ΔΙΑΔΙΚΤΥΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ της Σκοπιάς
ΔΙΑΔΙΚΤΥΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ
της Σκοπιάς
Ελληνική Νοηματική Γλώσσα
  • ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ
  • ΕΚΔΟΣΕΙΣ
  • ΣΥΝΑΘΡΟΙΣΕΙΣ
  • nwt Ιερεμίας 1:1-52:34
  • Ιερεμίας

Δεν υπάρχει διαθέσιμο βίντεο για αυτή την επιλογή.

Λυπούμαστε, υπήρξε κάποιο σφάλμα στη φόρτωση του βίντεο.

  • Ιερεμίας
  • Η Αγία Γραφή—Μετάφραση Νέου Κόσμου
Η Αγία Γραφή—Μετάφραση Νέου Κόσμου
Ιερεμίας

ΙΕΡΕΜΙΑΣ

1 Αυτά είναι τα λόγια του Ιερεμία,* γιου του Χελκία, ενός ιερέα στην Αναθώθ,+ στη γη του Βενιαμίν. 2 Ο λόγος του Ιεχωβά ήρθε σε αυτόν στις ημέρες του Ιωσία,+ γιου του Αμών,+ βασιλιά του Ιούδα, στο δέκατο τρίτο έτος της βασιλείας του. 3 Ήρθε επίσης στις ημέρες του Ιωακείμ,+ γιου του Ιωσία, βασιλιά του Ιούδα, και συνέχισε να έρχεται μέχρι τη συμπλήρωση του ενδέκατου έτους του Σεδεκία,+ γιου του Ιωσία, βασιλιά του Ιούδα, μέχρις ότου η Ιερουσαλήμ πήγε εξορία τον πέμπτο μήνα.+

4 Ήρθε σε εμένα ο εξής λόγος του Ιεχωβά:

 5 «Πριν σε πλάσω στην κοιλιά σε γνώρισα,*+

και πριν γεννηθείς* σε αγίασα.*+

Σε κατέστησα προφήτη στα έθνη».

 6 Αλλά εγώ είπα: «Αλίμονο, Υπέρτατε Κύριε Ιεχωβά!

Εγώ δεν ξέρω πώς να μιλήσω,+ γιατί είμαι παιδί».*+

 7 Τότε ο Ιεχωβά μού είπε:

«Μη λες: “Είμαι παιδί”.

Διότι πρέπει να πας σε όλους όσους σε στείλω,

και πρέπει να πεις οτιδήποτε σε διατάξω.+

 8 Μην τους φοβηθείς εξαιτίας της όψης τους,+

διότι “εγώ είμαι μαζί σου για να σε σώζω”,+ λέει ο Ιεχωβά».

9 Τότε ο Ιεχωβά άπλωσε το χέρι του και άγγιξε το στόμα μου.+ Και μου είπε ο Ιεχωβά: «Έβαλα τα λόγια μου στο στόμα σου.+ 10 Ορίστε! Σου έδωσα αυτή την ημέρα εξουσία πάνω στα έθνη και πάνω στα βασίλεια, για να ξεριζώνεις και να γκρεμίζεις, να καταστρέφεις και να κατεδαφίζεις, να χτίζεις και να φυτεύεις».+

11 Ο λόγος του Ιεχωβά ήρθε ξανά σε εμένα. «Τι βλέπεις, Ιερεμία;» με ρώτησε. Και εγώ απάντησα: «Βλέπω ένα κλαδί αμυγδαλιάς».*

12 Ο Ιεχωβά μού είπε: «Καλά είδες, γιατί μένω άγρυπνος* για να εκτελέσω τον λόγο μου».

13 Ο λόγος του Ιεχωβά ήρθε σε εμένα δεύτερη φορά. «Τι βλέπεις;» με ρώτησε. Και εγώ απάντησα: «Βλέπω ένα τσουκάλι* που βράζει,* και το στόμιό του έχει γείρει από τον βορρά προς τον νότο».

14 Τότε ο Ιεχωβά μού είπε:

«Από τον βορρά θα εξαπολυθεί η συμφορά

εναντίον όλων των κατοίκων του τόπου.+

15 Διότι “εγώ καλώ όλες τις οικογένειες των βασιλείων του βορρά”, δηλώνει ο Ιεχωβά,+

“και θα έρθουν· ο καθένας θα στήσει τον θρόνο του

στην είσοδο των πυλών της Ιερουσαλήμ,+

και θα επιτεθεί εναντίον των τειχών της ολόγυρα

και εναντίον όλων των πόλεων του Ιούδα.+

16 Και θα εξαγγείλω τις κρίσεις μου εναντίον τους για όλη την πονηρία τους,

επειδή με εγκατέλειψαν+

και υψώνουν καπνό θυσίας σε άλλους θεούς+

και προσκυνούν τα έργα των ίδιων τους των χεριών”.+

17 Εσύ όμως ετοιμάσου για δράση,*

και πρέπει να σηκωθείς για να τους πεις οτιδήποτε σε διατάξω.

Μην τρομοκρατηθείς εξαιτίας τους,+

για να μη σε τρομοκρατήσω εγώ μπροστά τους.

18 Διότι σε έκανα σήμερα οχυρωμένη πόλη,

σιδερένιο στύλο και χάλκινα τείχη εναντίον όλου του τόπου,+

απέναντι στους βασιλιάδες του Ιούδα και στους άρχοντές του,

απέναντι στους ιερείς του και στον λαό του τόπου.+

19 Είναι βέβαιο ότι θα σε πολεμήσουν,

αλλά δεν θα υπερισχύσουν εναντίον σου,*

διότι “εγώ είμαι μαζί σου”,+ δηλώνει ο Ιεχωβά, “για να σε σώζω”».

2 Ήρθε σε εμένα ο εξής λόγος του Ιεχωβά: 2 «Πήγαινε και διακήρυξε ώστε να ακούσει η Ιερουσαλήμ: “Αυτό λέει ο Ιεχωβά:

«Θυμάμαι καλά την αφοσίωση* της νεότητάς σου,+

την αγάπη που έδειξες όταν ήσουν αρραβωνιασμένη,+

πώς με ακολουθούσες στην έρημο,

σε γη που δεν είχε σπαρθεί.+

 3 Ο Ισραήλ ήταν άγιος για τον Ιεχωβά,+ οι πρώτοι καρποί της σοδειάς του»”.

“Όποιοι τον καταβρόχθιζαν γίνονταν ένοχοι.

Συμφορά ερχόταν πάνω τους”, δηλώνει ο Ιεχωβά».+

 4 Άκουσε τον λόγο του Ιεχωβά, οίκε του Ιακώβ,

και όλες εσείς οι οικογένειες του οίκου του Ισραήλ.

 5 Αυτό λέει ο Ιεχωβά:

«Ποιο σφάλμα βρήκαν σε εμένα οι προπάτορές σας,+

ώστε απομακρύνθηκαν τόσο πολύ από εμένα,

και ακολούθησαν άχρηστα είδωλα+ και έγιναν άχρηστοι και οι ίδιοι;+

 6 Δεν ρώτησαν: “Πού είναι ο Ιεχωβά,

Αυτός που μας έβγαλε από τη γη της Αιγύπτου,+

που μας οδήγησε μέσα από την ερημιά,

μέσα από γη με ερήμους+ και λάκκους,

μέσα από γη ξηρασίας+ και βαθιάς σκιάς,

μέσα από γη που κανείς δεν τη διαβαίνει

και όπου δεν κατοικούν άνθρωποι;”

 7 Έπειτα σας έφερα σε μια γη με δεντρόκηπους,

για να τρώτε τους καρπούς της και τα αγαθά της.+

Αλλά εσείς μπήκατε και μολύνατε τη γη μου·

κάνατε την κληρονομιά μου κάτι απεχθές.+

 8 Οι ιερείς δεν ρώτησαν: “Πού είναι ο Ιεχωβά;”+

Εκείνοι που ασχολούνται με τον Νόμο δεν με γνώρισαν,

οι ποιμένες στασίασαν εναντίον μου,+

οι προφήτες προφήτευσαν στο όνομα του Βάαλ+

και ακολούθησαν αυτά που δεν μπορούσαν να φέρουν κανένα όφελος.

 9 “Γι’ αυτό, θα έρθω και πάλι σε διαμάχη με εσάς”,+ δηλώνει ο Ιεχωβά,

“και με τους γιους των γιων σας θα έρθω σε διαμάχη”.

10 “Περάστε όμως απέναντι στις παράκτιες περιοχές* των Κιττίμ+ και δείτε.

Ναι, στείλτε αγγελιοφόρο στην Κηδάρ+ και σκεφτείτε το καλά·

δείτε αν συνέβη ποτέ κάτι τέτοιο.

11 Αντικατέστησε ποτέ κάποιο έθνος τους θεούς του με εκείνους που δεν είναι θεοί;

Ο δικός μου λαός όμως αντικατέστησε τη δόξα μου με κάτι που είναι ανώφελο.+

12 Κοιτάξτε το αυτό με κατάπληξη, ουρανοί·

ανατριχιάστε με μεγάλη φρίκη”, λέει ο Ιεχωβά,

13 “επειδή ο λαός μου έκανε δύο κακά πράγματα:

Εγκατέλειψαν εμένα, την πηγή του ζωντανού νερού,+

και έσκαψαν* για τον εαυτό τους στέρνες,

ραγισμένες στέρνες, που δεν μπορούν να κρατήσουν νερό”.

14 “Μήπως ο Ισραήλ είναι υπηρέτης; Δούλος γεννημένος στο σπιτικό;

Γιατί λοιπόν παραδόθηκε σε λεηλασία;

15 Εναντίον του βρυχιούνται νεαρά λιοντάρια·*+

ύψωσαν τη φωνή τους.

Έκαναν τη γη του κάτι φρικαλέο.

Οι πόλεις του πυρπολήθηκαν και δεν υπάρχει κάτοικος.

16 Ο λαός της Νοφ*+ και της Τάχπανες+ κατατρώει την κορυφή του κεφαλιού σου.

17 Εσύ δεν το προκάλεσες αυτό στον εαυτό σου

επειδή εγκατέλειψες τον Ιεχωβά τον Θεό σου+

ενώ αυτός σε οδηγούσε στον δρόμο;

18 Τώρα λοιπόν, γιατί θέλεις να πάρεις τον δρόμο για την Αίγυπτο+

προκειμένου να πιεις τα νερά του Σιχώρ;*

Γιατί θέλεις να πάρεις τον δρόμο για την Ασσυρία+

προκειμένου να πιεις τα νερά του Ποταμού;*

19 Η πονηρία σου πρέπει να σε διορθώσει

και η ίδια σου η απιστία πρέπει να σε ελέγξει.

Γνώρισε και κατάλαβε πόσο κακό και πικρό είναι+

το να εγκαταλείπεις τον Ιεχωβά τον Θεό σου·

δεν έδειξες φόβο για εμένα”,+ λέει ο Υπέρτατος Κύριος, ο Ιεχωβά των στρατευμάτων.

20 “Διότι πριν από πολύ καιρό συνέτριψα τον ζυγό σου+

και έσπασα τα δεσμά σου.

Εσύ όμως είπες: «Δεν πρόκειται να υπηρετήσω»,

διότι πάνω σε κάθε ψηλό λόφο και κάτω από κάθε θαλερό δέντρο+

ξάπλωνες και εκπορνευόσουν.+

21 Εγώ σε φύτεψα ως εκλεκτό κόκκινο κλήμα,+ σπόρο ολότελα γνήσιο·

πώς λοιπόν εκφυλίστηκες και έγινες κλωνάρι άγριου κλήματος μπροστά μου;”+

22 “Ακόμη και αν πλενόσουν με σόδα* και χρησιμοποιούσες άφθονη αλισίβα,*

η ενοχή σου θα εξακολουθούσε να είναι κηλίδα μπροστά μου”,+ δηλώνει ο Υπέρτατος Κύριος Ιεχωβά.

23 Πώς μπορείς να λες: “Δεν μόλυνα τον εαυτό μου.

Δεν ακολούθησα τους Βάαλ”;

Δες την πορεία σου στην κοιλάδα.

Αναλογίσου τι έχεις κάνει.

Μοιάζεις με γοργοπόδαρη νεαρή καμήλα

που τρέχει πέρα δώθε άσκοπα,

24 με άγριο θηλυκό γαϊδούρι που είναι μαθημένο στην έρημο,

που οσμίζεται τον άνεμο μέσα στην έξαψή του.*

Ποιος μπορεί να το τιθασεύσει τον καιρό του ζευγαρώματος;

Κανένα από τα αρσενικά που το αναζητούν δεν θα χρειαστεί να κουραστεί.

Όταν είναι στον καιρό του,* θα το βρουν.

25 Φύλαξε τα πόδια σου για να μη μείνεις ξυπόλυτη,

και τον λάρυγγά σου για να μη διψάσεις.

Εσύ όμως είπες: “Όχι! Δεν υπάρχει περίπτωση!+

Εγώ ερωτεύτηκα ξένους*+

και θα τους ακολουθήσω”.+

26 Όπως ντροπιάζεται ο κλέφτης όταν τον πιάνουν,

έτσι ντροπιάστηκε ο οίκος του Ισραήλ,

αυτοί, οι βασιλιάδες τους και οι άρχοντές τους,

οι ιερείς τους και οι προφήτες τους.+

27 Λένε στο δέντρο: “Είσαι ο πατέρας μου”,+

και στην πέτρα: “Εσύ με γέννησες”.

Σε εμένα όμως γυρίζουν την πλάτη και όχι το πρόσωπο.+

Και στον καιρό της συμφοράς τους θα πουν:

“Σήκω και σώσε μας!”+

28 Πού είναι τώρα οι θεοί σου τους οποίους έκανες για τον εαυτό σου;+

Ας σηκωθούν αν μπορούν να σε σώσουν στον καιρό της συμφοράς σου,

διότι οι θεοί σου έχουν γίνει τόσοι όσες και οι πόλεις σου, Ιούδα.+

29 “Γιατί εξακολουθείτε να έχετε διαμάχη μαζί μου;

Γιατί στασιάσατε όλοι σας εναντίον μου;”+ λέει ο Ιεχωβά.

30 Μάταια χτύπησα τους γιους σας.+

Δεν δέχτηκαν τη διαπαιδαγώγηση.+

Το δικό σας σπαθί κατέφαγε τους προφήτες σας,+

σαν λυσσαλέο λιοντάρι.

31 Ω! γενιά, αναλογίσου τον λόγο του Ιεχωβά.

Μήπως έγινα εγώ για τον Ισραήλ σαν έρημος

ή σαν γη καταθλιπτικού σκοταδιού;

Για ποιον λόγο είπαν αυτοί, ο λαός μου: “Εμείς πηγαίνουμε όπου θέλουμε.

Δεν θα έρθουμε πια σε εσένα”;+

32 Μπορεί η παρθένα να ξεχάσει τα στολίδια της,

η νύφη τα περιζώματα του στήθους της;*

Και όμως, ο δικός μου λαός με ξέχασε εδώ και αμέτρητες ημέρες.+

33 Πόσο επιδέξια σχεδιάζεις την πορεία σου, γυναίκα, ψάχνοντας για έρωτα!

Έχεις εκπαιδευτεί στις οδούς της πονηρίας.+

34 Ακόμη και η άκρη της φορεσιάς σου είναι λερωμένη από το αίμα αθώων φτωχών,*+

που δεν τους είδα να κάνουν διάρρηξη·

είναι γεμάτη αίματα.+

35 Εσύ όμως λες: “Είμαι αθώα.

Ασφαλώς ο θυμός του έχει απομακρυνθεί από εμένα”.

Τώρα θα επιφέρω κρίση εναντίον σου

επειδή λες: “Δεν αμάρτησα”.

36 Γιατί αντιμετωπίζεις τόσο επιπόλαια την άστατη πορεία σου;

Θα ντραπείς και για την Αίγυπτο,+

όπως ντράπηκες για την Ασσυρία.+

37 Γι’ αυτό και θα βγεις με τα χέρια σου πάνω στο κεφάλι σου,+

διότι ο Ιεχωβά απέρριψε αυτούς στους οποίους εμπιστεύεσαι·

δεν θα σου εξασφαλίσουν καμιά επιτυχία».

3 Οι άνθρωποι λένε: «Αν ένας άντρας διώξει τη σύζυγό του και αυτή τον αφήσει και γίνει γυναίκα άλλου άντρα, θα ήταν σωστό να επιστρέψει εκείνος πάλι σε αυτήν;»

Δεν έχει μιανθεί τελείως αυτός ο τόπος;+

«Εσύ έχεις πορνεύσει με πολλούς συντρόφους·+

θα ήταν λοιπόν σωστό να επιστρέψεις τώρα σε εμένα;» λέει ο Ιεχωβά.

 2 «Σήκωσε τα μάτια σου προς τους γυμνούς λόφους και δες.

Και πού δεν σε βίασαν;

Κάθισες δίπλα στους δρόμους περιμένοντάς τους,

σαν νομάδας* στην έρημο.

Εξακολουθείς να μιαίνεις τη γη

με την πορνεία σου και με την πονηρία σου.+

 3 Γι’ αυτό κατακρατούνται οι βροχοπτώσεις,+

και δεν πέφτει βροχή την άνοιξη.

Έχεις την ξεδιάντροπη όψη* μιας συζύγου που πορνεύει·

αρνείσαι να νιώσεις ντροπή.+

 4 Αλλά τώρα φωνάζεις προς εμένα:

“Πατέρα μου, εσύ είσαι ο σύντροφος της νεότητάς μου!+

 5 Πρέπει να παραμένει κανείς αγανακτισμένος για πάντα

και να κρατάει επ’ άπειρον μνησικακία;”

Μολονότι το λες αυτό,

συνεχίζεις να κάνεις ό,τι κακό είσαι ικανή να κάνεις».+

6 Στις ημέρες του βασιλιά Ιωσία,+ ο Ιεχωβά μού είπε: «“Είδες τι έκανε ο Ισραήλ, η άπιστη γυναίκα; Πήγε σε κάθε ψηλό βουνό και κάτω από κάθε θαλερό δέντρο για να πορνεύσει.+ 7 Παρότι έκανε όλα αυτά τα πράγματα, της έλεγα να επιστρέψει σε εμένα,+ αλλά αυτή η δόλια γυναίκα δεν επέστρεψε· και η αδελφή της, ο Ιούδας, την κοίταζε.+ 8 Όταν το είδα αυτό, έδιωξα τον Ισραήλ, την άπιστη γυναίκα, δίνοντας οριστικό πιστοποιητικό διαζυγίου,+ επειδή είχε μοιχεύσει.+ Αλλά η δόλια αδελφή της, ο Ιούδας, δεν φοβήθηκε· βγήκε και πόρνευσε και αυτή.+ 9 Πήρε* την πορνεία της στα ελαφρά, και εξακολούθησε να μιαίνει τη γη και να μοιχεύει με πέτρες και με δέντρα.+ 10 Παρ’ όλα αυτά, η δόλια αδελφή της, ο Ιούδας, δεν επέστρεψε σε εμένα με όλη της την καρδιά, αλλά μόνο προσποιητά”, δηλώνει ο Ιεχωβά».

11 Έπειτα ο Ιεχωβά μού είπε: «Ο άπιστος* Ισραήλ αποδείχτηκε πιο δίκαιος από τον δόλιο Ιούδα.+ 12 Πήγαινε και διακήρυξε προς τον βορρά τα εξής:+

»“«Επίστρεψε, ανυπότακτε Ισραήλ», λέει ο Ιεχωβά”.+ “«Δεν θα σε κοιτάξω θυμωμένα,*+ διότι είμαι όσιος», λέει ο Ιεχωβά”. “«Δεν θα παραμείνω αγανακτισμένος για πάντα. 13 Μόνο αναγνώρισε την ενοχή σου, διότι στασίασες εναντίον του Ιεχωβά του Θεού σου. Σκόρπιζες τις χάρες* σου σε ξένους* κάτω από κάθε θαλερό δέντρο, αλλά στη φωνή μου δεν υπάκουες», δηλώνει ο Ιεχωβά”».

14 «Επιστρέψτε, ανυπότακτοι γιοι», λέει ο Ιεχωβά. «Διότι εγώ έγινα ο πραγματικός σας κύριος·* και θα σας πάρω, έναν από εδώ και δύο από εκεί,* και θα σας φέρω στη Σιών.+ 15 Και θα σας δώσω ποιμένες κατά την επιθυμία της καρδιάς μου,+ και θα σας βοσκήσουν με γνώση και ενόραση. 16 Θα πληθυνθείτε και θα καρποφορήσετε σε αυτή τη γη εκείνες τις ημέρες», δηλώνει ο Ιεχωβά.+ «Δεν θα λένε πια: “Η κιβωτός της διαθήκης του Ιεχωβά!” Δεν θα ανεβαίνει αυτή στην καρδιά τους ούτε θα τη θυμούνται ούτε θα τους λείπει, και δεν θα κατασκευαστεί ξανά. 17 Εκείνον τον καιρό θα αποκαλούν την Ιερουσαλήμ θρόνο του Ιεχωβά·+ και όλα τα έθνη θα οδηγηθούν μαζί στο όνομα του Ιεχωβά στην Ιερουσαλήμ,+ και δεν θα ακολουθούν πια πεισματικά τη δική τους πονηρή καρδιά».

18 «Εκείνες τις ημέρες θα βαδίζουν μαζί, ο οίκος του Ιούδα δίπλα στον οίκο του Ισραήλ,+ και μαζί θα βγουν από τη γη του βορρά και θα έρθουν στη γη την οποία έδωσα στους προπάτορές σας ως κληρονομιά.+ 19 Εγώ σκεφτόμουν: “Θα σε βάλω μεταξύ των γιων και θα σου δώσω την επιθυμητή γη, την πιο όμορφη κληρονομιά ανάμεσα στα έθνη!”*+ Σκεφτόμουν επίσης ότι θα με αποκαλούσες “Πατέρα μου!” και ότι δεν θα έπαυες να με ακολουθείς. 20 “Πράγματι, όπως μια σύζυγος εγκαταλείπει δόλια τον σύζυγό της,* έτσι και εσείς, οίκε του Ισραήλ, μου φερθήκατε δόλια”,+ δηλώνει ο Ιεχωβά».

21 Στους γυμνούς λόφους ακούγεται ένας ήχος,

το κλάμα και οι ικεσίες του λαού του Ισραήλ,

διότι διέστρεψαν την οδό τους·

ξέχασαν τον Ιεχωβά τον Θεό τους.+

22 «Επιστρέψτε, ανυπότακτοι γιοι.

Θα γιατρέψω την ανυποταξία σας».+

«Ορίστε! Ήρθαμε σε εσένα,

διότι εσύ, Ιεχωβά, είσαι ο Θεός μας.+

23 Πράγματι, οι λόφοι και ο σάλος πάνω στα βουνά είναι ψευδαίσθηση.+

Πράγματι, ο Ιεχωβά ο Θεός μας είναι η σωτηρία του Ισραήλ.+

24 Αλλά το αισχρό πράγμα* κατέφαγε τον μόχθο των προπατόρων μας από τον καιρό της νεότητάς μας,+

τα γιδοπρόβατα και τα βόδια τους,

τους γιους και τις κόρες τους.

25 Ας ξαπλώσουμε μέσα στην ντροπή μας,

και ας μας σκεπάσει η ατίμωσή μας,

διότι αμαρτήσαμε εναντίον του Ιεχωβά του Θεού μας,+

εμείς και οι πατέρες μας από τη νεότητά μας μέχρι σήμερα,+

και δεν υπακούσαμε στη φωνή του Ιεχωβά του Θεού μας».

4 «Αν επιστρέψεις, Ισραήλ», δηλώνει ο Ιεχωβά,

«αν επιστρέψεις σε εμένα

και απομακρύνεις τα αηδιαστικά σου είδωλα από μπροστά μου,

τότε δεν θα γίνεις φυγάς.+

 2 Και αν ορκιστείς:

“Όσο βέβαιο είναι ότι ζει ο Ιεχωβά!” με αλήθεια, κρίση και δικαιοσύνη,

τότε τα έθνη θα λάβουν ευλογία από αυτόν,

και για αυτόν θα καυχηθούν».+

3 Διότι να τι λέει ο Ιεχωβά στους άντρες του Ιούδα και στην Ιερουσαλήμ:

«Οργώστε καλλιεργήσιμη γη

και μη σπέρνετε ανάμεσα σε αγκάθια.+

 4 Περιτμηθείτε για τον Ιεχωβά

και αφαιρέστε την ακροβυστία της καρδιάς σας,+

άντρες του Ιούδα και κάτοικοι της Ιερουσαλήμ,

για να μην ανάψει η οργή μου σαν φωτιά

και αρχίσει να καίει χωρίς να υπάρχει κανείς να τη σβήσει,

εξαιτίας των κακών πράξεών σας».+

 5 Διακηρύξτε το στον Ιούδα και διαλαλήστε το στην Ιερουσαλήμ.

Φωνάξτε και σαλπίστε με το κέρας σε ολόκληρη τη χώρα.+

Φωνάξτε δυνατά και πείτε: «Συγκεντρωθείτε,

και ας καταφύγουμε στις οχυρωμένες πόλεις.+

 6 Υψώστε σημάδι* προς τη Σιών.

Αναζητήστε καταφύγιο και μη στέκεστε»,

διότι φέρνω συμφορά από τον βορρά,+ μεγάλη συντριβή.

 7 Αυτός έχει βγει σαν λιοντάρι από τη λόχμη του·+

ο καταστροφέας των εθνών έχει ξεκινήσει.+

Έχει φύγει από τον τόπο του για να κάνει τη χώρα σας κάτι φρικαλέο.

Οι πόλεις σας θα ερειπωθούν και δεν θα υπάρχει κάτοικος.+

 8 Γι’ αυτό, φορέστε σάκο,+

θρηνήστε* και κλάψτε γοερά,

επειδή ο φλογερός θυμός του Ιεχωβά δεν έχει απομακρυνθεί από εμάς.

 9 «Εκείνη την ημέρα», δηλώνει ο Ιεχωβά, «η καρδιά* του βασιλιά θα τον εγκαταλείψει,+

το ίδιο και η καρδιά* των αρχόντων·

οι ιερείς θα νιώσουν φρίκη και οι προφήτες κατάπληξη».+

10 Τότε εγώ είπα: «Αλίμονο, Υπέρτατε Κύριε Ιεχωβά! Αληθινά, έχεις ξεγελάσει πλήρως αυτόν τον λαό+ και την Ιερουσαλήμ, λέγοντας: “Θα έχετε ειρήνη”,+ ενώ το σπαθί βρίσκεται στον λαιμό* μας».

11 Εκείνον τον καιρό θα ειπωθεί σε αυτόν τον λαό και στην Ιερουσαλήμ:

«Καυτός άνεμος από τους γυμνούς λόφους της ερήμου

θα φυσήξει με ορμή ενάντια στην κόρη* του λαού μου·

δεν είναι άνεμος για να λιχνίσουν ή να καθαρίσουν το σιτάρι.

12 Ο σφοδρός άνεμος έρχεται από εκείνα τα μέρη με εντολή δική μου.

Τώρα θα εξαγγείλω κρίσεις εναντίον τους.

13 Δείτε! Αυτός θα έρθει σαν τα σύννεφα της βροχής,

και τα άρματά του είναι σαν θυελλώδης άνεμος.+

Τα άλογά του είναι ταχύτερα από τους αετούς.+

Αλίμονο σε εμάς, επειδή καταστραφήκαμε!

14 Καθάρισε την καρδιά σου από την πονηρία, Ιερουσαλήμ, για να σωθείς.+

Ως πότε θα έχεις μέσα σου πονηρές σκέψεις;

15 Διότι μια φωνή αναγγέλλει τα νέα από τη Δαν+

και διακηρύττει συμφορά από τα βουνά του Εφραΐμ.

16 Αναφέρετέ το, ναι, στα έθνη·

διακηρύξτε το εναντίον της Ιερουσαλήμ».

«Φρουροί* έρχονται από μακρινή γη

και θα υψώσουν τη φωνή τους εναντίον των πόλεων του Ιούδα.

17 Έρχονται εναντίον της από όλες τις πλευρές σαν φύλακες της υπαίθρου,+

επειδή έχει στασιάσει εναντίον μου»,+ δηλώνει ο Ιεχωβά.

18 «Οι οδοί σου και οι ενέργειές σου θα έρθουν πάνω σου.+

Πόσο πικρή είναι η συμφορά σου,

διότι φτάνει μέχρι την καρδιά σου!»

19 Πόση οδύνη νιώθω,* πόση οδύνη νιώθω!

Έχω μεγάλο πόνο μέσα στην καρδιά* μου.

Η καρδιά μου κοντεύει να σπάσει.

Δεν μπορώ να μείνω σιωπηλός,

διότι άκουσα* τον ήχο του κέρατος,

τον συναγερμό του πολέμου.*+

20 Έρχονται ειδήσεις για απανωτές συμφορές,

διότι όλη η χώρα έχει καταστραφεί.

Ξαφνικά καταστράφηκαν οι σκηνές μου,

σε μια στιγμή τα υφάσματα της σκηνής μου.+

21 Ως πότε θα βλέπω το σημάδι,*

θα ακούω τον ήχο του κέρατος;+

22 «Διότι ο λαός μου είναι ασύνετος·+

δεν μου δίνει προσοχή.

Είναι ανόητοι γιοι, χωρίς καθόλου κατανόηση.

Όταν είναι να κάνουν το κακό, είναι έξυπνοι,*

αλλά το καλό δεν ξέρουν να το κάνουν».

23 Κοίταξα τη χώρα, και ήταν άδεια και έρημη.+

Κοίταξα τους ουρανούς, και το φως τους δεν υπήρχε πια.+

24 Κοίταξα τα βουνά, και αυτά σείονταν,

και οι λόφοι τραντάζονταν.+

25 Κοίταξα, και δεν υπήρχε άνθρωπος,

και τα πουλιά των ουρανών είχαν γίνει άφαντα.+

26 Κοίταξα, και ο δεντρόκηπος είχε γίνει έρημος,

και οι πόλεις του είχαν όλες κατεδαφιστεί.+

Εξαιτίας του Ιεχωβά συνέβη αυτό,

εξαιτίας του φλογερού θυμού του.

27 Διότι αυτό λέει ο Ιεχωβά: «Όλη η χώρα θα γίνει ερημότοπος,+

αλλά δεν θα φέρω πλήρη εξόντωση.

28 Γι’ αυτό, η χώρα θα πενθήσει+

και οι ουρανοί εκεί ψηλά θα σκοτεινιάσουν.+

Διότι μίλησα, αποφάσισα,

και δεν θα αλλάξω γνώμη* ούτε θα κάνω πίσω.+

29 Στο άκουσμα των ιππέων και των τοξοβόλων,

ολόκληρη η πόλη τρέπεται σε φυγή.+

Μπαίνουν στις συστάδες

και σκαρφαλώνουν στους βράχους.+

Όλες οι πόλεις εγκαταλείπονται

και κανείς δεν κατοικεί σε αυτές».

30 Τώρα που έχεις ερημωθεί, τι θα κάνεις;

Ντυνόσουν με κατακόκκινα ρούχα,

έβαζες πάνω σου χρυσά στολίδια,

μεγάλωνες τα μάτια σου με μαύρη βαφή.*

Μάταια όμως καλλωπιζόσουν,+

διότι εκείνοι που σε ποθούσαν σε απέρριψαν·

τώρα ζητούν να σου αφαιρέσουν τη ζωή.*+

31 Διότι άκουσα φωνή σαν άρρωστης γυναίκας,

αγωνιώδη κραυγή σαν της γυναίκας που γεννάει το πρώτο της παιδί,

τη φωνή της κόρης της Σιών η οποία αναπνέει με κόπο.

Λέει απλώνοντας τις παλάμες της:+

«Αλίμονο σε εμένα, γιατί εξαντλήθηκα* εξαιτίας των φονιάδων!»

5 Τριγυρίστε στους δρόμους της Ιερουσαλήμ.

Κοιτάξτε ολόγυρα με προσοχή.

Ψάξτε στις πλατείες της για να δείτε

αν μπορείτε να βρείτε κάποιον που ενεργεί με δικαιοσύνη,+

κάποιον που προσπαθεί να είναι πιστός,

και θα τη συγχωρήσω.

 2 Ακόμη και αν λένε: «Όσο βέβαιο είναι ότι ζει ο Ιεχωβά!»

και πάλι θα δίνουν ψεύτικο όρκο.+

 3 Ιεχωβά, δεν αναζητούν τα μάτια σου πιστότητα;+

Τους χτύπησες, αλλά δεν έδωσαν καμιά σημασία.*

Τους εξόντωσες, αλλά δεν δέχτηκαν τη διαπαιδαγώγηση.+

Έκαναν το πρόσωπό τους σκληρότερο από βράχο+

και αρνήθηκαν να επιστρέψουν.+

 4 Αλλά εγώ είπα μέσα μου: «Ασφαλώς αυτοί θα είναι οι ασήμαντοι.

Ενεργούν ανόητα, επειδή δεν γνωρίζουν την οδό του Ιεχωβά,

την κρίση του Θεού τους.

 5 Θα πάω στους εξέχοντες και θα τους μιλήσω,

διότι αυτοί θα έχουν παρατηρήσει την οδό του Ιεχωβά,

την κρίση του Θεού τους.+

Αλλά όλοι τους είχαν σπάσει τον ζυγό

και είχαν κόψει τα δεσμά».

 6 Να γιατί τους επιτίθεται λιοντάρι από το δάσος,

τους ξεσκίζει λύκος από τις έρημες πεδιάδες,

ξαγρυπνά λεοπάρδαλη στις πόλεις τους.

Όποιος βγαίνει από εκεί κατασπαράζεται.

Διότι οι παραβάσεις τους είναι πολλές·

οι απιστίες τους είναι πολυάριθμες.+

 7 Πώς να σε συγχωρήσω για αυτό;

Οι γιοι σου με εγκατέλειψαν

και ορκίζονται σε αυτό που δεν είναι Θεός.+

Εγώ κάλυπτα τις ανάγκες τους,

αλλά αυτοί συνέχισαν να μοιχεύουν

και συνέρρεαν σε σπίτι πόρνης.

 8 Είναι σαν ασυγκράτητα άλογα, κυριευμένα από το πάθος·

χλιμιντρίζουν ο καθένας προς τη σύζυγο κάποιου άλλου.+

 9 «Δεν πρέπει να τους ζητήσω λογαριασμό για αυτά τα πράγματα;» λέει ο Ιεχωβά.

«Δεν πρέπει να εκδικηθώ* ένα τέτοιο έθνος;»+

10 «Ανεβείτε ενάντια στις αναβαθμίδες του αμπελιού της και προκαλέστε καταστροφή,

αλλά μην επιφέρετε πλήρη εξόντωση.+

Κόψτε τα τρυφερά κλωνάρια της,

επειδή δεν ανήκουν στον Ιεχωβά.

11 Διότι ο οίκος του Ισραήλ και ο οίκος του Ιούδα

μού φέρθηκαν εντελώς δόλια», δηλώνει ο Ιεχωβά.+

12 «Αρνήθηκαν τον Ιεχωβά, και λένε:

“Δεν θα κάνει τίποτα* αυτός.+

Δεν θα έρθει πάνω μας συμφορά·

δεν θα δούμε σπαθί ούτε πείνα”.+

13 Οι προφήτες λένε λόγια του αέρα,

και ο λόγος* δεν υπάρχει μέσα τους.

Έτσι ας συμβεί σε αυτούς!»

14 Γι’ αυτό, να τι λέει ο Ιεχωβά, ο Θεός των στρατευμάτων:

«Επειδή λένε αυτό το πράγμα,

εγώ θα κάνω τα λόγια μου φωτιά στο στόμα σου,+

και αυτός ο λαός θα είναι τα ξύλα,

και η φωτιά θα τους καταφάει».+

15 «Θα φέρω πάνω σας ένα έθνος από μακριά, οίκε του Ισραήλ»,+ δηλώνει ο Ιεχωβά.

«Είναι μακρόβιο έθνος.

Είναι έθνος αρχαίο,

έθνος του οποίου τη γλώσσα δεν γνωρίζεις,

και δεν μπορείς να καταλάβεις αυτά που λένε.+

16 Η φαρέτρα τους είναι σαν ανοιχτός τάφος·

όλοι τους είναι πολεμιστές.

17 Θα καταφάνε τον θερισμό σου και το ψωμί σου.+

Θα καταφάνε τους γιους σου και τις κόρες σου.

Θα καταφάνε τα γιδοπρόβατά σου και τα βόδια σου.

Θα καταφάνε τα αμπέλια σου και τις συκιές σου.

Θα καταστρέψουν με σπαθί τις οχυρωμένες πόλεις σου στις οποίες εμπιστεύεσαι».

18 «Αλλά ακόμη και εκείνες τις ημέρες», δηλώνει ο Ιεχωβά, «δεν θα σας εξοντώσω πλήρως.+ 19 Και όταν ρωτήσουν: “Γιατί τα έκανε όλα αυτά σε εμάς ο Ιεχωβά ο Θεός μας;” εσύ θα τους απαντήσεις: “Όπως με εγκαταλείψατε για να υπηρετήσετε ξένο θεό στη δική σας γη, έτσι θα υπηρετήσετε ξένους σε μια γη που δεν είναι δική σας”».+

20 Διακηρύξτε το εξής στον οίκο του Ιακώβ

και διαλαλήστε το στον Ιούδα:

21 «Άκουσέ το αυτό, ανόητε και ασύνετε λαέ:*+

Έχουν μάτια αλλά δεν μπορούν να δουν·+

έχουν αφτιά αλλά δεν μπορούν να ακούσουν.+

22 “Δεν με φοβάστε;” λέει ο Ιεχωβά·

“δεν πρέπει να τρέμετε μπροστά μου;

Εγώ έβαλα την άμμο ως όριο της θάλασσας,

μόνιμη διάταξη την οποία αυτή δεν μπορεί να παραβιάσει.

Αν και τα κύματά της ταράζονται, δεν μπορούν να υπερισχύσουν·

αν και βρυχιούνται, δεν μπορούν να πάνε πιο πέρα.+

23 Αλλά αυτός ο λαός έχει πεισματική και στασιαστική καρδιά·

έχουν ξεστρατίσει και ακολουθούν τη δική τους οδό.+

24 Και δεν λένε μέσα τους:

«Ας φοβηθούμε τώρα τον Ιεχωβά τον Θεό μας,

Αυτόν που δίνει τη βροχή στον καιρό της,

τη φθινοπωρινή και την ανοιξιάτικη,

Αυτόν που περιφρουρεί για εμάς τις προσδιορισμένες εβδομάδες του θερισμού».+

25 Τα σφάλματά σας δεν άφησαν να έρθουν αυτά τα πράγματα·

οι αμαρτίες σας στέρησαν από εσάς ό,τι είναι καλό.+

26 Διότι μέσα στον λαό μου υπάρχουν πονηροί άνθρωποι.

Κοιτάζουν ερευνητικά, σαν τους κυνηγούς πουλιών που κάθονται σκυφτοί.

Στήνουν φονική παγίδα.

Ανθρώπους πιάνουν.

27 Όπως ένα κλουβί που είναι γεμάτο πουλιά,

έτσι και τα σπίτια τους είναι γεμάτα απάτη.+

Να γιατί απέκτησαν δύναμη και πλούτη.

28 Πάχυναν και έγιναν αφράτοι·

ξεχειλίζουν από κακία.

Δεν υπερασπίζονται τη δικαστική υπόθεση του παιδιού που δεν έχει πατέρα,+

ώστε να έχουν επιτυχία·

και αρνούνται να αποδώσουν δικαιοσύνη στους φτωχούς”».+

29 «Δεν πρέπει να τους ζητήσω λογαριασμό για αυτά τα πράγματα;» λέει ο Ιεχωβά.

«Δεν πρέπει να εκδικηθώ* ένα τέτοιο έθνος;

30 Κάτι αποκρουστικό και φρικιαστικό έχει συμβεί στη χώρα:

31 Οι προφήτες προφητεύουν ψέματα+

και οι ιερείς καταδυναστεύουν με την εξουσία τους.

Και στον λαό μου αρέσει αυτό.+

Αλλά τι θα κάνετε όταν έρθει το τέλος;»

6 Βρείτε καταφύγιο, γιοι του Βενιαμίν, μακριά από την Ιερουσαλήμ.

Σαλπίστε με το κέρας+ στη Θεκωέ·+

ανάψτε φωτιά ως σήμα πάνω από τη Βαιθ-ακκερέμ!

Διότι συμφορά έρχεται από τον βορρά, μεγάλη καταστροφή.+

 2 Η κόρη της Σιών μοιάζει με όμορφη και λεπτεπίλεπτη γυναίκα.+

 3 Οι βοσκοί θα έρθουν μαζί με τα κοπάδια τους.

Θα στήσουν τις σκηνές τους ολόγυρά της,+

βόσκοντας ο καθένας τα γιδοπρόβατά του.+

 4 «Ετοιμαστείτε για* πόλεμο εναντίον της!

Σηκωθείτε, ας της επιτεθούμε το μεσημέρι!»

«Αλίμονο σε εμάς, γιατί η ημέρα πλησιάζει στο τέλος της,

οι σκιές του δειλινού μακραίνουν!»

 5 «Σηκωθείτε, ας επιτεθούμε τη νύχτα

και ας καταστρέψουμε τους οχυρωμένους πύργους της».+

 6 Διότι αυτό λέει ο Ιεχωβά των στρατευμάτων:

«Κόψτε ξύλα και υψώστε πολιορκητικό πρόχωμα εναντίον της Ιερουσαλήμ.+

Αυτή είναι η πόλη από την οποία θα ζητηθεί λογαριασμός·

μόνο καταδυνάστευση υπάρχει εκεί, τίποτα άλλο.+

 7 Όπως η στέρνα διατηρεί κρύο* το νερό της,

έτσι και αυτή διατηρεί κρύα* την πονηρία της.

Βία και καταστροφή ακούγονται σε αυτήν·+

αρρώστια και πληγή βρίσκονται διαρκώς μπροστά μου.

 8 Άκουσε την προειδοποίηση, Ιερουσαλήμ, για να μην απομακρυνθώ* από εσένα αηδιασμένος·+

θα σε κάνω ερημότοπο, γη χωρίς κατοίκους».+

 9 Αυτό λέει ο Ιεχωβά των στρατευμάτων:

«Θα τρυγήσουν σχολαστικά το υπόλοιπο του Ισραήλ όπως τα τελευταία σταφύλια στο κλήμα.

Βάλε ξανά το χέρι σου σαν τον τρυγητή που μαζεύει τα σταφύλια από τα κλήματα».

10 «Σε ποιον να μιλήσω και να δώσω προειδοποίηση;

Ποιος θα ακούσει;

Τα αφτιά τους είναι κλειστά* και δεν μπορούν να δώσουν προσοχή.+

Ο λόγος του Ιεχωβά έχει γίνει κάτι που το περιφρονούν·+

δεν βρίσκουν σε αυτόν ευχαρίστηση.

11 Γι’ αυτό, έχω γεμίσει από την οργή του Ιεχωβά,

και κουράστηκα να την κρατώ μέσα μου».+

«Άφησέ την να ξεσπάσει στο παιδί που είναι στον δρόμο,+

στις συντροφιές των νεαρών.

Όλοι τους θα αιχμαλωτιστούν, ο άντρας μαζί με τη σύζυγό του,

οι ηλικιωμένοι μαζί με τους υπέργηρους.*+

12 Τα σπίτια τους θα δοθούν σε άλλους,

μαζί με τους αγρούς τους και τις συζύγους τους.+

Διότι θα απλώσω το χέρι μου εναντίον των κατοίκων της χώρας», δηλώνει ο Ιεχωβά.

13 «Διότι από τον μικρότερο ως τον μεγαλύτερο, όλοι τους βγάζουν ανέντιμο κέρδος·+

από τον προφήτη ως τον ιερέα, όλοι τους είναι απατεώνες.+

14 Προσπαθούν να γιατρέψουν τη συντριβή* του λαού μου επιπόλαια,* λέγοντας:

“Υπάρχει ειρήνη! Υπάρχει ειρήνη!”

ενώ δεν υπάρχει ειρήνη.+

15 Μήπως ντρέπονται για τα απεχθή πράγματα που έχουν κάνει;

Δεν ντρέπονται καθόλου!

Δεν ξέρουν καν πώς να νιώσουν ταπεινωμένοι!+

Γι’ αυτό λοιπόν, θα πέσουν ανάμεσα στους πεσμένους.

Όταν τους τιμωρήσω, θα σκοντάψουν», λέει ο Ιεχωβά.

16 Αυτό λέει ο Ιεχωβά:

«Σταθείτε στα σταυροδρόμια και δείτε.

Ρωτήστε για τους αρχαίους δρόμους,

ρωτήστε πού βρίσκεται η καλή οδός, και περπατήστε σε αυτήν,+

και βρείτε ηρεμία».*

Αλλά αυτοί λένε: «Δεν θα περπατήσουμε σε αυτήν».+

17 «Και διόρισα φρουρούς+ οι οποίοι έλεγαν:

“Δώστε προσοχή στον ήχο του κέρατος!”»+

Αλλά αυτοί έλεγαν: «Δεν θα δώσουμε προσοχή».+

18 «Γι’ αυτό λοιπόν, ακούστε, έθνη!

Και μάθε, σύναξη,

τι θα συμβεί σε αυτούς.

19 Άκουσε, γη!

Εγώ φέρνω συμφορά σε αυτόν τον λαό+

ως τον καρπό των πονηρών τους σχεδίων,

επειδή δεν έδωσαν προσοχή στα λόγια μου

και τον νόμο* μου τον απέρριψαν».

20 «Τι και αν φέρνετε λιβάνι από τη Σεβά

και αρωματικό καλάμι από μακρινή γη;

Τα ολοκαυτώματά σας δεν είναι αποδεκτά,

και οι θυσίες σας δεν με ευαρεστούν».+

21 Γι’ αυτό, να τι λέει ο Ιεχωβά:

«Εγώ βάζω για αυτόν τον λαό προσκόμματα,

και θα σκοντάψουν σε αυτά,

οι πατέρες μαζί με τους γιους,

ο γείτονας με τον φίλο του,

και θα αφανιστούν όλοι».+

22 Αυτό λέει ο Ιεχωβά:

«Δείτε! Ένας λαός έρχεται από τη γη του βορρά,

και ένα μεγάλο έθνος θα ξεσηκωθεί από τα πιο απομακρυσμένα μέρη της γης.+

23 Θα πιάσουν το τόξο και το ακόντιο.

Είναι αμείλικτοι και δεν θα λυπηθούν κανέναν.

Η φωνή τους θα ακούγεται σαν τον βρυχηθμό της θάλασσας,

και έρχονται πάνω σε άλογα.+

Παρατάσσονται για μάχη σαν πολεμιστής εναντίον σου, κόρη της Σιών».

24 Ακούσαμε την είδηση για αυτούς.

Τα χέρια μας παρέλυσαν·+

μας κυρίευσε απόγνωση,

έντονη αγωνία* σαν της γυναίκας που γεννάει.+

25 Μη βγεις στον αγρό

και μην περπατήσεις στον δρόμο,

διότι ο εχθρός έχει σπαθί·

τρόμος υπάρχει ολόγυρα.

26 Κόρη του λαού μου,

φόρεσε σάκο+ και κυλίσου στις στάχτες.

Πένθησε όπως πενθούν για μοναχογιό, με γοερό θρήνο,+

επειδή ξαφνικά θα έρθει ο καταστροφέας εναντίον μας.+

27 «Σε έκανα* δοκιμαστή μετάλλων ανάμεσα στον λαό μου,

άτομο που ελέγχει επισταμένα·

πρέπει να παρατηρήσεις και να εξετάσεις την οδό τους.

28 Όλοι τους είναι τρομερά πεισματάρηδες·+

περιφέρονται συκοφαντώντας.+

Είναι σαν χαλκός και σίδερο·

όλοι τους είναι διεφθαρμένοι.

29 Τα φυσερά κάηκαν.

Από τη φωτιά τους βγαίνει μόλυβδος.

Μάταια καθαρίζει κάποιος εντατικά,+

και εκείνοι που είναι κακοί δεν ξεχωρίστηκαν.+

30 Ασήμι που απορρίφθηκε θα τους αποκαλέσουν,

διότι ο Ιεχωβά τούς απέρριψε».+

7 Αυτός είναι ο λόγος που ήρθε στον Ιερεμία από τον Ιεχωβά: 2 «Στάσου στην πύλη του οίκου του Ιεχωβά και διακήρυξε εκεί το εξής άγγελμα: “Ακούστε τον λόγο του Ιεχωβά, όλοι εσείς από τον Ιούδα που μπαίνετε από αυτές τις πύλες για να προσκυνήσετε τον Ιεχωβά. 3 Αυτό λέει ο Ιεχωβά των στρατευμάτων, ο Θεός του Ισραήλ: «Διορθώστε τις οδούς σας και τις ενέργειές σας, και θα σας επιτρέψω να παραμείνετε σε αυτόν τον τόπο.+ 4 Μην εμπιστεύεστε σε απατηλά λόγια και λέτε: “Αυτός* είναι ο ναός του Ιεχωβά, ο ναός του Ιεχωβά, ο ναός του Ιεχωβά!”+ 5 Διότι αν πράγματι διορθώσετε τις οδούς σας και τις ενέργειές σας, αν πράγματι υπερασπίσετε τη δικαιοσύνη στην υπόθεση κάποιου ανθρώπου με τον πλησίον του,+ 6 αν δεν καταδυναστεύετε τους ξένους κατοίκους, τα ορφανά* και τις χήρες,+ αν δεν χύνετε αθώο αίμα σε αυτόν τον τόπο και αν δεν ακολουθείτε άλλους θεούς προς βλάβη σας,+ 7 τότε θα σας επιτρέψω να παραμείνετε σε αυτόν τον τόπο, στη γη που έδωσα στους προπάτορές σας για πάντα»”».*

8 «Αλλά εσείς εμπιστεύεστε σε απατηλά λόγια,+ και αυτό δεν θα σας φέρει κανένα απολύτως όφελος. 9 Είναι δυνατόν να κλέβετε,+ να δολοφονείτε, να μοιχεύετε, να ορκίζεστε ψευδώς,+ να κάνετε θυσίες* στον Βάαλ+ και να ακολουθείτε θεούς τους οποίους δεν είχατε γνωρίσει, 10 και έπειτα να έρχεστε και να στέκεστε ενώπιόν μου σε αυτόν τον οίκο που φέρει το όνομά μου και να λέτε: “Θα σωθούμε”, παρότι κάνετε όλα αυτά τα απεχθή πράγματα; 11 Σπηλιά ληστών νομίζετε πως είναι αυτός ο οίκος που φέρει το όνομά μου;+ Βλέπω αυτά που κάνετε», λέει ο Ιεχωβά.

