Γιατί Κανείς Δεν Μπορεί να Εξηγήσει την Οικονομία
ΤΟ να τα βγάζη κανείς πέρα οικονομικώς δεν είναι τόσο εύκολο σήμερα όσο ήταν άλλοτε. Μια νοικοκυρά ξοδεύει περισσότερα χρήματα στην αγορά για λιγώτερα τρόφιμα. Ο σύζυγός της παίρνει μεγαλύτερο μισθό παρά ποτέ, αλλά κάνει λιγώτερα μ’ αυτόν. Θα καλυτερέψουν, όμως, τα πράγματα;
Η οικονομία του Δυτικού μη Κομμουνιστικού κόσμου ιδιαίτερα έχει κάμει τους ειδικούς να προβλέψουν εθνική και διεθνή νομισματική κατάρρευσι. Σε παράξενη αντίθεσι, άλλοι ειδικοί επί του θέματος λέγουν ότι η παρούσα οικονομική πληγή είναι μόνο μια φάσις από την οποία περνά η οικονομία καθώς διαμορφώνεται με νέες βάσεις. Σύντομα, όπως προφητεύουν, θα βαδίση και πάλι θαρραλέα προς τα εμπρός.
Ποιος έχει δίκιο; Πολλοί ειδικοί λαμβάνουν μια προσεκτική μέση θέσι. Το περιοδικό Μπίζνες Γουήκ σε μια πολύ ανησυχητική ειδική έκδοσι για την «Χρεωστική Οικονομία» των Η.Π. λέγει ότι «το εθνικό βάρος του χρέους είναι σαν μια πολύ τεντωμένη κλωστή . . . Η κλωστή δεν έχει σπάσει, και ίσως να μη σπάση . . . Κανείς, όμως, δεν γνωρίζει το ακριβές σημείο θραύσεως και, ενώ υπάρχουν εν αφθονία σχέδια και θεωρίες, κανείς δεν ξέρει πραγματικά ούτε πώς να μειώση την έντασι.»
Αλλά για ποιο λόγο είναι τόσο δύσκολο να προβλέψωμε το οικονομικό μέλλον; Γιατί δεν μπορείτε να είσθε βέβαιος για το πόση αγοραστική αξία θα έχη το χρήμα σας αύριο—αν έχη καθόλου αξία; Λίγη γνώσις στοιχείων πολιτικής οικονομίας θα είναι βοηθητική.
Η Πολιτική Οικονομία Είναι Σύστημα
Στον απλούστερο ορισμό της, η πολιτική οικονομία σχετίζεται με το πώς παράγονται και διατίθενται τα αγαθά και οι υπηρεσίες. Η μελέτη της πολιτικής οικονομίας, λοιπόν είναι ένα σύστημα.
Στην ουσία, σε κάθε κοινωνία οι άνθρωποι χρειάζονται πράγματα που άλλοι άνθρωποι έχουν. Ένας άνθρωπος, ο Α, έχει πρόβατα που παράγουν μαλλί· ένας άλλος, ο Β, έχει βαφές. Αν θέλουν και οι δύο, απλώς ανταλλάσσουν προϊόντα. Ο Α παίρνει βαφές και ο Β παίρνει μαλλί. Η πολιτική οικονομία είναι κυρίως ένα σύστημα συνεργατικής ανταλλαγής.
