Ξυλογλυπτικη—Μια Αρχαία Αφρικανική Τέχνη
Από τον ανταποκριτή του Ξύπνα! στη Νιγηρία
ΑΠΟ παλιά υπήρχαν ξυλογλύπτες στο Μπενίν Σίτι, το οποίο βρίσκεται στη σημερινή νότια Νιγηρία. Πριν από τετρακόσια χρόνια, το Μπενίν Σίτι ήταν η πρωτεύουσα ενός ισχυρού και καλά οργανωμένου δασικού βασιλείου. Επισκέπτες από την Ευρώπη θαύμαζαν τους πλατιούς, ομαλούς δρόμους της πόλης, καθώς και τα καλοφτιαγμένα σπίτια και τους αξιοπρεπείς και νομοταγείς κατοίκους της. Επί αιώνες, το Μπενίν Σίτι ανθούσε ως ένα από τα πιο σημαντικά εμπορικά και πολιτιστικά κέντρα της δυτικής Αφρικής.
Το βασίλειο του Μπενίν κυβερνιόταν από μια σειρά βασιλιάδων οι οποίοι ονομάζονταν όμπα. Οι όμπα προωθούσαν ενεργά την τέχνη. Ξυλόγλυπτες κεφαλές, υπέροχες χυτές ορειχάλκινες πλάκες στους τοίχους και αριστουργήματα από λεπτοδουλεμένο ελεφαντόδοντο κοσμούσαν το λαμπρό παλάτι τους στο Μπενίν Σίτι. Αν και τα αρχαία ξυλόγλυπτα δεν επιβίωσαν από την καταστροφική επιρροή του χρόνου και των τερμιτών, είναι σαφές ότι υπήρχαν ξυλογλύπτες στο βασίλειο. Ο Μαρτίνς Ακάνμπιεμου, πρώην έφορος του Εθνικού Μουσείου στο Λάγος, γράφει: «Η συντεχνία των ξυλογλυπτών . . . φαίνεται ότι είναι η παλιότερη συντεχνία που εργαζόταν για τον Όμπα».
Το 1897, τα βρετανικά στρατεύματα λεηλάτησαν το Μπενίν Σίτι και μετέφεραν στην Ευρώπη τους καλλιτεχνικούς θησαυρούς του—πάνω από 2.000 κομμάτια—οι οποίοι τώρα είναι ανεκτίμητοι. Σήμερα, οι μεγαλύτερες συλλογές αρχαίας τέχνης του Μπενίν εκτίθενται, όχι στη Νιγηρία, αλλά σε μουσεία του Λονδίνου και του Βερολίνου.
Η Ξυλογλυπτική Σήμερα
Σήμερα, το Μπενίν Σίτι είναι μια πόλη που σφύζει από ζωή, όπως και πολλές άλλες στη Νιγηρία. Εντούτοις, διατηρεί ακόμα ίχνη της παλιάς της δόξας. Το παλάτι έχει ανοικοδομηθεί και εκεί κατοικεί ο τωρινός όμπα. Μπορείτε να δείτε σημάδια της βαθιάς τάφρου που περιέβαλλε την αρχαία πόλη· και αν τεντώσετε τα αφτιά σας, μπορείτε να ακούσετε το απαλό χτύπημα του σκαρπέλου στο ξύλο.
Ένας άντρας που ονομάζεται Τζόνσον σκαλίζει ξύλινα γλυπτά στο Μπενίν Σίτι εδώ και 20 χρόνια. Στους περασμένους αιώνες, οι ξύλινες και οι ορειχάλκινες κεφαλές κατασκευάζονταν σε ανάμνηση εκείνων που πέθαιναν· κοσμούσαν τους βωμούς οι οποίοι χρησιμοποιούνταν στη λατρεία των προγόνων. Αλλά οι κεφαλές που σκαλίζει ο Τζόνσον δεν μοιάζουν με εκείνες οι οποίες χρησιμοποιούνταν στο παρελθόν για θρησκευτικούς σκοπούς. Αυτές που φτιάχνει εκείνος είναι μόνο για διακόσμηση.
