Βρήκα Θησαυρό Υπερέχουσας Αξίας
ΟΠΩΣ ΤΟ ΑΦΗΓΗΘΗΚΕ Η ΦΛΟΡΕΝΣ ΓΟΥΙΝΤΟΟΥΣΟΝ
Καθώς πλησίαζε το σούρουπο, αποφασίσαμε να κατασκηνώσουμε κοντά σε μια λιμνοθάλασσα. Δεν ήταν η ιδανική τοποθεσία για να κατασκηνώσουν δυο γυναίκες, αλλά σκεφτήκαμε ότι θα ήταν ασφαλής για μια νύχτα. Ενώ εγώ προσπαθούσα να στήσω τη σκηνή, η Μάρτζορι ετοίμαζε το βραδινό μας φαγητό.
ΜΟΛΙΣ είχα καρφώσει και τον τελευταίο πάσσαλο της σκηνής όταν το μάτι μου πήρε κάποια κίνηση κοντά σε ένα μαύρο κούτσουρο δέντρου. «Μήπως είδες να κουνιέται εκείνο το κούτσουρο;» είπα στη Μάρτζορι.
«Όχι», μου απάντησε λίγο τρομαγμένη.
«Είμαι σίγουρη ότι κουνήθηκε», φώναξα. «Δώσε μου την κατσαρόλα!»
Την πήρα και, μαζί με το τσεκούρι στον ώμο μου, κατευθύνθηκα προς τη λιμνοθάλασσα. Όταν έφτασα σχεδόν δίπλα στο κούτσουρο, πετάχτηκε ένας άντρας που βρισκόταν από πίσω!
«Πίνεται το νερό στη λίμνη;» κατάφερα να ψελλίσω.
«Όχι», απάντησε απότομα, «αλλά αν θέλεις πόσιμο νερό θα σου φέρω».
Βιαστικά απέρριψα την προσφορά του και, προς μεγάλη μου ανακούφιση, αυτός έκανε μεταβολή και απομακρύνθηκε. Τρέμοντας, έτρεξα πίσω και είπα στη Μάρτζορι τι είχε συμβεί. Γρήγορα κατεβάσαμε τη σκηνή, μαζέψαμε τα πράγματα και φύγαμε. Αργότερα μας είπαν ότι αυτός ο άντρας είχε μόλις αποφυλακιστεί.
Μολονότι οι χρυσοθήρες κατασκήνωναν συχνά στην ύπαιθρο εκεί στα χρυσωρυχεία της Αυστραλίας το 1937, εμείς ήμασταν χρυσοθήρες άλλου είδους. Αναζητούσαμε ανθρώπους οι οποίοι ήταν πολύτιμοι για τον Θεό.
Το Οικογενειακό μου Παρελθόν
Πριν από εκατό χρόνια, ο πατέρας μου ήταν ο σιδεράς του μικρού χωριού Πορπάνκα στην πολιτεία Βικτόρια. Εκεί γεννήθηκα το 1895, και μεγάλωσα με τέσσερις αδελφούς κοντά στον ποταμό Όβενς, στους πρόποδες του βουνού Μπάφαλο. Οι γονείς μου εκκλησιάζονταν τακτικά στην Εκκλησία της Ένωσης και εγώ πήγαινα στο κατηχητικό, στο οποίο υπεύθυνος ήταν ο πατέρας μου.
Το 1909 η μητέρα έπαθε καρδιακή προσβολή στη διάρκεια μιας σφοδρής θύελλας και πέθανε στα χέρια του πατέρα μου. Έπειτα, στις αρχές του 1914, ένας από τους αδελφούς μου έφυγε από το σπίτι, και λίγες ώρες αργότερα, μάς τον έφεραν πίσω—νεκρό. Είχε αυτοκτονήσει. Η θλίψη μας γινόταν μεγαλύτερη από τη διδασκαλία της εκκλησίας ότι τον περίμενε η κόλαση, εφόσον λεγόταν ότι η αυτοκτονία ήταν ασυγχώρητο αμάρτημα.
Αργότερα τον ίδιο χρόνο ξέσπασε ο Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος, και δυο από τους αδελφούς μου κατατάχτηκαν για να υπηρετήσουν στο εξωτερικό. Τα τρομερά νέα της αιματοχυσίας και των παθημάτων υποκίνησαν εμάς, έξι νεαρές κοπέλες, και τον πατέρα μου να αρχίσουμε να μελετάμε το Γραφικό βιβλίο του Ιωάννη.
