Τι Μπορεί να σας Βοηθήση να Επιτύχετε;
ΤΟ δελτίον ειδήσεων στην τηλεόρασι άρχισε ως συνήθως. Ανεκοινώθη μια αυτοκτονία που έγινε σ’ ένα τοπικό μπαρ. Και τότε, ξαφνικά και χωρίς καμμιά προειδοποίηση κάτι αναπάντεχο συνέβη.
Η εκφωνήτρια της Φλώριδας, μια γυναίκα είκοσι εννέα ετών, εμφανίσθηκε στην οθόνη και ανήγγειλε: «Σε αληθινή εικόνα θα δήτε μια άλλη αυτοκτονία, για την οποία γίνεται απόπειρα πρώτη φορά.» Μπροστά στα μάτια των ακροατών τής τηλεοράσεως, πήρε ένα πιστόλι στο χέρι της, το έβαλε στο πίσω μέρος του κεφαλιού της και πάτησε τη σκανδάλη. Λίγες ώρες αργότερα πέθανε.
Στα πρόσφατα χρόνια έχει παρατηρηθή μια ανησυχητική αύξησις στον αριθμό των ατόμων που αισθάνονται ότι δεν μπορούν ν’ αντιμετωπίσουν τη ζωή. Πολλοί αποπειρώνται ν’ αυτοκτονήσουν. Άλλοι περνούν τη ζωή τους με μεγάλη κατάθλιψι και αθλιότητα.
Σε πολλές περιπτώσεις, οι άνθρωποι μπορούν ν’ αναφέρουν συγκεκριμένες αιτίες για την απελπισία των, όπως είναι οι χρόνιες, οδυνηρές ασθένειες, ο ακρωτηριασμός των σε ατυχήματα και η ξαφνική απώλεια των προσφιλών τους. Αλλά στις περιπτώσεις που οι άνθρωποι αισθάνονται ότι δεν θέλουν να ζήσουν πια, συνήθως υπάρχει και κάτι άλλο. Τι;
Σχετικά με την εκφωνήτρια που αυτοκτόνησε, ένας φίλος, όπως αναφέρεται, είπε ότι «είχε γίνει ένα υπερευαίσθητο άτομο που λυπόταν τον εαυτό της.» Ένας μεγάλος παράγων που συνετέλεσε στην αυτοκτονία της ήταν η αυτολύπησις.
Ασφαλώς, τα άτομα που έχουν δοκιμάσει συμφορές στη ζωή τους, έχουν λόγους να αισθάνωνται κάποια λύπη για τις προσωπικές τους καταστάσεις. Δεν αληθεύει, όμως, ότι η αυτολύπησις συχνά ξεφεύγει από τον έλεγχο; Για να μάθωμε ν’αντιμετωπίζωμε την καθημερινή ζωή, απαιτείται να θέσωμε υπό έλεγχο αυτή την τάσι. Πώς μπορεί να το κάνη κανείς αυτό;
Ένας παράγων είναι ν’ αναγνωρίση ότι η υπερβολική αυτολύπησις απλώς χειροτερεύει τα πράγματα. Μολονότι δεν οδηγεί πάντοτε στην αυτοκτονία, φέρνει μοναξιά και, σε μερικές περιπτώσεις, ακόμα και σωματικές ανωμαλίες. Ο συγγραφεύς Ντέηλ Κάρνεγκη φέρνει ένα παράδειγμα στο βιβλίο του Πώς να Πάψετε ν’ Ανησυχήτε και ν’ Αρχίσετε να Ζήτε (How to Stop Worrying and Start Living):
«Γνωρίζω μια γυναίκα στη Νέα Υόρκη η οποία πάντοτε παραπονιέται ότι είναι μόνη. Κανείς από τους συγγενείς της δεν θέλει να πάη κοντά της—και δεν είναι παράξενο αυτό. Αν την επισκεφθήτε, θα σας λέγει επί ώρες τι έκανε για τα ανήψια της όταν ήσαν μικρά . . .
«Πάνε τα ανήψια της να τη δουν; Ναι, βέβαια, πού και πού, από αίσθημα καθήκοντος. Αλλά τις τρέμουν αυτές τις επισκέψεις. Γνωρίζουν ότι θ’ αναγκασθούν να κάθωνται και ν’ ακούνε επί ώρες ‘μασημένες’ επιπλήξεις. Θα υποστούν ένα ατέλειωτο ‘κατεβατό’ από πικρά παράπονα και αναστεναγμούς αυτολυπήσεως. Και όταν αυτή η γυναίκα δεν μπορεί πια να αναγκάση, να εκφοβίση ή να τρομοκρατήση τα ανήψια της να έλθουν να τη δουν, παθαίνει μια από τις ‘κρίσεις’ της. Παθαίνει καρδιακή προσβολή.