12 «“Πηγαίνετε όμως τώρα στον τόπο μου στη Σηλώ,+ όπου έκανα να κατοικήσει αρχικά το όνομά μου,+ και δείτε τι έκανα σε αυτόν εξαιτίας της κακίας του λαού μου του Ισραήλ.+ 13 Αλλά εσείς συνεχίσατε να κάνετε όλα αυτά τα πράγματα”, δηλώνει ο Ιεχωβά, “και παρότι σας μιλούσα ξανά και ξανά,* δεν ακούγατε.+ Σας φώναζα, αλλά δεν απαντούσατε.+ 14 Γι’ αυτό, θα κάνω στον οίκο που φέρει το όνομά μου,+ στον οποίο εμπιστεύεστε,+ και σε αυτόν τον τόπο που έδωσα σε εσάς και στους προπάτορές σας ό,τι έκανα και στη Σηλώ.+ 15 Θα σας διώξω από μπροστά μου, όπως έδιωξα όλους τους αδελφούς σας, όλους τους απογόνους του Εφραΐμ”.+

16 »Όσο για εσένα, μην κάνεις προσευχές για χάρη αυτού του λαού. Μην υψώνεις κραυγή και μην προσεύχεσαι και μη με παρακαλάς για χάρη τους,+ γιατί δεν θα σε ακούσω.+ 17 Δεν βλέπεις τι κάνουν στις πόλεις του Ιούδα και στους δρόμους της Ιερουσαλήμ; 18 Οι γιοι μαζεύουν ξύλα, οι πατέρες ανάβουν φωτιά και οι γυναίκες φτιάχνουν ζυμάρι για να κάνουν πίτες και να τις προσφέρουν ως θυσία στη Βασίλισσα του Ουρανού,*+ και κάνουν σπονδές σε άλλους θεούς για να με προσβάλλουν.+ 19 “Αλλά μήπως βλάπτουν* εμένα;” λέει ο Ιεχωβά. “Τον εαυτό τους δεν βλάπτουν; Οι ίδιοι δεν ντροπιάζονται;”+ 20 Γι’ αυτό, να τι λέει ο Υπέρτατος Κύριος Ιεχωβά: “Ο θυμός μου και η οργή μου θα ξεχυθούν σε αυτόν τον τόπο+—σε ανθρώπους και ζώα, στα δέντρα του αγρού και στους καρπούς της γης—και θα καίνε χωρίς να σβήσουν”.+

21 »Αυτό λέει ο Ιεχωβά των στρατευμάτων, ο Θεός του Ισραήλ: “Εμπρός λοιπόν, προσθέστε τα ολοκαυτώματά σας στις υπόλοιπες θυσίες σας και φάτε εσείς το κρέας.+ 22 Διότι την ημέρα που έβγαλα τους προπάτορές σας από τη γη της Αιγύπτου, δεν τους μίλησα για ολοκαυτώματα και θυσίες ούτε τους έδωσα τέτοια εντολή.+ 23 Τους έδωσα όμως την εξής εντολή: «Υπακούστε στη φωνή μου και θα γίνω Θεός σας, και εσείς θα γίνετε λαός μου.+ Πρέπει να περπατάτε σε όλη την οδό την οποία σας διατάζω, ώστε να πηγαίνουν καλά τα πράγματα για εσάς»”.+ 24 Αυτοί όμως δεν άκουγαν και δεν έδιναν προσοχή·*+ αντιθέτως, περπατούσαν σύμφωνα με τα δικά τους σχέδια,* ακολουθώντας πεισματικά την πονηρή τους καρδιά,+ και πήγαιναν προς τα πίσω, όχι προς τα εμπρός, 25 από την ημέρα που οι προπάτορές σας βγήκαν από τη γη της Αιγύπτου μέχρι σήμερα.+ Γι’ αυτό, έστελνα συνεχώς σε εσάς όλους τους υπηρέτες μου τους προφήτες—τους έστελνα καθημερινά, ξανά και ξανά.*+ 26 Εκείνοι όμως αρνούνταν να με ακούσουν και δεν έδιναν προσοχή.*+ Αντιθέτως, ήταν πεισματάρηδες* και ενήργησαν χειρότερα από τους προπάτορές τους!

27 »Θα τους πεις όλα αυτά τα λόγια,+ αλλά δεν θα σε ακούσουν· θα τους φωνάξεις, αλλά δεν θα σου απαντήσουν. 28 Και θα τους πεις: “Αυτό είναι το έθνος που δεν υπάκουσε στη φωνή του Ιεχωβά του Θεού του και αρνήθηκε να δεχτεί διαπαιδαγώγηση. Η πιστότητα έχει χαθεί και ούτε καν αναφέρεται ανάμεσά τους”.*+

29 »Κούρεψε τα άκοπα* μαλλιά σου και πέταξέ τα, και πάνω στους γυμνούς λόφους ύψωσε θρηνωδία,* γιατί ο Ιεχωβά απέρριψε και θα εγκαταλείψει αυτή τη γενιά που τον έχει εξοργίσει. 30 “Διότι ο λαός του Ιούδα έκανε το κακό στα μάτια μου”, δηλώνει ο Ιεχωβά. “Έστησαν τα αηδιαστικά τους είδωλα στον οίκο που φέρει το όνομά μου για να τον μολύνουν.+ 31 Έφτιαξαν τους υψηλούς τόπους του Τοφέθ, που είναι στην Κοιλάδα του Γιου του Εννόμ,*+ για να καίνε τους γιους τους και τις κόρες τους στη φωτιά,+ κάτι που δεν είχα διατάξει και δεν είχε περάσει καν από το μυαλό* μου”.+

32 »“Γι’ αυτό λοιπόν, έρχονται ημέρες”, δηλώνει ο Ιεχωβά, “κατά τις οποίες δεν θα αποκαλείται πια Τοφέθ ή Κοιλάδα του Γιου του Εννόμ,* αλλά Κοιλάδα της Σφαγής. Θα θάβουν στον Τοφέθ ώσπου να μην υπάρχει πια χώρος.+ 33 Και τα πτώματα αυτού του λαού θα γίνουν τροφή για τα πουλιά των ουρανών και για τα ζώα της γης, και κανείς δεν θα τα τρομάζει για να τα διώξει.+ 34 Θα κατασιωπήσω τον ήχο της αγαλλίασης και τον ήχο της χαράς, τη φωνή του γαμπρού και τη φωνή της νύφης,+ στις πόλεις του Ιούδα και στους δρόμους της Ιερουσαλήμ, διότι αυτός ο τόπος θα ερειπωθεί”».+

8 «Εκείνον τον καιρό», δηλώνει ο Ιεχωβά, «θα βγάλουν από τους τάφους τους τα κόκαλα των βασιλιάδων του Ιούδα, τα κόκαλα των αρχόντων του, τα κόκαλα των ιερέων, τα κόκαλα των προφητών και τα κόκαλα των κατοίκων της Ιερουσαλήμ. 2 Θα τα απλώσουν στον ήλιο και στη σελήνη και σε όλο το στράτευμα των ουρανών, τα οποία αυτοί αγάπησαν και υπηρέτησαν και ακολούθησαν και επιζήτησαν και προσκύνησαν.+ Δεν θα τα μαζέψουν ούτε θα τα θάψουν. Σαν κοπριά θα γίνουν αυτά στην επιφάνεια της γης».+

3 «Και το υπόλοιπο αυτής της κακής οικογένειας το οποίο θα επιζήσει θα προτιμήσει τον θάνατο παρά τη ζωή σε όλους τους τόπους όπου θα το διασπείρω», δηλώνει ο Ιεχωβά των στρατευμάτων.

4 «Να τους πεις: “Αυτό λέει ο Ιεχωβά:

«Μήπως θα πέσουν και δεν θα ξανασηκωθούν;

Αν κάποιος επιστρέψει, δεν θα επιστρέψει και ο άλλος επίσης;

 5 Για ποιον λόγο είναι αυτός ο λαός, η Ιερουσαλήμ, διαρκώς άπιστος απέναντί μου;

Είναι προσκολλημένοι στην απάτη·

αρνούνται να επιστρέψουν.+

 6 Έδωσα προσοχή και άκουγα, αλλά ο τρόπος με τον οποίο μιλούσαν δεν ήταν σωστός.

Κανείς δεν μετανόησε για την πονηρία του ούτε ρώτησε: “Τι έκανα;”+

Όλοι επιστρέφουν στη δημοφιλή πορεία, σαν άλογο που ορμάει στη μάχη.

 7 Ακόμη και ο πελαργός στον ουρανό γνωρίζει τις εποχές* του·

το τρυγόνι και το πετροχελίδονο και η τσίχλα* τηρούν τον χρόνο της επιστροφής τους.*

Ο δικός μου λαός, όμως, δεν κατανοεί την κρίση του Ιεχωβά»”.+

 8 “Πώς μπορείτε να λέτε: «Είμαστε σοφοί και έχουμε τον νόμο* του Ιεχωβά»;

Στην πραγματικότητα η αναληθής* γραφίδα*+ των γραμματέων χρησιμοποιείται μόνο για ψέματα.

 9 Οι σοφοί έχουν ντροπιαστεί.+

Έχουν τρομοκρατηθεί και θα πιαστούν.

Έχουν απορρίψει τον λόγο του Ιεχωβά,

και πού είναι η σοφία τους;

10 Γι’ αυτό, θα δώσω τις συζύγους τους σε άλλους άντρες,

τους αγρούς τους σε άλλους ιδιοκτήτες·+

διότι από τον μικρότερο ως τον μεγαλύτερο, όλοι τους βγάζουν ανέντιμο κέρδος·+

από τον προφήτη ως τον ιερέα, όλοι τους είναι απατεώνες.+

11 Προσπαθούν να γιατρέψουν τη συντριβή* της κόρης του λαού μου επιπόλαια,* λέγοντας:

«Υπάρχει ειρήνη! Υπάρχει ειρήνη!»

ενώ δεν υπάρχει ειρήνη.+

12 Μήπως ντρέπονται για τα απεχθή πράγματα που έχουν κάνει;

Δεν ντρέπονται καθόλου!

Δεν ξέρουν καν πώς να νιώσουν ταπεινωμένοι!+

Γι’ αυτό λοιπόν, θα πέσουν ανάμεσα στους πεσμένους.

Όταν τους τιμωρήσω, θα σκοντάψουν”,+ λέει ο Ιεχωβά.

13 “Όταν θα τους μαζέψω, θα τους φέρω στο τέλος τους”, δηλώνει ο Ιεχωβά.

“Δεν θα απομείνουν σταφύλια στο κλήμα ούτε σύκα στη συκιά, και τα φύλλα θα ξεραθούν.

Και ό,τι τους έδωσα θα το χάσουν”».

14 «Γιατί καθόμαστε εδώ;

Ας συγκεντρωθούμε και ας μπούμε στις οχυρωμένες πόλεις+ και ας αφανιστούμε εκεί.

Διότι ο Ιεχωβά ο Θεός μας θα μας εξοντώσει,

και μας δίνει να πιούμε δηλητηριασμένο νερό,+

επειδή αμαρτήσαμε εναντίον του Ιεχωβά.

15 Υπήρχε ελπίδα για ειρήνη, αλλά δεν ήρθε τίποτα καλό,

για καιρό γιατρειάς, αλλά υπάρχει τρόμος!+

16 Από τη Δαν ακούγεται το ρουθούνισμα των αλόγων του.

Από το χλιμίντρισμα που κάνουν τα άτια του,

όλη η γη σείεται.

Μπαίνουν και ρημάζουν τη χώρα και τα πάντα σε αυτήν,

την πόλη και τους κατοίκους της».

17 «Διότι εγώ στέλνω φίδια ανάμεσά σας,

δηλητηριώδη φίδια που δεν γητεύονται,

και αυτά θα σας δαγκώσουν», δηλώνει ο Ιεχωβά.

18 Η λύπη μου είναι αθεράπευτη·

η καρδιά μου είναι άρρωστη.

19 Από μακρινή γη κραυγάζει για βοήθεια

η κόρη του λαού μου:

«Δεν είναι ο Ιεχωβά στη Σιών;

Και δεν είναι ο βασιλιάς της σε αυτήν;»

«Γιατί με πρόσβαλαν με τις γλυπτές εικόνες τους,

με τους άχρηστους ξένους θεούς τους;»

20 «Ο θερισμός πέρασε, το καλοκαίρι τελείωσε,

αλλά εμείς δεν σωθήκαμε!»

21 Καταρρακώθηκα από τη συντριβή της κόρης του λαού μου·+

βυθίστηκα στη λύπη.

Φρίκη με κατέλαβε.

22 Δεν υπάρχει βάλσαμο στη Γαλαάδ;+

Και δεν υπάρχει θεραπευτής* εκεί;+

Γιατί δεν έγινε καλά η κόρη του λαού μου;+

9 Μακάρι να ήταν το κεφάλι μου νερά,

τα μάτια μου πηγή δακρύων!+

Τότε θα έκλαιγα ημέρα και νύχτα

για τους σκοτωμένους του λαού μου.

 2 Μακάρι να είχα στην έρημο κατάλυμα για ταξιδιώτες!

Τότε θα άφηνα τον λαό μου και θα έφευγα μακριά του,

διότι είναι όλοι τους μοιχοί,+

ομάδα ανθρώπων δόλιων.

 3 Λυγίζουν τη γλώσσα τους σαν τόξο·

ψέματα επικρατούν στη χώρα, όχι πιστότητα.+

«Προχωρούν από το ένα κακό στο άλλο,

και δεν δίνουν προσοχή σε εμένα»,+ δηλώνει ο Ιεχωβά.

 4 «Να φυλάγεστε, όλοι σας, από αυτόν που έχετε δίπλα σας,

και μην εμπιστεύεστε ούτε τον αδελφό σας.

Διότι κάθε αδελφός είναι προδότης,+

και καθένας από αυτούς που έχετε δίπλα σας είναι συκοφάντης.+

 5 Ο καθένας ξεγελάει τον διπλανό του,

και κανείς δεν λέει την αλήθεια.

Δίδαξαν τη γλώσσα τους να λέει ψέματα.+

Αναλώνονται στο να κάνουν το κακό.

 6 Ζεις περιτριγυρισμένος από απάτη.

Μέσα στην απάτη τους, αρνήθηκαν να με γνωρίσουν», δηλώνει ο Ιεχωβά.

 7 Γι’ αυτό, να τι λέει ο Ιεχωβά των στρατευμάτων:

«Θα τους λιώσω στο χωνευτήρι και θα τους εξετάσω,+

διότι τι άλλο μπορώ να κάνω με την κόρη του λαού μου;

 8 Η γλώσσα τους είναι φονικό βέλος που λέει λόγια απάτης.

Με το στόμα του κάποιος λέει ειρηνικά λόγια στον διπλανό του,

αλλά μέσα του στήνει ενέδρα».

 9 «Δεν πρέπει να τους ζητήσω λογαριασμό για αυτά τα πράγματα;» λέει ο Ιεχωβά.

«Δεν πρέπει να εκδικηθώ* ένα τέτοιο έθνος;+

10 Θα κλάψω και θα θρηνήσω για τα βουνά

και θα πω θρηνωδία* για τα βοσκοτόπια της ερημιάς,

διότι έχουν κατακαεί και δεν τα διαβαίνει κανείς,

και δεν ακούγεται ήχος από ζωντανά.

Τα πουλιά του ουρανού και τα ζώα έγιναν άφαντα, χάθηκαν.+

11 Θα κάνω την Ιερουσαλήμ σωρούς από πέτρες,+ λημέρι τσακαλιών,+

και τις πόλεις του Ιούδα θα τις κάνω ερημότοπο, και δεν θα υπάρχει κάτοικος.+

12 Ποιος είναι αρκετά σοφός ώστε να το κατανοήσει αυτό;

Σε ποιον μίλησε το στόμα του Ιεχωβά, ώστε να το διακηρύξει αυτός σε άλλους;

Γιατί αφανίστηκε η χώρα;

Γιατί είναι καμένη σαν την ερημιά

και δεν υπάρχει ούτε ένας διαβάτης;»

13 Ο Ιεχωβά απάντησε: «Επειδή απέρριψαν τον νόμο* μου τον οποίο έθεσα μπροστά τους και επειδή δεν τον ακολούθησαν ούτε υπάκουσαν στη φωνή μου. 14 Αντιθέτως, ακολούθησαν πεισματικά τη δική τους καρδιά+ και ακολούθησαν τις εικόνες του Βάαλ, όπως τους είχαν διδάξει οι πατέρες τους.+ 15 Γι’ αυτό, να τι λέει ο Ιεχωβά των στρατευμάτων, ο Θεός του Ισραήλ: “Θα κάνω αυτόν τον λαό να φάει αψιθιά και θα τον κάνω να πιει δηλητηριασμένο νερό.+ 16 Θα τους διασκορπίσω ανάμεσα στα έθνη τα οποία ούτε αυτοί ούτε οι πατέρες τους γνώριζαν,+ και θα στείλω πίσω τους σπαθί μέχρι να τους εξοντώσω”.+

17 Αυτό λέει ο Ιεχωβά των στρατευμάτων:

“Συμπεριφερθείτε με κατανόηση.

Καλέστε τις γυναίκες που λένε θρηνωδίες*+

και φωνάξτε τις επιδέξιες γυναίκες,

18 για να έρθουν γρήγορα και να υψώσουν για εμάς θρήνο,

ώστε να πλημμυρίσουν τα μάτια μας δάκρυα

και να σταλάξουν από τα βλέφαρά μας νερά.+

19 Διότι ο ήχος του θρήνου ακούστηκε από τη Σιών:+

«Πώς ερημωθήκαμε!

Πόσο ντροπιαστήκαμε!

Διότι εγκαταλείψαμε τη χώρα και γκρέμισαν τα σπίτια μας».+

20 Ακούστε, γυναίκες, τον λόγο του Ιεχωβά.

Ας δεχτεί το αφτί σας τον λόγο του στόματός του.

Διδάξτε τις κόρες σας αυτόν τον θρήνο,

και η μια την άλλη αυτή τη θρηνωδία.*+

21 Διότι θάνατος ανέβηκε μέσα από τα παράθυρά μας·

μπήκε στους οχυρωμένους πύργους μας

για να πάρει τα παιδιά από τους δρόμους

και τους νεαρούς από τις πλατείες”.+

22 Πες: “Αυτό δηλώνει ο Ιεχωβά:

«Τα πτώματα των ανθρώπων θα πέσουν σαν κοπριά πάνω στο χωράφι,

σαν σειρά από φρεσκοθερισμένα σιτηρά πίσω από τον θεριστή,

και κανείς δεν θα τα μαζέψει»”».+

23 Αυτό λέει ο Ιεχωβά:

«Ας μην καυχιέται ο σοφός για τη σοφία του·+

ας μην καυχιέται ο κραταιός για την κραταιότητά του·

και ας μην καυχιέται ο πλούσιος για τον πλούτο του».+

24 «Αλλά εκείνος που καυχιέται ας καυχιέται για το εξής:

Για το ότι έχει ενόραση και γνώση για εμένα,+

ότι εγώ είμαι ο Ιεχωβά, Αυτός που εκδηλώνει όσια αγάπη και ενεργεί με κρίση και δικαιοσύνη στη γη,+

διότι σε αυτά τα πράγματα βρίσκω ευχαρίστηση»,+ δηλώνει ο Ιεχωβά.

25 «Δείτε! Έρχονται ημέρες», δηλώνει ο Ιεχωβά, «κατά τις οποίες θα ζητήσω λογαριασμό από τον καθέναν που είναι περιτμημένος και ωστόσο απερίτμητος,+ 26 από την Αίγυπτο+ και τον Ιούδα+ και τον Εδώμ+ και τους Αμμωνίτες+ και τον Μωάβ+ και όλους όσους έχουν τα μαλλιά κομμένα στους κροτάφους και κατοικούν στην έρημο·+ διότι όλα τα έθνη είναι απερίτμητα, και όλος ο οίκος του Ισραήλ είναι απερίτμητος στην καρδιά».+

10 Άκουσε τον λόγο που είπε ο Ιεχωβά εναντίον σου, οίκε του Ισραήλ. 2 Αυτό λέει ο Ιεχωβά:

«Μη μαθαίνεις την οδό των εθνών,+

και μην τρομοκρατείσαι από τα σημεία των ουρανών

επειδή τα έθνη τρομοκρατούνται από αυτά.+

 3 Διότι τα έθιμα των λαών είναι ψευδαίσθηση.*

Πρόκειται απλώς για ένα δέντρο κομμένο από το δάσος,

που τα χέρια του τεχνίτη το κατεργάζονται με το εργαλείο* του.+

 4 Το στολίζουν με ασήμι και χρυσάφι+

και το στερεώνουν με σφυρί και καρφιά για να μην πέσει.+

 5 Είναι σαν σκιάχτρο σε περιβόλι με αγγούρια—δεν μπορούν να μιλήσουν·+

πρέπει να τα μεταφέρει κάποιος, επειδή δεν μπορούν να περπατήσουν.+

Μην τα φοβάσαι, γιατί δεν μπορούν να κάνουν κακό

ούτε μπορούν να κάνουν κάτι καλό».+

 6 Κανείς δεν είναι σαν εσένα, Ιεχωβά.+

Είσαι μεγάλος, και το όνομά σου είναι μεγάλο και κραταιό.

 7 Ποιος δεν θα σε φοβηθεί, Βασιλιά των εθνών;+ Διότι αυτό σου αρμόζει·

επειδή ανάμεσα σε όλους τους σοφούς των εθνών και ανάμεσα σε όλα τα βασίλειά τους

δεν υπάρχει κανείς απολύτως σαν εσένα.+

 8 Είναι όλοι παράλογοι και ανόητοι.+

Η διδασκαλία από ένα δέντρο είναι πέρα για πέρα ψευδαίσθηση.*+

 9 Ελάσματα ασημιού εισάγονται από τη Θαρσείς+ και χρυσάφι από το Ουφάζ,

το έργο τεχνίτη, από τα χέρια μεταλλουργού.

Τα ρούχα τους είναι από μπλε κλωστή και πορφυρό μαλλί.

Κατασκευάζονται όλα από δεξιοτέχνες εργάτες.

10 Αλλά ο Ιεχωβά είναι στ’ αλήθεια Θεός.

Είναι ο ζωντανός Θεός+ και ο αιώνιος Βασιλιάς.+

Εξαιτίας της αγανάκτησής του, η γη θα σειστεί,+

και κανένα έθνος δεν θα αντέξει την κατάκρισή του.

11* Αυτό πρέπει να τους πείτε:

«Οι θεοί που δεν έφτιαξαν τους ουρανούς και τη γη

θα αφανιστούν από τη γη και κάτω από αυτούς τους ουρανούς».+

12 Αυτός είναι ο Δημιουργός της γης, την οποία έφτιαξε με τη δύναμή του,

Αυτός που στερέωσε τα παραγωγικά εδάφη με τη σοφία του+

και εξέτεινε τους ουρανούς με την κατανόησή του.+

13 Στο άκουσμα της φωνής του,

τα νερά στους ουρανούς ταράζονται,+

και αυτός κάνει να ανεβαίνουν σύννεφα* από τα πέρατα της γης.+

Στέλνει αστραπές με* τη βροχή

και βγάζει από τις αποθήκες του τον άνεμο.+

14 Κάθε άνθρωπος ενεργεί παράλογα και χωρίς γνώση.

Κάθε μεταλλουργός θα ντροπιαστεί εξαιτίας της γλυπτής εικόνας·+

διότι η χυτή εικόνα του* είναι ψέμα,

και δεν υπάρχει πνεύμα* σε αυτές.+

15 Είναι ψευδαίσθηση,* έργο άξιο κοροϊδίας.+

Όταν έρθει η ημέρα να δώσουν λογαριασμό, θα αφανιστούν.

16 Η Μερίδα του Ιακώβ δεν είναι σαν αυτά τα πράγματα,

διότι αυτός είναι ο Πλάστης των πάντων,

και ο Ισραήλ είναι η ράβδος της κληρονομιάς του.+

Ιεχωβά των στρατευμάτων είναι το όνομά του.+

17 Μάζεψε από το έδαφος τον μπόγο σου,

γυναίκα που βρίσκεσαι σε πολιορκία.

18 Διότι αυτό λέει ο Ιεχωβά:

«Εγώ θα πετάξω* τους κατοίκους έξω από τη χώρα αυτή τη φορά,+

και θα τους κάνω να νιώσουν οδύνη».

19 Αλίμονο σε εμένα εξαιτίας της συντριβής μου!*+

Η πληγή μου είναι αθεράπευτη.

Και είπα: «Ασφαλώς αυτή είναι η αρρώστια μου, και πρέπει να την υπομείνω.

20 Η σκηνή μου ερημώθηκε και όλα τα σχοινιά της κόπηκαν.+

Οι γιοι μου με άφησαν και δεν υπάρχουν πια.+

Δεν απέμεινε κανείς για να απλώσει τη σκηνή μου ή να σηκώσει τα υφάσματά της.

21 Διότι οι ποιμένες συμπεριφέρθηκαν ανόητα,+

και δεν ρώτησαν τον Ιεχωβά.+

Να γιατί δεν ενήργησαν με ενόραση,

και όλα τα ποίμνιά τους διασκορπίστηκαν».+

22 Άκου! Μια είδηση! Έρχεται!

Ένα μεγάλο ποδοβολητό από τη γη του βορρά,+

για να κάνει τις πόλεις του Ιούδα ερημότοπο, λημέρι τσακαλιών.+

23 Γνωρίζω καλά, Ιεχωβά, ότι δεν ανήκει στον άνθρωπο η οδός του.

Στον άνθρωπο που περπατάει δεν ανήκει το να κατευθύνει το βήμα του.+

24 Διόρθωσέ με, Ιεχωβά, με κρίση,

αλλά όχι μέσα στον θυμό σου,+ για να μη με εκμηδενίσεις.+

25 Έκχυσε την οργή σου πάνω στα έθνη που σε αγνοούν+

και πάνω στις οικογένειες που δεν επικαλούνται το όνομά σου.

Διότι καταβρόχθισαν τον Ιακώβ,+

ναι, τον καταβρόχθισαν μέχρις εξόντωσης,+

και ερήμωσαν την πατρίδα του.+

11 Αυτός είναι ο λόγος που ήρθε στον Ιερεμία από τον Ιεχωβά: 2 «Ακούστε τα λόγια αυτής της διαθήκης!

»Διακήρυξέ τα* στους άντρες του Ιούδα και στους κατοίκους της Ιερουσαλήμ 3 και πες τους: “Αυτό λέει ο Ιεχωβά, ο Θεός του Ισραήλ: «Καταραμένος είναι ο άνθρωπος που δεν υπακούει στα λόγια αυτής της διαθήκης,+ 4 την οποία διέταξα στους προπάτορές σας την ημέρα που τους έβγαλα από τη γη της Αιγύπτου,+ από το σιδηρουργικό καμίνι,+ λέγοντας: “Να υπακούτε στη φωνή μου και να κάνετε όλα όσα σας διατάζω· και θα γίνετε λαός μου και εγώ θα είμαι ο Θεός σας,+ 5 ώστε να εκπληρώσω τον όρκο που έδωσα στους προπάτορές σας, να τους δώσω τη γη όπου ρέει το γάλα και το μέλι,+ όπως συμβαίνει σήμερα”»”».

Και εγώ απάντησα: «Αμήν,* Ιεχωβά».

6 Έπειτα ο Ιεχωβά μού είπε: «Διακήρυξε όλα αυτά τα λόγια στις πόλεις του Ιούδα και στους δρόμους της Ιερουσαλήμ: “Να ακούτε τα λόγια αυτής της διαθήκης και να τα εκτελείτε. 7 Διότι νουθέτησα ρητά τους προπάτορές σας την ημέρα που τους έβγαλα από τη γη της Αιγύπτου, όπως κάνω μέχρι σήμερα—τους νουθέτησα ξανά και ξανά* με τα εξής λόγια: «Να υπακούτε στη φωνή μου».+ 8 Αλλά εκείνοι δεν άκουσαν ούτε έδωσαν προσοχή·* αντιθέτως, ο καθένας τους συνέχισε να ακολουθεί πεισματικά τη δική του πονηρή καρδιά.+ Γι’ αυτό, έφερα πάνω τους όλα τα λόγια αυτής της διαθήκης που τους διέταξα να εκτελούν και τα οποία αυτοί αρνήθηκαν να εκτελέσουν”».

9 Κατόπιν ο Ιεχωβά μού είπε: «Οι άντρες του Ιούδα και οι κάτοικοι της Ιερουσαλήμ έχουν συνωμοτήσει εναντίον μου. 10 Επέστρεψαν στα σφάλματα που έκαναν οι προπάτορές τους τα παλιά χρόνια, οι οποίοι αρνήθηκαν να υπακούσουν στα λόγια μου.+ Ακολούθησαν και αυτοί άλλους θεούς και τους υπηρέτησαν.+ Ο οίκος του Ισραήλ και ο οίκος του Ιούδα παραβίασαν τη διαθήκη μου την οποία έκανα με τους προπάτορές τους.+ 11 Γι’ αυτό, να τι λέει ο Ιεχωβά: “Εγώ φέρνω πάνω τους συμφορά+ από την οποία δεν θα μπορέσουν να ξεφύγουν. Όταν μου ζητήσουν βοήθεια, δεν θα τους ακούσω.+ 12 Τότε οι πόλεις του Ιούδα και οι κάτοικοι της Ιερουσαλήμ θα πάνε στους θεούς στους οποίους προσφέρουν θυσίες* και θα ζητήσουν βοήθεια,+ αλλά εκείνοι δεν πρόκειται να τους σώσουν τον καιρό της συμφοράς τους. 13 Διότι οι θεοί σου έγιναν τόσο πολλοί όσες είναι οι πόλεις σου, Ιούδα, και έστησες για το αισχρό πράγμα* τόσο πολλά θυσιαστήρια όσοι είναι οι δρόμοι της Ιερουσαλήμ, θυσιαστήρια για να προσφέρεις θυσίες στον Βάαλ”.+

14 »Όσο για εσένα,* μην κάνεις προσευχές για χάρη αυτού του λαού. Μην υψώνεις κραυγή για χάρη τους+ και μην προσεύχεσαι για αυτούς, γιατί δεν θα ακούω όταν θα φωνάζουν προς εμένα εξαιτίας της συμφοράς τους.

15 Τι δικαίωμα έχει η αγαπημένη μου να βρίσκεται στον οίκο μου

όταν τόσο πολλοί εκτελούν βλαβερά σχέδια;

Με άγιο κρέας* θα αποτρέψουν τη συμφορά όταν έρθει πάνω σου;

Άραγε θα χαίρεσαι εκείνον τον καιρό;

16 Ο Ιεχωβά σε αποκάλεσε κάποτε θαλερή ελιά,

ωραία και με καλό καρπό.

Με εκκωφαντικό ήχο, έβαλε σε αυτήν φωτιά,

και έσπασαν τα κλαδιά της.

17 »Ο Ιεχωβά των στρατευμάτων, ο Φυτευτής σου,+ διακήρυξε ότι θα έρθει πάνω σου συμφορά για το κακό που έκανε ο οίκος του Ισραήλ και ο οίκος του Ιούδα, οι οποίοι με πρόσβαλαν προσφέροντας θυσίες στον Βάαλ».+

18 Ο Ιεχωβά με πληροφόρησε ώστε να ξέρω·

εκείνον τον καιρό με έκανες να δω τις ενέργειές τους.

19 Ήμουν σαν υπάκουο αρνί που οδηγείται στη σφαγή,

δεν ήξερα ότι έκαναν σχέδια εναντίον μου:+

«Ας καταστρέψουμε το δέντρο μαζί με τον καρπό του,

και ας τον αφανίσουμε από τη γη των ζωντανών,

ώστε να μη θυμάται πια κανείς το όνομά του».

20 Ο Ιεχωβά των στρατευμάτων, όμως, κρίνει με δικαιοσύνη·

εξετάζει τις ενδόμυχες σκέψεις* και την καρδιά.+

Ας δω την εκδίκησή σου πάνω τους,

γιατί σε εσένα εμπιστεύτηκα τη δικαστική μου υπόθεση.

21 Γι’ αυτό, να τι λέει ο Ιεχωβά εναντίον των αντρών της Αναθώθ+ που ζητούν να σου αφαιρέσουν τη ζωή* και λένε: «Δεν πρέπει να προφητεύεις στο όνομα του Ιεχωβά,+ ειδάλλως θα πεθάνεις από τα χέρια μας»· 22 γι’ αυτό, να τι λέει ο Ιεχωβά των στρατευμάτων: «Θα ζητήσω από αυτούς λογαριασμό. Οι νεαροί θα πεθάνουν από σπαθί,+ και οι γιοι τους και οι κόρες τους θα πεθάνουν από την πείνα.+ 23 Ούτε καν υπόλοιπο δεν θα μείνει από αυτούς, επειδή θα φέρω συμφορά στους άντρες της Αναθώθ+ το έτος κατά το οποίο θα τους ζητήσω λογαριασμό».

12 Εσύ είσαι δίκαιος, Ιεχωβά,+ όταν υποβάλλω το παράπονό μου σε εσένα,

όταν μιλώ μαζί σου για ζητήματα δικαιοσύνης.

Αλλά γιατί είναι η οδός των πονηρών πετυχημένη,+

και γιατί οι δόλιοι δεν έχουν στενοχώριες;

 2 Τους φύτεψες, και αυτοί ρίζωσαν.

Μεγάλωσαν και παρήγαγαν καρπό.

Είσαι στα χείλη τους, αλλά μακριά από τις ενδόμυχες σκέψεις τους.*+

 3 Εσύ όμως, Ιεχωβά, με γνωρίζεις καλά,+ με βλέπεις·

εξέτασες την καρδιά μου και είδες ότι βρίσκεται σε ενότητα με εσένα.+

Ξεχώρισέ τους σαν πρόβατα για σφαγή,

και βάλε τους στην άκρη για την ημέρα της θανάτωσης.

 4 Ως πότε θα μαραζώνει η χώρα

και θα ξεραίνεται η βλάστηση κάθε αγρού;+

Εξαιτίας της κακίας εκείνων που κατοικούν σε αυτήν,

τα ζώα και τα πουλιά έχουν αφανιστεί.

Διότι εκείνοι είπαν: «Δεν βλέπει τι θα μας συμβεί».

 5 Αν κουράζεσαι τρέχοντας με πεζούς,

πώς μπορείς να συναγωνιστείς με άλογα;+

Στη γη της ειρήνης νιώθεις σιγουριά,

αλλά τι θα κάνεις όταν βρεθείς ανάμεσα στις πυκνές συστάδες του Ιορδάνη;

 6 Διότι ακόμη και οι αδελφοί σου, το σπιτικό του πατέρα σου,

σου φέρθηκαν δόλια.+

Φώναξαν δυνατά εναντίον σου.

Μην τους εμπιστεύεσαι,

ακόμη και αν σου λένε καλά πράγματα.

 7 «Εγκατέλειψα το σπίτι μου·+ άφησα έρημη την κληρονομιά μου.+

Παρέδωσα την πολυαγαπημένη μου* στα χέρια των εχθρών της.+

 8 Η κληρονομιά μου έγινε για εμένα σαν λιοντάρι στο δάσος.

Βρυχήθηκε εναντίον μου.

Γι’ αυτό και εγώ τη μίσησα.

 9 Η κληρονομιά μου είναι σαν πολύχρωμο* αρπακτικό πουλί για εμένα·

τα άλλα αρπακτικά πουλιά το κυκλώνουν και του επιτίθενται.+

Ελάτε, συγκεντρωθείτε, όλα εσείς τα ζώα του αγρού,

ελάτε να φάτε.+

10 Πολλοί βοσκοί κατέστρεψαν το αμπέλι μου·+

ποδοπάτησαν το κτήμα μου.+

Μετέτρεψαν το επιθυμητό μου κτήμα σε έρημο χερσότοπο.

11 Έγινε ερημότοπος.

Ξεράθηκε·*

απλώνεται μπροστά μου ερημωμένο.+

Ολόκληρη η χώρα ερημώθηκε,

αλλά κανείς δεν δίνει σημασία.+

12 Από όλα τα μονοπάτια* της ερήμου ήρθαν οι καταστροφείς,

διότι το σπαθί του Ιεχωβά κατατρώει από τη μια άκρη της χώρας ως την άλλη.+

Δεν υπάρχει ειρήνη για κανέναν.*

13 Έσπειραν σιτάρι, αλλά θέρισαν αγκάθια.+

Απέκαμαν, αλλά χωρίς κανένα όφελος.

Θα ντραπούν για τη σοδειά τους

εξαιτίας του φλογερού θυμού του Ιεχωβά».

14 Αυτό λέει ο Ιεχωβά εναντίον όλων των πονηρών γειτόνων μου, που αγγίζουν την κληρονομιά την οποία έδωσα στην κατοχή του λαού μου του Ισραήλ:+ «Εγώ τους ξεριζώνω από τη γη τους,+ και θα ξεριζώσω τον οίκο του Ιούδα από ανάμεσά τους. 15 Αλλά αφού τους ξεριζώσω, θα τους ελεήσω ξανά και θα επαναφέρω τον καθέναν τους στην κληρονομιά του και στη γη του».

16 «Και αν φροντίσουν να μάθουν τις οδούς του λαού μου και να ορκίζονται στο όνομά μου: “Όσο βέβαιο είναι ότι ζει ο Ιεχωβά!” όπως δίδαξαν τον λαό μου να ορκίζεται στον Βάαλ, τότε θα εδραιωθούν ανάμεσα στον λαό μου. 17 Αλλά αν δεν υπακούσουν, τότε θα ξεριζώσω εκείνο το έθνος, ξεριζώνοντάς το και καταστρέφοντάς το», δηλώνει ο Ιεχωβά.+

13 Αυτό μου είπε ο Ιεχωβά: «Πήγαινε και αγόρασε μια λινή ζώνη και φόρεσέ την γύρω από τη μέση σου, αλλά μην τη βάλεις σε νερό». 2 Αγόρασα λοιπόν τη ζώνη σύμφωνα με τον λόγο του Ιεχωβά και τη φόρεσα γύρω από τη μέση μου. 3 Και ο λόγος του Ιεχωβά ήρθε σε εμένα δεύτερη φορά: 4 «Πάρε τη ζώνη την οποία αγόρασες και φοράς, και σήκω, πήγαινε στον Ευφράτη και κρύψε την εκεί στη σχισμή ενός βράχου». 5 Πήγα λοιπόν και την έκρυψα κοντά στον Ευφράτη, όπως με είχε διατάξει ο Ιεχωβά.

6 Αλλά έπειτα από πολλές ημέρες, ο Ιεχωβά μού είπε: «Σήκω, πήγαινε στον Ευφράτη και πάρε τη ζώνη την οποία σε διέταξα να κρύψεις εκεί». 7 Πήγα λοιπόν στον Ευφράτη και έσκαψα και πήρα τη ζώνη από το μέρος όπου την είχα κρύψει, και είδα ότι η ζώνη είχε καταστραφεί· ήταν εντελώς άχρηστη.

8 Τότε ήρθε σε εμένα ο εξής λόγος του Ιεχωβά: 9 «Αυτό λέει ο Ιεχωβά: “Με τον ίδιο τρόπο θα καταστρέψω την υπερηφάνεια του Ιούδα και την τεράστια υπερηφάνεια της Ιερουσαλήμ.+ 10 Αυτός ο κακός λαός που αρνείται να υπακούσει στα λόγια μου,+ που ακολουθεί πεισματικά τη δική του καρδιά+ και ακολουθεί άλλους θεούς, υπηρετώντας τους και προσκυνώντας τους, θα γίνει όπως αυτή η ζώνη που είναι εντελώς άχρηστη”. 11 “Διότι όπως μια ζώνη προσκολλάται στη μέση ενός ανθρώπου, έτσι έκανα να προσκολλάται σε εμένα όλος ο οίκος του Ισραήλ και όλος ο οίκος του Ιούδα”, δηλώνει ο Ιεχωβά, “ώστε να γίνουν για εμένα λαός,+ όνομα,+ αίνος και κάτι ωραίο. Αυτοί όμως δεν υπάκουσαν”.+

12 »Πρέπει επίσης να τους πεις το εξής άγγελμα: “Αυτό λέει ο Ιεχωβά, ο Θεός του Ισραήλ: «Κάθε μεγάλη στάμνα πρέπει να γεμίζει με κρασί»”. Και εκείνοι θα σου απαντήσουν: “Μα δεν ξέρουμε ήδη ότι κάθε μεγάλη στάμνα πρέπει να γεμίζει με κρασί;” 13 Κατόπιν να τους πεις: “Αυτό λέει ο Ιεχωβά: «Εγώ γεμίζω με μέθη όλους τους κατοίκους αυτής της γης,+ τους βασιλιάδες που κάθονται στον θρόνο του Δαβίδ, τους ιερείς και τους προφήτες, καθώς και όλους τους κατοίκους της Ιερουσαλήμ. 14 Και θα τους συντρίψω χτυπώντας τον έναν πάνω στον άλλον, πατέρες και γιους μαζί», δηλώνει ο Ιεχωβά.+ «Δεν θα δείξω συμπόνια ούτε θα νιώσω λύπη ούτε θα τους ελεήσω· τίποτα δεν θα με εμποδίσει να τους καταστρέψω»”.+

15 Ακούστε και δώστε προσοχή.

Μην είστε υπερόπτες, γιατί ο Ιεχωβά μίλησε.

16 Δώστε δόξα στον Ιεχωβά τον Θεό σας

προτού φέρει σκοτάδι

και προτού σκοντάψουν τα πόδια σας στα βουνά το σούρουπο.

Θα ελπίζετε πως θα έρθει φως,

αλλά αυτός θα φέρει βαθιά σκιά·

θα μετατρέψει το φως σε πυκνό σκοτάδι.+

17 Και αν αρνηθείτε να ακούσετε,

θα κλάψω* κρυφά εξαιτίας της υπερηφάνειάς σας.

Θα χύσω πολλά δάκρυα—θα τρέχουν σαν ποτάμι από τα μάτια μου+—

επειδή το ποίμνιο του Ιεχωβά+ πάρθηκε αιχμάλωτο.

18 Πες στον βασιλιά και στη βασιλομήτορα:*+ “Καθίστε σε κατώτερη θέση,

διότι το όμορφο στέμμα σας θα πέσει από το κεφάλι σας”.

19 Οι πόλεις του νότου είναι κλειστές,* και δεν υπάρχει κανείς να τις ανοίξει.

Όλος ο Ιούδας εξορίστηκε, εξορίστηκε ολόκληρος.+

20 Σήκωσε τα μάτια σου και δες εκείνους που έρχονται από τον βορρά.+

Πού είναι το κοπάδι που σου δόθηκε, τα ωραία πρόβατά σου;+

21 Τι θα πεις όταν έρθει η τιμωρία σου

από τους στενούς σου φίλους τους οποίους είχες από την αρχή;+

Δεν θα σε πιάσουν πόνοι γέννας, σαν της γυναίκας που γεννάει;+

22 Και όταν πεις μέσα σου: “Γιατί μου συνέβησαν όλα αυτά;”+

Εξαιτίας του μεγάλου σφάλματός σου αφαιρέθηκε το κάτω μέρος της φορεσιάς σου+

και κακοπάθησαν οι φτέρνες σου.

23 Μπορεί ο Χουσίτης* να αλλάξει το δέρμα του ή η λεοπάρδαλη τις κηλίδες της;+

Αν ναι, τότε και εσείς μπορείτε να κάνετε το καλό,

εσείς που έχετε εκπαιδευτεί να κάνετε το κακό.

24 Θα τους σκορπίσω λοιπόν σαν το άχυρο που το παίρνει ο άνεμος της ερήμου.+

25 Αυτός είναι ο κλήρος σου, η μερίδα που σου έδωσα», δηλώνει ο Ιεχωβά,

«επειδή με ξέχασες+ και εμπιστεύεσαι σε ψέματα.+

26 Γι’ αυτό λοιπόν, θα σηκώσω το κάτω μέρος της φορεσιάς σου πάνω από το πρόσωπό σου,

και θα φανεί η ντροπή σου,+

27 οι μοιχείες σου+ και τα γεμάτα πάθος χλιμιντρίσματά σου,

η χυδαία* πορνεία σου.

Πάνω στους λόφους, στον αγρό,

είδα την αηδιαστική σου συμπεριφορά.+

Αλίμονο σε εσένα, Ιερουσαλήμ!

Ως πότε θα παραμένεις ακάθαρτη;»+

14 Αυτός είναι ο λόγος του Ιεχωβά που ήρθε στον Ιερεμία σχετικά με τις ξηρασίες:+

 2 Ο Ιούδας πενθεί+ και οι πύλες του έχουν ρημάξει.

Σωριάζονται καταγής σκυθρωπές,

και κραυγή υψώνεται από την Ιερουσαλήμ.

 3 Οι κύριοι στέλνουν τους υπηρέτες* τους για νερό.

Πηγαίνουν στις στέρνες* και δεν βρίσκουν νερό.

Επιστρέφουν με τα σκεύη τους άδεια.

Ντρέπονται και απογοητεύονται,

και καλύπτουν το κεφάλι τους.

 4 Το έδαφος σκίστηκε,

επειδή δεν πέφτει βροχή στη χώρα,+

και οι γεωργοί είναι απελπισμένοι και καλύπτουν το κεφάλι τους.

 5 Ακόμη και η ελαφίνα στον αγρό εγκαταλείπει το νεογέννητό της

επειδή δεν υπάρχει χορτάρι.

 6 Τα άγρια γαϊδούρια στέκονται στους γυμνούς λόφους.

Λαχανιάζουν σαν τα τσακάλια·

τα μάτια τους σβήνουν επειδή δεν υπάρχει βλάστηση.+

 7 Παρότι τα ίδια μας τα σφάλματα καταθέτουν εναντίον μας,

Ιεχωβά, βοήθησέ μας για χάρη του ονόματός σου.+

Διότι οι απιστίες μας είναι πολλές,+

και ενάντια σε εσένα αμαρτήσαμε.

 8 Εσύ που είσαι η ελπίδα του Ισραήλ, ο Σωτήρας του+ σε καιρούς στενοχώριας,

γιατί είσαι σαν ξένος στη χώρα,

σαν ταξιδιώτης που σταματάει μόνο για να διανυκτερεύσει;

 9 Γιατί είσαι σαν άνθρωπος που έμεινε αποσβολωμένος,

σαν άντρας κραταιός που δεν μπορεί να σώσει;

Διότι εσύ είσαι ανάμεσά μας, Ιεχωβά,+

και εμείς φέρουμε το όνομά σου.+

Μη μας εγκαταλείπεις.

10 Να τι λέει ο Ιεχωβά για αυτόν τον λαό: «Τους αρέσει να περιπλανιούνται·+ δεν κρατούν υπό έλεγχο τα πόδια τους.+ Γι’ αυτό, ο Ιεχωβά δεν βρίσκει ευχαρίστηση σε αυτούς.+ Τώρα θα θυμηθεί το σφάλμα τους και θα τους ζητήσει λογαριασμό για τις αμαρτίες τους».+

11 Κατόπιν ο Ιεχωβά μού είπε: «Μην προσεύχεσαι να έρθει καλό σε αυτόν τον λαό.+ 12 Όταν νηστεύουν, δεν ακούω τις ικεσίες τους+ και, όταν προσφέρουν ολοκαυτώματα και προσφορές σιτηρών, δεν βρίσκω ευχαρίστηση σε αυτά,+ αλλά με σπαθί, με πείνα και με επιδημία* θα τους θανατώσω».+

13 Τότε είπα: «Αλίμονο, Υπέρτατε Κύριε Ιεχωβά! Εδώ οι προφήτες λένε σε αυτούς: “Δεν θα δείτε σπαθί, και δεν θα σας βρει πείνα, αλλά θα σας δώσω αληθινή ειρήνη σε αυτόν τον τόπο”».+

14 Τότε ο Ιεχωβά μού είπε: «Οι προφήτες προφητεύουν ψέματα στο όνομά μου.+ Εγώ δεν τους έστειλα ούτε τους διέταξα ούτε μίλησα σε αυτούς.+ Ψεύτικο όραμα και άχρηστη μαντεία και την απάτη της δικής τους καρδιάς προφητεύουν σε εσάς.+ 15 Γι’ αυτό, να τι λέει ο Ιεχωβά για τους προφήτες που προφητεύουν στο όνομά μου, μολονότι εγώ δεν τους έστειλα, και οι οποίοι λένε ότι δεν θα έρθει σπαθί ούτε πείνα σε αυτή τη γη: “Από σπαθί και από πείνα θα αφανιστούν αυτοί οι προφήτες.+ 16 Και εκείνους στους οποίους αυτοί προφητεύουν θα τους πετάξουν στους δρόμους της Ιερουσαλήμ εξαιτίας της πείνας και του σπαθιού, και δεν θα υπάρχει κανείς να τους θάψει+—αυτούς, τις συζύγους τους, τους γιους τους ή τις κόρες τους—διότι θα εκχύσω πάνω τους τη συμφορά που τους αξίζει”.+

17 »Πρέπει να τους πεις αυτόν τον λόγο:

“Ας τρέχουν από τα μάτια μου δάκρυα νύχτα και ημέρα, ασταμάτητα,+

γιατί η παρθένα κόρη του λαού μου δέχτηκε συντριπτικό πλήγμα,+

και το τραύμα της είναι βαρύτατο.

18 Αν βγω έξω στον αγρό,

βλέπω σκοτωμένους από σπαθί!+

Και αν μπω μέσα στην πόλη,

βλέπω τις αρρώστιες που προκάλεσε η πείνα!+

Διότι τόσο ο προφήτης όσο και ο ιερέας περιφέρονται σε μια γη την οποία δεν γνωρίζουν”».+

19 Απέρριψες άραγε εντελώς τον Ιούδα και νιώθεις* αποστροφή για τη Σιών;+

Γιατί μας χτύπησες και δεν βρίσκουμε γιατρειά;+

Υπήρχε ελπίδα για ειρήνη, αλλά δεν ήρθε τίποτα καλό,

για καιρό γιατρειάς, αλλά υπάρχει τρόμος!+

20 Αναγνωρίζουμε, Ιεχωβά, την πονηρία μας

και το σφάλμα των προπατόρων μας,

διότι αμαρτήσαμε εναντίον σου.+

21 Για χάρη του ονόματός σου, μη μας απορρίψεις·+

μην καταφρονήσεις τον ένδοξο θρόνο σου.

Θυμήσου και μην αθετήσεις τη διαθήκη που έκανες με εμάς.+

22 Μπορεί κανένα από τα άχρηστα είδωλα των εθνών να φέρει βροχή,

ή μπορούν από μόνοι τους οι ουρανοί να στείλουν νεροποντές;

Εσύ δεν είσαι ο Μοναδικός, Ιεχωβά Θεέ μας;+

Και εμείς ελπίζουμε σε εσένα,

γιατί μόνο εσύ τα κάνεις όλα αυτά.

15 Έπειτα ο Ιεχωβά μού είπε: «Ακόμη και αν ο Μωυσής και ο Σαμουήλ στέκονταν μπροστά μου,+ δεν θα έδειχνα εύνοια σε* αυτόν τον λαό. Διώξε τους από μπροστά μου. Ας φύγουν. 2 Και αν σου πουν: “Πού να πάμε;” τότε να τους πεις: “Αυτό λέει ο Ιεχωβά:

«Όποιος είναι για θανατηφόρα πληγή, σε θανατηφόρα πληγή!

Όποιος είναι για το σπαθί, στο σπαθί!+

Όποιος είναι για την πείνα, στην πείνα!

Και όποιος είναι για την αιχμαλωσία, στην αιχμαλωσία!»”+

3 »“Και θα ορίσω για αυτούς τέσσερις συμφορές”,*+ δηλώνει ο Ιεχωβά, “το σπαθί για να σκοτώνει, τους σκύλους για να τους σέρνουν, καθώς και τα πουλιά των ουρανών και τα ζώα της γης για να καταβροχθίζουν και να καταστρέφουν.+ 4 Και θα τους κάνω κάτι φρικαλέο για όλα τα βασίλεια της γης+ εξαιτίας του Μανασσή, του γιου του Εζεκία, του βασιλιά του Ιούδα, για ό,τι έκανε στην Ιερουσαλήμ.+

 5 Ποιος θα σου δείξει συμπόνια, Ιερουσαλήμ;

Ποιος θα συμμεριστεί τον πόνο σου

και ποιος θα σταθεί για να ρωτήσει αν είσαι καλά;”

 6 “Εσύ με εγκατέλειψες”, δηλώνει ο Ιεχωβά.+

“Μου γυρίζεις συνεχώς την πλάτη.*+

Γι’ αυτό, θα απλώσω το χέρι μου εναντίον σου και θα σε εξολοθρεύσω.+

Κουράστηκα να σε λυπάμαι.*

 7 Θα τους λιχνίσω με δικράνι στις πύλες της χώρας.

Θα τους στερήσω τα παιδιά.+

Θα εξολοθρεύσω τον λαό μου,

επειδή αρνούνται να επιστρέψουν από τις οδούς τους.+

 8 Οι χήρες τους θα γίνουν μπροστά μου περισσότερες από τους κόκκους της άμμου των θαλασσών.

Θα φέρω καταστροφέα πάνω τους μέσα στο μεσημέρι, πάνω σε μητέρες και νεαρούς.

Θα φέρω ξαφνικά πάνω τους ταραχή και τρόμο.

 9 Η γυναίκα που γέννησε εφτά παιδιά σβήνει·

αγωνίζεται* να αναπνεύσει.

Ο ήλιος της έδυσε ενώ είναι ακόμη ημέρα,

προκαλώντας ντροπή και ταπείνωση”.*

“Και τους λίγους που απέμειναν

θα τους δώσω στο σπαθί μπροστά στους εχθρούς τους”, δηλώνει ο Ιεχωβά».+

10 Αλίμονο σε εμένα, μητέρα μου, επειδή με γέννησες·+

γέννησες έναν άντρα που γίνεται στόχος φιλονικίας και διαμάχης σε όλη τη χώρα.

Δεν δάνεισα σε κανέναν ούτε δανείστηκα·

αλλά όλοι τους με καταριούνται.

