Η Ανθρώπινη Διακυβέρνηση Ζυγίζεται στην Πλάστιγγα
Μέρος Πρώτο (α)—Ο Προβολέας Στρέφεται στις Κυβερνήσεις
ΟΙ ΕΝΤΥΠΩΣΙΑΚΕΣ πολιτικές αλλαγές που έλαβαν χώρα στην Ευρώπη, στη διάρκεια του 1989 έστρεψαν τον παγκόσμιο προβολέα στις κυβερνήσεις, μ’ ένα μοναδικό τρόπο. Ένα ειδησεογραφικό περιοδικό παρατήρησε ότι «το 1989 θα το θυμόμαστε, όχι σαν το έτος που η Ανατολική Ευρώπη άλλαξε, αλλά σαν το έτος που η Ανατολική Ευρώπη, όπως την ξέραμε εδώ και τέσσερις δεκαετίες, τελείωσε».
Προχωρώντας ακόμα περισσότερο, ο Φράνσις Φουκουγιάμα, που ανήκει στο προσωπικό του πολιτικού προγραμματισμού του αμερικανικού Στέιτ Ντιπάρτμεντ, έγραψε πρόσφατα ότι «αυτό του οποίου μπορεί να είμαστε μάρτυρες δεν είναι απλώς το τέλος του ψυχρού πολέμου, ή μιας συγκεκριμένης μεταβατικής περιόδου της μεταπολεμικής ιστορίας, αλλά το τέλος της ίδιας της ιστορίας: που σημαίνει, το τελικό σημείο της ιδεολογικής εξέλιξης της ανθρωπότητας».
Αυτή η άποψη, αν και είναι πολύ αμφιλεγόμενη, συγκεντρώνει την προσοχή μας σε μερικά πολύ σημαντικά ερωτήματα. Για παράδειγμα, τι μπορούμε να πούμε για τους αιώνες ανθρώπινης διακυβέρνησης που προηγήθηκαν; Έχει φτάσει η ανθρωπότητα στο χρονικό σημείο που να μπορεί να μιλάει για «το τέλος της ίδιας της ιστορίας»; Τι ακριβώς επιφυλάσσει το μέλλον για τις κυβερνήσεις; Και τι αποτέλεσμα θα έχουν αυτά τα μελλοντικά γεγονότα για εμάς ατομικά;
Πώς Αισθάνονται οι Άνθρωποι για τις Κυβερνήσεις
Εκατομμύρια άνθρωποι έχουν απογοητευτεί από τους πολιτικούς τους ηγέτες. Αυτό είναι αλήθεια, όχι μόνο γι’ αυτούς που ζουν στην Ευρώπη, αλλά, λίγο-πολύ, για τους πολίτες του κάθε τόπου. Για παράδειγμα, ας δούμε τις χώρες της Λατινικής Αμερικής.
Μια γνωστή γερμανική εφημερίδα εμπορικών συναλλαγών περιέγραψε την εκεί πολιτική κατάσταση προς το τέλος του 1988 ως «ένα σωρό ερείπια και τίποτα παραπάνω». Συγκεκριμένα, έλεγε τα εξής: «Στην Αργεντινή . . . η οικονομία καταρρέει. Για τη Βραζιλία, υπάρχει ο κίνδυνος να μείνει ακυβέρνητη. Το Περού έχει φτάσει στα όρια της αντοχής του. Η Ουρουγουάη αντιμετωπίζει δυσκολίες αλλά τα καταφέρνει. Ο Ισημερινός προσπαθεί να ανταπεξέλθει σε μια κατάσταση που, χωρίς αμφιβολία, χαρακτηρίζεται κατάσταση έκτακτης ανάγκης. Η Κολομβία και η Βενεζουέλα . . . διατηρούν μια εύθραυστη δημοκρατική παράδοση. Στο Μεξικό, η σταθερότητα της κυβερνητικής παράταξης, που είχε κυβερνήσει αδιαμφισβήτητα επί 50 χρόνια . . . καταρρέει ενώπιον όλων. Η δεκαετία του 1980 ήδη φεύγει ως ‘χαμένη δεκαετία’».
