ΑΚΟΝΤΙΑΣ
[εβρ., κιππώζ].
Φίδι που ονομάζεται έτσι προφανώς επειδή εκτοξεύεται προς τα εμπρός και εφορμά στη λεία του, όπως κάνει ο κροταλίας. Η εβραϊκή ρίζα από την οποία παράγεται αυτή η ονομασία φαίνεται ότι συγγενεύει με μια αραβική ρίζα που σημαίνει «πηδώ» ή «κάνω άλμα». Ο ακοντίας αναφέρεται στην προφητεία του Ησαΐα (34:15) ως ένα από τα πλάσματα που θα κατοικούσαν στον Εδώμ. Αυτό τόνιζε το γεγονός ότι ο Εδώμ επρόκειτο να ερειπωθεί τόσο πολύ ώστε θα έβρισκε εκεί καταφύγιο ο ακοντίας για να “φτιάξει τη φωλιά του και να γεννήσει αβγά και να τα εκκολάψει και να τα μαζέψει κάτω από τη σκιά του”. Τα περισσότερα φίδια γεννούν αβγά, και το εν λόγω εδάφιο μπορεί να αναφέρεται στην τακτική που ακολουθούν ορισμένα φίδια να κουλουριάζονται γύρω από τα αβγά τους. Στο βιβλίο Φίδια: Φυσική Ιστορία ([Snakes: A Natural History] 1977, σ. 55) ο Χ. Γ. Πάρκερ λέει τα εξής: «Η συνήθεια που έχουν κάποια φίδια να “κλωσούν” τα αβγά τους, καθώς και το ότι κουλουριάζονται γύρω από αυτά, τους δίνει ως έναν βαθμό τη δυνατότητα να ρυθμίζουν τη θερμοκρασία των αβγών και να τα προστατεύουν, εφόσον η μητέρα μπορεί να τα σκεπάζει ή να τα ξεσκεπάζει κατά βούληση, ανάλογα με τις μεταβολές του καιρού, και έτσι να τους εξασφαλίζει πιο ομοιόμορφη και πιθανότατα υψηλότερη θερμοκρασία. Ταυτόχρονα, το κουλουριασμένο της σώμα αφήνει λιγότερες επιφάνειες εκτεθειμένες».
Ο Σαμουήλ Μποσάρ (1599-1667), στο έργο του Ιεροζωικόν ([Hierozoicon] Λειψία, 1796, Τόμ. 3, Τμήμα 2, Βιβλίο 3, κεφ. 11, σ. 194-204), έκανε επισταμένη μελέτη γύρω από την εβραϊκή λέξη κιππώζ και κατέληξε στο συμπέρασμα ότι αναφέρεται στο φίδι που ονομάζεται στην ελληνική ακοντίας και στη λατινική jaculus. Ωστόσο, οι σύγχρονοι λεξικογράφοι δεν συμφωνούν μεταξύ τους για τη σημασία αυτής της εβραϊκής λέξης.