άλλη μορφή διακυβέρνησης, δεν είναι άξιο απορίας που ο Σατανάς προσπάθησε να ενσωματώσει κάποιες από τις πτυχές της στις ανθρωποποίητες πλαστογραφίες του—χωρίς όμως επιτυχία. Όλες αυτές οι αυτοαποκαλούμενες θεοκρατίες ούτε καν πλησιάζουν την ιδανική. Στην πραγματικότητα, καμιά απ’ αυτές δεν υπήρξε διακυβέρνηση από τον Θεό ή από τους αντιπροσώπους του. Υπήρξαν φτωχές απομιμήσεις του πραγματικού, εκφράσεις ατελούς ανθρώπινης διακυβέρνησης κάτω από τον έλεγχο ενός πλαστού θεού.
Κατάλληλα, η Αγία Γραφή αποκαλεί αυτόν το θεό ‘άρχοντα αυτού του κόσμου’ και ‘θεό αυτού του συστήματος πραγμάτων’. (Ιωάννης 12:31· 14:30· 2 Κορινθίους 4:4, ΜΝΚ) Γι’ αυτόν το λόγο ο Σατανάς είχε τη δυνατότητα να προσφέρει στον Ιησού «πάντα τα βασίλεια του κόσμου και την δόξαν αυτών», πειρασμό τον οποίο ο Ιησούς απέρριψε με αποφασιστικότητα. (Ματθαίος 4:8-10) Ξέροντας ότι η γνήσια θεοκρατία είναι η διακυβέρνηση από το μοναδικό αληθινό Θεό, τον Ιεχωβά, ο Ιησούς δεν εξαπατήθηκε έτσι ώστε να δεχτεί ανθρωποποίητα υποκατάστατα που είναι ανίκανα να εκφράσουν με τέλεια ισορροπία τις θεϊκές ιδιότητες οι οποίες μπορούν να βρεθούν στην πραγματική θεοκρατία.
Η Τέλεια Κυβέρνηση Πλησιάζει
Πριν από μερικά χρόνια, ο Χιου Μπρόγκαν, από το Πανεπιστήμιο του Έσεξ, έφτασε στο εξής συμπέρασμα: «Αν ο άνθρωπος, αυτό το πολιτικό ον, θέλει να σώσει τον εαυτό του και τους πολιτισμούς του, δεν μπορεί ακόμη να σταματήσει να αναζητάει νέες μορφές κυβέρνησης για να αντιμετωπίζει τις ολοένα καινούριες ανάγκες του καιρού του». Από την εποχή του Νεβρώδ, οι άνθρωποι κάνουν αυτό ακριβώς, επινοούν επανειλημμένα νέες μορφές κυβέρνησης για να αντιμετωπίζουν τις ανάγκες των καιρών. Ωστόσο, πόσος καιρός χρειάζεται για να αποδειχτεί ότι η ανθρώπινη διακυβέρνηση, απλώς, δεν φέρνει αποτελέσματα;
Ευτυχώς, το 1914 ήρθε ο καιρός να τεθεί τέλος στους άσκοπους πειραματισμούς με τις ανθρώπινες κυβερνήσεις, μέσω της εγκαθίδρυσης της Μεσσιανικής Βασιλείας του Ιεχωβά στον ουρανό!a Από το 1914 και μετά, οι ανθρώπινες κυβερνήσεις, αν και εξακολουθούν να επιβιώνουν, ζουν με παράταση χρόνου. (Δανιήλ 7:12) Ζούμε στην περίοδο που η Αγία Γραφή προσδιορίζει ως τις ‘έσχατες ημέρες’. (2 Τιμόθεον 3:1-5) Η γραφή στον τοίχο που προμηνύει επικείμενη καταστροφή για την ανθρώπινη διακυβέρνηση είναι τόσο ξεκάθαρη ώστε κανένας δεν μπορεί με ειλικρίνεια να την παραβλέψει. Μπορεί να την αψηφήσει, δεν μπορεί όμως να τη σβήσει.
Η θεοκρατική διακυβέρνηση μέσω της Μεσσιανικής Βασιλείας του Ιεχωβά παριστάνεται στην Αγία Γραφή, στο βιβλίο του Δανιήλ κεφάλαιο 2, με λίθο που ‘απεκόπη άνευ χειρών’, ο οποίος «εκτύπησε την εικόνα [που συμβολίζει την ανθρώπινη διακυβέρνηση] επί τους πόδας αυτής τους εκ σιδήρου και πηλού και κατεσύντριψεν αυτούς». Αυτό σημαίνει ότι η εγκαθιδρυμένη Βασιλεία του Θεού πρόκειται σύντομα να χτυπήσει την κακή ανθρώπινη διακυβέρνηση στην κάθε της μορφή, και να τη συντρίψει. Σε ποιο βαθμό; Η Αγία Γραφή απαντάει: «Τότε ο σίδηρος, ο πηλός, ο χαλκός, ο άργυρος και ο χρυσός κατεσυντρίφθησαν ομού και έγειναν ως λεπτόν άχυρον αλωνίου θερινού· και ο άνεμος εσήκωσεν αυτά και ουδείς τόπος ηυρέθη αυτών [ώστε δεν βρέθηκε ούτε ίχνος απ’ αυτά, ΜΝΚ]».—Δανιήλ 2:34, 35.
