Τι Συμβαίνει Όταν το Ρεύμα Διακόπτεται;
Η 13η Ιουλίου 1977 ήταν μια πολύ ζεστή και υγρή ημέρα στην πόλι της Νέας Υόρκης. Στις 9,30 μ.μ. περίπου εψάλλετο ο τελικός ύμνος σε μια Αίθουσα Βασιλείας, στο νοτιοανατολικό τμήμα της περιφερείας του Μπρούκλυν. Ξαφνικά τα φώτα έσβησαν, το σύστημα κλιματισμού έπαυσε να λειτουργή και άναψαν τα εφεδρικά φώτα.
«Έχομε διακοπή ρεύματος,» είπε ο πρεσβύτερος που ήταν στο βήμα εκείνη την ώρα. «Η νύχτα είναι πολύ ζεστή και λειτουργούν πολλά συστήματα κλιματισμού και ανεμιστήρες. Δεν υπάρχει λόγος να ανησυχήτε. Τα εφεδρικά φώτα θα σας βοηθήσουν να βλέπετε καθώς θα μαζεύετε τα πράγματα σας και θα φεύγετε από την αίθουσα.»
Ζώντας σε μια σχετικά ήσυχη συνοικία του Μπρούκλυν, εκείνοι που ήσαν παρόντες δεν ενοχλήθηκαν ιδιαίτερα απ’ ό,τι συνέβη. Αφού η συνάθροισις έκλεισε με προσευχή, άρχισαν σύντομες, φιλικές συζητήσεις. Κατόπιν, μερικοί αποφάσισαν να κυττάξουν έξω. Έμειναν έκπληκτοι όταν είδαν ότι τα γύρω τετράγωνα είχαν, επίσης, βυθισθή στο σκοτάδι. Αλλά οι περισσότεροι απ’ εκείνους που παρευρίσκοντο νόμισαν ότι η διακοπή ρεύματος ήταν τοπική.
Έγιναν διευθετήσεις ώστε όλοι στην αίθουσα να μεταφερθούν στα σπίτια τους. Σ’ ένα αυτοκίνητο, μια ομάδα που αποτελείτο από δύο νυμφευμένα ζεύγη και έναν νεαρό άνδρα, έπρεπε να διανύση απόστασι επτά μιλίων (11 χιλιόμετρων) δια μέσου του Μπρούκλυν. Αφού πήραν μαζί τους κι άλλο ένα μέλος της εκκλησίας, μια γυναίκα που έμενε εκεί κοντά, σύντομα ξεκίνησαν. Δεν υπήρχαν πολλά οχήματα στους δρόμους κι έτσι η απουσία των φώτων κυκλοφορίας δεν δημιουργούσε μεγάλο πρόβλημα. Αφού άφησαν τη γυναίκα σπίτι της, συνέχισαν τη διαδρομή τους σε μια πολυσύχναστη λεωφόρο και κατευθύνονταν προς τον πλησιέστερο αυτοκινητόδρομο. Στις διασταυρώσεις η κυκλοφορία άρχισε να μπλέκεται και φαινόταν πως δεν υπήρχαν πολλές ελπίδες για κάποια πρόοδο. Ωστόσο, όταν αντιλήφθηκαν το πρόβλημα, μερικοί νεαροί ριψοκινδύνευσαν να βγουν από τα αυτοκίνητά τους και ν’ αρχίσουν να κατευθύνουν την κυκλοφορία με φακούς. Χάρις στις αξιόλογες προσπάθειές τους, πολλοί κατώρθωσαν να φθάσουν στον αυτοκινητόδρομο χωρίς δυσκολία.
Αισθάνθηκαν οπωσδήποτε ανακούφισι τα πέντε αυτά άτομα καθώς πλησίαζαν στο σπίτι τους. Οι γυναίκες, που δεν ζούσαν στην πόλι της Νέας Υόρκης τον καιρό της τελευταίας μεγάλης διακοπής ρεύματος που έγινε το 1965, άρχισαν να συζητούν για το πόσο ενδιαφέρον ήταν να δουν μια τέτοια διακοπή. Αλλά ο νέος που ήταν μαζί τους έκανε μια λογική παρατήρησι: «Είναι πολύ επικίνδυνο. Σκεφθήτε τους ανθρώπους που τυχόν έχουν παγιδευτή σε υπόγειους που είχαν συνάθροισι σήμερα. Ελπίζω, βέβαια, να πήγαν όλα καλά και γι’ αυτούς.» Καθώς συνέχιζαν τον δρόμο τους, έγινε ολοφάνερο ότι ολόκληρη η πόλις είχε βυθισθή σε ολοκληρωτικό σκοτάδι. Μόνο εδώ κι εκεί έβλεπε κανείς φώτα σε κτίρια που είχαν δικό τους απόθεμα ηλεκτρικού ρεύματος.
