Πώς Επιζήσαμε από το Λουτρό Αίματος στο Κολβέζι
Δύο ιεραπόστολοι των Μαρτύρων του Ιεχωβά επιζούν από τη δοκιμασία, άλλα υφίστανται μια τραγική απώλεια
ΤΑ ΠΡΑΓΜΑΤΑ εφαίνοντο φυσιολογικά όταν πήγαμε να κοιμηθούμε στο υπνοδωμάτιο του ιεραποστολικού μας οίκου εκείνο το βράδυ της Παρασκευής, 12 Μαΐου. Κατοικούσαμε στο Κολβέζι, μια πόλι ορυχείων στη νότιο επαρχία Σάμπα του Ζαΐρ. Ήταν μια ωραία πόλις, στην οποία κατοικούσαν περίπου 120.000 άνθρωποι, περιλαμβανομένων και 4.000 ξένων οι οποίοι ειργάζοντο κυρίως στα πελώρια ορυχεία χαλκού στην περιοχή. Ο χαλκός αποτελεί το κύριο μέσον συντηρήσεως στο Ζαΐρ. Ούτε καν μπορούσαμε να φαντασθούμε ότι στις ώρες και τις ημέρες που θα επακολουθούσαν τα γεγονότα που θα ελάμβαναν χώρα θ’ αποτελούσαν επικεφαλίδες των εφημερίδων σ’ όλο τον κόσμο. Κάποιο γεγονός ιδιαίτερα θα επηρέαζε όλο το υπόλοιπο της ζωής μας.
Χαράματα την επόμενη μέρα, το Σάββατο, 13 Μαΐου, ξυπνήσαμε από ένα έντονο «ρατ-τατ-τατ» που διετάραξε την πρωινή ησυχία. Στην αρχή αναρωτηθήκαμε τι ήταν. Κατόπιν οι καρδιές μας ράγισαν όταν αντιληφθήκαμε ότι ήταν πυροβολισμός. Τι συνέβαινε; Μήπως καμμιά στρατιωτική επανάστασις; Καμμιά επίθεσις ανταρτών; Σύντομα δυνατός θόρυβος μάχης έφθασε στ’ αυτιά μας και σφαίρες άρχισαν να χτυπούν το σπίτι μας. Μερικές χτυπούσαν τα ψηλά δένδρα που ευρίσκοντο στην αυλή.
Γρήγορα γεμίσαμε τη μπανιέρα με νερό και ψήσαμε λίγο ψωμί σε περίπτωσι που θα έκοβαν το νερό και το ηλεκτρικό. Ακούγαμε δυνατές κραυγές στον δρόμο και κρυφοκοιτάζαμε από ένα άνοιγμα στην πόρτα του γκαράζ προς την αυλόπορτα. Περνούσε μια ομάδα στρατιωτών με βαρύ εξοπλισμό. Μιλούσαν στη γλώσσα Σουαχίλι. Μήπως ήσαν Κατανγκανοί επαναστάτες, ίδιοι μ’ εκείνους που επετέθησαν στην επαρχία Σάμπα (πρώην Κατάνγκα) το προηγούμενο έτος; Γενικά μιλούν στη γλώσσα Σουαχίλι, ενώ τα κυβερνητικά στρατεύματα μιλούν στη γλώσσα Λινγκάλα. Οι Κατανγκανοί επιδιώκουν να καταλάβουν εκείνο που θεωρούν ιδιοκτησία τους. Ή, αν αυτό δεν γίνεται, τουλάχιστον θέλουν να επιβάλουν κάποια αλλαγή στην κεντρική κυβέρνησι.
Όλο το Σάββατο και την Κυριακή ο θόρυβος της μάχης συνεχιζόταν· γινόταν μια μάχη λίγο μακρύτερα από μας και άλλη μάχη στα σπίτια πίσω μας, όπου ακούγονταν περιοδικά οι ισχυροί θόρυβοι των πολυβόλων και των τουφεκισμών. Όπως φοβόμαστε, το νερό κόπηκε, αλλά το ηλεκτρικό υπήρχε κατά περιόδους. Καθόμαστε κοντά στο ραδιόφωνο, προσπαθώντας να καταλάβωμε τι συνέβαινε. Για να προφυλαχθούμε από τις αδέσποτες σφαίρες, τοποθετήσαμε ένα στρώμα και μαξιλάρια στα μεγάλα παράθυρα του υπνοδωματίου μας.
