Είναι οι «Ηνωμένες Πολιτείες της Ευρώπης» ένα Βήμα Προς την Ορθή Κατεύθυνσι;
Η ΕΥΡΩΠΗ ήταν επί αιώνες το κέντρο του παγκόσμιου πολιτισμού και της παιδείας. Δοκίμασε την Αναγέννησι· γέννησε τη βιομηχανική επανάστασι· χρηματοδότησε την εξερεύνησι μακρυνών «αγνώστων» χωρών· τις έκανε αποικίες της και εκχριστιάνισε «ειδωλολατρικά έθνη.» Ακόμη και σήμερα, η επιρροή της Ευρώπης είναι αισθητή σε πολλά μέρη της γης.
Γι’ αυτό τον λόγο, πολλοί, πιστεύουν ότι μια ενωμένη Ευρώπη—ίσως ακόμη οι «Ηνωμένες Πολιτείες της Ευρώπης»—θα είχε θετική, επωφελή επίδρασι στον υπόλοιπο κόσμο, θα μπορούσε ίσως αυτό να ήταν ένα βήμα προς την ορθή κατεύθυνσι—προς την κατεύθυνσι της παγκοσμίου ενότητος;
Προσπάθειες για Ενοποίησι
Ο διάσημος Γάλλος συγγραφεύς Βίκτωρ Ουγκώ υπηρέτησε ως πρόεδρος μιας συνδυασκέψεως που έλαβε χώρα στο Παρίσι το 1849, η οποία έκαμε έκκλησι για την Ένωσι των Πολιτειών της Ευρώπης, με σκοπό την εξασφάλισι της παγκοσμίου ειρήνης. Αργότερα, ο Κόμης Ρίτσαρντ Κούντενχονβε-Καλέργκι, ένας Αυστριακός, ίδρυσε εκείνο που έγινε γνωστό ως η Πανευρωπαϊκή ένωσις με παρόμοιο σκοπό, αλλά το οποίο επίσης είχε πολύ μικρή επιτυχία.
Μετά το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, ο οποίος χώρισε την Ευρώπη σε δύο πολιτικά μπλοκ, τα κράτη της Δυτικής Ευρώπης άρχισαν να δίνουν ανανεωμένη προσοχή στην επιθυμία για ενοποίησι. Τα κράτη της Ανατολικής Ευρώπης απέρριψαν αυτή την ιδέα, διότι τη θεώρησαν σαν πολιτική κίνησι των Δυτικών κρατών εναντίον του Κομμουνιστικού μπλοκ. Έτσι, οι λεγόμενες «Ηνωμένες Πολιτείες της Ευρώπης» παρέμειναν σχέδιο μόνο της Δυτικής Ευρώπης.
Ένα πρώτο βήμα έγινε το 1949, όταν 10 απ’ αυτά τα Δυτικά Ευρωπαϊκά κράτη συμφώνησαν να ιδρύσουν ένα Συμβούλιο της Ευρώπης. Συνασπίσθηκε «με σκοπό να διαφυλάξη και να προωθήση τα ιδανικά και τις αρχές που αποτελούν μέρος της κοινής της κληρονομιάς και, για να υποστηρίξη την κοινωνική και οικονομική της πρόοδο.» Μολονότι το Συμβούλιο δεν είχε εξουσία λήψεως αποφάσεων, εν τούτοις, υπηρέτησε σαν μια συμβουλευτική ομάδα ή οργάνωσι συζητήσεων όπου τα έθνη-μέλη μπορούσαν να εκφράσουν τη γνώμη τους και να κάνουν υποδείξεις.
Ο Ουίνστων Τσώρτσιλ είπε γι’ αυτό το Συμβούλιο: «Εκείνο που μετρά είναι το πρώτο βήμα, και το πρώτο βήμα έγινε»—υπό τον όρο, φυσικά, ότι το πρώτο βήμα γίνεται προς την ορθή κατεύθυνσι. Συνέβη αυτό; Το γεγονός ότι άλλα Ευρωπαϊκά κράτη προσχώρησαν σ’ αυτό το Συμβούλιο—σήμερα αριθμεί 20 μέλη—προφανώς δείχνει ότι τουλάχιστον έχουν την πεποίθησι ότι συνέβη.