Αλλ’ ας υποθέσωμε ότι ο Α θέλει βαφές από τον Β και ο Β έχει ήδη αρκετή ποσότητα μαλλιού του Α. Τότε τι κάνει ο Α; Ή, τι γίνεται όταν και οι δύο χρειάζονται την υπηρεσία υφάνσεως που προσφέρει ένας τρίτος, ο Γ; Πώς πρέπει ν’ ανταμειφθή ο Γ; Ένα οικονομικό σύστημα πρέπει να είναι αρκετά ευρύ ώστε να χειρίζεται αυτές τις λίγο πιο περίπλοκες διευθετήσεις. Πώς;
Χρησιμοποιείται το χρήμα. Το χρήμα δηλαδή η νομισματική μονάδα αντιπροσωπεύει κάποια αξία, είναι ένα όργανο που επιτρέπει μεγάλη ευελιξία σ’ ένα σύστημα ανταλλαγών. Το χρήμα, βέβαια, δεν πρέπει να συγχέεται με τη πραγματική περιουσία. Αυτό που έχει ο Α ως πραγματική αξία είναι τα πρόβατά του. Εν τω μεταξύ, ο Β και ο Γ έχουν αντιστοίχως βαφές και τέχνη, σαν πράγματα πραγματικής αξίας. Το χρήμα, λοιπόν, αντικαθιστά αυτό που έχετε ο καθένας ως πραγματική αξία.
Αλλά τι είναι αυτό που κάνει το προϊόν ή την υπηρεσία του καθενός ν’ αξίζη; Η ζήτησις που υπάρχει γι’ αυτό. Αν κανείς ποτέ δεν χρειαζόταν μαλλί η αξία του θα παρέμενε χαμηλή. Αντιθέτως, αν ο καθένας εξηρτάτο από το μαλλί για ρουχισμό, αυτό το προϊόν θα είχε μεγάλη ζήτησι κι επομένως μεγάλη αξία.
Οι «κλασσικοί οικονομολόγοι»—όπως ονομάζονται—όπως είναι ο Σκωτσέζος Άνταμ Σμιθ, που έζησε τον δέκατον όγδοον αιώνα, συμβούλευσαν ότι πρέπει ν’ αφήνωμε ένα οικονομικό σύστημα να κυμαίνεται ελεύθερα και, όπως το νερό, να βρίσκη την δική του στάθμη. Η προσφορά και η ζήτησις πρέπει να καθορίζουν τη «στάθμη» κάθε προϊόντος ή υπηρεσίας. Έτσι, αν ένας άνθρωπος ή μια εταιρία παράγη ένα προϊόν ή προσφέρη μια υπηρεσία πιο φθηνά από κάποιον άλλον, ο ανταγωνιστής του τελικά θα αποσυρθή από την επιχείρησι με την ζήτησι του κοινού.
Οι τιμές, επίσης, θα καθορίζονται από τη ζήτησι. Όταν η ζήτησις είναι μεγάλη και η προσφορά είναι περιορισμένη, οι τιμές είναι υψηλές. Αλλ’ όταν υπάρχη μικρή ζήτησις για κάποιο προϊόν που είναι διαθέσιμο σε μεγάλες ποσότητες, οι τιμές είναι χαμηλές. Αυτά είναι τα στοιχεία ενός «ελευθέρου» οικονομικού συστήματος. Αν δεν το εμποδίσωμε, υποστηρίζουν πολλοί, αυτό το σύστημα θα μπορούσε να συνεχίζεται επ’ αόριστον.
Αλλ’ εδώ είναι κατάλληλη μια προειδοποίησις. Το γεγονός ότι έχει επινοηθή ένα σύστημα δεν σημαίνει ότι είναι κατ’ ανάγκην «καλό.»
Πόσο «Καλό» Είναι ένα Οικονομικό Σύστημα;
Όταν μετρηθή βάσει ορισμένων κανόνων, το οικονομικό σύστημα του Δυτικού κόσμου μπορεί να φαίνεται πολύ αποτελεσματικό. Αλλά αποδεικνύεται πράγματι «καλό;» Ή μήπως τελικά θα δείξη ότι αυτοσυντρίβεται; Ας δούμε.
Ιδιαιτέρως στις τελευταίες δεκαετίες οι ειδικοί έχουν εφαρμόσει περισσότερο έλεγχο στην οικονομία. Γιατί; Αν το οικονομικό σύστημα λειτουργή πραγματικά σύμφωνα με την προσφορά και τη ζήτησι για τον καθορισμό των τιμών, γιατί να προσπαθούμε να το κατευθύνωμε; Πολλές εξηγήσεις δίδονται γι’ αυτό, αλλά υπάρχουν δύο βασικοί παράγοντες.