Αυτή η καρδιακή προσβολή είναι πραγματική; Βέβαια. Οι γιατροί λέγουν ότι έχει ‘νευρική καρδιά’ υποφέρει από παλμούς. Αλλ’ οι γιατροί λέγουν επίσης ότι δεν μπορούν να κάνουν τίποτε γι’ αυτήν—το πρόβλημά της είναι συναισθηματικό.»
Πώς μπορεί κάποιος ν’ αποφύγη να φθάση στα άκρα με το να αισθάνεται λύπη για τον εαυτό του; Επειδή οι αιτίες γι’ αυτό διαφέρουν από άτομο σε άτομο, δεν υπάρχει απλή γενική θεραπεία. Αλλ’ εξετάστε τις πείρες τριών ατόμων που απροσδόκητα νίκησαν την αυτολύπησι. Οι δύο πρώτες προέρχονται από το βιβλίο του Ντέηλ Κάρνεγκη, που ανεφέρθη προηγουμένως. Προσέξτε να δήτε αν μπορήτε να διακρίνετε κάποιο κοινό στοιχείο σ’ όλες αυτές.
Μια γυναίκα λέγει ότι λυπάται τον εαυτό της επειδή «μετά από πολλά χρόνια ευτυχισμένης έγγαμης ζωής, έχασα τον σύζυγό μου.» Μια μέρα αυτή η γυναίκα, που βρισκόταν σε μεγάλη απόγνωσι, μπήκε σ’ ένα λεωφορείο και κατέβηκε στο τέρμα της διαδρομής. Αφού περιπλανήθηκε για λίγο σε μια άγνωστη περιοχή, μπήκε σε μια εκκλησία και κοιμήθηκε. Όταν ξύπνησε είδε δυο δειλά, φτωχοντυμένα παιδιά να την κυττούν από απόστασι. Όταν έμαθε ότι είναι ορφανά, τα πήγε σ’ ένα ζαχαροπλαστείο και τους αγόρασε αναψυκτικά, φλυάρησε μαζί τους και τους αγόρασε μερικά δώρα. Βοήθησαν αυτές οι ενέργειες τη γυναίκα ν’ αντιμετωπίση τη θλίψι της απωλείας του συζύγου της; Συνεχίζει :
«Αυτά τα δυο μικρά ορφανά έκαναν περισσότερα για μένα απ’ ό,τι εγώ γι’ αυτά. Αυτή η εμπειρία μού έδειξε πάλι ότι είναι αναγκαίο να κάνωμε άλλους ανθρώπους ευτυχισμένους για να είμαστε κι εμείς ευτυχισμένοι. Διεπίστωσα ότι η ευτυχία είναι μεταδοτική. Αν δίνωμε, θα λάβωμε. Με το να βοηθήσω κάποιον, και να το κάνω αυτό από αγάπη, νίκησα την ανησυχία, τη θλίψη και την αυτολύπησι, και αισθανόμουν νέος άνθρωπος. Και έγινα πράγματι νέος άνθρωπος—όχι μόνο τότε, αλά και σ’ όλα τα χρόνια που ακολούθησαν.»
Τα άτομα που νομίζουν ότι δεν μπορούν πια ν’ αντιμετωπίσουν τη ζωή, μπορεί να αισθάνωνται την ανάγκη να λάβουν βοήθεια, αντί να αισθάνωνται ότι είναι σε θέσι να την δώσουν. Παρ’ όλ’ αυτά, αν κάνη κανείς μια πράξι καλωσύνης για κάποιον άλλον, αυτό θα του φτιάξη τη διάθεσι και θα τον βοηθήση ν’ αντιμετωπίση πιο εύκολα τη ζωή. Ο Ιησούς Χριστός είπε: «Μακάριον είναι να δίδη τις μάλλον παρά να λαμβάνη.» (Πράξ. 20:35) Αλλά τι θα γίνη αν δεν έχετε χρήματα ούτε άλλα υλικά πράγματα να δώσετε; Εξετάστε μια άλλη πείρα που απροσδόκητα έβγαλε κάποιον από την αποθάρρυνσι.
