Κεφάλαιο 22
Μέρος 2ο—Μάρτυρες ως το Πιο Απομακρυσμένο Μέρος της Γης
Το έργο της διακήρυξης της Βασιλείας από το 1914 ως το 1935 καλύπτεται στις σελίδες 423 ως 443. Οι Μάρτυρες του Ιεχωβά καταδείκνυαν ότι το 1914 ήταν ο καιρός που ενθρονίστηκε ο Ιησούς Χριστός ως ουράνιος Βασιλιάς με εξουσία επί των εθνών. Όταν ο Ιησούς ήταν στη γη, προείπε ότι ένα παγγήινο κήρυγμα του αγγέλματος της Βασιλείας, που θα γινόταν παρά τον έντονο διωγμό, θα αποτελούσε μέρος του σημείου της παρουσίας του με Βασιλική ισχύ. Τι έγινε στην πραγματικότητα τα έτη που ακολούθησαν το 1914;
Ο ΠΡΩΤΟΣ παγκόσμιος πόλεμος τύλιξε γρήγορα στα πλοκάμια του την Ευρώπη το 1914. Έπειτα εξαπλώθηκε και περιέλαβε χώρες που αποτελούσαν, όπως υπολογίζεται, το 90 τοις εκατό του παγκόσμιου πληθυσμού. Πώς επηρέασαν τα γεγονότα που συνδέονταν με εκείνον τον πόλεμο το έργο κηρύγματος των δούλων του Ιεχωβά;
Τα Σκοτεινά Χρόνια του Α΄ Παγκόσμιου Πολέμου
Τα πρώτα χρόνια του πολέμου, η παρακώλυση ήταν ελάχιστη, με εξαίρεση τη Γερμανία και τη Γαλλία. Διανέμονταν ελεύθερα τα φυλλάδια σε πολλά μέρη και συνέχισε να παρουσιάζεται το «Φωτόδραμα», αν και σε πολύ πιο περιορισμένη κλίμακα μετά το 1914. Καθώς ο πυρετός του πολέμου ανέβαινε, ο κλήρος στις Βρετανικές Δυτικές Ινδίες έκανε να διαδοθεί ότι ο Ε. Τζ. Κάουαρντ, που εκπροσωπούσε την Εταιρία Σκοπιά, ήταν Γερμανός κατάσκοπος, και εξαιτίας αυτού του δόθηκε η διαταγή να φύγει. Όταν άρχισε να διατίθεται το βιβλίο Το Τετελεσμένον Μυστήριον, το 1917, η εναντίωση εξαπλώθηκε.
Το κοινό επιθυμούσε να αποκτήσει αυτό το βιβλίο. Η αρχική παραγγελία που είχε κάνει η Εταιρία στους τυπογράφους χρειάστηκε να υπερδεκαπλασιαστεί μέσα σε λίγους μόνο μήνες. Αλλά οι κληρικοί του Χριστιανικού κόσμου ήταν εξαγριωμένοι λόγω του ότι ξεσκεπάζονταν οι ψεύτικες δοξασίες τους. Εκμεταλλεύτηκαν την υστερία της πολεμικής περιόδου για να κατηγορήσουν τους Σπουδαστές της Γραφής σε κυβερνητικά στελέχη. Παντού στις Ηνωμένες Πολιτείες, όχλοι επιτίθονταν σε άντρες και γυναίκες που συνδέονταν με τη διανομή εντύπων των Σπουδαστών της Γραφής και επίσης τους άλειφαν με πίσσα και φτερά. Στον Καναδά, οι αρχές έκαναν έρευνες σε σπίτια και είχαν το δικαίωμα να επιβάλλουν βαριά πρόστιμα ή φυλάκιση σε όποιους κατείχαν ορισμένα έντυπα του Διεθνούς Συλλόγου Σπουδαστών της Γραφής. Ωστόσο, ο Τόμας Τζ. Σάλιβαν, ο οποίος ήταν τότε στο Πορτ Άρθουρ του Οντάριο, ανέφερε ότι σε μια περίπτωση, όταν τον έβαλαν στη φυλακή για μια νύχτα, οι αστυνομικοί εκείνης της πόλης πήραν στο σπίτι τους αντίτυπα του απαγορευμένου εντύπου για τον εαυτό τους και τους φίλους τους, και έτσι δόθηκε ολόκληρη η διαθέσιμη ποσότητα—περίπου 500 ή 600 αντίτυπα.
Τα ίδια τα κεντρικά γραφεία της Εταιρίας Σκοπιά δέχτηκαν επίθεση, και μέλη του διοικητικού προσωπικού καταδικάστηκαν σε μεγάλες ποινές φυλάκισης. Φάνηκε στους εχθρούς τους ότι οι Σπουδαστές της Γραφής είχαν δεχτεί θανάσιμο πλήγμα. Είχαν ουσιαστικά σταματήσει να δίνουν πια μαρτυρία με τρόπο που να προσελκύει την προσοχή πολλών ανθρώπων.
Εντούτοις, ακόμα και οι Σπουδαστές της Γραφής που ήταν κλεισμένοι στη φυλακή έβρισκαν ευκαιρίες για να μιλούν στους συγκρατούμενούς τους σχετικά με το σκοπό του Θεού. Όταν πήγαν στη φυλακή της Ατλάντας στη Γεωργία οι υπεύθυνοι της Εταιρίας και οι στενοί τους σύντροφοι, στην αρχή τους απαγόρευσαν να κηρύττουν. Όμως, εκείνοι συζητούσαν γύρω από τη Γραφή μεταξύ τους, και η συμπεριφορά τους, ο τρόπος της ζωής τους, προσήλκυσε το ενδιαφέρον κάποιων άλλων. Έπειτα από λίγους μήνες, ο βοηθός του διευθυντή τούς ανέθεσε να δίνουν θρησκευτική διδασκαλία σε άλλους κρατουμένους. Ο αριθμός τους μεγάλωνε και τελικά 90 άτομα παρακολουθούσαν τις τάξεις.
Και άλλοι όσιοι Χριστιανοί βρήκαν τρόπους για να δίνουν μαρτυρία εκείνα τα χρόνια του πολέμου. Αυτό κατέληγε μερικές φορές στη διάδοση του αγγέλματος της Βασιλείας σε χώρες όπου δεν είχαν κηρυχτεί ως τότε τα καλά νέα. Έτσι, το 1915, ένας Κολομβιανός Σπουδαστής της Γραφής, στη Νέα Υόρκη, ταχυδρόμησε την ισπανική έκδοση του βιβλίου Το Σχέδιον των Αιώνων σε κάποιον στην Μπογκοτά της Κολομβίας. Ύστερα από έξι μήνες περίπου, ήρθε μια απάντηση από τον Ραμόν Σαλγκάρ. Αυτός είχε μελετήσει προσεκτικά το βιβλίο, είχε κατενθουσιαστεί με αυτό και ήθελε 200 αντίτυπα για να τα δώσει σε άλλους. Ο αδελφός Τζ. Λ. Μάγιερ, από το Μπρούκλιν της Νέας Υόρκης, ταχυδρόμησε και αυτός πολλά αντίτυπα του φυλλαδίου Μηνιαία Έκδοση των Σπουδαστών της Γραφής (Bible Students Monthly), στην ισπανική. Πάρα πολλά τέτοια φυλλάδια έφτασαν στην Ισπανία. Επιπλέον, όταν ο Άλφρεντ Τζόζεφ, που ήταν τότε στο Μπαρμπάντος, έκανε μια σύμβαση εργασίας για τη Σιέρα Λεόνε της Δυτικής Αφρικής, επωφελήθηκε από διάφορες ευκαιρίες για να δώσει εκεί μαρτυρία σχετικά με τις Βιβλικές αλήθειες τις οποίες είχε μάθει πρόσφατα.
Για τους βιβλιοπώλες, των οποίων η διακονία περιελάμβανε επισκέψεις στα σπίτια και στον εμπορικό τομέα, συνήθως τα πράγματα ήταν πιο δύσκολα. Αλλά μερικοί που πήγαν στο Ελ Σαλβαδόρ, στην Ονδούρα και στη Γουατεμάλα ασχολούνταν δραστήρια εκεί το 1916 με τη μετάδοση ζωοπάροχων αληθειών στους ανθρώπους. Εκείνη την περίοδο, η Φάνι Μακένζι, βιβλιοπώλισσα διάκονος από τη Βρετανία, έκανε δυο ατμοπλοϊκά ταξίδια στην Άπω Ανατολή, σταματώντας στην Ιαπωνία, στην Κίνα και στην Κορέα για να δώσει Γραφικά έντυπα, και κατόπιν καλλιέργησε το ενδιαφέρον των ατόμων μέσω επιστολών.
Εντούτοις, σύμφωνα με τα διαθέσιμα στοιχεία, ο αριθμός των Σπουδαστών της Γραφής που ανέφεραν ότι είχαν κάποια συμμετοχή στο κήρυγμα των καλών νέων σε άλλους, στη διάρκεια του 1918, μειώθηκε παγκόσμια κατά 20 τοις εκατό σε σύγκριση με την έκθεση για το 1914. Μετά τη σκληρή μεταχείριση στην οποία υποβλήθηκαν στα χρόνια του πολέμου, θα ενέμεναν άραγε στη διακονία τους;
Πλημμυρίζουν με Ανανεωμένη Ζωντάνια
Στις 26 Μαρτίου 1919, ο πρόεδρος της Εταιρίας Σκοπιά και οι σύντροφοί του αφέθηκαν ελεύθεροι από την άδικη φυλάκισή τους. Γρήγορα άρχισαν να εκπονούνται σχέδια για την προώθηση της παγκόσμιας διακήρυξης των καλών νέων σχετικά με τη Βασιλεία του Θεού.
Σε μια γενική συνέλευση που έγινε στο Σίνταρ Πόιντ του Οχάιο, το Σεπτέμβριο του ίδιου έτους, ο Ι. Φ. Ρόδερφορντ, ο τότε πρόεδρος της Εταιρίας, εκφώνησε μια ομιλία που τόνισε ότι η αναγγελία του ένδοξου ερχομού της Μεσσιανικής Βασιλείας του Θεού είναι το αληθινά σημαντικό έργο για τους δούλους του Ιεχωβά.
Ωστόσο, ο πραγματικός αριθμός εκείνων που συμμετείχαν τότε σε αυτό το έργο ήταν μικρός. Ορισμένοι, που από φόβο είχαν πάψει να δίνουν μαρτυρία στη διάρκεια του 1918, δραστηριοποιήθηκαν πάλι και στις τάξεις τους προστέθηκαν ακόμα λίγοι. Αλλά τα στοιχεία που είναι διαθέσιμα δείχνουν ότι το 1919 υπήρχαν μόνο γύρω στα 5.700 άτομα τα οποία έδιναν ενεργά μαρτυρία σε 43 χώρες. Ο Ιησούς όμως είχε προείπει: «Αυτά τα καλά νέα της βασιλείας θα κηρυχτούν σε όλη την κατοικημένη γη για μαρτυρία σε όλα τα έθνη». (Ματθ. 24:14) Πώς θα μπορούσε να γίνει αυτό; Οι ίδιοι δεν το γνώριζαν, ούτε γνώριζαν πόσο καιρό θα συνεχιζόταν η επίδοση μαρτυρίας. Ωστόσο, εκείνοι που ήταν όσιοι δούλοι του Θεού ήταν πρόθυμοι και γεμάτοι ενθουσιασμό να συνεχίσουν το έργο. Είχαν την πεποίθηση ότι ο Ιεχωβά θα κατηύθυνε τα πράγματα σε αρμονία με το θέλημά του.
Έχοντας γεμίσει ζήλο για τα όσα είδαν ότι καταδείκνυε σαφώς ο Λόγος του Θεού, άρχισαν αμέσως το έργο. Μέσα σε τρία χρόνια, σύμφωνα με τα διαθέσιμα στοιχεία, σχεδόν τριπλασιάστηκε ο αριθμός αυτών που συμμετείχαν στη δημόσια διακήρυξη της Βασιλείας του Θεού, και το 1922 κήρυτταν δραστήρια σε 15 επιπλέον χώρες από όσες το 1919.