Οι Λαφυραγωγοί και η Αστυνομία
Αλλά τι συνέβαινε στο σκοτάδι; Κρίνοντας απ’ ό,τι είχε συμβή στις 9 Νοεμβρίου του 1965, όταν η Νέα Υόρκη έλαβε πείρα μιας εκτεταμένης διακοπής ρεύματος, κάποιος θα μπορούσε να συμπεράνη ότι δεν υπήρχε σπουδαίος λόγος ν’ ανησυχή κανείς για πιθανές παραβάσεις πολιτών. Πράγματι, εκείνη τη μέρα του 1965 έγιναν λιγώτερες συλλήψεις απ’ ό,τι την ίδια περίοδο σε άλλους καιρούς.
Η Τετάρτη, 13 Ιουλίου 1977, ήταν διαφορετική. Ήταν μια ζεστή νύχτα και πολλοί άνθρωποι βρίσκονταν στους δρόμους. Ειδικά αυτό συνέβαινε στις χειρότερες συνοικίες της πόλεως. Τι θα έκαναν αυτοί καθώς και άλλοι κάτω από το κάλυμμα του σκότους—θα εκμεταλλεύονταν την ευκαιρία να βοηθήσουν άλλους ή θα άρπαζαν πράγματα που δεν τους ανήκαν;
Η απάντησις ήλθε σχεδόν αμέσως. Κάποιος αστυνομικός βρισκόταν στο συνηθισμένο του πόστο στο νοτιοανατολικό Μπρούκλυν, όταν ο ασύρματος προειδοποίησε ότι αναμένεται διακοπή του ρεύματος. Κατόπιν έγινε η συσκότισις. Σε λιγώτερο από ένα λεπτό άκουσε από τον ασύρματο ότι η λαφυραγωγία είχε αρχίσει.
Εκείνη τη νύχτα οι αστυνομικοί συχνά κατακλύζονταν από μεγάλους όχλους και δεν μπορούσαν να κάνουν τίποτε περισσότερο από το να διασκορπίζουν τα πλήθη και να σταματούν σε κάποιο σημείο τη λαφυραγωγία. Κινδύνευαν, επίσης, να τους χτυπήσουν με μπουκάλια, πέτρες, τούβλα και από αδέσποτες σφαίρες. Ευτυχώς, κανένας αστυνομικός δεν σκοτώθηκε αν και εκατοντάδες τραυματίσθηκαν.
Η λαφυραγωγία δεν σταμάτησε ούτε όταν άρχισε να ξημερώνη. Και ενώ οι άνδρες της αστυνομίας φύλαγαν τα καταστήματα που είχαν παραβιαστή, οι λαφυραγωγοί πουλούσαν τα αντικείμενα που είχαν κλέψει στη διάρκεια της νύχτας.
Ένας αυτόπτης μάρτυς μιας λαφυραγωγίας στο Μανχάτταν λέγει τι είδε από το παράθυρο του ενδέκατου ορόφου: «Οι δρόμοι ήσαν πλημμυρισμένοι από ανθρώπους—άνδρες, γυναίκες και παιδιά. Ήταν σαν να γινόταν κάποια πολιτική συγκέντρωσι ή ποδοσφαιρικοί αγώνες. Καταστήματα παρεβιάζοντο παντού. Ένας άνδρας μ’ ένα αυτοκίνητο είχε μια ομάδα από μικρά παιδιά που τον βοηθούσαν να φορτώση το αυτοκίνητο με κλεμμένα πράγματα. Άλλοι συσσώρευαν αντικείμενα στα πεζοδρόμια. Όποτε πλησίαζε κάποιο αστυνομικό αυτοκίνητο, οι άνθρωποι διασκορπίζονταν. Το μόνο που μπορούσε να κάνη η αστυνομία ήταν να κατάσχη τα κλεμμένα αντικείμενα που είχαν συγκεντρώσει στο πεζοδρόμιο.»