Βρίσκω Αληθινό Θησαυρό
Η Έλεν Χάντσον είχε ένα αντίτυπο του βιβλίου Ο Καιρός Εστίν Εγγύς, του Κάρολου Τέηζ Ρώσσελ. Ο ενθουσιασμός της για αυτό επηρέασε και εμάς τους υπόλοιπους του ομίλου. Όταν εκείνη πρόσεξε ότι το βιβλίο ήταν ο ένας μόνο από μια σειρά έξι τόμων με τίτλο Γραφικαί Μελέται, έστειλε επιστολή στο Διεθνή Σύλλογο Σπουδαστών της Γραφής στη Μελβούρνη και ζήτησε τους υπόλοιπους τόμους της σειράς. Ο όμιλός μας συμφώνησε να χρησιμοποιήσει τον πρώτο τόμο, Το Σχέδιον των Αιώνων, στις εβδομαδιαίες μελέτες μας.
Φανταστείτε τη χαρά του πατέρα και τη δική μου όταν ανακαλύψαμε ότι δεν υπάρχει πύρινη κόλαση. Ο φόβος ότι ο αδελφός μου ήταν κλεισμένος στη φωτιά της κόλασης εξαφανίστηκε. Μάθαμε την αλήθεια ότι οι νεκροί δεν έχουν συνειδητότητα, είναι σαν να κοιμούνται, και δεν ζούνε κάπου υποφέροντας βάσανα. (Εκκλησιαστής 9:5, 10· Ιωάννης 11:11-14) Μερικά άτομα από τον όμιλό μας μελέτης της Αγίας Γραφής αποφασίσαμε να πάμε στους γείτονές μας να κηρύξουμε τις αλήθειες που μαθαίναμε. Πηγαίναμε με τα πόδια στα κοντινά σπίτια, αλλά χρησιμοποιούσαμε ποδήλατα και ένα δίτροχο μόνιππο για να φτάνουμε σε όσους βρίσκονταν έξω από την πόλη.
Πήρα την πρώτη γεύση της μαρτυρίας από σπίτι σε σπίτι στην Επέτειο της Ανακωχής, στις 11 Νοεμβρίου 1918. Τρεις από τον όμιλό μας μελέτης ταξιδέψαμε 80 χιλιόμετρα προς την πόλη Γουανγκαράτα για να διανείμουμε το φυλλάδιο Άμβωνας των Λαών (Peoples Pulpit). Έπειτα από χρόνια, ενώ βρισκόμουν σε μια περιοχή της ενδοχώρας με διορισμό να κηρύξω, έζησα την εμπειρία που περιέγραψα στην αρχή.
Το 1919 παρακολούθησα μια συνέλευση των Σπουδαστών της Γραφής στη Μελβούρνη. Εκεί, στις 22 Απριλίου 1919, συμβόλισα την αφιέρωσή μου στον Ιεχωβά με το βάφτισμα. Αυτό το πνευματικό συμπόσιο βάθυνε την εκτίμησή μου για τον πνευματικό θησαυρό της Βασιλείας των ουρανών και για την επίγεια οργάνωση του Ιεχωβά.—Ματθαίος 13:44.
Δεν επέστρεψα στο σπίτι μετά τη συνέλευση αλλά αποδέχτηκα μια πρόσκληση να δώσω επί ένα μήνα μαρτυρία με την Τζέιν Νίκολσον που ήταν ολοχρόνια κήρυκας. Ο διορισμός μας ήταν οι κοινότητες των καλλιεργητών και των αγελαδοτρόφων κατά μήκος του ποταμού Κινγκ. Πριν από λίγα μόλις χρόνια, αυτή η ορεινή περιοχή ήταν το σκηνικό της ταινίας Ο Άνθρωπος από το Χιονισμένο Ποτάμι.
Το 1921 λάβαμε το θαυμάσιο βοήθημα για τη μελέτη της Αγίας Γραφής Η Κιθάρα του Θεού. Όταν ο πατέρας άρχισε να το χρησιμοποιεί ως βιβλίο μελέτης για την τάξη του στο κατηχητικό, πολλοί γονείς έφεραν αντιρρήσεις και του ζήτησαν να παραιτηθεί. Αυτός πρόθυμα παραιτήθηκε. Αργότερα πήραμε το βιβλιάριο Άδης, με τα ενδιαφέροντα ερωτήματα στο εξώφυλλο: «Τι Είναι; Ποιοι Είναι Εκεί; Μπορούν να Εξέλθουν;» Ο πατέρας εντυπωσιάστηκε τόσο πολύ με τις σαφείς Γραφικές αποδείξεις που παρουσιάζονταν γύρω από αυτό το θέμα, ώστε αμέσως άρχισε να μοιράζει αντίτυπα από σπίτι σε σπίτι. Έδωσε εκατοντάδες από αυτά στο χωριό μας και στις κοντινές αγροτικές περιοχές.