Το 1951, καθ’ υπόδειξιν του Γάλλου υπουργού εξωτερικών, Ρομπέρ Σουμάν, πέντε απ’ αυτά τα αρχικά 10 κράτη (Γαλλία, Ιταλία, Βέλγιο. Ολλανδία και Λουξεμβούργο), μαζί με την Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας, σχημάτισαν την Ευρωπαϊκή Κοινότητα Άνθρακος και Χάλυβος. Κατ’ αυτό τον τρόπο, συνένωσαν τις βασικές τους πρώτες ύλες και τις υπέβαλαν σε μια νέα πολυεθνική εξουσία.
Επειδή αυτό αποδείχθηκε αρκετά πρακτικό, αυτά τα έξη έθνη τόλμησαν και ένα άλλο βήμα το 1957. Δημιούργησαν την Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα και την Ευρωπαϊκή Κοινότητα Ατομικής Ενεργείας. Αργότερα, τον Ιανουάριο του 1973, αυτές οι κοινότητες επεκτάθηκαν σε εννέα μέλη, όταν η Δανία, η Ιρλανδία και το Ηνωμένο Βασίλειο προσχώρησαν σ’ αυτή την κίνησι. Αυτή η «Κοινή Αγορά,» όπως ονομάζεται γενικά, θεωρήθηκε ως ένα ακόμη βήμα προς την τελική πλήρη οικονομική και πολιτική ενότητα.
Πώς την Βλέπουν οι Άνθρωποι;
Η άποψις του μέσου ανθρώπου δεν βασίζεται τόσο στις πολιτικές συνέπειες αυτής της ενώσεως, όσο στα πρακτικά αποτελέσματα που αυτός ο ίδιος δοκιμάζει. Οι νοικοκυρές είναι ευχαριστημένες που τώρα έχουν στη διάθεσί τους μεγαλύτερη ποικιλία τροφίμων και που τα ξένα προϊόντα είναι κάπως πιο οικονομικά, λόγω των ευνοϊκών εμπορικών διευθετήσεων που έχουν γίνει μέσα στην Κοινή Αγορά και με άλλα κράτη.
Οι ταξιδιώτες είναι ευχαριστημένοι που έχει γίνει δυνατή μια πιο ελεύθερη διακίνησις μεταξύ των κρατών. Οι κυβερνήσεις δείχνουν να είναι πιο πρόθυμες να συνεργασθούν σε κοινά προβλήματα: τρομοκρατία, πληθωρισμός, ανεργία, ενέργεια. Η άδεια του Ευρωπαίου οδηγού αυτοκινήτου φαίνεται να είναι καθ’ οδόν, όπως ίσως αργότερα και ένα κοινό νόμισμα.
Το Ευρω-Βαρόμετρο, μια έκδοσις της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, στο τεύχος του τού Ιουλίου 1977, ανήγγειλε τα αποτελέσματα σφυγμομετρήσεων που εγίνοντο κάθε έξη μήνες από το 1973. Έλεγε τα εξής: «Οι γνώμες στην Κοινότητα σαν σύνολο, έχουν αλλάξει πολύ λίγο . . . έξη στους δέκα (57%) πιστεύουν ότι η Κοινότης ήταν ‘κάτι καλό,’ ένας ή δύο στους δέκα (14%) πιστεύουν ότι ήταν ‘κάτι κακό.’ . . . Οι γνώμες εξακολουθούν να ποικίλλουν σημαντικά από χώρα σε χώρα, αλλά λιγότερο από ό,τι το 1973.» Αυτό το άρθρο έδειχνε, επίσης, ότι το 42 τοις εκατό αυτών που ρωτήθηκαν, πίστευαν ότι η κίνησις για την ενοποίησι της Ευρώπης πρέπει να επισπευθή, το 34 τοις εκατό προτιμούσαν να βλέπουν την κίνησι να συνεχίζεται όπως τώρα, ενώ μόνο το 11 τοις εκατό επιθυμούσε να επιβραδυνθή.