Από άλλες περιοχές οι εκθέσεις ήσαν παρόμοιες. Με τη βοήθεια αλυσίδων, λοστών, κτηνώδους δυνάμεως και της δυνάμεως αυτοκινήτων, φορτηγών ή ημιφορτηγών, οι λαφυραγωγοί άνοιγαν τις προστατευτικές καγκελόπορτες. Συχνά έσπαζαν παράθυρα με μετάλλινα δοχεία απορριμμάτων που τα έπαιρναν από τα πεζοδρόμια. Επίσης, εδέχοντο επιδρομές και τα καταστήματα. Πράγμα παράξενο, μερικοί λαφυραγωγοί θεωρούσαν τους εαυτούς τους αξιοσέβαστους. Μια γυναίκα από το Μπρονξ σχολίασε: «Ξέρετε, δεν ήμασταν ζώα εδώ. Οι άνθρωποι με τη σειρά τους σκαρφάλωναν από τα σπασμένα τζάμια και κανείς δεν έσπρωχνε ούτε προσπαθούσε να προχωρήση μπροστά.» Ωστόσο, μερικές φορές, οι λαφυραγωγοί φιλονικούσαν για κλεμμένα αντικείμενα. Αφού άδειασαν από το περιεχόμενό τους πολυάριθμα καταστήματα, τα πυρπόλησαν.
Σύμφωνα με υπολογισμούς, 2.000 καταστήματα λαφυραγωγήθηκαν. Οι συνολικές ζημιές αρχικά υπολογίσθηκε ότι υπερέβαιναν το ένα δισεκατομμύριο δολλάρια. Από μια έκθεσι αυτοκινήτων στο Μπρονξ, πενήντα αυτοκίνητα αξίας μέχρι 250.000 περίπου δολλαρίων εκλάπησαν. Σε διάστημα λιγώτερο από μια ημέρα μετά το τέλος της διακοπής ρεύματος, βρέθηκαν τριάντα από αυτά τα αυτοκίνητα. Όλα είχαν καταστραφή χωρίς να μπορούν να επισκευασθούν. Συχνά ό,τι δεν μπορούσαν οι λαφυραγωγοί να το πάρουν μαζί τους, το κατάστρεφαν. Ως αποτέλεσμα της μανίας τους, μέρη των χαλασμένων περιοχών είχαν την όψι περιοχών κατεστραμμένων από τον πόλεμο.
Η αστυνομία συνέλαβε περίπου 3.000 άτομα για λαφυραγωγία. Από ένα σύνολο κάπου 300 παραβατών απεδείχθη ότι το 70 τοις εκατό είχαν συλληφθή και πριν. Αλλά χιλιάδες λαφυραγωγών διέφυγαν και αδιάντροπα εκαυχώντο για ό,τι είχαν αρπάξει. Μεταξύ αυτών ήσαν και άνθρωποι με προσοδοφόρες εργασίες. Όταν επέστρεψε στην εργασία του την Παρασκευή, ένας άνδρας έδειξε περήφανα σε ένα συνάδελφο του ένα μεγάλο κατάλογο πραγμάτων που είχε κλέψει. Πράγματι, είχε κλέψει τόσο πολλά ώστε άρχισε να σκέπτεται να δώση μερικά πράγματα σ’ εκείνους που τα είχαν ανάγκη. Τα λόγια ενός νεαρού σε μια ιδιοκτήτρια καταστήματος που έβλεπε το κατεδαφισμένο κατάστημα της, συνοψίζουν την άποψι πολλών λαφυραγωγών: «Είναι τα Χριστούγεννα μας.»