Εκστρατείες Κηρύγματος με τον Πατέρα
Τελικά, ο πατέρας αγόρασε ένα αυτοκίνητο για να φτάνει με το άγγελμα της Βασιλείας στους ανθρώπους σε άλλες περιοχές. Ως σιδεράς, ήταν περισσότερο μαθημένος με τα άλογα, έτσι εγώ έγινα ο οδηγός του αυτοκινήτου. Στην αρχή, περνούσαμε τη νύχτα σε ξενοδοχεία. Σύντομα αυτό αποδείχτηκε υπερβολικά ακριβό, και αρχίσαμε να κατασκηνώνουμε στην ύπαιθρο.
Ο πατέρας έφτιαξε το μπροστινό κάθισμα του αυτοκινήτου έτσι ώστε να πέφτει εντελώς πίσω, και εγώ μπορούσα να κοιμάμαι στο αυτοκίνητο. Στήναμε μια μικρή σκηνή για να κοιμάται ο πατέρας. Αφού κατασκηνώναμε στην ύπαιθρο αρκετές εβδομάδες, επιστρέφαμε στην Πορπάνκα, όπου ο μπαμπάς άνοιγε ξανά το σιδηρουργείο του. Ποτέ δεν πάψαμε να θαυμάζουμε για το γεγονός ότι πάντοτε υπήρχαν άφθονοι πελάτες που πλήρωναν και έτσι κάλυπταν τα έξοδα για το επόμενο ταξίδι μας κηρύγματος.
Πολλά άτομα με δίκαιη διάθεση ανταποκρίνονταν ευνοϊκά στις επισκέψεις μας και με τον καιρό δέχονταν οικιακές Γραφικές μελέτες. Υπάρχουν τώρα εφτά εκκλησίες με τις δικές τους Αίθουσες Βασιλείας στην περιοχή την οποία αρχικά υπηρετούσε ο μικρός μας όμιλος από την Πορπάνκα. Πράγματι, ποιος μπορεί να καταφρονήσει «την ημέραν των μικρών πραγμάτων»;—Ζαχαρίας 4:10.
Το 1931, ο μπαμπάς και εγώ οδηγήσαμε σχεδόν 300 χιλιόμετρα σε κακοτράχαλους δρόμους για να παρακολουθήσουμε μια ειδική συνάντηση, στην οποία υιοθετήσαμε το νέο μας όνομα «Μάρτυρες του Ιεχωβά». Και οι δυο ήμασταν χαρούμενοι με αυτό το μοναδικό, Γραφικό όνομα. (Ησαΐας 43:10-12) Αυτό μας προσδιόριζε πολύ πιο ξεκάθαρα από ό,τι το λιγότερο χαρακτηριστικό όνομα «Διεθνείς Σπουδαστές της Γραφής», με το οποίο ήμασταν γνωστοί ως τότε.
Κάποια μέρα, ενώ κηρύτταμε στην πόλη Μπεθάνγκα, συνάντησα τον τοπικό διάκονο της Εκκλησίας της Αγγλίας. Αυτός θύμωσε και άρχισε να προσπαθεί να βρει πού είχαμε δώσει τα πολλά μας βιβλία, απαιτώντας από τους ανθρώπους να του παραδώσουν τα βιβλία τους. Κατόπιν, οργάνωσε ένα δημόσιο κάψιμο βιβλίων στο κέντρο της πόλης. Αλλά αυτή η απεχθής πράξη βγήκε σε βάρος του.
Αφού ενημέρωσα το γραφείο τμήματος της Εταιρίας για το τι είχε συμβεί, τυπώθηκε μια ανοιχτή επιστολή που καταδίκαζε όσα είχε κάνει ο κληρικός. Επίσης, έγιναν διευθετήσεις ώστε αυτοκίνητα γεμάτα με Μάρτυρες να μοιράσουν την επιστολή σε όλη την περιφέρεια. Όταν ο πατέρας και εγώ ξαναεπισκεφτήκαμε αργότερα την πόλη, δώσαμε περισσότερα βιβλία από ό,τι προηγουμένως. Οι άνθρωποι της πόλης ήταν περίεργοι να μάθουν τι περιείχαν τα «απαγορευμένα» έντυπα!
