Ο Βουσμάνος—Ο Αριστοτέχνης της Επιβίωσης στην Αφρική
Του ανταποκριτή του «Ξύπνα!» στη Νότια Αφρική
«Ο ΤΕΛΕΥΤΑΙΟΣ Βουσμάνος». Αυτό διακήρυξε στο τεύχος της τής 26ης Οκτωβρίου 1983 η εφημερίδα Σταρ Τουντέυ! «Μια εποχή», συνέχιζε η Σταρ, «εκατομμύρια Ορεσίβιοι Βουσμάνοι κατέκλυζαν τα βουνά του Κέηπ, του Νέηταλ και του Τράνσβααλ». Ωστόσο φαίνεται ότι το μόνο που απέμεινε από αυτήν την κάποτε περήφανη φυλή ήταν ένας μικροσκοπικός γεράκος που άκουγε στο όνομα Τζάπι Μαμπίντε.
Ωστόσο, χιλιάδες από τη φυλή του Τζάπι Μαμπίντε εξακολουθούν να ζουν στη γειτονική Έρημο Καλαχάρι. Η ιστορία τού πώς επιβίωσαν εν όψει των κακουχιών και της γενοκτονίας που υπέστησαν είναι συναρπαστική ώστε να την ανασκοπήσει κανείς.
Πόλεμοι με Μαύρους και Λευκούς
Όταν οι μαύρες φυλές της Αφρικής άρχισαν να εισχωρούν στη νότια Αφρική, είδαν ότι οι χώρες αυτές ήταν ήδη κατειλημμένες από τους Βουσμάνους—μια φυλή ασυνήθιστα μικρών ανθρώπων, το μέσο ύψος των οποίων ήταν μόνο περίπου 1,47 μέτρα (4 πόδια και 10 ίντσες). Οι Βουσμάνοι διαφέρουν επίσης από τους μαύρους Αφρικανούς κατά το ότι το δέρμα τους έχει μια κίτρινη χροιά.
Για ένα χρονικό διάστημα οι μαύροι και οι κίτρινοι ντόπιοι κατάφεραν να κατοικούν στην ίδια χώρα ειρηνικά. Οι μαύρες φυλές έμαθαν να σέβονται τους Βουσμάνους, εξαιτίας της γνώσης που είχαν για τη χώρα και για την άγρια ζωή της. Υπήρχε ακόμη και ένα αρχαίο ρητό στη Σεσόθο: «Ο Βουσμάνος είναι ο δάσκαλος». Αλλά η ειρηνική συνύπαρξη δεν διήρκεσε για πολύ.
Τον 17ο αιώνα, έφτασαν λευκοί άποικοι, που σκότωναν και έπαιρναν μαζί τους το άγριο κυνήγι—τη βασική τροφή των Βουσμάνων. Οι Βουσμάνοι αντεκδικήθηκαν κλέβοντας ζώα. Το αποτέλεσμα; Ένας σκληρός πόλεμος ανάμεσα στους Βουσμάνους και στους λευκούς αποίκους που διήρκεσε σχεδόν 200 χρόνια! Κατόπιν ήρθε το 1802 και η πείνα η οποία οδήγησε τις μαύρες φυλές σε πόλεμο αναμεταξύ τους. Τα ελλείμματα γης και τροφίμων οδήγησαν αναπόφευκτα σε προστριβές με τους Βουσμάνους. Με τον καιρό οι μικροί κυνηγοί βρέθηκαν περιορισμένοι στο Ντράκενσμπεργκ και στα βουνά του Λεσόθο.
Ωστόσο ο πόλεμος τόσο με τους μαύρους όσο και με τους λευκούς ανταγωνιστές συνεχίστηκε. Οι Βουσμάνοι υπεράσπισαν αυτό που τους απόμενε από τη γη τους με την τακτική της απελπισίας: φόνους, κλοπές, βανδαλισμούς. Αλλά τα όπλα και οι αριθμοί τελικά κέρδισαν την κυριαρχία πάνω στους μικροσκοπικούς κυνηγούς, και το 1869, με διαταγή των Βρετανικών αποικιοκρατικών αρχών, η τελευταία οργανωμένη ομάδα των ορεσίβιων Βουσμάνων εξαλείφθηκε. Μόνο λίγες απομονωμένες ομάδες παρέμεναν στην αρχή του 20ού αιώνα.