11 Ο Ιεχωβά είπε: «Ασφαλώς θα σε βοηθήσω·

ασφαλώς θα μεσολαβήσω για εσένα τον καιρό της συμφοράς,

τον καιρό της στενοχώριας, εναντίον του εχθρού.

12 Μπορεί κάποιος να κομματιάσει το σίδερο,

το σίδερο από τον βορρά, καθώς και τον χαλκό;

13 Θα δώσω τα πλούτη σου και τους θησαυρούς σου ως λάφυρα,+

όχι για κάποιο αντίτιμο, αλλά εξαιτίας όλων των αμαρτιών που διέπραξες σε όλες τις περιοχές σου.

14 Θα τα δώσω στους εχθρούς σου

για να τα πάρουν σε μια γη που δεν γνωρίζεις.+

Διότι φωτιά άναψε από τον θυμό μου,

και καίει εναντίον σας».+

15 Εσύ γνωρίζεις, Ιεχωβά,

θυμήσου με και στρέψε την προσοχή σου πάνω μου.

Πάρε εκδίκηση για εμένα από τους διώκτες μου.+

Μη με αφήσεις να αφανιστώ* λόγω της μακροθυμίας σου.

Να ξέρεις ότι για χάρη σου υφίσταμαι αυτόν τον χλευασμό.+

16 Τα λόγια σου βρέθηκαν, και εγώ τα έφαγα·+

και ο λόγος σου έγινε για εμένα η αγαλλίαση και η χαρά της καρδιάς μου,

διότι φέρω πάνω μου το όνομά σου, Ιεχωβά, Θεέ των στρατευμάτων.

17 Δεν κάθομαι στη συντροφιά ανθρώπων που διασκεδάζουν για να χαρώ μαζί τους.+

Επειδή το χέρι σου είναι πάνω μου, κάθομαι μόνος μου,

διότι με γέμισες αγανάκτηση.*+

18 Γιατί είναι ο πόνος μου χρόνιος και η πληγή μου αθεράπευτη;

Αρνείται να γιατρευτεί.

Θα γίνεις άραγε για εμένα σαν απατηλό απόθεμα νερού

που δεν μπορεί κανείς να βασιστεί σε αυτό;

19 Να λοιπόν τι λέει ο Ιεχωβά:

«Αν επιστρέψεις, θα σε αποκαταστήσω,

και θα σταθείς μπροστά μου.

Αν ξεχωρίσεις το πολύτιμο από αυτό που είναι άχρηστο,

θα γίνεις σαν το στόμα μου.*

Αυτοί θα αναγκαστούν να στραφούν σε εσένα,

αλλά εσύ δεν θα στραφείς σε αυτούς».

20 «Θα σε κάνω οχυρωμένο χάλκινο τείχος απέναντι σε αυτόν τον λαό.+

Σίγουρα θα σε πολεμήσουν,

αλλά δεν θα υπερισχύσουν εναντίον σου,*+

διότι εγώ είμαι μαζί σου για να σε σώζω και να σε ελευθερώνω», δηλώνει ο Ιεχωβά.

21 «Θα σε ελευθερώσω από το χέρι των πονηρών

και θα σε απολυτρώσω από την παλάμη των αμείλικτων ανθρώπων».

16 Πάλι ήρθε σε εμένα ο λόγος του Ιεχωβά και μου είπε: 2 «Μην πάρεις σύζυγο και μην αποκτήσεις γιους και κόρες σε αυτόν τον τόπο. 3 Διότι αυτό λέει ο Ιεχωβά για τους γιους και τις κόρες που γεννιούνται εδώ και για τις μητέρες τους που τους γεννούν και για τους πατέρες τους που προκαλούν τη γέννησή τους σε αυτή τη χώρα: 4 “Θα πεθάνουν από θανατηφόρες αρρώστιες,+ αλλά κανείς δεν θα πενθήσει για αυτούς ούτε θα τους θάψει· θα γίνουν σαν κοπριά στην επιφάνεια της γης.+ Θα αφανιστούν από σπαθί και από πείνα,+ και τα πτώματά τους θα γίνουν τροφή για τα πουλιά των ουρανών και για τα ζώα της γης”.

 5 Αυτό λέει ο Ιεχωβά:

“Μην μπεις σε σπίτι όπου γίνεται συμπόσιο πένθους

και μην πας να θρηνήσεις ή να συλλυπηθείς”.+

“Διότι αφαίρεσα την ειρήνη μου από αυτόν τον λαό”, δηλώνει ο Ιεχωβά,

“καθώς και την όσια αγάπη μου και το έλεός μου.+

 6 Μεγάλοι και μικροί θα πεθάνουν σε αυτή τη χώρα.

Δεν θα θαφτούν·

κανείς δεν θα τους πενθήσει

ούτε θα κάνει τομές πάνω του ούτε θα γίνει φαλακρός για αυτούς.*

 7 Και κανείς δεν θα δώσει τροφή σε αυτούς που πενθούν

ώστε να τους απαλύνει τον πόνο για τον νεκρό τους·

ούτε θα τους προσφέρει κανείς το ποτήρι της παρηγοριάς

ώστε να πιουν για την απώλεια του πατέρα ή της μητέρας τους.

 8 Και μην μπεις σε σπίτι συμποσίου

ώστε να καθίσεις μαζί τους για να φας και να πιεις”.

9 »Διότι αυτό λέει ο Ιεχωβά των στρατευμάτων, ο Θεός του Ισραήλ: “Εδώ σε αυτόν τον τόπο, στις δικές σας ημέρες και μπροστά στα μάτια σας, θα κατασιωπήσω τον ήχο της αγαλλίασης και της χαράς, τη φωνή του γαμπρού και τη φωνή της νύφης”.+

10 »Όταν πεις στον λαό όλα αυτά τα λόγια, εκείνοι θα σε ρωτήσουν: “Γιατί ανήγγειλε ο Ιεχωβά όλη αυτή τη μεγάλη συμφορά εναντίον μας; Ποιο σφάλμα και ποια αμαρτία διαπράξαμε εναντίον του Ιεχωβά του Θεού μας;”+ 11 Και εσύ θα τους απαντήσεις: “«Επειδή οι προπάτορές σας με εγκατέλειψαν»,+ δηλώνει ο Ιεχωβά, «και ακολουθούσαν άλλους θεούς και τους υπηρετούσαν και τους προσκυνούσαν.+ Εμένα όμως με εγκατέλειψαν και τον νόμο μου δεν τον τήρησαν.+ 12 Και εσείς συμπεριφερθήκατε πολύ χειρότερα από τους προπάτορές σας,+ και ο καθένας σας ακολουθεί το πείσμα της πονηρής του καρδιάς αντί να με υπακούει.+ 13 Γι’ αυτό, θα σας πετάξω έξω από αυτή τη χώρα σε μια χώρα την οποία δεν γνωρίσατε+ ούτε εσείς ούτε οι προπάτορές σας, και εκεί θα υπηρετείτε άλλους θεούς ημέρα και νύχτα,+ επειδή δεν θα σας δείξω εύνοια»”.

14 »“Ωστόσο, έρχονται ημέρες”, δηλώνει ο Ιεχωβά, “κατά τις οποίες δεν θα λένε πια: «Όσο βέβαιο είναι ότι ζει ο Ιεχωβά, ο οποίος έβγαλε τον λαό του Ισραήλ από τη γη της Αιγύπτου!»+ 15 αλλά: «Όσο βέβαιο είναι ότι ζει ο Ιεχωβά, ο οποίος έβγαλε τον λαό του Ισραήλ από τη γη του βορρά και από όλες τις χώρες στις οποίες τους είχε διασπείρει!» και θα τους επαναφέρω στη γη τους, την οποία έδωσα στους προπάτορές τους”.+

16 “Εγώ στέλνω για να καλέσω πολλούς ψαράδες”, δηλώνει ο Ιεχωβά,

“και αυτοί θα τους ψαρέψουν.

Έπειτα θα στείλω για να καλέσω πολλούς κυνηγούς,

και αυτοί θα τους κυνηγήσουν σε κάθε βουνό και λόφο

και στις σχισμές των βράχων.

17 Διότι τα μάτια μου βλέπουν όλα όσα κάνουν.*

Δεν κρύβονται αυτοί από μπροστά μου

ούτε το σφάλμα τους κρύβεται από τα μάτια μου.

18 Πρώτα, θα τους ανταποδώσω πλήρως αυτό που τους αρμόζει για το σφάλμα τους και την αμαρτία τους,+

επειδή βεβήλωσαν τη γη μου με τις άψυχες μορφές* των αηδιαστικών ειδώλων τους

και γέμισαν την κληρονομιά μου με τα αηδιαστικά τους πράγματα”».+

19 Ιεχωβά, εσύ που είσαι η ισχύς μου και το οχυρό μου,

ο τόπος της καταφυγής μου την ημέρα της στενοχώριας,+

σε εσένα θα έρθουν τα έθνη από τα πέρατα της γης

και θα πουν: «Οι προπάτορές μας κληρονόμησαν μόνο ψέματα,

ματαιότητες και άχρηστα πράγματα που δεν ωφελούν σε τίποτα».+

20 Μπορεί ένας άνθρωπος να κάνει για τον εαυτό του θεούς,

ενώ στην πραγματικότητα αυτοί δεν είναι θεοί;+

21 «Γι’ αυτό λοιπόν, θα τους κάνω να γνωρίσουν,

αυτή τη φορά θα τους κάνω να γνωρίσουν τη δύναμή μου και την κραταιότητά μου,

και θα γνωρίσουν οπωσδήποτε ότι το όνομά μου είναι Ιεχωβά».

17 «Η αμαρτία του Ιούδα είναι καταγραμμένη με σιδερένια γραφίδα.

Με διαμαντένια ακίδα είναι χαραγμένη στην πλάκα της καρδιάς τους

και στα κέρατα των θυσιαστηρίων τους,

 2 ενώ οι γιοι τους θυμούνται τα θυσιαστήριά τους και τους ιερούς στύλους* τους+

δίπλα από κάποιο θαλερό δέντρο, στους ψηλούς λόφους,+

 3 στα βουνά της υπαίθρου.

Τα πλούτη σου, όλους τους θησαυρούς σου, θα τα δώσω ως λάφυρα+

—ναι, τους υψηλούς τόπους σου, εξαιτίας της αμαρτίας που διέπραξες σε όλες τις περιοχές σου.+

 4 Θα εγκαταλείψεις από μόνος σου την κληρονομιά που σου έδωσα.+

Θα σε κάνω να υπηρετήσεις τους εχθρούς σου σε γη την οποία δεν γνωρίζεις,+

διότι άναψες τον θυμό μου σαν φωτιά.*+

Θα καίει για πάντα».

 5 Αυτό λέει ο Ιεχωβά:

«Καταραμένος είναι εκείνος* που εμπιστεύεται σε ανθρώπους,+

που βασίζεται σε ανθρώπινη δύναμη*+

και η καρδιά του απομακρύνεται από τον Ιεχωβά.

 6 Θα γίνει σαν μοναχικό δέντρο στην έρημο.

Όταν έρθει το καλό, δεν θα το δει,

αλλά θα κατοικεί σε κατάξερα μέρη στην ερημιά,

σε χώρα αλμυρή όπου κανείς δεν μπορεί να ζήσει.

 7 Ευλογημένος είναι εκείνος* που εμπιστεύεται στον Ιεχωβά,

που η πεποίθησή του είναι στον Ιεχωβά.+

 8 Θα γίνει σαν δέντρο φυτεμένο δίπλα στα νερά,

που απλώνει τις ρίζες του στο ρυάκι.

Όταν έρθει η ζέστη, δεν θα το καταλάβει,

αλλά τα φύλλα του θα είναι πάντα θαλερά.+

Και τη χρονιά της ξηρασίας δεν θα ανησυχήσει

ούτε θα πάψει να παράγει καρπό.

 9 Η καρδιά είναι πιο δόλια* από οτιδήποτε άλλο, και μέσα στην απελπισία της είναι ικανή για όλα.*+

Ποιος μπορεί να τη γνωρίσει;

10 Εγώ, ο Ιεχωβά, ερευνώ την καρδιά,+

εξετάζω τις ενδόμυχες σκέψεις,*

για να δώσω στον καθέναν σύμφωνα με τις οδούς του,

σύμφωνα με τους καρπούς των έργων του.+

11 Σαν την πέρδικα που μαζεύει αυτά που δεν γέννησε,

έτσι είναι και εκείνος που αποκτάει πλούτη με ανέντιμο τρόπο.*+

Στα μισά της ζωής του αυτά θα τον εγκαταλείψουν,

και στο τέλος θα αποδειχτεί ασύνετος».

12 Ένδοξος θρόνος, εξυψωμένος από την αρχή,

είναι ο τόπος του αγιαστηρίου μας.+

13 Ιεχωβά, εσύ που είσαι η ελπίδα του Ισραήλ,

όλοι εκείνοι που σε εγκαταλείπουν θα ντροπιαστούν.

Εκείνοι που αποστατούν από εσένα* θα γραφτούν στο χώμα,+

επειδή εγκατέλειψαν τον Ιεχωβά, την πηγή του ζωντανού νερού.+

14 Γιάτρεψέ με, Ιεχωβά, και θα γιατρευτώ.

Σώσε με, και θα σωθώ,+

διότι σε εσένα δίνω τον αίνο μου.

15 Δες! Κάποιοι μου λένε:

«Πού είναι ο λόγος του Ιεχωβά;+

Ας έρθει, παρακαλούμε!»

16 Εγώ όμως δεν έπαψα να σε ακολουθώ ως ποιμένας

ούτε πόθησα την ημέρα της συμφοράς.

Εσύ γνωρίζεις καλά όλα όσα είπαν τα χείλη μου·

όλα έγιναν μπροστά στο πρόσωπό σου!

17 Μη με κάνεις να νιώσω τρόμο.

Εσύ είσαι το καταφύγιό μου την ημέρα της συμφοράς.

18 Ας ντροπιαστούν οι διώκτες μου,+

αλλά εμένα μη με αφήσεις να ντροπιαστώ.

Ας τρομοκρατηθούν,

αλλά εμένα μη με αφήσεις να τρομοκρατηθώ.

Φέρε την ημέρα της συμφοράς πάνω τους+

και σύντριψέ τους και κατάστρεψέ τους εντελώς.*

19 Αυτό μου είπε ο Ιεχωβά: «Να πας και να σταθείς στην πύλη των γιων του λαού από την οποία μπαίνουν και βγαίνουν οι βασιλιάδες του Ιούδα, καθώς και σε όλες τις πύλες της Ιερουσαλήμ.+ 20 Να τους πεις: “Ακούστε τον λόγο του Ιεχωβά, εσείς οι βασιλιάδες του Ιούδα, όλος ο λαός του Ιούδα και όλοι οι κάτοικοι της Ιερουσαλήμ, που μπαίνετε από αυτές τις πύλες. 21 Αυτό λέει ο Ιεχωβά: «Να προσέχετε,* και μη μεταφέρετε κανένα φορτίο την ημέρα του Σαββάτου ούτε να το φέρνετε μέσα από τις πύλες της Ιερουσαλήμ.+ 22 Δεν πρέπει να βγάζετε κανένα φορτίο από το σπίτι σας την ημέρα του Σαββάτου· και δεν πρέπει να κάνετε καμιά απολύτως εργασία.+ Να έχετε ιερή την ημέρα του Σαββάτου, ακριβώς όπως διέταξα τους προπάτορές σας.+ 23 Αλλά αυτοί δεν άκουσαν ούτε έδωσαν προσοχή,* και αρνήθηκαν πεισματικά* να υπακούσουν ή να δεχτούν διαπαιδαγώγηση»”.+

24 »“«Ωστόσο, αν με υπακούσετε προσεκτικά», δηλώνει ο Ιεχωβά, «και δεν φέρνετε κανένα φορτίο μέσα από τις πύλες αυτής της πόλης την ημέρα του Σαββάτου και έχετε ιερή την ημέρα του Σαββάτου μη κάνοντας καμιά εργασία στη διάρκειά της,+ 25 τότε βασιλιάδες και άρχοντες που κάθονται στον θρόνο του Δαβίδ+ θα μπαίνουν από τις πύλες αυτής της πόλης, ανεβασμένοι στο άρμα και πάνω σε άλογα, αυτοί και οι άρχοντές τους, οι άντρες του Ιούδα και οι κάτοικοι της Ιερουσαλήμ·+ και αυτή η πόλη θα κατοικείται για πάντα. 26 Και θα έρχονται από τις πόλεις του Ιούδα, από τα μέρη που είναι γύρω από την Ιερουσαλήμ, από τη γη του Βενιαμίν,+ από τον χαμηλό τόπο,+ από την ορεινή περιοχή και από τη Νεγκέμπ,* φέρνοντας ολοκαυτώματα,+ θυσίες,+ προσφορές σιτηρών,+ λιβάνι και ευχαριστήριες θυσίες στον οίκο του Ιεχωβά.+

27 »”»Αλλά αν δεν με υπακούσετε ώστε να έχετε ιερή την ημέρα του Σαββάτου και να μη μεταφέρετε φορτία ούτε να τα φέρνετε μέσα από τις πύλες της Ιερουσαλήμ την ημέρα του Σαββάτου, θα βάλω φωτιά στις πύλες της, και θα καταφάει οπωσδήποτε τους οχυρωμένους πύργους της Ιερουσαλήμ+ και δεν θα σβηστεί»”».+

18 Αυτός είναι ο λόγος που ήρθε στον Ιερεμία από τον Ιεχωβά: 2 «Σήκω και κατέβα στο σπίτι του αγγειοπλάστη,+ και εκεί θα σου μιλήσω».

3 Κατέβηκα λοιπόν στο σπίτι του αγγειοπλάστη, και αυτός εργαζόταν στους κεραμικούς τροχούς. 4 Αλλά το σκεύος που έφτιαχνε ο αγγειοπλάστης με τον πηλό χάλασε στο χέρι του. Έτσι λοιπόν, έφτιαξε με τον ίδιο πηλό ένα άλλο σκεύος, όπως αυτός έκρινε κατάλληλο.*

5 Τότε ήρθε σε εμένα ο εξής λόγος του Ιεχωβά: 6 «“Δεν μπορώ να κάνω σε εσάς ό,τι έκανε αυτός ο αγγειοπλάστης, οίκε του Ισραήλ;” λέει ο Ιεχωβά. “Δείτε! Όπως ο πηλός στο χέρι του αγγειοπλάστη, έτσι είστε και εσείς στο χέρι μου, οίκε του Ισραήλ.+ 7 Οποτεδήποτε πω ότι θα ξεριζώσω και θα γκρεμίσω και θα καταστρέψω κάποιο έθνος ή βασίλειο,+ 8 και το έθνος εκείνο εγκαταλείψει την πονηρία του εναντίον της οποίας μίλησα, τότε και εγώ θα αλλάξω γνώμη σχετικά με* τη συμφορά που σκόπευα να φέρω εναντίον του.+ 9 Αλλά οποτεδήποτε πω ότι θα οικοδομήσω και θα φυτέψω κάποιο έθνος ή βασίλειο, 10 και αυτό κάνει το κακό στα μάτια μου και δεν υπακούει στη φωνή μου, τότε και εγώ θα αλλάξω γνώμη σχετικά με* το καλό που σκόπευα να κάνω για χάρη του”.

11 »Τώρα πες, σε παρακαλώ, στους άντρες του Ιούδα και στους κατοίκους της Ιερουσαλήμ: “Αυτό λέει ο Ιεχωβά: «Εγώ ετοιμάζω* συμφορά και καταστρώνω σχέδιο εναντίον σας. Επιστρέψτε, παρακαλώ, από τις κακές οδούς σας, και διορθώστε τις οδούς σας και τις ενέργειές σας»”».+

12 Αλλά αυτοί είπαν: «Δεν υπάρχει περίπτωση!+ Εμείς θα ακολουθούμε τις δικές μας σκέψεις, και ο καθένας μας θα ενεργεί σύμφωνα με το πείσμα της πονηρής του καρδιάς».+

13 Γι’ αυτό, να τι λέει ο Ιεχωβά:

«Ρωτήστε, παρακαλώ, ανάμεσα στα έθνη.

Το ξανάκουσε ποτέ κανείς αυτό;

Η παρθένα του Ισραήλ έκανε κάτι φρικαλέο.+

14 Εξαφανίζεται το χιόνι του Λιβάνου από τους βράχους που υπάρχουν στις πλαγιές του;

Ή μήπως θα στερέψουν τα κρύα νερά που έρχονται από μακριά;

15 Ο λαός μου όμως με ξέχασε.+

Διότι προσφέρουν θυσίες* σε κάτι άχρηστο+

και κάνουν ανθρώπους να σκοντάφτουν στις οδούς τους, στα αρχαία μονοπάτια,+

να περπατούν σε απόμερους δρόμους που δεν είναι ομαλοί και στρωμένοι,

16 ώστε να κάνουν τη γη τους φρικτό θέαμα+

και κάτι που θα προκαλεί σφύριγμα παντοτινά.+

Ο καθένας που θα περνάει από αυτήν θα κοιτάζει με φρίκη και θα κουνάει το κεφάλι του.+

17 Όπως ο ανατολικός άνεμος, θα τους σκορπίσω μπροστά στον εχθρό.

Θα τους δείξω την πλάτη μου, και όχι το πρόσωπό μου, την ημέρα της συμφοράς τους».+

18 Και αυτοί είπαν: «Ελάτε, ας συνωμοτήσουμε εναντίον του Ιερεμία,+ γιατί ο νόμος* δεν θα χαθεί από τους ιερείς μας ούτε η συμβουλή από τους σοφούς ούτε ο λόγος από τους προφήτες. Ελάτε, ας μιλήσουμε εναντίον του* και ας μη δώσουμε προσοχή σε αυτά που λέει».

19 Δώσε μου προσοχή, Ιεχωβά,

και άκουσε αυτά που λένε οι αντίπαλοί μου.

20 Πρέπει να ανταποδοθεί το καλό με κακό;

Διότι έσκαψαν λάκκο για τη ζωή* μου.+

Θυμήσου πώς στάθηκα ενώπιόν σου για να πω καλά λόγια για αυτούς,

για να απομακρύνω από αυτούς την οργή σου.

21 Γι’ αυτό, δώσε τους γιους τους στην πείνα,

και παράδωσέ τους στη δύναμη του σπαθιού.+

Οι γυναίκες τους ας στερηθούν τα παιδιά τους και ας μείνουν χήρες.+

Οι άντρες τους ας θανατωθούν από θανατηφόρα πληγή,

οι νεαροί τους ας αφανιστούν από σπαθί στη μάχη.+

22 Ας ακουστεί κραυγή από τα σπίτια τους

όταν φέρεις ξαφνικά πάνω τους επιδρομείς.

Διότι έσκαψαν λάκκο για να με αιχμαλωτίσουν

και έστησαν παγίδες για τα πόδια μου.+

23 Αλλά εσύ, Ιεχωβά,

γνωρίζεις καλά όλα τα σχέδια που κάνουν εναντίον μου για να με θανατώσουν.+

Μην καλύψεις το σφάλμα τους

και μην εξαλείψεις την αμαρτία τους από μπροστά σου.

Ας σκοντάψουν μπροστά σου+

όταν αναλάβεις δράση εναντίον τους μέσα στον θυμό σου.+

19 Αυτό είπε ο Ιεχωβά: «Πήγαινε και αγόρασε μια πήλινη φιάλη από κάποιον αγγειοπλάστη.+ Πάρε μερικούς από τους πρεσβυτέρους του λαού και μερικούς από τους πρεσβυτέρους των ιερέων 2 και βγες στην Κοιλάδα του Γιου του Εννόμ,+ στην είσοδο της Πύλης των Πήλινων Θραυσμάτων. Και εκεί διακήρυξε τα λόγια που θα σου πω. 3 Να πεις: “Ακούστε τον λόγο του Ιεχωβά, βασιλιάδες του Ιούδα και κάτοικοι της Ιερουσαλήμ. Αυτό λέει ο Ιεχωβά των στρατευμάτων, ο Θεός του Ισραήλ:

»”«Θα φέρω συμφορά σε αυτόν τον τόπο, και όποιος ακούσει για αυτήν θα κουδουνίσουν τα αφτιά του. 4 Θα τη φέρω επειδή με εγκατέλειψαν+ και έκαναν αυτόν τον τόπο αγνώριστο.+ Θυσιάζουν εδώ σε άλλους θεούς, τους οποίους αυτοί και οι προπάτορές τους και οι βασιλιάδες του Ιούδα δεν είχαν γνωρίσει, και γέμισαν αυτόν τον τόπο με το αίμα αθώων.+ 5 Έφτιαξαν τους υψηλούς τόπους του Βάαλ για να καίνε τους γιους τους στη φωτιά ως ολοκαυτώματα προς τον Βάαλ,+ κάτι που δεν είχα διατάξει ούτε είχα πει ούτε είχε περάσει καν από το μυαλό* μου»”.+

6 »“«Γι’ αυτό λοιπόν, έρχονται ημέρες», δηλώνει ο Ιεχωβά, «κατά τις οποίες ο τόπος αυτός δεν θα αποκαλείται πια Τοφέθ ή Κοιλάδα του Γιου του Εννόμ, αλλά Κοιλάδα της Σφαγής.+ 7 Θα ανατρέψω τα σχέδια του Ιούδα και της Ιερουσαλήμ σε αυτόν τον τόπο, και θα τους κάνω να πέσουν από σπαθί μπροστά στους εχθρούς τους και από το χέρι εκείνων που ζητούν να τους αφαιρέσουν τη ζωή.* Θα δώσω τα πτώματά τους ως τροφή στα πουλιά των ουρανών και στα ζώα της γης.+ 8 Και θα κάνω αυτή την πόλη φρικτό θέαμα και κάτι που προκαλεί σφύριγμα. Ο καθένας που θα περνάει από αυτήν θα κοιτάζει με φρίκη και θα σφυρίζει για όλες τις πληγές της.+ 9 Και θα τους κάνω να φάνε τη σάρκα των γιων τους και των θυγατέρων τους, και θα τρώνε ο καθένας τη σάρκα του συνανθρώπου του, εξαιτίας της πολιορκίας και της απόγνωσης που θα νιώθουν όταν τους περικυκλώσουν οι εχθροί τους και εκείνοι που ζητούν να τους αφαιρέσουν τη ζωή»”.*+

10 »Έπειτα να συντρίψεις τη φιάλη μπροστά στα μάτια των αντρών που θα σε συνοδεύουν 11 και να τους πεις: “Αυτό λέει ο Ιεχωβά των στρατευμάτων: «Έτσι θα συντρίψω αυτόν τον λαό και αυτή την πόλη, σαν κάποιον που συντρίβει ένα κεραμικό σκεύος ώστε να μην μπορεί πια να επισκευαστεί· και θα θάβουν τους νεκρούς στον Τοφέθ ώσπου να μην υπάρχει πια άλλος χώρος»”.+

12 »“Έτσι θα ενεργήσω ενάντια σε αυτόν τον τόπο”, δηλώνει ο Ιεχωβά, “και στους κατοίκους του, ώστε να καταστήσω αυτή την πόλη σαν τον Τοφέθ. 13 Και τα σπίτια της Ιερουσαλήμ και τα σπίτια των βασιλιάδων του Ιούδα θα γίνουν ακάθαρτα σαν αυτόν τον τόπο, τον Τοφέθ,+ ναι, όλα τα σπίτια στων οποίων τις ταράτσες πρόσφεραν θυσίες σε όλο το στράτευμα των ουρανών+ και έκαναν σπονδές σε άλλους θεούς”».+

14 Όταν ο Ιερεμίας επέστρεψε από τον Τοφέθ όπου τον είχε στείλει ο Ιεχωβά για να προφητεύσει, στάθηκε στην αυλή του οίκου του Ιεχωβά και είπε σε όλο τον λαό: 15 «Αυτό λέει ο Ιεχωβά των στρατευμάτων, ο Θεός του Ισραήλ: “Εγώ φέρνω σε αυτή την πόλη και σε όλες τις κωμοπόλεις της όλη τη συμφορά που ανήγγειλα εναντίον της, επειδή αρνήθηκαν πεισματικά να* υπακούσουν στα λόγια μου”».+

20 Ο δε Πασχώρ, ο γιος του Ιμμήρ, ο ιερέας, που ήταν επίσης ο αρχιεπίτροπος στον οίκο του Ιεχωβά, άκουγε όταν ο Ιερεμίας προφήτευε αυτά τα πράγματα. 2 Τότε ο Πασχώρ χτύπησε τον Ιερεμία τον προφήτη και τον έβαλε στα ξύλινα δεσμά+ που βρίσκονταν στην Άνω Πύλη του Βενιαμίν, η οποία ήταν στον οίκο του Ιεχωβά. 3 Την επόμενη ημέρα όμως, όταν ο Πασχώρ ελευθέρωσε τον Ιερεμία από τα ξύλινα δεσμά, ο Ιερεμίας τού είπε:

«Ο Ιεχωβά δεν σε ονόμασε Πασχώρ, αλλά Τρόμο Ολόγυρα.+ 4 Διότι αυτό λέει ο Ιεχωβά: “Θα προξενήσω τρόμο τόσο σε εσένα όσο και σε όλους τους φίλους σου, και αυτοί θα πέσουν από το σπαθί των εχθρών τους ενώ τα μάτια σου θα κοιτάζουν·+ και θα δώσω όλο τον Ιούδα στο χέρι του βασιλιά της Βαβυλώνας, και αυτός θα τους οδηγήσει σε εξορία στη Βαβυλώνα και θα τους θανατώσει με σπαθί.+ 5 Και θα δώσω όλη την αφθονία αυτής της πόλης, όλα τα πλούτη της, όλα τα πολύτιμα πράγματά της και όλους τους θησαυρούς των βασιλιάδων του Ιούδα στο χέρι των εχθρών τους.+ Και αυτοί θα τους λεηλατήσουν και θα τους αρπάξουν και θα τους πάνε στη Βαβυλώνα.+ 6 Και εσύ, Πασχώρ, καθώς και όλοι όσοι ζουν στο σπίτι σου θα πάτε σε αιχμαλωσία. Θα πας στη Βαβυλώνα και θα πεθάνεις εκεί, και θα ταφείς εκεί μαζί με όλους τους φίλους σου, επειδή προφήτευσες σε αυτούς ψέματα”».+

 7 Με ξεγέλασες, Ιεχωβά, και ξεγελάστηκα.

Χρησιμοποίησες τη δύναμή σου εναντίον μου και υπερίσχυσες.+

Με περιγελούν όλη την ημέρα·

όλοι με κοροϊδεύουν.+

 8 Διότι όποτε μιλώ, πρέπει να φωνάζω και να διακηρύττω:

«Βία και καταστροφή!»

Για εμένα ο λόγος του Ιεχωβά έγινε αιτία προσβολών και χλευασμών όλη την ημέρα.+

 9 Είπα λοιπόν: «Δεν πρόκειται να μιλήσω για αυτόν

και δεν θα πω τίποτα πια στο όνομά του».+

Αλλά στην καρδιά μου ο λόγος του έγινε σαν φωτιά κλεισμένη μέσα στα κόκαλά μου,

και κουράστηκα να τον κρατώ μέσα μου·

δεν άντεχα άλλο.+

10 Διότι άκουσα πολλές κακολογίες·

τρόμος με περικύκλωσε.+

«Καταγγείλετέ τον· ας τον καταγγείλουμε!»

Ο καθένας που μου ευχόταν ειρήνη περίμενε να πέσω:+

«Ίσως κάνει κάποιο ανόητο λάθος

και μπορέσουμε να υπερισχύσουμε και να τον εκδικηθούμε».

11 Αλλά ο Ιεχωβά ήταν μαζί μου σαν φοβερός πολεμιστής.+

Να γιατί οι διώκτες μου θα σκοντάψουν και δεν θα υπερισχύσουν.+

Θα ντροπιαστούν πολύ, επειδή δεν θα πετύχουν.

Η αιώνια ταπείνωσή τους δεν θα ξεχαστεί.+

12 Εσύ όμως, Ιεχωβά των στρατευμάτων, εξετάζεις τον δίκαιο·

βλέπεις τις ενδόμυχες σκέψεις* και την καρδιά.+

Ας δω την εκδίκησή σου πάνω τους,+

γιατί σε εσένα εμπιστεύτηκα τη δικαστική μου υπόθεση.+

13 Ψάλλετε στον Ιεχωβά! Αινείτε τον Ιεχωβά!

Διότι έσωσε τον φτωχό* από το χέρι εκείνων που κάνουν το κακό.

14 Καταραμένη να είναι η ημέρα που γεννήθηκα!

Να μην είναι ευλογημένη η ημέρα που με γέννησε η μητέρα μου!+

15 Καταραμένος να είναι ο άνθρωπος που έφερε καλά νέα στον πατέρα μου, λέγοντας:

«Απέκτησες γιο, αγόρι!»

και του έδωσε μεγάλη χαρά.

16 Ας γίνει αυτός ο άνθρωπος σαν πόλεις που κατέστρεψε ο Ιεχωβά χωρίς να μεταμεληθεί.

Ας ακούσει κραυγή το πρωί και συναγερμό το μεσημέρι.

17 Γιατί δεν με θανάτωσε στη μήτρα,

ώστε η μητέρα μου να γίνει ο τάφος μου

και η μήτρα της να κυοφορεί παντοτινά;+

18 Γιατί να βγω από τη μήτρα

ώστε να βλέπω προβλήματα και λύπη

και να τελειώσουν οι ημέρες μου μέσα στην ντροπή;+

21 Ο Ιεχωβά μίλησε στον Ιερεμία όταν ο βασιλιάς Σεδεκίας+ έστειλε σε αυτόν τον Πασχώρ,+ τον γιο του Μαλχία, και τον Σοφονία,+ τον γιο του Μαασία, τον ιερέα, με το εξής αίτημα: 2 «Ρώτησε, σε παρακαλούμε, εκ μέρους μας τον Ιεχωβά, επειδή ο βασιλιάς Ναβουχοδονόσορ της Βαβυλώνας κάνει πόλεμο εναντίον μας.+ Ίσως ο Ιεχωβά εκτελέσει για χάρη μας κάποιο από τα θαυμαστά του έργα, ώστε εκείνος να φύγει από εμάς».+

3 Ο Ιερεμίας τούς είπε: «Αυτό να πείτε στον Σεδεκία: 4 “Να τι λέει ο Ιεχωβά, ο Θεός του Ισραήλ: «Εγώ θα στρέψω εναντίον σας* τα όπλα του πολέμου που έχετε στα χέρια σας, με τα οποία πολεμάτε τον βασιλιά της Βαβυλώνας+ και τους Χαλδαίους που είναι έξω από το τείχος και σας πολιορκούν. Θα τα* συγκεντρώσω στο μέσο αυτής της πόλης. 5 Και εγώ ο ίδιος θα πολεμήσω εναντίον σας+ με απλωμένο χέρι και κραταιό βραχίονα, με θυμό και οργή και μεγάλη αγανάκτηση.+ 6 Θα θανατώσω τους κατοίκους αυτής της πόλης, τόσο τους ανθρώπους όσο και τα ζώα. Από μεγάλη επιδημία* θα πεθάνουν»”.+

7 »“«Έπειτα από αυτό», δηλώνει ο Ιεχωβά, «θα δώσω τον βασιλιά Σεδεκία του Ιούδα και τους υπηρέτες του και τον λαό αυτής της πόλης—όσους επιζήσουν από την επιδημία, το σπαθί και την πείνα—στο χέρι του βασιλιά Ναβουχοδονόσορα της Βαβυλώνας, στο χέρι των εχθρών τους και στο χέρι εκείνων που ζητούν να τους αφαιρέσουν τη ζωή.*+ Αυτός θα τους θανατώσει με σπαθί. Δεν θα τους λυπηθεί ούτε θα τους συμπονέσει ούτε θα δείξει έλεος»”.+

8 »Και σε αυτόν τον λαό να πεις: “Να τι λέει ο Ιεχωβά: «Βάζω μπροστά σας την οδό της ζωής και την οδό του θανάτου. 9 Όσοι μείνουν σε αυτή την πόλη θα πεθάνουν από σπαθί, πείνα και επιδημία. Όποιος όμως βγει και παραδοθεί στους Χαλδαίους που σας πολιορκούν θα εξακολουθήσει να ζει και θα έχει τη ζωή* του ως λάφυρο»”.*+

10 »“«Διότι έστρεψα το πρόσωπό μου εναντίον αυτής της πόλης για συμφορά και όχι για καλό»,+ δηλώνει ο Ιεχωβά. «Θα δοθεί στο χέρι του βασιλιά της Βαβυλώνας,+ και αυτός θα την πυρπολήσει».+

11 »”Προς το σπιτικό του βασιλιά του Ιούδα: Ακούστε τον λόγο του Ιεχωβά. 12 Οίκε του Δαβίδ, αυτό λέει ο Ιεχωβά:

«Να υποστηρίζετε τη δικαιοσύνη κάθε πρωί

και να σώζετε από το χέρι του απατεώνα αυτόν που πέφτει θύμα αρπαγής,+

για να μην ανάψει η οργή μου σαν φωτιά+

και αρχίσει να καίει χωρίς να υπάρχει κανείς να τη σβήσει,

εξαιτίας των κακών πράξεών σας»”.+

13 “Εγώ είμαι εναντίον σου, κάτοικε της κοιλάδας,

βράχε της πεδινής γης”, δηλώνει ο Ιεχωβά.

“Όσο για εσάς που λέτε: «Ποιος θα κατεβεί εναντίον μας;

Και ποιος θα εισβάλει στις κατοικίες μας;»

14 εγώ θα λογαριαστώ μαζί σας

όπως σας αξίζει για τις πράξεις σας”,+ δηλώνει ο Ιεχωβά.

“Και θα βάλω φωτιά στο δάσος της

που θα καταφάει τα πάντα ολόγυρά της”».+

22 Αυτό λέει ο Ιεχωβά: «Να κατεβείς στον οίκο* του βασιλιά του Ιούδα και να μεταφέρεις το εξής άγγελμα: 2 “Άκουσε τον λόγο του Ιεχωβά, βασιλιά του Ιούδα που κάθεσαι στον θρόνο του Δαβίδ, εσύ και οι υπηρέτες σου και ο λαός σου, όσοι μπαίνουν από αυτές τις πύλες. 3 Να τι λέει ο Ιεχωβά: «Να υποστηρίζετε την κρίση και τη δικαιοσύνη. Να σώζετε από το χέρι του απατεώνα αυτόν που πέφτει θύμα αρπαγής. Μην κακομεταχειρίζεστε ξένο κάτοικο και μην κάνετε κακό σε παιδί που δεν έχει πατέρα* ή σε χήρα.+ Και μη χύνετε αθώο αίμα σε αυτόν τον τόπο.+ 4 Διότι αν προσέχετε να εκτελείτε αυτόν τον λόγο, τότε οι βασιλιάδες που κάθονται στον θρόνο του Δαβίδ+ θα μπαίνουν από τις πύλες αυτού του οίκου, ανεβασμένοι σε άρματα και σε άλογα, αυτοί μαζί με τους υπηρέτες τους και τον λαό τους»”.+

5 »“Αν όμως δεν υπακούσετε σε αυτά τα λόγια, στον εαυτό μου ορκίζομαι”, δηλώνει ο Ιεχωβά, “ότι αυτός ο οίκος θα γίνει ερημωμένος τόπος”.+

6 »Διότι αυτό λέει ο Ιεχωβά σχετικά με τον οίκο του βασιλιά του Ιούδα:

“Είσαι σαν τη Γαλαάδ για εμένα,

σαν την κορυφή του Λιβάνου.

Αλλά θα σε κάνω ερημιά·

ούτε μία από τις πόλεις σου δεν θα κατοικείται.+

 7 Θα διορίσω* εναντίον σου καταστροφείς,

τον καθέναν μαζί με τα όπλα του.+

Αυτοί θα κόψουν τους εκλεκτότερους κέδρους σου

και θα τους ρίξουν στη φωτιά.+

8 »”Και πολλά έθνη θα περνούν από αυτή την πόλη και θα λένε μεταξύ τους: «Γιατί το έκανε αυτό ο Ιεχωβά σε αυτή τη μεγάλη πόλη;»+ 9 Και θα απαντούν: «Επειδή εγκατέλειψαν τη διαθήκη του Ιεχωβά του Θεού τους και προσκύνησαν άλλους θεούς και τους υπηρέτησαν»”.+

10 Μην κλαίτε για τον νεκρό

και μη θρηνείτε για αυτόν.

Απεναντίας, κλάψτε γοερά για εκείνον που φεύγει,

διότι δεν θα επιστρέψει ξανά για να δει τη γη όπου γεννήθηκε.

11 »Διότι αυτό λέει ο Ιεχωβά σχετικά με τον Σαλλούμ,*+ τον γιο του Ιωσία, τον βασιλιά του Ιούδα που βασιλεύει αντί του πατέρα του τού Ιωσία+ και ο οποίος έφυγε από αυτόν τον τόπο: “Δεν θα επιστρέψει ξανά εκεί. 12 Θα πεθάνει στον τόπο όπου τον οδήγησαν σε εξορία και δεν θα ξαναδεί αυτή τη γη”.+

13 Αλίμονο σε αυτόν που χτίζει την κατοικία του χωρίς δικαιοσύνη

και τα ανώγειά του χωρίς δίκαιη κρίση,

αυτόν που βάζει τον συνάνθρωπό του να τον υπηρετεί δωρεάν

και αρνείται να του δώσει τον μισθό του·+

14 αυτόν που λέει: “Θα χτίσω για τον εαυτό μου μια ευρύχωρη κατοικία

με άνετα ανώγεια.

Θα τοποθετήσω σε αυτήν παράθυρα,

θα την επενδύσω με κέδρο και θα τη βάψω με κιννάβαρι”.*

15 Μήπως θα συνεχίσεις να βασιλεύεις επειδή ξεπερνάς τους άλλους στη χρήση κέδρου;

Και ο πατέρας σου επίσης έτρωγε και έπινε,

αλλά εκείνος υποστήριζε την κρίση και τη δικαιοσύνη,+

και τα πράγματα πήγαιναν καλά για αυτόν.

16 Υπεράσπιζε τον ταλαιπωρημένο και τον φτωχό στη δικαστική τους υπόθεση,

και έτσι τα πράγματα πήγαιναν καλά.

“Αυτό δεν σημαίνει η γνώση για εμένα;” λέει ο Ιεχωβά.

17 “Αλλά τα μάτια και η καρδιά σου είναι στραμμένα μόνο στο ανέντιμο κέρδος σου,

στο να χύνεις αίμα αθώων

και να επιδίδεσαι σε απάτες και αρπαγές”.

18 »Γι’ αυτό λοιπόν, να τι λέει ο Ιεχωβά σχετικά με τον Ιωακείμ,+ τον γιο του Ιωσία, τον βασιλιά του Ιούδα:

“Δεν θα πενθήσουν για αυτόν, λέγοντας:

«Αλίμονο, αδελφέ μου! Αλίμονο, αδελφή μου!»

Δεν θα πενθήσουν για αυτόν, λέγοντας:

«Αλίμονο, κύριε! Αλίμονο, χάθηκε η μεγαλειότητά του!»

19 Με ταφή γαϊδουριού θα τον θάψουν,+

σέρνοντάς τον και πετώντας τον

έξω από τις πύλες της Ιερουσαλήμ”.+

20 Ανέβα στον Λίβανο και κραύγασε,

ύψωσε τη φωνή σου στη Βασάν

και κραύγασε από την Αβαρίμ,+

διότι όλοι οι φλογεροί εραστές σου συντρίφτηκαν.+

21 Σου μίλησα όταν ένιωθες ασφαλής.

Αλλά εσύ είπες: “Δεν θα υπακούσω”.+

Αυτή ήταν η πορεία σου από τα νιάτα σου,

διότι δεν υπάκουσες στη φωνή μου.+

22 Ένας άνεμος θα ποιμάνει όλους τους ποιμένες σου,+

και οι φλογεροί εραστές σου θα πάνε σε αιχμαλωσία.

Τότε θα ντροπιαστείς και θα ταπεινωθείς εξαιτίας όλης της συμφοράς σου.

23 Εσύ που κατοικείς στον Λίβανο,+

που φωλιάζεις στους κέδρους,+

πόσο θα στενάξεις όταν σου έρθουν πόνοι,

έντονη αγωνία* σαν της γυναίκας που γεννάει!»+

24 «“Όσο βέβαιο είναι ότι εγώ ζω”, δηλώνει ο Ιεχωβά, “ακόμη και αν ο Χονίας,*+ ο γιος του Ιωακείμ,+ ο βασιλιάς του Ιούδα, ήταν το σφραγιδοφόρο δαχτυλίδι στο δεξί μου χέρι, θα σε έβγαζα από εκεί! 25 Θα σε δώσω στο χέρι εκείνων που ζητούν να σου αφαιρέσουν τη ζωή,* στο χέρι εκείνων που φοβάσαι, στο χέρι του βασιλιά Ναβουχοδονόσορα της Βαβυλώνας και στο χέρι των Χαλδαίων.+ 26 Και θα σε πετάξω, εσένα και τη μητέρα σου που σε γέννησε, σε μια άλλη γη στην οποία δεν γεννηθήκατε, και εκεί θα πεθάνετε. 27 Και δεν θα επιστρέψουν ποτέ στη γη την οποία θα αποζητούν.*+

28 Είναι αυτός ο άνθρωπος, ο Χονίας, ένα καταφρονημένο, σπασμένο τσουκάλι,

ένα σκεύος που κανείς δεν το θέλει;

Γιατί ρίχτηκαν κάτω αυτός και οι απόγονοί του

και είναι πεταμένοι σε έναν τόπο τον οποίο δεν γνωρίζουν;”+

29 Ω! γη,* γη, γη, άκουσε τον λόγο του Ιεχωβά.

30 Αυτό λέει ο Ιεχωβά:

“Καταγράψτε αυτόν τον άνθρωπο ως άτεκνο,

ως κάποιον που δεν θα έχει επιτυχία στη διάρκεια της ζωής του,*

διότι κανείς από τους απογόνους του δεν θα καταφέρει

να καθίσει στον θρόνο του Δαβίδ και να κυβερνήσει ξανά στον Ιούδα”».+

23 «Αλίμονο στους ποιμένες που καταστρέφουν και διασκορπίζουν τα πρόβατα της βοσκής μου!» δηλώνει ο Ιεχωβά.+

2 Αυτό λοιπόν λέει ο Ιεχωβά, ο Θεός του Ισραήλ, εναντίον των ποιμένων που ποιμαίνουν τον λαό μου: «Εσείς διασπείρατε τα πρόβατά μου· εξακολουθήσατε να τα διασκορπίζετε και δεν στρέψατε την προσοχή σας σε αυτά».+

«Γι’ αυτό, εγώ θα στρέψω την προσοχή μου σε εσάς εξαιτίας των κακών σας πράξεων», δηλώνει ο Ιεχωβά.

3 «Κατόπιν θα συγκεντρώσω το υπόλοιπο των προβάτων μου από όλες τις χώρες στις οποίες τα έχω διασπείρει,+ και θα τα επαναφέρω στον βοσκότοπό τους,+ και αυτά θα είναι καρποφόρα και θα πληθυνθούν.+ 4 Και θα εγείρω για αυτά ποιμένες που θα τα ποιμαίνουν πραγματικά.+ Δεν θα φοβούνται πια ούτε θα τρομοκρατούνται, και κανένα δεν θα λείπει», δηλώνει ο Ιεχωβά.

5 «Δείτε! Έρχονται ημέρες», δηλώνει ο Ιεχωβά, «κατά τις οποίες θα εγείρω για τον Δαβίδ έναν δίκαιο βλαστό.*+ Και ένας βασιλιάς θα βασιλέψει+ και θα εκδηλώσει ενόραση και θα υποστηρίξει την κρίση και τη δικαιοσύνη στη χώρα.+ 6 Στις ημέρες του, ο Ιούδας θα σωθεί+ και ο Ισραήλ θα απολαμβάνει ασφάλεια.+ Και αυτό είναι το όνομα με το οποίο θα αποκαλείται: Ο Ιεχωβά Είναι η Δικαιοσύνη Μας».+

7 «Ωστόσο, έρχονται ημέρες», δηλώνει ο Ιεχωβά, «κατά τις οποίες δεν θα λένε πια: “Όσο βέβαιο είναι ότι ζει ο Ιεχωβά, ο οποίος έβγαλε τον λαό του Ισραήλ από τη γη της Αιγύπτου!”+ 8 αλλά: “Όσο βέβαιο είναι ότι ζει ο Ιεχωβά, ο οποίος έβγαλε και επανέφερε τους απογόνους του οίκου του Ισραήλ από τη γη του βορρά και από όλες τις χώρες” στις οποίες τους είχα διασπείρει, και αυτοί θα κατοικήσουν στη δική τους χώρα».+

9 Σχετικά με τους προφήτες:

Η καρδιά μου είναι συντετριμμένη μέσα μου.

Όλα τα κόκαλά μου τρέμουν.

Είμαι σαν τον μεθυσμένο

και σαν εκείνον που τον έχει καταβάλει το κρασί,

εξαιτίας του Ιεχωβά και εξαιτίας των αγίων λόγων του.

10 Διότι η χώρα είναι γεμάτη μοιχούς·+

εξαιτίας της κατάρας η χώρα έχει βυθιστεί σε πένθος+

και τα βοσκοτόπια της ερημιάς έχουν ξεραθεί.+

Η πορεία τους είναι κακή, και κάνουν κατάχρηση της δύναμής τους.

11 «Τόσο ο προφήτης όσο και ο ιερέας έχουν μιανθεί.*+

Ακόμη και στον οίκο μου βρήκα την πονηρία τους»,+ δηλώνει ο Ιεχωβά.

12 «Γι’ αυτό, ο δρόμος τους θα γίνει ολισθηρός και σκοτεινός·+

θα σπρωχτούν και θα πέσουν.

Διότι θα φέρω πάνω τους συμφορά

κατά το έτος της απόδοσης λογαριασμού», δηλώνει ο Ιεχωβά.

13 «Και στους προφήτες της Σαμάρειας+ είδα κάτι αποκρουστικό.

Προφητεύουν στο όνομα του Βάαλ

και παροδηγούν τον λαό μου τον Ισραήλ.

14 Και στους προφήτες της Ιερουσαλήμ είδα φρικτά πράγματα.

Μοιχεύουν+ και περπατούν στο ψέμα·+

υποστηρίζουν όσους* κάνουν το κακό,

και οι ίδιοι δεν απομακρύνονται από την πονηρία τους.

Για εμένα είναι όλοι τους σαν τα Σόδομα+

και οι κάτοικοί της είναι σαν τα Γόμορρα».+

15 Γι’ αυτό, να τι λέει ο Ιεχωβά των στρατευμάτων εναντίον των προφητών:

«Θα τους κάνω να φάνε αψιθιά

και θα τους δώσω να πιουν δηλητηριασμένο νερό.+

Διότι από τους προφήτες της Ιερουσαλήμ η αποστασία απλώθηκε σε όλη τη χώρα».

16 Αυτό λέει ο Ιεχωβά των στρατευμάτων:

«Μην ακούτε τα λόγια των προφητών που προφητεύουν σε εσάς.+

Σας παραπλανούν.*

Το όραμα για το οποίο μιλούν είναι από τη δική τους καρδιά,+

όχι από το στόμα του Ιεχωβά.+

17 Λένε ξανά και ξανά σε εκείνους που δεν με σέβονται:

“Ο Ιεχωβά είπε: «Θα έχετε ειρήνη»”.+

Και σε όσους ακολουθούν τη δική τους πεισματική καρδιά λένε:

“Δεν πρόκειται να σας βρει συμφορά”.+

18 Διότι ποιος στάθηκε στον στενό κύκλο του Ιεχωβά

για να δει και να ακούσει τον λόγο του;

Ποιος έδωσε προσοχή στον λόγο του ώστε να τον ακούσει;

19 Δείτε! Η ανεμοθύελλα του Ιεχωβά θα ξεσπάσει με μανία·

σαν ανεμοστρόβιλος θα στροβιλιστεί πάνω από το κεφάλι των πονηρών.+

20 Ο θυμός του Ιεχωβά δεν θα απομακρυνθεί

μέχρι να εκτελέσει και να πραγματοποιήσει τις προθέσεις της καρδιάς του.

Στο τελικό διάστημα των ημερών θα το καταλάβετε καλά αυτό.

21 Δεν έστειλα τους προφήτες αυτούς, και όμως έτρεξαν.