Ο Τζόνσον χρησιμοποιεί έβενο, ένα σκληρό, εύθραυστο ξύλο, ιδανικό για γλυπτική. Χρησιμοποιεί κυρίως το εγκάρδιο ξύλο, δηλαδή το εσωτερικό ξύλο, του δέντρου. Το εγκάρδιο ξύλο του νιγηριανού έβενου είναι συνήθως κατάμαυρο, αν και μερικά δέντρα παράγουν εγκάρδιο ξύλο το οποίο έχει ραβδώσεις ή είναι γκριζόμαυρο. Στο γλυπτό χρησιμοποιεί λίγο σομφόξυλο, δηλαδή εξωτερικό ξύλο· αυτό προσθέτει ένα όμορφο κόκκινο χρώμα, το οποίο ταιριάζει με το μαύρο. Τόσο ο κόκκινος όσο και ο μαύρος έβενος όταν γυαλίζονται αποκτούν μια υπέροχη λάμψη.
Ο έβενος υπάρχει σε αφθονία στη Νιγηρία. Όταν κόβουν έναν έβενο, συνήθως τον αφήνουν στο δάσος λίγους μήνες μέχρι να στεγνώσει. Ακόμα και αφού ο κορμός του έβενου φτάσει στο εργαστήριό του, ο Τζόνσον τον αφήνει να στεγνώσει επί αρκετούς μήνες προτού τον χρησιμοποιήσει. Αυτό είναι βασικό, επειδή αν το ξύλο δεν έχει στεγνώσει καλά μπορεί να αλλάξει σχήμα και να ραγίσει.
Όταν είναι έτοιμος για το σκάλισμα, ο Τζόνσον χρησιμοποιεί ένα πριόνι για να κόψει ένα κομμάτι μήκους 40 εκατοστών περίπου. Αφού περιμένει άλλη μια εβδομάδα για να σιγουρευτεί ότι το κομμάτι δεν ραγίζει, ο Τζόνσον σχεδιάζει στο ξύλο με κιμωλία το περίγραμμα της κεφαλής που θέλει να σκαλίσει, και κατόπιν αρχίζει τη δουλειά.
Στην αρχή χρησιμοποιεί ένα επίπεδο σκαρπέλο, μετά ένα καμπυλωτό και έπειτα ένα λεπτότερο σκαρπέλο. Ύστερα από αυτό, λειαίνει την επιφάνεια με μια λίμα. Κατόπιν, χρησιμοποιεί το μαχαίρι του γλύπτη για να σκαλίσει τις λεπτομέρειες. Όταν ο Τζόνσον εργάζεται, συγκεντρώνεται απόλυτα στο ξύλο. Η απροσεξία μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα ένα γλυπτό με παράξενο χαμόγελο ή με μάτια που κοιτάζουν σε λάθος κατεύθυνση.
Αφού τελειώσει το σκάλισμα, οι μαθητές του Τζόνσον λειαίνουν το κομμάτι με όλο και λεπτότερα γυαλόχαρτα. Τελικά, το αλείφουν με στιλβωτικό επίπλων ή παπουτσιών και το τρίβουν με μια βούρτσα παπουτσιών για να γυαλίσει. Χρειάζονται δύο μέρες για να σκαλιστεί μια ξύλινη κεφαλή σαν και αυτήν που υπάρχει στις φωτογραφίες. Χρειάζονται άλλες τρεις μέρες για να λειανθεί και να γυαλιστεί.
Όταν ολοκληρώσει το γλυπτό, ο Τζόνσον το αφήνει για λίγους μήνες προκειμένου να βεβαιωθεί ότι δεν θα εμφανιστούν ραγίσματα. Αν το ξύλο ήταν εντελώς στεγνό πριν από το σκάλισμα, δεν θα υπάρξουν ραγίσματα. Έτσι συμβαίνει συνήθως. Αν παρουσιαστεί κάποιο ράγισμα, το γλυπτό επιστρέφει στο εργαστήριο για στοκάρισμα, λείανση με γυαλόχαρτο και ξανά γυάλισμα.
Εκμάθηση της Τέχνης του Ξυλογλύπτη
Ο Τζόνσον έχει έξι μαθητές ηλικίας 10 ως 18 ετών. Αυτοί μαθαίνουν την τέχνη του ξυλογλύπτη από το τέλος προς την αρχή. Με αυτή τη σειρά το πρώτο πράγμα που μαθαίνει ο μαθητευόμενος είναι το γυάλισμα. Κατόπιν μαθαίνει τη λείανση με το γυαλόχαρτο. Αργότερα, του δείχνουν πώς να χρησιμοποιεί τη λίμα. Τελικά, έρχεται η μέρα που παίρνει ένα επίπεδο σκαρπέλο για να κάνει τις πρώτες τομές σε ένα καινούριο κομμάτι ξύλο.