Η Κρεββατοκάμαρά μας Κατεδαφίζεται
Νωρίς το απόγευμα της Δευτέρας, οι δύο πλευρές άρχισαν ν’ ανταλλάσσουν πυροβολισμούς. Περιορισθήκαμε στο κάπως ασφαλισμένο υπνοδωμάτιο μας. Στις δύο περίπου η ώρα μια τρομερή έκρηξι τράνταξε το σπίτι. Ξαφνικά, μια δεύτερη εκκωφαντική έκρηξις έσεισε το υπνοδωμάτιο. Επακολούθησε ένα τρίτο τρομακτικό τράνταγμα. Επί αρκετά δευτερόλεπτα παραμείναμε ακίνητοι, εμβρόντητοι, τόσο πολύ συγκλονισμένοι ώστε δεν μπορούσαμε να καταλάβαμε τι συνέβαινε. Φώναξα στη σύζυγο μου να καταφύγωμε στον κεντρικό διάδρομο. Η σκόνη και ο καπνός στο υπνοδωμάτιο εκάλυπτε την καταστροφή. Ήμασταν ματωμένοι και βαδίζαμε προς το μπάνιο για να περιποιηθούμε τις πληγές μας. Η σύζυγος μου αιμορραγούσε από τον ώμο, εγώ στον βραχίονα, αλλά και οι δυο είχαμε και άλλα μικρά τραύματα εδώ και εκεί.
Όλμοι οβίδων ή ρουκέττες είχαν περάσει μέσα από την οροφή, μία ακριβώς στο σημείο όπου συνήθιζα να κάθωμαι να εργάζωμαι. Το δωμάτιο είχε γεμίσει από αιωρούμενα κομμάτια οβίδων. Λίγα μικρά κομμάτια είχαν χτυπήσει κι εμάς. Καθαρίσαμε τις πληγές με οινόπνευμα και προσπαθήσαμε να βγάλωμε το μολύβι μ’ ένα καθαρό ξυράφι και βελόνα. Κατόπιν, δέσαμε με επίδεσμο τα τραύματα.
Επιστρέφοντας στο υπνοδωμάτιο μας, το βρήκαμε σχεδόν όλο κατεδαφισμένο. Υπήρχε ένα μεγάλο άνοιγμα στο ταβάνι και στο σημείο πάνω από το γραφείο μου. Το δωμάτιο είχε γεμίσει με χαλίκια και κομμάτια από μέταλλο από τους όλμους των οβίδων και το σίδηρο της οροφής. Υπήρχαν μικρές τρύπες στους τοίχους, στο μικρό χαλί που ήταν στα πόδια μας, στις κουβέρτες και στα προσωπικά είδη πάνω στο κρεββάτι, στα έπιπλα, ακόμη και στο δερμάτινο χαρτοφύλακά μου. Αλλά, προς έκπληξί μας, ο καθένας μας είχε μόνο τρεις επιφανειακές πληγές από βλήματα.
Ευτυχώς, ο βομβαρδισμός σταμάτησε σύντομα κι έτσι μπορέσαμε ν’ αρχίσωμε να φτιάχνωμε ένα καταφύγιο στην τρίτη κρεββατοκάμαρα που ήταν γεμάτη από χαρτοκιβώτια με έντυπα. Βάλαμε τα χαρτοκιβώτια το ένα επάνω στο άλλο για να καλύψωμε μερικά παράθυρα και τα υπόλοιπα τα καλύψαμε με ένα περισσευούμενο στρώμα. Μεταφέραμε το κρεββάτι μας από το κατεδαφισμένο υπνοδωμάτιο, το τοποθετήσαμε στην πιο ασφαλή γωνία και φτιάξαμε ένα κάλυμμα από πάνω του, από φύλλα κόντρα πλακέ τα οποία στηρίζοντο στις γωνίες από τα χαρτοκιβώτια.
Σειρές Εκρήξεων
Τις επόμενες δύο μέρες, περάσαμε τα απογεύματα έρποντας κάτω από το προσωρινό μέρος ασφαλείας κατά των οβίδων, καθώς οι όλμοι και οι ρουκέττες, η μια μετά την άλλη, εξερρηγνύοντο με εκκωφαντικές εκρήξεις στην αυλή μας και στα γύρω μέρη. Δεν υπήρχε ποτέ προειδοποίησις—μόνο η ξαφνική έκρηξις και ο θόρυβος των ερειπίων που έπεφταν. Εν τω μεταξύ, τα πολυβόλα και τα μικρά όπλα συνέχιζαν να κροτούν. Ακούσαμε το παράθυρο να σπάζη πίσω από το φράγμα των χαρτοκιβωτίων και του στρώματος, καθώς ένας όλμος εξερράγη ακριβώς έξω από το δωμάτιο. Ευτυχώς, οι τοίχοι του σπιτιού είχαν κτισθή από γερά τούβλα.