Πρώτον υπάρχει φόβος—μια επιθυμία να «προστατεύσουν» ένα τομέα της οικονομίας. Ένας άνθρωπος, μια εταιρία, μια τάξι εργατών ή ένα ολόκληρο έθνος γνωρίζουν ότι αν αποτύχουν στον συναγωνισμό τους θα βρεθούν χωρίς δουλειά.
Μπορεί να γνωρίζουν την οικονομική «θεωρία» πολύ καλά. Γνωρίζουν ότι η ζήτησις εκ μέρους του κοινού έκαμε την υπηρεσία ή το προϊόν των μη αναγκαίο και ότι πρέπει απλώς να στραφούν σε κάποιον άλλο τομέα της οικονομίας όπου θα μπορούν να παίξουν έναν παραγωγικό ρόλο, προσφέροντας κάτι που χρειάζεται το κοινό.
Αλλά γνωρίζουν, επίσης, ότι αυτό σημαίνει ριζικές αλλαγές γι’ αυτούς προσωπικά. Ας υποθέσομε ότι ένας ηλικιωμένος άνθρωπος έχει διαθέσει ολόκληρη τη ζωή του να μάθη μια εργασία που δεν έχει πια ζήτησι· πρέπει ν’ αναμένεται απ’ αυτόν ξαφνικά να μάθη κάτι τελείως διαφορετικό; Και τι θα γίνη με τον μισθό του; Προφανώς ένας άνθρωπος, που από μια έμπειρη θέσι σε μια ξεπεσμένη εργασία στρέφεται σε μια δουλειά για την οποία δεν έχει εκπαιδευθή, δεν θα κερδίζη αρκετά χρήματα. Αυτό σημαίνει ότι η οικογένεια του θα έχει σαν αποτέλεσμα, λιγώτερα χρήματα για να ζήση και το επίπεδο της ζωής των πρέπει να πέση. Ποιος το θέλει αυτό;
Ναι, η θεωρία της προσφοράς και της ζητήσεως, μιας ελεύθερης ανεξέλεγκτης αγοράς και λοιπά, μπορεί να φαίνεται ωραία στα διαγράμματα όταν εκτείνωνται πάνω από γενεές ή αιώνες. Δεν μπορεί όμως να βοηθήση έναν άνθρωπο που χάνει τη δουλειά του σήμερα. Έτσι, ο οικονομολόγος συγγραφεύς Χένρυ Χάζλιτ παρατηρεί:
«Το μεγάλο προτέρημα των κλασσικών οικονομολόγων ήταν ακριβώς . . . ότι ενδιεφέροντο για τα αποτελέσματα μιας δεδομένης οικονομικής πολιτικής ή αναπτύξεως μεγάλης διαρκείας και για ολόκληρη την κοινότητα.»
Εν τούτοις, ο Χάζλιτ προσθέτει:
«Αλλά το μειονέκτημά των, επίσης, ήταν ότι παίρνοντας τη μακροχρόνια κι ευρεία άποψι, παραμελούσαν συχνά τη σύντομη και στενή άποψι. Πολύ συχνά έτειναν να σμικραίνουν ή να ξεχνούν τελείως τα άμεσα αποτελέσματα της αναπτύξεως σε ειδικές ομάδες . . . [Αυτή η κατάστασις] συμβαίνει σχεδόν σε όλες τις βιομηχανικές και οικονομικές προόδους.»
Γι’ αυτόν το λόγο οι περισσότεροι σύγχρονοι Δυτικοί οικονομολόγοι τείνουν προς το άλλο άκρο, και τα «μακροχρόνια» αποτελέσματα της πολιτικής των λησμονούνται καθώς ενδιαφέρονται να διατηρηθούν μερικές δουλειές με κάθε θυσία. Ας εξετάσωμε δύο ομολογουμένως απλά παραδείγματα.
