Μια Επίσκεψις στους Ιγκορότες
Από τον ανταποκριτή του «Ξύπνα!» στις Φιλιππίνες
ΕΝΩΡΙΣ το απόγευμα η σύζυγός μου κι εγώ επιβιβασθήκαμε σ’ ένα άνετο λεωφορείο που διέθετε εγκατάσταση κλιματισμού και βυθιστήκαμε στα μαλακά εφοδιασμένα με μαξιλάρια καθίσματα περιμένοντας με ανυπομονησία ν’ αρχίσουν οι μοναδικές στο είδος τους διακοπές μας. Ταξιδεύαμε για να επισκεφθούμε τους Ιγκορότες, οι οποίοι, σε μεγάλο βαθμό αντιστάθηκαν στην εισχώρησι ξένης επιρροής στον πολιτισμό τους. Ζουν στην ορεινή επαρχία της Βορείου Λουζόν.
Οι Ιγκορότες είναι Μαλαισιακής καταγωγής, μετρίου αναστήματος, δυνατοί, με σκούρο δέρμα και ίσια μαύρα μαλλιά. Το αξιοσημείωτο σχετικά μ’ αυτό τον λαό είναι ότι ανά τους αιώνες, με χειροποίητα εργαλεία μόνον και με πραγματικά σκληρή εργασία, έχουν μετατρέψει μια ολόκληρη κοιλάδα σε κλιμακωτούς κήπους ρυζιού, που είναι οι καλύτεροι στον κόσμο.
Στο δρόμο μας προς τους Ιγκορότες, ταξιδεύομε πέντε ώρες ανάμεσα στις γραφικές κεντρικές πεδιάδες της Λουζόν με τις πολλές μικρές πόλεις της και τους ορυζώνες της και φθάνομε στο Μπαγκουίο, τη θερινή πρωτεύουσα των Φιλιππίνων. Ο δροσερός καιρός εδώ είναι μια ευχάριστη αλλαγή από τη ζέστη και την υγρασία της Μανίλα.
Το επόμενο πρωί ξυπνάμε νωρίς για να μη χάσωμε το λεωφορείο των 5:30 που αναχωρεί για τη Μπανάου. Μολονότι φθάνομε στον σταθμό μισή ώρα ενωρίτερα, προς απογοήτευσί μας το λεωφορείο είναι γεμάτο. Αλλά, οι Φιλιππινέζοι είναι φιλόξενοι και σύντομα ένας επιβάτης κάνει νεύμα στους άλλους, και αρχίζουν να παίρνουν στην αγκαλιά τους τα μικρά παιδιά τους που κοιμούνται και σπρώχνουν τα λαχανικά στο πλάι για να μας κάνουν χώρο. Ένας άνδρας με χαμογελαστό πρόσωπο απλώνει το χέρι του για να μας βοηθήση ν’ ανεβούμε.
Το λεωφορείο είναι πιο μικρό από άλλα λεωφορεία και μοιάζει περισσότερο με φορτηγό αυτοκίνητο που δίνει την εντύπωσι ότι έχει κατασκευαστή για ν’ αντέχη και όχι για να προσφέρη άνεσι. Είναι τελείως ανοιχτό από τη μια πλευρά, με ξύλινους πάγκους κατά πλάτος, αλλά αρκετά αναπαυτικό παρά την απλή του εμφάνισι. Για προστασία από τον αέρα και τη βροχή υπάρχει ένα κάλυμμα από καναβάτσο που μπορεί να τραβηχθή κάτω.
Μολονότι είναι μόνο εβδομήντα περίπου μίλια από το Μπαγκουίο στην Μπανάου, τα ταξίδι μας διαρκεί εννέα ώρες λόγω των ελικοειδών ορεινών δρόμων που μας μεταφέρουν μέσα από τα σύννεφα σε ύψος πάνω από 7.000 πόδια (2.135 μέτρα). Καθώς ταξιδεύομε πάνω στα βουνά η ανατολή χρωματίζει τον ουρανό με κίτρινες και πορτοκαλιές αποχρώσεις και βλέπομε την πρωινή λεπτή ομίχλη να κρέμεται ακριβώς κάτω από τις κορυφές των ψηλών πεύκων.
