Ο Ναζισμός Απορρίπτεται—Από Ποιους;
«ΧΑΪΛ Χίτλερ!» ήταν η απαιτούμενη μορφή χαιρετισμού στη διάρκεια του Τρίτου Ράιχ του Χίτλερ. Αλλά, σύμφωνα με την Φρανγκφούρτερ Αλγκεμάινε Τσάιτουνγκ, πολλοί άνθρωποι «συνέδεαν μυθικές, ακόμη και θρησκευτικές πεποιθήσεις με το πρόσωπο του Φύρερ». Έτσι ο χαιρετισμός προσλάμβανε μια σημασία πολύ πιο πέρα από τον κατάλληλο σεβασμό που οφείλεται σε έναν κυβερνήτη.—Βλέπε Ρωμαίους 13:7.
Επίσης, ο Χίτλερ περηφανευόταν ότι «το Εθνικοσοσιαλιστικό Ράιχ θα διαρκέσει χίλια χρόνια». Συνεπώς έθετε τον εαυτό του σε ανταγωνισμό με τον Μεσσία για τον οποίο μιλάει η Βίβλος, γιατί ο Ιησούς Χριστός έχει υποσχεθεί μια κυβέρνηση που θα κυβερνάει στη γη επί χίλια χρόνια.—Βλέπε Αποκάλυψις 20:4, 6.
Στο αστυνομικό κράτος του Χίτλερ ήταν επικίνδυνο να εκφράσει κανείς δημόσια δυσαρέσκεια απέναντι στους στόχους των Ναζί. Μόνο όταν έγινε φανερή η πολιτική και οι ακρότητες του καθεστώτος, και ιδιαίτερα όταν έγινε φανερό ότι ο πόλεμος είχε χαθεί, η δυσαρέσκεια μετατράπηκε σε εναντίωση.
Η εναντίωση αυτή κορυφώθηκε στις 20 Ιουλίου 1944, με μια απόπειρα ενάντια στη ζωή του Χίτλερ. Μερικοί από αυτούς που συμμετείχαν ήταν από εκείνους που αρχικά είχαν συμπαθήσει τον Ναζισμό ή τον είχαν υποστηρίξει ενεργά. Ακριβώς 40 χρόνια αργότερα, στις 20 Ιουλίου 1984, ο Χίτλερ για μια φορά ακόμη έγινε θέμα των κεντρικών τίτλων των εφημερίδων όταν ο καγκελάριος της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας μίλησε σε μια τελετή προς τιμή εκείνων που εκτελέστηκαν ή έγιναν με άλλους τρόπους θύματα μετά από την ανεπιτυχή απόπειρα δολοφονίας.
Τι θα Πούμε για την Εναντίωση του Κλήρου;
Τι θα πούμε για τους θρησκευτικούς ηγέτες της Γερμανίας τον καιρό εκείνο; Εναντιώθηκαν αυτοί στον Χίτλερ και στον Ναζισμό; Ποια ήταν η στάση του Καθολικού κλήρου; Σχετικά με τον Καθολικό Επίσκοπο Κόνραντ Γκραφ Πρίσινγκ του Βερολίνου, ο δημοσιογράφος Κλάους Σόλτερ εξηγεί: «Ο Γκραφ Πρίσινγκ, που τον καιρό εκείνο ήταν επίσκοπος στο Άιχστατ, ήταν ένας από τους πολύ λίγους ο οποίος, εξαρχής, διέγνωσε ότι το Τρίτο Ράιχ ήταν ένα καταστροφικό και εγκληματικό καθεστώς». (Τα πλάγια γράμματα δικά μας.) Η εναντίωσή του ήταν φανερή. Αλλά άλλοι στη Γερμανική Ομοσπονδία των Καθολικών Επισκόπων, περιλαμβανόμενου και του προέδρου της, του καρδινάλιου Μπέρτραμ, ήταν απρόθυμοι να μιλήσουν ενάντια στον Ναζισμό. Απεναντίας, του έδωσαν την υποστήριξή τους. Έτσι, ο Σόλτερ συνεχίζει: «Εκ των υστέρων, βρίσκει κανείς την αφοσίωση αυτή [στον Χίτλερ και στον Ναζισμό] ανεξήγητη, μάλιστα ακόμη και αφόρητη».