Μια άλλη οβίδα εξερράγη ακριβώς έξω από την κουζίνα, σπάζοντας τα παράθυρα. Άλλες δύο εξερράγησαν στην πίσω αυλή, έσπασαν τα παράθυρα στην κυρία αποθήκη εντύπων και άνοιξαν πολλές μικρές τρύπες στο τσιμεντένιο τοίχο ενός μικρού κτιρίου πίσω. Στο μπάνιο, η προμήθεια νερού που είχαμε κάνει στη μπανιέρα μας ήταν γεμάτη από κομμάτια σπασμένου γυαλιού και σοβά. Μια άλλη ρουκέττα εξερράγη μπροστά στο σπίτι, εκάλυψε τον εξωτερικό τοίχο με τρύπες από οβίδες και πέταξε τα κομμάτια γυαλιού, που είχαν απομείνει στα εσωτερικά κουφώματα, κατά μήκος ολόκληρης της προσόψεως του σπιτιού. Στην αυλή, από καιρό σε καιρό, μικρά κλαδιά έπεφταν καθώς οι οβίδες περνούσαν μέσα από τα δένδρα.
Όταν σταμάτησε για λίγο η μάχη, ένας γείτονάς μας που έμενε απέναντι, ήλθε να ρωτήση αν ξέραμε από φάρμακα. Ένας όλμος ή ρουκέττα είχε εκραγή κοντά στο παράθυρο της κουζίνας του και είχε τραυματίσει άσχημα τη σύζυγό του, στο πίσω μέρος του κεφαλιού της. Προφανώς, η γυναίκα ευρίσκετο σε κατάστασι ‘σοκ,’ άλλα ήταν αδύνατον να την μεταφέρη σε κάποιο νοσοκομείο λόγω των πυροβολισμών που ακούγοντο προς εκείνη την κατεύθυνσι. Μπορέσαμε να βοηθήσωμε δίνοντας μόνο λίγη πενικιλλίνη για να μη μολυνθή η πληγή.
Κάποτε στη διάρκεια του απογεύματος της Τετάρτης, δεν ακούγαμε πια πυρά από τις θέσεις του στρατού του Ζαΐρ κοντά στο σπίτι μας, μολονότι οι όλμοι ή ρουκέττες συνέχιζαν να εκρήγνυνται στη γειτονιά.
Την Πέμπτη τα πράγματα καλυτέρεψαν κοντά στο σπίτι μας, εκτός από τυχαίες εκπυρσοκροτήσεις από πυροβόλο και απομονωμένους πυροβολισμούς και εκρήξεις οβίδων σε απόστασι. Άκουσα το θόρυβο ενός οχήματος στο δρόμο και προσεκτικά βγήκα απ’ τη γωνία ελπίζοντας ότι ίσως περνούσε κανείς με φιλικές διαθέσεις. Προς τρόμο μου, τέσσερις Κατανγκανοί στρατιώτες εστέκοντο στην πύλη. Με διέταξαν να σταματήσω, βάζοντας το όπλο στο κεφάλι μου, και μου είπαν ν’ ανοίξω την αυλόπορτα.
Δεν ήμουν βέβαιος αν ήθελαν να στήσουν πολεμίστρα πίσω από τον υψηλό τοίχο μας από τούβλα ή αν οι προθέσεις τους ήταν να κλέψουν και να κακοποιήσουν. Για να κερδίσω χρόνο να σκεφθώ, έδειξα τις δύο αλυσίδες και το λουκέτο στην αυλόπορτα και τους είπα ότι θα έπρεπε να φέρω τα κλειδιά, αν επρόκειτο να την ανοίξω. Πήγα στο σπίτι, και αμπαρώσαμε τις πόρτες. Θα προσπαθούσαν να σπάσουν την αυλόπορτα ή να σκαρφαλώσουν πάνω από τον τοίχο; Ω, πόσο προσευχηθήκαμε στον Ιεχωβά εκείνα τα λεπτά! Πυροβολούσαν στον αέρα. Μετά από λίγο, συνέχισαν τον δρόμο τους.
Παραμείναμε στο σπίτι και διατηρήσαμε τα πράγματα από φόβο μήπως έλθουν μεμονωμένοι άτακτοι στρατιώτες. Είχαμε ήδη ακούσει στο ραδιόφωνο για δολοφονίες λευκών παροίκων. Μερικές φορές, οι αντάρτες εισέβαλαν στα σπίτια για να σκοτώσουν· άλλες φορές, ωστόσο, μόνο για να κλέψουν χωρίς να προκαλέσουν προσωπική βλάβη. Ήταν σπουδαίο να μην τους εναντιωθή κανείς ανοιχτά.
Την Παρασκευή θέλησα να επισκεφθώ την τραυματισμένη γυναίκα που έμενε στο απέναντι σπίτι. Μόλις βγήκα έξω από το σπίτι μια σφαίρα ενός ελεύθερου σκοπευτού πέρασε ξυστά σφυρίζοντας πάνω απ’ το κεφάλι μου. Μείναμε μέσα, και διαρκώς προσευχόμασταν και διαβάζαμε την Αγία Γραφή.