Το πρώτο άτομο που ασπάστηκε τη Βιβλική αλήθεια στη βορειοανατολική Βικτόρια ως αποτέλεσμα του κηρύγματός μας ήταν ο Μίλτον Γκιμπ. Μεταξύ των επισκέψεών μας, αυτός μελετούσε σχολαστικά όλα τα έντυπα της Εταιρίας που του αφήναμε. Σε κάποια από τις επανεπισκέψεις μας, μας ξάφνιασε λέγοντας: «Τώρα είμαι ένας από τους μαθητές σας».
Αν και ευχαριστημένη με την απόφασή του, εγώ εξήγησα: «Όχι, Μίλτον. Εσύ δεν θα μπορούσες να γίνεις δικός μου μαθητής».
«Καλά, λοιπόν, είμαι ένας από τους μαθητές του Ρόδερφορντ [ο τότε πρόεδρος της Εταιρίας Σκοπιά]».
Και πάλι τόνισα: «Όχι, ούτε ένας από τους μαθητές του Ρόδερφορντ, αλλά ελπίζω ένας από τους μαθητές του Χριστού».
Ο Μίλτον Γκιμπ αποδείχτηκε ένας μόνο από τους πολλούς πολύτιμους θησαυρούς για τους οποίους δαπάνησα τόσο πολλά χρόνια ψάχνοντας. Αυτός και δυο από τους γιους του είναι Χριστιανοί πρεσβύτεροι, και άλλα μέλη της οικογένειάς του είναι δραστήρια στην εκκλησία.
Αντιμετωπίζω Διάφορες Δοκιμασίες
Παρά την απαγόρευση που τέθηκε στο έργο των Μαρτύρων του Ιεχωβά στην Αυστραλία τον Ιανουάριο του 1941, εμείς συνεχίσαμε να κηρύττουμε, χρησιμοποιώντας μόνο την Αγία Γραφή. Κατόπιν διέκοψα το σκαπανικό, δηλαδή την ολοχρόνια διακονία μου, όταν με κάλεσαν στο σπίτι να φροντίσω για τον πατέρα μου που ήταν σοβαρά άρρωστος. Αργότερα και εγώ αρρώστησα και χρειάστηκα μια σοβαρή εγχείρηση. Χρειάστηκε να περάσει κάποιο χρονικό διάστημα ώσπου να ανακτήσω την υγεία μου, αλλά γεύτηκα το πόσο αληθινή είναι η υπόσχεση του Θεού: «Δεν πρόκειται να σε αφήσω ούτε πρόκειται να σε εγκαταλείψω». (Εβραίους 13:5) Μια Χριστιανή αδελφή με καθησύχασε με τα εξής λόγια: «Να θυμάσαι, Φλο, ποτέ δεν είσαι μόνη σου. Μάλιστα, εσύ και ο Ιεχωβά πάντοτε αποτελείτε πλειονότητα».
Κατόπιν ακολούθησε η τελική ασθένεια του αγαπημένου μου πατέρα, η οποία διήρκεσε 13 εβδομάδες. Στις 26 Ιουλίου 1946, αυτός κοιμήθηκε τον ύπνο του θανάτου. Είχε απολαύσει μια πλήρη ζωή και είχε την ουράνια ελπίδα. (Φιλιππησίους 3:14) Έτσι, σε ηλικία 51 ετών, ήμουν μόνη, έχοντας ζήσει με τον πατέρα τα περισσότερα νεανικά μου χρόνια. Τότε γνώρισα το μελλοντικό μου σύζυγο. Παντρευτήκαμε το 1947 και αρχίσαμε να κάνουμε σκαπανικό μαζί. Αλλά αυτή η ευτυχισμένη περίοδος δεν διήρκεσε πολύ, επειδή έπαθε εγκεφαλικό το 1953 και έμεινε ανάπηρος.
Η ομιλία του συζύγου μου επηρεάστηκε πολύ και έγινε σχεδόν ακατόρθωτο το να συζητώ μαζί του. Αυτό ήταν το δυσκολότερο μέρος της φροντίδας του. Η διανοητική πίεση που μου προκαλούσε το να προσπαθώ να καταλάβω όσα πάσχιζε να πει ήταν πράγματι πολύ μεγάλη. Αν και ζούσαμε σε μια απομονωμένη περιοχή όπου δεν υπήρχε καμιά κοντινή εκκλησία, ο Ιεχωβά δεν μας εγκατέλειψε εκείνα τα δύσκολα χρόνια. Παρέμενα ενημερωμένη, λαβαίνοντας όλες τις τελευταίες οργανωτικές πληροφορίες καθώς και τη συνεχή ροή πνευματικής τροφής από τα περιοδικά Σκοπιά και Ξύπνα! Στις 29 Δεκεμβρίου 1957 ο αγαπημένος μου σύζυγος πέθανε.