Ένας Πολυάσχολος Καιρός για τους Πυροσβέστες
Ο εμπρησμός, μαζί με τις επείγουσες καταστάσεις ανάγκης που προκάλεσε η διακοπή ρεύματος, δημιούργησαν ένα πραγματικό εξαντλητικό φόρτο εργασίας για τους πυροσβέστες. Μια σύντομη έκθεσις ενός πυροσβέστη δίνει ένα παράδειγμα του τι συνέβη:
«Ανέλαβα εργασία τα μεσάνυχτα. Ένας άνθρωπος που είχε εμφύσημα χρειαζόταν να τροφοδοτήση τον αναπνευστήρα του με τη γεννήτριά μας. Αφού τελειώσαμε αυτή την εργασία, απαντήσαμε σε μία κλήσι από το Μπράουνσβιλ του Μπρούκλυν. Οι δρόμοι ήσαν τόσο γεμάτοι από ανθρώπους, ώστε έμοιαζαν σαν την Πλατεία Τάιμς Σκουέρ την Παραμονή της Πρωτοχρονιάς. Νόμιζα πώς είχαμε κληθή για να διαλύσωμε τον όχλο. Αλλά δεν συνέβαινε αυτό. Ένα κατάστημα καιγόταν. Χρειάσθηκαν τρία μεγάλα δοχεία αέρος για να μπω και να βγω από το κτίριο.
«Όταν αυτή η φωτιά είχε τεθή πια υπό έλεγχο, δύο γειτονικές εξαώροφες πολυκατοικίες άρχισαν να καίωνται. Αφού βοηθήσαμε στην κατάσβεσι αυτής της πυρκαϊάς, το αυτοκίνητο μας ξεκίνησε για τον σταθμό. Δεν είχαμε κάνει ούτε το ένα τέταρτο του δρόμου της επιστροφής, όταν κληθήκαμε να βοηθήσωμε στην κατάσβεσι μιας αναζωπυρομένης φωτιάς. Πέντε πυροσβεστικές αντλίες βρίσκονταν ήδη εκεί και η δική μας ήταν η έκτη. Είχε φθάσει 6 το πρωί.
«Δύο ώρες αργότερα κληθήκαμε να βοηθήσουμε τον ίδιο ασθενή που έπασχε από εμφύσημα. Θέσαμε στη διάθεσί του το ρεύμα της γεννήτριάς μας για τον αναπνευστήρα του. Μετά απ’ αυτό, ο άνθρωπος μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο.
«Μια άλλη φορά βρισκόμασταν στον δρόμο για το Μπράουνσβιλ. Οι πυροσβεστικές είχαν οργανωθή σε ομάδες. Όλες ευρίσκοντο στη σειρά η μια πίσω από την άλλη στο δρόμο, έτοιμες να πάνε στον τόπο της φωτιάς. Καμμιά από τις πυροσβεστικές που αποτελούσαν αυτές τις ομάδες δεν απάντησε σε ψευδείς προειδοποιήσεις.
«Πήγαμε να σβήσωμε μια φωτιά σ’ ένα λαφυραγωγημένο κατάστημα στο Μπρόντγουαιη του Μπρούκλυν. Χρειάσθηκε να κάνωμε μια τρύπα στο πάτωμα για να μπούμε στο υπόγειο. Αφού δαπανήσαμε μιάμιση ώρα περίπου προσπαθώντας να σβήσωμε αυτή τη φωτιά, γυρίσαμε πίσω και μπήκαμε στη σειρά περιμένοντας να πάμε κάπου αλλού. Στον τόπο της επόμενης πυρκαϊάς, ο δρόμος ήταν γεμάτος χαρτοκιβώτια από μια φλεγόμενη αποθήκη και οι άνθρωποι τα έβρεχαν.
«Γύρω στις 1 μ.μ. βρεθήκαμε μπροστά σε μια άλλη λαφυραγωγημένη αποθήκη. Αυτή η φωτιά, για την οποία το σήμα συναγερμού χτύπησε επανειλημμένως, ήταν τόσο μεγάλη, ώστε δεκαπέντε λεπτά αργότερα οι τοίχοι κατέρρευσαν και το οικοδόμημα κάηκε μέχρι τα θεμέλια. Λόγω της υπερβολικής θερμότητος που προκάλεσαν οι φλόγες, τέσσερα κενά κτίρια κατά μήκος του δρόμου έπιασαν φωτιά, καθώς και άλλα γειτονικά σπίτια. Η διαρκείας εικοσιμιάς ώρας περιοδεία μας για την καταπολέμησι της πυρκαϊάς σταμάτησε σ’ αυτή την περιοχή.»