Ελάχιστοι άνθρωποι θρηνολόγησαν για τη γενοκτονία αυτή. Το 1897 ο Τζωρτζ Τήηλ, τέως αντιπρόσωπος της αποικιακής κυβέρνησης στο Κέηπ, είπε: «Κάποιος μπορεί να λυπάται για πρωτόγονους όπως αυτοί, που καταστράφηκαν μέσα στη χώρα τους, παρ’ όλο που ελάχιστοι λόγοι υπάρχουν για να λυπούμαστε για την εξαφάνισή τους . . . ήταν για το καλό του κόσμου να αφήσουν το χώρο για μια ανώτερη φυλή».a
Οι Βουσμάνοι της Καλαχάρι
Οι Βουσμάνοι, όμως, δεν εξαφανίστηκαν όλοι. Χιλιάδες επέζησαν στην Καλαχάρι—μια τεράστια έρημο που αρχικά την απέφευγαν μαύροι και λευκοί εξίσου. Είναι μια χώρα που δεν υπάρχει καθόλου το επιφανειακό νερό. Οι λίγες βροχές που πέφτουν το καλοκαίρι αποξηραίνονται γρήγορα, αφήνοντας το έδαφος ακατάλληλο τόσο για τη γεωργία όσο και για την εκτροφή ζώων. Ωστόσο οι Βουσμάνοι ανέπτυξαν έναν ευφυή τρόπο αντιμετώπισης της κατάστασης. Για παράδειγμα, παίρνουν άγρια πεπόνια και ρίζες βολβών και τα κάνουν πολτό. Από τον πολτό αυτό βγάζουν ένα πολύτιμο υγρό. Ή ανιχνεύουν τα μέρη όπου βρίσκεται νερό κρυμμένο κάτω από την άμμο της ερήμου και το ρουφούν με μεγάλα καλάμια που έχουν ανοίξει το εσωτερικό τους.
Το να ζουν σ’ αυτή τη χώρα απαιτεί επίσης να γίνονται έμπειροι βοτανολόγοι. Μέχρι τη μέρα αυτή, ένα κορίτσι των Βουσμάνων μπορεί να αναγνωρίσει 75 διαφορετικά φυτά όταν φτάσει στην ηλικία των οχτώ χρόνων. Και όταν φτάσει στην εφηβεία, θα έχει πολύ μεγάλη γνώση για 300 περίπου είδη. Μια γυναίκα των Βουσμάνων έφερε σε έκπληξη ένα βοτανολόγο, τον Μπράιαν Μαγκουάιρ, όταν μπόρεσε να ξεχωρίσει ανάμεσα σε δυο φυτά που αυτός, ο «εμπειρογνώμονας», νόμιζε πως ήταν τα ίδια. Όπως εξηγεί ο Γερμανός επιστήμονας Δρ Χ. Τζ. Χάιντς: «Γενικά μιλώντας η σύγχρονη βοτανική επιστήμη ξεχωρίζει τα είδη ουσιαστικά από την εμφάνιση . . . [ενώ οι Βουσμάνοι] τα ξεχωρίζουν με βάση τη μυρωδιά, την αφή, την υφή, τη γεύση και την εμφάνιση».
Οι Βουσμάνοι είναι επίσης φοβεροί κυνηγοί. Πρώτα εντοπίζουν μία αγέλη και διαλέγουν το θήραμά τους. Έρποντας στα γόνατα και στους αγκώνες, πλησιάζουν όσο πιο κοντά μπορούν και κατόπιν πετάνε ένα δηλητηριασμένο βέλος. Αμέσως η αγέλη εξαφανίζεται, αλλά ο Βουσμάνος εξακολουθεί να ζητάει ανελέητα το θήραμά του. Αφού γνώρισε αρκετούς κυνηγούς, ο Αλφ Βάννενμπουρκ έγραψε: «Καθετί το προσέχουν, το σκέφτονται και το συζητούν. Το στράβωμα ενός πατημένου χόρτου, η κατεύθυνση του τραβήγματος που απόσπασε ένα κλαδάκι από το θάμνο, το βάθος, το μέγεθος, το σχήμα και η θέση των ιχνών, όλα αποκαλύπτουν πληροφορίες σχετικά με την κατάσταση ενός ζώου ή μιας αγέλης, την κατεύθυνση προς την οποία κινείται, την ταχύτητα του ταξιδιού τους και τις μελλοντικές κινήσεις τους πιθανόν». Μερικές φορές χρειάζεται περισσότερο από μια μέρα για να έχει το δηλητήριο πλήρες αποτέλεσμα, αλλά τελικά το πληγωμένο ζώο πέφτει και ο κυνηγός του το φτάνει.