Ένα Εξαιρετικά Ενδιαφέρον Θέμα
Τι συναρπαστικό άγγελμα διακήρυτταν—«Εκατομμύρια που ζουν τώρα δεν θα πεθάνουν ποτέ!» Ο αδελφός Ρόδερφορντ είχε κάνει μια ομιλία με αυτό το θέμα το 1918. Επιπλέον, αυτός ήταν ο τίτλος ενός βιβλιαρίου 128 σελίδων που εκδόθηκε το 1920. Από το 1920 ως το 1925, αυτό το ίδιο θέμα ακουγόταν ξανά και ξανά ανά τον κόσμο σε δημόσιες συναθροίσεις σε όλες τις περιοχές όπου υπήρχαν διαθέσιμοι ομιλητές και σε πάνω από 30 γλώσσες. Αυτή η ομιλία, αντί να λέει, όπως ο Χριστιανικός κόσμος, ότι όλοι οι καλοί θα πάνε στον ουρανό, συγκέντρωνε την προσοχή στην ελπίδα να ζήσει το υπάκουο ανθρώπινο γένος αιώνια σε μια παραδεισένια γη, ελπίδα που είναι βασισμένη στη Γραφή. (Ησ. 45:18· Αποκ. 21:1-5) Εκτός από αυτό, εξέφραζε την πεποίθηση ότι ήταν πολύ κοντά ο καιρός για την υλοποίηση αυτής της ελπίδας.
Χρησιμοποιήθηκαν ανακοινώσεις στις εφημερίδες και αφίσες για να διαφημιστούν αυτές οι διαλέξεις. Το θέμα ήταν εξαιρετικά ενδιαφέρον. Στις 26 Φεβρουαρίου 1922, πάνω από 70.000 άτομα παρακολούθησαν τις διαλέξεις σε 121 τοποθεσίες στη Γερμανία και μόνο. Δεν ήταν ασυνήθιστο να αριθμούν χιλιάδες τα άτομα που συγκεντρώνονταν σε ένα και μόνο μέρος. Στο Κέιπ Τάουν της Νότιας Αφρικής, για παράδειγμα, ήταν 2.000 οι παρόντες όταν εκφωνήθηκε η διάλεξη στο κτίριο της Όπερας. Στην πανεπιστημιακή αίθουσα διαλέξεων της πρωτεύουσας της Νορβηγίας, όχι μόνο δεν υπήρχε κενή θέση, αλλά, επίσης, ήταν τόσο πολλοί αυτοί που δεν μπόρεσαν να μπουν λόγω έλλειψης χώρου ώστε χρειάστηκε να επαναληφθεί το πρόγραμμα μιάμιση ώρα αργότερα—και πάλι σε μια υπερπλήρη αίθουσα.
Στο Κλάγκενφουρτ της Αυστρίας, ο Ρίχαρντ Χάιντε είπε στον πατέρα του: «Εγώ θα πάω να ακούσω αυτή την ομιλία ό,τι και αν λένε. Θέλω να ξέρω αν είναι απλώς κοροϊδία ή αν υπάρχει κάποια αλήθεια σε όλα αυτά!» Τα όσα άκουσε τον συγκίνησαν βαθιά, και σύντομα ο ίδιος, η αδελφή του και οι γονείς τους μιλούσαν σε άλλους για αυτά.
Αλλά το άγγελμα της Αγίας Γραφής δεν προοριζόταν μόνο για τους ανθρώπους που θα παρακολουθούσαν κάποια δημόσια διάλεξη. Χρειαζόταν να πληροφορηθούν και οι άλλοι για αυτό. Έπρεπε να το ακούσουν όχι μόνο το κοινό ως σύνολο αλλά και οι πολιτικοί και θρησκευτικοί ηγέτες. Πώς θα γινόταν αυτό;
Διανομή Δυναμικών Διακηρύξεων
Χρησιμοποιήθηκε η έντυπη ύλη προκειμένου να γνωρίσουν εκατομμύρια άνθρωποι τους Σπουδαστές της Γραφής και το άγγελμα που αυτοί διακήρυτταν, πράγματα τα οποία προηγουμένως αυτοί οι άνθρωποι τα είχαν απλώς ακουστά. Από το 1922 ως το 1928, δόθηκε αποτελεσματική μαρτυρία μέσω εφτά δυναμικών διακηρύξεων, οι οποίες ήταν αποφάσεις που υιοθετήθηκαν στις ετήσιες μεγάλες συνελεύσεις των Σπουδαστών της Γραφής. Τα τυπωμένα αντίτυπα των περισσοτέρων από αυτές τις αποφάσεις, τα οποία διανέμονταν έπειτα από εκείνες τις συνελεύσεις, ανέρχονταν συνολικά σε 45 ως 50 εκατομμύρια για καθεμιά από αυτές—ένα αληθινά εκπληκτικό επίτευγμα για τη μικρή ομάδα των διαγγελέων της Βασιλείας που υπηρετούσαν τότε!
Το 1922 η απόφαση είχε τον τίτλο ‘Μια Πρόκληση προς τους Ηγέτες του Κόσμου’—ναι, πρόκληση να αποδείξουν τον ισχυρισμό τους ότι μπορούσαν να εδραιώσουν την ειρήνη, την ευημερία και την ευτυχία για το ανθρώπινο γένος ή αλλιώς, αν δεν μπορούσαν να το κάνουν αυτό, να παραδεχτούν ότι μόνο η Βασιλεία του Θεού μέσω του Μεσσία του μπορεί να επιτελέσει αυτά τα πράγματα. Στη Γερμανία, αυτή η απόφαση στάλθηκε ως συστημένη επιστολή στον εξόριστο Γερμανό κάιζερ, στον πρόεδρο και σε όλα τα μέλη της Αυτοκρατορικής Δίαιτας· εξάλλου, περίπου τεσσεράμισι εκατομμύρια αντίτυπα δόθηκαν στο κοινό. Στη Νότια Αφρική, ο Έντουιν Σκοτ, έχοντας μια τσάντα με έντυπα στην πλάτη του και κρατώντας στο χέρι του ένα ραβδί για να διώχνει τα άγρια σκυλιά, κάλυψε 64 πόλεις, διανέμοντας ο ίδιος 50.000 αντίτυπα. Μετά, όταν οι κληρικοί της Ολλανδικής Μεταρρυθμισμένης Εκκλησίας στη Νότια Αφρική πήγαιναν στα σπίτια των ενοριτών κάνοντας έρανο, πολλοί από τους ενορίτες κουνούσαν την απόφαση μπροστά στο πρόσωπο του κληρικού τους και έλεγαν: «Καλά θα έκανες να διαβάσεις αυτό εδώ και τότε δεν θα ξαναρχόσουν να πάρεις χρήματα από εμάς».
Το 1924 η απόφαση με τίτλο «Εκκλησιαστικοί Καταγγελόμενοι» ξεσκέπασε τις αντιγραφικές διδασκαλίες και συνήθειες του κλήρου, φανερώνοντας το ρόλο που είχαν παίξει στη διάρκεια του παγκόσμιου πολέμου και προτρέποντας τους ανθρώπους να μελετήσουν την Αγία Γραφή για να δουν οι ίδιοι τις θαυμάσιες προμήθειες που έχει κάνει ο Θεός για την ευλογία της ανθρωπότητας. Στην Ιταλία εκείνον τον καιρό, οι τυπογράφοι ήταν υποχρεωμένοι να βάζουν το όνομά τους σε ό,τι τύπωναν και θεωρούνταν υπεύθυνοι για το περιεχόμενο. Ο Σπουδαστής της Γραφής που επέβλεπε το έργο στην Ιταλία υπέβαλε ένα αντίτυπο της απόφασης στις κυβερνητικές αρχές, οι οποίες το εξέτασαν και έδωσαν αμέσως άδεια να τυπωθεί και να διανεμηθεί. Εξάλλου, και οι τυπογράφοι συμφώνησαν να το εκδώσουν. Οι αδελφοί στην Ιταλία διένειμαν 100.000 αντίτυπα. Φρόντισαν ιδιαίτερα να πάρουν από ένα αντίτυπο ο πάπας και άλλα υψηλά ιστάμενα πρόσωπα στο Βατικανό.
Στη Γαλλία, η διανομή αυτής της απόφασης προκάλεσε σφοδρή και, πολλές φορές, βίαιη αντίδραση από μέρους του κλήρου. Πάνω στην απελπισία του, ένας κληρικός στην Πομερανία της Γερμανίας έκανε δικαστική αγωγή κατά της Εταιρίας και του διευθύνοντα που είχε εκείνη, αλλά έχασε την υπόθεση όταν το δικαστήριο άκουσε το περιεχόμενο ολόκληρης της απόφασης. Οι Σπουδαστές της Γραφής στην επαρχία Κεμπέκ του Καναδά, για να μην παρακωλύεται το έργο τους από εκείνους που δεν ήθελαν να μάθει ο κόσμος την αλήθεια, άφηναν τις αποφάσεις στα σπίτια τις πρώτες πρωινές ώρες, αρχίζοντας από τις 3:00 π.μ. Ήταν συναρπαστικές εκείνες οι μέρες!
Εκδήλωση Ευγνωμοσύνης για τις Ικανοποιητικές Απαντήσεις
Κατά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, πολλοί Αρμένιοι εκδιώχτηκαν βάναυσα από τα σπίτια τους και από τη γη όπου γεννήθηκαν. Μόλις δύο δεκαετίες νωρίτερα, εκατοντάδες χιλιάδες Αρμένιοι είχαν σφαγιαστεί και άλλοι είχαν φύγει για να σώσουν τη ζωή τους. Λίγοι από αυτούς τους ανθρώπους είχαν διαβάσει τα έντυπα της Εταιρίας Σκοπιά στην πατρίδα τους. Αλλά σε πολύ περισσότερους από αυτούς δόθηκε μαρτυρία στις χώρες όπου πήγαν ως πρόσφυγες.
Μετά τις σκληρές εμπειρίες που είχαν υπομείνει, πολλοί είχαν σοβαρά ερωτήματα ως προς το γιατί επιτρέπει ο Θεός το κακό. Πόσο καιρό θα συνεχιζόταν αυτό; Πότε θα τερματιζόταν; Μερικοί από αυτούς ένιωσαν ευγνωμοσύνη όταν έμαθαν τις ικανοποιητικές απαντήσεις που υπάρχουν στην Αγία Γραφή. Γρήγορα δημιουργήθηκαν όμιλοι Αρμένιων Σπουδαστών της Γραφής σε διάφορες πόλεις της Μέσης Ανατολής. Ο ζήλος τους για τη Βιβλική αλήθεια επηρέασε τη ζωή άλλων. Στην Αιθιοπία, στην Αργεντινή και στις Ηνωμένες Πολιτείες, υπήρξαν συμπατριώτες τους Αρμένιοι που ενστερνίστηκαν τα καλά νέα και δέχτηκαν με χαρά την ευθύνη να τα μεταδώσουν σε άλλους. Ένας από αυτούς ήταν ο Κρικόρ Χατζακορτζιάν, ο οποίος ως μοναχικός σκαπανέας διέδωσε το άγγελμα της Βασιλείας στην Αιθιοπία στα μέσα της δεκαετίας του 1930. Σε μια περίπτωση μάλιστα, όταν κάποιοι εναντιούμενοι τον κατηγόρησαν ψευδώς, είχε την ευκαιρία να δώσει μαρτυρία στον αυτοκράτορα, τον Χαϊλέ Σελασιέ.
Μετέφεραν Πολύτιμες Αλήθειες στην Πατρίδα Τους
Η διακαής επιθυμία για τη μετάδοση ζωτικών Βιβλικών αληθειών ώθησε πολλούς να επιστρέψουν στη χώρα όπου γεννήθηκαν για να ασχοληθούν με το ευαγγελιστικό έργο. Η ανταπόκρισή τους έμοιαζε με την ανταπόκριση των ανθρώπων που βρίσκονταν στην Ιερουσαλήμ το 33 Κ.Χ., προερχόμενοι από πολλές χώρες, οι οποίοι έγιναν πιστοί όταν το άγιο πνεύμα υποκίνησε τους αποστόλους και τους συντρόφους τους να μιλήσουν σε πολλές γλώσσες «για τα μεγαλεία του Θεού». (Πράξ. 2:1-11) Ακριβώς όπως εκείνοι οι πιστοί του πρώτου αιώνα μετέφεραν την αλήθεια στην πατρίδα τους, έτσι έκαναν και αυτοί οι μαθητές της σύγχρονης εποχής.