Μεγάλη Δραστηριότης στα Νοσοκομεία
Τα νοσοκομεία κοντά σε περιοχές εκτεταμένης λαφυραγωγίας απασχολήθηκαν με την περίθαλψι ανθρώπων με κτυπήματα από μαχαίρι ή σφαίρες, καθώς επίσης και με τραύματα από σπασμένο γυαλί. Ένα νοσοκομείο στο Μπρούκλυν, του οποίου η εφεδρική γεννήτρια σταμάτησε, άρχισε να εκτελή χειρουργικές επεμβάσεις και να περιθάλπη τους τραυματίες έξω. Δύο γεννήτριες από το Πυροσβεστικό Τμήμα εφωδίασαν το ρεύμα για προβολείς υψηλής εντάσεως οι οποίοι προμήθευσαν φωτισμό για την περιποίησι των τραυμάτων ενός ατέλειωτου αριθμού τραυματισμένων, κυρίως νεαρών γύρω στα είκοσι. Σε κάποιο άλλο νοσοκομείο, το οποίο έχασε την εφεδρική του γεννήτρια ρεύματος, οι γιατροί και οι νοσοκόμες πίεζαν τις θήκες αέρος με τα χέρια, μέχρις ότου λειτούργησαν οι ηλεκτροκίνητες μάσκες οξυγόνου. Βασικά, το νοσοκομειακό σύστημα της πόλεως συνέχισε να λειτουργή καλά με βοηθητικές μονάδες παροχής ρεύματος.
Τι Συνέβη Στους Υπογείους Σιδηροδρόμους και στους Ανελκυστήρες;
Σε σύγκρισι με τη λεηλασία και τον εμπρησμό, τα προβλήματα που δημιουργήθηκαν στους υπόγειους σιδηροδρόμους οι οποίοι έπαυσαν ξαφνικά ήσαν σχετικά μικρότερα. Μολονότι ευρίσκοντο σε λειτουργία την ώρα της διακοπής 175 μέχρι 200 τραίνα, μόνον επτά αποκλείσθηκαν για ώρες ανάμεσα σε σταθμούς. Ο έπαινος για τη σμίκρυνσι του προβλήματος των ακινητοποιημένων τραίνων ανήκει σ’ ένα πεπειραμένο άνδρα του κέντρου διοικήσεως. Παρετήρησε δυσκολίες με το ηλεκτρικό πριν από τη διακοπή και διέταξε όλα τα τραίνα να πάνε στον πλησιέστερο σταθμό.
Μεταξύ των επιβατών που είχαν αποκλεισθή ήταν και μια γυναίκα που πήγαινε στην εργασία της. Ήταν η πρώτη που βοηθήθηκε να βγη από το τραίνο. Κατόπιν η αστυνομία βοήθησε τους άλλους επιβάτες να βγουν. Όπως αναφέρθηκε, δεν υπήρχαν τραυματισμοί ούτε δημιουργήθηκε πανικός σχετικά με τις προσπάθειες ν’ αδειάσουν αυτό καθώς και άλλα υπόγεια τραίνα.
Μερικοί επιβάτες που περίμεναν στον σταθμό, ούτε καν αντελήφθησαν ότι είχε γίνει διακοπή ρεύματος. Σχετικά με την εμπειρία του, ένας νεαρός αναφέρει: «Τη στιγμή που το ρεύμα διεκόπη, βοηθητικά φώτα φώτισαν αμέσως τον σταθμό, κι έτσι δεν αντιλήφθηκα το δραματικό συμβάν. Αφού περίμενα μισή ώρα για το τραίνο, κατάλαβα τελικά ότι κάτι δεν πήγαινε καλά και προχώρησα προς την έξοδο. Όσο πλησίαζα στον δρόμο, τόσο περισσότερο ακούγοντο οι φωνές και οι κραυγές. Είδα αστυνομικούς, τρεμάμενα φώτα, ανθρώπους που μοιράζονταν το φως των κεριών τους. ‘Ένας κεραυνός έθεσε εκτός λειτουργίας το εργοστάσιο ηλεκτροπαραγωγής,’ είπε δυνατά ένας γεροδεμένος άνδρας με πολύ κοντά μαλλιά και με μια φανέλλα, σ’ ένα από τους πολλούς περιέργους περαστικούς.»