Ας υποθέσωμε ότι ένα ανδρικό μάλλινο κοστούμι μπορεί να ραφτή και να πωληθή στις Η.Π.Α. για $80. Εν τούτοις, μερικές εταιρίες του Χονγκ Κονγκ φτιάχνουν το ίδιο κοστούμι και μπορούν να το στείλουν και να το πωλήσουν στις Η.Π.Α. για $40. Πολλοί πελάτες, αν όχι όλοι, θ’ αγοράσουν δύο κοστούμια του Χονγκ Κονγκ στην τιμή ενός κοστουμιού των Η.Π.Α. Αν αυτό συνεχισθή, τ’ Αμερικανικά κοστούμια θα βρεθούν εκτός ζητήσεως και χιλιάδες εργάτες της βιομηχανίας ετοίμων ενδυμάτων θα μείνουν άνεργοι.
Έτσι, επιβάλλεται δασμός στα κοστούμια που εισάγονται στις Η.Π.Α., και τα φορολογούν πολύ. Αυτό μεγαλώνει πολύ το κόστος των κοστουμιών που κατασκευάζονται στο εξωτερικό και σώζονται τα επαγγέλματα των Η.Π.Α. Επιφανειακά, αυτό είναι καλό· αλλ’ ας κυττάξωμε κάτω από την επιφάνεια.
Τι θα πούμε για τον αγοραστή; Πληρώνει $40 περισσότερα για ένα κοστούμι. Αυτό το ποσόν μπορεί να διατεθή σε άλλους τομείς της οικονομίας, παραδείγματος χάριν για τηλεοράσεις και ψυγεία. Θεωρητικά, ο Αμερικανός υπάλληλος ενδυμάτων θα έπρεπε να στραφή για εργασία σε μια απ’ αυτές τις άλλες βιομηχανίες. Αλλ’ ο δασμός τον προφυλάσσει ν’ αντιμετωπίση αυτή τη δυσάρεστη αλλαγή. Τι θα πούμε όμως, για τους Κινέζους εργάτες ενδυμάτων; Θα μπορούσαν να χάσουν την εργασία τους διότι τα κοστούμια που κατασκευάζουν έχουν επιβαρυνθή στις ξένες αγορές και δεν ζητούνται πλέον. Αναγκάζονται να κάμουν κάτι άλλο για να ζήσουν. Το πρόβλημα δεν έχει πραγματικά λυθή, απλώς έχει απομακρυνθή από τις Η.Π.Α. σ’ αυτό το παράδειγμα. Με τις τρομερές διεκδικήσεις των εθνικών κυριαρχιών στις τελευταίες δεκαετίες, ολοένα περισσότεροι έλεγχοι αυτού ή παρομοίου είδους έχουν επιβληθή στην οικονομία.
Η ίδια διαδικασία ακολουθείται και στο εσωτερικό κάθε χώρας. Παραδείγματος χάριν: με την επικράτησι των ντιζελομηχανών, οι θερμασταί δεν χρειάζονται πια· δεν υπήρχε πια κάρβουνο για να φτυαρίζουν. Αλλά τα εργατικά σωματεία κατάφεραν να διατηρήσουν το επάγγελμα του θερμαστού. Έτσι, όπως θα λέγαμε, οι θερμασταί, πληρώνονται για να πηγαίνουν απλώς βόλτα. Το επάγγελμα του θερμαστού εσώθη αλλά μόνο εις βάρος των επιβατών των τραίνων και των φορτωτών εμπορευμάτων. Αντί να στραφούν οι θερμασταί στην κατασκευή ενδυμάτων, που ίσως έχουν ζήτησι, το σύστημα τους πληρώνει να παραμένουν στον σιδηρόδρομο. Εν τω μεταξύ, ο πελάτης πληρώνει περισσότερο τις δυσεύρετες ενδυμασίες καθώς και για την υπηρεσία του σιδηροδρόμου.