«Δεν μπορούν να γίνουν όλοι ξυλογλύπτες», λέει ο Τζόνσον. «Κατ’ αρχάς, πρέπει να έχεις κλίση σε συνδυασμό με ικανότητα συγκέντρωσης. Πρέπει επίσης να μάθεις να είσαι υπομονετικός σε ό,τι αφορά την πρόοδό σου και να αντιμετωπίζεις τις αποτυχίες σου. Χρειάζεσαι επίσης επιμονή, εφόσον απαιτούνται τουλάχιστον τρία χρόνια για να γίνεις καλός στην ξυλογλυπτική. Αλλά αυτό δεν είναι το τέλος—ποτέ δεν σταματάς να μαθαίνεις. Με εξάσκηση, βελτιώνεσαι συνεχώς».
[Πλαίσιο/Εικόνα στη σελίδα 20]
Το Μυρμήγκι και ο Ξυλογλύπτης
Ορισμένοι λένε ότι η αφρικανική τέχνη οφείλει πολλά στο λευκό μυρμήγκι, δηλαδή στον τερμίτη. Ο ξυλογλύπτης δημιουργεί ένα γλυπτό, και το λευκό μυρμήγκι (με λίγη βοήθεια από το τροπικό κλίμα) το καταστρέφει, μερικές φορές μέσα σε λίγες μέρες! Στο διάβα των αιώνων, το λευκό μυρμήγκι έχει κρατήσει απασχολημένο τον ξυλογλύπτη. Πρόκειται για έναν αέναο και ωστόσο δημιουργικό κύκλο: Το μυρμήγκι καταστρέφει, και ο γλύπτης ξεκινάει από την αρχή, έχοντας την ευκαιρία να βελτιώσει τις ικανότητές του και να δημιουργήσει πρωτότυπα νέα σχέδια.
Το βιβλίο Αφρικανικά Βασίλεια (African Kingdoms) δηλώνει: «Η μούχλα και το εργατικό λευκό μυρμήγκι ουσιαστικά στέρησαν από τα παλαιότερα έργα την ευκαιρία να επηρεάσουν με τις λεπτομέρειές τους το έργο των επόμενων γενεών. Συνεπώς, μαζί με την επανεμφανιζόμενη ανάγκη για καινούρια έργα, υπήρχαν επίσης περισσότερες πιθανότητες για ποικιλία στη μορφή· υπήρχε πολύ λιγότερη αντιγραφή και πολύ περισσότερη εξάρτηση από τις ικανότητες και τη φαντασία του ατόμου».
Μερικοί λένε ότι αυτή η σχέση ανάμεσα στο μυρμήγκι και στον ξυλογλύπτη μάς βοηθάει να εξηγήσουμε την καλλιτεχνική υπεροχή που έχει κάνει την αφρικανική τέχνη τόσο διάσημη. Στο βιβλίο του Εικόνες από τη Νιγηρία (Nigerian Images), ο λόγιος Γουίλιαμ Φαγκ παρατηρεί: «Ας . . . αποτίσουμε φόρο τιμής στο λευκό μυρμήγκι το οποίο, όσο ανεπιθύμητες και αν είναι οι περισσότερες δραστηριότητές του για τον άνθρωπο, έχει διεξαγάγει έναν συνεχή και φοβερά παραγωγικό διάλογο με τον τροπικό ξυλογλύπτη στο διάβα των αιώνων και των χιλιετηρίδων».
[Ευχαριστίες για την προσφορά της εικόνας]
Ευγενής παραχώρηση από Dr. Richard Bagine
[Εικόνες στη σελίδα 19]
Δημιουργία ενός ξυλόγλυπτου:
1. διαλέγει το καλύτερο κομμάτι ξύλου,
2. σχεδιάζει το περίγραμμα της κεφαλής που θα σκαλίσει,
3. χρησιμοποιεί σκαρπέλο, 4. λειαίνει με γυαλόχαρτο, 5. γυαλίζει