Αν οι διεφθαρμένες ανθρώπινες κυβερνήσεις πρόκειται σύντομα να εξαλειφτούν σε τέτοιο βαθμό ώστε να μη βρεθεί ποτέ ούτε ίχνος απ’ αυτές, είναι φανερό ότι οι υποστηρικτές της ανθρώπινης διακυβέρνησης έχουν δύσκολους καιρούς μπροστά τους. Εκατομμύρια άτομα, διακρίνοντας αυτό το γεγονός, βλέπουν τη σοφία τού να μεταθέσουν την εμπιστοσύνη τους από τη διεφθαρμένη ανθρώπινη διακυβέρνηση σε κάτι καλύτερο. Μόνο η διακυβέρνηση από τον Ιεχωβά Θεό, τον Δημιουργό του σύμπαντος, μπορεί να λύσει τα προβλήματα που έχουν προκληθεί από χιλιάδες χρόνια ανθρώπινης κακής διακυβέρνησης και κακής διαχείρισης. Μόνο η αληθινή θεοκρατία μπορεί να αντιμετωπίσει τις ανάγκες των καιρών μας.
Το Ξύπνα! ελπίζει ότι τα δέκα άρθρα της σειράς «Η Ανθρώπινη Διακυβέρνηση Ζυγίζεται στην Πλάστιγγα» σας εντύπωσαν το πόσο σημαντικό είναι να πάρετε μια προσωπική απόφαση στο θέμα της κυβέρνησης. Και πάνω απ’ όλα, ελπίζει να σας βοηθήσουν να πάρετε μια σοφή απόφαση. Η ανθρώπινη διακυβέρνηση ζυγίστηκε στην πλάστιγγα και βρέθηκε ελλιπής. Τι θα διαλέξετε εσείς; Μια φτηνή πλαστογραφία του πραγματικού ή το πραγματικό; Θα διαλέξετε την ανθρώπινη διακυβέρνηση ή τη διακυβέρνηση του αληθινού Θεού, του Ιεχωβά;—Δανιήλ 2:44· Ματθαίος 6:10.
[Υποσημειώσεις]
a Για αποδείξεις του ότι η Βασιλεία του Θεού εγκαθιδρύθηκε το 1914 και ότι αυτός ο κόσμος ζει στις τελευταίες του μέρες από τότε, βλέπε τα κεφάλαια 16 και 18 του βιβλίου Μπορείτε να Ζείτε για Πάντα στον Παράδεισο στη Γη, που εκδόθηκε το 1982 από τη Βιβλική και Φυλλαδική Εταιρία Σκοπιά.
[Πλαίσιο στη σελίδα 22]
Τι θα Επιτελέσει η Θεοκρατική Διακυβέρνηση του Ιεχωβά
◆ Θα ξαναδώσει στα ασθενικά ηλικιωμένα άτομα νεανική ζωτικότητα.—Ιώβ 33:25.
◆ Θα κάνει τους πολέμους γεγονότα του παρελθόντος.—Ψαλμός 46:9· Ησαΐας 9:7.
◆ Θα προμηθεύσει εξαιρετική στέγαση σε κάθε οικογένεια.—Ησαΐας 65:21.
◆ Θα γιατρέψει τους ασθενείς και τους ανάπηρους.—Ησαΐας 33:24· 35:5, 6.
◆ Θα αναστήσει τους νεκρούς.—Ησαΐας 25:8· Πράξεις 24:15· Αποκάλυψις 20:13.
◆ Θα απαλλάξει τη γη από τη διαφθορά, την ανηθικότητα και το έγκλημα.—Παροιμίαι 2:21, 22.
◆ Θα προμηθεύσει άφθονη τροφή για όλους.—Ψαλμός 72:16, ΜΝΚ· Ησαΐας 25:6.
◆ Θα αποκαταστήσει ειρηνικές σχέσεις μεταξύ ανθρώπων και ζώων.—Ησαΐας 11:6-9· Ιεζεκιήλ 34:25.
◆ Θα αναθέσει στον καθένα ουσιώδη και ανταμειφτική εργασία.—Ησαΐας 65:22, 23.
◆ Θα μεταμορφώσει τη γη σε παγκόσμιο παράδεισο.—Ησαΐας 35:1, 6, 7· Λουκάς 23:43.
Αυτές δεν είναι κενές πολιτικές υποσχέσεις που έχουν δοθεί από ανθρώπους· είναι υποσχέσεις που έχουν δοθεί από τον Θεό, και «είναι αδύνατον να ψευσθή ο Θεός».—Εβραίους 6:18.
[Εικόνα στη σελίδα 24]
Οι αιώνιες ευλογίες της τέλειας κυβέρνησης μπορούν να γίνουν δικές σας!
-