Οι έλεγχοι αυτού του είδους έχουν αυξηθή μαζικά τις τελευταίες δεκαετίες ώστε κατέλαβαν ουσιαστικά κάθε πτυχή της οικονομίας, από τα μικρά μαγαζιά ως τους γιγαντιαίους συνεταιρισμούς και τους αγρότες. Κάθε κράτος, κάθε ένωσις, κάθε εταιρία, ναι, κάθε άνθρωπος φροντίζει για τον εαυτό του. Τέτοιος φόβος—πολύ κατανοητός λόγω των περιστάσεων—ωθείται από τη γνώσι του ότι αν ο καθένας δεν φροντίση για τον εαυτό του, τότε ποιος θα φροντίση; Καθώς είδαμε, το σύστημα δεν έχει βέβαια αυτό το κίνητρο, εκτός αν ελέγχεται για το ειδικό συμφέρον κάποιου.
Αυτό δείχνει καθαρά μεγάλη ανικανότητα εκ μέρους του παρόντος οικονομικού συστήματος. Πώς μπορεί να διατηρήση ένα γενικό σύστημα προσφοράς και ζητήσεως επ’ αόριστον, αν συγχρόνως πρέπει να λάβη μέτρα που περιορίζουν αυτό το ίδιο το σύστημα. Εν τούτοις αυτό είναι αναγκαίο αν οι άνθρωποι πρόκειται να έχουν τώρα δουλειά. Δεν χρειάζεται καμμιά οικονομική μεγαλοφυία για να διαπιστώση ότι αυτό το αφόρητο και αντιφατικό σύστημα κάποτε θα σωριασθή κάτω από το ίδιο του το βάρος.
Ρυθμίζοντας τα Προβλήματα του Συστήματος
Αλλά, σαν να μη ήταν αυτό αρκετό, ένα άλλο κύριο στοιχείο, που είναι δύσκολο να ελεγχθή, εισέρχεται στο σκοτεινό οικονομικό πρόβλημα. Η πλεονεξία. Άσχετα με την πραγματική ανάγκη, οι άνθρωποι θέλουν όλο και περισσότερα υλικά αγαθά και «έναν καλύτερο τρόπο ζωής,» ακόμη και εις βάρος των άλλων. Κάθε εργαζόμενος θέλει μεγαλύτερο μισθό και κάθε βιομήχανος θέλει μεγαλύτερες τιμές για τα προϊόντα του. Έτσι, στην εφημερίδα Λε Μοντ των Παρισίων ο Μπρυνό Ντυριέ αναφέρεται στη «διαρκή πάλη μεταξύ των κοινωνικών ομάδων να διατηρήσουν ή ν’ αυξήσουν το μερίδιό τους στον πλούτο του έθνους.»
Αν ένας άνθρωπος που εργάζεται στην κατασκευή κοστουμιών ζητά μεγαλύτερους μισθούς, τότε η τιμή του τελικού προϊόντος θ’ αντικατοπτρίζη την ίδια αύξησι. Άλλοι άνθρωποι που θέλουν ν’ αγοράσουν το κοστούμι χρειάζονται τότε περισσότερα χρήματα από τους εργοδότας των. Έτσι, τα προϊόντα και οι υπηρεσίες που προσφέρουν αυξάνουν, επίσης, το κόστος τους, δημιουργώντας μια τρομερή άνοδο. Λόγω της αυξανομένης ζητήσεως, τα προϊόντα δεν μπορούν να παραχθούν αρκετά γρήγορα, κι έτσι οι τιμές συνεχίζουν ν’ αυξάνουν. Αυτή είναι μια φαύλη μορφή πληθωρισμού.