Το Σάββατο έφθασε απροσδόκητα βοήθεια καθώς Βελγικές και Γαλλικές ομάδες εισήλθαν στην πόλι για να μεταφέρουν όλους τους λευκούς παροίκους. Προηγουμένως, αλεξιπτωτισταί από το Ζαΐρ είχαν καταλάβει και πάλι το αεροδρόμιο. Είχαμε στη διάθεσί μας λίγα μόνο λεπτά για να πάρωμε βιαστικά μερικά πράγματα—μόνον εκείνα που θα μπορούσαμε να μεταφέρωμε—και να σπεύσωμε προς το αεροδρόμιο. Όλα τα άλλα τα εγκαταλείψαμε. Στον δρόμο, προς το αεροδρόμιο, σταματήσαμε σύντομα να δούμε λίγους Χριστιανούς αδελφούς μας. Ήσαν ασφαλείς, αλλά δεν είχαν πολλά τρόφιμα.
Η ατμόσφαιρα ήταν τεταμένη στο δρόμο, επειδή οι δυνάμεις των ανταρτών δεν είχαν απομακρυνθή πολύ. Παντού υπήρχαν φανερά σημάδια πολέμου—σώματα νεκρών στρατιωτών, κατεστραμμένα οχήματα, θήκες όπλων, παραμορφωμένα κτίρια. Στο αεροδρόμιο είδαμε καμένα ελικόπτερα και αεροπλάνα, όλμους βομβών στο έδαφος που είχαν εκραγή ή όχι, και τις δυνάμεις εκκενώσεως γύρω απ’ τον δρόμο και το αεροδρόμιο.
Εκατοντάδες Ευρωπαίων συνέρρεαν στο αεροδρόμιο, εγκαταλείποντας τα αυτοκίνητά τους εκεί. Αφού περιμέναμε λίγο στο διάδρομο, μπήκαμε στα Βελγικά στρατιωτικά αεροπλάνα μεταφοράς για την αεροπορική βάσι Καμίνα. Από εκεί η Σαμπένα, η Βελγική αεροπορική εταιρία, μετέφερε τους πρόσφυγες στην πρωτεύουσα για την τελική πτήσι στα αντίστοιχα έθνη τους.
Καθ’ οδόν, ακούγαμε πολλές ειδήσεις για δολοφονίες πολιτών, και Ευρωπαίων και κατοίκων του Ζαΐρ. Είδαμε εικόνες ενός σπιτιού γεμάτο από άνδρες γυναίκες και παιδιά που είχαν σφαγή. Οι επίσημοι ισολογισμοί δείχνουν ότι πάνω από 200 Ευρωπαίοι εφονεύθησαν, και μερικοί απήχθησαν ως όμηροι από τις δυνάμεις εισβολής καθώς υποχωρούσαν μέσα στο δάσος. Οι επιδρομείς εφαίνοντο αποφασισμένοι να επιστρέψουν στο καταφύγιο τους κατά μήκος των συνόρων για να προετοιμάσουν μια άλλη προσπάθεια αργότερα.
Χάνομε το Γιο Μας
Φθάσαμε στην Κινσάσα, αλλά η δοκιμασία μας δεν είχε τελειώσει ακόμη. Την Τρίτη, η σύζυγος μου, που ήταν σχεδόν έξη μηνών έγκυος, έχοντας υπομείνει τον τρόμο, τους κινδύνους και τις πιέσεις του πολέμου, άρχισε να έχη πόνους τοκετού. Εισήχθη στο νοσοκομείο. Την Πέμπτη γέννησε πρόωρα το μικροσκοπικό μας γιο που ζύγιζε 750 γραμμάρια (26,5 ουγγιές). Επέζησε μόνο τέσσερις ημέρες γεμάτες έντασι, επειδή ήταν πολύ μικρός και δεν μπορούσε ν’ αναπνεύση, ούτε να χωνέψη την τροφή στο μικροσκοπικό του στομάχι.
Πόσο θαυμάσιο θα είναι όταν ο Ιεχωβά θα σταματήση τους Πολέμους απ’ άκρου έως άκρου της γης. (Ψαλμ. 46:9) Εμείς και άλλοι Χριστιανοί φθάσαμε κοντά στο θάνατο αρκετές φορές. Μόνον η βοήθεια και η κατεύθυνσις του Ιεχωβά μάς βοήθησε. Αυτές οι εμπειρίες επιβεβαιώνουν την πίστι μας σ’ αυτόν και την αποτελεσματικότητα των προσευχών μας.—Από συνεργάτη.