Τόσο άντρες όσο και γυναίκες που είχαν γνωρίσει την αλήθεια στο εξωτερικό επέστρεψαν στην Ιταλία. Ήρθαν από την Αμερική, το Βέλγιο και τη Γαλλία και διακήρυξαν με ζήλο το άγγελμα της Βασιλείας οπουδήποτε εγκαταστάθηκαν. Επιπλέον, πήγαν να μείνουν στην Ιταλία βιβλιοπώλες από το ιταλόφωνο ελβετικό καντόνι Τιτσίνο, με σκοπό να συνεχίσουν το έργο τους. Ως αποτέλεσμα της ενωμένης τους δράσης, μολονότι ο αριθμός τους ήταν μικρός, αυτοί επισκέφτηκαν μέσα σε μικρό χρονικό διάστημα όλες σχεδόν τις κύριες πόλεις και πολλά από τα χωριά της Ιταλίας. Δεν υπολόγιζαν πόσες ώρες διέθεταν σε αυτό το έργο. Πεπεισμένοι ότι κήρυτταν αλήθειες τις οποίες ήθελε ο Θεός να μάθει ο κόσμος, συχνά έκαναν έργο από το πρωί ως το βράδυ για να φτάσουν τα καλά νέα σε όσο το δυνατόν περισσότερους ανθρώπους.
Επίσης, Έλληνες που είχαν γίνει Σπουδαστές της Γραφής στην κοντινή Αλβανία, καθώς και σε μέρη μακρινά όπως η Αμερική, έστρεψαν την προσοχή τους στην πατρίδα τους. Ενθουσιάστηκαν όταν έμαθαν ότι η λατρεία των εικόνων είναι αντιγραφική (Έξοδ. 20:4, 5· 1 Ιωάν. 5:21), ότι οι αμαρτωλοί δεν καίγονται στην κόλαση (Εκκλ. 9:5, 10· Ιεζ. 18:4· Αποκ. 21:8) και ότι η Βασιλεία του Θεού είναι η πραγματική και μοναδική ελπίδα για το ανθρώπινο γένος (Δαν. 2:44· Ματθ. 6:9, 10). Επιθυμούσαν ένθερμα να μεταδώσουν αυτές τις αλήθειες στους συμπατριώτες τους—προσωπικά ή ταχυδρομικώς. Ως αποτέλεσμα, άρχισαν να δημιουργούνται όμιλοι των Μαρτύρων του Ιεχωβά στην ηπειρωτική Ελλάδα και στα ελληνικά νησιά.
Μετά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, χιλιάδες άνθρωποι από την Πολωνία εγκαταστάθηκαν στη Γαλλία για να εργαστούν στα ανθρακωρυχεία. Οι γαλλικές εκκλησίες των Σπουδαστών της Γραφής δεν τους παρέβλεψαν επειδή μιλούσαν άλλη γλώσσα. Βρήκαν τρόπους για να μεταδώσουν τις Βιβλικές αλήθειες σε αυτούς τους ανθρακωρύχους και στις οικογένειές τους, και ο αριθμός εκείνων που ανταποκρίνονταν ευνοϊκά ξεπέρασε σύντομα τον αριθμό των Γάλλων Μαρτύρων. Όταν, λόγω μιας κυβερνητικής εντολής για απέλαση, 280 άτομα αναγκάστηκαν να επιστρέψουν στην Πολωνία το 1935, αυτό συντέλεσε στο να ενισχυθεί η διάδοση του αγγέλματος της Βασιλείας σε εκείνη τη χώρα. Έτσι, το 1935 υπήρχαν 1.090 διαγγελείς της Βασιλείας που συμμετείχαν στην επίδοση μαρτυρίας στην Πολωνία.
Άλλοι δέχτηκαν την πρόσκληση να φύγουν από την πατρίδα τους για να αναλάβουν υπηρεσία στον αγρό ξένων χωρών.
Ζηλωτές Ευρωπαίοι Ευαγγελιστές Βοηθούν στον Αγρό Ξένων Χωρών
Με διεθνή συνεργασία, τα βαλτικά κράτη (Εσθονία, Λετονία και Λιθουανία) άκουσαν τις χαροποιές αλήθειες για τη Βασιλεία του Θεού. Στη διάρκεια των δεκαετιών του 1920 και του 1930, έδωσαν εκτεταμένη μαρτυρία σε αυτή την περιοχή ζηλωτές αδελφοί και αδελφές από την Αγγλία, τη Γερμανία, τη Δανία και τη Φινλανδία. Δόθηκαν πολλά έντυπα, και χιλιάδες άτομα άκουσαν τις Γραφικές ομιλίες που εκφωνήθηκαν. Από την Εσθονία οι τακτικές ραδιοφωνικές μεταδόσεις Γραφικών προγραμμάτων σε αρκετές γλώσσες ακούγονταν ακόμα και στην τότε Σοβιετική Ένωση.
Από τη Γερμανία, πρόθυμοι εργάτες, στη διάρκεια των δεκαετιών του 1920 και του 1930, ανέλαβαν διορισμούς στην Αυστρία, στο Βέλγιο, στη Βουλγαρία, στη Γαλλία, στη Γιουγκοσλαβία, στην Ισπανία, στο Λουξεμβούργο, στην Ολλανδία και στην Τσεχοσλοβακία. Ένας από αυτούς ήταν ο Βίλι Ουνγκλάουμπε. Αφού υπηρέτησε κάποιο διάστημα στο Μπέθελ του Μαγδεμβούργου στη Γερμανία, πήγε ως ολοχρόνιος ευαγγελιστής και ανέλαβε διορισμούς στη Γαλλία, στην Αλγερία, στην Ισπανία, στη Σιγκαπούρη, στη Μαλαισία και στην Ταϋλάνδη.
Όταν η Γαλλία ζήτησε βοήθεια, στη διάρκεια της δεκαετίας του 1930, βιβλιοπώλες από τη Βρετανία απέδειξαν πως είχαν συνειδητοποιήσει το γεγονός ότι η Χριστιανική αποστολή για κήρυγμα απαιτούσε ευαγγελιστικό έργο, όχι μόνο στη χώρα τους, αλλά και σε άλλα μέρη της γης. (Μάρκ. 13:10) Ο Τζον Κουκ ήταν ένας από τους ζηλωτές εργάτες που απάντησαν στην «πρόσκληση για τη Μακεδονία». (Παράβαλε Πράξεις 16:9, 10). Κατά τις επόμενες έξι δεκαετίες, ανέλαβε διορισμούς υπηρεσίας στη Γαλλία, στην Ισπανία, στην Ιρλανδία, στην Πορτογαλία, στην Ανγκόλα, στη Μοζαμβίκη και στη Νότια Αφρική. Ο αδελφός του ο Έρικ άφησε τη δουλειά του στην Τράπεζα Μπάρκλεϊς και ενώθηκε με τον Τζον στην ολοχρόνια διακονία στη Γαλλία· μετά, υπηρέτησε και αυτός στην Ισπανία και στην Ιρλανδία και συμμετείχε στο ιεραποστολικό έργο στη Νότια Ροδεσία (σημερινή Ζιμπάμπουε) και στη Νότια Αφρική.
Το Μάιο του 1926, ο Τζορτζ Ράιτ και ο Έντουιν Σκίνερ, στην Αγγλία, δέχτηκαν την πρόσκληση να βοηθήσουν στην επέκταση του έργου της Βασιλείας στην Ινδία. Ο διορισμός τους ήταν τεράστιος! Περιελάμβανε όλο το Αφγανιστάν, τη Βιρμανία (σημερινή Μιανμάρ), την Ινδία, την Κεϋλάνη (σημερινή Σρι Λάνκα) και την Περσία (σημερινό Ιράν). Όταν έφτασαν στη Βομβάη, έτυχε να είναι η εποχή των βροχοπτώσεων των μουσώνων. Αλλά αυτοί, χωρίς να ενδιαφέρονται υπερβολικά για την προσωπική τους άνεση ή ευκολία, σύντομα βρέθηκαν να ταξιδεύουν σε απόμερες περιοχές της χώρας με το σκοπό να εντοπίσουν τους γνωστούς Σπουδαστές της Γραφής για να τους ενθαρρύνουν. Επιπλέον, διένειμαν μεγάλες ποσότητες εντύπων για να κεντρίσουν το ενδιαφέρον άλλων. Το έργο γινόταν εντατικά. Γι’ αυτό, το 1928 οι 54 διαγγελείς της Βασιλείας που υπήρχαν στο Τραβανκούρ (Κεράλα), στη νότια Ινδία, διευθέτησαν να γίνουν 550 δημόσιες συναθροίσεις, τις οποίες παρακολούθησαν γύρω στα 40.000 άτομα. Το 1929 πήγαν στην Ινδία άλλοι τέσσερις σκαπανείς από το βρετανικό αγρό για να βοηθήσουν στο έργο. Επίσης, το 1931 κατέφτασαν στη Βομβάη άλλοι τρεις από την Αγγλία. Επανειλημμένα, αυτοί πήγαν σε διάφορα μέρη αυτής της αχανούς χώρας, δίνοντας έντυπα όχι μόνο στην αγγλική αλλά και στις γλώσσες που μιλιούνται στην Ινδία.
Τι συνέβαινε στο μεταξύ στην Ανατολική Ευρώπη;
Πνευματικός Θερισμός
Πριν από τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο, είχαν πέσει διασκορπισμένοι σπόροι της Βιβλικής αλήθειας στην Ανατολική Ευρώπη και ορισμένοι είχαν ριζώσει. Το 1908 η Άντρασνι Μπένεντεκ, μια ταπεινή Ουγγαρέζα, είχε επιστρέψει στην Αυστροουγγαρία για να μεταδώσει σε άλλους τα ωραία πράγματα που είχε μάθει. Δυο χρόνια αργότερα, είχαν επιστρέψει επίσης σε εκείνη τη χώρα ο Κάρολι Σάμπο και ο Γιόζεφ Κις και διέδιδαν τη Βιβλική αλήθεια ιδιαίτερα σε περιοχές που αργότερα έγιναν γνωστές ως Ρουμανία και Τσεχοσλοβακία. Παρά τη βίαιη εναντίωση του οργισμένου κλήρου, σχηματίστηκαν όμιλοι μελέτης και δόθηκε εκτεταμένη μαρτυρία. Ενώθηκαν και άλλοι μαζί τους στη δημόσια διακήρυξη της πίστης τους, και το 1935 το σύνολο των διαγγελέων της Βασιλείας στην Ουγγαρία είχε φτάσει να αριθμεί 348 άτομα.
Η Ρουμανία σχεδόν διπλασίασε το μέγεθός της όταν οι νικητές αναδιαμόρφωσαν το χάρτη της Ευρώπης μετά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Αναφέρθηκε ότι, μέσα σε αυτή τη διευρυμένη χώρα, υπήρχαν το 1920 περίπου 150 όμιλοι των Σπουδαστών της Γραφής, με τους οποίους ήταν συνταυτισμένα 1.700 άτομα. Την επόμενη χρονιά, στον εορτασμό του Δείπνου του Κυρίου, σχεδόν 2.000 άτομα πήραν από τα εμβλήματα της Ανάμνησης, δείχνοντας έτσι ότι ομολογούσαν πως ήταν χρισμένοι από το πνεύμα αδελφοί του Χριστού. Αυτός ο αριθμός αυξήθηκε εντυπωσιακά μέσα στα επόμενα τέσσερα χρόνια. Το 1925 παρευρέθηκαν 4.185 άτομα στην Ανάμνηση και, όπως συνηθιζόταν τότε, αναμφίβολα οι περισσότεροι πήραν από τα εμβλήματα. Όμως, η πίστη όλων αυτών θα δοκιμαζόταν. Θα αποδεικνύονταν αυτοί γνήσιο «σιτάρι» ή απλώς απομίμηση; (Ματθ. 13:24-30, 36-43) Θα έκαναν πραγματικά το έργο μαρτυρίας που είχε αναθέσει ο Ιησούς στους ακολούθους του; Θα ενέμεναν σε αυτό όταν θα αντιμετώπιζαν σφοδρή εναντίωση; Θα παρέμεναν πιστοί ακόμα και όταν κάποιοι άλλοι θα εκδήλωναν πνεύμα σαν αυτό του Ιούδα του Ισκαριώτη;
Η έκθεση για το 1935 δείχνει ότι δεν είχαν όλοι το είδος της πίστης που θα έκανε δυνατή την από μέρους τους εγκαρτέρηση. Εκείνο το έτος, υπήρχαν μόνο 1.188 άτομα που είχαν κάποια συμμετοχή στην επίδοση μαρτυρίας στη Ρουμανία, μολονότι ήταν υπερδιπλάσιος ο αριθμός αυτών που έπαιρναν εκείνον τον καιρό από τα εμβλήματα της Ανάμνησης. Εντούτοις, οι πιστοί συνέχισαν να είναι δραστήριοι στην υπηρεσία του Κυρίου. Μετέδιδαν σε άλλους ταπεινούς ανθρώπους τις Βιβλικές αλήθειες που έφεραν τόση χαρά στη δική τους καρδιά. Ένας εξέχων τρόπος με τον οποίο το έκαναν αυτό ήταν η διανομή εντύπων. Μεταξύ του 1924 και του 1935, είχαν ήδη δώσει σε ενδιαφερόμενα άτομα, εκτός από φυλλάδια, πάνω από 800.000 βιβλία και βιβλιάρια.