Το ίδιο αν όχι περισσότερο καταστρεπτικός, είναι ο ρόλος των ιδίων των κυβερνήσεων στο ν’ αναζωπυρώνουν τον πληθωρισμό. Προηγουμένως ανεφέρθη ότι το χρήμα αντιπροσωπεύει απλώς πραγματική αξία. Το εθνικό νόμισμα, με απλά λόγια, δεν πρέπει να ξεπερνά αυτό που πραγματικά αξίζει, δηλαδή, ό,τι μπορεί να παραγάγη. Αλλά τα σύγχρονα έθνη, παραβιάζοντας αυτή τη βασική αρχή, έχουν εκδώσει χαρτονομίσματα που ξεπερνούν την πραγματική τους αξία. Συνήθως αυτό γίνεται για ένα λόγο. Παραδείγματος χάριν, για να πληρωθούν οι πολεμικές δαπάνες σε καιρόν εθνικής κρίσεως. Αλλά τα επί πλέον νομίσματα καθώς εισέρχονται στην κυκλοφορία μειώνουν τελικά την αξία τους, όλα κοστίζουν περισσότερο σε «δολλάρια και σεντς.»
Καθώς σταθεροποιείται ο πληθωρισμός σ’ ένα κράτος, ο λαός αγοράζει λιγώτερα πράγματα με περισσότερα χρήματα. Το νόμισμα, με άλλα λόγια, χάνει την αξία του και σε σύγκρισι με τα νομίσματα άλλων χωρών αξίζει λιγώτερα απ’ όσο άξιζε πριν αρχίση η περίοδος του πληθωρισμού. Γι’ αυτό πρέπει να υποτιμηθή επισήμως στη διεθνή αγορά. Οι ξένοι μπορούν έτσι ν’ αγοράζουν ευκολώτερα τα προϊόντα του εν λόγω κράτους που είναι τώρα φθηνότερα, και χειροτερεύουν την κατάστασι. Πώς συμβαίνει αυτό; Ζητούν τα εμπορεύματα που ήσαν ήδη λιγοστά και που έγιναν η κυρία αιτία να έλθη ο πληθωρισμός. Ποια είναι τα αποτελέσματα; Μεγαλύτερος πληθωρισμός. «Καλπάζων πληθωρισμός» πλήττει τώρα τις οικονομίες των περισσοτέρων Δυτικών Εθνών.
Φυσικά, όταν το νόμισμα υποτιμάται, χάνει κάτι περισσότερο από την ονομαστική του αξία. Χάνει την εμπιστοσύνη πολλών ανθρώπων. Σταματούν τις επενδύσεις και προσπαθούν να κρατήσουν αυτό που έχουν. Έτσι, οι επιχειρήσεις χάνουν το περαιτέρω κεφάλαιο που χρειάζονται για να επεκταθούν ώστε να ικανοποιήσουν τη ζήτησι των προϊόντων. Αντί να μεγαλώνουν την παραγωγή, πρέπει να την περικόπτουν, αλλά οι τιμές παραμένουν υψηλές. Οι άνθρωποι απολύονται από τις εργασίες των κι αρχίζει μια «ύφεσις» (κάμψις της οικονομίας). Η παρούσα κατάστασις στις Η.Π.Α. και αλλού περιγράφεται από μερικούς σαν μια μορφή υποχωρήσεως. Ένα ρεκόρ απεργιών, επίσης, έχει περικόψει την παραγωγή.
Πληθωρισμός, οικονομική κάμψις, ανεργία—όλα συγχρόνως μας κλονίζουν αρκετά όταν τα σκεπτώμεθα. Αλλά η παρούσα πληθώρα των προβλημάτων έχει αυξηθή σε εφιαλτικά μεγέθη. Πώς συνέβη αυτό; Με την είσοδο νέων, απροβλέπτων παραγόντων. Οι τιμές του πετρελαίου έχουν τετραπλασιασθή και γίνεται δυσκολώτερο ν’ αποκτήσωμε άλλες φυσικές πηγές και ως εκ τούτου κοστίζουν περισσότερο. Αυτές οι ριζικές τροποποιήσεις—που ήσαν ανήκουστες πριν από ολίγους μήνες—έχουν επηρεάσει ουσιαστικά κάθε βιομηχανία στον Δυτικό κόσμο με συγκλονιστικά και συχνά καταστρεπτικά αποτελέσματα.