Ο αριθμός των ατόμων που αποκλείσθηκαν σε ανελκυστήρες ήταν εκπληκτικά μικρός. Σε πολλές περιπτώσεις, η διάσωσις πραγματοποιήθηκε σε διάστημα πολύ λιγώτερο από μια ώρα. Φυσικά, μερικοί είχαν παγιδευθή σε υψηλούς ορόφους. Γύρω στα 500 άτομα έτρωγαν στο εστιατόριο του 107ου πατώματος του Ουώρλντ Τρέηντ Σέντερ (Κέντρο Παγκοσμίου Εμπορίου) όταν έγινε η διακοπή. Τελείωσαν το δείπνο τους με το φως των κεριών και μπόρεσαν να φθάσουν το έδαφος μ’ ένα βοηθητικό ανελκυστήρα εφεδρικής ενεργείας. Ωστόσο, οι τριάντα πέντε άνθρωποι στον εξώστη παρατηρήσεως του Εμπάιαρ Στέητ Μπίλντιν δεν πέρασαν και τόσο καλά. Αφού πήραν πρωινό—το οποίο προσέφερε η διοίκησις του κτιρίου—οι μισοί απ’ αυτούς άρχισαν να κατεβαίνουν τις σκάλες από το 86ο πάτωμα και τελικά έφθασαν στο έδαφος. Εκείνοι που παρέμειναν, περίμεναν μέχρι το απόγευμα της Πέμπτης οπότε λειτούργησαν πάλι οι ανελκυστήρες.
Εμφανίζονται κι Άλλοι Καιροσκόποι
Οι λαφυραγωγοί δεν ήσαν οι μόνοι που επωφελήθηκαν. Καθώς τα εστιατόρια βυθίσθηκαν στο σκοτάδι, πολυάριθμοι θαμώνες έσπευσαν να φύγουν χωρίς να πληρώσουν τον λογαριασμό τους. Πολλοί άνθρωποι που βρέθηκαν μέσα σε καταστήματα στη διάρκεια της διακοπής, έγιναν κλέπτες αρπάζοντας ό,τι μπορούσαν. Υπήρξαν, επίσης, άτομα που ζητούσαν αστρονομικές τιμές για μικρά πράγματα. Σ’ ένα τμήμα της περιοχής της Κουήνς, ζητούσαν τη μυθική τιμή των 3 δολλαρίων για κρύα μπύρα ή μια σόδα.
Φωτεινά Σημεία στο Σκοτάδι
Ωστόσο, δεν υποχώρησαν όλοι στην πίεσι να επωφεληθούν ατομικά από την κατάστασι. Όταν ελέχθη σε μια ιδιοκτήτρια καταστήματος κεριών στην περιοχή Χάιτς του Μπρούκλυν, ότι θα μπορούσε να κερδίση περισσότερα πουλώντας κεριά σε υψηλότερες τιμές, εκείνη αρνήθηκε και να το ακούση. Στοίχιζαν πενήντα σεντς πριν από τη διακοπή ρεύματος και συνέχισε να τα πουλά στην ίδια τιμή.
Όταν έμαθε πως πέντε νεαροί πήγαιναν στην ίδια περιοχή του Μπρούκλυν από το Μπρονξ, μια γυναίκα προσεφέρθη να πληρώση τα κόμιστρα του ταξί για όλους. Έτσι όλοι έφθασαν σπίτι τους ασφαλείς.
Μερικά άτομα παραδέχθηκαν μάλιστα ότι αυτή η περίπτωσις ανάγκης έφερε στην επιφάνεια τις καλύτερες πλευρές του εαυτού τους. Τρεις μαύροι και τέσσερις Ισπανοί συνεργάσθηκαν για ν’ ανοίξουν την πόρτα ενός ανελκυστήρος που είχε σταματήσει μεταξύ δύο ορόφων. Ένας απ’ αυτούς ακούσθηκε να λέγη: «Όλοι είμαστε φίλοι τώρα, αλλά όταν βγάλωμε αυτούς τους ανθρώπους από τον ανελκυστήρα, θ’ αρχίσωμε να βρίζωμε και να μαλώνωμε πάλι.»
Όταν μία ρόδα Φέρις ύψους 150 ποδών (45 μέτρων) σταμάτησε σ’ ένα πάρκο διασκεδάσεως λόγω της διακοπής του ρεύματος, δεκαέξη περαστικοί έσπευσαν να βοηθήσουν. Έσυραν τη γιγάντια ρόδα με τα χέρια τους κι έτσι μπόρεσαν εκείνοι που ήσαν επάνω να κατέβουν.