«Η τραγωδία της ζωής μου όταν ήμουν στην εφηβεία καθώς και στα πρώτα χρόνια μου ως νεαρή γυναίκα, ήταν η φτώχεια μας. Ποτέ δεν μπορούσαμε να ψυχαγωγηθούμε όπως και τα άλλα κορίτσια του κοινωνικού μου επιπέδου. Τα ρούχα μου δεν ήσαν ποτέ πρώτης ποιότητος. Μεγάλωνα κι έτσι δεν μου έκαναν και συχνά ήσαν εκτός μόδας. Αισθανόμουν τόσο ταπεινωμένη, τόσο ντροπιασμένη, ώστε συχνά έκλαιγα ώσπου να κοιμηθώ.
«Τελικά, μέσα στην απόγνωσί μου, σκέφθηκα να ρωτώ πάντοτε τον συνοδό μου στα πάρτυ φαγητού για τις εμπειρίες του, τις ιδέες του και τα σχέδιά του για το μέλλον. Δεν έκανα αυτές τις ερωτήσεις επειδή μ’ ενδιέφεραν ιδιαίτερα οι απαντήσεις. Το έκανα αυτό μόνο και μόνο για ν’ αποστρέψω την προσοχή του συνοδού μου από τα φτωχικά μου ρούχα.
«Αλλά συνέβη ένα παράξενο πράγμα: καθώς άκουγα αυτούς τους νεαρούς να μιλούν και μάθαινα περισσότερα γι’ αυτούς, άρχισα πράγματι ν’ ακούω μ’ ενδιαφέρον αυτά που έλεγαν. Αφοσιωνόμουν τόσο πολύ ώστε μερικές φορές ξέχναγα τα ρούχα μου. Αλλά το εκπληκτικό πράγμα για μένα ήταν αυτό: επειδή ήμουν καλή ακροάτρια κι ενεθάρρυνα τα αγόρια να μιλούν για τον εαυτό τους, τους έδινα ευτυχία και τελικά έγινα το πιο δημοφιλές κορίτσι στην κοινωνική μας ομάδα και τρεις απ’ αυτούς τους άνδρες μου έκαναν πρότασι γάμου.»
Μια τρίτη εμπειρία τονίζει την αξία του να δίνωμε με πνευματικό τρόπο. Ήταν κι αυτή απροσδόκητη και βοήθησε ένα άτομο ν’ αντιμετωπίση με καλύτερο τρόπο τη δυσάρεστη κατάστασι μιας χρονίας ασθενείας. Μια Μάρτυς του Ιεχωβά από το Ιλλινόις αναφέρει:
«Τελευταία, έμεινα πάλι άλλες 10 ή 12 μέρες στο νοσοκομείο λόγω μιας ενοχλητικής χρονίας ασθενείας. Τώρα που γύρισα σπίτι, διευθέτησα για μια ακόμη φορά να βγω στο από θύρα σε θύρα έργο για να μοιρασθώ τις Γραφικές αλήθειες με τους γείτονές μου. Όταν έφθασε η αναμενόμενη μέρα, όμως, αισθανόμουν πολύ μεγάλη κατάθλιψι. Μολονότι ήμουν οπωσδήποτε αποφασισμένη να πάω, είπα στην αδελφή που θα με συνόδευε: ‘Αυτό το πρωί θα ήθελα μόνο ν’ ακούω. Δεν έχω διάθεσι να μιλήσω στους φίλους, πόσο μάλλον σ’ ένα ξένο.’
Η σύντροφός μου συμφώνησε. Χτύπησε μια πόρτα και άρχισε να συζητά με μια κυρία, η οποία τελικά μας προσκάλεσε μέσα. Αμέσως πήρα μέρος κι εγώ στη συζήτησι, κι άρχισα να λέγω στην οικοδέσποινα Γραφικές σκέψεις. Παρατηρώντας την εκτίμησί της για ό,τι άκουγε, η κατάθλιψίς μου μετεβλήθη σε γνήσια χαρά. Όταν φύγαμε απ’ αυτό το σπίτι, δεν μπορούσα να δώσω ούτε τον ορισμό ακόμη της καταθλίψεως. Η χαρά, που προέρχεται από τη μετάδοσι της Γραφικής αληθείας, είναι απερίγραπτη.»
Αισθάνεσθε κι εσείς αποθάρρυνσι κατά καιρούς; Αν ναι, αγωνισθείτε σκληρά κατά της υπερβολικής αυτολυπήσεως αναζητώντας τρόπους να βοηθήσετε άλλους. Μολονότι αυτό δεν θ’ απομακρύνη την αιτία της λύπης σας, θα σας βοηθήση οπωσδήποτε ν’ αντιμετωπίσετε το πρόβλημα.—Λουκ. 6:38· Φιλιππ. 4:8, 9.