Δύο Νέα Βήματα Γίνονται
Ένα από τα ιδρύματα της Ευρωπαϊκής Κοινότητος ονομάζεται Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο (δεν πρέπει να συγχέεται με το προαναφερθέν Συμβούλιο της Ευρώπης). Αυτό υπηρετεί σαν ένα αντηχείο για τα προβλήματα της Κοινότητος. Αλλά επειδή δεν είναι νομοθετικό, οι εξουσίες του είναι περιορισμένες. Μέχρι τώρα, τα μέλη διωρίζοντο από τα ατομικά εθνικά κοινοβούλια, αλλά το 1976 ελήφθη η απόφασις ότι θα πρέπει να λάβουν χώρα γενικές εκλογές την άνοιξι του 1978 για να εκλεγούν άμεσα. Εν τούτοις, δυσκολίες στην απόφασι της εκλογικής διαδικασίας επέβαλαν αναβολή, και οι εκλογές προγραμματίσθηκαν εκ νέου για τις 7-10 Ιουνίου του 1979.
Το ενδιαφέρον γι’ αυτές τις εκλογές έχει ατονίσει. Μια σφυγμομέτρησις δείχνει ότι μόνο το 28 τοις εκατό του πληθυσμού της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας σκέπτονται τώρα σοβαρά να ψηφίσουν. Οι αντίθετοι λέγουν ότι οι εκλογές είναι απλώς ένα πολιτικό πείραμα χωρίς καμμιά πραγματική σημασία και ότι δεν θα μπορέσουν ν’ αλλάξουν τη γενική κατάστασι. Οι υπέρμαχοι, αφ’ ετέρου, έχουν την πεποίθησι ότι οι εκλογές τουλάχιστον θα αυξήσουν το ενδιαφέρον για το Κοινοβούλιο και θα εντυπώσουν στα μέλη του το γεγονός ότι είναι υπεύθυνοι απέναντι των ανθρώπων που τους εξέλεξαν. Όπως κι αν έχη το πράγμα, οι εκλογές, εάν και όταν διεξαχθούν, πιθανώς θα δώσουν κάποια επιτάχυνσι προς τα εμπρός, στη γενική κατεύθυνσι προς τις «Ηνωμένες Πολιτείες της Ευρώπης.»
Ένα άλλο βήμα που συζητείται περιλαμβάνει την ένταξι στην Κοινή Αγορά της Ισπανίας, της Πορτογαλίας και της Ελλάδος. Μερικοί φοβούνται ότι αυτό το βήμα θα εξασθενήση τη συμμαχία. Μολονότι ο Βασιλεύς της Ισπανίας Χουάν Κάρλος, στον λόγο που εξεφώνησε κατά τη στέψι του, ανέφερε ότι, ‘η Ευρώπη θα ήταν ελλιπής χωρίς την Ισπανία,’ εν τούτοις υπάρχει κάποια απροθυμία και από τις δυο πλευρές να επισπεύσουν τα πράγματα. Με την ανεργία που ήδη ανέρχεται σε ανησυχητικά ύψη μέσα στην Κοινή Αγορά, τα παρόντα μέλη της είναι απρόθυμα να δεχθούν έθνη με πρόβλημα ανεργίας ακόμη μεγαλύτερο από το δικό τους. Μερικοί προτείνουν μια δεκάχρονη περίοδο διαπραγματεύσεων, η οποία, όπως είναι ευνόητο, δεν γίνεται δεκτή απ’ εκείνους που θέλουν ταχύτερες εξελίξεις.