Οι δυσμενείς καιρικές συνθήκες είχαν σαν αποτέλεσμα χαμηλές σοδιές· οι αστικοί πληθυσμοί παίρνουν τις περιορισμένες προμήθειες. Έτσι, ακόμη και τρόφιμα, όπως τα φασόλια και η ζάχαρι, που κάποτε ήσαν φθηνά, έχουν πολλαπλασιάσει αρκετές φορές το κόστος τους. Σχεδόν καθημερινά, ένα μεγαλύτερο ποσοστό του μέσου εισοδήματος ενός ανθρώπου χρησιμοποιείται για τα αναγκαία της ζωής.
Η επιθυμία, των ανθρώπων για συνεχώς περισσότερα πράγματα έχει επηρεάσει το σύστημα μ’ έναν άλλο ακόμη τρόπο και αυτό μέσω των πωλήσεων με πίστωσι. Εφόσον η οικονομία επεκτείνετο και εφαίνετο ακμαία, η πίστωσις ήταν δημοφιλής. Τελευταία, φαίνεται να υπάρχη κάποια ελάττωσις της πιστώσεως καθώς οι άνθρωποι αντιλαμβάνονται ότι δεν μπορούν να πληρώσουν τα χρέη τους με πληθωρικά χρήματα. Οι υψηλοί τόκοι στα μικρής αξίας χρήματα φοβίζουν ακόμη περισσότερο κάθε δανειζόμενο. Λιγώτερες πιστώσεις φέρνουν ως αποτέλεσμα λιγώτερες πωλήσεις προϊόντων και υπηρεσιών, επιβραδύνοντας περισσότερο την παραγωγή. Αλλά μέχρι προσφάτως όλοι τυφλά περίμεναν ότι θα συνεχίζετο ολοένα η οικονομική ανάπτυξις. Στις Η.Π.Α. έχει συσσωρευθή ένα συνολικό χρέος $2,5 τρισεκατομμυρίων. Αυτό ισοδυναμεί με το υπερδιπλάσιον ακαθόριστο εθνικό εισόδημα, (ή το σύνολο όλων των προϊόντων και υπηρεσιών της χώρας, σ’ ένα χρόνο). Για κάθε δολλάριο των Η.Π.Α. που κυκλοφορεί, υπάρχουν τώρα $8 χρέος.
Στην πραγματικότητα, μεγάλο μέρος του φαινομενικά «οικονομικού θαύματος» που συνέβη στον Δυτικό κόσμο στις πρόσφατες δεκαετίες, δεν είναι πια θαύμα, αφού βασίζεται κατά πολύ σε χρέος—σε δανεισμένα χρήματα. Όπως γράφει ο Τόμας Όλιφαντ, στην Εφημερίδα Σάνταιη Γκλομπ της Βοστώνης, οι Αμερικανοί σήμερα «βρίσκονται σε χειρότερη κατάστασι από τους γονείς των . . . Η μεγαλύτερη υλική τους ευημερία φαίνεται ότι είναι σε μεγάλο βαθμό το αποτέλεσμα της τεραστίας αυξήσεως στη χρησιμοποίησι και διαθεσιμότητα της πιστώσεως που εθεωρείτο ως υγιής οικονομία.» Το έθνος, όπως και άλλα, είναι απελπιστικά χρεωμένο.
Η Πρόβλεψις Είναι Αδύνατη
Μήπως είναι παράξενο ότι, με όλους αυτούς τους παράγοντας και εκατοντάδες άλλους που δεν αναφέρονται εδώ και που μαστίζουν την οικονομία του Δυτικού κόσμου, κανένας δεν μπορεί να προείπη ακριβώς που βαδίζομε; Τα προβλήματα δεν περιορίζονται πια σε μερικά έθνη, αλλά είναι γενικά και αλληλοσυνδεόμενα. Η παραμικρή αλλαγή στην πολιτική ή οικονομική κατάστασις μιας χώρας μπορεί ν’ αναστατώση όλο το οικοδόμημα.