Τι γινόταν στην Τσεχοσλοβακία, η οποία έγινε κράτος το 1918 μετά την κατάρρευση της Αυστροουγγρικής Αυτοκρατορίας; Εδώ μια ακόμα πιο εντατική μαρτυρία συνέβαλε στον πνευματικό θερισμό. Νωρίτερα είχε γίνει έργο κηρύγματος στην ουγγρική, στη ρωσική, στη ρουμανική και στη γερμανική γλώσσα. Έπειτα, το 1922, επέστρεψαν αρκετοί Σπουδαστές της Γραφής από την Αμερική για να συγκεντρώσουν την προσοχή τους στον πληθυσμό που μιλούσε τη σλοβακική, και το επόμενο έτος ένα αντρόγυνο από τη Γερμανία άρχισε να στρέφει τις προσπάθειές του στον τομέα των Τσέχων. Οι τακτικές συνελεύσεις, αν και μικρές, συνέβαλαν στην ενθάρρυνση και στην ενοποίηση των αδελφών. Όταν οργανώθηκαν καλύτερα οι εκκλησίες για ευαγγελιστικό έργο από σπίτι σε σπίτι το 1927, έγινε πιο έκδηλη η αύξηση. Το 1932, δόθηκε δυνατή ώθηση στο έργο με τη διεθνή συνέλευση στην Πράγα, την οποία παρακολούθησαν γύρω στα 1.500 άτομα από την Τσεχοσλοβακία και τις γειτονικές χώρες. Εκτός αυτού, μεγάλα πλήθη κόσμου είδαν μια τετράωρη έκδοση του ‘Φωτοδράματος της Δημιουργίας’, η οποία προβλήθηκε από το ένα άκρο της χώρας ως το άλλο. Μέσα σε περίοδο μιας μόνο δεκαετίας, δόθηκαν πάνω από 2.700.000 Γραφικά έντυπα σε διάφορες γλωσσικές ομάδες σε αυτή τη χώρα. Όλες αυτές οι πνευματικές προσπάθειες για φύτεμα, καλλιέργεια και πότισμα συνέβαλαν σε ένα θερισμό στον οποίο συμμετείχαν 1.198 διαγγελείς της Βασιλείας το έτος 1935.
Η Γιουγκοσλαβία (γνωστή αρχικά ως το Βασίλειο των Σέρβων, Κροατών και Σλοβένων) ήρθε σε ύπαρξη ως αποτέλεσμα της αναδιαμόρφωσης του χάρτη της Ευρώπης μετά τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο. Ήδη από το 1923 είχε αναφερθεί ότι ένας όμιλος Σπουδαστών της Γραφής έδινε μαρτυρία στο Βελιγράδι. Αργότερα προβλήθηκε το «Φωτόδραμα της Δημιουργίας» σε μεγάλα πλήθη κόσμου σε ολόκληρη τη χώρα. Όταν οι Μάρτυρες του Ιεχωβά αντιμετώπισαν έντονο διωγμό στη Γερμανία, οι τάξεις τους στη Γιουγκοσλαβία ενισχύθηκαν από Γερμανούς σκαπανείς. Χωρίς να νοιάζονται για την προσωπική τους άνεση, εκείνοι έφτασαν ως τα πιο απόμακρα μέρη αυτής της ορεινής χώρας για να κηρύξουν. Άλλοι από εκείνους τους σκαπανείς πήγαν στη Βουλγαρία. Επίσης, έγιναν προσπάθειες να κηρυχτούν τα καλά νέα στην Αλβανία. Σε όλα αυτά τα μέρη, σπάρθηκαν σπόροι της αλήθειας της Βασιλείας. Μερικοί από τους σπόρους καρποφόρησαν. Αλλά θα χρειαζόταν να περάσουν αρκετά χρόνια για να γίνει μεγαλύτερος θερισμός σε αυτά τα μέρη.
Νοτιότερα, στην αφρικανική ήπειρο, τα καλά νέα διαδίδονταν από όσους εκτιμούσαν βαθιά το προνόμιο που είχαν να είναι μάρτυρες για τον Ύψιστο.
Το Πνευματικό Φως Λάμπει στη Δυτική Αφρική
Περίπου εφτά χρόνια αφότου ήρθε για πρώτη φορά στη Δυτική Αφρική ένας Σπουδαστής της Γραφής από το Μπαρμπάντος με σύμβαση εργασίας, ο ίδιος έγραψε στο γραφείο της Εταιρίας Σκοπιά στη Νέα Υόρκη για να τους πληροφορήσει ότι αρκετοί άνθρωποι έδειχναν ενδιαφέρον για την Αγία Γραφή. Λίγους μήνες αργότερα, στις 14 Απριλίου 1923, κατόπιν πρόσκλησης του αδελφού Ρόδερφορντ, στο Φρίταουν της Σιέρα Λεόνε έφτασε μαζί με την οικογένειά του ο Γ. Ρ. Μπράουν, ο οποίος υπηρετούσε στο Τρινιδάδ.
Αμέσως έγιναν διευθετήσεις να εκφωνήσει ο αδελφός Μπράουν μια ομιλία στο Γουίλμπερφορς Μεμόριαλ Χολ. Στις 19 Απριλίου, την παρακολούθησε ένα ακροατήριο περίπου 500 ατόμων και μεταξύ αυτών ήταν οι περισσότεροι κληρικοί του Φρίταουν. Την επόμενη Κυριακή ο αδελφός Μπράουν έκανε και πάλι ομιλία. Το θέμα του ήταν ένα θέμα που το είχε χρησιμοποιήσει συχνά ο Κ. Τ. Ρώσσελ—«Στην Κόλαση και Πίσω. Ποιοι Βρίσκονται Εκεί;» Στις ομιλίες του, ο αδελφός Μπράουν ανέφερε κάθε λίγο Γραφικές περικοπές τις οποίες το ακροατήριο έβλεπε με διαφάνειες. Καθώς μιλούσε, έλεγε επανειλημμένα: «Αυτό δεν το λέει ο Μπράουν, το λέει η Βίβλος». Λόγω αυτής της φράσης, έγινε γνωστός ως ο «Βιβλικός Μπράουν». Και ως αποτέλεσμα της λογικής και Γραφικής παρουσίασης που έκανε, μερικοί επιφανείς εκκλησιαζόμενοι παραιτήθηκαν και ανέλαβαν την υπηρεσία του Ιεχωβά.
Ο Μπράουν ταξίδεψε πολύ για να αρχίσει το έργο της Βασιλείας και σε άλλες περιοχές. Για αυτόν το σκοπό, εκφώνησε αρκετές Γραφικές διαλέξεις, διένειμε μεγάλες ποσότητες εντύπων και παρακίνησε και άλλους να κάνουν το ίδιο. Το ευαγγελιστικό του έργο τον οδήγησε στη Χρυσή Ακτή (σημερινή Γκάνα), στη Λιβερία, στην Γκάμπια και στη Νιγηρία. Από τη Νιγηρία, άλλοι μετέφεραν το άγγελμα της Βασιλείας στο Μπενίν (τότε γνωστό ως Δαχομέη) και στο Καμερούν. Ο αδελφός Μπράουν ήξερε ότι το κοινό είχε ελάχιστο σεβασμό για τη «θρησκεία των λευκών», όπως την αποκαλούσαν· γι’ αυτό στο Γκλόβερ Μεμόριαλ Χολ του Λάγκος μίλησε σχετικά με την αποτυχία της θρησκείας του Χριστιανικού κόσμου. Μετά τη συγκέντρωση, το ενθουσιασμένο ακροατήριο πήρε 3.900 βιβλία για να τα διαβάσει και να τα δώσει σε άλλους.
Όταν ο αδελφός Μπράουν πρωτοπήγε στη Δυτική Αφρική, μόνο μια χούφτα άνθρωποι εκεί είχαν ακούσει το άγγελμα της Βασιλείας. Όταν έφυγε 27 χρόνια αργότερα, υπήρχαν 11.000 και πλέον ενεργοί Μάρτυρες του Ιεχωβά σε εκείνη την περιοχή. Τα θρησκευτικά ψεύδη είχαν ξεσκεπαστεί· η αληθινή λατρεία είχε ριζώσει και διαδιδόταν γοργά.
Στην Ανατολική Ακτή της Αφρικής
Στις αρχές του 20ού αιώνα, στο νοτιοανατολικό τμήμα της Αφρικής, κυκλοφόρησαν μερικά έντυπα του Κ. Τ. Ρώσσελ από άτομα τα οποία είχαν υιοθετήσει μερικές από τις ιδέες που παρουσιάζονταν σε εκείνα τα βιβλία αλλά κατόπιν τις είχαν αναμείξει με τη δική τους φιλοσοφία. Το αποτέλεσμα ήταν να δημιουργηθούν μερικά λεγόμενα κινήματα της Σκοπιάς, τα οποία δεν είχαν καμιά απολύτως σχέση με τους Μάρτυρες του Ιεχωβά. Μερικά από αυτά είχαν πολιτικούς σκοπούς και ξεσήκωναν τους ντόπιους Αφρικανούς. Επί πολλά χρόνια η κακή φήμη εκείνων των ομάδων αποτελούσε εμπόδιο για το έργο των Μαρτύρων του Ιεχωβά.
Παρ’ όλα αυτά, ορισμένοι Αφρικανοί διέκριναν τη διαφορά μεταξύ αληθινού και ψεύτικου. Εργάτες που ταξίδευαν από το ένα μέρος στο άλλο μετέφεραν τα καλά νέα της Βασιλείας του Θεού στις γύρω χώρες και τα μετέδωσαν σε ανθρώπους που μιλούσαν τις αφρικανικές γλώσσες. Ο αγγλόφωνος πληθυσμός στη νοτιοανατολική Αφρική έλαβε το άγγελμα κυρίως μέσω επαφών με τη Νότια Αφρική. Σε μερικές χώρες, όμως, η ισχυρή εναντίωση των αρχών, την οποία υποδαύλιζε ο κλήρος του Χριστιανικού κόσμου, εμπόδιζε τους Ευρωπαίους Μάρτυρες να κηρύττουν στις αφρικανικές γλωσσικές ομάδες. Εντούτοις, η αλήθεια διαδιδόταν, μολονότι πολλά άτομα που έδειχναν ενδιαφέρον για το άγγελμα της Γραφής χρειάζονταν περισσότερη βοήθεια για να κάνουν σωστή πρακτική εφαρμογή των όσων μάθαιναν.
Μερικοί αμερόληπτοι κυβερνητικοί αξιωματούχοι δεν δέχονταν ασυζητητί τις εμπαθείς κατηγορίες που εκτόξευε ο κλήρος του Χριστιανικού κόσμου κατά των Μαρτύρων. Αυτό έγινε με έναν αστυνομικό διευθυντή στη Νυασαλάνδη (σημερινή Μαλάουι) ο οποίος μεταμφιέστηκε και πήγε σε συναθροίσεις των ντόπιων Μαρτύρων για να διαπιστώσει ο ίδιος τι είδους άνθρωποι ήταν αυτοί. Του έκαναν καλή εντύπωση. Όταν η κυβέρνηση έδωσε έγκριση να υπάρχει εκεί ένας μόνιμος Ευρωπαίος εκπρόσωπος, στα μέσα της δεκαετίας του 1930 στάλθηκε εκεί ο Μπερτ Μακ Λάκι και αργότερα ο αδελφός του ο Μπιλ. Αυτοί διατηρούσαν ανοιχτή επικοινωνία με την αστυνομία και τους επιτρόπους των διαμερισμάτων της χώρας, προκειμένου να έχουν εκείνοι οι αξιωματούχοι σαφή κατανόηση του έργου τους και να μη συγχέουν τους Μάρτυρες του Ιεχωβά με κάποιο από τα κινήματα που εσφαλμένα είχαν πάρει το όνομα Σκοπιά. Ταυτόχρονα, προσπάθησαν υπομονετικά, μαζί με τον Γκρέσαμ Κβαζιζίρα, έναν ώριμο ντόπιο Μάρτυρα, να βοηθήσουν τα εκατοντάδες άτομα που ήθελαν να συνταυτιστούν με τις εκκλησίες των Μαρτύρων του Ιεχωβά να κατανοήσουν ότι η σεξουαλική ανηθικότητα, η κατάχρηση οινοπνευματωδών ποτών και η δεισιδαιμονία δεν έχουν θέση στη ζωή των Μαρτύρων του Ιεχωβά.—1 Κορ. 5:9-13· 2 Κορ. 7:1· Αποκ. 22:15.