Ανάμεσα στους Προτεστάντες, ο πάστορας Μάρτιν Νιμέλλερ συχνά υποδεικνύεται σαν ένας σταθερός αντίπαλος του Ναζιστικού καθεστώτος. Αλλά ο συγγραφέας Χ. Σ. Μπρέμπεκ λέει ότι «το μοναδικό ερώτημα που τον διαχώριζε από τους πολιτικούς στόχους του Χίτλερ ήταν: ‘Ποιος κυβερνάει την Εκκλησία; Η ίδια η Εκκλησία ή το Κόμμα;’ Πολιτικά, ωστόσο, η υποστήριξή του ήταν χωρίς επιφυλάξεις». Με την ευκαιρία του θανάτου του Νιμέλλερ το 1984, η Φρανγκφούρτερ Αλγκεμάινε Τσάιτουνγκ σχολίασε: «Όπως σχεδόν όλοι οι Προτεστάντες ηγέτες στη Γερμανία, ο Νιμέλλερ αρχικά καλωσόρισε τη Γερμανική αναβίωση που κερδήθηκε κάτω από την ηγεσία του Χίτλερ».
Εξίσου διαφωτιστική είναι μια είδηση από τη Ντόιτσες Αλγκεμάινες Ζόνταγκσμπλατ (που ανατυπώθηκε στα Αγγλικά στο Δε Τζέρμαν Τρίμπιουν) σχετικά με τη διάσκεψη της Ομοσπονδίας των Ευρωπαίων Βαπτιστών που έγινε στο Αμβούργο της Γερμανίας το 1984. Αναφέρει: «Για πρώτη φορά δόθηκαν εξηγήσεις σχετικά με τη συμπεριφορά της Βαπτιστικής Εκκλησίας στη διάρκεια του Τρίτου Ράιχ. Μέχρι τώρα, οι εφημέριοι ήταν απρόθυμοι να μιλήσουν σχετικά με το ευαίσθητο αυτό πρόβλημα. Στο συνέδριο, ωστόσο, ο επικεφαλής του εθνικού τμήματος έκανε μια ‘ομολογία’ . . . : ‘Δεν ενωθήκαμε δημόσια στον αγώνα [ενάντια στον Ναζισμό] . . . και γι’ αυτό αποτύχαμε να αντισταθούμε αποφασιστικά στις παραβιάσεις των εντολών του Θεού. Ντρεπόμαστε που το Γερμανικό μας τμήμα υπέκυψε στον ιδεολογικό πειρασμό των ημερών εκείνων και δεν επέδειξε μεγαλύτερο θάρρος για να πολεμήσει για την αλήθεια και τη δικαιοσύνη’».
Τα γεγονότα αποδεικνύουν ότι μόνο μια μικρή μειοψηφία κληρικών αντιτάχθηκε στο Χιτλερικό καθεστώς. Και εκείνοι ακόμη που το έκαναν αυτό συνήθως υποκινούνταν από αυταπάτες ή από εκκλησιαστική πολιτική μάλλον παρά από καθαρά Βιβλικούς λόγους. Η αλήθεια είναι ότι η πλειοψηφία από αυτούς δεν έβλεπε καμία αντίφαση στην προσπάθεια προσκόλλησης στη Μεσσιανική ηγεσία του Ιησού Χριστού από τη μια μεριά και στο να φωνάζουν «Χάιλ» για να υποστηρίξουν έναν πολιτικό μεσσία και τη «χιλιετή βασιλεία» του από την άλλη. Το άθλιο, ασεβές και αντιγραφικό παράδειγμα που έδωσαν ακολουθήθηκε και από τους ενορίτες τους—προς κοινή τους λύπη.—Παράβαλε Ματθαίος 15:14.