Δεν τους μίλησα, και όμως προφήτευσαν.+

22 Αλλά αν είχαν σταθεί στον στενό μου κύκλο,

θα είχαν κάνει τον λαό μου να ακούσει τα λόγια μου,

και θα τον είχαν παρακινήσει να επιστρέψει από την κακή του οδό και από τις κακές του πράξεις».+

23 «Μόνο από κοντά είμαι εγώ Θεός;» λέει ο Ιεχωβά. «Δεν είμαι Θεός και από μακριά;»

24 «Μπορεί να κρυφτεί κανείς σε κρυψώνα και εγώ να μην τον δω;»+ λέει ο Ιεχωβά.

«Δεν γεμίζω εγώ τους ουρανούς και τη γη;»+ λέει ο Ιεχωβά.

25 «Άκουσα τους προφήτες που προφητεύουν ψέματα στο όνομά μου να λένε: “Είδα όνειρο! Είδα όνειρο!”+ 26 Ως πότε θα συνεχίζεται αυτό στην καρδιά των προφητών—να προφητεύουν ψέματα; Είναι προφήτες που λένε λόγια απάτης από τη δική τους καρδιά.+ 27 Σκοπεύουν να κάνουν τον λαό μου να ξεχάσει το όνομά μου με τα όνειρα που αφηγούνται ο ένας στον άλλον, όπως οι πατέρες τους ξέχασαν το όνομά μου εξαιτίας του Βάαλ.+ 28 Ο προφήτης που έχει κάποιο όνειρο ας αφηγηθεί το όνειρο, αλλά αυτός που έχει τον λόγο μου πρέπει να πει τον λόγο μου με αλήθεια».

«Τι κοινό έχει το άχυρο με τα σιτηρά;» λέει ο Ιεχωβά.

29 «Δεν είναι ο λόγος μου σαν φωτιά»,+ λέει ο Ιεχωβά, «και σαν σφύρα που συντρίβει τον βράχο;»+

30 «Εγώ λοιπόν είμαι εναντίον των προφητών», δηλώνει ο Ιεχωβά, «που κλέβουν τα λόγια μου ο ένας από τον άλλον».+

31 «Εγώ είμαι εναντίον των προφητών», δηλώνει ο Ιεχωβά, «που χρησιμοποιούν τη γλώσσα τους για να λένε: “Να τι δηλώνει Αυτός!”»+

32 «Εγώ είμαι εναντίον των προφητών με τα ψεύτικα όνειρα», δηλώνει ο Ιεχωβά, «οι οποίοι τα αφηγούνται και παροδηγούν τον λαό μου με τα ψέματά τους και την καύχησή τους».+

«Ωστόσο, δεν τους έστειλα ούτε τους διέταξα εγώ. Αποκλείεται λοιπόν να ωφελήσουν αυτόν τον λαό»,+ δηλώνει ο Ιεχωβά.

33 «Και όταν αυτός ο λαός ή κάποιος προφήτης ή ιερέας σε ρωτήσει: “Ποιο είναι το φορτίο* του Ιεχωβά;” να του απαντήσεις: “«Εσείς είστε το φορτίο! Και εγώ θα σας πετάξω από πάνω μου»,+ δηλώνει ο Ιεχωβά”. 34 Όσο για τον προφήτη ή τον ιερέα ή τον λαό που λέει “Αυτό είναι το φορτίο* του Ιεχωβά!” εγώ θα στρέψω την προσοχή μου σε αυτόν τον άνθρωπο και στο σπιτικό του. 35 Να τι λέτε ο καθένας στον συνάνθρωπό του και στον αδελφό του: “Τι απάντησε ο Ιεχωβά; Και τι είπε ο Ιεχωβά;” 36 Αλλά το φορτίο* του Ιεχωβά δεν πρέπει να το αναφέρετε πια, επειδή το φορτίο* είναι ο λόγος του καθενός, και έχετε αλλάξει τα λόγια του ζωντανού Θεού, του Ιεχωβά των στρατευμάτων, του Θεού μας.

37 »Αυτό θα πεις στον προφήτη: “Ποια απάντηση σου έδωσε ο Ιεχωβά; Και τι είπε ο Ιεχωβά; 38 Και αν εξακολουθήσετε να λέτε «Το φορτίο* του Ιεχωβά!» τότε να τι λέει ο Ιεχωβά: «Επειδή λέτε: “Αυτός ο λόγος είναι το φορτίο* του Ιεχωβά”, ενώ εγώ σας είπα: “Δεν πρέπει να λέτε «Το φορτίο* του Ιεχωβά!»” 39 εγώ θα σας σηκώσω και θα σας πετάξω μακριά από την παρουσία μου, τόσο εσάς όσο και την πόλη που έδωσα σε εσάς και στους προπάτορές σας. 40 Θα φέρω πάνω σας αιώνια ατίμωση και αιώνια ταπείνωση που δεν θα ξεχαστεί»”».+

24 Έπειτα ο Ιεχωβά μού έδειξε δύο καλάθια με σύκα τοποθετημένα μπροστά στον ναό του Ιεχωβά, αφού ο βασιλιάς Ναβουχοδονόσορ της Βαβυλώνας είχε οδηγήσει σε εξορία τον Ιεχονία,*+ τον γιο του Ιωακείμ,+ τον βασιλιά του Ιούδα, μαζί με τους άρχοντες του Ιούδα, τους τεχνίτες και τους μεταλλουργούς·* τους πήρε από την Ιερουσαλήμ και τους πήγε στη Βαβυλώνα.+ 2 Το ένα καλάθι είχε πολύ καλά σύκα, όπως τα πρώιμα σύκα, αλλά το άλλο καλάθι είχε πολύ κακά σύκα, τόσο κακά ώστε δεν μπορούσαν να φαγωθούν.

3 Κατόπιν ο Ιεχωβά μού είπε: «Τι βλέπεις, Ιερεμία;» Και εγώ είπα: «Σύκα· τα καλά σύκα είναι πολύ καλά, αλλά τα κακά σύκα είναι πολύ κακά, τόσο κακά ώστε δεν μπορούν να φαγωθούν».+

4 Τότε ήρθε σε εμένα ο εξής λόγος του Ιεχωβά: 5 «Αυτό λέει ο Ιεχωβά, ο Θεός του Ισραήλ: “Σαν αυτά τα καλά σύκα, έτσι θα δω με καλό τρόπο τους εξορίστους του Ιούδα, τους οποίους έχω στείλει μακριά από αυτόν τον τόπο στη γη των Χαλδαίων. 6 Θα έχω το βλέμμα μου πάνω τους για το καλό τους, και θα τους κάνω να επιστρέψουν σε αυτή τη γη.+ Θα τους οικοδομήσω και δεν θα τους κατεδαφίσω· θα τους φυτέψω και δεν θα τους ξεριζώσω.+ 7 Θα τους δώσω καρδιά για να με γνωρίζουν, ότι εγώ είμαι ο Ιεχωβά.+ Θα γίνουν λαός μου και εγώ θα γίνω Θεός τους,+ διότι θα επιστρέψουν σε εμένα με όλη τους την καρδιά.+

8 »”Αλλά σχετικά με τα κακά σύκα που είναι τόσο κακά ώστε δεν μπορούν να φαγωθούν,+ αυτό λέει ο Ιεχωβά: «Έτσι θα δω και τον βασιλιά Σεδεκία+ του Ιούδα, τους άρχοντές του, το υπόλοιπο της Ιερουσαλήμ που απομένει σε αυτή τη γη και όσους κατοικούν στη γη της Αιγύπτου.+ 9 Θα τους κάνω κάτι φρικαλέο και παράδειγμα συμφοράς για όλα τα βασίλεια της γης,+ περίγελο, παροιμιώδη φράση, αιτία για χλευασμό, καθώς και κατάρα+ σε όλους τους τόπους όπου θα τους διασπείρω.+ 10 Θα στείλω εναντίον τους το σπαθί,+ την πείνα και την επιδημία,*+ ώσπου να εξαλειφθούν από τη γη την οποία έδωσα σε αυτούς και στους προπάτορές τους»”».

25 Ο λόγος που ήρθε στον Ιερεμία σχετικά με όλο τον λαό του Ιούδα, το τέταρτο έτος του Ιωακείμ,+ γιου του Ιωσία, βασιλιά του Ιούδα, που ήταν το πρώτο έτος του βασιλιά Ναβουχοδονόσορα της Βαβυλώνας. 2 Αυτό είπε ο Ιερεμίας ο προφήτης σχετικά με* όλο τον λαό του Ιούδα και όλους τους κατοίκους της Ιερουσαλήμ:

3 «Από το δέκατο τρίτο έτος του Ιωσία,+ γιου του Αμών, βασιλιά του Ιούδα, μέχρι αυτή την ημέρα, 23 χρόνια τώρα, ο λόγος του Ιεχωβά ερχόταν σε εμένα και εγώ σας μιλούσα ξανά και ξανά,* αλλά εσείς δεν ακούγατε.+ 4 Και ο Ιεχωβά έστελνε σε εσάς όλους τους υπηρέτες του τους προφήτες—τους έστελνε ξανά και ξανά*—αλλά εσείς δεν ακούγατε ούτε δίνατε προσοχή.*+ 5 Εκείνοι έλεγαν: “Επιστρέψτε, παρακαλώ, ο καθένας από τις κακές του οδούς και από τις κακές του πράξεις·+ τότε θα συνεχίσετε να κατοικείτε πολύ καιρό ακόμη στη γη την οποία ο Ιεχωβά έδωσε πριν από πολλά χρόνια σε εσάς και στους προπάτορές σας. 6 Μην ακολουθείτε άλλους θεούς και μην τους υπηρετείτε ούτε να τους προσκυνάτε, προσβάλλοντας εμένα με το έργο των χεριών σας· ειδάλλως θα φέρω συμφορά πάνω σας”.

7 »“Εσείς όμως δεν με ακούσατε”, δηλώνει ο Ιεχωβά. “Απεναντίας, με προσβάλλατε με το έργο των χεριών σας, οδηγώντας τον εαυτό σας σε συμφορά”.+

8 »Γι’ αυτό, να τι λέει ο Ιεχωβά των στρατευμάτων: “«Επειδή δεν υπακούσατε στα λόγια μου, 9 εγώ θα στείλω μήνυμα σε όλες τις οικογένειες του βορρά»,+ δηλώνει ο Ιεχωβά, «και μάλιστα στον βασιλιά Ναβουχοδονόσορα της Βαβυλώνας, τον υπηρέτη μου,+ και θα τους φέρω εναντίον αυτής της γης+ και εναντίον των κατοίκων της και εναντίον όλων των γύρω εθνών.+ Θα τους αφιερώσω στην καταστροφή και θα τους κάνω κάτι φρικαλέο και κάτι που θα προκαλεί σφύριγμα και παντοτινά ερείπια. 10 Θα κατασιωπήσω από ανάμεσά τους τον ήχο της αγαλλίασης και τον ήχο της χαράς,+ τη φωνή του γαμπρού και τη φωνή της νύφης,+ τον ήχο του χειρόμυλου και το φως του λυχναριού. 11 Όλος αυτός ο τόπος θα ερειπωθεί και θα γίνει κάτι φρικαλέο, και αυτά τα έθνη θα υπηρετήσουν τον βασιλιά της Βαβυλώνας 70 χρόνια»”.+

12 »“Αλλά όταν συμπληρωθούν τα 70 χρόνια,+ θα ζητήσω λογαριασμό από* τον βασιλιά της Βαβυλώνας και από εκείνο το έθνος για το σφάλμα τους”,+ δηλώνει ο Ιεχωβά, “και θα κάνω τη γη των Χαλδαίων ερημότοπο για πάντα.+ 13 Θα φέρω πάνω σε εκείνη τη γη όλα τα λόγια τα οποία είπα εναντίον της, όλα όσα είναι γραμμένα σε αυτό το βιβλίο, τα οποία προφήτευσε ο Ιερεμίας εναντίον όλων των εθνών. 14 Διότι πολλά έθνη και μεγάλοι βασιλιάδες+ θα τους υποδουλώσουν,+ και θα ανταποδώσω σε αυτούς σύμφωνα με τις πράξεις τους και με το έργο των χεριών τους”».+

15 Διότι αυτό μου είπε ο Ιεχωβά, ο Θεός του Ισραήλ: «Πάρε από το χέρι μου αυτό το ποτήρι με το κρασί της οργής και ανάγκασε όλα τα έθνη στα οποία σε στέλνω να το πιουν. 16 Και θα πιουν και θα τρεκλίζουν και θα φέρονται σαν τρελοί εξαιτίας του σπαθιού που στέλνω ανάμεσά τους».+

17 Πήρα λοιπόν το ποτήρι από το χέρι του Ιεχωβά και ανάγκασα όλα τα έθνη στα οποία με έστειλε ο Ιεχωβά να το πιουν:+ 18 πρώτα την Ιερουσαλήμ και τις πόλεις του Ιούδα,+ τους βασιλιάδες της και τους άρχοντές της, για να τους κάνω ερείπια, κάτι φρικαλέο, κάτι που προκαλεί σφύριγμα, καθώς και κατάρα,+ όπως πρόκειται να συμβεί τώρα· 19 έπειτα τον Φαραώ, τον βασιλιά της Αιγύπτου, και τους υπηρέτες του, τους άρχοντές του και όλο τον λαό του,+ 20 μαζί με όλους τους μεικτούς πληθυσμούς του· όλους τους βασιλιάδες της γης του Ουζ· όλους τους βασιλιάδες της γης των Φιλισταίων,+ την Ασκαλών,+ τη Γάζα, την Ακκαρών και όσους απομένουν στην Άζωτο· 21 τον Εδώμ,+ τον Μωάβ+ και τους Αμμωνίτες·+ 22 όλους τους βασιλιάδες της Τύρου, όλους τους βασιλιάδες της Σιδώνας,+ καθώς και τους βασιλιάδες του νησιού στη θάλασσα· 23 τη Δαιδάν,+ τη Θεμά, τη Βουζ και όλους εκείνους που έχουν τα μαλλιά κομμένα στους κροτάφους·+ 24 όλους τους βασιλιάδες των Αράβων+ και όλους τους βασιλιάδες των μεικτών πληθυσμών που κατοικούν στην έρημο· 25 όλους τους βασιλιάδες της Ζιμβρί, όλους τους βασιλιάδες του Ελάμ+ και όλους τους βασιλιάδες των Μήδων·+ 26 όλους τους βασιλιάδες του βορρά, κοντινούς και μακρινούς, τον έναν μετά τον άλλον, και όλα τα άλλα βασίλεια που είναι στην επιφάνεια της γης· και ο βασιλιάς της Σησάχ*+ θα πιει έπειτα από αυτούς.

27 «Και να τους πεις: “Αυτό λέει ο Ιεχωβά των στρατευμάτων, ο Θεός του Ισραήλ: «Πιείτε και μεθύστε και κάντε εμετό και πέστε κάτω ώστε να μην μπορείτε να σηκωθείτε+ εξαιτίας του σπαθιού που στέλνω ανάμεσά σας»”. 28 Και αν αρνηθούν να πάρουν το ποτήρι από το χέρι σου για να πιουν, πες τους: “Αυτό λέει ο Ιεχωβά των στρατευμάτων: «Θα το πιείτε οπωσδήποτε! 29 Διότι αν φέρνω συμφορά πρώτα στην πόλη που φέρει το όνομά μου,+ είναι δυνατόν να μείνετε εσείς ατιμώρητοι;»”+

»“Δεν θα μείνετε ατιμώρητοι, διότι εγώ καλώ να έρθει σπαθί εναντίον όλων των κατοίκων της γης”, δηλώνει ο Ιεχωβά των στρατευμάτων.

30 »Να προφητεύσεις σε αυτούς όλα αυτά τα λόγια και να τους πεις:

“Από τα ύψη θα βρυχηθεί ο Ιεχωβά,

και από την άγια κατοικία του θα κάνει να ακουστεί η φωνή του.

Θα βρυχηθεί δυνατά ενάντια στον τόπο της κατοίκησής του.

Φωνάζοντας σαν τους πατητές στο πατητήρι,

θα τραγουδήσει θριαμβευτικά εναντίον όλων των κατοίκων της γης”.

31 “Θόρυβος θα φτάσει ως τα πέρατα της γης,

διότι ο Ιεχωβά έχει αντιδικία με τα έθνη.

Ο ίδιος προσωπικά θα εκφέρει κρίση για όλους τους ανθρώπους.*+

Τους δε πονηρούς θα τους εκτελέσει με σπαθί”, δηλώνει ο Ιεχωβά.

32 Αυτό λέει ο Ιεχωβά των στρατευμάτων:

“Δείτε! Συμφορά απλώνεται από έθνος σε έθνος,+

και μεγάλη θύελλα θα ξεσπάσει από τα πιο απομακρυσμένα μέρη της γης.+

33 »”Αυτοί που θα θανατωθούν από τον Ιεχωβά εκείνη την ημέρα θα βρίσκονται από τη μία άκρη της γης ως την άλλη. Δεν θα τους πενθήσουν ούτε θα τους μαζέψουν ούτε θα τους θάψουν. Θα γίνουν σαν κοπριά στην επιφάνεια της γης”.

34 Θρηνήστε γοερά, ποιμένες, και κραυγάστε!

Κυλιστείτε κάτω, μεγαλοπρεπείς του ποιμνίου,

επειδή ήρθε ο καιρός για τη σφαγή και τον διασκορπισμό σας,

και θα πέσετε σαν πολύτιμο σκεύος!

35 Οι ποιμένες δεν έχουν πού να πάνε για να γλιτώσουν,

και δεν υπάρχει διαφυγή για τους μεγαλοπρεπείς του ποιμνίου.

36 Ακούστε! Οι ποιμένες κραυγάζουν

και οι μεγαλοπρεπείς του ποιμνίου θρηνούν γοερά,

διότι ο Ιεχωβά ερημώνει τα βοσκοτόπια τους.

37 Και οι ειρηνικοί τόποι κατοίκησης έμειναν χωρίς ζωή

εξαιτίας του φλογερού θυμού του Ιεχωβά.

38 Άφησε την κρυψώνα του σαν νεαρό λιοντάρι,*+

διότι η γη τους έγινε κάτι φρικαλέο

εξαιτίας του αμείλικτου σπαθιού

και εξαιτίας του φλογερού θυμού του».

26 Στην αρχή της βασιλείας του Ιωακείμ,+ γιου του Ιωσία, βασιλιά του Ιούδα, ήρθε ο εξής λόγος από τον Ιεχωβά: 2 «Αυτό λέει ο Ιεχωβά: “Στάσου στην αυλή του οίκου του Ιεχωβά και μίλησε σχετικά με* όλους τους κατοίκους των πόλεων του Ιούδα που έρχονται να προσφέρουν λατρεία* στον οίκο του Ιεχωβά. Πες τους όλα όσα σε διατάζω· μην αφαιρέσεις λέξη. 3 Ίσως ακούσουν και επιστρέψουν ο καθένας από την κακή οδό του και αλλάξω γνώμη σχετικά με* τη συμφορά που σκοπεύω να φέρω πάνω τους εξαιτίας των κακών τους πράξεων.+ 4 Πες τους: «Αυτό λέει ο Ιεχωβά: “Αν δεν με ακούσετε ώστε να ακολουθείτε τον νόμο* μου τον οποίο έθεσα μπροστά σας, 5 ακούγοντας τα λόγια των υπηρετών μου των προφητών, τους οποίους σας στέλνω ξανά και ξανά* αλλά εσείς δεν τους ακούτε,+ 6 τότε εγώ θα κάνω αυτόν τον οίκο σαν τη Σηλώ+ και αυτή την πόλη παράδειγμα που θα μνημονεύεται σε κατάρες ανάμεσα σε όλα τα έθνη της γης”»”».+

7 Και οι ιερείς και οι προφήτες και όλος ο λαός άκουγαν τον Ιερεμία που έλεγε αυτά τα λόγια στον οίκο του Ιεχωβά.+ 8 Αφού λοιπόν ο Ιερεμίας είπε όλα όσα τον είχε διατάξει ο Ιεχωβά να πει σε όλο τον λαό, τότε οι ιερείς και οι προφήτες και όλος ο λαός τον άρπαξαν και είπαν: «Δεν πρόκειται να μείνεις ζωντανός! 9 Γιατί προφήτευσες στο όνομα του Ιεχωβά, λέγοντας: “Αυτός ο οίκος θα γίνει σαν τη Σηλώ και αυτή η πόλη θα ερημωθεί και θα μείνει χωρίς κάτοικο”;» Και όλος ο λαός συγκεντρώθηκε γύρω από τον Ιερεμία στον οίκο του Ιεχωβά.

10 Όταν οι άρχοντες του Ιούδα άκουσαν αυτά τα λόγια, ανέβηκαν από την κατοικία* του βασιλιά στον οίκο του Ιεχωβά και κάθισαν στην είσοδο της καινούριας πύλης του Ιεχωβά.+ 11 Οι ιερείς και οι προφήτες είπαν στους άρχοντες και σε όλο τον λαό: «Σε αυτόν τον άνθρωπο αξίζει η ποινή του θανάτου,+ επειδή προφήτευσε εναντίον αυτής της πόλης όλα όσα ακούσατε με τα ίδια σας τα αφτιά».+

12 Τότε ο Ιερεμίας είπε σε όλους τους άρχοντες και σε όλο τον λαό: «Ο Ιεχωβά με έστειλε να προφητεύσω εναντίον αυτού του οίκου και αυτής της πόλης όλα τα λόγια που ακούσατε.+ 13 Τώρα λοιπόν, διορθώστε τις οδούς σας και τις ενέργειές σας και υπακούστε στη φωνή του Ιεχωβά του Θεού σας, και ο Ιεχωβά θα αλλάξει γνώμη σχετικά με* τη συμφορά την οποία ανήγγειλε εναντίον σας.+ 14 Όσο για εμένα, είμαι στο χέρι σας. Κάντε μου ό,τι σας φαίνεται καλό και σωστό. 15 Μόνο να είστε βέβαιοι ότι, αν με θανατώσετε, θα φέρετε αθώο αίμα πάνω σας και πάνω σε αυτή την πόλη και πάνω στους κατοίκους της, γιατί αληθινά ο Ιεχωβά με έστειλε σε εσάς για να σας πω όλα αυτά τα λόγια».

16 Τότε οι άρχοντες και όλος ο λαός είπαν στους ιερείς και στους προφήτες: «Δεν αξίζει η ποινή του θανάτου σε αυτόν τον άνθρωπο, γιατί μας μίλησε στο όνομα του Ιεχωβά του Θεού μας».

17 Επιπρόσθετα, κάποιοι από τους πρεσβυτέρους της χώρας σηκώθηκαν και είπαν σε όλη την εκκλησία του λαού: 18 «Ο Μιχαίας+ από τη Μορέσεθ, που προφήτευε στις ημέρες του βασιλιά Εζεκία+ του Ιούδα, είπε σε όλο τον λαό του Ιούδα: “Αυτό λέει ο Ιεχωβά των στρατευμάτων:

«Η Σιών θα οργωθεί σαν αγρός,

η Ιερουσαλήμ θα μετατραπεί σε σωρούς ερειπίων+

και το βουνό του Οίκου* θα γίνει σαν δασώδες ύψωμα»”.+

19 »Μήπως τον θανάτωσε ο βασιλιάς Εζεκίας του Ιούδα και όλος ο Ιούδας; Δεν φοβήθηκε τον Ιεχωβά και δεν ικέτευσε τον Ιεχωβά για εύνοια,* ώστε ο Ιεχωβά άλλαξε γνώμη σχετικά με* τη συμφορά την οποία είχε αναγγείλει εναντίον τους;+ Κινδυνεύουμε λοιπόν να φέρουμε πάνω* μας μεγάλη συμφορά.

20 »Υπήρχε και κάποιος άλλος που προφήτευε στο όνομα του Ιεχωβά, ο Ουριγίας, ο γιος του Σεμαΐα, από την Κιριάθ-ιαρίμ,+ ο οποίος προφήτευε εναντίον αυτής της πόλης και αυτής της γης με λόγια όπως του Ιερεμία. 21 Ο βασιλιάς Ιωακείμ+ και όλοι οι κραταιοί του άντρες και όλοι οι άρχοντες άκουσαν τα λόγια του, και ο βασιλιάς ήθελε να τον θανατώσει.+ Όταν ο Ουριγίας το άκουσε αυτό, αμέσως φοβήθηκε και έφυγε στην Αίγυπτο. 22 Τότε ο βασιλιάς Ιωακείμ έστειλε στην Αίγυπτο τον Ελνάθαν,+ τον γιο του Αχβώρ, μαζί με άλλους άντρες. 23 Πήραν τον Ουριγία από την Αίγυπτο και τον πήγαν στον βασιλιά Ιωακείμ, ο οποίος τον θανάτωσε με σπαθί+ και έριξε το νεκρό σώμα του στο νεκροταφείο του κοινού λαού».

24 Αλλά ο Αχικάμ,+ ο γιος του Σαφάν,+ υποστήριξε τον Ιερεμία, και έτσι δεν τον παρέδωσαν στον λαό για να τον θανατώσουν.+

27 Στην αρχή της βασιλείας του Ιωακείμ,* γιου του Ιωσία, βασιλιά του Ιούδα, ήρθε στον Ιερεμία ο εξής λόγος από τον Ιεχωβά: 2 «Αυτό μου είπε ο Ιεχωβά: “Φτιάξε λουριά και ζυγούς και βάλε τα πάνω στον λαιμό σου. 3 Έπειτα, στείλε τα στον βασιλιά του Εδώμ,+ στον βασιλιά του Μωάβ,+ στον βασιλιά των Αμμωνιτών,+ στον βασιλιά της Τύρου+ και στον βασιλιά της Σιδώνας+ με το χέρι των αγγελιοφόρων που έχουν έρθει στην Ιερουσαλήμ, στον βασιλιά Σεδεκία του Ιούδα. 4 Δώσε τους την εξής εντολή για τους κυρίους τους:

»”«Αυτό λέει ο Ιεχωβά των στρατευμάτων, ο Θεός του Ισραήλ· αυτό πρέπει να πείτε στους κυρίους σας: 5 “Εγώ έκανα τη γη, τους ανθρώπους και τα ζώα που βρίσκονται στην επιφάνεια της γης με τη μεγάλη μου δύναμη και με τον απλωμένο μου βραχίονα· και την έδωσα σε όποιον επιθυμώ.*+ 6 Και τώρα, έδωσα όλους αυτούς τους τόπους στο χέρι του υπηρέτη μου, του βασιλιά Ναβουχοδονόσορα+ της Βαβυλώνας· του έδωσα ακόμη και τα θηρία του αγρού για να τον υπηρετούν. 7 Όλα τα έθνη θα υπηρετήσουν αυτόν και τον γιο του και τον εγγονό του ώσπου να έρθει ο καιρός για τη δική του χώρα,+ τότε που πολλά έθνη και μεγάλοι βασιλιάδες θα τον υποδουλώσουν”.+

8 »”»“Αν κάποιο έθνος ή βασίλειο αρνηθεί να υπηρετήσει τον βασιλιά Ναβουχοδονόσορα της Βαβυλώνας και να βάλει τον λαιμό του κάτω από τον ζυγό του βασιλιά της Βαβυλώνας, θα τιμωρήσω εκείνο το έθνος με σπαθί,+ με πείνα και με επιδημία”,* δηλώνει ο Ιεχωβά, “ώσπου να τους εξαλείψω μέσω του χεριού του”.

9 »”»“Γι’ αυτό, μην ακούτε τους προφήτες σας, τους μάντεις σας, όσους ανάμεσά σας βλέπουν όνειρα, τους μάγους σας και τους μαγγανευτές σας, οι οποίοι σας λένε: «Δεν θα υπηρετήσετε τον βασιλιά της Βαβυλώνας». 10 Διότι προφητεύουν σε εσάς ψέματα, και το αποτέλεσμα θα είναι να οδηγηθείτε μακριά από τη γη σας και να σας διασπείρω και να αφανιστείτε.

11 »”»”Αλλά το έθνος που θα βάλει τον λαιμό του κάτω από τον ζυγό του βασιλιά της Βαβυλώνας και θα τον υπηρετήσει, θα το αφήσω να παραμείνει* στη γη του”, δηλώνει ο Ιεχωβά, “για να την καλλιεργεί και να κατοικεί σε αυτήν”»”».

12 Παρόμοια μίλησα και στον βασιλιά Σεδεκία+ του Ιούδα, λέγοντας: «Βάλτε τον λαιμό σας κάτω από τον ζυγό του βασιλιά της Βαβυλώνας και υπηρετήστε αυτόν και τον λαό του, και θα εξακολουθήσετε να ζείτε.+ 13 Γιατί να πεθάνεις εσύ και ο λαός σου από σπαθί,+ από πείνα+ και από επιδημία,+ όπως είπε ο Ιεχωβά ότι θα συμβεί στο έθνος που δεν θα υπηρετήσει τον βασιλιά της Βαβυλώνας; 14 Μην ακούτε τα λόγια των προφητών οι οποίοι σας λένε: “Δεν θα υπηρετήσετε τον βασιλιά της Βαβυλώνας”,+ επειδή προφητεύουν σε εσάς ψέματα.+

15 »“Διότι δεν τους έστειλα εγώ”, δηλώνει ο Ιεχωβά, “αλλά προφητεύουν ψέματα στο όνομά μου, ώστε να σας διασπείρω και να αφανιστείτε, τόσο εσείς όσο και οι προφήτες που προφητεύουν σε εσάς”».+

16 Και στους ιερείς και σε όλο αυτόν τον λαό είπα: «Αυτό λέει ο Ιεχωβά: “Μην ακούτε τα λόγια των προφητών σας που προφητεύουν σε εσάς λέγοντας: «Τα σκεύη του οίκου του Ιεχωβά θα επιστρέψουν από τη Βαβυλώνα πολύ σύντομα!»+ διότι προφητεύουν σε εσάς ψέματα.+ 17 Μην τους ακούτε. Υπηρετήστε τον βασιλιά της Βαβυλώνας και θα εξακολουθήσετε να ζείτε.+ Γιατί να γίνει αυτή η πόλη ερείπια; 18 Αλλά αν αυτοί είναι προφήτες και αν έχουν τον λόγο του Ιεχωβά, ας ικετεύσουν, παρακαλώ, τον Ιεχωβά των στρατευμάτων να μη μεταφερθούν στη Βαβυλώνα τα σκεύη που απομένουν στον οίκο του Ιεχωβά, στην κατοικία* του βασιλιά του Ιούδα και στην Ιερουσαλήμ”.

19 »Διότι αυτό λέει ο Ιεχωβά των στρατευμάτων για τους στύλους,+ τη Θάλασσα,*+ τα καρότσια+ και τα υπόλοιπα σκεύη που απομένουν σε αυτή την πόλη, 20 τα οποία δεν πήρε ο βασιλιάς Ναβουχοδονόσορ της Βαβυλώνας όταν οδήγησε σε εξορία τον Ιεχονία, τον γιο του Ιωακείμ, τον βασιλιά του Ιούδα, από την Ιερουσαλήμ στη Βαβυλώνα, μαζί με όλους τους ευγενείς του Ιούδα και της Ιερουσαλήμ·+ 21 ναι, αυτό λέει ο Ιεχωβά των στρατευμάτων, ο Θεός του Ισραήλ, για τα σκεύη που απομένουν στον οίκο του Ιεχωβά, στην κατοικία* του βασιλιά του Ιούδα και στην Ιερουσαλήμ: 22 “«Στη Βαβυλώνα θα μεταφερθούν+ και εκεί θα παραμείνουν μέχρι την ημέρα που θα στρέψω την προσοχή μου σε αυτά», δηλώνει ο Ιεχωβά. «Τότε θα τα επαναφέρω και θα τα αποκαταστήσω σε αυτόν τον τόπο»”».+

28 Το ίδιο εκείνο έτος, στην αρχή της βασιλείας του Σεδεκία,+ βασιλιά του Ιούδα, το τέταρτο έτος, τον πέμπτο μήνα, ο προφήτης Ανανίας, ο γιος του Αζούρ από τη Γαβαών,+ μου είπε στον οίκο του Ιεχωβά μπροστά στους ιερείς και σε όλο τον λαό: 2 «Αυτό λέει ο Ιεχωβά των στρατευμάτων, ο Θεός του Ισραήλ: “Θα σπάσω τον ζυγό του βασιλιά της Βαβυλώνας.+ 3 Μέσα σε δύο έτη* θα επαναφέρω σε αυτόν τον τόπο όλα τα σκεύη του οίκου του Ιεχωβά τα οποία πήρε ο βασιλιάς Ναβουχοδονόσορ της Βαβυλώνας από αυτόν τον τόπο και τα έφερε στη Βαβυλώνα”».+ 4 «“Και θα επαναφέρω σε αυτόν τον τόπο τον Ιεχονία,+ τον γιο του Ιωακείμ,+ τον βασιλιά του Ιούδα, και όλους τους εξορίστους του Ιούδα οι οποίοι πήγαν στη Βαβυλώνα”,+ δηλώνει ο Ιεχωβά, “διότι θα σπάσω τον ζυγό του βασιλιά της Βαβυλώνας”».

5 Τότε ο Ιερεμίας ο προφήτης μίλησε στον Ανανία τον προφήτη μπροστά στους ιερείς και σε όλο τον λαό που στέκονταν στον οίκο του Ιεχωβά. 6 Ο Ιερεμίας ο προφήτης είπε: «Αμήν!* Μακάρι να το κάνει αυτό ο Ιεχωβά! Μακάρι να εκπληρώσει ο Ιεχωβά τα λόγια της προφητείας σου επαναφέροντας από τη Βαβυλώνα σε αυτόν τον τόπο τα σκεύη του οίκου του Ιεχωβά και όλους τους εξορίστους! 7 Ωστόσο, άκουσε, παρακαλώ, αυτό το άγγελμα που λέω σε εσένα και σε όλο τον λαό. 8 Από παλιά, οι προφήτες που υπήρξαν πριν από εμένα και εσένα προφήτευαν για πολλές χώρες και μεγάλα βασίλεια ότι θα έρχονταν πόλεμοι, συμφορές και επιδημίες.* 9 Αν ένας προφήτης προφητεύσει για ειρήνη και ο λόγος του βγει αληθινός, τότε θα αποδειχτεί ότι ο Ιεχωβά έστειλε πράγματι αυτόν τον προφήτη».

10 Τότε ο Ανανίας ο προφήτης πήρε τον ζυγό από τον λαιμό του προφήτη Ιερεμία και τον έσπασε.+ 11 Έπειτα είπε μπροστά σε όλο τον λαό: «Αυτό λέει ο Ιεχωβά: “Έτσι θα σπάσω τον ζυγό του βασιλιά Ναβουχοδονόσορα της Βαβυλώνας από τον λαιμό όλων των εθνών μέσα σε δύο έτη”».+ Και ο Ιερεμίας ο προφήτης έφυγε.

12 Αφού έσπασε ο Ανανίας ο προφήτης τον ζυγό από τον λαιμό του Ιερεμία του προφήτη, ήρθε στον Ιερεμία το εξής άγγελμα από τον Ιεχωβά: 13 «Πήγαινε και πες στον Ανανία: “Αυτό λέει ο Ιεχωβά: «Έσπασες ξύλινους ζυγούς,+ αλλά αντί για αυτούς θα φτιάξεις σιδερένιους». 14 Διότι αυτό λέει ο Ιεχωβά των στρατευμάτων, ο Θεός του Ισραήλ: «Θα βάλω σιδερένιο ζυγό στον λαιμό όλων αυτών των εθνών για να υπηρετήσουν τον βασιλιά Ναβουχοδονόσορα της Βαβυλώνας, και θα τον υπηρετήσουν.+ Ακόμη και τα θηρία του αγρού θα του δώσω»”».+

15 Τότε ο Ιερεμίας ο προφήτης είπε στον Ανανία+ τον προφήτη: «Άκου, παρακαλώ, Ανανία! Δεν σε έστειλε ο Ιεχωβά, αλλά εσύ κάνεις αυτόν τον λαό να εμπιστεύεται σε ένα ψέμα.+ 16 Γι’ αυτό, να τι λέει ο Ιεχωβά: “Εγώ θα σε απομακρύνω από το πρόσωπο της γης. Αυτόν τον χρόνο θα πεθάνεις, γιατί υποκίνησες ανταρσία εναντίον του Ιεχωβά”».+

17 Έτσι λοιπόν, ο Ανανίας ο προφήτης πέθανε εκείνον τον χρόνο, τον έβδομο μήνα.

29 Αυτά είναι τα λόγια της επιστολής που έστειλε από την Ιερουσαλήμ ο Ιερεμίας ο προφήτης στους υπόλοιπους πρεσβυτέρους μεταξύ των εξορίστων, στους ιερείς, στους προφήτες και σε όλο τον λαό, τους οποίους είχε εξορίσει ο Ναβουχοδονόσορ από την Ιερουσαλήμ στη Βαβυλώνα, 2 αφού ο βασιλιάς Ιεχονίας,+ η βασιλομήτωρ,*+ οι αυλικοί, οι άρχοντες του Ιούδα και της Ιερουσαλήμ, καθώς και οι τεχνίτες και οι μεταλλουργοί* είχαν φύγει από την Ιερουσαλήμ.+ 3 Έστειλε την επιστολή μέσω του Ελασά, γιου του Σαφάν,+ και του Γεμαρία, γιου του Χελκία, τους οποίους ο βασιλιάς Σεδεκίας+ του Ιούδα έστειλε στη Βαβυλώνα, στον βασιλιά Ναβουχοδονόσορα της Βαβυλώνας. Η επιστολή έλεγε τα εξής:

4 «Αυτό λέει ο Ιεχωβά των στρατευμάτων, ο Θεός του Ισραήλ, σε όλους τους εξορίστους, τους οποίους εξόρισα από την Ιερουσαλήμ στη Βαβυλώνα: 5 “Χτίστε σπίτια και κατοικήστε σε αυτά. Φυτέψτε κήπους και φάτε τους καρπούς τους. 6 Πάρτε γυναίκες και αποκτήστε γιους και κόρες· παντρέψτε τους γιους σας και τις κόρες σας ώστε να αποκτήσουν και εκείνοι γιους και κόρες. Πληθυνθείτε εκεί και μη λιγοστέψετε. 7 Και να επιζητείτε την ειρήνη της πόλης στην οποία σας εξόρισα, και να προσεύχεστε για χάρη της στον Ιεχωβά γιατί, αν έχει αυτή ειρήνη, θα έχετε και εσείς.+ 8 Διότι αυτό λέει ο Ιεχωβά των στρατευμάτων, ο Θεός του Ισραήλ: «Μην αφήνετε τους προφήτες και τους μάντεις σας που είναι ανάμεσά σας να σας εξαπατούν+ και μη δίνετε σημασία στα όνειρα που βλέπουν. 9 Διότι “προφητεύουν σε εσάς ψέματα στο όνομά μου. Δεν τους έστειλα εγώ”,+ δηλώνει ο Ιεχωβά»”».

10 «Διότι αυτό λέει ο Ιεχωβά: “Όταν συμπληρωθούν 70 χρόνια στη Βαβυλώνα, θα στρέψω την προσοχή μου σε εσάς,+ και θα εκπληρώσω την υπόσχεσή μου επαναφέροντάς σας σε αυτόν τον τόπο”.+

11 »“Διότι εγώ γνωρίζω καλά τι σκέψεις κάνω για εσάς”, δηλώνει ο Ιεχωβά, “σκέψεις ειρήνης και όχι συμφοράς,+ για να σας δώσω μέλλον και ελπίδα.+ 12 Και θα με καλέσετε και θα έρθετε και θα προσευχηθείτε σε εμένα, και εγώ θα σας ακούσω”.+

13 »“Θα με αναζητήσετε και θα με βρείτε,+ γιατί θα με εκζητήσετε με όλη σας την καρδιά.+ 14 Και θα σας αφήσω να με βρείτε”,+ δηλώνει ο Ιεχωβά. “Θα συγκεντρώσω τους αιχμαλώτους σας και θα σας συνάξω από όλα τα έθνη και από όλους τους τόπους όπου σας διέσπειρα”,+ δηλώνει ο Ιεχωβά. “Θα σας επαναφέρω στον τόπο από όπου σας εξόρισα”.+

15 »Αλλά εσείς είπατε: “Ο Ιεχωβά ήγειρε για εμάς προφήτες στη Βαβυλώνα”.

16 »Διότι αυτό λέει ο Ιεχωβά στον βασιλιά που κάθεται στον θρόνο του Δαβίδ+ και σε όλο τον λαό που κατοικεί σε αυτή την πόλη, τους αδελφούς σας που δεν έχουν πάει μαζί σας στην εξορία: 17 “Αυτό λέει ο Ιεχωβά των στρατευμάτων: «Εγώ στέλνω εναντίον τους το σπαθί, την πείνα και την επιδημία,*+ και θα τους κάνω σαν σάπια* σύκα που είναι σε τόσο κακή κατάσταση ώστε δεν μπορούν να φαγωθούν»”.+

18 »“Και θα τους καταδιώξω με σπαθί,+ με πείνα και με επιδημία, και θα τους κάνω κάτι φρικαλέο για όλα τα βασίλεια της γης,+ καθώς και κατάρα, κάτι που θα προκαλεί κατάπληξη και σφύριγμα,+ περίγελο ανάμεσα σε όλα τα έθνη όπου θα τους διασπείρω,+ 19 επειδή δεν άκουσαν τα λόγια μου τα οποία τους έστειλα με τους υπηρέτες μου τους προφήτες”, δηλώνει ο Ιεχωβά, “στέλνοντάς τους ξανά και ξανά”.*+

»“Εσείς όμως δεν ακούσατε”,+ δηλώνει ο Ιεχωβά.

20 »Γι’ αυτό, ακούστε τον λόγο του Ιεχωβά, όλοι εσείς οι εξόριστοι, τους οποίους έδιωξα από την Ιερουσαλήμ στη Βαβυλώνα. 21 Αυτό λέει ο Ιεχωβά των στρατευμάτων, ο Θεός του Ισραήλ, σχετικά με τον Αχαάβ, τον γιο του Κολαΐα, και τον Σεδεκία, τον γιο του Μαασία, οι οποίοι προφητεύουν σε εσάς ψέματα στο όνομά μου:+ “Θα τους δώσω στο χέρι του βασιλιά Ναβουχοδονόσορα της Βαβυλώνας, και θα τους θανατώσει μπροστά στα μάτια σας. 22 Και αυτό που θα τους συμβεί θα γίνει κατάρα στα χείλη όλων των εξορίστων του Ιούδα στη Βαβυλώνα, οι οποίοι θα λένε: «Να σε κάνει ο Ιεχωβά σαν τον Σεδεκία και σαν τον Αχαάβ, τους οποίους ο βασιλιάς της Βαβυλώνας έψησε στη φωτιά!» 23 επειδή έκαναν αίσχη στον Ισραήλ,+ μοιχεύοντας με τις συζύγους των συμπατριωτών τους και λέγοντας στο όνομά μου ψεύτικα λόγια που δεν τους διέταξα να πουν.+

»”«Εγώ γνωρίζω και είμαι μάρτυρας»,+ δηλώνει ο Ιεχωβά”».

24 «Και στον Σεμαΐα+ του Νεχελάμ θα πεις: 25 “Αυτό λέει ο Ιεχωβά των στρατευμάτων, ο Θεός του Ισραήλ: «Επειδή έστειλες επιστολές με το όνομά σου σε όλο τον λαό που είναι στην Ιερουσαλήμ, στον Σοφονία,+ τον γιο του Μαασία, τον ιερέα, και σε όλους τους ιερείς, λέγοντας: 26 “Ο Ιεχωβά σε έκανε ιερέα αντί του Ιωδαέ του ιερέα, για να επιστατείς στον οίκο του Ιεχωβά, να χειρίζεσαι την περίπτωση κάθε παράφρονα που συμπεριφέρεται σαν προφήτης και να τον βάζεις στα ξύλινα δεσμά και στον κλοιό.*+ 27 Γιατί λοιπόν δεν επέπληξες τον Ιερεμία από την Αναθώθ,+ ο οποίος συμπεριφέρεται ως προφήτης για εσάς;+ 28 Διότι μας έστειλε μάλιστα και επιστολή εδώ στη Βαβυλώνα, λέγοντας: «Θα κρατήσει πολύ καιρό! Χτίστε σπίτια και κατοικήστε σε αυτά. Φυτέψτε κήπους και φάτε τους καρπούς τους,+—»”»”»

29 Όταν ο Σοφονίας+ ο ιερέας διάβασε αυτή την επιστολή ενώπιον του Ιερεμία του προφήτη, 30 ήρθε ο εξής λόγος του Ιεχωβά στον Ιερεμία: 31 «Στείλε σε όλους τους εξορίστους το ακόλουθο μήνυμα: “Αυτό λέει ο Ιεχωβά σχετικά με τον Σεμαΐα του Νεχελάμ: «Επειδή ο Σεμαΐας προφήτευσε σε εσάς, αν και εγώ δεν τον έστειλα, και προσπάθησε να σας κάνει να εμπιστευτείτε σε ψέματα,+ 32 να τι λέει ο Ιεχωβά: “Θα στρέψω την προσοχή μου στον Σεμαΐα του Νεχελάμ και στους απογόνους του. Ούτε ένας δικός του δεν θα επιζήσει ανάμεσα σε αυτόν τον λαό, και ο ίδιος δεν θα δει το καλό που θα κάνω για τον λαό μου”, δηλώνει ο Ιεχωβά, “διότι υποκίνησε ανταρσία εναντίον του Ιεχωβά”»”».

30 Ήρθε στον Ιερεμία ο εξής λόγος από τον Ιεχωβά: 2 «Αυτό λέει ο Ιεχωβά, ο Θεός του Ισραήλ: “Γράψε σε βιβλίο όλα τα λόγια που σου λέω. 3 Διότι «έρχονται ημέρες», δηλώνει ο Ιεχωβά, «κατά τις οποίες θα συγκεντρώσω τους αιχμαλώτους του λαού μου, του Ισραήλ και του Ιούδα»,+ λέει ο Ιεχωβά, «και θα τους επαναφέρω στη γη την οποία έδωσα στους προπάτορές τους, και θα την πάρουν ξανά στην κατοχή τους»”».+

4 Αυτά είναι τα λόγια που είπε ο Ιεχωβά στον Ισραήλ και στον Ιούδα.

 5 Αυτό λέει ο Ιεχωβά:

«Ακούσαμε κραυγές πανικού·

υπάρχει τρόμος, όχι ειρήνη.

 6 Ρωτήστε, παρακαλώ, αν ένας άντρας μπορεί να γεννήσει.

Τότε γιατί βλέπω κάθε δυνατό άντρα να κρατάει με τα χέρια του την κοιλιά* του

σαν γυναίκα που γεννάει;+

Γιατί χλώμιασαν όλα τα πρόσωπα;

 7 Αλίμονο! Διότι εκείνη η ημέρα είναι τρομερή.*+

Δεν υπάρχει άλλη σαν αυτήν,

τέτοιος καιρός στενοχώριας για τον Ιακώβ.

Αλλά αυτός θα σωθεί».

8 «Εκείνη την ημέρα», δηλώνει ο Ιεχωβά των στρατευμάτων, «θα σπάσω τον ζυγό από τον λαιμό σου, και τα λουριά* σου θα τα κόψω στα δύο· και ξένοι δεν θα τον* κάνουν πια δούλο τους. 9 Θα υπηρετούν τον Ιεχωβά τον Θεό τους και τον Δαβίδ τον βασιλιά τους, τον οποίο θα εγείρω για αυτούς».+

10 «Και εσύ, υπηρέτη μου Ιακώβ, μη φοβάσαι», λέει ο Ιεχωβά,

«και μην τρομοκρατείσαι, Ισραήλ.+

Διότι εγώ θα σε σώσω από τον μακρινό τόπο

και τους απογόνους σου από τη γη της αιχμαλωσίας τους.+

Ο Ιακώβ θα επιστρέψει και θα είναι ήρεμος και γαλήνιος,

και κανείς δεν θα τον φοβίζει».+

11 «Διότι εγώ είμαι μαζί σου», δηλώνει ο Ιεχωβά, «για να σε σώσω.

Αλλά θα επιφέρω εξόντωση ανάμεσα σε όλα τα έθνη στα οποία σε διασκόρπισα·+

ωστόσο, εσένα δεν θα σε εξοντώσω.+

Θα σε διαπαιδαγωγήσω* όσο ακριβώς χρειάζεται,

και δεν πρόκειται να σε αφήσω ατιμώρητο».+

12 Διότι αυτό λέει ο Ιεχωβά:

«Δεν υπάρχει θεραπεία για τη συντριβή σου.+

Η πληγή σου είναι αθεράπευτη.

13 Δεν υπάρχει κανείς να υπερασπιστεί την υπόθεσή σου,

κανένα γιατρικό για το έλκος σου.

Δεν υπάρχει θεραπεία για εσένα.

14 Όλοι οι φλογεροί εραστές σου σε ξέχασαν.+

Δεν σε αναζητούν πια.

Διότι με χτύπημα εχθρού σε χτύπησα,+

με τιμωρία από κάποιον αμείλικτο,

εξαιτίας της μεγάλης ενοχής σου και των πολλών σου αμαρτιών.+

15 Γιατί κραυγάζεις για τη συντριβή σου;

Ο πόνος σου είναι αθεράπευτος!

Εξαιτίας της μεγάλης ενοχής σου και των πολλών σου αμαρτιών+

το έκανα αυτό σε εσένα.

16 Όλοι όσοι σε καταβροχθίζουν, λοιπόν, θα καταβροχθιστούν,+

και όλοι οι εχθροί σου θα πάνε και αυτοί σε αιχμαλωσία.+

Όσοι σε λαφυραγωγούν θα λαφυραγωγηθούν,

και θα παραδώσω σε λεηλασία όλους όσους σε λεηλατούν».+

17 «Αλλά εσένα θα σε θεραπεύσω και τις πληγές σου θα τις γιατρέψω»,+ δηλώνει ο Ιεχωβά,

«παρότι σε αποκάλεσαν αποδιωγμένη:

“Η Σιών, που κανείς δεν την αναζητάει”».+

18 Αυτό λέει ο Ιεχωβά:

«Θα συγκεντρώσω τους αιχμαλώτους των σκηνών του Ιακώβ,+

και θα λυπηθώ τα πρόχειρα καταλύματά του.

Η πόλη θα ανοικοδομηθεί πάνω στο ύψωμά της,+

και ο οχυρωμένος πύργος θα σταθεί στη δικαιωματική του θέση.

19 Και από αυτούς θα ακούγεται ευχαριστία και ήχος από γέλια.+

Θα τους πληθύνω και δεν θα είναι λίγοι·+

θα τους κάνω πολυάριθμους*

και δεν θα είναι ασήμαντοι.+

20 Οι γιοι του θα γίνουν όπως παλιά,

και η σύναξή του θα εδραιωθεί ενώπιόν μου.+

Θα λογαριαστώ με όλους όσους τον καταδυναστεύουν.+

21 Ο μεγαλοπρεπής του θα είναι από τον δικό του λαό,

και από αυτόν θα βγει ο άρχοντάς του.

Θα τον κάνω να έρθει κοντά και θα με πλησιάσει».

«Διότι αλλιώς, ποιος θα τολμούσε* να με πλησιάσει;» λέει ο Ιεχωβά.

22 «Και θα γίνετε λαός μου+ και εγώ θα είμαι ο Θεός σας».+

23 Δείτε! Ανεμοθύελλα από τον Ιεχωβά θα ξεσπάσει με μανία,+

σαρωτική θύελλα που θα στροβιλιστεί πάνω από το κεφάλι των πονηρών.

24 Ο φλογερός θυμός του Ιεχωβά δεν θα απομακρυνθεί

μέχρι να εκτελέσει και να πραγματοποιήσει τις προθέσεις της καρδιάς του.+

Στο τελικό διάστημα των ημερών θα το καταλάβετε αυτό.+

31 «Εκείνον τον καιρό», δηλώνει ο Ιεχωβά, «θα γίνω ο Θεός όλων των οικογενειών του Ισραήλ, και αυτοί θα γίνουν λαός μου».+

 2 Αυτό λέει ο Ιεχωβά:

«Ο λαός που επέζησε από το σπαθί βρήκε εύνοια στην έρημο

όταν ο Ισραήλ βάδιζε προς τον τόπο της ανάπαυσής του».

 3 Από μακριά εμφανίστηκε σε εμένα ο Ιεχωβά και είπε:

«Με αιώνια αγάπη σε αγάπησα.