Προφανώς, πολλοί πιστεύουν ότι η διεύρυνσις της Κοινότητος θα εμπόδιζε μάλλον, παρά θα προήγε, τις δυνατότητες για Ευρωπαϊκή ενότητα. Ο Τζων Κόουλ, σ’ ένα άρθρο στο περιοδικό Ο Παρατηρητής, εξέφρασε τα εξής λόγια: «Η διεύρυνσις πιθανώς να σημαίνη επίσης την εγκατάλειψι για πολλά χρόνια κάθε ελπίδας—ή φόβου—μιας ομοσπονδιακής Ευρώπης, κάθε πρώιμης πιθανότητας οικονομικής και νομισματικής ενότητος. »
Επιπρόσθετοι Φραγμοί στην Πρόοδο
Ο εθνικισμός είναι, αναμφίβολα, το μεγαλύτερο εμπόδιο για την πραγματική ενότητα. Η συνεργασία ανάμεσα σε πολιτικώς ισοδύναμους για αμοιβαία εμπορικά οφέλη είναι ένα πράγμα· η παράδοσις όμως της εθνικής κυριαρχίας κάποιου, ή μέρους της, είναι κάτι άλλο. Πράγματι, έχουν σχηματισθή πολλές συμμαχίες με την κατανόησι—ακόμη και υπό τον όρον—ότι οι εθνικές κυριαρχίες θα τύχουν σεβασμού και σε καμμιά περίπτωσι δεν θα παραβιασθούν. Η ιστορία μάς διδάσκει ότι τα έθνη και οι άρχοντες σπάνια είναι πρόθυμοι να παραδώσουν την κυριαρχία τους σε άλλους.
Ακόμη και έθνη με παρόμοια μορφή κυβερνήσεως, που βασίζεται σε κοινή ιδεολογία, δεν ενδιαφέρονται ιδιαίτερα για την ενοποίησι κάτω από μια κυβέρνησι. Η Σοβιετική Ένωσις και η Κίνα, παραδείγματος χάριν, έχουν αναπτύξει, η κάθε μια δική της μορφή Κομμουνισμού. Η Μεγάλη Βρεταννία και οι Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής πιθανώς απολαμβάνουν μια από τις πιο στενές σχέσεις που υπήρξαν ποτέ μεταξύ των παγκοσμίων δυνάμεων. Εν τούτοις, θα μπορούσαμε ν’ αναμένωμε ότι τα σχέδια για την πολιτική τους ενοποίησι, που κατέληγαν πιθανώς είτε σ’ έναν «Πρόεδρο της Μεγάλης Βρεταννίας» ή σε μια «Βασίλισσα των Ηνωμένων Πολιτειών,» θα εγίνοντο δεκτά με ομόφωνη και άμεση επιδοκιμασία;
Η πολιτική ενότης, αν μπορούσε να επιτευχθή, προφανώς θα προωθούσε κατά πολύ την παγκόσμια ενότητα. Αλλά η πολιτική ενότης θα σήμαινε την εξάλειψι του εθνικισμού, και ο εθνικισμός στην πραγματικότητα δύσκολα πεθαίνει!
Κάτι άλλο: η βάσις για ενότητα πρέπει να είναι ένα κοινό δίκαιο το οποίο να αναγνωρίζεται από όλους, και στο οποίο να υποταχθούν όλοι, χωρίς εξαίρεσι. Αλλά ένα κοινό δίκαιο προϋποθέτει έναν μόνο κανόνα διαγωγής και ηθικών πεποιθήσεων. Μπορεί πράγματι να υπάρξη ενότης, ενόσω οι λαοί και τα έθνη εξακολουθούν να θέτουν τους δικούς τους κανόνες, «να κάνουν το δικό τους;» Αυτή η έλλειψις κοινών πεποιθήσεων και αρχών διαγωγής, καθιστά εξαιρετικά δύσκολο τον σχηματισμό κοινής νομολογίας στην οποίαν όλοι πρέπει να υποταχθούν. Ποιος θα είχε τη σοφία και την αναγκαία εξουσία να θέση τέτοιους κανόνες στους οποίους όλοι θα ήσαν πρόθυμοι να υποταχθούν;
Ο Δρ Όουεν, Βρεταννός υπουργός των εξωτερικών μιλώντας στις Βρυξέλλες τον Φεβρουάριο του 1978, είπε ότι το «πλήρες ομοσπονδιακό σύστημα,» στο οποίο μερικοί άνθρωποι εξακολουθούν να στηρίζουν τις ελπίδες τους, υπήρξε «ένας ευγενής σκοπός, αλλά ένας σκοπός ο οποίος, για τους περισσοτέρους από μας στη Βρεταννία, είναι εκτός πραγματικότητος, και σε μερικούς φαίνεται μυθικός. Δεν μπορούμε να δούμε συγκεκριμένα πώς τα εννέα έθνη, με τις πολύ διαφορετικές πολιτικές, κοινωνικές και πολιτιστικές παραδόσεις . . . έχουν τη δυνατότητα να συνασπισθούν πέρα από οποιαδήποτε χρονική κλίμακα πολιτικής δραστηριότητος, πάνω στην οποία είναι ρεαλιστικό να συγκλίνουν.»