Οι Συνήθειες και ο Τρόπος Ζωής των Ιγκοροτών
Καθώς φθάνομε στην πόλι Μποντόκ, αρχίζομε να παρατηρούμε τους Ιγκορότες. Οι άνδρες φορούν ένα πολύχρωμο κάλυμμα που σκεπάζει μόνο τους γλουτούς των και στερεώνεται στη μέση· το ονομάζουν γουέινς. Επίσης, φορούν ένα μικρό, στρογγυλό καπέλλο που στην κορυφή είναι επίπεδο και χρησιμεύει για τον ίδιο σκοπό που χρησιμεύουν και οι τσέπες του παντελονιού.
Οι γυναίκες φορούν μια φούστα από βαρύ, πολύχρωμο ύφασμα που έχει υφανθή στο χέρι και ονομάζεται τάπις. Υπερισχύει το κόκκινο χρώμα, με κίτρινες, άσπρες, πράσινες και μαύρες οριζόντιες ραβδώσεις. Η φούστα τάπις συγκρατείται με μια ζώνη φάρδους οκτώ ιντσών (20 εκατοστών) που έχει υφανθή με βαρύ κορδόνι, που ονομάζεται γουέικς. Οι περισσότερες γυναίκες που βλέπομε φορούν άσπρη μπλούζα, αλλά στα χωριά μερικές γυναίκες δεν φορούν τίποτε από τη μέση και πάνω.
Στο δρόμο βλέπομε γυναίκες που μεταφέρουν τα παιδιά τους σε μια κουβέρτα που είναι δεμένη στην πλάτη τους ή στο πλευρό τους. Ακόμη και μικρά κορίτσια μεταφέρουν μ’ αυτόν τον τρόπο τον μικρό αδελφό ή τη μικρή αδελφή τους εκτός από το φορτίο που μεταφέρουν στο κεφάλι τους! Όταν σταματά το αυτοκίνητό μας, ρωτώ ένα νεαρό κορίτσι αν μπορώ να σηκώσω το δέμα της, και, προς έκπληξί μου, είναι βαρύτερο από τη δική μου βαλίτσα που είναι γεμάτη. Εν τούτοις, εκείνη το σηκώνει ψηλά με χάρι και το τοποθετεί πάνω στο κεφάλι της!
Η Μποντόκ είναι η πρωτεύουσα της Ορεινής Επαρχίας. Εδώ οι Ιγκορότες ζουν σε σύγχρονη πόλι με τσιμεντένια σπίτια που διαθέτουν ηλεκτρισμό και τρεχούμενο νερό. Εν τούτοις, κατά μήκος του ποταμού στο χωριό Σαμόκι, άλλοι ζουν όπως ζούσαν οι προπάπποι τους επί εκατοντάδες χρόνια.
Καθώς βαδίζομε εδώ με την ταξιδιωτική σύντροφο και διερμηνέα μας, παρατηρούμε ότι μιλά σε όλους όσους βλέπει. Μαθαίνομε ότι οι Ιγκορότες σχεδόν πάντα χαιρετούν τους ανθρώπους που συναντούν στο δρόμο, λέγουν πού πηγαίνουν και, ως ένδειξι ευγενείας, προσκαλούν αυτούς που χαιρετούν να έλθουν μαζί τους. Στην πραγματικότητα, βέβαια, δεν περιμένουν ότι αυτοί τους οποίους χαιρέτησαν θα τους ακολουθήσουν.
Παρατηρούμε ότι τα χέρια πολλών γυναικών Ιγκοροτών είναι γεμάτα ταττουάζ. «Είναι ένδειξις ομορφιάς,» εξηγεί η συνοδός μας, «και γίνεται στην ηλικία των δεκαπέντε ετών.»
Ρωτώ: «Πώς γνωρίζουν πότε είναι δεκαπέντε ετών αφού δεν κρατούν αρχεία;»
«Υπολογίζουν την ηλικία από την πρώτη φορά που ερωτεύονται ένα νεαρό,» είναι η απάντησις.
Ερωτοτροπία, Γάμος και Εργασία
Μαθαίνομε ότι οι συνήθειες ερωτοτροπίας των Ιγκοροτών είναι πολύ αρχαίες και ενδιαφέρουσες. Στο χωριό υπάρχει μια ουλόγκ ή αγκ-γκαμ, δηλαδή μια καλύβα σκεπασμένη με καλάμια που κοιμούνται τη νύχτα κορίτσια ηλικίας γάμου. Ένας νεαρός που ενδιαφέρεται να νυμφευθή θα πλησιάση το κορίτσι της εκλογής του στην ουλόγκ και θα της ζητήση να τον παντρευτή. Μπορεί να είναι η πρώτη φορά που μιλά ο ένας στον άλλον.