Να γιατί σε έλκυσα κοντά μου με όσια αγάπη.*+

 4 Πάλι θα σε ανοικοδομήσω και θα ανοικοδομηθείς.+

Παρθένα του Ισραήλ, πάλι θα πάρεις τα ντέφια σου

και θα βγεις χορεύοντας χαρούμενα.*+

 5 Πάλι θα φυτέψεις αμπέλια στα βουνά της Σαμάρειας·+

οι φυτευτές θα φυτέψουν και θα απολαύσουν τον καρπό τους.+

 6 Διότι θα έρθει η ημέρα που οι σκοποί στα βουνά του Εφραΐμ θα φωνάζουν:

“Σηκωθείτε, ας ανεβούμε στη Σιών, στον Ιεχωβά τον Θεό μας”».+

 7 Διότι αυτό λέει ο Ιεχωβά:

«Κραυγάστε προς τον Ιακώβ με αγαλλίαση.

Φωνάξτε από χαρά, επειδή είστε πάνω από τα έθνη.+

Διακηρύξτε το· αναπέμψτε αίνο και πείτε:

“Ιεχωβά, σώσε τον λαό σου, το υπόλοιπο του Ισραήλ”.+

 8 Θα τους επαναφέρω από τη γη του βορρά.+

Θα τους συγκεντρώσω από τα πιο απομακρυσμένα μέρη της γης.+

Ανάμεσά τους θα είναι ο τυφλός και ο κουτσός,+

η έγκυος και η ετοιμόγεννη, όλοι μαζί.

Ως μεγάλη εκκλησία θα επιστρέψουν εδώ.+

 9 Θα έρθουν κλαίγοντας.+

Θα είμαι οδηγός τους καθώς θα ικετεύουν για εύνοια.

Θα τους οδηγήσω σε ρεύματα* νερού,+

σε ομαλό δρόμο όπου δεν θα σκοντάφτουν.

Διότι είμαι Πατέρας για τον Ισραήλ, και ο Εφραΐμ είναι ο πρωτότοκός μου».+

10 Ακούστε τον λόγο του Ιεχωβά, έθνη,

και διακηρύξτε τον στα μακρινά νησιά:+

«Αυτός που διασκόρπισε τον Ισραήλ θα τον συγκεντρώσει.

Θα τον προσέχει όπως ο βοσκός το κοπάδι του.+

11 Διότι ο Ιεχωβά θα απολυτρώσει τον Ιακώβ+

και θα τον ελευθερώσει* από το χέρι εκείνου που είναι ισχυρότερός του.+

12 Θα έρθουν και θα φωνάζουν χαρούμενα στο ύψωμα της Σιών+

και θα λάμπουν από χαρά για την αγαθότητα του* Ιεχωβά,

για τα σιτηρά και το καινούριο κρασί+ και το λάδι

και για τα μικρά των γιδοπροβάτων και των βοδιών.+

Θα γίνουν* σαν καλοποτισμένος κήπος+

και δεν θα ξαναμαραζώσουν πια».+

13 «Εκείνον τον καιρό η παρθένα θα χορεύει χαρούμενα,

καθώς και οι νέοι μαζί με τους γέρους.+

Θα μετατρέψω το πένθος τους σε αγαλλίαση.+

Θα τους παρηγορήσω και θα αντικαταστήσω με χαρά τη λύπη τους.+

14 Θα χορτάσω τους ιερείς* με αφθονία,*

και ο λαός μου θα χορτάσει από την αγαθότητά μου»,+ δηλώνει ο Ιεχωβά.

15 «Αυτό λέει ο Ιεχωβά:

“Φωνή ακούγεται στη Ραμά,+ θρήνος και πικρό κλάμα:

Η Ραχήλ κλαίει για τους γιους* της.+

Αρνείται να παρηγορηθεί για τους γιους της,

επειδή δεν υπάρχουν πια”».+

16 Αυτό λέει ο Ιεχωβά:

«“Μην κλαις με αναφιλητά και ας μην τρέχουν από τα μάτια σου δάκρυα,

διότι θα έχεις ανταμοιβή για τις ενέργειές σου”, λέει ο Ιεχωβά.

“Αυτοί θα επιστρέψουν από τη γη του εχθρού”.+

17 “Υπάρχει ελπίδα για το μέλλον σου”,+ δηλώνει ο Ιεχωβά.

“Οι γιοι σου θα επιστρέψουν στην περιοχή τους”».+

18 «Ασφαλώς, άκουσα τον αναστεναγμό του Εφραΐμ:

“Με διόρθωσες και διορθώθηκα,

σαν μοσχαράκι που δεν έχει εκπαιδευτεί.

Φέρε με πίσω και θα επιστρέψω πρόθυμα,

διότι είσαι ο Ιεχωβά ο Θεός μου.

19 Διότι όταν πήρα τον δρόμο της επιστροφής, ένιωσα τύψεις·+

όταν βοηθήθηκα να καταλάβω, χτύπησα τον μηρό μου με λύπη.

Ντράπηκα και ταπεινώθηκα,+

διότι βάσταξα την ντροπή της νεότητάς μου”».

20 «Δεν είναι ο Εφραΐμ πολύτιμος γιος για εμένα, αγαπητό παιδί;+

Παρότι μιλώ συχνά εναντίον του, εξακολουθώ να τον θυμάμαι.

Να γιατί τα αισθήματά μου* αναστατώνονται για αυτόν.+

Και θα τον σπλαχνιστώ οπωσδήποτε», δηλώνει ο Ιεχωβά.+

21 «Στήσε για τον εαυτό σου οδοδείκτες

και βάλε πινακίδες.+

Δώσε προσοχή στον μεγάλο δρόμο, στην οδό όπου πρέπει να πας.+

Επίστρεψε, παρθένα του Ισραήλ, επίστρεψε σε αυτές τις πόλεις σου.

22 Ως πότε θα αμφιταλαντεύεσαι, άπιστη κόρη;

Διότι ο Ιεχωβά δημιούργησε κάτι νέο στη γη:

Μια γυναίκα θα επιζητεί με αγωνία έναν άντρα».

23 Αυτό λέει ο Ιεχωβά των στρατευμάτων, ο Θεός του Ισραήλ: «Όταν συγκεντρώσω ξανά τους αιχμαλώτους τους, πάλι θα πουν στη γη του Ιούδα και στις πόλεις του: “Ο Ιεχωβά να σε ευλογήσει, δίκαιη κατοικία,+ άγιο βουνό”.+ 24 Και σε αυτήν θα κατοικεί ο Ιούδας και όλες οι πόλεις του μαζί, οι γεωργοί και εκείνοι που οδηγούν τα κοπάδια.+ 25 Διότι θα ξεδιψάσω τον αποκαμωμένο* και θα χορτάσω τον καθέναν* που μαραζώνει».+

26 Τότε ξύπνησα και άνοιξα τα μάτια μου, και ο ύπνος μου μού φάνηκε πολύ ευχάριστος.

27 «Δείτε! Έρχονται ημέρες», δηλώνει ο Ιεχωβά, «κατά τις οποίες θα σπείρω τον οίκο του Ισραήλ και τον οίκο του Ιούδα με ανθρώπους και ζωντανά».*+

28 «Και όπως τους παρατηρούσα για να ξεριζώσω, να γκρεμίσω, να κατεδαφίσω, να καταστρέψω και να βλάψω,+ έτσι θα τους παρατηρώ για να οικοδομήσω και να φυτέψω»,+ δηλώνει ο Ιεχωβά. 29 «Εκείνες τις ημέρες δεν θα λένε πια: “Οι πατέρες έφαγαν ξινά σταφύλια, αλλά τα δόντια των γιων μούδιασαν”.+ 30 Τότε ο καθένας θα πεθαίνει για το δικό του σφάλμα. Όποιος θα τρώει ξινά σταφύλια, εκείνου τα δόντια θα μουδιάζουν».

31 «Δείτε! Έρχονται ημέρες», δηλώνει ο Ιεχωβά, «κατά τις οποίες θα κάνω με τον οίκο του Ισραήλ και με τον οίκο του Ιούδα νέα διαθήκη.+ 32 Αυτή δεν θα είναι σαν τη διαθήκη την οποία έκανα με τους προπάτορές τους την ημέρα που τους έπιασα από το χέρι για να τους βγάλω από τη γη της Αιγύπτου,+ “τη διαθήκη μου την οποία παραβίασαν,+ μολονότι εγώ ήμουν ο πραγματικός τους κύριος”,* δηλώνει ο Ιεχωβά».

33 «Διότι αυτή είναι η διαθήκη την οποία θα κάνω με τον οίκο του Ισραήλ ύστερα από εκείνες τις ημέρες», δηλώνει ο Ιεχωβά. «Θα βάλω τον νόμο μου μέσα τους,+ και στην καρδιά τους θα τον γράψω.+ Και θα γίνω Θεός τους και αυτοί θα γίνουν λαός μου».+

34 «Και δεν θα διδάσκουν πια ο καθένας τον πλησίον του και ο καθένας τον αδελφό του, λέγοντας: “Γνωρίστε τον Ιεχωβά!”+ διότι όλοι τους θα με γνωρίζουν, από τον μικρότερο ως τον μεγαλύτερο»,+ δηλώνει ο Ιεχωβά. «Διότι θα συγχωρήσω το σφάλμα τους και δεν θα θυμάμαι πια την αμαρτία τους».+

35 Να τι λέει ο Ιεχωβά,

Αυτός που δίνει τον ήλιο για φως την ημέρα

και τους νόμους* της σελήνης και των άστρων για φως τη νύχτα,

Αυτός που αναταράζει τη θάλασσα και κάνει τα κύματά της θορυβώδη,

του οποίου το όνομα είναι Ιεχωβά των στρατευμάτων:+

36 «“Αν αυτές οι διατάξεις έπαυαν ποτέ να ισχύουν”, δηλώνει ο Ιεχωβά,

“τότε μόνο θα έπαυαν οι απόγονοι του Ισραήλ να είναι έθνος ενώπιόν μου για πάντα”».+

37 Αυτό λέει ο Ιεχωβά: «“Αν οι ουρανοί μπορούσαν να μετρηθούν και τα θεμέλια της γης μπορούσαν να εξερευνηθούν, τότε μόνο θα μπορούσα να απορρίψω όλους τους απογόνους του Ισραήλ για όλα όσα έκαναν”, δηλώνει ο Ιεχωβά».+

38 «Δείτε! Έρχονται ημέρες», δηλώνει ο Ιεχωβά, «κατά τις οποίες η πόλη θα χτιστεί+ για τον Ιεχωβά από τον Πύργο του Χανανήλ+ μέχρι τη Γωνιακή Πύλη.+ 39 Και το σχοινί της μέτρησης+ θα βγει κατευθείαν μπροστά προς τον λόφο Γαρήβ και θα στρίψει προς τη Γοάθ. 40 Και όλη η κοιλάδα των πτωμάτων και της στάχτης* και όλες οι αναβαθμίδες ως την κοιλάδα Κιδρόν,+ μέχρι τη γωνία της Πύλης των Αλόγων+ προς την ανατολή, θα είναι κάτι άγιο για τον Ιεχωβά.+ Ποτέ ξανά δεν θα ξεριζωθεί ούτε θα κατεδαφιστεί».

32 Ο λόγος που ήρθε στον Ιερεμία από τον Ιεχωβά το δέκατο έτος του βασιλιά Σεδεκία του Ιούδα, δηλαδή το δέκατο όγδοο έτος του Ναβουχοδονόσορα.+ 2 Εκείνον τον καιρό τα στρατεύματα του βασιλιά της Βαβυλώνας πολιορκούσαν την Ιερουσαλήμ, και ο Ιερεμίας ο προφήτης ήταν υπό περιορισμό στην Αυλή της Φρουράς,+ στην κατοικία* του βασιλιά του Ιούδα. 3 Τον είχε θέσει υπό περιορισμό ο βασιλιάς Σεδεκίας του Ιούδα,+ λέγοντας: «Γιατί προφητεύεις τέτοια πράγματα; Λες: “Αυτό λέει ο Ιεχωβά: «Θα δώσω αυτή την πόλη στο χέρι του βασιλιά της Βαβυλώνας και θα την κυριεύσει,+ 4 και ο βασιλιάς Σεδεκίας του Ιούδα δεν θα ξεφύγει από τους Χαλδαίους, διότι θα δοθεί οπωσδήποτε στο χέρι του βασιλιά της Βαβυλώνας και θα του μιλήσει πρόσωπο με πρόσωπο και θα τον αντικρίσει κατάματα»”.+ 5 “Εκείνος θα πάρει τον Σεδεκία στη Βαβυλώνα, όπου και θα παραμείνει ώσπου να στρέψω την προσοχή μου πάνω του”, δηλώνει ο Ιεχωβά. “Αν και εξακολουθείτε να πολεμάτε τους Χαλδαίους, δεν θα πετύχετε”».+

6 Ο Ιερεμίας είπε: «Ήρθε σε εμένα ο εξής λόγος του Ιεχωβά: 7 “Θα έρθει ο Χαναμήλ, ο γιος του Σαλλούμ του θείου* σου, και θα σου πει: «Αγόρασε τον αγρό που έχω στην Αναθώθ,+ επειδή εσύ είσαι ο πρώτος που έχει το δικαίωμα να τον εξαγοράσει»”».+

8 Ο Χαναμήλ, ο γιος του θείου μου, ήρθε στην Αυλή της Φρουράς, όπως είχε πει ο Ιεχωβά, και μου είπε: «Αγόρασε, παρακαλώ, τον αγρό που έχω στην Αναθώθ, στη γη του Βενιαμίν, γιατί εσύ έχεις το δικαίωμα να τον πάρεις στην κατοχή σου και να τον εξαγοράσεις. Αγόρασέ τον εσύ». Τότε κατάλαβα ότι αυτό ήταν το θέλημα του Ιεχωβά.

9 Έτσι λοιπόν, αγόρασα από τον Χαναμήλ, τον γιο του θείου μου, τον αγρό που είχε στην Αναθώθ. Του ζύγισα τα χρήματα,+ 7 σίκλους* και 10 κομμάτια ασήμι. 10 Κατόπιν, το κατέγραψα αυτό σε ένα συμβόλαιο,+ έβαλα τη σφραγίδα, κάλεσα μάρτυρες+ και ζύγισα τα χρήματα στη ζυγαριά. 11 Πήρα το συμβόλαιο της αγοράς, τόσο εκείνο που ήταν σφραγισμένο σύμφωνα με την εντολή και τις νομικές απαιτήσεις όσο και το ασφράγιστο, 12 και το έδωσα στον Βαρούχ,+ τον γιο του Νηρία,+ γιου του Μαασεΐα, ενώπιον του Χαναμήλ, του γιου του θείου μου, ενώπιον των μαρτύρων που υπέγραψαν το συμβόλαιο της αγοράς και ενώπιον όλων των Ιουδαίων που κάθονταν στην Αυλή της Φρουράς.+

13 Και διέταξα τον Βαρούχ ενώπιόν τους, λέγοντας: 14 «Αυτό λέει ο Ιεχωβά των στρατευμάτων, ο Θεός του Ισραήλ: “Πάρε τα συμβόλαια, αυτό το συμβόλαιο της αγοράς, τόσο το σφραγισμένο όσο και το άλλο που είναι ασφράγιστο, και βάλε τα μέσα σε ένα πήλινο σκεύος, ώστε να διατηρηθούν πολύ καιρό”. 15 Διότι αυτό λέει ο Ιεχωβά των στρατευμάτων, ο Θεός του Ισραήλ: “Σπίτια και αγροί και αμπέλια πάλι θα αγοραστούν σε αυτή τη γη”».+

16 Αφού έδωσα το συμβόλαιο της αγοράς στον Βαρούχ, τον γιο του Νηρία, προσευχήθηκα στον Ιεχωβά, λέγοντας: 17 «Αλίμονο, Υπέρτατε Κύριε Ιεχωβά! Εσύ έκανες τους ουρανούς και τη γη με τη μεγάλη σου δύναμη+ και με τον απλωμένο σου βραχίονα. Τίποτα δεν είναι ακατόρθωτο για εσένα, 18 που δείχνεις όσια αγάπη σε χιλιάδες αλλά ανταποδίδεις το σφάλμα των πατέρων στους γιους* τους έπειτα από αυτούς,+ που είσαι ο αληθινός Θεός, ο Μεγάλος και Κραταιός, που το όνομά σου είναι Ιεχωβά των στρατευμάτων. 19 Είσαι μεγαλειώδης όσον αφορά τη συμβουλή* και κραταιός στις πράξεις,+ και τα μάτια σου παρατηρούν όλες τις οδούς των ανθρώπων,+ για να δώσεις στον καθέναν σύμφωνα με τις οδούς του και τις ενέργειές του.+ 20 Εκτέλεσες σημεία και θαύματα στη γη της Αιγύπτου, τα οποία είναι γνωστά μέχρι σήμερα, και έτσι έκανες όνομα για τον εαυτό σου στον Ισραήλ και ανάμεσα στην ανθρωπότητα,+ όπως συμβαίνει σήμερα. 21 Και έβγαλες τον λαό σου τον Ισραήλ από τη γη της Αιγύπτου, με σημεία, με θαύματα, με κραταιό χέρι, με απλωμένο βραχίονα και με τρομερές πράξεις.+

22 »Αργότερα τους έδωσες αυτή τη γη, την οποία ορκίστηκες να δώσεις στους προπάτορές τους,+ μια γη όπου ρέει το γάλα και το μέλι.+ 23 Και μπήκαν και την πήραν στην κατοχή τους, αλλά δεν υπάκουσαν στη φωνή σου ούτε περπάτησαν σύμφωνα με τον νόμο σου. Δεν έκαναν τίποτα από όσα τους διέταξες, γι’ αυτό τους έφερες όλη αυτή τη συμφορά.+ 24 Ορίστε! Ήρθαν άντρες για να κυριεύσουν με πολιορκητικά προχώματα την πόλη+ και, εξαιτίας του σπαθιού,+ της πείνας και της επιδημίας,*+ η πόλη θα πέσει σίγουρα στα χέρια των Χαλδαίων που πολεμούν εναντίον της· όλα όσα είπες συνέβησαν, όπως βλέπεις. 25 Εσύ όμως, Υπέρτατε Κύριε Ιεχωβά, μου είπες: “Αγόρασε τον αγρό με χρήματα και κάλεσε μάρτυρες”, μολονότι η πόλη θα δοθεί σίγουρα στο χέρι των Χαλδαίων».

26 Τότε ήρθε στον Ιερεμία ο εξής λόγος του Ιεχωβά: 27 «Εγώ είμαι ο Ιεχωβά, ο Θεός όλης της ανθρωπότητας.* Υπάρχει κάτι που να είναι ακατόρθωτο για εμένα; 28 Να λοιπόν τι λέει ο Ιεχωβά: “Εγώ δίνω αυτή την πόλη στους Χαλδαίους και στον βασιλιά Ναβουχοδονόσορα της Βαβυλώνας, και αυτός θα την κυριεύσει.+ 29 Και οι Χαλδαίοι που πολεμούν εναντίον αυτής της πόλης θα μπουν και θα βάλουν φωτιά και θα την κατακάψουν,+ μαζί με τα σπίτια στων οποίων τις ταράτσες πρόσφερε ο λαός θυσίες στον Βάαλ και έκανε σπονδές σε άλλους θεούς ώστε να με προσβάλει”.+

30 »“Διότι ο λαός του Ισραήλ και ο λαός του Ιούδα έκαναν μόνο το κακό στα μάτια μου, από τη νεότητά τους·+ οι Ισραηλίτες με προσβάλλουν με το έργο των χεριών τους”, δηλώνει ο Ιεχωβά. 31 “Διότι αυτή η πόλη, από την ημέρα που την έχτισαν μέχρι σήμερα, δεν ήταν παρά αιτία θυμού και οργής για εμένα,+ και γι’ αυτό πρέπει να απομακρυνθεί από μπροστά μου,+ 32 εξαιτίας όλων των κακών πραγμάτων που έκαναν ο λαός του Ισραήλ και ο λαός του Ιούδα για να με προσβάλουν—αυτοί, οι βασιλιάδες τους,+ οι άρχοντές τους,+ οι ιερείς τους, οι προφήτες τους,+ καθώς και οι άντρες του Ιούδα και οι κάτοικοι της Ιερουσαλήμ. 33 Μου γύριζαν συνεχώς την πλάτη και όχι το πρόσωπο·+ αν και προσπάθησα να τους διδάξω ξανά και ξανά,* κανείς τους δεν άκουγε ώστε να δεχτεί διαπαιδαγώγηση.+ 34 Έβαζαν τα αηδιαστικά τους είδωλα στον οίκο που φέρει το όνομά μου για να τον μολύνουν.+ 35 Επιπλέον, έφτιαξαν τους υψηλούς τόπους του Βάαλ στην Κοιλάδα του Γιου του Εννόμ*+ για να καίνε τους γιους τους και τις κόρες τους ως θυσία* για τον Μολόχ,+ κάτι που δεν τους είχα διατάξει,+ ούτε είχε περάσει ποτέ από το μυαλό* μου ότι θα έκαναν τέτοιο απεχθές πράγμα, οδηγώντας τον Ιούδα στην αμαρτία”.

36 »Γι’ αυτό λοιπόν, να τι λέει ο Ιεχωβά, ο Θεός του Ισραήλ, σχετικά με αυτή την πόλη για την οποία λέτε ότι θα δοθεί στο χέρι του βασιλιά της Βαβυλώνας με σπαθί, πείνα και επιδημία: 37 “Θα τους συγκεντρώσω από όλες τις χώρες στις οποίες τους διέσπειρα μέσα στον θυμό μου και μέσα στην οργή μου και μέσα σε μεγάλη αγανάκτηση,+ και θα τους επαναφέρω σε αυτόν τον τόπο και θα κατοικούν με ασφάλεια.+ 38 Και θα είναι λαός μου και εγώ θα είμαι ο Θεός τους.+ 39 Θα τους δώσω μία καρδιά+ και μία οδό για να με φοβούνται πάντοτε, για το δικό τους καλό και το καλό των παιδιών τους έπειτα από αυτούς.+ 40 Θα κάνω μαζί τους αιώνια διαθήκη,+ ότι δεν θα πάψω να κάνω το καλό σε αυτούς·+ και θα βάλω τον φόβο μου στην καρδιά τους, ώστε να μην απομακρυνθούν από εμένα.+ 41 Θα χαίρομαι να κάνω το καλό σε αυτούς,+ και θα τους φυτέψω στερεά σε αυτή τη γη,+ με όλη μου την καρδιά και με όλη μου την ψυχή”».*

42 «Να λοιπόν τι λέει ο Ιεχωβά: “Όπως έφερα σε αυτόν τον λαό όλη αυτή τη μεγάλη συμφορά, έτσι θα φέρω σε αυτούς όλη την αγαθότητα* που τους υπόσχομαι.+ 43 Και θα αγοραστούν πάλι αγροί σε αυτή τη γη,+ μολονότι εσείς λέτε: «Είναι ερημότοπος χωρίς άνθρωπο και ζώο, και έχει δοθεί στους Χαλδαίους»”.

44 »“Θα αγοράζονται αγροί με χρήματα, θα γράφονται και θα σφραγίζονται συμβόλαια αγοράς και θα καλούνται μάρτυρες στη γη του Βενιαμίν,+ στα μέρη γύρω από την Ιερουσαλήμ, στις πόλεις του Ιούδα,+ στις πόλεις της ορεινής περιοχής, στις πόλεις του χαμηλού τόπου+ και στις πόλεις του νότου, επειδή θα επαναφέρω τους αιχμαλώτους τους”,+ δηλώνει ο Ιεχωβά».

33 Ο λόγος του Ιεχωβά ήρθε στον Ιερεμία δεύτερη φορά, ενώ ήταν ακόμη υπό περιορισμό στην Αυλή της Φρουράς,+ και του είπε: 2 «Αυτό λέει ο Ιεχωβά, ο Δημιουργός της γης, ο Ιεχωβά ο οποίος την έπλασε και την εδραίωσε σταθερά· Ιεχωβά είναι το όνομά του: 3 “Κάλεσέ με και θα σου απαντήσω, και πρόθυμα θα σου πω μεγάλα και ακατανόητα πράγματα τα οποία δεν έχεις γνωρίσει”».+

4 «Διότι αυτό λέει ο Ιεχωβά, ο Θεός του Ισραήλ, για τα σπίτια αυτής της πόλης και για τις κατοικίες των βασιλιάδων του Ιούδα που γκρεμίζονται εξαιτίας των πολιορκητικών προχωμάτων και του σπαθιού,+ 5 καθώς και για εκείνους που έρχονται να πολεμήσουν τους Χαλδαίους, με αποτέλεσμα να γεμίσουν αυτοί οι τόποι με τα πτώματα εκείνων τους οποίους θανάτωσα μέσα στον θυμό μου και μέσα στην οργή μου, εκείνων των οποίων η κακία με έκανε να κρύψω το πρόσωπό μου από αυτή την πόλη: 6 “Φέρνω σε αυτήν ανάρρωση και υγεία,+ και θα τους γιατρέψω και θα αποκαλύψω σε αυτούς αφθονία ειρήνης και αλήθειας.+ 7 Θα επαναφέρω τους αιχμαλώτους του Ιούδα και τους αιχμαλώτους του Ισραήλ,+ και θα τους ενισχύσω όπως έκανα στην αρχή.+ 8 Θα τους καθαρίσω από όλη την ενοχή των αμαρτιών που διέπραξαν εναντίον μου,+ και θα συγχωρήσω όλη την ενοχή των αμαρτιών και των παραβάσεων που διέπραξαν εναντίον μου.+ 9 Και το όνομά της θα μου φέρνει αγαλλίαση και αυτή θα γίνει για εμένα αίνος και ωραιότητα μπροστά σε όλα τα έθνη της γης που θα ακούσουν για όλη την αγαθότητα την οποία θα τους χαρίσω.+ Θα νιώσουν φόβο και τρόμο+ εξαιτίας όλης της αγαθότητας και της ειρήνης που θα της χαρίσω”».+

10 «Αυτό λέει ο Ιεχωβά: “Σε αυτόν τον τόπο για τον οποίο θα λέτε ότι είναι έρημος, χωρίς άνθρωπο ή ζώο, στις πόλεις του Ιούδα και στους δρόμους της Ιερουσαλήμ που έχουν ερημώσει και είναι χωρίς άνθρωπο ή κάτοικο ή ζώο, πάλι θα ακουστεί 11 ο ήχος της αγαλλίασης και ο ήχος της χαράς,+ η φωνή του γαμπρού και η φωνή της νύφης, η φωνή εκείνων που λένε: «Αποδώστε ευχαριστίες στον Ιεχωβά των στρατευμάτων, διότι ο Ιεχωβά είναι αγαθός·+ η όσια αγάπη του παραμένει για πάντα!»”+

»“Θα φέρνουν ευχαριστήριες προσφορές στον οίκο του Ιεχωβά,+ διότι θα επαναφέρω τους αιχμαλώτους αυτής της γης, ώστε να είναι όπως στην αρχή”, λέει ο Ιεχωβά».

12 «Αυτό λέει ο Ιεχωβά των στρατευμάτων: “Σε αυτόν τον ερημότοπο, που είναι χωρίς άνθρωπο ή ζώο, και σε όλες τις πόλεις του, θα υπάρξουν πάλι βοσκοτόπια για να αναπαύουν οι βοσκοί τα γιδοπρόβατά τους”.+

13 »“Στις πόλεις της ορεινής περιοχής, στις πόλεις του χαμηλού τόπου, στις πόλεις του νότου, στη γη του Βενιαμίν, στα μέρη γύρω από την Ιερουσαλήμ+ και στις πόλεις του Ιούδα,+ θα περνούν πάλι γιδοπρόβατα κάτω από τα χέρια του βοσκού που τα μετράει”, λέει ο Ιεχωβά».

14 «“Δείτε! Έρχονται ημέρες”, δηλώνει ο Ιεχωβά, “κατά τις οποίες θα εκπληρώσω την καλή υπόσχεση την οποία έδωσα για τον οίκο του Ισραήλ και τον οίκο του Ιούδα.+ 15 Εκείνες τις ημέρες και εκείνον τον καιρό θα κάνω να βλαστήσει για τον Δαβίδ ένας δίκαιος βλαστός,*+ και αυτός θα εκτελέσει κρίση και δικαιοσύνη στη χώρα.+ 16 Εκείνες τις ημέρες ο Ιούδας θα σωθεί+ και η Ιερουσαλήμ θα απολαμβάνει ασφάλεια.+ Και να πώς θα αποκληθεί αυτή: Ο Ιεχωβά Είναι η Δικαιοσύνη Μας”».+

17 «Διότι αυτό λέει ο Ιεχωβά: “Δεν θα λείψει ποτέ άνθρωπος από τη γραμμή του Δαβίδ που να κάθεται στον θρόνο του οίκου του Ισραήλ,+ 18 ούτε θα λείψει ποτέ Λευίτης ιερέας που να στέκεται ενώπιόν μου για να προσφέρει ολοκαυτώματα, να καίει προσφορές σιτηρών και να προσφέρει θυσίες”».

19 Και ο λόγος του Ιεχωβά ήρθε πάλι στον Ιερεμία: 20 «Αυτό λέει ο Ιεχωβά: “Αν μπορούσατε να καταργήσετε τη διαθήκη μου για την ημέρα και τη διαθήκη μου για τη νύχτα, ώστε να μην έρχονται η ημέρα και η νύχτα στην ώρα τους,+ 21 τότε μόνο θα μπορούσε να καταργηθεί και η διαθήκη μου με τον υπηρέτη μου τον Δαβίδ,+ ώστε να μην έχει γιο να βασιλεύει στον θρόνο του,+ καθώς και η διαθήκη μου με τους Λευίτες ιερείς, που είναι διάκονοί μου.+ 22 Όπως το στράτευμα των ουρανών δεν μπορεί να αριθμηθεί και η άμμος της θάλασσας δεν μπορεί να μετρηθεί, έτσι θα πληθύνω τους απογόνους* του υπηρέτη μου του Δαβίδ και τους Λευίτες που με διακονούν”».

23 Και ο λόγος του Ιεχωβά ήρθε πάλι στον Ιερεμία: 24 «Δεν πρόσεξες τι λέει αυτός ο λαός; Λένε: “Ο Ιεχωβά θα απορρίψει τις δύο οικογένειες που επέλεξε”. Και συμπεριφέρονται στον λαό μου χωρίς σεβασμό και δεν τον θεωρούν πια έθνος.

25 »Αυτό λέει ο Ιεχωβά: “Όσο βέβαιο είναι ότι εδραίωσα τη διαθήκη μου για την ημέρα και τη νύχτα,+ τους νόμους* του ουρανού και της γης,+ 26 τόσο βέβαιο είναι ότι δεν θα απορρίψω ποτέ τους απογόνους* του Ιακώβ και του υπηρέτη μου του Δαβίδ, ώστε να μην πάρω από τους απογόνους* του άρχοντες για τους απογόνους* του Αβραάμ, του Ισαάκ και του Ιακώβ. Διότι θα συγκεντρώσω ξανά τους αιχμαλώτους τους+ και θα τους σπλαχνιστώ”».+

34 Ο λόγος που ήρθε στον Ιερεμία από τον Ιεχωβά, όταν ο βασιλιάς Ναβουχοδονόσορ της Βαβυλώνας και όλο το στράτευμά του και όλα τα βασίλεια της γης εντός της επικράτειάς του και όλοι οι λαοί πολεμούσαν εναντίον της Ιερουσαλήμ και όλων των πόλεών της:+

2 «Αυτό λέει ο Ιεχωβά, ο Θεός του Ισραήλ: “Πήγαινε και μίλησε στον βασιλιά Σεδεκία+ του Ιούδα και πες του: «Να τι λέει ο Ιεχωβά: “Εγώ δίνω αυτή την πόλη στο χέρι του βασιλιά της Βαβυλώνας, και αυτός θα την πυρπολήσει.+ 3 Και εσύ δεν θα ξεφύγεις από το χέρι του, επειδή είναι βέβαιο ότι θα σε πιάσουν και θα σε παραδώσουν σε αυτόν.+ Και θα αντικρίσεις τον βασιλιά της Βαβυλώνας κατάματα, και εκείνος θα σου μιλήσει πρόσωπο με πρόσωπο, και θα πας στη Βαβυλώνα”.+ 4 Ωστόσο, άκουσε τον λόγο του Ιεχωβά, βασιλιά Σεδεκία του Ιούδα: “Αυτό λέει ο Ιεχωβά για εσένα: «Δεν θα πεθάνεις από σπαθί. 5 Ειρηνικά θα πεθάνεις,+ και θα κάνουν τελετουργική καύση για εσένα όπως έκαναν για τους πατέρες σου, τους προηγούμενους βασιλιάδες που ήταν πριν από εσένα, και θα πενθήσουν για εσένα, λέγοντας: “Αλίμονο κύριε!” διότι “εγώ είπα αυτόν τον λόγο”, δηλώνει ο Ιεχωβά»”»”».

6 Ο Ιερεμίας ο προφήτης, λοιπόν, είπε όλα αυτά τα λόγια στον βασιλιά Σεδεκία του Ιούδα, στην Ιερουσαλήμ, 7 όταν τα στρατεύματα του βασιλιά της Βαβυλώνας πολεμούσαν εναντίον της Ιερουσαλήμ και όλων των πόλεων του Ιούδα που απέμεναν,+ εναντίον της Λαχείς+ και εναντίον της Αζηκά·+ διότι αυτές ήταν οι μόνες οχυρωμένες πόλεις που είχαν απομείνει από τις πόλεις του Ιούδα.

8 Ο λόγος που ήρθε στον Ιερεμία από τον Ιεχωβά αφού ο βασιλιάς Σεδεκίας είχε κάνει διαθήκη με όλο τον λαό στην Ιερουσαλήμ για να κηρύξει σε αυτούς ελευθερία,+ 9 δηλαδή να ελευθερώσει ο καθένας τους Εβραίους δούλους του, άντρες και γυναίκες, και κανείς να μην έχει ως δούλο κάποιον Ιουδαίο συμπατριώτη του. 10 Τότε όλοι οι άρχοντες και όλος ο λαός υπάκουσαν. Αποδέχτηκαν τη διαθήκη, σύμφωνα με την οποία ο καθένας έπρεπε να ελευθερώσει τους δούλους και τις δούλες του και να μην τους έχει πια δούλους. Υπάκουσαν και τους άφησαν να φύγουν. 11 Αργότερα όμως πήραν πίσω τους δούλους και τις δούλες που είχαν ελευθερώσει και τους ανάγκασαν να ξαναγίνουν δούλοι. 12 Γι’ αυτό, ήρθε στον Ιερεμία από τον Ιεχωβά ο εξής λόγος του Ιεχωβά:

13 «Αυτό λέει ο Ιεχωβά, ο Θεός του Ισραήλ: “Έκανα με τους προπάτορές σας διαθήκη+ την ημέρα που τους έβγαλα από τη γη της Αιγύπτου, τον τόπο* της δουλείας,+ λέγοντας: 14 «Στο τέλος εφτά χρόνων, πρέπει ο καθένας σας να ελευθερώνει τον Εβραίο αδελφό του ο οποίος πουλήθηκε σε εσένα και σε υπηρέτησε έξι χρόνια· πρέπει να τον αφήνεις ελεύθερο».+ Οι προπάτορές σας όμως δεν με άκουσαν ούτε έδωσαν προσοχή.* 15 Πρόσφατα,* εσείς αλλάξατε πορεία και κάνατε το σωστό στα μάτια μου κηρύττοντας ελευθερία στους συμπατριώτες σας, και κάνατε διαθήκη ενώπιόν μου στον οίκο που φέρει το όνομά μου. 16 Ύστερα όμως αλλάξατε πάλι πορεία και βεβηλώσατε το όνομά μου,+ παίρνοντας πίσω τους δούλους και τις δούλες σας που είχατε ελευθερώσει σύμφωνα με την επιθυμία* τους, και τους αναγκάσατε να ξαναγίνουν δούλοι”.

17 »Γι’ αυτό, να τι λέει ο Ιεχωβά: “Εφόσον εσείς δεν με υπακούσατε ώστε να κηρύξετε ελευθερία ο καθένας στον αδελφό του και στον συμπατριώτη του,+ και εγώ θα κηρύξω ελευθερία σε εσάς”, δηλώνει ο Ιεχωβά, “παραδίδοντάς σας στο σπαθί, στην επιδημία* και στην πείνα,+ και θα σας κάνω κάτι φρικαλέο για όλα τα βασίλεια της γης.+ 18 Να τι θα συμβεί στους ανθρώπους που παραβίασαν τη διαθήκη μου, μη εκτελώντας τα λόγια της διαθήκης που έκαναν ενώπιόν μου όταν έκοψαν το μοσχάρι σε δύο κομμάτια και πέρασαν ανάμεσα από αυτά,+ 19 δηλαδή στους άρχοντες του Ιούδα, στους άρχοντες της Ιερουσαλήμ, στους αυλικούς, στους ιερείς και σε όλο τον λαό του τόπου οι οποίοι πέρασαν ανάμεσα από τα δύο κομμάτια του μοσχαριού: 20 Θα τους παραδώσω στους εχθρούς τους και σε εκείνους που ζητούν να τους αφαιρέσουν τη ζωή,* και τα πτώματά τους θα γίνουν τροφή για τα πουλιά των ουρανών και για τα ζώα της γης.+ 21 Και θα δώσω τον βασιλιά Σεδεκία του Ιούδα και τους άρχοντές του στο χέρι των εχθρών τους και στο χέρι εκείνων που ζητούν να τους αφαιρέσουν τη ζωή* και στο χέρι των στρατευμάτων του βασιλιά της Βαβυλώνας,+ που αποσύρονται από εσάς”.+

22 »“Θα δώσω εντολή”, δηλώνει ο Ιεχωβά, “και θα τους φέρω πάλι σε αυτή την πόλη, και θα πολεμήσουν εναντίον της, θα την κυριεύσουν και θα την πυρπολήσουν·+ και τις πόλεις του Ιούδα θα τις κάνω ερημότοπο χωρίς κάτοικο”».+

35 Ο λόγος που ήρθε στον Ιερεμία από τον Ιεχωβά στις ημέρες του Ιωακείμ,+ γιου του Ιωσία, βασιλιά του Ιούδα: 2 «Πήγαινε στον οίκο των Ρηχαβιτών+ και μίλησέ τους και φέρε τους στον οίκο του Ιεχωβά, σε μία από τις τραπεζαρίες·* έπειτα πρόσφερέ τους κρασί».

3 Έτσι λοιπόν, έφερα τον Ιααζανία, τον γιο του Ιερεμία, γιου του Χαβασινία, τους αδελφούς του, όλους τους γιους του και ολόκληρο τον οίκο των Ρηχαβιτών 4 στον οίκο του Ιεχωβά. Τους πήγα στην τραπεζαρία των γιων του Ανάν, γιου του Ιγδαλία, ανθρώπου του αληθινού Θεού, η οποία βρισκόταν δίπλα από την τραπεζαρία των αρχόντων που ήταν πάνω από την τραπεζαρία του Μαασία, γιου του Σαλλούμ του θυρωρού. 5 Έπειτα έβαλα ποτήρια και κύπελλα γεμάτα κρασί μπροστά στους άντρες του οίκου των Ρηχαβιτών και τους είπα: «Πιείτε κρασί».

6 Αυτοί όμως είπαν: «Δεν θα πιούμε κρασί, επειδή ο Ιωναδάβ,+ ο γιος του Ρηχάβ, ο προπάτοράς μας, μας έδωσε την εξής εντολή: “Δεν πρέπει να πιείτε ποτέ κρασί, ούτε εσείς ούτε οι γιοι σας. 7 Και δεν πρέπει να χτίσετε σπίτι ούτε να σπείρετε σπόρο ούτε να φυτέψετε ή να αποκτήσετε αμπέλι. Απεναντίας, πρέπει να μένετε πάντα σε σκηνές, για να ζήσετε πολύ καιρό στη γη όπου κατοικείτε ως ξένοι”. 8 Εξακολουθούμε λοιπόν να υπακούμε στη φωνή του Ιωναδάβ, γιου του προπάτορά μας του Ρηχάβ, στο καθετί που μας διέταξε, και δεν πίνουμε ποτέ κρασί—εμείς, οι γυναίκες μας, οι γιοι μας και οι κόρες μας. 9 Και δεν χτίζουμε σπίτια για να κατοικούμε ούτε έχουμε αμπέλια ή αγρούς ή σπόρο. 10 Ζούμε σε σκηνές και υπακούμε σε όλα όσα μας διέταξε ο Ιωναδάβ ο προπάτοράς μας. 11 Αλλά όταν ο βασιλιάς Ναβουχοδονόσορ της Βαβυλώνας ανέβηκε εναντίον της χώρας,+ είπαμε: “Ελάτε να μπούμε στην Ιερουσαλήμ για να γλιτώσουμε από τον στρατό των Χαλδαίων και των Συρίων”, και έτσι τώρα μένουμε στην Ιερουσαλήμ».

12 Και ήρθε στον Ιερεμία ο εξής λόγος του Ιεχωβά: 13 «Αυτό λέει ο Ιεχωβά των στρατευμάτων, ο Θεός του Ισραήλ: “Πήγαινε και πες στους άντρες του Ιούδα και στους κατοίκους της Ιερουσαλήμ: «Δεν λαβαίνατε συνεχώς την προτροπή να υπακούτε στα λόγια μου;»+ λέει ο Ιεχωβά. 14 «Ο Ιωναδάβ, ο γιος του Ρηχάβ, έδωσε στους απογόνους του την εντολή να μην πίνουν κρασί, και αυτοί εφάρμοσαν τα λόγια του και δεν πίνουν μέχρι σήμερα, υπακούοντας στην εντολή του προπάτορά τους.+ Εγώ όμως σας μίλησα ξανά και ξανά,* αλλά δεν με υπακούσατε.+ 15 Και εξακολούθησα να σας στέλνω όλους τους υπηρέτες μου τους προφήτες, στέλνοντάς τους ξανά και ξανά*+ και λέγοντας: “Επιστρέψτε, παρακαλώ, ο καθένας από τις κακές του οδούς,+ και κάντε το σωστό! Μην ακολουθείτε άλλους θεούς και μην τους υπηρετείτε. Έτσι θα παραμείνετε στη γη την οποία έδωσα σε εσάς και στους προπάτορές σας”.+ Αλλά εσείς δεν δώσατε προσοχή* ούτε με ακούσατε. 16 Οι απόγονοι του Ιωναδάβ, γιου του Ρηχάβ, εφάρμοσαν την εντολή που τους έδωσε ο προπάτοράς τους,+ εμένα όμως αυτός ο λαός δεν με άκουσε»”».

17 «Γι’ αυτό, να τι λέει ο Ιεχωβά, ο Θεός των στρατευμάτων, ο Θεός του Ισραήλ: “Φέρνω πάνω στον Ιούδα και σε όλους τους κατοίκους της Ιερουσαλήμ όλη τη συμφορά για την οποία τους είχα προειδοποιήσει,+ επειδή τους μιλούσα αλλά δεν άκουγαν, τους φώναζα αλλά δεν απαντούσαν”».+

18 Και ο Ιερεμίας είπε στον οίκο των Ρηχαβιτών: «Αυτό λέει ο Ιεχωβά των στρατευμάτων, ο Θεός του Ισραήλ: “Επειδή υπακούσατε στην εντολή του προπάτορά σας του Ιωναδάβ και συνεχίζετε να τηρείτε όλες τις εντολές του, ενεργώντας ακριβώς όπως σας διέταξε, 19 αυτό λέει ο Ιεχωβά των στρατευμάτων, ο Θεός του Ισραήλ: «Ποτέ δεν θα πάψει να υπάρχει απόγονος του Ιωναδάβ, γιου του Ρηχάβ, που να προσφέρει υπηρεσία ενώπιόν μου»”».

36 Το τέταρτο έτος του Ιωακείμ,+ γιου του Ιωσία, βασιλιά του Ιούδα, ήρθε ο εξής λόγος στον Ιερεμία από τον Ιεχωβά: 2 «Πάρε έναν ρόλο* και γράψε σε αυτόν όλα τα λόγια που σου έχω πει εναντίον του Ισραήλ και του Ιούδα+ και όλων των εθνών,+ από την πρώτη ημέρα που σου μίλησα, στις ημέρες του Ιωσία, μέχρι σήμερα.+ 3 Ίσως εκείνοι που είναι από τον οίκο του Ιούδα, όταν ακούσουν για όλη τη συμφορά που σκοπεύω να φέρω πάνω τους, επιστρέψουν από τις κακές τους οδούς, ώστε να συγχωρήσω το σφάλμα τους και την αμαρτία τους».+

4 Ο Ιερεμίας κάλεσε τότε τον Βαρούχ,+ τον γιο του Νηρία, και του υπαγόρευσε όλα τα λόγια που του είχε πει ο Ιεχωβά, και ο Βαρούχ τα έγραψε στον ρόλο.*+ 5 Κατόπιν ο Ιερεμίας διέταξε τον Βαρούχ: «Εμένα μου έχει απαγορευτεί η είσοδος στον οίκο του Ιεχωβά. 6 Γι’ αυτό, πρέπει να μπεις εσύ και να διαβάσεις μεγαλόφωνα τα λόγια του Ιεχωβά από τον ρόλο που σου υπαγόρευσα να γράψεις. Διάβασέ τα ενώπιον του λαού στον οίκο του Ιεχωβά σε ημέρα νηστείας· έτσι θα μπορέσεις να τα διαβάσεις σε όλο τον λαό του Ιούδα που έρχεται από τις πόλεις του. 7 Ίσως το αίτημά τους για εύνοια φτάσει στον Ιεχωβά και επιστρέψει ο καθένας από τις κακές του οδούς, γιατί μεγάλος είναι ο θυμός και η οργή που διακήρυξε ο Ιεχωβά εναντίον αυτού του λαού».

8 Έτσι λοιπόν, ο Βαρούχ, ο γιος του Νηρία, έκανε όλα όσα τον είχε διατάξει ο Ιερεμίας ο προφήτης· διάβασε μεγαλόφωνα από τον ρόλο* τα λόγια του Ιεχωβά στον οίκο του Ιεχωβά.+

9 Και το πέμπτο έτος του Ιωακείμ,+ γιου του Ιωσία, βασιλιά του Ιούδα, τον ένατο μήνα, όλος ο λαός που ήταν στην Ιερουσαλήμ και όλος ο λαός που ερχόταν στην Ιερουσαλήμ από τις πόλεις του Ιούδα κήρυξαν νηστεία ενώπιον του Ιεχωβά.+ 10 Ο Βαρούχ διάβασε τότε μεγαλόφωνα από τον ρόλο* τα λόγια του Ιερεμία στον οίκο του Ιεχωβά, στην αίθουσα* του Γεμαρία,+ γιου του Σαφάν,+ του αντιγραφέα,* στην άνω αυλή, στην είσοδο της καινούριας πύλης του οίκου του Ιεχωβά,+ ενώπιον όλου του λαού.

11 Όταν ο Μιχαΐας, ο γιος του Γεμαρία, γιου του Σαφάν, άκουσε όλα τα λόγια του Ιεχωβά από τον ρόλο,* 12 κατέβηκε στην κατοικία* του βασιλιά, στην αίθουσα του γραμματέα. Όλοι οι άρχοντες* κάθονταν εκεί: ο Ελισαμά+ ο γραμματέας, ο Δελαΐας ο γιος του Σεμαΐα, ο Ελνάθαν+ ο γιος του Αχβώρ,+ ο Γεμαρίας ο γιος του Σαφάν, ο Σεδεκίας ο γιος του Ανανία, και όλοι οι άλλοι άρχοντες. 13 Ο Μιχαΐας τούς είπε όλα τα λόγια που είχε ακούσει όταν ο Βαρούχ διάβασε από τον ρόλο* ενώπιον του λαού.

14 Τότε όλοι οι άρχοντες έστειλαν στον Βαρούχ τον Ιουδί, τον γιο του Νεθανία, γιου του Σελεμία, γιου του Χουσί, λέγοντας: «Έλα και φέρε μαζί σου τον ρόλο από τον οποίο διάβασες ενώπιον του λαού». Ο Βαρούχ, ο γιος του Νηρία, πήρε τον ρόλο στο χέρι του και πήγε σε αυτούς. 15 Τότε του είπαν: «Κάθισε, σε παρακαλούμε, και διάβασέ τον μεγαλόφωνα σε εμάς». Έτσι λοιπόν, ο Βαρούχ τούς τον διάβασε.

16 Μόλις άκουσαν όλα τα λόγια, κοιτάχτηκαν έντρομοι και είπαν στον Βαρούχ: «Πρέπει να πούμε οπωσδήποτε στον βασιλιά όλα αυτά τα λόγια». 17 Και ρώτησαν τον Βαρούχ: «Πες μας, σε παρακαλούμε, πώς έγραψες όλα αυτά τα λόγια. Σου τα υπαγόρευσε;» 18 Ο Βαρούχ τούς απάντησε: «Μου υπαγόρευσε όλα αυτά τα λόγια, και εγώ τα έγραψα με μελάνι σε αυτόν τον ρόλο».* 19 Οι άρχοντες είπαν στον Βαρούχ: «Πηγαίνετε να κρυφτείτε, εσύ και ο Ιερεμίας, και φροντίστε να μη μάθει κανείς πού είστε».+

20 Κατόπιν πήγαν στον βασιλιά, στην αυλή, άφησαν τον ρόλο στην αίθουσα του Ελισαμά του γραμματέα και είπαν στον βασιλιά όλα όσα είχαν ακούσει.

21 Ο βασιλιάς λοιπόν έστειλε τον Ιουδί+ να φέρει τον ρόλο, και εκείνος τον έφερε από την αίθουσα του Ελισαμά του γραμματέα. Άρχισε να τον διαβάζει ενώπιον του βασιλιά και ενώπιον όλων των αρχόντων που στέκονταν κοντά στον βασιλιά. 22 Ο βασιλιάς καθόταν στη χειμερινή κατοικία, τον ένατο μήνα,* έχοντας μπροστά του ένα μαγκάλι που έκαιγε. 23 Μόλις ο Ιουδί διάβαζε τρεις ή τέσσερις στήλες, ο βασιλιάς έκοβε εκείνο το τμήμα με το μαχαίρι του γραμματέα και το έριχνε στη φωτιά που έκαιγε στο μαγκάλι, ώσπου όλος ο ρόλος κατέληξε στη φωτιά, μέσα στο μαγκάλι. 24 Και δεν ένιωσαν τρόμο· ούτε ο βασιλιάς ούτε οι υπηρέτες του που άκουγαν όλα αυτά τα λόγια έσκισαν τα ρούχα τους. 25 Αν και ο Ελνάθαν,+ ο Δελαΐας+ και ο Γεμαρίας+ παρακαλούσαν τον βασιλιά να μην κάψει τον ρόλο, εκείνος δεν τους άκουσε. 26 Επιπλέον, ο βασιλιάς διέταξε τον Ιεραμεήλ τον γιο του βασιλιά, τον Σεραΐα τον γιο του Αζριήλ, καθώς και τον Σελεμία τον γιο του Αβδεήλ να πιάσουν τον Βαρούχ τον γραμματέα και τον Ιερεμία τον προφήτη, αλλά ο Ιεχωβά τούς κρατούσε κρυμμένους.+

27 Αφού ο βασιλιάς έκαψε τον ρόλο με τα λόγια που είχε υπαγορεύσει ο Ιερεμίας στον Βαρούχ, ήρθε πάλι στον Ιερεμία ο λόγος του Ιεχωβά:+ 28 «Πάρε έναν άλλον ρόλο και γράψε σε αυτόν τα ίδια ακριβώς λόγια που υπήρχαν στον πρώτο ρόλο, τον οποίο έκαψε ο βασιλιάς Ιωακείμ του Ιούδα.+ 29 Και πρέπει να πεις εναντίον του βασιλιά Ιωακείμ του Ιούδα: “Αυτό λέει ο Ιεχωβά: «Εσύ έκαψες τον ρόλο και είπες: “Γιατί έγραψες σε αυτόν ότι ο βασιλιάς της Βαβυλώνας θα έρθει οπωσδήποτε και θα καταστρέψει αυτή τη γη και δεν θα αφήσει σε αυτήν ούτε άνθρωπο ούτε ζώο;”+ 30 Γι’ αυτό, να τι λέει ο Ιεχωβά εναντίον του βασιλιά Ιωακείμ του Ιούδα: “Δεν θα μείνει ούτε ένας από τους απογόνους του για να καθίσει στον θρόνο του Δαβίδ,+ και το πτώμα του θα μείνει εκτεθειμένο στη ζέστη την ημέρα και στην παγωνιά τη νύχτα.+ 31 Θα ζητήσω λογαριασμό από αυτόν και από τους απογόνους* του και από τους υπηρέτες του για το σφάλμα τους, και θα φέρω πάνω τους και πάνω στους κατοίκους της Ιερουσαλήμ και πάνω στους άντρες του Ιούδα όλη τη συμφορά για την οποία τους προειδοποίησα+ αλλά αυτοί δεν άκουσαν”»”».+

32 Τότε ο Ιερεμίας πήρε έναν άλλον ρόλο και τον έδωσε στον Βαρούχ, τον γιο του Νηρία, τον γραμματέα,+ και του υπαγόρευσε όλα τα λόγια του ρόλου* που είχε ρίξει στη φωτιά ο βασιλιάς Ιωακείμ του Ιούδα.+ Και σε αυτά προστέθηκαν πολλά άλλα παρόμοια λόγια.