Το 1930 υπήρχαν μόνο γύρω στους εκατό Μάρτυρες του Ιεχωβά σε όλο το νότιο τμήμα της Αφρικής. Όμως, είχαν ένα διορισμό που περιελάμβανε σχεδόν όλη την Αφρική νότια του ισημερινού και μερικές περιοχές που εκτείνονταν βόρεια από αυτόν. Η κάλυψη ενός τόσο απέραντου τομέα με το άγγελμα της Βασιλείας απαιτούσε αληθινούς σκαπανείς. Ο Φρανκ και ο Γκρέι Σμιθ ήταν τέτοιου είδους σκαπανείς.
Αυτοί ταξίδεψαν με πλοίο 4.800 χιλιόμετρα ανατολικά και βόρεια του Κέιπ Τάουν και μετά συνέχισαν με αυτοκίνητο επί τέσσερις μέρες, περνώντας από δύσβατους δρόμους, για να πάνε στο Ναϊρόμπι της Κένυας (στη Βρετανική Ανατολική Αφρική). Σε λιγότερο από ένα μήνα, έδωσαν 40 χαρτοκιβώτια με Γραφικά έντυπα. Αλλά, δυστυχώς, στο ταξίδι της επιστροφής ο Φρανκ πέθανε από ελονοσία. Εντούτοις, λίγο αργότερα, ξεκίνησαν ο Ρόμπερτ Νίσμπετ και ο Ντέιβιντ Νόρμαν—αυτή τη φορά με 200 χαρτοκιβώτια γεμάτα έντυπα—για να πάνε να κηρύξουν στην Κένυα και στην Ουγκάντα, καθώς επίσης στην Τανγκανίκα και στη Ζανζιβάρη (που και οι δυο αποτελούν τώρα την Τανζανία), φέρνοντας τα καλά νέα σε όσο το δυνατόν περισσότερους ανθρώπους. Με άλλες παρόμοιες αποστολές το άγγελμα της Βασιλείας διαδόθηκε στα νησιά Μαυρίκιος και Μαδαγασκάρη στον Ινδικό Ωκεανό και στο νησί Αγία Ελένη στον Ατλαντικό Ωκεανό. Σπάρθηκαν σπόροι της αλήθειας, αλλά δεν βλάστησαν αμέσως ούτε αναπτύχτηκαν παντού.
Από τη Νότια Αφρική, το 1925 κιόλας, το κήρυγμα των καλών νέων διαδόθηκε επίσης στην Μπασουτολάνδη (σημερινό Λεσότο), στην Μπετσουαναλάνδη (σημερινή Μποτσουάνα) και στη Σουαζιλάνδη. Περίπου οχτώ χρόνια αργότερα, όταν ξανακήρυξαν σκαπανείς στη Σουαζιλάνδη, ο Βασιλιάς Σομπούζα Β΄ τούς επιφύλαξε βασιλική υποδοχή. Συγκέντρωσε την προσωπική του φρουρά που αποτελούνταν από εκατό πολεμιστές, άκουσε προσεκτικά καθώς δόθηκε μια πλήρης μαρτυρία και κατόπιν πήρε όλα τα έντυπα της Εταιρίας που είχαν μαζί τους οι αδελφοί.
Βαθμιαία ο αριθμός των Μαρτύρων του Ιεχωβά μεγάλωσε σε εκείνο το μέρος του παγκόσμιου αγρού. Και άλλοι ενώθηκαν με τους ελάχιστους που είχαν ξεκινήσει το έργο στην Αφρική στις αρχές του 20ού μας αιώνα, και το 1935 υπήρχαν στην αφρικανική ήπειρο 1.407 άτομα που ανέφεραν ότι συμμετείχαν στο έργο επίδοσης μαρτυρίας για τη Βασιλεία του Θεού. Πολλοί από αυτούς βρίσκονταν στη Νότια Αφρική και στη Νιγηρία. Άλλοι μεγάλοι όμιλοι που έλεγαν ότι είναι Μάρτυρες του Ιεχωβά υπήρχαν στη Νυασαλάνδη (σημερινή Μαλάουι), στη Βόρεια Ροδεσία (σημερινή Ζάμπια) και στη Νότια Ροδεσία (σημερινή Ζιμπάμπουε).
Κατά την ίδια περίοδο, στράφηκε η προσοχή και στις χώρες όπου μιλιέται η ισπανική και η πορτογαλική γλώσσα.
Καλλιέργεια Ισπανικών και Πορτογαλικών Αγρών
Ενώ συνεχιζόταν ακόμα ο Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος, η Σκοπιά εκδόθηκε για πρώτη φορά στην ισπανική. Έφερε γραμμένη τη διεύθυνση ενός γραφείου στο Λος Άντζελες της Καλιφόρνιας, το οποίο είχε δημιουργηθεί για να δίνει ειδική προσοχή στον ισπανόφωνο αγρό. Οι αδελφοί από εκείνο το γραφείο πρόσφεραν πολλή προσωπική βοήθεια στα ενδιαφερόμενα άτομα τόσο στις Ηνωμένες Πολιτείες όσο και σε χώρες του νότου.
Ο αδελφός Ρόδερφορντ πρότρεψε το 1920 τον Χουάν Μιούνιθ, ο οποίος είχε γίνει δούλος του Ιεχωβά το 1917, να φύγει από τις Ηνωμένες Πολιτείες και να επιστρέψει στην Ισπανία, τη χώρα όπου γεννήθηκε, για να οργανώσει εκεί το έργο κηρύγματος της Βασιλείας. Όμως, τα αποτελέσματα ήταν περιορισμένα, όχι εξαιτίας έλλειψης ζήλου από μέρους του, αλλά επειδή τον ακολουθούσε συνέχεια η αστυνομία· έτσι, ύστερα από λίγα χρόνια, διορίστηκε στην Αργεντινή.
Στη Βραζιλία, οι λίγοι λάτρεις του Ιεχωβά ήδη κήρυτταν. Οχτώ ταπεινοί ναυτικοί είχαν γνωρίσει την αλήθεια ενόσω έλειπαν με άδεια από το πλοίο τους στη Νέα Υόρκη. Όταν γύρισαν στη Βραζιλία, στις αρχές του 1920, ασχολούνταν δραστήρια με τη μετάδοση του αγγέλματος της Αγίας Γραφής σε άλλους.
Ο Τζορτζ Γιανγκ, ένας Καναδός, στάλθηκε στη Βραζιλία το 1923. Αυτός βοήθησε πολύ στην προώθηση του έργου. Εκφωνώντας πολλές δημόσιες διαλέξεις με διερμηνέα, έδειχνε τι λέει η Αγία Γραφή για την κατάσταση των νεκρών, αποκάλυπτε ότι ο πνευματισμός είναι δαιμονισμός και εξηγούσε ποιο σκοπό έχει ο Θεός για την ευλογία όλων των οικογενειών της γης. Οι διαλέξεις του ήταν ιδιαίτερα πειστικές επειδή μερικές φορές πρόβαλλε σε μια οθόνη τα Γραφικά εδάφια που εξέταζε, ώστε να τα βλέπουν οι ακροατές στη δική τους γλώσσα. Ενόσω αυτός ήταν στη Βραζιλία, η Μπελόνε Φέργκιουσον από το Σάο Πάολο μπόρεσε τελικά να βαφτιστεί, μαζί με τέσσερα από τα παιδιά της. Χρειάστηκε να περιμένει 25 χρόνια για να βρει αυτή την ευκαιρία. Μεταξύ εκείνων που ασπάστηκαν την αλήθεια ήταν μερικοί οι οποίοι κατόπιν προσφέρθηκαν να βοηθήσουν στη μετάφραση εντύπων στην πορτογαλική. Σύντομα υπήρχαν αρκετά έντυπα σε εκείνη τη γλώσσα.
Από τη Βραζιλία ο αδελφός Γιανγκ πήγε στην Αργεντινή το 1924 και κανόνισε να γίνει δωρεάν διανομή 300.000 εντύπων στην ισπανική σε 25 από τις κύριες πόλεις και κωμοπόλεις. Εκείνο το έτος επίσης, ταξίδεψε ο ίδιος στη Χιλή, στο Περού και στη Βολιβία για να διανείμει φυλλάδια.
Ύστερα από λίγο ο Τζορτζ Γιανγκ ξεκίνησε για να αναλάβει έναν καινούριο διορισμό. Αυτή τη φορά επρόκειτο για την Ισπανία και την Πορτογαλία. Αφού ο Βρετανός πρέσβης τον σύστησε στους τοπικούς κυβερνητικούς αξιωματούχους, μπόρεσε να διευθετήσει να κάνει ο αδελφός Ρόδερφορντ ομιλίες σε ακροατήρια στη Βαρκελώνη και στη Μαδρίτη, καθώς και στην πρωτεύουσα της Πορτογαλίας. Έπειτα από αυτές τις ομιλίες, πάνω από 2.350 άτομα συνολικά έδωσαν το όνομα και τη διεύθυνσή τους επειδή ενδιαφέρονταν να μάθουν περισσότερες πληροφορίες. Κατόπιν, η ομιλία δημοσιεύτηκε σε μια μεγάλη εφημερίδα της Ισπανίας και, ως φυλλάδιο, στάλθηκε ταχυδρομικώς σε ανθρώπους σε όλη τη χώρα. Επιπλέον, εμφανίστηκε και στον πορτογαλικό Τύπο.
Με τη χρήση αυτών των μέσων, το άγγελμα έφτασε πολύ πέρα από τα σύνορα της Ισπανίας και της Πορτογαλίας. Στα τέλη του 1925, τα καλά νέα είχαν εισδύσει στη Μαδέρα, στα Νησιά του Πράσινου Ακρωτηρίου (σημερινή Δημοκρατία του Πράσινου Ακρωτηρίου), στην Πορτογαλική Ανατολική Αφρική (σημερινή Μοζαμβίκη), στην Πορτογαλική Δυτική Αφρική (σημερινή Ανγκόλα) και σε νησιά του Ινδικού Ωκεανού.
Το επόμενο έτος έγιναν διευθετήσεις να τυπωθεί η δυναμική απόφαση ‘Μια Μαρτυρία στους Κυβερνήτες του Κόσμου’ στην ισπανική εφημερίδα Λα Λιμπερτάντ (La Libertad). Οι ραδιοφωνικές εκπομπές, η διανομή βιβλίων, βιβλιαρίων και φυλλαδίων, καθώς και οι προβολές του ‘Φωτοδράματος της Δημιουργίας’, βοήθησαν στο να δοθεί εντονότερη μαρτυρία. Το 1932 αρκετοί Άγγλοι σκαπανείς δέχτηκαν την πρόσκληση να βοηθήσουν σε αυτόν τον αγρό και κάλυψαν συστηματικά μεγάλα τμήματα της χώρας δίνοντας Γραφικά έντυπα, ώσπου, λόγω του Ισπανικού Εμφύλιου Πολέμου, χρειάστηκε να φύγουν.
Εν τω μεταξύ, μόλις έφτασε στην Αργεντινή, ο αδελφός Μιούνιθ άρχισε αμέσως το κήρυγμα, ενώ παράλληλα έβγαζε τα προς το ζην επιδιορθώνοντας ρολόγια. Εκτός από το έργο του στην Αργεντινή, φρόντισε για την Ουρουγουάη, την Παραγουάη και τη Χιλή. Ο ίδιος ζήτησε και ήρθαν από την Ευρώπη μερικοί αδελφοί για να δώσουν μαρτυρία στο γερμανόφωνο πληθυσμό. Πολλά χρόνια αργότερα, ο Κάρλος Οτ αφηγήθηκε ότι την υπηρεσία κάθε μέρας την άρχιζαν στις 4:00 π.μ. αφήνοντας φυλλάδια κάτω από κάθε πόρτα ενός τομέα. Αργότερα μέσα στην ίδια μέρα, επισκέπτονταν τα σπίτια για να δώσουν περαιτέρω μαρτυρία και να προσφέρουν και άλλα Γραφικά έντυπα στους οικοδεσπότες που έδειχναν ενδιαφέρον. Από το Μπουένος Άιρες, εκείνοι που συμμετείχαν στην ολοχρόνια διακονία πήγαν σε όλη τη χώρα, στην αρχή ακολουθώντας τις σιδηροδρομικές γραμμές, που απλώνονταν εκατοντάδες χιλιόμετρα έξω από την πρωτεύουσα σαν ανοιγμένα δάχτυλα χεριού, κατόπιν χρησιμοποιώντας όποιο άλλο μεταφορικό μέσο μπορούσαν να βρουν. Είχαν λιγοστά υλικά αγαθά και υπέφεραν πολλές ταλαιπωρίες, αλλά ήταν πλούσιοι από πνευματική άποψη.