Κάτω από τον τίτλο «Η Ευρώπη Αύριο,» το Γερμανικό μηνιαίο περιοδικό Ούνζερε Αρμπάιτ (Η Εργασία Μας) έλεγε τα εξής: «Η οδός προς μια Ευρωπαϊκή ενότητα—με το δικό της νομοθετικό σώμα, κυβέρνησι, κεντρική τράπεζα, και όλα τα σύμβολα μιας κυρίαρχης πολιτείας—είναι δύσκολη και γεμάτη εμπόδια. Ακόμη και η Κοινή Αγορά, το πρώτο βήμα του ομοσπονδιακού συστήματος, . . . δεν μπορεί να λειτουργήση χωρίς παράπονα.»
Το περιοδικό Τάιμ χαρακτήρισε την Κοινότητα, 20 χρόνια μετά την ύπαρξί της, «περισσότερο σαν έναν υποανάπτυκτο έφηβο παρά σαν έναν ώριμο ενήλικο» και πρόσθεσε ότι η περαιτέρω πρόοδος προς μια αληθινά ενωμένη Ευρώπη είναι ίσως κάτι πιο απατηλό σήμερα από ό,τι ήταν στην έναρξι, αυτού του μεγάλου πειράματος. Τα έθνη-μέλη εξακολουθούν να μη διστάζουν ν’ αγνοούν οργανώσεις της Κοινότητος, όταν πρόκειται ν’ αποκτηθή ένα εθνικό πλεονέκτημα.»
Συνεπώς, μολονότι έχει γίνει κάποια πρόοδος, γίνεται φανερό ότι τα προβλήματα που εξακολουθεί να αντιμετωπίζη αυτή η Δυτικο-Ευρωπαϊκή προσπάθεια είναι τρομερά. Τα προβλήματα αυτά είναι, κατά πολύ όμοια μ’ εκείνα που αντιμετωπίζει σε παγκόσμια κλίμακα ο Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών. Ας στρέψωμε την προσοχή μας σ’ αυτόν, λοιπόν, για λίγο και ας δούμε αν έχη επιτύχει να κάνη τελικά δυνατή την ενότητα στον κόσμο.
[Διάγραμμα στη σελίδα 8]
(Για το πλήρως μορφοποιημένο κείμενο, βλέπε έντυπο)
Έθνη της Κοινής αγοράς
1 Ιταλία 2 Γαλλία 3 Ομοσπ. Δημ. Γερμανίας
4 Βέλγιον 5 Ολλανδία 6 Λουξεμβούργο
7 Βρεταννία 8 Ιρλανδία 9 Δανία
Όχι Ακόμη
10 Ελλάς
11 Πορτογαλία
12 Ισπανία
Ευρώπη
8
9
7
5
4
3
6
2
11
12
1
10
ΝΟΡΒΗΓΙΑ
ΣΟΥΗΔΙΑ
ΛΑΪΚΗ ΟΜΟΣΠ. ΓΕΡΜΑΝΙΑΣ
ΠΟΛΩΝΙΑ
ΤΣΕΧΟΣΛΟΒΑΚΙΑ
ΑΥΣΤΡΙΑ
ΟΥΓΓΑΡΙΑ
ΓΙΟΥΓΚΟΣΛΑΒΙΑ
ΑΛΒΑΝΙΑ
[Εικόνα στη σελίδα 5]
Ο Ουίνστων Τσώρτσιλ είπε: «Εκείνο που λογίζεται είναι το πρώτο βήμα, και το πρώτο βήμα έγινε.»