37 Και ο βασιλιάς Σεδεκίας,+ ο γιος του Ιωσία, άρχισε να βασιλεύει στη θέση του Χονία,*+ γιου του Ιωακείμ, διότι ο βασιλιάς Ναβουχοδονόσορ της Βαβυλώνας τον έκανε βασιλιά στη γη του Ιούδα.+ 2 Αλλά αυτός και οι υπηρέτες του, καθώς και ο λαός του τόπου, δεν άκουσαν τα λόγια που είπε ο Ιεχωβά μέσω του Ιερεμία του προφήτη.

3 Και ο βασιλιάς Σεδεκίας έστειλε τον Ιεουχάλ,+ τον γιο του Σελεμία, και τον Σοφονία,+ τον γιο του Μαασία, τον ιερέα, στον Ιερεμία τον προφήτη, λέγοντας: «Προσευχήσου, σε παρακαλώ, για χάρη μας στον Ιεχωβά τον Θεό μας». 4 Ο Ιερεμίας κυκλοφορούσε ελεύθερα ανάμεσα στον λαό, επειδή δεν τον είχαν βάλει ακόμη στη φυλακή.+ 5 Στο μεταξύ, είχε ξεκινήσει από την Αίγυπτο+ ο στρατός του Φαραώ, και οι Χαλδαίοι που πολιορκούσαν την Ιερουσαλήμ το άκουσαν αυτό. Έτσι λοιπόν, αποσύρθηκαν από την Ιερουσαλήμ.+ 6 Τότε ήρθε ο εξής λόγος του Ιεχωβά στον Ιερεμία τον προφήτη: 7 «Αυτό λέει ο Ιεχωβά, ο Θεός του Ισραήλ: “Αυτό να πείτε στον βασιλιά του Ιούδα, ο οποίος σας έστειλε σε εμένα για να μάθετε τι θα συμβεί: «Ο στρατός του Φαραώ που έρχεται να σας βοηθήσει θα αναγκαστεί να γυρίσει πίσω στη γη του, την Αίγυπτο.+ 8 Και οι Χαλδαίοι θα επιστρέψουν και θα πολεμήσουν εναντίον αυτής της πόλης και θα την καταλάβουν και θα την πυρπολήσουν».+ 9 Αυτό λέει ο Ιεχωβά: «Μην αυταπατάστε* λέγοντας: “Είναι βέβαιο ότι οι Χαλδαίοι θα φύγουν από εμάς”, επειδή δεν θα φύγουν. 10 Ακόμη και αν αφανίζατε ολόκληρο τον στρατό των Χαλδαίων που πολεμούν εναντίον σας και απέμεναν μόνο οι τραυματίες, θα σηκώνονταν εκείνοι από τις σκηνές τους και θα πυρπολούσαν αυτή την πόλη»”».+

11 Όταν ο στρατός των Χαλδαίων αποσύρθηκε από την Ιερουσαλήμ εξαιτίας του στρατού του Φαραώ,+ 12 ο Ιερεμίας ξεκίνησε από την Ιερουσαλήμ για να πάει στη γη του Βενιαμίν+ και να πάρει το μερίδιό του εκεί ανάμεσα στον λαό του. 13 Αλλά όταν έφτασε στην Πύλη του Βενιαμίν, ο αξιωματούχος που είχε την επίβλεψη της φρουράς, του οποίου το όνομα ήταν Ιρεΐας, ο γιος του Σελεμία, γιου του Ανανία, έπιασε τον Ιερεμία τον προφήτη και είπε: «Φεύγεις για να πας στους Χαλδαίους!» 14 Ο Ιερεμίας όμως είπε: «Αυτό δεν είναι αλήθεια! Δεν φεύγω για να πάω στους Χαλδαίους». Αλλά ο Ιρεΐας δεν τον άκουσε. Τον συνέλαβε λοιπόν και τον έφερε στους άρχοντες. 15 Οι άρχοντες έγιναν έξαλλοι με τον Ιερεμία,+ και τον χτύπησαν και τον φυλάκισαν*+ στο σπίτι του Ιεχωνάθαν του γραμματέα, το οποίο είχε μετατραπεί σε φυλακή. 16 Έκλεισαν τον Ιερεμία στην υπόγεια φυλακή,* μέσα στα θολωτά δωμάτια, και αυτός έμεινε εκεί πολλές ημέρες.

17 Τότε ο βασιλιάς Σεδεκίας έστειλε να τον φέρουν και του έκανε κρυφά ερωτήσεις στην κατοικία του.*+ Τον ρώτησε: «Υπάρχει κάποιος λόγος από τον Ιεχωβά;» Ο Ιερεμίας είπε: «Υπάρχει!» και συνέχισε: «Θα δοθείς στο χέρι του βασιλιά της Βαβυλώνας!»+

18 Ο Ιερεμίας είπε ακόμη στον βασιλιά Σεδεκία: «Τι αμαρτία έκανα εναντίον σου και εναντίον των υπηρετών σου και εναντίον αυτού του λαού, και με κλείσατε στη φυλακή; 19 Πού είναι τώρα οι προφήτες σας που προφήτευαν σε εσάς: “Ο βασιλιάς της Βαβυλώνας δεν θα έρθει εναντίον σας και εναντίον αυτής της γης”;+ 20 Τώρα άκου, σε παρακαλώ, κύριέ μου βασιλιά. Κάνε δεκτό, σε παρακαλώ, το αίτημά μου για εύνοια. Μη με ξαναστείλεις στο σπίτι του Ιεχωνάθαν+ του γραμματέα, γιατί θα πεθάνω εκεί».+ 21 Έτσι λοιπόν, ο βασιλιάς Σεδεκίας διέταξε να θέσουν τον Ιερεμία υπό κράτηση στην Αυλή της Φρουράς,+ και του έδιναν ένα στρογγυλό ψωμί καθημερινά από τον δρόμο των αρτοποιών+ ώσπου εξαντλήθηκε όλο το ψωμί στην πόλη.+ Και ο Ιερεμίας παρέμεινε στην Αυλή της Φρουράς.

38 Ο Σεφατίας ο γιος του Ματτάν, ο Γεδαλίας ο γιος του Πασχώρ, ο Ιουχάλ+ ο γιος του Σελεμία, καθώς και ο Πασχώρ+ ο γιος του Μαλχία άκουσαν τον Ιερεμία να λέει σε όλο τον λαό: 2 «Αυτό λέει ο Ιεχωβά: “Όποιος παραμείνει σε αυτή την πόλη θα πεθάνει από σπαθί, από πείνα και από επιδημία.*+ Αλλά όποιος παραδοθεί* στους Χαλδαίους θα εξακολουθήσει να ζει και θα έχει τη ζωή* του ως λάφυρο* και θα ζήσει”.+ 3 Να τι λέει ο Ιεχωβά: “Αυτή η πόλη θα δοθεί οπωσδήποτε στο στράτευμα του βασιλιά της Βαβυλώνας, και εκείνος θα την καταλάβει”».+

4 Οι άρχοντες λοιπόν είπαν στον βασιλιά: «Ας θανατωθεί, παρακαλούμε, αυτός ο άνθρωπος,+ διότι με τα λόγια του εξασθενίζει το ηθικό* των στρατιωτών που απομένουν σε αυτή την πόλη, καθώς και όλου του λαού. Αυτός ο άνθρωπος δεν ζητάει την ειρήνη του λαού, αλλά τη συμφορά του». 5 Ο βασιλιάς Σεδεκίας απάντησε: «Ορίστε! Είναι στα χέρια σας, διότι ο βασιλιάς δεν μπορεί να κάνει τίποτα για να σας σταματήσει».

6 Έτσι λοιπόν, εκείνοι πήραν τον Ιερεμία και τον έριξαν στη στέρνα του Μαλχία, του γιου του βασιλιά, η οποία ήταν στην Αυλή της Φρουράς.+ Τον κατέβασαν με σχοινιά. Στη στέρνα δεν υπήρχε νερό αλλά μόνο λάσπη, και ο Ιερεμίας άρχισε να βουλιάζει στη λάσπη.

7 Ο Αβδέ-μέλεχ+ ο Αιθίοπας, κάποιος ευνούχος* στην κατοικία* του βασιλιά, άκουσε ότι είχαν βάλει τον Ιερεμία στη στέρνα. Ο δε βασιλιάς καθόταν στην Πύλη του Βενιαμίν.+ 8 Βγήκε λοιπόν ο Αβδέ-μέλεχ από την κατοικία* του βασιλιά και του είπε: 9 «Κύριέ μου βασιλιά, αυτό που έκαναν στον Ιερεμία τον προφήτη είναι πολύ κακό! Τον έριξαν στη στέρνα και θα πεθάνει εκεί από την πείνα, επειδή δεν υπάρχει πια ψωμί στην πόλη».+

10 Τότε ο βασιλιάς διέταξε τον Αβδέ-μέλεχ τον Αιθίοπα: «Πάρε μαζί σου 30 άντρες από αυτούς που υπάρχουν εδώ και βγάλε τον Ιερεμία τον προφήτη από τη στέρνα προτού πεθάνει». 11 Πήρε λοιπόν ο Αβδέ-μέλεχ μαζί του τους άντρες και πήγε στην κατοικία* του βασιλιά, σε έναν χώρο κάτω από το θησαυροφυλάκιο·+ πήραν από εκεί φθαρμένα κουρέλια και πανιά και τα κατέβασαν με σχοινιά στον Ιερεμία μέσα στη στέρνα. 12 Τότε ο Αβδέ-μέλεχ ο Αιθίοπας είπε στον Ιερεμία: «Βάλε, σε παρακαλώ, τα κουρέλια και τα πανιά ανάμεσα στις μασχάλες σου και στα σχοινιά». Αφού το έκανε αυτό ο Ιερεμίας, 13 τον τράβηξαν με τα σχοινιά και τον έβγαλαν από τη στέρνα. Και ο Ιερεμίας παρέμεινε στην Αυλή της Φρουράς.+

14 Ο βασιλιάς Σεδεκίας έστειλε να του φέρουν τον Ιερεμία τον προφήτη στην τρίτη είσοδο, η οποία είναι στον οίκο του Ιεχωβά, και του είπε: «Θέλω να σου ζητήσω κάτι. Μη μου κρύψεις τίποτα». 15 Ο Ιερεμίας είπε στον Σεδεκία: «Αν σου πω, είναι βέβαιο ότι θα με θανατώσεις. Και αν σε συμβουλέψω, δεν θα με ακούσεις». 16 Τότε ο βασιλιάς Σεδεκίας ορκίστηκε κρυφά στον Ιερεμία: «Όσο βέβαιο είναι ότι ζει ο Ιεχωβά, ο οποίος μας έδωσε τη ζωή,* δεν θα σε θανατώσω ούτε θα σε παραδώσω σε αυτούς τους ανθρώπους που ζητούν να σου αφαιρέσουν τη ζωή».*

17 Έτσι λοιπόν, ο Ιερεμίας είπε στον Σεδεκία: «Αυτό λέει ο Ιεχωβά, ο Θεός των στρατευμάτων, ο Θεός του Ισραήλ: “Αν παραδοθείς* στους άρχοντες του βασιλιά της Βαβυλώνας, θα γλιτώσεις τη ζωή σου* και αυτή η πόλη δεν θα καεί, και θα γλιτώσετε τόσο εσύ όσο και το σπιτικό σου.+ 18 Αλλά αν δεν παραδοθείς* στους άρχοντες του βασιλιά της Βαβυλώνας, αυτή η πόλη θα δοθεί στους Χαλδαίους και θα την πυρπολήσουν,+ και εσύ δεν θα ξεφύγεις από το χέρι τους”».+

19 Τότε ο βασιλιάς Σεδεκίας είπε στον Ιερεμία: «Φοβάμαι τους Ιουδαίους που αυτομόλησαν στους Χαλδαίους, γιατί αν με παραδώσουν σε αυτούς, μπορεί να με κακομεταχειριστούν». 20 Ο Ιερεμίας όμως είπε: «Δεν θα σε παραδώσουν σε αυτούς. Υπάκουσε, παρακαλώ, στη φωνή του Ιεχωβά σύμφωνα με όσα σου λέω, και τα πράγματα θα πάνε καλά για εσένα και θα συνεχίσεις να ζεις.* 21 Αλλά αν αρνηθείς να παραδοθείς,* να τι μου αποκάλυψε ο Ιεχωβά: 22 Δες! Όλες οι γυναίκες που απέμειναν στην κατοικία* του βασιλιά του Ιούδα οδηγούνται έξω στους άρχοντες του βασιλιά της Βαβυλώνας+ και λένε:

“Οι άντρες τους οποίους εμπιστευόσουν* σε εξαπάτησαν και σε κατέβαλαν.+

Έκαναν το πόδι σου να βουλιάξει στη λάσπη.

Και τώρα υποχώρησαν και έφυγαν από κοντά σου”.

23 Και όλες τις συζύγους σου και τους γιους σου τους φέρνουν έξω στους Χαλδαίους, και εσύ δεν θα ξεφύγεις από το χέρι τους αλλά ο βασιλιάς της Βαβυλώνας+ θα σε πιάσει, και εξαιτίας σου αυτή η πόλη θα πυρποληθεί».+

24 Τότε ο Σεδεκίας είπε στον Ιερεμία: «Μη μάθει κανείς για αυτά τα πράγματα, για να μην πεθάνεις. 25 Και αν ακούσουν οι άρχοντες ότι σου μίλησα και έρθουν και σου πουν: “Πες μας, σε παρακαλούμε, τι είπες στον βασιλιά. Μη μας κρύψεις τίποτα, και δεν θα σε θανατώσουμε.+ Τι σου είπε ο βασιλιάς;” 26 πρέπει να τους απαντήσεις: “Ζήτησα από τον βασιλιά να μη με ξαναστείλει στο σπίτι του Ιεχωνάθαν και πεθάνω εκεί”».+

27 Αργότερα ήρθαν όλοι οι άρχοντες στον Ιερεμία και του έκαναν ερωτήσεις. Εκείνος τους είπε όλα όσα του παρήγγειλε ο βασιλιάς. Έτσι λοιπόν, δεν του είπαν τίποτα άλλο, γιατί κανείς δεν είχε ακούσει τη συζήτηση. 28 Μέχρι την ημέρα που καταλήφθηκε η Ιερουσαλήμ, ο Ιερεμίας παρέμεινε στην Αυλή της Φρουράς·+ ήταν ακόμη εκεί όταν καταλήφθηκε η Ιερουσαλήμ.+

39 Το ένατο έτος του βασιλιά Σεδεκία του Ιούδα, τον δέκατο μήνα, ο βασιλιάς Ναβουχοδονόσορ της Βαβυλώνας και όλο το στράτευμά του ήρθαν στην Ιερουσαλήμ και την πολιόρκησαν.+

2 Το ενδέκατο έτος του Σεδεκία, τον τέταρτο μήνα, την ένατη ημέρα του μήνα, άνοιξαν ρήγμα στο τείχος της πόλης.+ 3 Και όλοι οι άρχοντες του βασιλιά της Βαβυλώνας μπήκαν στην πόλη και κάθισαν στη Μεσαία Πύλη,+ συγκεκριμένα ο Νεργάλ-σαρεσέρ ο Σαμγάρ, ο Νεβώ-σαρσεχίμ ο Ραβσαρίς,* ο Νεργάλ-σαρεσέρ ο Ραβμάγ* και όλοι οι υπόλοιποι άρχοντες του βασιλιά της Βαβυλώνας.

4 Όταν ο βασιλιάς Σεδεκίας του Ιούδα και όλοι οι στρατιώτες τούς είδαν, τράπηκαν σε φυγή,+ εγκαταλείποντας νύχτα την πόλη μέσα από τον κήπο του βασιλιά, από την πύλη που βρισκόταν ανάμεσα στο διπλό τείχος, και συνέχισαν από τον δρόμο της Αραβά.+ 5 Αλλά ο στρατός των Χαλδαίων τούς καταδίωξε και πρόφτασε τον Σεδεκία στις έρημες πεδιάδες της Ιεριχώς.+ Τον συνέλαβαν και τον έφεραν στον βασιλιά Ναβουχοδονόσορα της Βαβυλώνας στη Ριβλά,+ στη γη της Αιμάθ,+ όπου εκείνος έβγαλε εναντίον του καταδικαστική απόφαση. 6 Ο βασιλιάς της Βαβυλώνας έβαλε να σφάξουν τους γιους του Σεδεκία μπροστά στα μάτια του εκεί στη Ριβλά, και έβαλε επίσης να σφάξουν όλους τους ευγενείς του Ιούδα.+ 7 Κατόπιν τύφλωσε τον Σεδεκία και μετά τον έδεσε με χάλκινα δεσμά για να τον φέρει στη Βαβυλώνα.+

8 Έπειτα οι Χαλδαίοι έκαψαν την κατοικία* του βασιλιά και τα σπίτια του λαού+ και γκρέμισαν τα τείχη της Ιερουσαλήμ.+ 9 Ο Νεβουζαραδάν,+ ο αρχηγός της σωματοφυλακής, οδήγησε σε εξορία στη Βαβυλώνα τον υπόλοιπο λαό που απέμεινε στην πόλη, τους λιποτάκτες που είχαν αυτομολήσει σε αυτόν και όποιους άλλους είχαν απομείνει.

10 Αλλά ο Νεβουζαραδάν, ο αρχηγός της σωματοφυλακής, άφησε στη γη του Ιούδα μερικούς από τους πιο φτωχούς, αυτούς που δεν είχαν τίποτα απολύτως. Εκείνη την ημέρα τούς έδωσε επίσης αμπέλια και χωράφια για να τα καλλιεργούν.*+

11 Ο δε βασιλιάς Ναβουχοδονόσορ της Βαβυλώνας έδωσε στον Νεβουζαραδάν, τον αρχηγό της σωματοφυλακής, τις εξής εντολές σχετικά με τον Ιερεμία: 12 «Πάρε τον και φρόντισέ τον· μην του κάνεις κακό, και ικανοποίησε κάθε του αίτημα».+

13 Τότε ο Νεβουζαραδάν, ο αρχηγός της σωματοφυλακής, ο Νεβουσαζβάν ο Ραβσαρίς,* ο Νεργάλ-σαρεσέρ ο Ραβμάγ* και όλοι οι αξιωματούχοι του βασιλιά της Βαβυλώνας έστειλαν 14 άντρες για να πάρουν τον Ιερεμία από την Αυλή της Φρουράς+ και να τον παραδώσουν στον Γεδαλία,+ τον γιο του Αχικάμ,+ γιου του Σαφάν,+ ώστε να τον πάρει στο σπίτι του. Έτσι λοιπόν, ο Ιερεμίας έζησε ανάμεσα στον λαό.

15 Ενώ ο Ιερεμίας ήταν υπό περιορισμό στην Αυλή της Φρουράς,+ ήρθε σε αυτόν ο εξής λόγος του Ιεχωβά: 16 «Πήγαινε και πες στον Αβδέ-μέλεχ+ τον Αιθίοπα: “Αυτό λέει ο Ιεχωβά των στρατευμάτων, ο Θεός του Ισραήλ: «Τα λόγια που έχω πει σχετικά με αυτή την πόλη θα τα εκπληρώσω για συμφορά και όχι για καλό, και εκείνη την ημέρα θα το δεις να συμβαίνει αυτό»”.

17 »“Αλλά θα σε διασώσω εκείνη την ημέρα”, δηλώνει ο Ιεχωβά, “και δεν θα σε παραδώσουν στους ανθρώπους τους οποίους φοβάσαι”.

18 »“Διότι θα σου προμηθεύσω οπωσδήποτε διαφυγή και δεν θα πέσεις από σπαθί. Θα έχεις τη ζωή* σου ως λάφυρο,*+ επειδή εμπιστεύτηκες σε εμένα”,+ δηλώνει ο Ιεχωβά».

40 Ο λόγος που ήρθε στον Ιερεμία από τον Ιεχωβά αφού ο Νεβουζαραδάν,+ ο αρχηγός της σωματοφυλακής, τον άφησε ελεύθερο στη Ραμά.+ Τον είχε φέρει εκεί δεμένο με χειροπέδες, και ήταν ανάμεσα σε όλους τους εξορίστους της Ιερουσαλήμ και του Ιούδα οι οποίοι μεταφέρονταν στη Βαβυλώνα. 2 Τότε ο αρχηγός της σωματοφυλακής πήρε τον Ιερεμία και του είπε: «Ο Ιεχωβά ο Θεός σου προείπε τη συμφορά που βρήκε αυτόν τον τόπο, 3 και ο Ιεχωβά την επέφερε όπως ακριβώς είχε πει, επειδή αμαρτήσατε εναντίον του Ιεχωβά και δεν υπακούσατε στη φωνή του. Να γιατί σας συνέβη αυτό το πράγμα.+ 4 Σήμερα όμως σου βγάζω τις χειροπέδες. Αν σου φαίνεται καλό να έρθεις μαζί μου στη Βαβυλώνα, έλα, και εγώ θα σε φροντίσω. Αλλά αν δεν θέλεις να έρθεις μαζί μου, μην έρθεις. Ολόκληρη η χώρα είναι μπροστά σου. Πήγαινε όπου επιθυμείς».+

5 Ενώ ο Ιερεμίας δεν είχε ακόμη γυρίσει να φύγει, ο Νεβουζαραδάν τού είπε: «Πήγαινε πίσω στον Γεδαλία,+ τον γιο του Αχικάμ,+ γιου του Σαφάν,+ τον οποίο ο βασιλιάς της Βαβυλώνας διόρισε υπεύθυνο των πόλεων του Ιούδα, και μείνε μαζί του ανάμεσα στον λαό· ή πήγαινε όπου επιθυμείς».

Κατόπιν, ο αρχηγός της σωματοφυλακής τού έδωσε τρόφιμα και ένα δώρο και τον άφησε να φύγει. 6 Ο Ιερεμίας λοιπόν πήγε στον Γεδαλία, τον γιο του Αχικάμ, στη Μισπά+ και έμεινε μαζί του ανάμεσα στον λαό που είχε απομείνει στη χώρα.

7 Αργότερα όλοι οι αρχηγοί του στρατού οι οποίοι ήταν στην ύπαιθρο μαζί με τους άντρες τους άκουσαν ότι ο βασιλιάς της Βαβυλώνας διόρισε τον Γεδαλία, τον γιο του Αχικάμ, υπεύθυνο για τη χώρα, καθώς και για τους άντρες, τις γυναίκες και τα παιδιά που ήταν από τους φτωχούς του τόπου και δεν είχαν εκτοπιστεί στη Βαβυλώνα.+ 8 Έτσι λοιπόν, πήγαν στον Γεδαλία, στη Μισπά.+ Αυτοί ήταν ο Ισμαήλ+ ο γιος του Νεθανία, ο Ιωανάν+ και ο Ιωνάθαν, οι γιοι του Καρηά, ο Σεραΐας ο γιος του Τανουμέθ, οι γιοι του Εφαΐ του Νετωφαθίτη και ο Ιεζανίας+ ο γιος του Μααχαθίτη, μαζί με τους άντρες τους. 9 Ο Γεδαλίας, ο γιος του Αχικάμ, γιου του Σαφάν, ορκίστηκε σε αυτούς και στους άντρες τους, λέγοντας: «Μη φοβάστε να υπηρετήσετε τους Χαλδαίους. Μείνετε σε αυτή τη γη και υπηρετήστε τον βασιλιά της Βαβυλώνας, και θα πάνε καλά τα πράγματα για εσάς.+ 10 Εγώ θα μείνω στη Μισπά για να σας εκπροσωπώ* στους Χαλδαίους που έρχονται σε εμάς. Εσείς όμως συγκεντρώστε κρασί, καλοκαιρινούς καρπούς και λάδι και βάλτε τα στα δοχεία σας και κατοικήστε στις πόλεις τις οποίες πήρατε».+

11 Και όλοι οι Ιουδαίοι που ήταν στον Μωάβ, στον Αμμών και στον Εδώμ, καθώς και εκείνοι που ήταν σε όλες τις άλλες χώρες, άκουσαν και αυτοί ότι ο βασιλιάς της Βαβυλώνας είχε αφήσει ένα υπόλοιπο να μείνει στον Ιούδα και ότι είχε διορίσει υπεύθυνο για αυτούς τον Γεδαλία, τον γιο του Αχικάμ, γιου του Σαφάν. 12 Έτσι λοιπόν, όλοι οι Ιουδαίοι άρχισαν να επιστρέφουν από όλους τους τόπους όπου είχαν διασπαρθεί και έρχονταν στη γη του Ιούδα, στον Γεδαλία, στη Μισπά. Και συγκέντρωσαν κρασί και καλοκαιρινούς καρπούς σε πολύ μεγάλη ποσότητα.

13 Ο Ιωανάν, ο γιος του Καρηά, και όλοι οι αρχηγοί του στρατού που ήταν στην ύπαιθρο ήρθαν στον Γεδαλία, στη Μισπά. 14 Του είπαν: «Δεν ξέρεις ότι ο Βααλείς, ο βασιλιάς των Αμμωνιτών,+ έστειλε τον Ισμαήλ, τον γιο του Νεθανία, για να σε σκοτώσει;»*+ Αλλά ο Γεδαλίας, ο γιος του Αχικάμ, δεν τους πίστεψε.

15 Έπειτα ο Ιωανάν, ο γιος του Καρηά, είπε κρυφά στον Γεδαλία, στη Μισπά: «Θέλω να πάω και να θανατώσω τον Ισμαήλ, τον γιο του Νεθανία, και κανείς δεν θα το μάθει. Γιατί να σε σκοτώσει* και να διασκορπιστούν όλοι οι Ιουδαίοι που συγκεντρώθηκαν σε εσένα και να αφανιστεί το υπόλοιπο του Ιούδα;» 16 Αλλά ο Γεδαλίας,+ ο γιος του Αχικάμ, είπε στον Ιωανάν, τον γιο του Καρηά: «Μην το κάνεις αυτό, γιατί είναι ψέμα αυτό που λες για τον Ισμαήλ».

41 Τον έβδομο μήνα ο Ισμαήλ,+ ο γιος του Νεθανία, γιου του Ελισαμά, που καταγόταν από τη βασιλική γραμμή* και ήταν ένας από τους σημαίνοντες άντρες του βασιλιά, πήγε με 10 άλλους άντρες στον Γεδαλία, τον γιο του Αχικάμ, στη Μισπά.+ Καθώς έτρωγαν μαζί εκεί στη Μισπά, 2 ο Ισμαήλ, ο γιος του Νεθανία, και οι 10 άντρες που ήταν μαζί του σηκώθηκαν και σκότωσαν τον Γεδαλία, τον γιο του Αχικάμ, γιου του Σαφάν, με το σπαθί. Αυτός λοιπόν θανάτωσε τον άντρα που ο βασιλιάς της Βαβυλώνας είχε διορίσει υπεύθυνο για τη χώρα. 3 Ο Ισμαήλ σκότωσε επίσης όλους τους Ιουδαίους που ήταν μαζί με τον Γεδαλία στη Μισπά, καθώς και τους Χαλδαίους στρατιώτες που ήταν εκεί.

4 Τη δεύτερη ημέρα μετά τον θάνατο του Γεδαλία, προτού ακόμη μαθευτεί αυτό, 5 ήρθαν 80 άντρες από τη Συχέμ,+ τη Σηλώ+ και τη Σαμάρεια.+ Είχαν ξυρίσει τις γενειάδες τους, είχαν σκίσει τα ρούχα τους, είχαν κάνει τομές πάνω τους+ και κρατούσαν στα χέρια τους προσφορές σιτηρών και λιβάνι+ για τον οίκο του Ιεχωβά. 6 Και ο Ισμαήλ, ο γιος του Νεθανία, βγήκε από τη Μισπά για να τους συναντήσει, κλαίγοντας καθώς περπατούσε. Μόλις τους αντάμωσε, τους είπε: «Ελάτε στον Γεδαλία, τον γιο του Αχικάμ». 7 Αλλά μόλις μπήκαν στην πόλη, ο Ισμαήλ, ο γιος του Νεθανία, και οι άντρες του τους έσφαξαν και τους έριξαν μέσα στη στέρνα.

8 Ωστόσο, 10 άντρες από αυτούς είπαν στον Ισμαήλ: «Μη μας θανατώσεις, γιατί έχουμε προμήθειες από σιτάρι, κριθάρι, λάδι και μέλι κρυμμένες στον αγρό». Έτσι λοιπόν, δεν τους θανάτωσε μαζί με τους αδελφούς τους. 9 Και όλα τα πτώματα των αντρών που σκότωσε, ο Ισμαήλ τα έριξε σε μια μεγάλη στέρνα, εκείνη που είχε φτιάξει ο βασιλιάς Ασά εξαιτίας του βασιλιά Βαασά του Ισραήλ.+ Αυτή ήταν η στέρνα την οποία γέμισε ο Ισμαήλ, ο γιος του Νεθανία, με τους θανατωμένους.

10 Ο Ισμαήλ αιχμαλώτισε όλο τον υπόλοιπο λαό που ήταν στη Μισπά+—τις κόρες του βασιλιά και όλους όσους είχαν απομείνει εκεί—τους οποίους ο Νεβουζαραδάν, ο αρχηγός της σωματοφυλακής, είχε θέσει υπό την εποπτεία του Γεδαλία,+ γιου του Αχικάμ. Ο Ισμαήλ, ο γιος του Νεθανία, τους αιχμαλώτισε και έφυγε για να περάσει απέναντι στους Αμμωνίτες.+

11 Όταν ο Ιωανάν,+ ο γιος του Καρηά, και όλοι οι αρχηγοί του στρατού οι οποίοι ήταν μαζί του άκουσαν για όλο το κακό που είχε κάνει ο Ισμαήλ, ο γιος του Νεθανία, 12 πήραν όλους τους άντρες και πήγαν να πολεμήσουν τον Ισμαήλ, τον γιο του Νεθανία, και τον βρήκαν κοντά στα άφθονα νερά* που υπήρχαν στη Γαβαών.

13 Όλος ο λαός που ήταν με τον Ισμαήλ χάρηκε όταν είδε τον Ιωανάν, τον γιο του Καρηά, και όλους τους αρχηγούς του στρατού που ήταν μαζί του. 14 Και όλος ο λαός τον οποίο είχε πάρει αιχμάλωτο ο Ισμαήλ από τη Μισπά+ γύρισε πίσω και πήγε με τον Ιωανάν, τον γιο του Καρηά. 15 Αλλά ο Ισμαήλ, ο γιος του Νεθανία, και οχτώ από τους άντρες του ξέφυγαν από τον Ιωανάν και πήγαν στους Αμμωνίτες.

16 Ο Ιωανάν, ο γιος του Καρηά, και όλοι οι αρχηγοί του στρατού που ήταν μαζί του πήραν μαζί τους όλο τον υπόλοιπο λαό από τη Μισπά, εκείνους τους οποίους έσωσαν από τον Ισμαήλ, τον γιο του Νεθανία, αφού αυτός είχε σκοτώσει τον Γεδαλία,+ τον γιο του Αχικάμ. Πήραν από τη Γαβαών τους άντρες, τους στρατιώτες, τις γυναίκες, τα παιδιά και τους αυλικούς 17 και πήγαν να μείνουν στο κατάλυμα του Χιμάμ, δίπλα στη Βηθλεέμ,+ με σκοπό να συνεχίσουν για την Αίγυπτο.+ 18 Και αυτό γιατί φοβήθηκαν τους Χαλδαίους, εφόσον ο Ισμαήλ, ο γιος του Νεθανία, είχε σκοτώσει τον Γεδαλία, τον γιο του Αχικάμ, τον οποίο ο βασιλιάς της Βαβυλώνας είχε διορίσει υπεύθυνο για τη χώρα.+

42 Τότε όλοι οι αρχηγοί του στρατού και ο Ιωανάν,+ ο γιος του Καρηά, ο Ιεζανίας, ο γιος του Ωσαΐα, και όλος ο λαός, από τον μικρότερο ως τον μεγαλύτερο, πλησίασαν 2 και είπαν στον Ιερεμία τον προφήτη: «Άκουσε, παρακαλούμε, το αίτημά μας για εύνοια και προσευχήσου για χάρη μας στον Ιεχωβά τον Θεό σου, για χάρη όλου αυτού του υπολοίπου, γιατί από πολλοί που ήμασταν απομείναμε λίγοι,+ όπως μπορείς να δεις. 3 Ας μας πει ο Ιεχωβά ο Θεός σου ποιον δρόμο να πάρουμε και τι πρέπει να κάνουμε».

4 Ο Ιερεμίας ο προφήτης τούς απάντησε: «Άκουσα το αίτημά σας και θα προσευχηθώ στον Ιεχωβά τον Θεό σας για αυτό· όλα όσα σας πει ως απάντηση ο Ιεχωβά θα σας τα μεταφέρω. Δεν θα σας κρύψω ούτε λέξη».

5 Αυτοί αποκρίθηκαν στον Ιερεμία: «Ο Ιεχωβά να είναι αληθινός και πιστός μάρτυρας εναντίον μας αν δεν κάνουμε ακριβώς ό,τι μας παραγγείλει ο Ιεχωβά ο Θεός σου μέσω του στόματός σου. 6 Είτε καλό είναι είτε κακό, θα υπακούσουμε στη φωνή του Ιεχωβά του Θεού μας στον οποίο σε στέλνουμε, ώστε να πάνε καλά τα πράγματα για εμάς επειδή υπακούμε στη φωνή του Ιεχωβά του Θεού μας».

7 Έπειτα από 10 ημέρες, ο λόγος του Ιεχωβά ήρθε στον Ιερεμία. 8 Έτσι λοιπόν, κάλεσε τον Ιωανάν, τον γιο του Καρηά, και όλους τους αρχηγούς του στρατού που ήταν μαζί του και όλο τον λαό, από τον μικρότερο ως τον μεγαλύτερο.+ 9 Τους είπε: «Αυτό λέει ο Ιεχωβά, ο Θεός του Ισραήλ, στον οποίο με στείλατε προκειμένου να παρουσιάσω μπροστά του το αίτημά σας για εύνοια: 10 “Αν παραμείνετε σε αυτόν τον τόπο, τότε θα σας οικοδομήσω και δεν θα σας κατεδαφίσω, και θα σας φυτέψω και δεν θα σας ξεριζώσω, διότι θα μεταμεληθώ* για τη συμφορά που σας έφερα.+ 11 Μη φοβάστε τον βασιλιά της Βαβυλώνας, εξαιτίας του οποίου νιώθετε φόβο”.+

»“Μην τον φοβάστε”, λέει ο Ιεχωβά, “διότι εγώ είμαι μαζί σας, για να σας σώσω και να σας ελευθερώσω από το χέρι του. 12 Και θα σας δείξω έλεος,+ και αυτός θα σας ελεήσει και θα σας επαναφέρει στη γη σας.

13 »”Αλλά αν πείτε: «Όχι· δεν θα παραμείνουμε σε αυτόν τον τόπο!» και παρακούσετε τη φωνή του Ιεχωβά του Θεού σας 14 λέγοντας: «Όχι· στη γη της Αιγύπτου θα πάμε,+ όπου δεν θα δούμε πόλεμο ούτε θα ακούσουμε τον ήχο του κέρατος ούτε θα μας λείψει το ψωμί· εκεί θα κατοικήσουμε», 15 τότε ακούστε τον λόγο του Ιεχωβά, εσείς το υπόλοιπο του Ιούδα. Αυτό λέει ο Ιεχωβά των στρατευμάτων, ο Θεός του Ισραήλ: «Αν αποφασίσατε αμετάκλητα να πάτε στην Αίγυπτο και πάτε να μείνετε* εκεί, 16 αυτό το σπαθί που φοβάστε θα σας προφτάσει εκεί στη γη της Αιγύπτου, και αυτή η πείνα που σας τρομάζει θα σας ακολουθήσει στην Αίγυπτο, και εκεί θα πεθάνετε.+ 17 Και όλοι οι άντρες που είναι αποφασισμένοι να πάνε στην Αίγυπτο για να μείνουν εκεί θα πεθάνουν από σπαθί, πείνα και επιδημία.* Κανείς τους δεν θα επιζήσει ούτε θα διαφύγει τη συμφορά την οποία θα φέρω πάνω τους»”.

18 »Διότι αυτό λέει ο Ιεχωβά των στρατευμάτων, ο Θεός του Ισραήλ: “Ακριβώς όπως ξεχύθηκε ο θυμός μου και η οργή μου πάνω στους κατοίκους της Ιερουσαλήμ,+ έτσι θα ξεχυθεί η οργή μου πάνω σας αν πάτε στην Αίγυπτο, και θα γίνετε κατάρα, κάτι φρικαλέο, ανάθεμα και περίγελος,+ και δεν θα ξαναδείτε ποτέ αυτόν τον τόπο”.

19 »Ο Ιεχωβά μίλησε εναντίον σας, υπόλοιπο του Ιούδα. Μην πάτε στην Αίγυπτο. Να θυμάστε καλά την προειδοποίηση που σας έδωσα σήμερα 20 ότι το σφάλμα σας θα σας κοστίσει τη ζωή* σας. Διότι με στείλατε στον Ιεχωβά τον Θεό σας, λέγοντας: “Προσευχήσου για χάρη μας στον Ιεχωβά τον Θεό μας και πες μας οτιδήποτε πει ο Ιεχωβά ο Θεός μας, και εμείς θα το κάνουμε”.+ 21 Εγώ σας το είπα σήμερα, αλλά εσείς δεν θα υπακούσετε στη φωνή του Ιεχωβά του Θεού σας ούτε θα κάνετε ό,τι με έστειλε να σας πω.+ 22 Γι’ αυτό λοιπόν, να θυμάστε καλά ότι θα πεθάνετε από σπαθί, πείνα και επιδημία στον τόπο όπου θέλετε να πάτε για να μείνετε».+

43 Μόλις ο Ιερεμίας είπε σε όλο τον λαό όλα αυτά τα λόγια του Ιεχωβά του Θεού τους, κάθε λέξη την οποία τον είχε στείλει ο Ιεχωβά ο Θεός τους να τους πει, 2 ο Αζαρίας, ο γιος του Ωσαΐα, ο Ιωανάν,+ ο γιος του Καρηά, και όλοι οι αυθάδεις άντρες είπαν στον Ιερεμία: «Αυτά που λες είναι ψέματα! Δεν σε έστειλε ο Ιεχωβά ο Θεός μας να πεις: “Μην πάτε στην Αίγυπτο για να μείνετε εκεί”. 3 Αλλά ο Βαρούχ,+ ο γιος του Νηρία, σε ξεσηκώνει εναντίον μας για να μας παραδώσεις στους Χαλδαίους και να μας θανατώσουν ή να μας εξορίσουν στη Βαβυλώνα».+

4 Έτσι λοιπόν, ο Ιωανάν, ο γιος του Καρηά, και όλοι οι αρχηγοί του στρατού και όλος ο λαός δεν υπάκουσαν στη φωνή του Ιεχωβά, ο οποίος τους είπε να παραμείνουν στη γη του Ιούδα. 5 Αντιθέτως, ο Ιωανάν, ο γιος του Καρηά, και όλοι οι αρχηγοί του στρατού πήραν μαζί τους όλο το υπόλοιπο του Ιούδα που είχε επιστρέψει στη γη του Ιούδα από όλα τα έθνη όπου είχε διασπαρθεί.+ 6 Πήραν τους άντρες, τις γυναίκες, τα παιδιά, τις κόρες του βασιλιά και όλους όσους* είχε αφήσει ο Νεβουζαραδάν,+ ο αρχηγός της σωματοφυλακής, υπό την ευθύνη του Γεδαλία,+ γιου του Αχικάμ,+ γιου του Σαφάν,+ καθώς και τον Ιερεμία τον προφήτη και τον Βαρούχ, τον γιο του Νηρία. 7 Και πήγαν στη γη της Αιγύπτου, διότι δεν υπάκουσαν στη φωνή του Ιεχωβά, και έφτασαν μέχρι την Ταχπανές.+

8 Τότε ήρθε στον Ιερεμία ο εξής λόγος του Ιεχωβά στην Ταχπανές: 9 «Πάρε στο χέρι σου μεγάλες πέτρες και κρύψε τες μέσα στο κονίαμα του πλίνθινου πλακόστρωτου στην είσοδο της κατοικίας του Φαραώ στην Ταχπανές, μπροστά στα μάτια των Ιουδαίων αντρών. 10 Έπειτα πες τους: “Αυτό λέει ο Ιεχωβά των στρατευμάτων, ο Θεός του Ισραήλ: «Θα καλέσω τον Ναβουχοδονόσορα, τον βασιλιά της Βαβυλώνας, τον υπηρέτη μου,+ και θα βάλω τον θρόνο του ακριβώς πάνω από αυτές τις πέτρες τις οποίες έκρυψα, και αυτός θα απλώσει τη βασιλική σκηνή του πάνω τους.+ 11 Και θα έρθει και θα κατατροπώσει τη γη της Αιγύπτου.+ Όποιος προορίζεται για θανατηφόρα πληγή θα είναι για θανατηφόρα πληγή, και όποιος προορίζεται για αιχμαλωσία θα είναι για αιχμαλωσία, και όποιος προορίζεται για το σπαθί θα είναι για το σπαθί.+ 12 Και θα βάλω φωτιά στους οίκους* των θεών της Αιγύπτου,+ και αυτός θα τους κάψει και θα τους πάρει αιχμαλώτους. Θα τυλίξει γύρω του τη γη της Αιγύπτου όπως ο βοσκός τυλίγεται με το ρούχο του, και θα αναχωρήσει από εκεί με ειρήνη.* 13 Και θα συντρίψει τις στήλες* της Βαιθ-σεμές* στη γη της Αιγύπτου και θα κάψει τους οίκους* των θεών της Αιγύπτου»”».

44 Ο λόγος που ήρθε στον Ιερεμία για όλους τους Ιουδαίους που ζούσαν στη γη της Αιγύπτου,+ εκείνους που ζούσαν στη Μιγδώλ,+ στην Ταχπανές,+ στη Νοφ*+ και στη γη Παθρώς:+ 2 «Αυτό λέει ο Ιεχωβά των στρατευμάτων, ο Θεός του Ισραήλ: “Είδατε όλη τη συμφορά που έφερα στην Ιερουσαλήμ+ και σε όλες τις πόλεις του Ιούδα, και σήμερα αυτές είναι ερειπωμένες, χωρίς κανέναν κάτοικο.+ 3 Αυτό έγινε εξαιτίας των κακών πραγμάτων τα οποία έκαναν για να με προσβάλουν, πηγαίνοντας και προσφέροντας θυσίες+ και υπηρετώντας άλλους θεούς, τους οποίους δεν είχαν γνωρίσει ούτε αυτοί ούτε εσείς ούτε οι προπάτορές σας.+ 4 Εγώ εξακολούθησα να σας στέλνω όλους τους υπηρέτες μου τους προφήτες, στέλνοντάς τους ξανά και ξανά,* με τα εξής λόγια: «Μην κάνετε, παρακαλώ, αυτό το απεχθές πράγμα το οποίο μισώ».+ 5 Αλλά αυτοί δεν άκουσαν ούτε έδωσαν προσοχή* ώστε να επιστρέψουν από την κακία τους και να μην προσφέρουν θυσίες σε άλλους θεούς.+ 6 Γι’ αυτό, η οργή μου και ο θυμός μου ξεχύθηκαν και άναψαν στις πόλεις του Ιούδα και στους δρόμους της Ιερουσαλήμ, με αποτέλεσμα να γίνουν ερείπια και ερημότοπος, όπως είναι σήμερα”.+

7 »Και τώρα, αυτό λέει ο Ιεχωβά, ο Θεός των στρατευμάτων, ο Θεός του Ισραήλ: “Γιατί φέρνετε τέτοια μεγάλη συμφορά στον εαυτό* σας, ώστε να αφανιστεί από τον Ιούδα κάθε άντρας και γυναίκα, παιδί και βρέφος, και να μείνετε χωρίς υπόλοιπο; 8 Γιατί με προσβάλλετε με τα έργα των χεριών σας θυσιάζοντας σε άλλους θεούς στη γη της Αιγύπτου όπου έχετε πάει να κατοικήσετε; Θα αφανιστείτε και θα γίνετε παράδειγμα κατάρας και περίγελος ανάμεσα σε όλα τα έθνη της γης.+ 9 Ξεχάσατε τις πονηρές πράξεις των προπατόρων σας και των βασιλιάδων του Ιούδα+ και των συζύγων τους,+ καθώς και τις δικές σας πονηρές πράξεις και των συζύγων σας,+ που έγιναν στη γη του Ιούδα και στους δρόμους της Ιερουσαλήμ; 10 Μέχρι αυτή την ημέρα δεν ταπεινώθηκαν* ούτε εκδήλωσαν φόβο+ ούτε περπάτησαν σύμφωνα με τον νόμο μου και τα νομοθετήματά μου τα οποία έθεσα μπροστά σε εσάς και στους προπάτορές σας”.+

11 »Γι’ αυτό, να τι λέει ο Ιεχωβά των στρατευμάτων, ο Θεός του Ισραήλ: “Είμαι αποφασισμένος να φέρω συμφορά πάνω σας, να καταστρέψω όλο τον Ιούδα. 12 Και θα πάρω το υπόλοιπο του Ιούδα που ήταν αποφασισμένο να πάει στη γη της Αιγύπτου για να κατοικήσει εκεί και θα αφανιστούν όλοι τους στη γη της Αιγύπτου.+ Θα πέσουν από σπαθί και θα αφανιστούν από πείνα· από τον μικρότερο ως τον μεγαλύτερο, θα πεθάνουν από σπαθί και από πείνα. Και θα γίνουν κατάρα, κάτι φρικαλέο, ανάθεμα και περίγελος.+ 13 Θα τιμωρήσω όσους κατοικούν στη γη της Αιγύπτου όπως τιμώρησα την Ιερουσαλήμ, με σπαθί, με πείνα και με επιδημία.*+ 14 Και το υπόλοιπο του Ιούδα που έχει πάει να κατοικήσει στη γη της Αιγύπτου δεν θα διαφύγει ούτε θα επιζήσει για να επιστρέψει στη γη του Ιούδα. Θα λαχταρούν* να επιστρέψουν και να κατοικήσουν εκεί, αλλά δεν θα επιστρέψουν, εκτός από λίγους που θα διαφύγουν”».

15 Όλοι οι άντρες που ήξεραν ότι οι γυναίκες τους πρόσφεραν θυσίες σε άλλους θεούς και όλες οι γυναίκες που στέκονταν εκεί και αποτελούσαν μια μεγάλη ομάδα, καθώς και όλος ο λαός που ζούσε στη γη της Αιγύπτου,+ στην Παθρώς,+ απάντησαν στον Ιερεμία: 16 «Δεν θα ακούσουμε τον λόγο που μας είπες στο όνομα του Ιεχωβά. 17 Αλλά θα εκπληρώσουμε οπωσδήποτε κάθε λόγο που έχει βγει από το στόμα μας, δηλαδή θα προσφέρουμε θυσίες στη Βασίλισσα του Ουρανού* και θα κάνουμε σπονδές σε αυτήν,+ ακριβώς όπως κάναμε εμείς, οι προπάτορές μας, οι βασιλιάδες μας και οι άρχοντές μας στις πόλεις του Ιούδα και στους δρόμους της Ιερουσαλήμ όταν χορταίναμε ψωμί και ευημερούσαμε, όταν δεν βλέπαμε καμιά συμφορά. 18 Από τότε που πάψαμε να προσφέρουμε θυσίες στη Βασίλισσα του Ουρανού* και να κάνουμε σπονδές σε αυτήν, μας έλειψαν τα πάντα και αφανιστήκαμε από σπαθί και από πείνα».

19 Οι γυναίκες πρόσθεσαν: «Και όταν προσφέραμε θυσίες στη Βασίλισσα του Ουρανού* και κάναμε σπονδές σε αυτήν, μήπως χωρίς τη συγκατάθεση των συζύγων μας φτιάχναμε πίτες με τη μορφή της και τις προσφέραμε ως θυσία και κάναμε σπονδές σε αυτήν;»

20 Τότε ο Ιερεμίας είπε σε όλο τον λαό, στους άντρες και στις γυναίκες τους και σε όλο τον λαό που του μιλούσαν: 21 «Τις θυσίες που κάνατε εσείς, οι προπάτορές σας, οι βασιλιάδες σας, οι άρχοντές σας και ο λαός του τόπου στις πόλεις του Ιούδα και στους δρόμους της Ιερουσαλήμ,+ ο Ιεχωβά τις θυμήθηκε και ανέβηκαν στην καρδιά του! 22 Τελικά, ο Ιεχωβά απηύδησε με τις κακές σας πράξεις και τα απεχθή πράγματα που είχατε κάνει, και η γη σας έγινε ερημωμένος τόπος, κάτι φρικαλέο και κατάρα, χωρίς κανέναν κάτοικο, όπως είναι σήμερα.+ 23 Επειδή κάνατε αυτές τις θυσίες και αμαρτάνατε εναντίον του Ιεχωβά μη υπακούοντας στη φωνή του Ιεχωβά και μη ακολουθώντας τον νόμο του, τα νομοθετήματά του και τις υπενθυμίσεις του, γι’ αυτό σας βρήκε αυτή η συμφορά, όπως συμβαίνει σήμερα».+

24 Ο Ιερεμίας συνέχισε να λέει σε όλο τον λαό και σε όλες τις γυναίκες: «Ακούστε τον λόγο του Ιεχωβά, όλοι εσείς οι Ιουδαίοι που είστε εδώ στη γη της Αιγύπτου. 25 Αυτό λέει ο Ιεχωβά των στρατευμάτων, ο Θεός του Ισραήλ: “Αυτά που είπατε εσείς και οι γυναίκες σας με το στόμα σας, τα πραγματοποιήσατε με τα χέρια σας, διότι είπατε: «Θα εκπληρώσουμε οπωσδήποτε τις ευχές που κάναμε να προσφέρουμε θυσίες στη Βασίλισσα του Ουρανού* και να κάνουμε σπονδές σε αυτήν».+ Εσείς, γυναίκες, θα εκπληρώσετε οπωσδήποτε τις ευχές σας και θα τις τηρήσετε”.

26 »Γι’ αυτό λοιπόν, ακούστε τον λόγο του Ιεχωβά, όλοι εσείς οι Ιουδαίοι που ζείτε στη γη της Αιγύπτου: “«Ορκίζομαι στο μεγάλο μου όνομα», λέει ο Ιεχωβά, «ότι κανένας άντρας του Ιούδα+ σε όλη τη γη της Αιγύπτου δεν θα χρησιμοποιεί πια το όνομά μου σε όρκο λέγοντας: “Όσο βέβαιο είναι ότι ζει ο Υπέρτατος Κύριος Ιεχωβά!”+ 27 Τώρα τους παρατηρώ για να φέρω συμφορά και όχι κάτι καλό·+ όλοι οι άντρες του Ιούδα που είναι στη γη της Αιγύπτου θα αφανιστούν από σπαθί και από πείνα, ώσπου να πάψουν να υπάρχουν.+ 28 Λίγοι μόνο θα διαφύγουν από το σπαθί και θα επιστρέψουν από τη γη της Αιγύπτου στη γη του Ιούδα.+ Τότε, όλο το υπόλοιπο του Ιούδα που ήρθε στη γη της Αιγύπτου για να κατοικήσει εκεί θα μάθει τίνος ο λόγος βγήκε αληθινός, ο δικός μου ή ο δικός τους!»”»