Διακονία στην Αδελαΐδα
Άλλη μια φορά ήμουν μόνη. Τι έπρεπε να κάνω; Θα με δέχονταν ξανά ως ολοχρόνια διάκονο έπειτα από μια διακοπή σχεδόν πέντε ετών; Με δέχτηκαν, έτσι πούλησα το σπίτι μου και έκανα μια νέα αρχή στο έργο σκαπανέα στην Αδελαΐδα, την πρωτεύουσα της Νότιας Αυστραλίας. Εκείνον τον καιρό χρειάζονταν σκαπανείς εκεί, και διορίστηκα στην Εκκλησία Πρόσπεκτ.
Επειδή φοβόμουν να οδηγήσω στην κίνηση της πόλης, πούλησα το αυτοκίνητό μου και άρχισα να χρησιμοποιώ και πάλι ποδήλατο. Το χρησιμοποιούσα ως τα 86 μου χρόνια, και έγινα γνωστή στην περιοχή ως «η γιαγιούλα με το μπλε ποδήλατο». Με τον καιρό η κίνηση με φόβιζε όλο και περισσότερο· η μπροστινή ρόδα του ποδηλάτου μου φαινόταν ότι έτρεμε διαρκώς. Το ποτήρι ξεχείλισε ένα απόγευμα, όταν έπεσα σε ένα φράχτη. ‘Αυτό ήταν’, είπα μέσα μου, και έτσι άρχισα και πάλι να χρησιμοποιώ τα δυο μου πόδια.
Πριν από λίγα χρόνια, ενώ παρακολουθούσα κάποια συνέλευση περιφερείας, τα πόδια μου άρχισαν να με εγκαταλείπουν, και αργότερα έκανα δυο εγχειρήσεις στις αρθρώσεις των ισχίων μου. Τα πήγαινα μια χαρά μετά την εγχείρηση ώσπου ένας μεγάλος σκύλος με έριξε κάτω. Αυτό έκανε απαραίτητη περαιτέρω θεραπεία, και από τότε έχω την ανάγκη ενός βαδιστικού υποστηρίγματος για να με βοηθάει να κινούμαι. Το μυαλό μου παραμένει πολύ δραστήριο. Είναι όπως το έθεσε κάποιος φίλος μου: «Φαίνεται ότι το σώμα σου που γερνάει δεν μπορεί να προφτάσει το νεανικό μυαλό σου».
Στο πέρασμα των χρόνων, έχω δει τις εκκλησίες στην Αδελαΐδα να μεγαλώνουν, να επεκτείνονται και να χωρίζονται. Κατόπιν, το 1983, όταν ήμουν 88 ετών, έφυγα από την Αδελαΐδα για να ζήσω με μια οικογένεια στο Καϊάμπραμ στην πολιτεία της Βικτόρια, όπου έχω δαπανήσει δέκα ευτυχισμένα χρόνια. Ακόμη τα καταφέρνω να βγαίνω στη διακονία αγρού· φίλοι από την εκκλησία με πηγαίνουν με το αυτοκίνητο να επισκεφτώ εκείνους που παίρνουν τακτικά περιοδικά από εμένα. Αυτοί οι άνθρωποι ευγενικά έρχονται στο αυτοκίνητο ώστε να μπορώ να τους μιλήσω.
Καθώς στοχάζομαι τα 98 και πλέον χρόνια της ζωής μου, με συμπάθεια αναπολώ τα πολλά όσια και πιστά άτομα που αίνεσαν τον Ιεχωβά μαζί μου, ιδιαίτερα το θαυμάσιο μπαμπά μου. Όπως φαίνεται, έχω ζήσει πιο πολύ από όλους τους πιστούς με τους οποίους συνεργάστηκα στη διακονία σκαπανέα. Αλλά τι χαρά με περιμένει όταν θα ξαναενωθώ με εκείνους που συμμετέχουν στην ελπίδα του βραβείου της ζωής στην ουράνια Βασιλεία του Θεού, η οποία είναι πράγματι ένας θησαυρός υπερέχουσας αξίας!
[Εικόνα στη σελίδα 28]
Βαφτίστηκα στις 22 Απριλίου 1919
[Εικόνα στη σελίδα 31]
Είμαι ευτυχισμένη που εξακολουθώ να υπηρετώ τον Ιεχωβά καθώς πλησιάζω τα 100 χρόνια