Αφού η πρότασις γίνη δεκτή, το επόμενο βήμα είναι να επισκεφθή ο νέος τους γονείς του κοριτσιού, με έναν χοίρο ως δώρο. Σφάζουν αυτό τον χοίρο κι εξετάζουν τη χολή του. Αν η χολή είναι σε καλή κατάστασι, το ζεύγος αρραβωνιάζεται. Αυτό ακολουθείται από ένα δεύτερο χοίρο. Αν η χολή του γίνη δεκτή, ο γάμος επισημοποιείται. Όταν η χολή δεν είναι σε καλή κατάστασι πιστεύουν ότι είναι οιωνός ότι ο γάμος δεν θα ευλογηθή. Ακολουθεί η γαμήλιος τελετή με πολύ φαγητό και χορό.
Ο γάμος, εν τούτοις, εξαρτάται ακόμη από την κατάστασι της χολής ενός τρίτου χοίρου, που θα θυσιάσουν μετά τον θερισμό του ρυζιού. Όταν η χολή δεν είναι σε καλή κατάστασι, ο γάμος ακυρώνεται.
Το φορτίο εργασίας σε μια οικογένεια Ιγκοροτών μοιράζεται στη μέση μεταξύ του συζύγου και της συζύγου. Τη μια μέρα ο άνδρας καλλιεργεί τον αγρό ενώ η σύζυγος φροντίζει για το σπίτι. Την άλλη μέρα ο άνδρας φροντίζει για το σπίτι ενώ η σύζυγος περνά τη μέρα της στον αγρό φυτεύοντας και καλλιεργώντας τα σιτηρά.
Το Σπίτι των Ιγκοροτών
Ξαναρχίζομε το ταξίδι μας με το λεωφορείο και φθάνομε τελικά στον προορισμό μας, στη Μπανάου, όπου έχομε διευθετήσει να περάσουμε τις μέρες μας με μια οικογένεια στην καλύβα τους, φτιαγμένη κατά τη συνήθεια των Ιγκοροτών.
Όταν φθάνωμε, είναι ήδη σκοτεινά και αρχίζομε την τριαντάλεπτη πορεία μας προς τα καταλύματά μας. Με το φως ενός φακού σκαρφαλώνομε αργά και με πολλή προσοχή στην κατακόρυφη πλευρά ενός ολισθηρού βράχου μαμμούθ κατά μήκος του δρόμου. Όταν φθάνωμε στην κορυφή, ακολουθούμε την ακτίνα φωτός του φακού κατά μήκος ενός στενού χείλους μιας κλιμακωτής επιφανείας ρυζιού ύψους είκοσι ποδών (6 μέτρα περίπου) και περπατάμε προσεκτικά προσπαθώντας να ισορροπήσουμε σ’ ένα μονοπάτι φάρδους δέκα ιντσών (25 εκατοστών). Σύντομα φθάνομε σ’ ένα στενό αλλά βαθύ πέρασμα ανάμεσα σε βράχους. Προσέχομε να μην κυττάξωμε προς τα κάτω καθώς κάνομε ένα πήδημα τεσσάρων ποδών (1,20 μέτρων περίπου). Είναι απίστευτο να σκέπτεται κανείς ότι αυτός είναι ο ευκολώτερος δρόμος για να πλησιάση στο σπίτι αυτών των ανθρώπων!
Τελικά φθάνομε σ’ ένα μικρό ξέφωτο στην πλαγιά του βουνού. Στο φως του φεγγαριού βλέπομε μια μικρή καλύβα, με ύψος ίσως οκτώ ποδών (2,40 μέτρα) και φάρδος επτά ποδών (2,10 μέτρα). Δεν προλαβαίνομε να πάρωμε αναπνοή και ένας χαμογελαστός, ηλικιωμένος άνδρας βγαίνει και μας προσκαλεί να περάσωμε μέσα.
Μόλις μπαίνομε, βλέπομε ότι δεν υπάρχουν παράθυρα, μόνο μια μικρή τρύπα στην οροφή πάνω από τη φωτιά που καίει σε μια γωνιά. Η μόνη άλλη πηγή φωτός είναι μια μικρή λάμπα πετρελαίου που είναι φτιαγμένη από μια γυάλα γλυκού κι ένα κομμάτι σπάγγο. Δεν υπάρχουν τραπέζια ούτε καρέκλες, μόνον μια μικρή ψάθα φτιαγμένη από στενές ράβδους σαν μπαμπού, που ονομάζονται μπιλάου, και βρίσκεται πάνω στο πάτωμα. Χρησιμεύει για κάθισμα, για τραπέζι φαγητού και, όπως αργότερα ανακαλύψαμε, για κρεββάτι μας.