Ένας από αυτούς τους ζηλωτές εργάτες στην Αργεντινή ήταν ο Νικόλαος Αργυρός, που ήταν Έλληνας. Στις αρχές του 1930, όταν πήρε μερικά έντυπα που είχε εκδώσει η Εταιρία Σκοπιά, εντυπωσιάστηκε ειδικά από ένα βιβλιάριο με τίτλο Άδης, το οποίο είχε υποτίτλους που ρωτούσαν: ‘Τι Είναι; Ποιοι Είναι Εκεί; Μπορούν να Εξέλθουν;’ Ξαφνιάστηκε όταν είδε ότι αυτό το βιβλιάριο δεν απεικόνιζε τους αμαρτωλούς να καίγονται στις φλόγες. Πόση ήταν η έκπληξή του όταν αντιλήφθηκε ότι η κόλαση ήταν ένα θρησκευτικό ψέμα που επινοήθηκε για να φοβίζει τους ανθρώπους, όπως ακριβώς φόβιζε και εκείνον! Αμέσως άρχισε να μεταδίδει την αλήθεια—πρώτα σε Έλληνες· μετά, καθώς τα ισπανικά του βελτιώνονταν, και σε άλλους. Κάθε μήνα αφιέρωνε 200 ως 300 ώρες για να μεταδίδει τα καλά νέα στους άλλους. Περπατώντας και χρησιμοποιώντας κάθε άλλο διαθέσιμο μεταφορικό μέσο, διέδωσε τις Βιβλικές αλήθειες σε 14 από τις 22 επαρχίες της Αργεντινής. Όταν πήγαινε από τόπο σε τόπο, κοιμόταν σε κρεβάτι όποτε του το πρόσφεραν φιλόξενοι άνθρωποι, ενώ συχνά κοιμόταν στο ύπαιθρο, και μια φορά μάλιστα κοιμήθηκε σε έναν αχυρώνα όπου είχε για ξυπνητήρι ένα γαϊδουράκι!
Κάποιος άλλος που είχε το πνεύμα του αληθινού σκαπανέα ήταν ο Ρίτσαρντ Τράουμπ, ο οποίος είχε γνωρίσει την αλήθεια στο Μπουένος Άιρες. Αυτός λαχταρούσε να μεταδώσει τα καλά νέα στους ανθρώπους που ζούσαν στις Άνδεις της Χιλής. Το 1930, πέντε χρόνια μετά το βάφτισμά του, πήγε στη Χιλή—ο μόνος Μάρτυρας σε μια χώρα 4.000.000 κατοίκων. Στην αρχή, είχε μόνο τη Γραφή για το έργο, αλλά άρχισε αμέσως τις επισκέψεις από σπίτι σε σπίτι. Δεν υπήρχαν εκκλησιαστικές συναθροίσεις για να τις παρακολουθεί, και γι’ αυτό τις Κυριακές, την ώρα που συνήθως γινόταν η συνάθροιση, πήγαινε με τα πόδια στον ψηλό λόφο Σαν Κριστόμπαλ, καθόταν στη σκιά ενός δέντρου και αφοσιωνόταν στην προσωπική μελέτη και στην προσευχή. Όταν νοίκιασε ένα διαμέρισμα, άρχισε να καλεί τον κόσμο στις συναθροίσεις εκεί. Ο μόνος που εμφανίστηκε για την πρώτη συνάθροιση, εκτός από τον ίδιο, ήταν ο Χουάν Φλόρες, ο οποίος ρώτησε: «Και οι άλλοι, πότε θα έρθουν;» Ο αδελφός Τράουμπ απάντησε μόνο: «Θα έρθουν». Και πράγματι ήρθαν. Σε λιγότερο από ένα χρόνο, 13 άτομα έγιναν βαφτισμένοι δούλοι του Ιεχωβά.
Τέσσερα χρόνια αργότερα, δυο γυναίκες Μάρτυρες, που δεν είχαν συναντήσει ποτέ ως τότε η μια την άλλη, ένωσαν τις προσπάθειές τους για να κηρύξουν τα καλά νέα στην Κολομβία. Έπειτα από μια παραγωγική χρονιά εκεί, η Χίλμα Σιόμπεργκ χρειάστηκε να γυρίσει στις Ηνωμένες Πολιτείες. Αλλά η Κάθι Παλμ επιβιβάστηκε σε ένα πλοίο για τη Χιλή, χρησιμοποιώντας τις 17 μέρες του ταξιδιού για να δώσει μαρτυρία σε πλήρωμα και επιβάτες. Την επόμενη δεκαετία, έκανε έργο από το πιο βόρειο λιμάνι της Χιλής, την Αρίκα, ως την πιο νότια κτήση της χώρας, τη Γη του Πυρός. Επισκέφτηκε εμπορικούς χώρους και έδωσε μαρτυρία σε κυβερνητικούς αξιωματούχους. Με ένα σακίδιο στην πλάτη, το οποίο περιείχε έντυπα και μερικά αναγκαία πράγματα, όπως μια κουβέρτα για τον ύπνο, έφτασε ως τους πιο απόμακρους οικισμούς ορυχείων και σε φάρμες με πρόβατα. Έκανε ζωή αληθινού σκαπανέα. Επιπλέον, υπήρχαν και άλλοι που είχαν το ίδιο πνεύμα—μερικοί ανύπαντροι, άλλοι παντρεμένοι, μικροί και μεγάλοι.
Στη διάρκεια του έτους 1932, έγινε μια ειδική προσπάθεια να εξαπλωθεί το άγγελμα της Βασιλείας στις χώρες της Λατινικής Αμερικής όπου είχε γίνει ελάχιστο έργο κηρύγματος ως τότε. Εκείνο το έτος διανεμήθηκε σε αξιοσημείωτους αριθμούς το βιβλιάριο Η Βασιλεία, η Ελπίς του Κόσμου. Αυτό το βιβλιάριο περιείχε μια ομιλία η οποία είχε ήδη μεταδοθεί από διεθνή ραδιοφωνική εκπομπή. Τώρα διατέθηκαν στη Χιλή γύρω στα 40.000 αντίτυπα αυτής της ομιλίας, σε έντυπη μορφή, 25.000 αντίτυπα στη Βολιβία, 25.000 στο Περού, 15.000 στον Ισημερινό, 20.000 στην Κολομβία, 10.000 στον Άγιο Δομίνικο (σημερινή Δομινικανή Δημοκρατία) και άλλα 10.000 στο Πόρτο Ρίκο. Πράγματι, γινόταν διακήρυξη του αγγέλματος της Βασιλείας και μάλιστα πολύ εντατικά.
Το 1935 υπήρχαν στη Νότια Αμερική μόνο 247 άνθρωποι που είχαν ενώσει τις φωνές τους στη διακήρυξη του γεγονότος ότι μόνο η Βασιλεία του Θεού θα φέρει αληθινή ευτυχία στην ανθρωπότητα. Αλλά πόση μαρτυρία έδιναν αυτοί!
Τα Καλά Νέα Φτάνουν Ακόμα και σε πιο Απομακρυσμένες Περιοχές
Οι Μάρτυρες του Ιεχωβά σε καμιά περίπτωση δεν είχαν την άποψη ότι θα εκπλήρωναν την ευθύνη που είχαν ενώπιον του Θεού αν απλώς μιλούσαν σε ορισμένους που τύχαινε να είναι γείτονές τους. Πάσχιζαν να φτάσουν σε όλους τα καλά νέα.
Σε ανθρώπους που έμεναν σε τόπους όπου τότε οι Μάρτυρες δεν μπορούσαν να πάνε οι ίδιοι, τα καλά νέα μπορούσαν να φτάσουν με άλλους τρόπους. Έτσι, στα τέλη της δεκαετίας του 1920, οι Μάρτυρες στο Κέιπ Τάουν της Νότιας Αφρικής έστειλαν ταχυδρομικώς 50.000 βιβλιάρια σε όλους τους αγρότες, τους φαροφύλακες, τους δασοφύλακες και άλλους που ζούσαν σε δυσπρόσιτες περιοχές. Επίσης, απέκτησαν έναν ενημερωμένο ταχυδρομικό κατάλογο όλης της Νοτιοδυτικής Αφρικής (που τώρα είναι γνωστή ως Ναμίμπια) και ταχυδρόμησαν ένα αντίτυπο του βιβλιαρίου Ο Φίλος των Λαών σε όποιον είχε καταχωρημένο το όνομά του σε εκείνον τον κατάλογο.
Το 1929, ο Φ. Τζ. Φράνσκε ανέλαβε την ευθύνη μιας σκούνας, που έφερε το όνομα Μόρτον και ανήκε στην Εταιρία Σκοπιά, και μαζί με τον Τζίμι Τζέιμς έλαβαν το διορισμό να μιλήσουν στους ανθρώπους στο Λαμπραντόρ και σε όλα τα ψαράδικα χωριά του νησιού Νιουφάουντλαντ. Το χειμώνα ο αδελφός Φράνσκε ταξίδευε συχνά στα παράκτια με ένα έλκηθρο που το έσερναν σκύλοι. Οι Εσκιμώοι και οι κάτοικοι του Νιουφάουντλαντ, για να καλύψουν το κόστος των Γραφικών εντύπων που έπαιρναν από αυτόν, του έδιναν διάφορα πράγματα, λόγου χάρη δερμάτινα είδη και ψάρια. Λίγα χρόνια αργότερα, έκανε μια προσπάθεια να επισκεφτεί τους εργάτες ορυχείων, τους ξυλοκόπους, τους κυνηγούς, τους εργαζόμενους σε φάρμες και τους Ινδιάνους στη δύσβατη περιοχή Καριμπού της Βρετανικής Κολομβίας. Καθώς ταξίδευε, κυνηγούσε για να έχει κρέας, μάζευε άγρια βατόμουρα και έψηνε το ψωμί του σε ένα τηγάνι σε μια υπαίθρια φωτιά. Επίσης, μια άλλη φορά, αυτός και ο σύντροφός του χρησιμοποίησαν ως μεταφορικό μέσο μια σολομότρατα καθώς μετέφεραν το άγγελμα της Βασιλείας σε κάθε νησί, κολπίσκο, καταυλισμό ξυλοκόπων, φάρο και οικισμό κατά μήκος της δυτικής ακτής του Καναδά. Αυτός ήταν μόνο ένας από τους πολλούς που κατέβαλλαν ιδιαίτερες προσπάθειες για να φτάσουν τα καλά νέα σε ανθρώπους που ζούσαν σε απομακρυσμένες περιοχές της γης.
Αρχίζοντας από τα τέλη της δεκαετίας του 1920, ο Φρανκ Ντέι ταξίδεψε προς βορρά, περνώντας από τα χωριά της Αλάσκας, κηρύττοντας, δίνοντας έντυπα και πουλώντας γυαλιά για να καλύψει τις ανάγκες του. Παρ’ όλο που κούτσαινε με το ψεύτικό του πόδι, κάλυψε μια περιοχή που εκτεινόταν από το Κέτσικαν ως το Νόουμ, απόσταση 1.900 χιλιομέτρων περίπου. Ήδη από το 1897, ένας χρυσωρύχος είχε αποκτήσει αντίτυπα της Χαραυγής της Χιλιετηρίδος και της Σκοπιάς ενόσω βρισκόταν στην Καλιφόρνια και σχεδίαζε να τα πάρει μαζί του στην Αλάσκα. Επιπλέον, το 1910, ο καπετάνιος Μπιμς, κυβερνήτης ενός φαλαινοθηρικού, είχε δώσει έντυπα στα λιμάνια της Αλάσκας όπου κατέπλεε. Αλλά το έργο κηρύγματος άρχισε να διευρύνεται καθώς ο αδελφός Ντέι έκανε καλοκαιρινά ταξίδια στην Αλάσκα επανειλημμένα επί 12 και πλέον χρόνια.