Προστάτης του Περιβάλλοντος και Χημικός
Επειδή το έδαφος σημαίνει ζωή γι’ αυτούς, οι Βουσμάνοι έχουν αναπτύξει έναν υγιή σεβασμό γι’ αυτό. Έτσι όταν συλλέγουν την τροφή τους, είναι προσεκτικοί ώστε να μετακινηθούν προτού απογυμνώσουν κάποια περιοχή. Πιστεύοντας ότι ο Δημιουργός θα τους τιμωρήσει αν σκοτώσουν κάποιο ζώο χωρίς λόγο, δεν κυνηγούν για σπορ. Κάποτε μια ομάδα Βουσμάνων έπεσε πάνω σε μια φωλιά με αυγά στρουθοκαμήλου—τα οποία τα θεωρούν πολύτιμα σαν πηγή τροφής και σαν σκεύη για την αποθήκευση νερού. Παρ’ όλ’ αυτά, άφησαν τη φωλιά όπως τη βρήκαν μέχρις ότου βεβαιώθηκαν ότι το πουλί είχε σταματήσει το κλώσισμα. Κατόπιν εξέτασαν και έσεισαν προσεκτικά κάθε αυγό, βάζοντας ξανά στη θέση τους εκείνα τα οποία περιείχαν μικρά πουλάκια. Δεν πρέπει να απορούμε που μερικοί περιγράφουν τους Βουσμάνους σαν «τους καλύτερους προστάτες περιβάλλοντος του κόσμου»!
Οι Βουσμάνοι ανέπτυξαν επίσης και μια ικανότητα για τη «χημεία». Έμαθαν να αναμιγνύουν και να φτιάχνουν μπογιές ποιότητας για τις φημισμένες ζωγραφικές τους πάνω σε βράχο, οι οποίες, σύμφωνα με μερικούς, «κρίνονται η καλύτερη πρωτόγονη τέχνη του κόσμου για την ακρίβειά της και για την ειλικρίνεια της παρατήρησης». Οι όμορφες αυτές ζωγραφικές στέκονται πετυχημένα εδώ και αιώνες! Από τις προνύμφες των Diamphidia και των σκαθαριών Polyclada ανέπτυξαν επίσης δραστικά δηλητήρια με τα οποία αλείφουν τα βέλη τους. Από τη στιγμή που θα μπουν στο αίμα του ανθρώπου ή του ζώου τα δηλητήρια αυτά σημαίνουν βέβαιο θάνατο. Δεν υπάρχει αντίδοτο.
Ο Νοτιοαφρικανός Βουσμάνος έμαθε ακόμη πώς να «εμβολιάζεται» για το δάγκωμα των φιδιών. Κρατούν προς τα πίσω το κεφάλι ενός νεκρού φιδιού και απαλά ξύνουν το χέρι τους με τα δόντια του. Κατόπιν αντλούν μια σταγόνα δηλητήριο από τα δόντια του και την αλείφουν πάνω στις χαραματιές που έχουν κάνει. Εξίσου έξυπνη είναι και μια χημική επινόηση που χρησιμοποίησαν ενάντια στο λιοντάρι του Κέηπ με τη μαύρη χαίτη. Οι λευκοί άποικοι αναγκάστηκαν τελικά να εξαλείψουν τα τερατώδη αυτά λιοντάρια. Αλλά οι Βουσμάνοι κατάφεραν να ζουν ανάμεσά τους επί αιώνες. Το μυστικό; Μια ουσία την οποία έκαιγαν στις φωτιές στους τόπους που στρατοπέδευαν και η οποία ενεργούσε σαν αποκρουστικό για τα λιοντάρια!
Μελλοντικές Προσδοκίες για Επιβίωση
Σήμερα περίπου 55.000 Βουσμάνοι κατοικούν στην Καλαχάρι και στα περίχωρά της. Αλλά ο τρόπος ζωής τους σαν κυνηγών και συλλεκτών απειλείται. Έχουν ανοίξει τρύπες στο έδαφος για να αποκτήσουν νερό ώστε να εκθρέψουν βοοειδή. Οι Βουσμάνοι, επίσης, έχουν υποδεχτεί με ευχαρίστηση τις διαρκείς αυτές πηγές νερού, αλλά υπάρχουν και μειονεκτήματα. «Η πλειονότητα των σημερινών Βουσμάνων», εξηγεί η Εγκυκλοπαίδεια Μπριτάνικα, «έχουν ξεριζωθεί από τους τόπους κατοικίας τους από τους Ευρωπαίους και τους Μπαντού εκτροφείς βοοειδών. Η εισαγωγή των ανθρώπων αυτών έχει μειώσει τα εφόδια ζώων για κυνήγι και [φαγώσιμων] φυτών».