Οι οικονομολόγοι παλεύουν, λοιπόν, στον παρόντα οικονομικό ωκεανό, προσπαθώντας να επιπλεύσουν όπως και όλοι οι άλλοι. Βρίσκονται σε αμηχανία από τη μεγάλη σωρεία των παρεμβαλλόμενων παραγόντων. «Η γνώσις του ανθρώπου για τους οικονομικούς του θεσμούς είναι περιωρισμένη,» παραδέχεται ο Ρ. Γ. Έβερεττ της Τσαίηζ Μανχάτταν Μπανκ της Νέας Υόρκης, της Υπηρεσίας Οικονομικής Ερεύνης, και προσθέτει: «Η πλήρης ανάλυσις γίνεται ακόμη πιο δύσκολη από το γεγονός ότι αυτοί οι θεσμοί συνεχώς αλλάζουν.»
Το αδύνατο έργο που έχουν αναλάβει οι οικονομικοί υπολογισταί περιγράφεται έντονα από τον συνδικαλιστή αρθρογράφο Μαξ Λέρνερ:
«Αυτή είναι η πιο φωτεινή εποχή για τους οικονομολόγους. Δεν φαίνεται να γνωρίζουν πολλά, κι αυτά που γνωρίζουν ξέρουν ότι δεν θα ωφελήσουν πολύ. Αλλά είναι ωραίοι καθώς τους βλέπεις να συστρέφωνται να παραπαίουν, να σπαρταρούν να πηδούν σαν τα ψάρια στα κυκλωτικά δίχτυα της οικονομικής καταστάσεως.»
Οι περισσότεροι απ’ αυτούς ελπίζουν το καλύτερο, αλλά δεν μπορούν να δώσουν λογική εξήγησι για να πιστέψωμε ότι τα πράγματα θα πάνε καλύτερα. Ακόμη κι αν επρόκειτο το σύστημα να βγη προσωρινά από την παρούσα κρίσι, πώς μπορεί κανείς να πιστεύη ότι μπορεί να διατηρήση την ισορροπία του στο μέλλον; Όπως είδαμε, το τέλος του είναι φανερό. Η μόνη ερώτησις είναι, Πότε θα τελειώση;
Οι άνθρωποι που πιστεύουν στην Αγία Γραφή γνωρίζουν ότι η παγκόσμια αλλαγή—όχι απλώς μια μεγάλη προσαρμογή του οικονομικού συστήματος—πλησιάζει. Γνωρίζουν ότι η Αγία Γραφή λέγει ότι αυτό το παγκόσμιο σύστημα δεν μπορεί να λειτουργήση και γρήγορα θα παρέλθη, για ν’ αντικατασταθή από ένα σύστημα καμωμένο από τον Θεό. Ακριβώς τώρα αν και επηρεάζωνται από το σύστημα στο οποίο ζουν, δεν στηρίζουν την εμπιστοσύνη τους σ’ αυτό. (Ματθ. 6:9, 10, 19-34) Ψάχνουν αλλού για ακριβή κατανόησι του μέλλοντος, δηλαδή στον Θεό.
[Γράφημα στη σελίδα 20]
(Για το πλήρως μορφοποιημένο κείμενο, βλέπε έντυπο)
Ο ΠΛΗΘΩΡΙΣΜΟΣ ΣΤΙΣ Η.Π.Α. ΑΠΟ ΤΟΝ Α΄ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟ ΠΟΛΕΜΟ
Α΄ Παγκόσμιος Πόμεμος
Μεγάλη Οικονομική Κρίσις
Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος
Κορεατικός Πόλεμος
Πόλεμος του Βιετνάμ
1915
1935
1955
1974
[Εικόνα στη σελίδα 17]
«Αυτός είναι που προκαλεί τον πληθωρισμό!»
ΚΑΤΑΣΤΗΜΑΤΑΡΧΗΣ
ΒΙΟΜΗΧΑΝΟΣ
ΕΤΑΙΡΙΑ ΠΕΤΡΕΛΑΙΟΥ
ΠΕΛΑΤΗΣ
ΚΥΒΕΡΝΗΣΙΣ
ΠΕΤΡΕΛΑΙΟΠΑΡΑΓΩΓΟΣ