Επειδή είναι ακόμη νωρίς, ο οικοδεσπότης μας, που ονομάζεται Πέδρο Κιντάζαν, μας λέγει πώς έκτισε αυτή την καλύβα στη διάρκεια της Ιαπωνικής κατοχής, πράγμα που εξηγεί γιατί είναι τόσο δύσκολο να φθάση κανείς εκεί. Τονίζει ότι οι τοίχοι, είναι φτιαγμένοι από μπιλάου και η καλαμένια στέγη είναι ένα χόρτο που ονομάζεται γκολούν. Πάνω στα ράφια πάνω από τη φωτιά είναι τοποθετημένα αρκετά καυσόξυλα που ξηραίνονται καθώς απορροφούν τον καπνό.
Η συζήτησίς μας διαρκεί μέχρι τις 8:30 μ.μ., οπότε είναι καιρός να πάμε για ύπνο, επειδή η ημέρα αρχίζει πολύ νωρίς για τον λαό Ίγκοροτ. Ένα μικρό, λεπτό στρώμα ξεδιπλώνεται και η ψάθα που καθόμαστε γίνεται αμέσως κρεββάτι. Αντίθετα με ό,τι μπορεί να σκεφθή κανείς είναι πολύ αναπαυτικό. Ο οικοδεσπότης μάς και η οικογένειά του κοιμούνται σε άλλες καλύβες που έχουν.
Μια Ικανοποιητική Επίσκεψις
Η καινούργια μέρα αρχίζει πριν από την ανατολή του ηλίου. Ενώ ετοιμάζεται το πρόγευμα, πλενόμαστε έξω. Το πρόγευμα περιλαμβάνει βρασμένα σφιχτά αυγά κόττας, βραστή καμότ (γλυκοπατάτα), και καφέ. Περνώ ένα μέρος του πρωινού βοηθώντας τον Πέδρο Κιντάζαν στις καθημερινές του ασχολίες, να ταΐζη τις πάπιες, τις κόττες και τους χοίρους.
Ο Πέδρο μου δείχνει ένα λόφο που έχει οργωθή πρόσφατα κατά μήκος της κοιλάδος και μου λέγει ότι πρόκειται να φυτεύση μερικές καμότ εκεί πάνω και ρύζι σε μια από τις εξέδρες από κάτω. Εδώ, για πρώτη φορά, βλέπω την απεραντοσύνη των Ορυζώνων της Μπανάου!
Νότια, βόρεια και δυτικά, όσο μπορεί να δη το μάτι, υπάρχουν πράσινες κλιμακωτές επιφάνειες ρυζιού, η μια επάνω στην άλλη. Εκτείνονται από τους πρόποδες των βουνών ως τις κορυφές. Σε μια πλαγιά του βουνού υπάρχουν πάνω από πενήντα κλιμακωτές επιφάνειες η μία επάνω στην άλλη. Αυτές οι επιφάνειες καλύπτουν μια έκτασι 250 τετραγωνικών μιλίων και αν τοποθετούντο σε μια σειρά η μία μετά την άλλη καλύπτουν μια απόστασι 14.000 μιλίων. Απ’ όλα τα θαυμάσια κατορθώματα του ανθρώπου, αυτές οι κλιμακωτές επιφάνειες είναι οι πιο εντυπωσιακές που έχω δει ποτέ. Δύσκολα μπορεί να πιστέψη κανείς ότι κατασκευάστηκαν απλώς με εργαλεία της χειρός και χωρίς τη βοήθεια της σύγχρονης τεχνολογίας.
Το ότι ζήσαμε αρκετές μέρες με τους Ιγκορότες απεδείχθη ένα διδακτικό μάθημα για τη σύζυγό μου κι εμένα. Μολονότι δεν είχαμε σύγχρονες εφευρέσεις που να μας κρατούν συνεχώς απασχολημένους, συνεχώς μαθαίναμε ενδιαφέροντα πράγματα για την καλή γη. Ούτε για μια φορά δεν αισθανθήκαμε πλήξι. Μολονότι η σύγχρονη τεχνολογία έχει βοηθήσει τον άνθρωπο να βελτιώση τις συνθήκες της ζωής του, σε ωρισμένες περιπτώσεις έτεινε επίσης να τον αποξενώση από το σπίτι του, τη γη, αντί να τον κάνη να αισθάνεται μέρος της, όπως μας έκανε να αισθανθούμε η επίσκεψίς μας στους Ιγκορότες.