Εκείνοι που δεν Συμβιβάστηκαν
Ωστόσο υπήρξε μια ομάδα στη Γερμανία η οποία θαρραλέα υποστήριξε τις Χριστιανικές αρχές. Ο όμιλος αυτός ήταν οι Μάρτυρες του Ιεχωβά. Σε αντίθεση με τον κλήρο και τους οπαδούς του, οι Μάρτυρες αρνήθηκαν να συμβιβαστούν με τον Χίτλερ και τους Ναζιστές. Αρνήθηκαν να παραβιάσουν τις εντολές του Θεού. Δεν παρέβηκαν τη Χριστιανική τους ουδετερότητα εξαιτίας των πολιτικών υποθέσεων. (Βλέπε Ησαΐας 2:2-4· Ιωάννης 17:16· Ιακώβου 4:4.) Δεν φώναξαν Χάιλ, δηλαδή σωτηρία, στον Χίτλερ, όπως έκανε η συντριπτική πλειοψηφία του κλήρου και των ποιμνίων τους.
Απεναντίας, οι Μάρτυρες του Ιεχωβά είπαν όπως και ο απόστολος Πέτρος για τον Ιησού Χριστό: «Δεν υπάρχει δι’ ουδενός άλλου η σωτηρία· διότι ούτε όνομα άλλο είναι υπό τον ουρανόν δεδομένον μεταξύ των ανθρώπων, διά του οποίου πρέπει να σωθώμεν». (Πράξεις 4:12· βλέπε επίσης Ψαλμός 118:8, 9· 146:3.) Κανένας από αυτούς δεν έβαψε τα χέρια του στη στρατιωτική δράση υπέρ του Χίτλερ, εφόσον αρνήθηκαν να υπηρετήσουν στις ένοπλες δυνάμεις του.—Ιωάννης 13:35· 1 Ιωάννου 3:10-12.
Εξαιτίας της ασυμβίβαστης στάσης τους ενάντια στον Χίτλερ και στον Ναζισμό, οι Μάρτυρες του Ιεχωβά διώχθηκαν και στάλθηκαν κατά χιλιάδες στα στρατόπεδα συγκέντρωσης. Η ισχυρή τους πίστη και η ακεραιότητά τους παρά τις απάνθρωπες ωμότητες που αντιμετώπισαν, σχολιάζεται από την Άννα Πάουελγζισκα, την Πολωνίδα κοινωνιολόγο που επιβίωσε από το διαβόητο στρατόπεδο θανάτου του Άουσβιτς. Γράφοντας το βιβλίο της Αξίες και Βία στο Άουσβιτς, δήλωσε ότι οι Μάρτυρες του Ιεχωβά ήταν «μια συμπαγής ιδεολογική δύναμη και κέρδισαν τη μάχη τους ενάντια στον Ναζισμό». Τους ονόμασε «νησί αδιάπτωτης αντίστασης που υπήρχε μέσα στους κόλπους ενός τρομοκρατικού έθνους». Πρόσθεσε: «Με το ίδιο αυτό άφοβο πνεύμα ενήργησαν και στο στρατόπεδο του Άουσβιτς. Κατάφεραν να κερδίσουν τον σεβασμό των άλλων φυλακισμένων . . . , των φυλάκων, ακόμη και των αξιωματούχων των Ες-Ες. Όλοι γνώριζαν ότι κανένας Μάρτυρας του Ιεχωβά δεν θα εκτελούσε διαταγή ενάντια στη θρησκευτική του πίστη και πεποιθήσεις». Και κατέληγε: «Οι Μάρτυρες του Ιεχωβά έκαναν μια παθητική αντίσταση για την πίστη τους, η οποία ήταν αντίθετη σε κάθε είδους πόλεμο και βία».
Όχι, οι Μάρτυρες του Ιεχωβά δεν συμβιβάστηκαν με τον Χίτλερ και το Τρίτο του Ράιχ. Δεν απόθεσαν την εμπιστοσύνη και την ελπίδα τους στον Ναζισμό ή σε οποιοδήποτε άλλο πολιτικό σύστημα αυτού του κόσμου. Απέρριψαν την ανθρωποποίητη διακυβέρνηση για κάτι καλύτερο. Έτσι, διαφορετικά από τον κλήρο και τους οπαδούς του, δεν έγιναν πνευματικά θύματα του Ναζισμού.