29 «“Και αυτό είναι το σημείο που σας δίνω”, δηλώνει ο Ιεχωβά, “για το ότι θα σας τιμωρήσω σε αυτόν τον τόπο, ώστε να μάθετε ότι τα λόγια μου με τα οποία υποσχέθηκα ότι θα σας βρει συμφορά θα βγουν οπωσδήποτε αληθινά. 30 Αυτό λέει ο Ιεχωβά: «Εγώ δίνω τον Φαραώ Χοφρά, τον βασιλιά της Αιγύπτου, στο χέρι των εχθρών του και εκείνων που ζητούν να του αφαιρέσουν τη ζωή,* ακριβώς όπως έδωσα τον βασιλιά Σεδεκία του Ιούδα στο χέρι του βασιλιά Ναβουχοδονόσορα της Βαβυλώνας, ο οποίος ήταν εχθρός του και ζητούσε να του αφαιρέσει τη ζωή»”».*+

45 Αυτός είναι ο λόγος που είπε ο Ιερεμίας ο προφήτης στον Βαρούχ,+ τον γιο του Νηρία, όταν εκείνος έγραψε σε βιβλίο τα λόγια που του υπαγόρευσε ο Ιερεμίας,+ το τέταρτο έτος του Ιωακείμ,+ γιου του Ιωσία, βασιλιά του Ιούδα:

2 «Αυτό λέει ο Ιεχωβά, ο Θεός του Ισραήλ, σχετικά με εσένα, Βαρούχ: 3 “Εσύ είπες: «Αλίμονο σε εμένα, γιατί ο Ιεχωβά πρόσθεσε λύπη στον πόνο μου! Απέκαμα από τον στεναγμό μου και δεν βρήκα τόπο ανάπαυσης»”.

4 »Αυτό πρέπει να του πεις: “Να τι λέει ο Ιεχωβά: «Δες! Εκείνο που οικοδόμησα το κατεδαφίζω και εκείνο που φύτεψα το ξεριζώνω—όλο αυτόν τον τόπο.+ 5 Εσύ όμως ζητάς* μεγάλα πράγματα για τον εαυτό σου. Πάψε να τα ζητάς»”.

»“Διότι θα φέρω συμφορά σε κάθε σάρκα”,*+ δηλώνει ο Ιεχωβά, “και οπουδήποτε πας θα σου χαρίσω τη ζωή* σου ως λάφυρο”».*+

46 Αυτός είναι ο λόγος του Ιεχωβά προς τον Ιερεμία τον προφήτη σχετικά με τα έθνη:+ 2 Για την Αίγυπτο,+ σχετικά με τον στρατό του Φαραώ Νεχώ,+ του βασιλιά της Αιγύπτου, ο οποίος ήταν δίπλα στον Ευφράτη Ποταμό και νικήθηκε στη Χαρκεμίς από τον βασιλιά Ναβουχοδονόσορα της Βαβυλώνας το τέταρτο έτος του Ιωακείμ,+ γιου του Ιωσία, βασιλιά του Ιούδα:

 3 «Ετοιμάστε τις μικρές ασπίδες* σας καθώς και τις μεγάλες,

και ριχτείτε στη μάχη.

 4 Βάλτε τα χαλινάρια στα άλογα και ανεβείτε, ιππείς.

Πάρτε τις θέσεις σας και βάλτε τις περικεφαλαίες σας.

Στιλβώστε τις λόγχες και φορέστε τους φολιδωτούς σας θώρακες.

 5 “Γιατί τους βλέπω τρομοκρατημένους;

Υποχωρούν· οι πολεμιστές τους συντρίβονται.

Φεύγουν πανικόβλητοι· οι πολεμιστές τους δεν γυρίζουν να κοιτάξουν πίσω.

Τρόμος υπάρχει ολόγυρα”, δηλώνει ο Ιεχωβά.

 6 “Οι ταχείς δεν μπορούν να τραπούν σε φυγή και οι πολεμιστές δεν μπορούν να ξεφύγουν.

Στον βορρά, κοντά στην όχθη του Ευφράτη Ποταμού,

σκόνταψαν και έπεσαν”.+

 7 Ποιος είναι αυτός που ανεβαίνει σαν τον Νείλο Ποταμό,

σαν τους ποταμούς με τα ορμητικά νερά;

 8 Η Αίγυπτος ανεβαίνει σαν τον Νείλο Ποταμό,+

σαν τους ποταμούς με τα ορμητικά νερά,

και λέει: “Θα ανεβώ και θα σκεπάσω τη γη.

Θα καταστρέψω την πόλη και τους κατοίκους της”.

 9 Ανεβείτε, άλογα!

Τρέξτε ξέφρενα, άρματα!

Ας εφορμήσουν οι πολεμιστές,

ο Χους και ο Φουθ, που χειρίζονται την ασπίδα,+

και οι Λουδίμ,+ που χειρίζονται και λυγίζουν* το τόξο.+

10 »Εκείνη η ημέρα ανήκει στον Υπέρτατο Κύριο, τον Ιεχωβά των στρατευμάτων, η ημέρα της εκδίκησης κατά την οποία θα εκδικηθεί τους αντιδίκους του. Το σπαθί θα καταφάει και θα χορτάσει και θα κορεστεί από το αίμα τους, διότι ο Υπέρτατος Κύριος, ο Ιεχωβά των στρατευμάτων, έχει θυσία* στη γη του βορρά, κοντά στον Ευφράτη Ποταμό.+

11 Ανέβα στη Γαλαάδ να πάρεις βάλσαμο,+

παρθένα κόρη της Αιγύπτου.

Μάταια πλήθυνες τα γιατρικά σου,

διότι δεν υπάρχει θεραπεία για εσένα.+

12 Τα έθνη άκουσαν την ατίμωσή σου+

και η κραυγή σου γέμισε τη χώρα.

Διότι πολεμιστής σκοντάφτει πάνω σε πολεμιστή,

και πέφτουν κάτω και οι δύο μαζί».

13 Αυτός είναι ο λόγος που είπε ο Ιεχωβά στον Ιερεμία τον προφήτη σχετικά με τον ερχομό του βασιλιά Ναβουχοδονόσορα της Βαβυλώνας για να συντρίψει τη γη της Αιγύπτου:+

14 «Διακηρύξτε το στην Αίγυπτο, διαλαλήστε το στη Μιγδώλ.+

Διαλαλήστε το στη Νοφ* και στην Ταχπανές.+

Πείτε: “Πάρτε τις θέσεις σας και ετοιμαστείτε,

επειδή το σπαθί θα καταφάει ολόγυρά σας.

15 Γιατί σαρώθηκαν οι δυνατοί σου;

Δεν μπόρεσαν να προβάλουν αντίσταση,

επειδή ο Ιεχωβά τούς έριξε κάτω.

16 Σκοντάφτουν και πέφτουν σωρηδόν.

Λένε ο ένας στον άλλον:

«Σηκωθείτε! Ας επιστρέψουμε στον λαό μας και στην πατρίδα μας,

επειδή το σπαθί είναι αμείλικτο»”.

17 Εκεί διακήρυξαν:

“Ο Φαραώ, ο βασιλιάς της Αιγύπτου, είναι μόνο λόγια.

Άφησε την ευκαιρία* να χαθεί”.+

18 “Όσο βέβαιο είναι ότι εγώ ζω”, δηλώνει ο Βασιλιάς, του οποίου το όνομα είναι Ιεχωβά των στρατευμάτων,

“αυτός* θα εισβάλει σαν το Θαβώρ+ ανάμεσα στα βουνά

και σαν τον Κάρμηλο+ δίπλα στη θάλασσα.

19 Ετοίμασε τις αποσκευές σου για εξορία,

κόρη που κατοικείς στην Αίγυπτο.

Διότι η Νοφ* θα γίνει κάτι φρικαλέο·

θα τυλιχτεί στις φλόγες* και θα μείνει ακατοίκητη.+

20 Η Αίγυπτος είναι σαν μια όμορφη νεαρή αγελάδα,

αλλά θα έρθουν εναντίον της από τον βορρά μύγες που τσιμπούν.

21 Ακόμη και οι μισθοφόροι στρατιώτες της είναι σαν καλοθρεμμένα μοσχάρια,

αλλά και αυτοί γύρισαν πίσω και τράπηκαν σε φυγή.

Δεν μπόρεσαν να προβάλουν αντίσταση,+

διότι η ημέρα της συμφοράς τους ήρθε πάνω τους,

ο καιρός για να δώσουν λογαριασμό”.

22 “Ο ήχος της είναι σαν τον συριγμό φιδιού που γλιστράει,

διότι την κυνηγούν με μανία, κρατώντας τσεκούρια,

σαν αυτούς που κόβουν δέντρα.*

23 Θα κόψουν το δάσος της”, δηλώνει ο Ιεχωβά, “αν και φαινόταν αδιαπέραστο.

Διότι είναι πολυπληθέστεροι από τις ακρίδες, αναρίθμητοι.

24 Η κόρη της Αιγύπτου θα ντροπιαστεί.

Θα δοθεί στον λαό του βορρά”.+

25 »Ο Ιεχωβά των στρατευμάτων, ο Θεός του Ισραήλ, λέει: “Τώρα θα στρέψω την προσοχή μου στον Άμμωνα+ της Νω,*+ στον Φαραώ, στην Αίγυπτο, στους θεούς της+ και στους βασιλιάδες της—ναι, στον Φαραώ και σε όλους όσους εμπιστεύονται σε αυτόν”.+

26 »“Και θα τους παραδώσω σε εκείνους που ζητούν να τους αφαιρέσουν τη ζωή,* στον βασιλιά Ναβουχοδονόσορα της Βαβυλώνας+ και στους υπηρέτες του. Ωστόσο, αργότερα αυτή θα κατοικηθεί όπως παλιά”, δηλώνει ο Ιεχωβά.+

27 “Εσύ όμως μη φοβάσαι, υπηρέτη μου Ιακώβ,

και μην τρομοκρατείσαι, Ισραήλ.+

Διότι εγώ θα σε σώσω από τον μακρινό τόπο

και τους απογόνους* σου από τη γη της αιχμαλωσίας τους.+

Ο Ιακώβ θα επιστρέψει και θα είναι ήρεμος και γαλήνιος,

και κανείς δεν θα τον φοβίζει.+

28 Μη φοβάσαι λοιπόν, υπηρέτη μου Ιακώβ”, δηλώνει ο Ιεχωβά, “διότι εγώ είμαι μαζί σου.

Θα επιφέρω εξόντωση ανάμεσα σε όλα τα έθνη όπου σε διέσπειρα,+

αλλά εσένα δεν θα σε εξοντώσω.+

Θα σε διαπαιδαγωγήσω* όσο ακριβώς χρειάζεται,+

αλλά δεν πρόκειται να σε αφήσω ατιμώρητο”».

47 Αυτός είναι ο λόγος του Ιεχωβά που ήρθε στον Ιερεμία τον προφήτη σχετικά με τους Φιλισταίους,+ προτού ο Φαραώ χτυπήσει τη Γάζα. 2 Να τι λέει ο Ιεχωβά:

«Δείτε! Νερά έρχονται από τον βορρά.

Θα γίνουν χείμαρρος που πλημμυρίζει.

Θα πλημμυρίσουν τη χώρα και ό,τι υπάρχει σε αυτήν,

την πόλη και όσους κατοικούν εκεί.

Οι άνθρωποι θα κραυγάσουν

και όλοι οι κάτοικοι της χώρας θα θρηνήσουν γοερά.

 3 Ακούγοντας το ποδοβολητό των πολεμικών αλόγων του,

το κροτάλισμα των αρμάτων του

και το τρίξιμο των τροχών του,

οι πατέρες ούτε καν θα γυρίσουν να πάρουν τους γιους τους,

διότι τα χέρια τους θα έχουν παραλύσει,

 4 επειδή η ημέρα που έρχεται θα εξολοθρεύσει όλους τους Φιλισταίους·+

θα αφανίσει από την Τύρο+ και τη Σιδώνα+ κάθε σύμμαχο που τους απέμεινε.

Διότι ο Ιεχωβά θα εξολοθρεύσει τους Φιλισταίους,

οι οποίοι είναι αυτοί που απέμειναν από το νησί της Καφθόρ.*+

 5 Φαλακρότητα* θα απλωθεί στη Γάζα.

Η Ασκαλών κατασιωπήθηκε.+

Και εσύ, υπόλοιπο της κοιλάδας τους,

ως πότε θα κάνεις τομές πάνω σου;+

 6 Ω! σπαθί του Ιεχωβά!+

Ως πότε δεν θα βρίσκεις ησυχία;

Επίστρεψε στη θήκη σου.

Ξεκουράσου και μείνε σιωπηλό.

 7 Πώς να βρει ησυχία

εφόσον ο Ιεχωβά τού έδωσε εντολή;

Στην Ασκαλών και στα παράλια,+

εκεί το διόρισε να παραμείνει».

48 Για τον Μωάβ,+ αυτό λέει ο Ιεχωβά των στρατευμάτων, ο Θεός του Ισραήλ:

«Αλίμονο στη Νεβώ,+ γιατί καταστράφηκε!

Η Κιριαθαΐμ+ ντροπιάστηκε και κυριεύτηκε.

Το ασφαλές καταφύγιο* ντροπιάστηκε και συντρίφτηκε.+

 2 Δεν παινεύουν πια τον Μωάβ.

Στην Εσεβών+ σχεδίασαν την πτώση του:

“Ελάτε να τον αφανίσουμε ώστε να μην είναι πια έθνος”.

Και εσύ, Μαδμέν, πρέπει να σωπάσεις,

γιατί το σπαθί βρίσκεται πίσω σου.

 3 Από την Ορωναΐμ ακούγεται ήχος κραυγής,+

καταστροφής και μεγάλης συντριβής.

 4 Ο Μωάβ κατέρρευσε.

Τα μικρά του φωνάζουν.

 5 Στον ανήφορο της Λουίθ κλαίνε ασταμάτητα καθώς ανεβαίνουν.

Και στον κατήφορο της Ορωναΐμ ακούν κραυγές απόγνωσης εξαιτίας του ολέθρου.+

 6 Φύγετε για να γλιτώσετε τη ζωή* σας!

Να γίνετε σαν την άρκευθο στην έρημο.

 7 Επειδή εμπιστεύεσαι στα έργα σου και στους θησαυρούς σου,

θα κυριευτείς και εσύ.

Και ο Χεμώς+ θα πάει εξορία,

μαζί με τους ιερείς και τους άρχοντές του.

 8 Ο καταστροφέας θα έρθει σε όλες τις πόλεις,

και καμιά δεν θα γλιτώσει.+

Η κοιλάδα θα χαθεί

και η πεδινή γη* θα αφανιστεί, ακριβώς όπως είπε ο Ιεχωβά.

 9 Στήστε οδοδείκτη για τον Μωάβ,

διότι όταν ερειπωθεί, θα τραπεί σε φυγή,

και οι πόλεις του θα γίνουν κάτι φρικαλέο

και θα είναι ακατοίκητες.+

10 Καταραμένος είναι όποιος εκτελεί την αποστολή του Ιεχωβά με αμέλεια!

Καταραμένος είναι όποιος κρατάει το σπαθί του μακριά από την αιματοχυσία!

11 Οι Μωαβίτες είναι ατάραχοι από τη νεότητά τους,

σαν το κρασί που έχει κατασταλάξει πάνω στο κατακάθι του.

Δεν τους έχουν αδειάσει από το ένα σκεύος στο άλλο

ούτε έχουν πάει ποτέ εξορία.

Να γιατί η γεύση τους έχει μείνει ίδια

και το άρωμά τους δεν έχει αλλάξει.

12 »“Γι’ αυτό λοιπόν, έρχονται ημέρες”, δηλώνει ο Ιεχωβά, “κατά τις οποίες θα στείλω κάποιους για να τους αναποδογυρίσουν. Θα τους γυρίσουν ανάποδα και θα αδειάσουν τα σκεύη τους, και τις μεγάλες στάμνες τους θα τις κάνουν κομμάτια. 13 Και οι Μωαβίτες θα ντραπούν για τον Χεμώς, όπως ντρέπεται ο οίκος του Ισραήλ για τη Βαιθήλ, στην οποία είχε θέσει την εμπιστοσύνη του.+

14 Πώς τολμάτε να λέτε: «Είμαστε κραταιοί πολεμιστές, έτοιμοι για μάχη»;”+

15 “Ο Μωάβ καταστράφηκε·

μπήκαν εισβολείς στις πόλεις του,+

και οι πιο εκλεκτοί νέοι τους σφαγιάστηκαν”,+

δηλώνει ο Βασιλιάς, του οποίου το όνομα είναι Ιεχωβά των στρατευμάτων.+

16 Η συμφορά των Μωαβιτών κοντεύει να έρθει

και η πτώση τους πλησιάζει γοργά.+

17 Όλοι όσοι είναι γύρω τους θα συμμεριστούν τον πόνο τους,

όλοι όσοι ξέρουν το όνομά τους.

Πείτε τους: “Πώς έσπασε το κραταιό ραβδί, η εντυπωσιακή ράβδος!”

18 Κατέβα από τη δόξα σου

και κάθισε κάτω διψασμένη,* κόρη που κατοικείς στη Διβών,+

διότι ο καταστροφέας του Μωάβ ήρθε εναντίον σου

και θα συντρίψει τα οχυρώματά σου.+

19 Στάσου δίπλα στον δρόμο και κοίτα, κάτοικε της Αροήρ.+

Ρώτησε τον άντρα που τρέπεται σε φυγή και τη γυναίκα που τρέχει να ξεφύγει: “Τι συνέβη;”

20 Ο Μωάβ ντροπιάστηκε και τρομοκρατήθηκε.

Θρηνήστε γοερά και κραυγάστε.

Διαλαλήστε στον Αρνών+ ότι ο Μωάβ καταστράφηκε.

21 »Κρίση ήρθε στην πεδινή γη,*+ εναντίον της Ωλών, της Ιασσά+ και της Μεφαάθ·+ 22 εναντίον της Διβών,+ της Νεβώ+ και της Βαιθ-διβλαθαΐμ· 23 εναντίον της Κιριαθαΐμ,+ της Βαιθ-γκαμούλ και της Βαιθ-μεών·+ 24 εναντίον της Κεριώθ+ και της Βοσόρρας· και εναντίον όλων των πόλεων της γης του Μωάβ, μακρινών και κοντινών.

25 “Η ισχύς* του Μωάβ συντρίφτηκε·

ο βραχίονάς του έσπασε”, δηλώνει ο Ιεχωβά.

26 “Μεθύστε τον,+ διότι υψηλοφρόνησε εναντίον του Ιεχωβά.+

Ο Μωάβ κυλιέται στον εμετό του

και τον περιγελούν.

27 Μήπως δεν περιγελούσες και εσύ τον Ισραήλ;+

Τον βρήκαν μήπως ανάμεσα σε κλέφτες

και γι’ αυτό κουνούσες το κεφάλι σου και μιλούσες εναντίον του;

28 Αφήστε τις πόλεις και ζήστε στους βράχους, κάτοικοι του Μωάβ,

και γίνετε σαν το περιστέρι που φωλιάζει στις πλαγιές του φαραγγιού”».

29 «Ακούσαμε για την υπερηφάνεια του Μωάβ—είναι πολύ υπερόπτης—

για την αλαζονεία του, την υπερηφάνειά του, την υπεροψία του και την έπαρση της καρδιάς του».+

30 «“Εγώ γνωρίζω τη σφοδρή οργή του”, δηλώνει ο Ιεχωβά,

“αλλά τα κούφια λόγια του θα πέσουν στο κενό.

Αυτοί δεν θα καταφέρουν τίποτα.

31 Να γιατί θα θρηνήσω γοερά για τον Μωάβ,

θα κραυγάσω για ολόκληρο τον Μωάβ

και θα βογκήσω για τους άντρες της Κιρ-ερές.+

32 Περισσότερο από ό,τι έκλαψα για την Ιαζήρ+

θα κλάψω για εσένα, κλήμα της Σιβμά.+

Τα θαλερά κλωνάρια σου διέσχισαν τη θάλασσα.

Στη θάλασσα, στην Ιαζήρ, έφτασαν.

Πάνω στους καλοκαιρινούς σου καρπούς και στον τρύγο σου

χίμηξε ο καταστροφέας.+

33 Η χαρά και η ευφροσύνη χάθηκαν από τον δεντρόκηπο

και από τη γη του Μωάβ.+

Έκανα να πάψει να ρέει το κρασί από το πατητήρι.

Κανείς δεν θα πατάει τα σταφύλια με φωνές χαράς.

Αλλιώτικες φωνές θα ακούγονται”».+

34 «“Κραυγή ακούγεται από την Εσεβών+ ως την Ελεαλή.+

Υψώνουν τη φωνή τους ως την Ιασσά,+

από τη Σηγώρ ως την Ορωναΐμ+ και ως την Εγλάθ-σελεσία.

Ακόμη και τα νερά του Νιμρίμ θα στερέψουν.+

35 Θα κάνω να εκλείψει από τον Μωάβ”, δηλώνει ο Ιεχωβά,

“εκείνος που φέρνει προσφορά στον υψηλό τόπο

και εκείνος που προσφέρει θυσίες στον θεό του.

36 Να γιατί η καρδιά μου θα θρηνήσει* σαν αυλός* για τον Μωάβ,+

και η καρδιά μου θα θρηνήσει* σαν αυλός* για τους άντρες της Κιρ-ερές.

Διότι ο πλούτος που παρήγαγε αυτός θα αφανιστεί.

37 Κάθε κεφάλι είναι φαλακρό+

και κάθε γενειάδα είναι κομμένη.

Όλα τα χέρια έχουν τομές,+

και στους γοφούς τους υπάρχει σάκος!”»+

38 «“Σε όλες τις ταράτσες του Μωάβ

και σε όλες τις πλατείες του

υπάρχει μόνο γοερός θρήνος.

Διότι συνέτριψα τον Μωάβ

σαν άχρηστη στάμνα”, δηλώνει ο Ιεχωβά.

39 “Πόσο τρομοκρατημένος είναι! Θρηνήστε γοερά!

Πώς οπισθοχώρησε ο Μωάβ ντροπιασμένος!

Ο Μωάβ έγινε περίγελος,

κάτι το τρομακτικό για όλους όσους βρίσκονται γύρω του”».

40 «Διότι αυτό λέει ο Ιεχωβά:

“Σαν τον αετό που εφορμά,+

έτσι θα απλώσει αυτός τις φτερούγες του πάνω από τον Μωάβ.+

41 Οι πόλεις θα καταληφθούν

και τα οχυρά του θα κυριευτούν.

Εκείνη την ημέρα η καρδιά των πολεμιστών του Μωάβ

θα είναι σαν την καρδιά μιας γυναίκας που γεννάει”».

42 «“Και ο Μωάβ θα αφανιστεί και δεν θα είναι πια λαός,+

διότι εναντίον του Ιεχωβά υψηλοφρόνησε.+

43 Τρόμος, λάκκος και παγίδα είναι μπροστά σου,

κάτοικε του Μωάβ”, δηλώνει ο Ιεχωβά.

44 “Όποιος φεύγει από τον τρόμο θα πέφτει στον λάκκο,

και όποιος βγαίνει από τον λάκκο θα πιάνεται στην παγίδα”.

“Διότι θα φέρω πάνω στον Μωάβ το έτος της τιμωρίας του”, δηλώνει ο Ιεχωβά.

45 “Στη σκιά της Εσεβών στέκονται ανίσχυροι εκείνοι που τρέπονται σε φυγή.

Διότι φωτιά θα βγει από την Εσεβών

και φλόγα μέσα από τον Σηών.+

Θα καταφάει το μέτωπο του Μωάβ

και το κρανίο των γιων της οχλοβοής”.+

46 “Αλίμονο σε εσένα, Μωάβ!

Ο λαός του Χεμώς+ αφανίστηκε.

Διότι οι γιοι σου αιχμαλωτίστηκαν

και οι κόρες σου εξορίστηκαν.+

47 Αλλά στο τελικό διάστημα των ημερών, θα συγκεντρώσω τους αιχμαλώτους του Μωάβ”, δηλώνει ο Ιεχωβά.

“Μέχρι εδώ είναι η κρίση κατά του Μωάβ”».+

49 Για τους Αμμωνίτες,+ αυτό λέει ο Ιεχωβά:

«Δεν έχει ο Ισραήλ γιους;

Δεν έχει κληρονόμο;

Γιατί πήρε ο Μαλχάμ+ στην κατοχή του τον Γαδ;+

Και γιατί κατοικεί ο λαός του στις πόλεις του Ισραήλ;»

 2 «“Γι’ αυτό λοιπόν, έρχονται ημέρες”, δηλώνει ο Ιεχωβά,

“κατά τις οποίες θα κάνω να αντηχήσει ο συναγερμός του πολέμου* εναντίον της Ραββά+ των Αμμωνιτών.+

Αυτή θα γίνει σωρός ερειπίων,

και οι εξαρτώμενες* κωμοπόλεις της θα πυρποληθούν”.

“Και ο Ισραήλ θα πάρει στην κατοχή του εκείνους που άρπαξαν τη γη του”,+ λέει ο Ιεχωβά.

 3 “Θρήνησε γοερά, Εσεβών, γιατί η Γαι καταστράφηκε!

Κραυγάστε, εξαρτώμενες κωμοπόλεις της Ραββά.

Φορέστε σάκο.

Θρηνήστε γοερά και περιπλανηθείτε ανάμεσα στα πέτρινα μαντριά,

διότι ο Μαλχάμ θα πάει εξορία,

μαζί με τους ιερείς και τους άρχοντές του.+

 4 Γιατί κομπάζεις για τις κοιλάδες,

για την πεδιάδα σου όπου ρέουν νερά, άπιστη κόρη,

που εμπιστεύεσαι στους θησαυρούς σου

και λες: «Ποιος θα έρθει εναντίον μου;»”»

 5 «“Δες! Εγώ φέρνω πάνω σου κάτι τρομακτικό”, δηλώνει ο Υπέρτατος Κύριος, ο Ιεχωβά των στρατευμάτων,

“από όλους όσους είναι γύρω σου.

Θα διασπαρθείτε προς κάθε κατεύθυνση,

και κανείς δεν θα συγκεντρώσει εκείνους που θα τραπούν σε φυγή”».

 6 «“Ύστερα όμως θα συγκεντρώσω τους αιχμάλωτους Αμμωνίτες”, δηλώνει ο Ιεχωβά».

7 Για τον Εδώμ, αυτό λέει ο Ιεχωβά των στρατευμάτων:

«Δεν υπάρχει πια σοφία στη Θεμάν;+

Χάθηκε η καλή συμβουλή από εκείνους που έχουν κατανόηση;

Σάπισε η σοφία τους;

 8 Φύγετε, υποχωρήστε!

Πηγαίνετε να μείνετε στα βάθη, κάτοικοι της Δαιδάν!+

Διότι θα φέρω συμφορά στον Ησαύ

όταν έρθει ο καιρός να στρέψω την προσοχή μου πάνω του.

 9 Αν έρχονταν σε εσένα τρυγητές,

δεν θα άφηναν αποτρυγήματα;

Αν έρχονταν κλέφτες τη νύχτα,

θα προκαλούσαν μόνο όση καταστροφή ήθελαν.+

10 Εγώ όμως θα απογυμνώσω τον Ησαύ.

Θα αποκαλύψω τις κρυψώνες του,

ώστε να μην μπορεί να κρυφτεί.

Τα παιδιά του και οι αδελφοί του και οι γείτονές του θα εξολοθρευτούν όλοι,+

και αυτός δεν θα υπάρχει πια.+

11 Άφησε τα παιδιά σου που δεν έχουν πατέρα,

και εγώ θα τα διατηρήσω ζωντανά,

και οι χήρες σου θα εμπιστευτούν σε εμένα».

12 Διότι αυτό λέει ο Ιεχωβά: «Εφόσον αυτοί που δεν καταδικάστηκαν να πιουν το ποτήρι πρέπει να το πιουν, εσύ θα μείνεις τελείως ατιμώρητος; Δεν θα μείνεις ατιμώρητος, διότι θα το πιεις οπωσδήποτε».+

13 «Διότι στον εαυτό μου ορκίστηκα», δηλώνει ο Ιεχωβά, «ότι η Βοσόρρα θα γίνει φρικτό θέαμα,+ περίγελος, ερήμωση και κατάρα· και όλες οι πόλεις της θα γίνουν παντοτινά ερείπια».+

14 Είδηση άκουσα από τον Ιεχωβά·

απεσταλμένος έχει σταλεί ανάμεσα στα έθνη, λέγοντας:

«Συγκεντρωθείτε και ελάτε εναντίον του·

ετοιμαστείτε για μάχη».+

15 «Διότι σε έκανα ασήμαντο ανάμεσα στα έθνη,

καταφρονημένο ανάμεσα στους ανθρώπους.+

16 Η ανατριχίλα που προκαλούσες σε εξαπάτησε,

η αυθάδεια της καρδιάς σου,

εσένα που μένεις στα καταφύγια του απόκρημνου βράχου

και κατοικείς στον ψηλότερο λόφο.

Αν και χτίζεις τη φωλιά σου ψηλά σαν τον αετό,

θα σε κατεβάσω από εκεί», δηλώνει ο Ιεχωβά.

17 «Ο Εδώμ θα γίνει φρικτό θέαμα.+ Ο καθένας που θα περνάει από αυτόν θα κοιτάζει με φρίκη και θα σφυρίζει εξαιτίας όλων των πληγών του. 18 Όπως συνέβη όταν καταστράφηκαν τα Σόδομα και τα Γόμορρα και οι γειτονικές τους πόλεις»,+ λέει ο Ιεχωβά, «κανένας άνθρωπος δεν θα κατοικεί εκεί ούτε θα εγκατασταθεί εκεί.+

19 »Δείτε! Κάποιος θα έρθει ενάντια στα ασφαλή βοσκοτόπια σαν λιοντάρι+ που βγαίνει από τις πυκνές συστάδες του Ιορδάνη, και μέσα σε μια στιγμή θα τον* κάνω να φύγει εσπευσμένα από αυτόν.* Και θα διορίσω τον εκλεγμένο υπεύθυνο σε αυτόν. Διότι ποιος είναι όμοιός μου, και ποιος θα με προκαλέσει; Ποιος ποιμένας μπορεί να σταθεί μπροστά μου;+ 20 Γι’ αυτό, ακούστε την απόφαση που πήρε ο Ιεχωβά* εναντίον του Εδώμ και αυτό που σκέφτηκε εναντίον των κατοίκων της Θεμάν:+

Ασφαλώς, τα μικρά του κοπαδιού θα τα σύρουν μακριά.

Θα ερημώσει την κατοικία τους εξαιτίας τους.+

21 Από τον θόρυβο της πτώσης τους, σείστηκε η γη.

Κραυγή ακούγεται!

Ο θόρυβος ακούστηκε μέχρι την Ερυθρά Θάλασσα.+

22 Δείτε! Σαν τον αετό θα ανεβεί αυτός και θα εφορμήσει,+

και θα απλώσει τις φτερούγες του πάνω από τη Βοσόρρα.+

Εκείνη την ημέρα η καρδιά των πολεμιστών του Εδώμ

θα γίνει σαν την καρδιά μιας γυναίκας που γεννάει».

23 Για τη Δαμασκό:+

«Η Αιμάθ+ και η Αρφάδ ντροπιάστηκαν,

διότι άκουσαν κακή είδηση.

Λιώνουν από τον φόβο.

Υπάρχει ταραχή στη θάλασσα που δεν μπορεί να κοπάσει.

24 Η Δαμασκός έχασε το θάρρος της.

Τράπηκε σε φυγή, και την κατέλαβε πανικός.

Στενοχώρια και πόνος την έπιασαν,

όπως τη γυναίκα που γεννάει.

25 Πώς έγινε και δεν εγκαταλείφθηκε η πόλη του αίνου,

η πόλη της αγαλλίασης;

26 Διότι οι νεαροί της θα πέσουν στις πλατείες της,

και όλοι οι στρατιώτες θα αφανιστούν εκείνη την ημέρα», δηλώνει ο Ιεχωβά των στρατευμάτων.

27 «Θα βάλω φωτιά στο τείχος της Δαμασκού,

και θα καταφάει τους οχυρωμένους πύργους του Βεν-αδάδ».+

28 Για την Κηδάρ+ και τα βασίλεια της Ασώρ, τα οποία συνέτριψε ο βασιλιάς Ναβουχοδονόσορ της Βαβυλώνας, αυτό λέει ο Ιεχωβά:

«Σηκωθείτε, ανεβείτε στην Κηδάρ

και εξολοθρεύστε τους γιους της Ανατολής.

29 Οι σκηνές τους και τα κοπάδια τους θα παρθούν,

τα υφάσματα των σκηνών τους και όλα τα αγαθά τους.

Θα αρπάξουν τις καμήλες τους

και θα φωνάζουν σε αυτούς: “Τρόμος υπάρχει ολόγυρα!”»

30 «Φύγετε, πηγαίνετε μακριά!

Πηγαίνετε να μείνετε στα βάθη, κάτοικοι της Ασώρ», λέει ο Ιεχωβά.

«Διότι ο βασιλιάς Ναβουχοδονόσορ της Βαβυλώνας κατέστρωσε στρατηγική εναντίον σας

και επινόησε σχέδιο εναντίον σας».

31 «Σηκωθείτε, ανεβείτε εναντίον του έθνους που έχει ειρήνη,

που κατοικεί με ασφάλεια!» λέει ο Ιεχωβά.

«Δεν έχει πόρτες ούτε αμπάρες· ζουν απομονωμένοι.

32 Οι καμήλες τους θα γίνουν λεία,

και τα άφθονα ζωντανά τους λάφυρα.

Θα τους διασκορπίσω σε κάθε άνεμο,*

εκείνους που κόβουν τα μαλλιά τους στους κροτάφους,+

και θα φέρω τη συμφορά τους από κάθε κατεύθυνση», δηλώνει ο Ιεχωβά.

33 «Η Ασώρ θα γίνει λημέρι τσακαλιών,

ερημότοπος για πάντα.

Κανένας άνθρωπος δεν θα κατοικεί εκεί

ούτε θα εγκατασταθεί εκεί».

34 Αυτός είναι ο λόγος του Ιεχωβά που ήρθε στον Ιερεμία τον προφήτη σχετικά με το Ελάμ+ στην αρχή της διακυβέρνησης του βασιλιά Σεδεκία+ του Ιούδα: 35 «Αυτό λέει ο Ιεχωβά των στρατευμάτων: “Θα συντρίψω το τόξο του Ελάμ,+ την πηγή* της κραταιότητάς του. 36 Θα φέρω πάνω στο Ελάμ τους τέσσερις ανέμους από τις τέσσερις άκρες των ουρανών, και θα τους διασκορπίσω σε όλους αυτούς τους ανέμους. Δεν θα υπάρχει έθνος στο οποίο δεν θα πάνε οι διεσπαρμένοι του Ελάμ”».

37 «Θα συντρίψω τους Ελαμίτες μπροστά στους εχθρούς τους και μπροστά σε εκείνους που ζητούν να τους αφαιρέσουν τη ζωή·* θα φέρω πάνω τους συμφορά, τον φλογερό θυμό μου», δηλώνει ο Ιεχωβά. «Θα στείλω το σπαθί πίσω τους μέχρι να τους εξοντώσω».

38 «Και θα βάλω τον θρόνο μου στο Ελάμ,+ και θα εξαλείψω από εκεί τον βασιλιά και τους άρχοντες», δηλώνει ο Ιεχωβά.

39 «Αλλά στο τελικό διάστημα των ημερών, θα συγκεντρώσω τους αιχμάλωτους Ελαμίτες», δηλώνει ο Ιεχωβά.

50 Ο λόγος που είπε ο Ιεχωβά σχετικά με τη Βαβυλώνα,+ σχετικά με τη γη των Χαλδαίων, μέσω του Ιερεμία του προφήτη:

 2 «Διακηρύξτε το ανάμεσα στα έθνη και διαλαλήστε το.

Υψώστε σημάδι* και διαλαλήστε το.

Μην κρύψετε τίποτα!

Πείτε: “Η Βαβυλώνα κυριεύτηκε.+

Ο Βηλ ντροπιάστηκε.+

Ο Μερωδάχ τρομοκρατήθηκε.

Οι εικόνες της ντροπιάστηκαν.

Τα αηδιαστικά της είδωλα* τρομοκρατήθηκαν”.

 3 Διότι ήρθε εναντίον της ένα έθνος από τον βορρά.+

Κάνει τη γη της κάτι φρικαλέο·

κανείς δεν κατοικεί σε αυτήν.

Άνθρωποι και ζώα τράπηκαν σε φυγή·

έφυγαν μακριά».

4 «Εκείνες τις ημέρες και εκείνον τον καιρό», δηλώνει ο Ιεχωβά, «ο λαός του Ισραήλ και ο λαός του Ιούδα θα έρθουν μαζί.+ Θα κλαίνε καθώς θα περπατούν,+ και θα εκζητήσουν μαζί τον Ιεχωβά τον Θεό τους.+ 5 Θα ρωτούν για τον δρόμο που οδηγεί στη Σιών, έχοντας το πρόσωπό τους στραμμένο προς τα εκεί+ και λέγοντας: “Ελάτε να προσκολληθούμε στον Ιεχωβά με αιώνια διαθήκη που δεν πρόκειται να ξεχαστεί”.+ 6 Ο λαός μου έγινε κοπάδι από χαμένα πρόβατα.+ Οι ίδιοι τους οι ποιμένες τούς έκαναν να ξεστρατίσουν.+ Τους οδήγησαν μακριά στα βουνά, περιφέροντάς τους από βουνό σε λόφο. Ξέχασαν τον τόπο της ανάπαυσής τους. 7 Όλοι όσοι τους έβρισκαν τους καταβρόχθιζαν,+ και οι εχθροί τους έλεγαν: “Δεν είμαστε ένοχοι, επειδή αμάρτησαν ενάντια στον Ιεχωβά, ενάντια στον τόπο κατοίκησης της δικαιοσύνης και στην ελπίδα των προπατόρων τους, τον Ιεχωβά”».

 8 «Φύγετε από τη Βαβυλώνα,

βγείτε από τη γη των Χαλδαίων,+

και γίνετε σαν τα ζώα που οδηγούν το κοπάδι.

 9 Διότι εγώ ξεσηκώνω και φέρνω εναντίον της Βαβυλώνας

μια σύναξη μεγάλων εθνών από τη γη του βορρά.+

Θα παραταχθούν εναντίον της·

από εκεί θα κυριευτεί.

Τα βέλη τους είναι σαν τα βέλη πολεμιστή

ο οποίος στερεί από τους γονείς τα παιδιά τους·+

δεν γυρίζουν πίσω χωρίς αποτελέσματα.

10 Η Χαλδαία θα γίνει λάφυρο.+

Όλοι όσοι τη λαφυραγωγούν θα χορτάσουν»,+ δηλώνει ο Ιεχωβά.

11 «Διότι νιώθατε χαρά+ και αγαλλίαση

όταν λεηλατούσατε την κληρονομιά μου.+

Χτυπούσατε κάτω τα πόδια σαν νεαρή αγελάδα στο χορτάρι

και χλιμιντρίζατε σαν τα άτια.

12 Η μητέρα σας ντροπιάστηκε.+

Εκείνη που σας γέννησε απογοητεύτηκε.

Δείτε! Είναι η πιο ασήμαντη από τα έθνη,

άνυδρη γη και έρημος.+

13 Εξαιτίας της αγανάκτησης του Ιεχωβά δεν θα κατοικηθεί·+

θα ερημώσει τελείως.+

Όποιος θα περνάει από τη Βαβυλώνα θα κοιτάζει με φρίκη

και θα σφυρίζει εξαιτίας όλων των πληγών της.+

14 Παραταχθείτε εναντίον της Βαβυλώνας από παντού,

όλοι εσείς που λυγίζετε* το τόξο.

Τοξεύστε εναντίον της, μη λυπάστε τα βέλη,+

διότι αμάρτησε εναντίον του Ιεχωβά.+

15 Βγάλτε πολεμική κραυγή εναντίον της από παντού.

Παραδόθηκε.*

Οι στύλοι της έπεσαν, τα τείχη της κατεδαφίστηκαν,+

διότι ο Ιεχωβά παίρνει την εκδίκησή του.+

Εκδικηθείτε την.

Κάντε της ό,τι έκανε και εκείνη.+

16 Εξαλείψτε τον σπορέα από τη Βαβυλώνα

και εκείνον που κρατάει το δρεπάνι τον καιρό του θερισμού.+

Εξαιτίας του αμείλικτου σπαθιού, θα γυρίσει ο καθένας στον λαό του,

θα φύγει ο καθένας για τη γη του.+

17 »Ο λαός του Ισραήλ είναι σκορπισμένα πρόβατα.+ Λιοντάρια τούς διέσπειραν.+ Πρώτα τους καταβρόχθισε ο βασιλιάς της Ασσυρίας,+ και έπειτα ο βασιλιάς Ναβουχοδονόσορ της Βαβυλώνας μάσησε τα κόκαλά τους.+ 18 Γι’ αυτό, να τι λέει ο Ιεχωβά των στρατευμάτων, ο Θεός του Ισραήλ: “Θα λογαριαστώ με τον βασιλιά της Βαβυλώνας και με τη γη του όπως λογαριάστηκα με τον βασιλιά της Ασσυρίας.+ 19 Και θα επαναφέρω τον Ισραήλ στον βοσκότοπό του.+ Θα βόσκει στον Κάρμηλο και στη Βασάν,+ και στα βουνά του Εφραΐμ+ και της Γαλαάδ+ θα χορταίνει”».*

20 «Εκείνες τις ημέρες και εκείνον τον καιρό», δηλώνει ο Ιεχωβά,

«θα αναζητηθεί η ενοχή του Ισραήλ,

αλλά δεν θα υπάρχει,

και οι αμαρτίες του Ιούδα δεν θα βρεθούν,

διότι θα συγχωρήσω όσους αφήσω να απομείνουν».+

21 «Ανεβείτε εναντίον της γης Μεραθαΐμ και εναντίον των κατοίκων της Φεκώδ.+

Ας σφαγιαστούν και ας καταστραφούν εντελώς»,* λέει ο Ιεχωβά.

«Κάντε όλα όσα σας διέταξα.

22 Ήχος πολέμου ακούγεται στη χώρα,

μεγάλη καταστροφή.

23 Πώς κόπηκε και συντρίφτηκε η σφύρα όλης της γης!+

Πώς έγινε η Βαβυλώνα κάτι φρικαλέο ανάμεσα στα έθνη!+

24 Σου έστησα παγίδα και πιάστηκες, Βαβυλώνα,

πριν καν το καταλάβεις.

Σε βρήκαν και σε κυρίευσαν,+

διότι στον Ιεχωβά εναντιώθηκες.

25 Ο Ιεχωβά άνοιξε την αποθήκη του

και βγάζει τα όπλα της αγανάκτησής του.+

Διότι ο Υπέρτατος Κύριος, ο Ιεχωβά των στρατευμάτων, έχει ένα έργο να κάνει

στη γη των Χαλδαίων.

26 Ελάτε εναντίον της από μακρινά μέρη.+

Ανοίξτε τις σιταποθήκες της.+

Στοιβάξτε τα αγαθά της σαν τους σωρούς των σιτηρών.

Καταστρέψτε την εντελώς.*+

Ας μην απομείνει κανείς σε αυτήν.

27 Σφαγιάστε όλους τους νεαρούς ταύρους της·+

ας κατεβούν στη σφαγή.

Αλίμονο σε αυτούς, γιατί η ημέρα τους ήρθε,

ο καιρός για να δώσουν λογαριασμό!

28 Ακούγεται ο θόρυβος εκείνων που τρέπονται σε φυγή,

εκείνων που διαφεύγουν από τη γη της Βαβυλώνας,

για να διακηρύξουν στη Σιών την εκδίκηση του Ιεχωβά του Θεού μας,

την εκδίκηση για τον ναό του.+

29 Καλέστε τοξότες εναντίον της Βαβυλώνας,

όλους όσους λυγίζουν* το τόξο.+

Στρατοπεδεύστε ολόγυρά της· ας μη διαφύγει κανείς.

Ανταποδώστε της σύμφωνα με τις ενέργειές της.+

Κάντε της ό,τι έκανε και εκείνη.+

Διότι ενήργησε αλαζονικά εναντίον του Ιεχωβά,

εναντίον του Αγίου του Ισραήλ.+

30 Γι’ αυτό λοιπόν, οι νεαροί της θα πέσουν στις πλατείες της,+

και όλοι οι στρατιώτες της θα αφανιστούν* εκείνη την ημέρα», δηλώνει ο Ιεχωβά.

31 «Δες! Εγώ είμαι εναντίον σου,+ αναιδέστατη»,+ δηλώνει ο Υπέρτατος Κύριος, ο Ιεχωβά των στρατευμάτων,

«διότι η ημέρα σου θα έρθει οπωσδήποτε, ο καιρός που θα σου ζητήσω λογαριασμό.

32 Θα σκοντάψεις και θα πέσεις, αναιδέστατη,

και δεν θα υπάρχει κανείς να σε σηκώσει.+

Θα βάλω φωτιά στις πόλεις σου,

και θα καταφάει τα πάντα γύρω σου».

33 Αυτό λέει ο Ιεχωβά των στρατευμάτων:

«Ο λαός του Ισραήλ και του Ιούδα καταδυναστεύεται,

και όλοι όσοι τους αιχμαλώτισαν τους κράτησαν γερά.+

Αρνήθηκαν να τους αφήσουν να φύγουν.+

34 Αλλά ο Εξαγοραστής τους είναι ισχυρός.+

Ιεχωβά των στρατευμάτων είναι το όνομά του.+

Θα υπερασπιστεί οπωσδήποτε τη δικαστική τους υπόθεση,+

για να δώσει ανάπαυση στη χώρα+

και να προκαλέσει ταραχή στους κατοίκους της Βαβυλώνας».+

35 «Σπαθί υπάρχει εναντίον των Χαλδαίων», δηλώνει ο Ιεχωβά,

«εναντίον των κατοίκων της Βαβυλώνας, των αρχόντων της και των σοφών της.+

36 Σπαθί υπάρχει εναντίον αυτών που λένε κενά λόγια,* και θα ενεργήσουν ανόητα.

Σπαθί υπάρχει εναντίον των πολεμιστών της, και θα τρομοκρατηθούν.+

37 Σπαθί υπάρχει εναντίον των αλόγων τους και των πολεμικών αρμάτων τους,

και εναντίον όλων των μεικτών πληθυσμών που είναι στο μέσο της,

και αυτοί θα γίνουν σαν γυναίκες.+

Σπαθί υπάρχει εναντίον των θησαυρών της, και θα λεηλατηθούν.+

38 Ερήμωση υπάρχει στα νερά της, και θα στερέψουν.+

Διότι είναι γη γλυπτών εικόνων,+

και εξαιτίας των τρομακτικών τους οραμάτων παραφρονούν.

39 Γι’ αυτό, τα πλάσματα της ερήμου θα ζουν εκεί μαζί με τα ζώα που ουρλιάζουν,

και στρουθοκάμηλοι θα ζουν σε αυτήν.+

Δεν θα κατοικηθεί ποτέ ξανά

ούτε θα μένει κανείς εκεί σε όλες τις γενιές».+

40 «Όπως συνέβη όταν αφάνισε ο Θεός τα Σόδομα και τα Γόμορρα+ και τις γειτονικές τους πόλεις»,+ δηλώνει ο Ιεχωβά, «κανένας άνθρωπος δεν θα κατοικεί εκεί ούτε θα εγκατασταθεί εκεί.+

41 Ορίστε! Ένας λαός έρχεται από τον βορρά·

ένα μεγάλο έθνος και τρανοί βασιλιάδες+ θα εγερθούν

από τα πιο απομακρυσμένα μέρη της γης.+

42 Τόξο και ακόντιο κρατούν.+

Είναι αμείλικτοι και δεν θα λυπηθούν κανέναν.+

Ο ήχος τους είναι σαν τον βρυχηθμό της θάλασσας,+

καθώς έρχονται πάνω στα άλογά τους.

Σύσσωμοι παρατάσσονται για μάχη εναντίον σου, κόρη της Βαβυλώνας.+

43 Ο βασιλιάς της Βαβυλώνας άκουσε την είδηση σχετικά με αυτούς+

και τα χέρια του παραλύουν.+

Τον κυριεύει έντονη αγωνία,

πόνοι σαν της γυναίκας που γεννάει.

44 »Δείτε! Κάποιος θα έρθει ενάντια στα ασφαλή βοσκοτόπια σαν λιοντάρι που βγαίνει από τις πυκνές συστάδες του Ιορδάνη, και μέσα σε μια στιγμή θα τους κάνω να φύγουν εσπευσμένα από αυτήν. Και θα διορίσω τον εκλεγμένο υπεύθυνο σε αυτήν.+ Διότι ποιος είναι όμοιός μου, και ποιος θα με προκαλέσει; Ποιος ποιμένας μπορεί να σταθεί μπροστά μου;+ 45 Γι’ αυτό, ακούστε την απόφαση που πήρε ο Ιεχωβά* εναντίον της Βαβυλώνας+ και αυτό που σκέφτηκε εναντίον της γης των Χαλδαίων.

Ασφαλώς, τα μικρά του κοπαδιού θα τα σύρουν μακριά.

Θα ερημώσει την κατοικία τους εξαιτίας τους.+

46 Από τον θόρυβο της κατάληψης της Βαβυλώνας, η γη θα σειστεί,

και κραυγή θα ακουστεί ανάμεσα στα έθνη».+

51 Αυτό λέει ο Ιεχωβά:

«Θα σηκώσω καταστροφικό άνεμο

εναντίον της Βαβυλώνας+ και των κατοίκων της Λεβ-καμαΐ.*

 2 Θα στείλω στη Βαβυλώνα λιχνιστές,

και αυτοί θα τη λιχνίσουν και θα αδειάσουν τη γη της·

θα έρθουν εναντίον της από όλες τις πλευρές την ημέρα της συμφοράς.+

 3 Ας μη λυγίσει* ο τοξότης το τόξο του.

Και ας μη σηκωθεί κανείς φορώντας τον φολιδωτό του θώρακα.

Μη δείξετε συμπόνια στους νεαρούς της.+

Αφιερώστε όλο το στράτευμά της στην καταστροφή.

 4 Και αυτοί θα πέσουν σκοτωμένοι στη γη των Χαλδαίων,

διατρυπημένοι στους δρόμους της.+

 5 Διότι ο Ισραήλ και ο Ιούδας δεν έχουν χηρέψει από τον Θεό τους, από τον Ιεχωβά των στρατευμάτων.+

Αλλά η γη τους* είναι γεμάτη ενοχή από την άποψη του Αγίου του Ισραήλ.

 6 Φύγετε από τη Βαβυλώνα

και τρέξτε για να γλιτώσετε τη ζωή* σας.+

Μην αφανιστείτε εξαιτίας του σφάλματός της.

Διότι είναι ο καιρός της εκδίκησης του Ιεχωβά.

Της ανταποδίδει αυτά που έκανε.+

 7 Η Βαβυλώνα ήταν χρυσό ποτήρι στο χέρι του Ιεχωβά·

μεθούσε όλη τη γη.

Από το κρασί της ήπιαν τα έθνη·+

να γιατί αυτά παραφρόνησαν.+

 8 Ξαφνικά έπεσε η Βαβυλώνα και συντρίφτηκε.+

Θρηνήστε γοερά για αυτήν!+

Πάρτε βάλσαμο για τον πόνο της· ίσως γιατρευτεί».

 9 «Προσπαθήσαμε να γιατρέψουμε τη Βαβυλώνα, αλλά ήταν αδύνατον να γιατρευτεί.

Εγκαταλείψτε την, και ας πάμε ο καθένας στη γη του.+

Διότι η κρίση της έφτασε ως τους ουρανούς·

υψώθηκε ως τα σύννεφα.+

10 Ο Ιεχωβά έφερε δικαιοσύνη για εμάς.+

Ελάτε, ας διηγηθούμε στη Σιών το έργο του Ιεχωβά του Θεού μας».+

11 «Στιλβώστε τα βέλη·+ πάρτε τις στρογγυλές ασπίδες.*

Ο Ιεχωβά υποκίνησε το πνεύμα των βασιλιάδων των Μήδων,+

επειδή σκοπεύει να καταστρέψει τη Βαβυλώνα.

Διότι αυτή είναι η εκδίκηση του Ιεχωβά, η εκδίκηση για τον ναό του.

12 Υψώστε σημάδι*+ εναντίον των τειχών της Βαβυλώνας.

Ενισχύστε τη φρουρά, τοποθετήστε τους σκοπούς.

Ετοιμάστε αυτούς που θα στήσουν ενέδρα.