Δυο άλλοι Μάρτυρες, με ένα μηχανοκίνητο πλεούμενο 12 μέτρων, που είχε το όνομα Έστερ, ταξίδεψαν κατά μήκος της νορβηγικής ακτής και έφτασαν ως την Αρκτική. Έδιναν μαρτυρία στα νησιά, στους φάρους, στα παράκτια χωριά και σε απομονωμένα μέρη πίσω από τα βουνά. Πολλοί τους καλοδέχονταν, και μέσα σε ένα χρόνο αυτοί μπόρεσαν να δώσουν 10.000 ως 15.000 βιβλία και βιβλιάρια που εξηγούσαν το σκοπό του Θεού για την ανθρωπότητα.
Τα Νησιά Ακούν τους Αίνους για τον Ιεχωβά
Δεν δόθηκε μαρτυρία μόνο στα νησιά που βρίσκονταν κοντά στις ακτές της στεριάς. Καταμεσής του Ειρηνικού Ωκεανού, στις αρχές της δεκαετίας του 1930, ο Σίντνεϊ Σέπερντ διέθεσε δυο χρόνια ταξιδεύοντας δια θαλάσσης για να κηρύξει στα Νησιά Κουκ και στην Ταϊτή. Ακόμα πιο δυτικά, ο Τζορτζ Γουίντον επισκεπτόταν τις Νέες Εβρίδες (σημερινό Βανουάτου) φέρνοντας τα καλά νέα.
Περίπου την ίδια περίοδο, ο Τζόζεφ Ντος Σάντος, ένας Πορτογαλοαμερικανός, ξεκίνησε και αυτός να πάει σε άθικτους τομείς. Πρώτα έδωσε μαρτυρία στα πιο απομακρυσμένα νησιά της Χαβάης· μετά άρχισε μια περιοδεία κηρύγματος κατά την οποία σκόπευε να γυρίσει όλη τη γη. Όταν, όμως, έφτασε στις Φιλιππίνες, πήρε μια επιστολή από τον αδελφό Ρόδερφορντ που του ζητούσε να μείνει εκεί για να εποικοδομήσει και να οργανώσει το έργο κηρύγματος της Βασιλείας. Αυτό και έκανε επί 15 χρόνια.
Εκείνον τον καιρό το τμήμα της Εταιρίας στην Αυστραλία έστρεφε την προσοχή του στο έργο στο Νότιο Ειρηνικό και γύρω από αυτόν. Δυο σκαπανείς που στάλθηκαν από την Αυστραλία έδωσαν εκτεταμένη μαρτυρία στα Φίτζι το έτος 1930-1931. Στις Σαμόα δόθηκε μαρτυρία το 1931. Στη Νέα Καληδονία τα καλά νέα έφτασαν το 1932. Μάλιστα, ένα αντρόγυνο σκαπανέων από την Αυστραλία ανέλαβε υπηρεσία στην Κίνα το 1933 και έδωσε μαρτυρία σε 13 κύριες πόλεις της μέσα στα επόμενα λίγα χρόνια.
Οι αδελφοί στην Αυστραλία αντιλήφθηκαν ότι θα μπορούσαν να γίνουν περισσότερα αν είχαν στη διάθεσή τους ένα πλεούμενο. Με τον καιρό εξόπλισαν με τα απαραίτητα ένα καΐκι 16 μέτρων το οποίο το έλεγαν Φωτοδότη και, από τις αρχές του 1935, αυτό χρησιμοποιήθηκε ως «βάση επιχειρήσεων» επί αρκετά χρόνια για μια ομάδα ζηλωτών αδελφών, οι οποίοι έδωσαν μαρτυρία στις Ολλανδικές Ανατολικές Ινδίες (σημερινή Ινδονησία), στη Σιγκαπούρη και στη Μαλάγια. Η άφιξη του πλεούμενου πάντοτε προσήλκυε μεγάλη προσοχή, και αυτό συνήθως άνοιγε το δρόμο στους αδελφούς για να κηρύττουν και να δίνουν πολλά έντυπα.
Στο μεταξύ, στην άλλη άκρη της γης, δυο σκαπάνισσες από τη Δανία αποφάσισαν να πάνε για διακοπές στα Νησιά Φαιρόες στο Βόρειο Ατλαντικό Ωκεανό το 1935. Αλλά είχαν σκοπό να κάνουν κάτι παραπάνω από ένα ταξίδι σε ωραία μέρη. Πήγαν εφοδιασμένες με χιλιάδες έντυπα και τα χρησιμοποίησαν καλά. Αψηφώντας τον άνεμο και τη βροχή, καθώς και την εχθρότητα του κλήρου, κάλυψαν στη διάρκεια της παραμονής τους όσα από τα κατοικημένα νησιά μπορούσαν.
Ακόμα πιο δυτικά, ο Γκιοργκ Λίνταλ, ένας Ισλανδοκαναδός, ανέλαβε ένα διορισμό που διήρκεσε πολύ περισσότερο. Κατόπιν πρότασης του αδελφού Ρόδερφορντ, εγκαταστάθηκε στην Ισλανδία το 1929 για να κάνει σκαπανικό. Πόση εγκαρτέρηση έδειξε! Τα περισσότερα από τα 18 επόμενα χρόνια, υπηρέτησε εκεί ολομόναχος. Επισκεπτόταν τις κωμοπόλεις και τα χωριά ξανά και ξανά. Έδωσε δεκάδες χιλιάδες έντυπα, αλλά εκείνον τον καιρό κανένας Ισλανδός δεν ενώθηκε μαζί του στην υπηρεσία του Ιεχωβά. Με εξαίρεση μια και μόνο χρονιά, δεν υπήρχαν καθόλου Μάρτυρες με τους οποίους να συναναστρέφεται στην Ισλανδία ως το 1947, οπότε πήγαν εκεί δυο Γαλααδίτες ιεραπόστολοι.
Όταν οι Άνθρωποι Απαγορεύουν Αυτό που ο Θεός Προστάζει
Ενόσω οι Μάρτυρες συμμετείχαν στη δημόσια διακονία τους, δεν ήταν καθόλου σπάνιο, ιδιαίτερα από τη δεκαετία του 1920 ως τη δεκαετία του 1940, να αντιμετωπίζουν εναντίωση, συνήθως υποκινούμενη από τους ντόπιους κληρικούς και μερικές φορές από κυβερνητικούς αξιωματούχους.
Σε μια αγροτική περιοχή βόρεια της Βιέννης στην Αυστρία, οι Μάρτυρες βρέθηκαν αντιμέτωποι με έναν εχθρικό όχλο χωρικών που τους είχε ξεσηκώσει ο ντόπιος ιερέας, υποστηριζόμενος από την εθνοφυλακή. Οι ιερείς ήταν αποφασισμένοι να μην αφήσουν καθόλου τους Μάρτυρες του Ιεχωβά να κηρύξουν στα χωριά τους. Αλλά οι Μάρτυρες, αποφασισμένοι να εκτελέσουν το θεόδοτο διορισμό τους, άλλαξαν μέθοδο προσέγγισης και επέστρεψαν κάποια άλλη μέρα, μπαίνοντας στα χωριά από παρακαμπτήριους δρόμους.
Ανεξάρτητα από τις απειλές και τις απαιτήσεις των ανθρώπων, οι Μάρτυρες του Ιεχωβά αντιλαμβάνονταν ότι είχαν υποχρέωση απέναντι στον Θεό να διακηρύξουν τη Βασιλεία του. Προτιμούσαν να υπακούν στον Θεό ως άρχοντά τους μάλλον παρά στους ανθρώπους. (Πράξ. 5:29) Όταν οι τοπικοί αξιωματούχοι προσπαθούσαν να αρνηθούν το δικαίωμα της θρησκευτικής ελευθερίας στους Μάρτυρες του Ιεχωβά, οι Μάρτυρες απλώς έστελναν εκεί ενισχύσεις.
Το 1929, ύστερα από επανειλημμένες συλλήψεις σε ένα τμήμα της Βαυαρίας στη Γερμανία, οι Μάρτυρες ναύλωσαν δυο ειδικά τρένα—το ένα θα ξεκινούσε από το Βερολίνο και το άλλο από τη Δρέσδη. Ενώθηκαν και τα δυο στο Ράιχενμπαχ, και στις 2:00 π.μ. το ένα τρένο μπήκε στην περιοχή του Ρέγκενσμπουργκ έχοντας 1.200 επιβάτες που ανυπομονούσαν να συμμετάσχουν στην επίδοση μαρτυρίας. Το ταξίδι ήταν δαπανηρό, και ο καθένας πλήρωσε το δικό του εισιτήριο. Σε κάθε σιδηροδρομικό σταθμό αποβιβάζονταν μερικοί. Αρκετοί είχαν φέρει ποδήλατα για να μπορέσουν να φτάσουν στις περιοχές της υπαίθρου. Ολόκληρο το τμήμα αυτό καλύφτηκε σε μια μόνο μέρα. Βλέποντας τα αποτελέσματα των ενωμένων τους προσπαθειών, δεν μπορούσαν παρά να θυμηθούν την υπόσχεση που έχει δώσει ο Θεός στους δούλους του: «Ουδέν όπλον κατασκευασθέν εναντίον σου θέλει ευοδωθή».—Ησ. 54:17.
Οι Μάρτυρες στη Γερμανία ήταν τόσο ζηλωτές ώστε, από το 1919 ως το 1933, υπολογίζεται ότι διένειμαν τουλάχιστον 125.000.000 βιβλία, βιβλιάρια και περιοδικά, καθώς και εκατομμύρια φυλλάδια. Και όμως, στη Γερμανία υπήρχαν μόνο 15.000.000 οικογένειες περίπου εκείνον τον καιρό. Στη διάρκεια εκείνης της περιόδου, η μαρτυρία που δόθηκε στη Γερμανία ήταν τόσο πλήρης όσο και σε κάθε άλλη χώρα της γης. Σε εκείνο το μέρος της γης υπήρχε μια από τις μεγαλύτερες ομάδες ατόμων που ομολογούσαν ότι είναι χρισμένοι από το πνεύμα ακόλουθοι του Χριστού. Αλλά, στη διάρκεια των ετών που ακολούθησαν, αυτοί αντιμετώπισαν επίσης μερικές από τις πιο σκληρές δοκιμασίες ακεραιότητας.—Αποκ. 14:12.
Το έτος 1933, εντάθηκε κατά πολύ η επίσημη εναντίωση στο έργο των Μαρτύρων του Ιεχωβά στη Γερμανία. Η Γκεστάπο έκανε έρευνα επανειλημμένα στα σπίτια των Μαρτύρων και στο γραφείο τμήματος της Εταιρίας. Επιβλήθηκαν απαγορεύσεις στη δραστηριότητα των Μαρτύρων στα περισσότερα γερμανικά κρατίδια και έγιναν μερικές συλλήψεις. Πολλοί τόνοι Γραφών και Γραφικών εντύπων που ανήκαν σε αυτούς κάηκαν δημόσια. Την 1η Απριλίου 1935 εκδόθηκε ένας πανεθνικός νόμος που έθετε υπό απαγόρευση τους Έρνστε Μπιμπελφόρσερ (τους Ειλικρινείς Σπουδαστές της Γραφής, δηλαδή τους Μάρτυρες του Ιεχωβά) και έγιναν συστηματικές προσπάθειες για να μην μπορούν αυτοί να βγάζουν τα προς το ζην. Οι Μάρτυρες, από την άλλη, άρχισαν να διεξάγουν όλες τις συναθροίσεις τους σε μικρούς ομίλους, κανόνισαν να κυκλοφορεί η ύλη τους για μελέτη της Γραφής σε μορφές που να μην τις αναγνωρίζει εύκολα η Γκεστάπο και υιοθέτησαν μεθόδους κηρύγματος που δεν ήταν τόσο εμφανείς.
Ακόμα και πριν γίνουν αυτά, από το 1925, οι αδελφοί στην Ιταλία ζούσαν υπό φασιστική δικτατορία, και το 1929 υπογράφτηκε κάποιο κονκορδάτο μεταξύ της Καθολικής Εκκλησίας και του φασιστικού κράτους. Οι αληθινοί Χριστιανοί έγιναν στόχος ανήλεης καταδίωξης. Μερικοί συναθροίζονταν σε αποθήκες και αχυρώνες για να αποφύγουν τη σύλληψη. Οι Μάρτυρες του Ιεχωβά στην Ιταλία εκείνον τον καιρό ήταν ελάχιστοι αριθμητικά· αλλά οι προσπάθειές τους για τη διάδοση του αγγέλματος της Βασιλείας ενισχύθηκαν το 1932 όταν πέρασαν στην Ιταλία 20 Μάρτυρες από την Ελβετία και διέθεσαν με ταχύτητα αστραπής 300.000 αντίτυπα του βιβλιαρίου Η Βασιλεία, η Ελπίς του Κόσμου.