Άνδρες και γυναίκες πήγαν στα αστυνομικά τμήματα και εξέφρασαν την προθυμία τους να βοηθήσουν στη ρύθμισι της κυκλοφορίας, σε περιπόλους ασφαλείας, καθώς και πεζούς που είχαν χάσει τον δρόμο τους. Άλλοι Νεοϋορκέζοι προσέφεραν τις υπηρεσίες τους συνοδεύοντας ανθρώπους για προστασία.
Σε ωρισμένες περιπτώσεις η διακοπή ρεύματος, που σε μερικά τμήματα της πόλεως διήρκεσε είκοσι τέσσερις ώρες, έφερε τα άτομα πιο κοντά το ένα στο άλλο. Οι άνθρωποι έβγαιναν έξω στο δρόμο κι εκεί συζητούσαν με τους γείτονες τους, με τους οποίους είχαν χρόνια να μιλήσουν. Ένα ζευγάρι, που το διαζύγιο τους επρόκειτο να βγη σε τρεις μήνες, ήλθαν στην Νέα Υόρκη για να συναντηθούν για το διαζύγιο και αποκλείσθηκαν στον 38ο όροφο ενός ξενοδοχείου στη διάρκεια της διακοπής. Συζήτησαν πολύ μεταξύ τους. Ποιο ήταν το αποτέλεσμα; Αποφάσισαν να σώσουν τον γάμο τους.
Τι Θα Κάνατε Σεις;
Είναι αλήθεια ότι οι περίοδοι κρίσεως μπορούν να δείξουν δημοσία τι υπάρχει στις καρδιές των ανθρώπων. Το περιοδικό Τάιμ στις 25 Ιουλίου 1977 έγραψε: «Οι ειδικοί σε θέματα συμπεριφοράς των ανθρώπων πιστεύουν ότι, αν συνέβαινε ένας παρόμοιος συνδυασμός ολοκληρωτικής συσκοτίσεως, υπερβολικής ζέστης και σιγοβράζουσας οργής από την πλευρά της κατώτερης τάξεως, θα γινόταν το ίδιο είδος ταραχώδους οχλαγωγίας σχεδόν σε κάθε άλλη πόλι των Η.Π.» Με βάσι την πρόσφατη ιστορία, το ίδιο θα μπορούσε να λεχθή με βεβαιότητα για πολλές πόλεις σε άλλες χώρες. Γι’ αυτό είναι κατάλληλο να ρωτήση κανείς, Τι θα είχατε κάνει εσείς; Θα ενδιαφερόσασταν για τα συμφέροντα των άλλων ανθρώπων, ανταποκρινόμενοι στις ανάγκες τους; Ή θα σκεπτόσασταν μόνο το δικό σας καλό ή έστω το καλό μερικών πολύ γνωστών σας, τρέχοντας σπεύδοντας ίσως να επιστρέψετε σπίτι χωρίς να εξετάσετε τι θα μπορούσατε να κάνετε για να βοηθήσετε σε περίπτωσι ανάγκης; Ακόμα χειρότερα, θα είχατε αφαιρέσει, αποκτήματα άλλων, χωρίς να συλλογισθήτε τη βλάβη που θα προξενούσατε σε ιδιοκτήτες καταστημάτων και σε γείτονες σας, οι οποίοι θα εστερούντο τα πλησιέστερα αγοραστικά κέντρα και θα αναγκάζοντο έτσι να χρησιμοποιήσουν τα δημόσια μέσα συγκοινωνίας για ν’ αγοράσουν πράγματα καθημερινής χρήσεως;
Είναι αλήθεια ότι δεν χρειάζεται μια κρίσις για ν’ αποκαλυφθή τι θα κάνατε σεις ή οι γείτονες σας, σε παρόμοια κατάστασι. Αυτά που κάνει το άτομο κάθε μέρα δείχνει αν είναι ευθύς και τίμιος ή όχι. «Ο εν τω ελαχίστω πιστός,» λέγει η Αγία Γραφή, «και εν τω πολλώ πιστός είναι, και ο εν τω ελαχίστω άδικος και εν τω πολλώ άδικος είναι.» (Λουκ. 16:10) Προσπαθείτε να είσθε πιστοί στα μικρά πράγματα ώστε η παρουσία σας σε μια περίπτωσι αμέσου ανάγκης να είναι ευλογία και όχι κατάρα για τους άλλους;