Η Καλαχάρι, που κάποτε μπορούσε να συντηρήσει τους Βουσμάνους, γίνεται σύντομα έρημος. «Δεν ήταν έρημος πριν», μας υπενθυμίζει ο διάσημος συγγραφέας και εξερευνητής Σερ Λώρενς βαν ντερ Ποστ. «Την ονομάσαμε έτσι επειδή δεν είχε στην επιφάνειά της νερό. Ωστόσο είναι γεμάτη με μοναδική ζωική και φυτική τροφή». Ο Βαν ντερ Ποστ θρηνεί γι’ αυτό το λόγο γιατί ο Βουσμάνος «ήταν πλούσιος στον τρόπο που εμείς είμαστε φτωχοί . . . ήταν ένα με τη φύση. Η φύση δεν ήταν εχθρός του». Ναι, παρ’ όλο που κάποτε υπέβλεπαν τους Βουσμάνους σαν πρωτόγονους, οι σύγχρονοι άνθρωποι πρέπει τώρα να αντιμετωπίσουν το γεγονός ότι έχουν να μάθουν περισσότερα πράγματα από τους απτόητους αυτούς ανθρώπους που έχουν επιβιώσει.
Σήμερα οι Βουσμάνοι αντιμετωπίζουν ακόμη μια απειλή στην ύπαρξή τους σαν φυλή: την αφομοίωση από τον Δυτικό πολιτισμό. Σε ποια έκταση θα παραμείνουν άθικτοι σαν λαός είναι κάτι που εναπομένει να το δούμε. Ίσως αυτό να αποδειχτεί η μεγαλύτερη πρόκληση που θα έχει να αντιμετωπίσει ο αριστοτέχνης της επιβίωσης στην Αφρική.
[Υποσημειώσεις]
a Η έκδοση του 1875 της Εγκυκλοπαίδειας Μπριτάνικα περιέγραψε τους Βουσμάνους σαν «εκφυλισμένους» και «το κατώτατο υπάρχον είδος ανθρώπου».
[Πλαίσιο στη σελίδα 19]
Η Προέλευση των Βουσμάνων
Η μυθολογία των Βουσμάνων μιλάει για έναν καιρό που η γη ήταν καλυμμένη με νερό και πώς επιβίωσε ένα άτομο «από την πρώτη φυλή». Ο ήρωας αυτός που ονομάζεται Μάντις, σχετίζεται με το ουράνιο τόξο, και λέγεται ότι ο πρώτος Βουσμάνος κατάγεται από αυτόν. Ο θρύλος αυτός έχει αξιοσημείωτη ομοιότητα με την περιγραφή της Βίβλου για τον Κατακλυσμό της εποχής του Νώε.—Γένεσις 7:6, 7· 9:8-16.
[Πλαίσιο/Εικόνα στη σελίδα 21]
«Έτσι Θά ’πρεπε να Είναι»
Οι Μάρτυρες του Ιεχωβά έχουν προσπαθήσει να μιλήσουν για την ελπίδα τους για μια δίκαιη Νέα Τάξη κάτω από την κατεύθυνση του Θεού στους Βουσμάνους γειτόνους τους στη νότια Αφρική. (Αποκάλυψις 21:3, 4) Τουλάχιστον ένας Βουσμάνος, που ονομάζεται Γιοχάννες, ανταποκρίθηκε στο άγγελμά τους—παρ’ όλο που αργότερα πέθανε από φυματίωση. Ωστόσο, ο «τελευταίος» από τους ορεσίβιους βουσμάνους, ο Τζάπι Μαμπίντε, τον οποίο βλέπουμε στ’ αριστερά, είχε κι αυτός την ευκαιρία να ακούσει για το άγγελμα της Βίβλου.
Στις αρχές του 1984 οι Μάρτυρες του Ιεχωβά μίλησαν και σ’ αυτόν. Του έδειξαν το εδάφιο Ιωάννης 5:28, 29 στη Βίβλο της Ζουλού και του μίλησαν για την προοπτική να δει τα πεθαμένα μέλη της φυλής του να επιστρέφουν στην ανάσταση. «Είμαι πολύ ευτυχής», είπε ο κ. Μαμπίντε, «επειδή η Βίβλος το λέει αυτό». Ιδιαίτερα συναρπάστηκε όταν του έδειξαν τον τρόπο με τον οποίο ένας καλλιτέχνης είχε συλλάβει τις Παραδεισιακές συνθήκες των προφητειών της Βίβλου που μία μέρα θα επικρατήσουν σε όλη τη γη. «Ναι», είπε, «έτσι θά’ πρεπε να είναι».
[Εικόνα στη σελίδα 20]
Μια οικογένεια Βουσμάνων κάθεται γύρω από τη φωτιά του καταυλισμού στο σπίτι τους στην Έρημο Καλαχάρι
[Ευχαριστίες]
Με την ευγενική άδεια του Αφρικανικού Μουσείου