Η πίεση εντεινόταν και στην Άπω Ανατολή. Γίνονταν συλλήψεις Μαρτύρων του Ιεχωβά στην Ιαπωνία. Καταστράφηκαν μεγάλες ποσότητες Γραφικών εντύπων τους από αξιωματούχους στη Σεούλ (στη σημερινή Δημοκρατία της Κορέας) και στο Πιονγκγιάνγκ (στη σημερινή Λαϊκή Δημοκρατία της Κορέας).
Μέσα σε όλη αυτή την κλιμακούμενη πίεση, το 1935, οι Μάρτυρες του Ιεχωβά απέκτησαν σαφή κατανόηση από την Αγία Γραφή για την ταυτότητα του ‘πολύ όχλου’ ή ‘μεγάλου πλήθους’ των εδαφίων Αποκάλυψη 7:9-17. (ΝΜ, ΜΝΚ) Αυτή η κατανόηση τους έθεσε σε επιφυλακή για ένα μη αναμενόμενο αλλά και επιτακτικό έργο. (Ησ. 55:5) Δεν διακρατούσαν πια την άποψη ότι όλοι όσοι δεν ήταν από το «μικρό ποίμνιο» των κληρονόμων της ουράνιας Βασιλείας θα είχαν κάποτε στο μέλλον την ευκαιρία να εναρμονίσουν τη ζωή τους με τις απαιτήσεις του Ιεχωβά. (Λουκ. 12:32) Συνειδητοποίησαν ότι τώρα είχε έρθει ο καιρός να κάνουν μαθητές τέτοιου είδους ανθρώπους, με σκοπό να επιζήσουν και να μπουν στο νέο κόσμο του Θεού. Πόσο καιρό θα συνεχιζόταν η σύναξη αυτού του μεγάλου πλήθους από όλα τα έθνη δεν το ήξεραν, αν και πίστευαν ότι το τέλος του πονηρού συστήματος θα έπρεπε να είναι πολύ κοντά. Για το πώς ακριβώς θα γινόταν αυτό το έργο, ενόψει του διωγμού που εξαπλωνόταν και γινόταν πιο άγριος, δεν ήταν βέβαιοι. Ωστόσο, ήταν πεπεισμένοι για ένα πράγμα—εφόσον ‘το χέρι του Ιεχωβά δεν έχει σμικρυνθεί’, εκείνος θα άνοιγε το δρόμο για να μπορέσουν να εκτελέσουν το θέλημά του.—Ησ. 59:1.
Το έτος 1935, οι Μάρτυρες του Ιεχωβά ήταν σχετικά λίγοι αριθμητικά—μόνο 56.153 σε όλο τον κόσμο.
Κήρυτταν σε 115 χώρες εκείνο το έτος· αλλά σχεδόν στις μισές από εκείνες τις χώρες, υπήρχαν λιγότεροι από δέκα Μάρτυρες. Μόνο δυο χώρες είχαν 10.000 και πλέον ενεργούς Μάρτυρες του Ιεχωβά (οι Ηνωμένες Πολιτείες 23.808 και η Γερμανία 10.000 περίπου από τους 19.268 που είχαν μπορέσει να δώσουν έκθεση έργου δυο χρόνια νωρίτερα). Εφτά άλλες χώρες (Αυστραλία, Βρετανία, Γαλλία, Καναδάς, Πολωνία, Ρουμανία και Τσεχοσλοβακία) ανέφεραν η καθεμιά πάνω από 1.000 αλλά λιγότερους από 6.000 Μάρτυρες. Τα στοιχεία για το έργο σε 21 άλλες χώρες δείχνουν ότι είχε καθεμιά από 100 ως 1.000 Μάρτυρες. Εντούτοις, κατά τη διάρκεια εκείνου του ενός έτους, αυτή η γεμάτη ζήλο ομάδα των Μαρτύρων παγκόσμια αφιέρωσε 8.161.424 ώρες στη διακήρυξη της Βασιλείας του Θεού ως της μόνης ελπίδας για το ανθρώπινο γένος.
Εκτός από τις χώρες στις οποίες αυτοί ήταν δραστήριοι το 1935, είχαν ήδη διαδώσει τα καλά νέα σε άλλα μέρη, και έτσι το άγγελμα της Βασιλείας είχε φτάσει ως τότε σε 149 χώρες και νησιωτικά συμπλέγματα.
[Πρόταση που τονίζεται στη σελίδα 424]
Μολονότι ήταν κλεισμένοι στη φυλακή, έβρισκαν ευκαιρίες για να κηρύττουν
[Πρόταση που τονίζεται στη σελίδα 425]
Πρόθυμοι και γεμάτοι ενθουσιασμό να συνεχίσουν το έργο!
[Πρόταση που τονίζεται στη σελίδα 441]
Αψήφησαν τον άνεμο, τη βροχή και την εχθρότητα του κλήρου
[Πρόταση που τονίζεται στη σελίδα 442]
Μαρτυρία ασυνήθιστων διαστάσεων δόθηκε στη Γερμανία πριν τεθούν υπό απαγόρευση εκεί οι «Ειλικρινείς Σπουδαστές της Γραφής»
[Χάρτης/Εικόνες στη σελίδα 423]
Ενόσω ο κόσμος είχε εμπλακεί σε πόλεμο, ο Ρ. Ρ. Χόλιστερ και η Φάνι Μακένζι ασχολούνταν δραστήρια με τη μετάδοση ενός αγγέλματος ειρήνης στο λαό της Ιαπωνίας, της Κίνας και της Κορέας
[Χάρτης]
(Για το πλήρως μορφοποιημένο κείμενο, βλέπε έντυπο)
ΚΟΡΕΑ
ΙΑΠΩΝΙΑ
ΚΙΝΑ
ΕΙΡΗΝΙΚΟΣ ΩΚΕΑΝΟΣ
[Χάρτης στη σελίδα 428]
(Για το πλήρως μορφοποιημένο κείμενο, βλέπε έντυπο)
Όταν μετανάστες από τις χώρες που κατονομάζονται σε αυτόν το χάρτη έμαθαν το θαυμάσιο σκοπό που έχει ο Θεός να ευλογήσει την ανθρωπότητα, ένιωσαν την υποχρέωση να μεταφέρουν αυτά τα νέα στην πατρίδα τους
ΑΜΕΡΙΚΗ
↓ ↓
ΑΥΣΤΡΙΑ
ΒΟΥΛΓΑΡΙΑ
ΚΥΠΡΟΣ
ΤΣΕΧΟΣΛΟΒΑΚΙΑ
ΔΑΝΙΑ
ΦΙΝΛΑΝΔΙΑ
ΓΕΡΜΑΝΙΑ
ΕΛΛΑΔΑ
ΟΥΓΓΑΡΙΑ
ΙΤΑΛΙΑ
ΟΛΛΑΝΔΙΑ
ΝΟΡΒΗΓΙΑ
ΠΟΛΩΝΙΑ
ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ
ΡΟΥΜΑΝΙΑ
ΙΣΠΑΝΙΑ
ΣΟΥΗΔΙΑ
ΕΛΒΕΤΙΑ
ΤΟΥΡΚΙΑ
ΓΙΟΥΓΚΟΣΛΑΒΙΑ
[Χάρτης στη σελίδα 432]
(Για το πλήρως μορφοποιημένο κείμενο, βλέπε έντυπο)
Στη διάρκεια των δεκαετιών του 1920 και του 1930, ευαγγελιστές έφυγαν από τη Γερμανία και πήγαν σε πολλές χώρες για να δώσουν μαρτυρία
ΓΕΡΜΑΝΙΑ
↓ ↓
ΝΟΤΙΑ ΑΜΕΡΙΚΗ
ΒΟΡΕΙΑ ΑΦΡΙΚΗ
ΑΣΙΑ
[Χάρτης/Εικόνες στη σελίδα 435]
Ζηλωτές σκαπανείς, όπως ο Φρανκ Σμιθ και ο αδελφός του ο Γκρέι, (στην επάνω φωτογραφία) διέδωσαν τα καλά νέα κατά μήκος της ανατολικής ακτής της Αφρικής
[Χάρτης]
(Για το πλήρως μορφοποιημένο κείμενο, βλέπε έντυπο)
ΟΥΓΚΑΝΤΑ
ΚΕΝΥΑ
ΤΑΝΖΑΝΙΑ
ΝΟΤΙΑ ΑΦΡΙΚΗ
[Χάρτης/Εικόνα στη σελίδα 439]
Σε όλη τη Νοτιοδυτική Αφρική (σημερινή Ναμίμπια) οι άνθρωποι έλαβαν αυτό το βιβλιάριο ταχυδρομικώς το 1928
[Χάρτης]
(Για το πλήρως μορφοποιημένο κείμενο, βλέπε έντυπο)
ΝΑΜΙΜΠΙΑ
[Χάρτης/Εικόνες στη σελίδα 440]
Με το ‘Φωτοδότη’, ζηλωτές σκαπανείς διέδωσαν το άγγελμα της Βασιλείας στη Νοτιοανατολική Ασία
[Χάρτης]
(Για το πλήρως μορφοποιημένο κείμενο, βλέπε έντυπο)
ΜΑΛΑΓΙΑ
ΒΟΡΝΕΟ
ΚΕΛΕΒΗ
ΣΟΥΜΑΤΡΑ
ΙΑΒΑ
ΤΙΜΟΡ
ΝΕΑ ΓΟΥΙΝΕΑ
ΑΥΣΤΡΑΛΙΑ
ΕΙΡΗΝΙΚΟΣ ΩΚΕΑΝΟΣ
[Εικόνες στη σελίδα 426]
Σε πολλές χώρες η διάλεξη «Εκατομμύρια που Ζουν Τώρα Δεν θα Πεθάνουν Ποτέ» προσήλκυσε μεγάλα ακροατήρια
[Εικόνες στη σελίδα 427]
Ο Έντουιν Σκοτ, στη Νότια Αφρική, διένειμε ο ίδιος 50.000 αντίτυπα της απόφασης ‘Μια Πρόκληση προς τους Ηγέτες του Κόσμου’
[Εικόνα στη σελίδα 429]
Ανταποκρινόμενος στην πρόσκληση για ευαγγελιστές, ο Βίλι Ουνγκλάουμπε υπηρέτησε στην Ευρώπη, στην Αφρική και στην Άπω Ανατολή
[Εικόνες στη σελίδα 430]
Το 1992, ο Έρικ Κουκ και ο αδελφός του ο Τζον (καθιστός) είχαν ήδη δαπανήσει ο καθένας 60 και πλέον χρόνια στην ολοχρόνια υπηρεσία, απολαμβάνοντας συναρπαστικές εμπειρίες στην Ευρώπη και στην Αφρική
[Εικόνα στη σελίδα 431]
Όταν ο Έντουιν Σκίνερ πήγε στην Ινδία το 1926, είχε ένα διορισμό που περιελάμβανε πέντε χώρες· συνέχισε να κηρύττει πιστά εκεί επί 64 χρόνια
[Εικόνα στη σελίδα 433]
Ο Άλφρεντ και η Φρίντα Τούτσεκ, εφοδιασμένοι με τα αναγκαία πράγματα και έντυπα για μαρτυρία, υπηρέτησαν ως σκαπανείς στην Παλιά Γιουγκοσλαβία
[Εικόνες στη σελίδα 434]
Σε όλη τη Δυτική Αφρική, ο «Βιβλικός Μπράουν» συμμετείχε σθεναρά στο ξεσκέπασμα της ψεύτικης λατρείας
[Εικόνα στη σελίδα 436]
Ο Τζορτζ Γιανγκ συμμετείχε στη διαδεδομένη διακήρυξη της Βασιλείας του Θεού στη Νότια Αμερική, στην Ισπανία και στην Πορτογαλία
[Εικόνα στη σελίδα 437]
Ο Χουάν Μιούνιθ (αριστερά), ο οποίος κήρυττε στη Νότια Αμερική από το 1924, ήταν παρών για να καλωσορίσει τον Ν. Ο. Νορ όταν εκείνος επισκέφτηκε πρώτη φορά την Αργεντινή 20 και πλέον χρόνια αργότερα
[Εικόνα στη σελίδα 438]
Ο Νικόλαος Αργυρός διέδωσε την απελευθερωτική αλήθεια της Γραφής σε 14 επαρχίες της Αργεντινής
[Εικόνες στη σελίδα 439]
Ο Φ. Τζ. Φράνσκε, ταξιδεύοντας δια ξηράς και θαλάσσης, έκανε προσπάθειες να φτάσει η Βιβλική αλήθεια σε απομακρυσμένους οικισμούς