Σε μερικές χώρες, η δημοτικότητα των πολιτικών έχει πέσει στο κατώτερο επίπεδο όλων των εποχών. Όταν ζητήθηκε από τους κατοίκους της Αυστρίας να κατατάξουν 21 επαγγέλματα ανάλογα με το κύρος που πίστευαν ότι έχουν, εκείνοι έβαλαν τους πολιτικούς στη 19η θέση. Σφυγμομετρήσεις της κοινής γνώμης στην Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας αποκαλύπτουν ότι το 62 τοις εκατό των πολιτών που ρωτήθηκαν παραδέχτηκαν ότι έχουν ελάχιστη εμπιστοσύνη στους πολιτικούς.
Ο καθηγητής Ρέινολντ Μπέργκλερ, διευθυντής του Ιδρύματος Ψυχολογίας στο Πανεπιστήμιο της Βόννης, προειδοποιεί ότι «οι νεαροί είναι έτοιμοι να γυρίσουν την πλάτη τους στο κράτος, στην πολιτική και στους πολιτικούς». Ο ίδιος λέει ότι το 46 τοις εκατό από αυτούς τους νεαρούς θεωρούν τους πολιτικούς «φωνακλάδες», και το 44 τοις εκατό πιστεύουν ότι οι πολιτικοί δωροδοκούνται.
Ένας Αμερικανός που έκανε δημοσκοπήσεις, έγραψε στη δεκαετία του 1970: «Υπάρχει η άποψη ότι η (πολιτική) διαδικασία είναι τόσο αδιάφορη και ανέντιμη ώστε δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί από τους ψηφοφόρους για την επίτευξη των σκοπών τους». Έτσι, στις Ηνωμένες Πολιτείες, ο αριθμός των ατόμων που πιστεύουν ότι οι πολιτικοί «δεν ενδιαφέρονται πραγματικά για το τι σου συμβαίνει» έχει αυξηθεί σταθερά, από 29 τοις εκατό το 1966 σε 58 τοις εκατό στη δεκαετία του 1980. Η γερμανική εφημερίδα Στουτγκάρτερ Ναχρίχτεν (Stuttgarter Nachrichten) δικαιολογεί μια τέτοια αξιολόγηση, λέγοντας: «Πάρα πολλοί πολιτικοί βάζουν πρώτα τα δικά τους συμφέροντα και μετά, μπορεί να βάζουν και τα συμφέροντα των ψηφοφόρων τους».
Δικαιολογημένα, λοιπόν, η πολιτική απάθεια μεγαλώνει. Το 1980 μόνο το 53 τοις εκατό των πολιτών των Η.Π.Α. που είχαν δικαίωμα ψήφου πήγαν στα εκλογικά κέντρα. Όπως αναφέρθηκε, αυτή ήταν η πέμπτη στη σειρά μείωση του αριθμού των ψηφοφόρων. Μέχρι το 1988, ο αριθμός των ψηφοφόρων είχε πέσει στο 50 τοις εκατό.
Οι πολιτικοί αναγνωρίζουν το πρόβλημα. Ένας πολύ γνωστός παγκόσμιος ηγέτης ομολόγησε: «Υπάρχει πολλή υποκρισία . . . στην πολιτική ζωή». Εξηγώντας το γιατί, είπε: «Είναι αναγκαία για να ανεβείς στην εξουσία και να τη διατηρήσεις». Ποιος το είπε αυτό; Ο πρώην πρόεδρος των Η.Π.Α. Ρίτσαρντ Νίξον. Έχοντας υπόψη τα σκάνδαλα που συντόμευσαν την προεδρία του, πολύ λίγοι είναι εκείνοι που θα αμφισβητήσουν το γεγονός ότι ήξερε πολύ καλά τι έλεγε.
Η πολιτική ανικανότητα κάνει τους ειλικρινείς ανθρώπους να αναρωτιούνται αν είναι δυνατό να υπάρξει καλή κυβέρνηση. Μήπως θα ήμασταν καλύτερα αν δεν υπήρχε καμιά κυβέρνηση; Μπορεί η ακυβερνησία να αποτελεί την απάντηση;
[Πλαίσιο στη σελίδα 4]
«Όπου δεν είναι κυβέρνησις, ο λαός πίπτει».—Παροιμίαι 11:14