Διότι ο Ιεχωβά κατέστρωσε στρατηγική,

και θα εκτελέσει αυτό που υποσχέθηκε εναντίον των κατοίκων της Βαβυλώνας».+

13 «Γυναίκα που κατοικείς πάνω σε πολλά νερά,+

που έχεις άφθονους θησαυρούς,+

το τέλος σου ήρθε, το όριο* της κερδοσκοπίας σου.+

14 Ο Ιεχωβά των στρατευμάτων ορκίστηκε στον εαυτό* του:

“Θα σε γεμίσω με ανθρώπους, πολυάριθμους σαν τις ακρίδες,

και θα αλαλάξουν θριαμβευτικά εναντίον σου”.+

15 Αυτός είναι ο Δημιουργός της γης, την οποία έφτιαξε με τη δύναμή του,

Αυτός που στερέωσε τα παραγωγικά εδάφη με τη σοφία του+

και εξέτεινε τους ουρανούς με την κατανόησή του.+

16 Στο άκουσμα της φωνής του,

τα νερά στους ουρανούς ταράζονται,

και αυτός κάνει να ανεβαίνουν σύννεφα* από τα πέρατα της γης.

Στέλνει αστραπές με* τη βροχή

και βγάζει από τις αποθήκες του τον άνεμο.+

17 Κάθε άνθρωπος ενεργεί παράλογα και χωρίς γνώση.

Κάθε μεταλλουργός θα ντροπιαστεί εξαιτίας της γλυπτής εικόνας·+

διότι η χυτή εικόνα του* είναι ψέμα,

και δεν υπάρχει πνεύμα* σε αυτές.+

18 Είναι ψευδαίσθηση,*+ έργο άξιο κοροϊδίας.

Όταν έρθει η ημέρα να δώσουν λογαριασμό, θα αφανιστούν.

19 Η Μερίδα του Ιακώβ δεν είναι σαν αυτά τα πράγματα,

διότι αυτός είναι ο Πλάστης των πάντων

και η ράβδος* της κληρονομιάς του.+

Ιεχωβά των στρατευμάτων είναι το όνομά του».+

20 «Εσύ είσαι ρόπαλο για εμένα, όπλο πολέμου,

διότι με εσένα θα συντρίψω έθνη.

Με εσένα θα καταστρέψω βασίλεια.

21 Με εσένα θα συντρίψω το άλογο και τον αναβάτη του.

Με εσένα θα συντρίψω το πολεμικό άρμα και τον αναβάτη του.

22 Με εσένα θα συντρίψω άντρα και γυναίκα.

Με εσένα θα συντρίψω γέρο και αγόρι.

Με εσένα θα συντρίψω νεαρό και νεαρή.

23 Με εσένα θα συντρίψω τον βοσκό και το κοπάδι του.

Με εσένα θα συντρίψω τον γεωργό και τα ζώα με τα οποία οργώνει.

Με εσένα θα συντρίψω κυβερνήτες και υποκυβερνήτες.

24 Και θα ανταποδώσω στη Βαβυλώνα και σε όλους τους κατοίκους της Χαλδαίας

όλο το κακό που έκαναν στη Σιών μπροστά στα μάτια σας»,+ δηλώνει ο Ιεχωβά.

25 «Είμαι εναντίον σου,+ καταστροφικό βουνό», δηλώνει ο Ιεχωβά,

«καταστροφέα ολόκληρης της γης.+

Θα απλώσω το χέρι μου εναντίον σου και θα σε κατρακυλήσω από τους βράχους

και θα σε κάνω καμένο βουνό».

26 «Δεν θα παίρνουν από εσένα ακρογωνιαία πέτρα ούτε θεμέλια πέτρα,

επειδή θα γίνεις ερημότοπος για πάντα»,+ δηλώνει ο Ιεχωβά.

27 «Υψώστε σημάδι* σε αυτή τη γη.+

Σαλπίστε με το κέρας ανάμεσα στα έθνη.

Διορίστε* τα έθνη εναντίον της.

Καλέστε εναντίον της τα βασίλεια του Αραράτ,+ του Μιννί και του Ασκενάζ.+

Βάλτε κάποιον να στρατολογήσει άντρες εναντίον της.

Κάντε τα άλογα να ανεβούν σαν σμήνος από νεαρές ακρίδες.

28 Διορίστε* εναντίον της τα έθνη,

τους βασιλιάδες της Μηδίας,+ τους κυβερνήτες της και όλους τους υποκυβερνήτες της

και όλους τους τόπους στους οποίους κυβερνούν αυτοί.

29 Και η γη θα σειστεί και θα τρέμει,

διότι οι σκέψεις του Ιεχωβά εναντίον της Βαβυλώνας θα υλοποιηθούν

για να κάνει τη Βαβυλώνα κάτι φρικαλέο, γη ακατοίκητη.+

30 Οι πολεμιστές της Βαβυλώνας σταμάτησαν να πολεμούν.

Κάθονται στα οχυρά τους.

Η δύναμή τους έσβησε.+

Έγιναν σαν γυναίκες.+

Τα σπίτια της πυρπολήθηκαν.

Οι αμπάρες της έσπασαν.+

31 Δρομέας τρέχει για να συναντήσει δρομέα

και αγγελιοφόρος για να συναντήσει αγγελιοφόρο,

για να αναγγείλουν στον βασιλιά της Βαβυλώνας ότι η πόλη του καταλήφθηκε από κάθε πλευρά,+

32 ότι τα περάσματα κυριεύτηκαν,+

τα πλοιάρια που ήταν φτιαγμένα από πάπυρο πυρπολήθηκαν

και οι στρατιώτες είναι τρομοκρατημένοι».

33 Διότι αυτό λέει ο Ιεχωβά των στρατευμάτων, ο Θεός του Ισραήλ:

«Η κόρη της Βαβυλώνας είναι σαν αλώνι.

Έφτασε ο καιρός να την ποδοπατήσουν.

Πολύ σύντομα, ο καιρός του θερισμού θα έρθει για αυτήν».

34 «Ο βασιλιάς Ναβουχοδονόσορ της Βαβυλώνας με καταβρόχθισε·+

με έριξε σε σύγχυση.

Με άφησε κάτω σαν άδειο σκεύος.

Με κατάπιε σαν μεγάλο φίδι·+

γέμισε την κοιλιά του με τα εκλεκτά μου πράγματα.

Με ξέπλυνε.

35 “Η βία που ασκήθηκε σε εμένα και στο άτομό μου ας έρθει πάνω στη Βαβυλώνα!” λέει ο κάτοικος της Σιών.+

“Και το αίμα μου ας έρθει πάνω στους κατοίκους της Χαλδαίας!” λέει η Ιερουσαλήμ».

36 Γι’ αυτό λοιπόν, να τι λέει ο Ιεχωβά:

«Εγώ θα υπερασπιστώ τη δικαστική σου υπόθεση+

και θα πάρω εκδίκηση για χάρη σου.+

Θα ξεράνω τη θάλασσά της και θα κάνω τα πηγάδια της να στερέψουν.+

37 Και η Βαβυλώνα θα γίνει σωρός από πέτρες,+

λημέρι τσακαλιών,+

κάτι φρικαλέο και κάτι που προκαλεί σφύριγμα,

χωρίς κανέναν κάτοικο.+

38 Όλοι μαζί θα βρυχιούνται σαν νεαρά λιοντάρια.*

Θα μουγκρίζουν σαν λιονταράκια».

39 «Όταν θα είναι σε έξαψη, θα ετοιμάσω το συμπόσιό τους και θα τους μεθύσω,

για να έρθουν σε ευθυμία·+

έπειτα θα πέσουν σε αιώνιο ύπνο,

από τον οποίο δεν θα ξυπνήσουν»,+ δηλώνει ο Ιεχωβά.

40 «Θα τους κατεβάσω σαν αρνιά στη σφαγή,

σαν κριάρια μαζί με τους τράγους».

41 «Πώς καταλήφθηκε η Σησάχ,*+

πώς κυριεύτηκε ο Αίνος ολόκληρης της γης!+

Πώς έγινε η Βαβυλώνα κάτι φρικαλέο ανάμεσα στα έθνη!

42 Η θάλασσα ανέβηκε πάνω στη Βαβυλώνα.

Την κάλυψε με τα απανωτά της κύματα.

43 Οι πόλεις της έγιναν κάτι φρικαλέο, άνυδρη γη και έρημος,

μια γη όπου δεν θα μένει άνθρωπος ούτε θα τη διαβαίνει κανείς.+

44 Θα στρέψω την προσοχή μου εναντίον του Βηλ+ στη Βαβυλώνα

και θα βγάλω από το στόμα του ό,τι κατάπιε.+

Δεν θα συρρέουν πια σε αυτόν έθνη,

και το τείχος της Βαβυλώνας θα πέσει.+

45 Βγείτε από αυτήν, λαέ μου!+

Τρέξτε για να γλιτώσετε τη ζωή* σας+ από τον φλογερό θυμό του Ιεχωβά!+

46 Μη λιποψυχήσετε και μη φοβηθείτε εξαιτίας της είδησης που θα ακουστεί στη χώρα.

Τον έναν χρόνο θα έρθει είδηση,

και τον επόμενο χρόνο άλλη είδηση,

ότι ξέσπασε βία στη χώρα και ότι άρχοντας επιτίθεται σε άρχοντα.

47 Γι’ αυτό λοιπόν, έρχονται ημέρες

κατά τις οποίες θα στρέψω την προσοχή μου στις γλυπτές εικόνες της Βαβυλώνας.

Όλη η γη της θα ντροπιαστεί

και όλοι οι σκοτωμένοι της θα πέσουν στο μέσο της.+

48 Οι ουρανοί και η γη και όλα όσα υπάρχουν σε αυτά

θα φωνάξουν χαρούμενα για τη Βαβυλώνα,+

διότι θα έρθουν σε αυτήν οι καταστροφείς από τον βορρά»,+ δηλώνει ο Ιεχωβά.

49 «Η Βαβυλώνα δεν έγινε απλώς αιτία να πέσουν οι σκοτωμένοι του Ισραήλ,+

αλλά σε αυτήν έπεσαν και οι σκοτωμένοι όλης της γης.

50 Εσείς που φεύγετε για να γλιτώσετε το σπαθί, συνεχίστε, μη στέκεστε!+

Να θυμάστε τον Ιεχωβά όταν θα είστε μακριά,

και η Ιερουσαλήμ ας ανεβαίνει στην καρδιά σας».+

51 «Ντροπιαστήκαμε, γιατί ακούσαμε χλευασμούς.

Ταπείνωση κάλυψε το πρόσωπό μας,

διότι ξένοι ήρθαν ενάντια στους αγίους τόπους του οίκου του Ιεχωβά».+

52 «Γι’ αυτό λοιπόν, έρχονται ημέρες», δηλώνει ο Ιεχωβά,

«κατά τις οποίες θα στρέψω την προσοχή μου στις γλυπτές της εικόνες,

και σε ολόκληρη τη γη της θα βογκούν οι πληγωμένοι».+

53 «Ακόμη και αν η Βαβυλώνα ανεβεί στους ουρανούς,+

ακόμη και αν ενισχύσει τα πανύψηλα οχυρά της,

από εμένα θα έρθουν οι καταστροφείς της»,+ δηλώνει ο Ιεχωβά.

54 «Ακούστε! Κραυγή έρχεται από τη Βαβυλώνα,+

θόρυβος μεγάλης συμφοράς από τη γη των Χαλδαίων,+

55 διότι ο Ιεχωβά καταστρέφει τη Βαβυλώνα,

θα κατασιωπήσει τη δυνατή φωνή της,

και τα κύματά τους θα βρυχιούνται σαν πολλά νερά.

Ο θόρυβος της φωνής τους θα αντηχήσει.

56 Διότι ο καταστροφέας θα έρθει εναντίον της Βαβυλώνας·+

οι πολεμιστές της θα αιχμαλωτιστούν,+

τα τόξα τους θα συντριφτούν,

διότι ο Ιεχωβά είναι Θεός ανταπόδοσης.+

Θα ανταποδώσει οπωσδήποτε.+

57 Θα μεθύσω τους άρχοντές της και τους σοφούς της,+

τους κυβερνήτες της, τους υποκυβερνήτες της και τους πολεμιστές της,

και θα πέσουν σε αιώνιο ύπνο,

από τον οποίο δεν θα ξυπνήσουν»,+ δηλώνει ο Βασιλιάς, του οποίου το όνομα είναι Ιεχωβά των στρατευμάτων.

58 Αυτό λέει ο Ιεχωβά των στρατευμάτων:

«Το τείχος της Βαβυλώνας, αν και πλατύ, θα ισοπεδωθεί,+

και οι πύλες της, αν και ψηλές, θα πυρποληθούν.

Μάταια θα μοχθήσουν οι λαοί·

τα έθνη θα αποκάμουν απλώς και μόνο για να δώσουν τροφή στη φωτιά».+

59 Αυτός είναι ο λόγος τον οποίο διέταξε ο Ιερεμίας ο προφήτης στον Σεραΐα, τον γιο του Νηρία,+ γιου του Μαασεΐα, όταν εκείνος πήγε με τον βασιλιά Σεδεκία του Ιούδα στη Βαβυλώνα το τέταρτο έτος της διακυβέρνησής του· ο Σεραΐας ήταν ο φροντιστής του στρατού. 60 Ο Ιερεμίας έγραψε σε ένα βιβλίο όλη τη συμφορά που θα ερχόταν στη Βαβυλώνα, όλα αυτά τα λόγια που είχαν γραφτεί εναντίον της Βαβυλώνας. 61 Επιπρόσθετα, ο Ιερεμίας είπε στον Σεραΐα: «Όταν φτάσεις στη Βαβυλώνα και τη δεις, να διαβάσεις μεγαλόφωνα όλα αυτά τα λόγια. 62 Έπειτα, να πεις: “Ιεχωβά, εσύ είπες για αυτόν τον τόπο ότι θα καταστραφεί και θα μείνει χωρίς κάτοικο, άνθρωπο ή ζώο, και ότι θα ερημωθεί για πάντα”.+ 63 Και όταν τελειώσεις την ανάγνωση του βιβλίου, δέσε σε αυτό μια πέτρα και ρίξε το στο μέσο του Ευφράτη. 64 Έπειτα, να πεις: “Έτσι θα καταποντιστεί η Βαβυλώνα και δεν θα ξανασηκωθεί ποτέ,+ εξαιτίας της συμφοράς που φέρνω πάνω της· και αυτοί θα αποκάμουν”».+

Μέχρι εδώ είναι τα λόγια του Ιερεμία.

52 Ο Σεδεκίας+ ήταν 21 χρονών όταν έγινε βασιλιάς, και βασίλεψε στην Ιερουσαλήμ 11 χρόνια. Η μητέρα του λεγόταν Αμουτάλ+ και ήταν κόρη του Ιερεμία από τη Λιβνά. 2 Αυτός έκανε το κακό στα μάτια του Ιεχωβά, σύμφωνα με όλα όσα είχε κάνει ο Ιωακείμ.+ 3 Αυτά τα πράγματα έγιναν στην Ιερουσαλήμ και στον Ιούδα εξαιτίας του θυμού του Ιεχωβά, ώσπου τους απέρριψε από μπροστά του.+ Και ο Σεδεκίας στασίασε εναντίον του βασιλιά της Βαβυλώνας.+ 4 Το ένατο έτος της βασιλείας του Σεδεκία, τον δέκατο μήνα, τη δέκατη ημέρα του μήνα, ο βασιλιάς Ναβουχοδονόσορ της Βαβυλώνας ήρθε με όλο το στράτευμά του εναντίον της Ιερουσαλήμ. Στρατοπέδευσαν εναντίον της και έχτισαν πολιορκητικό τείχος ολόγυρά της.+ 5 Και η πόλη βρισκόταν υπό πολιορκία μέχρι το ενδέκατο έτος του βασιλιά Σεδεκία.

6 Τον τέταρτο μήνα, την ένατη ημέρα του μήνα,+ η πείνα ήταν πια μεγάλη μέσα στην πόλη και δεν υπήρχε τροφή για τον λαό του τόπου.+ 7 Τελικά, ανοίχτηκε ρήγμα στο τείχος της πόλης και όλοι οι στρατιώτες τράπηκαν σε φυγή τη νύχτα μέσω της πύλης που βρισκόταν ανάμεσα στο διπλό τείχος κοντά στον κήπο του βασιλιά, ενώ οι Χαλδαίοι είχαν περικυκλωμένη την πόλη· και συνέχισαν από τον δρόμο της Αραβά.+ 8 Αλλά το στράτευμα των Χαλδαίων καταδίωξε τον βασιλιά Σεδεκία,+ και τον πρόφτασαν στις έρημες πεδιάδες της Ιεριχώς. Όλοι δε οι στρατιώτες του διασκορπίστηκαν από το πλευρό του. 9 Τότε έπιασαν τον βασιλιά, τον έφεραν στον βασιλιά της Βαβυλώνας στη Ριβλά, στη γη της Αιμάθ, και αυτός έβγαλε εναντίον του καταδικαστική απόφαση. 10 Και ο βασιλιάς της Βαβυλώνας έσφαξε τους γιους του Σεδεκία μπροστά στα μάτια του, καθώς και όλους τους άρχοντες του Ιούδα, εκεί στη Ριβλά. 11 Έπειτα ο βασιλιάς της Βαβυλώνας τύφλωσε τον Σεδεκία,+ τον έδεσε με χάλκινα δεσμά, τον έφερε στη Βαβυλώνα και τον κράτησε φυλακισμένο μέχρι την ημέρα του θανάτου του.

12 Τον πέμπτο μήνα, τη δέκατη ημέρα του μήνα, στο δέκατο ένατο έτος του βασιλιά Ναβουχοδονόσορα της Βαβυλώνας, μπήκε στην Ιερουσαλήμ ο Νεβουζαραδάν, ο αρχηγός της σωματοφυλακής, ο οποίος ήταν υπηρέτης του βασιλιά της Βαβυλώνας.+ 13 Έκαψε τον οίκο του Ιεχωβά,+ την κατοικία* του βασιλιά και όλα τα σπίτια της Ιερουσαλήμ· έκαψε επίσης κάθε μεγάλο σπίτι. 14 Και όλο το στράτευμα των Χαλδαίων που ήταν μαζί με τον αρχηγό της σωματοφυλακής γκρέμισε τα τείχη που περιέβαλλαν την Ιερουσαλήμ.+

15 Ο Νεβουζαραδάν, ο αρχηγός της σωματοφυλακής, οδήγησε σε εξορία μερικούς από τους ασήμαντους καθώς και τον υπόλοιπο λαό που απέμεινε στην πόλη. Πήρε επίσης τους λιποτάκτες που είχαν αυτομολήσει στον βασιλιά της Βαβυλώνας, καθώς και τους υπόλοιπους επιδέξιους τεχνίτες.+ 16 Αλλά ο Νεβουζαραδάν, ο αρχηγός της σωματοφυλακής, άφησε πίσω μερικούς από τους πιο φτωχούς του τόπου για να υπηρετούν ως αμπελουργοί και ως εργάτες για υποχρεωτική εργασία.+

17 Και οι Χαλδαίοι κομμάτιασαν τους χάλκινους στύλους+ του οίκου του Ιεχωβά, τα καρότσια+ και τη χάλκινη Θάλασσα+ που υπήρχαν στον οίκο του Ιεχωβά, και μετέφεραν όλο τον χαλκό στη Βαβυλώνα.+ 18 Πήραν επίσης τα δοχεία, τα φτυάρια, τα λυχνοψάλιδα, τις κούπες,+ τα ποτήρια+ και όλα τα χάλκινα σκεύη που χρησιμοποιούνταν στην υπηρεσία του ναού. 19 Ο αρχηγός της σωματοφυλακής πήρε τις λεκάνες,+ τα πυροδοχεία, τις κούπες, τα δοχεία, τους λυχνοστάτες,+ τα ποτήρια και τις κούπες που ήταν από γνήσιο χρυσάφι και ασήμι.+ 20 Όσο για τους δύο στύλους, τη Θάλασσα, τους 12 χάλκινους ταύρους+ κάτω από τη Θάλασσα και τα καρότσια που είχε φτιάξει ο βασιλιάς Σολομών για τον οίκο του Ιεχωβά, ο χαλκός όλων αυτών των αντικειμένων ήταν αδύνατον να ζυγιστεί.

21 Όσο για τους στύλους, ο καθένας είχε ύψος 18 πήχεις,* και η περιφέρειά του ήταν 12 πήχεις·*+ το πάχος του ήταν τέσσερα δάχτυλα,* και ήταν κούφιος. 22 Και το κιονόκρανό του ήταν χάλκινο· το ύψος του ενός κιονόκρανου ήταν πέντε πήχεις·+ το πλέγμα και τα ρόδια ολόγυρά του ήταν όλα χάλκινα. Ο δεύτερος στύλος ήταν ολόιδιος, όπως και τα ρόδια. 23 Υπήρχαν 96 ρόδια στις πλευρές· συνολικά, γύρω από το πλέγμα υπήρχαν 100 ρόδια.+

24 Ο αρχηγός της σωματοφυλακής πήρε επίσης τον Σεραΐα+ τον πρωθιερέα και τον Σοφονία+ τον δεύτερο ιερέα, καθώς και τους τρεις θυρωρούς.+ 25 Και πήρε από την πόλη έναν αυλικό που ήταν υπεύθυνος για τους στρατιώτες, εφτά στενούς συνεργάτες του βασιλιά οι οποίοι βρέθηκαν στην πόλη, όπως επίσης τον γραμματέα του αρχιστράτηγου, εκείνον που στρατολογούσε τον λαό του τόπου, και 60 άντρες από τον κοινό λαό που βρίσκονταν ακόμη στην πόλη. 26 Ο Νεβουζαραδάν, ο αρχηγός της σωματοφυλακής, τους οδήγησε στον βασιλιά της Βαβυλώνας στη Ριβλά. 27 Ο δε βασιλιάς της Βαβυλώνας τούς εκτέλεσε στη Ριβλά,+ στη γη της Αιμάθ. Έτσι εξορίστηκε ο Ιούδας μακριά από τη γη του.+

28 Αυτός είναι ο λαός τον οποίο οδήγησε ο Ναβουχοδονόσορ σε εξορία: το έβδομο έτος, 3.023 Ιουδαίους.+

29 Το δέκατο όγδοο έτος του Ναβουχοδονόσορα,+ 832 άνθρωποι* πάρθηκαν από την Ιερουσαλήμ.

30 Το εικοστό τρίτο έτος του Ναβουχοδονόσορα, ο Νεβουζαραδάν, ο αρχηγός της σωματοφυλακής, οδήγησε σε εξορία 745* από τους Ιουδαίους.+

Συνολικά, οδηγήθηκαν σε εξορία 4.600 άνθρωποι.*

31 Αργότερα, το τριακοστό έβδομο έτος της εξορίας του βασιλιά Ιωαχίν+ του Ιούδα, τον δωδέκατο μήνα, την εικοστή πέμπτη ημέρα του μήνα, ο βασιλιάς Εβίλ-μερωδάχ της Βαβυλώνας, το έτος κατά το οποίο έγινε βασιλιάς, απελευθέρωσε τον* βασιλιά Ιωαχίν του Ιούδα από τη φυλακή.+ 32 Του μίλησε με καλοσύνη και τοποθέτησε τον θρόνο του ψηλότερα από τους θρόνους των άλλων βασιλιάδων που ήταν μαζί του στη Βαβυλώνα. 33 Έβγαλε λοιπόν ο Ιωαχίν τα ρούχα της φυλακής και έτρωγε τακτικά ενώπιόν του όλες τις ημέρες της ζωής του. 34 Ο βασιλιάς της Βαβυλώνας τού χορηγούσε τροφή σε τακτική βάση, τη μια ημέρα μετά την άλλη, όλες τις ημέρες της ζωής του, μέχρι την ημέρα του θανάτου του.

Πιθανώς σημαίνει «ο Ιεχωβά εξυψώνει».

Ή αλλιώς «επέλεξα».

Κυριολεκτικά «πριν βγεις από τη μήτρα».

Ή αλλιώς «ξεχώρισα».

Ή αλλιώς «νεαρός».

Κυριολεκτικά «από αυτό που ξυπνάει».

Πρόκειται για λογοπαίγνιο στην εβραϊκή γλώσσα, όπου η λέξη «αμυγδαλιά» (εδ. 11) και η φράση «μένω άγρυπνος» έχουν την ίδια ρίζα.

Ή αλλιώς «μια πλατύστομη χύτρα».

Κυριολεκτικά «το οποίο φυσούν», υπονοώντας τη φωτιά κάτω από το τσουκάλι.

Κυριολεκτικά «ζώσε τους γοφούς σου».

Ή αλλιώς «δεν θα σε νικήσουν».

Ή αλλιώς «όσια αγάπη».

Ή αλλιώς «στα νησιά».

Ή αλλιώς «λάξευσαν», πιθανότατα σε βράχο.

Ή αλλιώς «χαιτοφόρα νεαρά λιοντάρια».

Ή αλλιώς «της Μέμφιδος».

Δηλαδή μιας διακλάδωσης του Νείλου Ποταμού.

Δηλαδή του Ευφράτη.

Ή αλλιώς «άλκαλι».

Ή αλλιώς «άφθονο σαπούνι».

Ή αλλιώς «κατά τον πόθο της ψυχής του».

Κυριολεκτικά «Στον μήνα του».

Ή αλλιώς «ξένους θεούς».

Ή αλλιώς «το γαμήλιο περίζωμά της».

Ή αλλιώς «φτωχών ψυχών».

Κυριολεκτικά «Άραβας».

Κυριολεκτικά «το μέτωπο».

Πιθανώς αναφέρεται στον Ισραήλ.

Ή αλλιώς «Η ψυχή του άπιστου».

Κυριολεκτικά «Δεν θα κάνω το πρόσωπό μου να πέσει πάνω σου».

Κυριολεκτικά «οδούς».

Ή αλλιώς «ξένους θεούς».

Ή πιθανώς «ο σύζυγός σας».

Κυριολεκτικά «έναν από πόλη και δύο από οικογένεια».

Κυριολεκτικά «των στρατευμάτων των εθνών».

Κυριολεκτικά «σύντροφό της».

Ή αλλιώς «ο αισχρός θεός».

Ή αλλιώς «κοντάρι για σημάδι».

Ή αλλιώς «χτυπήστε το στήθος σας».

Ή αλλιώς «το θάρρος».

Ή αλλιώς «το θάρρος».

Ή αλλιώς «έχει φτάσει στην ψυχή».

Ποιητική προσωποποίηση που ίσως εκφράζει οίκτο ή συμπόνια.

Κυριολεκτικά «Παρατηρητές», δηλαδή άτομα που παρατηρούν την πόλη για να καθοριστεί πότε θα γίνει επίθεση.

Κυριολεκτικά «Τα σπλάχνα μου».

Κυριολεκτικά «στα τοιχώματα της καρδιάς».

Ή αλλιώς «η ψυχή μου άκουσε».

Ή πιθανώς «τον ήχο πολεμικής κραυγής».

Ή αλλιώς «το κοντάρι που είναι για σημάδι».

Ή αλλιώς «σοφοί».

Ή αλλιώς «δεν θα μεταμεληθώ».

Ή αλλιώς «σκιά ματιών».

Ή αλλιώς «ζητούν την ψυχή σου».

Ή αλλιώς «η ψυχή μου εξαντλήθηκε».

Κυριολεκτικά «δεν εξασθένησαν».

Ή αλλιώς «να εκδικηθεί η ψυχή μου».

Ή πιθανώς «Δεν υπάρχει».

Δηλαδή ο λόγος του Θεού.

Κυριολεκτικά «ανόητε λαέ που είσαι χωρίς καρδιά».

Ή αλλιώς «να εκδικηθεί η ψυχή μου».

Κυριολεκτικά «Αγιάστε».

Ή αλλιώς «φρέσκο».

Ή αλλιώς «φρέσκια».

Ή αλλιώς «να μην απομακρυνθεί η ψυχή μου».

Κυριολεκτικά «Το αφτί τους είναι απερίτμητο».

Κυριολεκτικά «εκείνους που είναι πλήρεις ημερών».

Ή αλλιώς «το κάταγμα».

Ή αλλιώς «επιφανειακά».

Ή αλλιώς «βρείτε ηρεμία για την ψυχή σας».

Ή αλλιώς «τη διδασκαλία».

Κυριολεκτικά «πόνοι γέννας».

Δηλαδή τον Ιερεμία.

Κυριολεκτικά «Αυτά», εννοώντας όλα τα οικοδομήματα του ναού.

Ή αλλιώς «τα παιδιά που δεν έχουν πατέρα».

Ή αλλιώς «από την αιωνιότητα μέχρι την αιωνιότητα».

Ή αλλιώς «να υψώνετε καπνό θυσίας».

Κυριολεκτικά «εγειρόμενος νωρίς και μιλώντας».

Τίτλος θεάς την οποία λάτρευαν οι αποστάτες Ισραηλίτες, πιθανώς θεάς της γονιμότητας.

Ή αλλιώς «προσβάλλουν· προκαλούν».

Κυριολεκτικά «δεν έκλιναν το αφτί τους».

Ή αλλιώς «τις δικές τους συμβουλές».

Κυριολεκτικά «εγειρόμενος νωρίς καθημερινά και στέλνοντας».

Κυριολεκτικά «δεν έκλιναν το αφτί τους».

Κυριολεκτικά «σκλήρυναν τον τράχηλό τους».

Κυριολεκτικά «έχει εκκοπεί από το στόμα τους».

Ή αλλιώς «αφιερωμένα».

Ή αλλιώς «πένθιμο άσμα».

Βλέπε Γλωσσάριο, «Γέεννα».

Κυριολεκτικά «την καρδιά».

Βλέπε Γλωσσάριο, «Γέεννα».

Ή αλλιώς «τους προσδιορισμένους καιρούς».

Ή πιθανώς «ο γερανός».

Ή αλλιώς «αποδήμησής τους».

Ή αλλιώς «τη διδασκαλία».

Ή αλλιώς «ψεύτικη».

Ή αλλιώς «πένα».

Ή αλλιώς «το κάταγμα».

Ή αλλιώς «επιφανειακά».

Ή αλλιώς «γιατρός».

Ή αλλιώς «να εκδικηθεί η ψυχή μου».

Ή αλλιώς «πένθιμο άσμα».

Ή αλλιώς «τη διδασκαλία».

Ή αλλιώς «πένθιμα άσματα».

Ή αλλιώς «αυτό το πένθιμο άσμα».

Ή αλλιώς «ματαιότητα».

Ή αλλιώς «τον γαμψό κοπτήρα».

Ή αλλιώς «ματαιότητα».

Το εδ. 11 γράφτηκε αρχικά στην αραμαϊκή.

Ή αλλιώς «υδρατμοί».

Ή πιθανώς «Φτιάχνει υδροφράκτες για».

Ή αλλιώς «το μεταλλικό άγαλμά του».

Ή αλλιώς «πνοή».

Ή αλλιώς «ματαιότητα».

Ή αλλιώς «θα εκσφενδονίσω».

Ή αλλιώς «του κατάγματός μου!»

Προφανώς απευθύνεται στον Ιερεμία.

Ή αλλιώς «Έτσι ας γίνει».

Κυριολεκτικά «εγειρόμενος νωρίς και νουθετώντας».

Κυριολεκτικά «ούτε έκλιναν το αφτί τους».

Ή αλλιώς «καπνό θυσίας».

Ή αλλιώς «τον αισχρό θεό».

Δηλαδή τον Ιερεμία.

Δηλαδή θυσίες που γίνονταν στον ναό.

Ή αλλιώς «τα ενδόμυχα αισθήματα». Κυριολεκτικά «τα νεφρά».

Ή αλλιώς «ζητούν την ψυχή σου».

Ή αλλιώς «τα ενδόμυχα αισθήματά τους». Κυριολεκτικά «τα νεφρά τους».

Ή αλλιώς «την αγαπημένη της ψυχής μου».

Ή αλλιώς «πιτσιλωτό».

Ή πιθανώς «Πενθεί».

Ή αλλιώς «πολυσύχναστα μονοπάτια».

Κυριολεκτικά «καμιά σάρκα».

Ή αλλιώς «η ψυχή μου θα κλάψει».

Ή αλλιώς «στην κυρία».

Ή αλλιώς «πολιορκημένες».

Ή αλλιώς «Αιθίοπας».

Ή αλλιώς «αισχρή».

Ή αλλιώς «μικρούς».

Ή αλλιώς «στα αυλάκια».

Ή αλλιώς «αρρώστια».

Ή αλλιώς «νιώθει η ψυχή σου».

Ή αλλιώς «η ψυχή μου δεν θα έκλινε προς».

Ή πιθανώς «τέσσερα είδη κρίσης». Κυριολεκτικά «τέσσερις οικογένειες».

Ή πιθανώς «Περπατάς συνεχώς προς τα πίσω».

Ή αλλιώς «να μεταμελούμαι».

Ή αλλιώς «η ψυχή της αγωνίζεται».

Ή πιθανώς «ντράπηκε και καταισχύνθηκε».

Κυριολεκτικά «Μη με απομακρύνεις».

Ή αλλιώς «με άγγελμα κατάκρισης».

Ή αλλιώς «θα γίνεις ο εκπρόσωπός μου».

Ή αλλιώς «δεν θα σε νικήσουν».

Ειδωλολατρικά έθιμα πένθους που προφανώς τηρούνταν στον αποστατικό Ισραήλ.

Κυριολεκτικά «όλες τις οδούς τους».

Κυριολεκτικά «τα πτώματα».

Βλέπε Γλωσσάριο.

Ή πιθανώς «διότι σαν φωτιά άναψες μέσα στον θυμό μου».

Ή αλλιώς «ο δυνατός άντρας».

Κυριολεκτικά «κάνει τη σάρκα βραχίονά του».

Ή αλλιώς «ο δυνατός άντρας».

Ή αλλιώς «απατηλή».

Ή πιθανώς «και είναι αθεράπευτη».

Ή αλλιώς «τα ενδόμυχα αισθήματα». Κυριολεκτικά «τα νεφρά».

Ή αλλιώς «αλλά χωρίς δικαιοσύνη».

Κυριολεκτικά «από εμένα», εννοώντας προφανώς τον Ιεχωβά.

Ή αλλιώς «κατάστρεψέ τους διπλά».

Ή αλλιώς «Να προσέχετε την ψυχή σας».

Κυριολεκτικά «ούτε έκλιναν το αφτί τους».

Κυριολεκτικά «σκλήρυναν τον τράχηλό τους».

Ή αλλιώς «τον νότο».

Κυριολεκτικά «όπως ήταν σωστό στα μάτια του αγγειοπλάστη να κάνει».

Ή αλλιώς «θα μεταμεληθώ για».

Ή αλλιώς «θα μεταμεληθώ για».

Κυριολεκτικά «πλάθω».

Ή αλλιώς «καπνό θυσίας».

Ή αλλιώς «η διδασκαλία».

Κυριολεκτικά «ας τον χτυπήσουμε με τη γλώσσα».

Ή αλλιώς «την ψυχή».

Κυριολεκτικά «την καρδιά».

Ή αλλιώς «ζητούν την ψυχή τους».

Ή αλλιώς «ζητούν την ψυχή τους».

Κυριολεκτικά «σκλήρυναν τον τράχηλό τους για να μην».

Ή αλλιώς «τα ενδόμυχα αισθήματα». Κυριολεκτικά «τα νεφρά».

Ή αλλιώς «την ψυχή του φτωχού».

Ή αλλιώς «θα στρέψω προς τα πίσω».

Ή πιθανώς «τους».

Ή αλλιώς «αρρώστια».

Ή αλλιώς «ζητούν την ψυχή τους».

Ή αλλιώς «την ψυχή».

Ή αλλιώς «θα σώσει τη ζωή του».

Ή αλλιώς «στο ανάκτορο».

Ή αλλιώς «σε ορφανό».

Κυριολεκτικά «Θα αγιάσω».

Αποκαλούνταν και Ιωάχαζ.

Ή αλλιώς «κόκκινο χρώμα».

Κυριολεκτικά «πόνοι γέννας».

Αποκαλούνταν επίσης Ιωαχίν και Ιεχονίας.

Ή αλλιώς «ζητούν την ψυχή σου».

Ή αλλιώς «στη γη στην οποία θα υψώνουν την ψυχή τους».

Ή αλλιώς «χώρα».

Κυριολεκτικά «στις ημέρες του».

Ή αλλιώς «έναν κληρονόμο».

Ή αλλιώς «είναι αποστάτες».

Κυριολεκτικά «ενισχύουν τα χέρια όσων».

Ή αλλιώς «Σας γεμίζουν με κενές ελπίδες».

Ή αλλιώς «φορτικό άγγελμα». Η εβραϊκή λέξη έχει διπλή σημασία: «βαρυσήμαντη θεϊκή εξαγγελία» ή «κάτι φορτικό».

Ή αλλιώς «φορτικό άγγελμα».

Ή αλλιώς «φορτικό άγγελμα».

Ή αλλιώς «φορτικό άγγελμα».

Ή αλλιώς «φορτικό άγγελμα».

Ή αλλιώς «φορτικό άγγελμα».

Ή αλλιώς «φορτικό άγγελμα».

Αποκαλούνταν επίσης Ιωαχίν και Χονίας.

Ή πιθανώς «κατασκευαστές προμαχώνων».

Ή αλλιώς «αρρώστια».

Ή αλλιώς «σε».

Κυριολεκτικά «εγειρόμενος νωρίς και μιλώντας».

Κυριολεκτικά «εγειρόμενος νωρίς και στέλνοντας».

Κυριολεκτικά «ούτε κλίνατε το αφτί σας για να ακούσετε».

Ή αλλιώς «θα τιμωρήσω».

Αυτό φαίνεται ότι είναι κρυπτογραφικό όνομα της Βαβέλ (Βαβυλώνας).

Κυριολεκτικά «για κάθε σάρκα».

Ή αλλιώς «χαιτοφόρο νεαρό λιοντάρι».

Ή αλλιώς «σε».

Ή αλλιώς «να προσκυνήσουν».

Ή αλλιώς «μεταμεληθώ για».

Ή αλλιώς «τη διδασκαλία».

Κυριολεκτικά «εγειρόμενος νωρίς και στέλνοντας».

Ή αλλιώς «το ανάκτορο».

Ή αλλιώς «θα μεταμεληθεί για».

Ή αλλιώς «το όρος του ναού».

Ή αλλιώς «δεν προσπάθησε να απαλύνει το πρόσωπο του Ιεχωβά».

Ή αλλιώς «μεταμελήθηκε για».

Ή αλλιώς «στις ψυχές».

Ή αλλιώς «Σεδεκία», σύμφωνα με κάποια αρχαία χειρόγραφα.

Κυριολεκτικά «σε όποιον φαίνεται σωστό στα μάτια μου».

Ή αλλιώς «αρρώστια».

Κυριολεκτικά «να αναπαυτεί».

Ή αλλιώς «στο ανάκτορο».

Δηλαδή τη χάλκινη Θάλασσα του ναού.

Ή αλλιώς «στο ανάκτορο».

Κυριολεκτικά «έτη ημερών».

Ή αλλιώς «Έτσι ας γίνει!»

Ή αλλιώς «αρρώστιες».

Ή αλλιώς «η κυρία».

Ή πιθανώς «κατασκευαστές προμαχώνων».

Ή αλλιώς «αρρώστια».

Ή πιθανώς «ανοιγμένα».

Κυριολεκτικά «εγειρόμενος νωρίς και στέλνοντας».

Ή αλλιώς «στα σιδερένια δεσμά για τον λαιμό».

Ή αλλιώς «οσφύ».

Κυριολεκτικά «μεγάλη».

Κυριολεκτικά «δεσμά».

Ή αλλιώς «τους».

Ή αλλιώς «Θα σε διορθώσω».

Ή πιθανώς «τιμημένους».

Κυριολεκτικά «ποιος θα έδινε την καρδιά του ως ενέχυρο για».

Ή αλλιώς «συνέχισα να σου δείχνω όσια αγάπη».

Ή αλλιώς «θα βγεις στον χορό εκείνων που γελούν».

Ή αλλιώς «κοιλάδες χειμάρρων».

Ή αλλιώς «θα τον ανακτήσει».

Ή αλλιώς «τα καλά πράγματα που δίνει ο».

Ή αλλιώς «Η ψυχή τους θα γίνει».

Ή αλλιώς «την ψυχή των ιερέων».

Κυριολεκτικά «πάχος».

Ή αλλιώς «τα παιδιά».

Κυριολεκτικά «τα σπλάχνα μου».

Ή αλλιώς «την αποκαμωμένη ψυχή».

Ή αλλιώς «κάθε ψυχή».

Κυριολεκτικά «με σπέρμα ανθρώπου και με σπέρμα ζώου».

Ή πιθανώς «ο σύζυγός τους».

Ή αλλιώς «τα νομοθετήματα».

Ή αλλιώς «λιπώδους στάχτης», δηλαδή στάχτης που την είχε ποτίσει το λίπος των θυσιών.

Ή αλλιώς «στο ανάκτορο».

Δηλαδή του θείου από τη συγγένεια του πατέρα του.

Ο σίκλος ισοδυναμούσε με 11,4 γρ. Βλέπε Παράρτημα Β14.

Κυριολεκτικά «στον κόρφο των γιων».

Ή αλλιώς «τους σκοπούς σου».

Ή αλλιώς «αρρώστιας».

Κυριολεκτικά «κάθε σάρκας».

Κυριολεκτικά «εγειρόμενος νωρίς και διδάσκοντας».

Βλέπε Γλωσσάριο, «Γέεννα».

Κυριολεκτικά «να περνούν τους γιους τους και τις κόρες τους μέσα από τη φωτιά».

Κυριολεκτικά «την καρδιά».

Βλέπε Γλωσσάριο.

Ή αλλιώς «όλα τα καλά πράγματα».

Ή αλλιώς «κληρονόμος».

Κυριολεκτικά «το σπέρμα».

Ή αλλιώς «τα νομοθετήματα».

Κυριολεκτικά «το σπέρμα».

Κυριολεκτικά «το σπέρμα».

Κυριολεκτικά «το σπέρμα».

Κυριολεκτικά «το σπίτι».

Κυριολεκτικά «ούτε έκλιναν το αφτί τους».

Κυριολεκτικά «Σήμερα».

Ή αλλιώς «ψυχή».

Ή αλλιώς «αρρώστια».

Ή αλλιώς «ζητούν την ψυχή τους».

Ή αλλιώς «ζητούν την ψυχή τους».

Ή αλλιώς «αίθουσες».

Κυριολεκτικά «εγειρόμενος νωρίς και μιλώντας».

Κυριολεκτικά «εγειρόμενος νωρίς και στέλνοντας».

Κυριολεκτικά «δεν κλίνατε το αφτί σας».

Κυριολεκτικά «ρόλο βιβλίου».

Κυριολεκτικά «ρόλο βιβλίου».

Ή αλλιώς «το βιβλίο».

Ή αλλιώς «το βιβλίο».

Ή αλλιώς «τραπεζαρία».

Ή αλλιώς «γραμματέα».

Ή αλλιώς «το βιβλίο».

Ή αλλιώς «στο ανάκτορο».

Ή αλλιώς «αυλικοί».

Ή αλλιώς «το βιβλίο».

Ή αλλιώς «σε αυτό το βιβλίο».

Από τα μέσα Νοεμβρίου ως τα μέσα Δεκεμβρίου. Βλέπε Παράρτημα Β15.

Κυριολεκτικά «το σπέρμα».

Ή αλλιώς «βιβλίου».

Αποκαλούνταν επίσης Ιωαχίν και Ιεχονίας.

Ή αλλιώς «Μην απατάτε την ψυχή σας».

Κυριολεκτικά «τον έβαλαν στο οίκημα των δεσμών».

Κυριολεκτικά «στο οίκημα της στέρνας».

Ή αλλιώς «στο ανάκτορό του».

Ή αλλιώς «αρρώστια».

Κυριολεκτικά «βγει».

Ή αλλιώς «την ψυχή».

Ή αλλιώς «θα σώσει τη ζωή του».

Κυριολεκτικά «τα χέρια».

Ή αλλιώς «αυλικός».

Ή αλλιώς «στο ανάκτορο».

Ή αλλιώς «το ανάκτορο».

Ή αλλιώς «στο ανάκτορο».

Ή αλλιώς «έκανε για εμάς αυτή την ψυχή».

Ή αλλιώς «ζητούν την ψυχή σου».

Κυριολεκτικά «Αν βγεις».

Ή αλλιώς «η ψυχή σου θα μείνει ζωντανή».

Κυριολεκτικά «αν δεν βγεις».

Ή αλλιώς «η ψυχή σου θα συνεχίσει να ζει».

Κυριολεκτικά «να βγεις».

Ή αλλιώς «στο ανάκτορο».

Κυριολεκτικά «Οι άντρες της ειρήνης σου».

Ή, σύμφωνα με διαφορετικό χωρισμό των λέξεων στο εβραϊκό κείμενο, «ο Νεργάλ-σαρεσέρ, ο Σαμγάρ-νεβώ, ο Σαρσεχίμ, ο Ραβσαρίς».

Ή αλλιώς «ο αρχιμάγος (αρχιαστρολόγος)».

Ή αλλιώς «το ανάκτορο».

Ή πιθανώς «και υποχρεωτικές υπηρεσίες».

Ή αλλιώς «ο αυλάρχης».

Ή αλλιώς «ο αρχιμάγος (αρχιαστρολόγος)».

Ή αλλιώς «την ψυχή».

Ή αλλιώς «Θα σώσεις τη ζωή σου».

Κυριολεκτικά «να στέκομαι μπροστά».

Ή αλλιώς «να θανατώσει την ψυχή σου».

Ή αλλιώς «να θανατώσει την ψυχή σου».

Κυριολεκτικά «το σπέρμα της βασιλείας».

Ή πιθανώς «στη μεγάλη δεξαμενή».

Ή αλλιώς «θα λυπηθώ».

Ή αλλιώς «να μείνετε προσωρινά».

Ή αλλιώς «αρρώστια».

Ή αλλιώς «την ψυχή».

Ή αλλιώς «κάθε ψυχή που».

Ή αλλιώς «ναούς».

Ή αλλιώς «σώος».

Ή αλλιώς «τους οβελίσκους».

Ή αλλιώς «του οίκου (ναού) του ήλιου», δηλαδή της Ηλιούπολης.

Ή αλλιώς «ναούς».

Ή αλλιώς «στη Μέμφιδα».

Κυριολεκτικά «εγειρόμενος νωρίς και στέλνοντας».

Κυριολεκτικά «ούτε έκλιναν το αφτί τους».

Ή αλλιώς «στην ψυχή».

Ή αλλιώς «δεν ένιωσαν συντριβή».

Ή αλλιώς «αρρώστια».

Ή αλλιώς «Θα υψώνουν την ψυχή τους για».

Τίτλος θεάς την οποία λάτρευαν οι αποστάτες Ισραηλίτες, πιθανώς θεάς της γονιμότητας.

Τίτλος θεάς την οποία λάτρευαν οι αποστάτες Ισραηλίτες, πιθανώς θεάς της γονιμότητας.

Τίτλος θεάς την οποία λάτρευαν οι αποστάτες Ισραηλίτες, πιθανώς θεάς της γονιμότητας.

Τίτλος θεάς την οποία λάτρευαν οι αποστάτες Ισραηλίτες, πιθανώς θεάς της γονιμότητας.

Ή αλλιώς «ζητούν την ψυχή του».

Ή αλλιώς «ζητούσε την ψυχή του».

Ή αλλιώς «περιμένεις».

Ή αλλιώς «σε όλους τους ανθρώπους».

Ή αλλιώς «την ψυχή».

Ή αλλιώς «θα σε αφήσω να σώσεις τη ζωή σου».

Τέτοιες ασπίδες κρατούσαν συνήθως οι τοξότες.

Κυριολεκτικά «πατούν».

Ή αλλιώς «σφαγή».

Ή αλλιώς «στη Μέμφιδα».

Κυριολεκτικά «τον προσδιορισμένο καιρό».

Δηλαδή ο κατακτητής της Αιγύπτου.

Ή αλλιώς «η Μέμφις».

Ή πιθανώς «θα γίνει ερημότοπος».

Ή αλλιώς «μαζεύουν ξύλα».

Δηλαδή των Θηβών της Αιγύπτου.

Ή αλλιώς «ζητούν την ψυχή τους».

Κυριολεκτικά «το σπέρμα».

Ή αλλιώς «Θα σε διορθώσω».

Δηλαδή την Κρήτη.

Δηλαδή θα ξυρίσουν το κεφάλι τους από πένθος και ντροπή.

Ή αλλιώς «ασφαλές ύψωμα».

Ή αλλιώς «την ψυχή».

Ή αλλιώς «το υψίπεδο· το οροπέδιο».

Ή πιθανώς «στο ξερό έδαφος».

Ή αλλιώς «στο υψίπεδο· στο οροπέδιο».

Κυριολεκτικά «Το κέρας».

Ή αλλιώς «θα θορυβήσει».

Δηλαδή αυλός που παίζει πένθιμα σε κηδεία.

Ή αλλιώς «θα θορυβήσει».

Δηλαδή αυλός που παίζει πένθιμα σε κηδεία.

Ή πιθανώς «να ακουστεί ο ήχος πολεμικής κραυγής».

Ή αλλιώς «γύρω».

Πιθανώς εννοεί τον λαό του Εδώμ.

Πιθανώς εννοεί τον τόπο κατοίκησης του Εδώμ.

Ή αλλιώς «τη βουλή του Ιεχωβά».

Ή αλλιώς «σε κάθε κατεύθυνση».

Κυριολεκτικά «αρχή».

Ή αλλιώς «ζητούν την ψυχή τους».

Ή αλλιώς «κοντάρι για σημάδι».

Ο εβραϊκός όρος ίσως σχετίζεται με μια λέξη που σημαίνει «κοπριά» και χρησιμοποιείται ως περιφρονητική έκφραση.

Κυριολεκτικά «πατάτε».

Κυριολεκτικά «Έδωσε το χέρι της».

Ή αλλιώς «θα χορταίνει η ψυχή του».

Ή αλλιώς «και αφιερώστε τους στην καταστροφή».

Ή αλλιώς «Αφιερώστε την στην καταστροφή».

Κυριολεκτικά «πατούν».

Κυριολεκτικά «θα κατασιωπηθούν».

Ή αλλιώς «των ψευδοπροφητών».

Ή αλλιώς «τη βουλή του Ιεχωβά».

Αυτό φαίνεται ότι είναι κρυπτογραφικό όνομα της Χαλδαίας.

Κυριολεκτικά «Ας μην πατήσει».

Δηλαδή η γη των Χαλδαίων.

Ή αλλιώς «την ψυχή».

Ή πιθανώς «γεμίστε τις φαρέτρες».

Ή αλλιώς «κοντάρι για σημάδι».

Κυριολεκτικά «μέτρο».

Ή αλλιώς «στην ψυχή».

Ή αλλιώς «υδρατμοί».

Ή πιθανώς «Φτιάχνει υδροφράκτες για».

Ή αλλιώς «το μεταλλικό άγαλμά του».

Ή αλλιώς «πνοή».

Ή αλλιώς «ματαιότητα».

Ή πιθανώς «αυτός που έπλασε ακόμη και τη ράβδο».

Ή αλλιώς «κοντάρι για σημάδι».

Κυριολεκτικά «Αγιάστε».

Κυριολεκτικά «Αγιάστε».

Ή αλλιώς «χαιτοφόρα νεαρά λιοντάρια».

Αυτό φαίνεται ότι είναι κρυπτογραφικό όνομα της Βαβέλ (Βαβυλώνας).

Ή αλλιώς «την ψυχή».

Ή αλλιώς «το ανάκτορο».

Ο πήχης ισοδυναμούσε με 44,5 εκ. Βλέπε Παράρτημα Β14.

Ή αλλιώς «και χρειαζόταν σχοινί μέτρησης 12 πήχεων για να τον περιζώσει».

Το δάχτυλο ισοδυναμούσε με 1,85 εκ. Βλέπε Παράρτημα Β14.

Ή αλλιώς «ψυχές».

Ή αλλιώς «745 ψυχές».

Ή αλλιώς «ψυχές».

Κυριολεκτικά «ύψωσε το κεφάλι του».

    Εκδόσεις Ελληνικής Νοηματικής Γλώσσας (2008–2025)
    Αποσύνδεση
    Σύνδεση
    • Ελληνική Νοηματική Γλώσσα
    • Κοινή Χρήση
    • Προτιμήσεις
    • Copyright © 2025 Watch Tower Bible and Tract Society of Pennsylvania
    • Όροι Χρήσης
    • Πολιτική Απορρήτου
    • Ρυθμίσεις Απορρήτου
    • JW.ORG
    • Σύνδεση
    Κοινή Χρήση