Κάτι Πολύ Καλύτερο
Παρόμοια σήμερα, οι Μάρτυρες του Ιεχωβά δεν αποθέτουν την εμπιστοσύνη και την ελπίδα τους σε πολιτικές ιδεολογίες οποιουδήποτε είδους. Απορρίπτουν τις ιδεολογίες αυτές για κάτι πολύ καλύτερο που έχει υποσχεθεί ο Θεός: μια δική του κυβέρνηση που θα φέρει ένα δίκαιο νέο σύστημα, ένα σύστημα που θα επιλύσει όλα τα προβλήματα των ανθρώπων. Η μία αυτή κυβέρνηση για όλη τη γη είναι η Βασιλεία του Θεού, η οποία ήδη έχει εγκαθιδρυθεί στους ουρανούς κάτω από τον Μεσσία του, τον Χριστό Ιησού.—Ματθαίος 6:9, 10· 2 Πέτρου 3:13.
Την 1η Φεβρουαρίου 1933, ο Χίτλερ έδωσε την πρώτη του ραδιοφωνική ομιλία. Καυχόμενος σχετικά με το πώς θα άλλαζε την Γερμανία, κατέληξε κάνοντας έκκληση στους ακροατές του να δώσουν σ’ αυτόν και στο κόμμα του το χρόνο και κατόπιν να τους κρίνουν από τα αποτελέσματα. Δώδεκα χρόνια αργότερα, η «χιλιετής βασιλεία» του κατέληξε σε καταισχύνη. Είχε διατυπωθεί κατάκριση για τη διακυβέρνησή του: Ήταν μια καταστροφή, γιατί μέχρι το τέλος του πολέμου είχε αφήσει το λαό του, τη χώρα του, και τον κόσμο όλο βαθιά πληγωμένο, σχεδόν αγνώριστο.
Πόσο διαφορετική θα ήταν η διακυβέρνηση αυτή από τη Χιλιετή Βασιλεία του Μεσσία της Βίβλου, του Χριστού Ιησού! Στο τέλος της, οι άνθρωποι και η γη—όταν παραβληθεί με τη διεφθαρμένη κατάσταση που υπάρχει τώρα—θα είναι δύσκολο να αναγνωριστούν. Διαβάστε οι ίδιοι την περιγραφή γι’ αυτή στη Βίβλο, στο Αποκάλυψις 21:4, 5. Κατόπιν φτιάξτε μια εικόνα στη διάνοιά σας με τέλειους ανθρώπους που θα απολαμβάνουν ζωή στο πλήρες πάνω σε μια παραδεισένια γη, παντελώς απαλλαγμένη από οποιαδήποτε τρομοκρατική επίθεση, πόλεμο, επιβλαβή ιδεολογία, ή οτιδήποτε άλλο που θα μπορούσε να αφανίσει την ευτυχία τους! Κατόπιν εννοήστε ότι και σεις, επίσης, μπορείτε να είστε ένας από εκείνους που θα είναι στο υπέροχο εκείνο σκηνικό!—Ησαΐας 35:1-7· 65:17-25· 1 Ιωάννου 2:17.
[Πρόταση που τονίζεται στη σελίδα 9]
Οι περισσότεροι Καθολικοί και Προτεστάντες κληρικοί ήταν απρόθυμοι να μιλήσουν ενάντια στον Ναζισμό
[Πρόταση που τονίζεται στη σελίδα 12]
Η αληθινή Χιλιετής Βασιλεία θα είναι η Βασιλεία του Θεού
[Εικόνες στη σελίδα 9]
Ο κλήρος έβαψε τα χέρια του στο αίμα υποστηρίζοντας τον Χίτλερ
[Εικόνες στη σελίδα 11]
Χιλιάδες Μάρτυρες του Ιεχωβά (περιλαμβανόμενου και του Γιοχάννες Χαρμς, η φωτογραφία του οποίου υπάρχει παραπάνω) στάλθηκαν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης επειδή δεν συμβιβάστηκαν με τον Ναζισμό, και πολλοί πέθαναν, όπως αποδεικνύεται από αυτό το πιστοποιητικό θανάτου
Εισαγγελέας του Στρατοδικείου του Ράιχ
Ο Γιοχάννες Χαρμς . . . δικάστηκε στις 7/11/1940 από το Στρατοδικείο του Ράιχ για εξαχρείωση των ενόπλων δυνάμεων και καταδικάστηκε σε θάνατο . . . Η ποινή εκτελέστηκε στις 8/1/1941.
Σφραγίδα του Στρατοδικείου του Ράιχ