Η Άποψη της Εκκλησίας για το Σεξ και το Γάμο
ΤΟ σεξ και ο γάμος είναι πράγματι θέματα παγκόσμιου ενδιαφέροντος. Ίσως για κανένα άλλο θέμα οι άνθρωποι δεν ζητούν συνήθως συμβουλή και καθοδήγηση. Η Βίβλος έχει πολλά να πει σχετικά με το σεξ, πιθανόν περισσότερα από όσα νομίζουν οι περισσότεροι άνθρωποι. Το ίδιο και η μεγαλύτερη θρησκεία του Δυτικού κόσμου, η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία.
Με αυτά που έχει διδάξει σχετικά με το σεξ, η Καθολική Εκκλησία έχει επηρεάσει πολύ τη ζωή εκατομμυρίων οπαδών της. Ιδιαίτερα, έχει επηρεαστεί η ζωή των ιερέων και των καλογριών. Είχε η διδασκαλία αυτή της εκκλησίας ευεργετικό, ωφέλιμο αποτέλεσμα ή είχε κακό αποτέλεσμα; Πώς παραβάλλεται η άποψη της Καθολικής Εκκλησίας για το σεξ με αυτά που διδάσκει η Βίβλος; Η σειρά αυτή των άρθρων θα εξετάσει αυτά τα θέματα.
Η στάση της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας απέναντι στο σεξ και στο γάμο δείχνεται στο Ένα Καθολικό Λεξικό, που αναφέρει: «Οι αρχές που οδήγησαν την Εκκλησία να επιβάλει την υποχρεωτική αγαμία στον κλήρο της είναι . . . ότι, επειδή καλούνται στο βωμό, μπορούν να αποδεχτούν μια ζωή εγκράτειας [της αποχής από σεξουαλικές σχέσεις], που είναι αγιότερη από εκείνη του γάμου».
Αν, σύμφωνα με την Καθολική θεωρία, η αποχή από τις σεξουαλικές σχέσεις είναι «αγιότερη», τότε τι θα πούμε για το γάμο; Αυτό είναι ένα ερώτημα που απασχολεί για χρόνια τους ιστορικούς. Έτσι, το βιβλίο Μία Ιστορία της Χριστιανοσύνης του Πωλ Τζόνσον, ρωτάει: «Αν, λοιπόν, η υποχρεωτική αγαμία ήταν ανώτερη, και ο γάμος κατώτερος, αν και θεμιτός, αυτό δεν θα σήμαινε ότι το σεξ θα ήταν ουσιαστικά κακό και ότι ακόμη και οι γαμήλιες σχέσεις θα ήταν μία μορφή επιτρεπόμενης αμαρτίας;»
Η εμμονή του Πάπα Ιωάννη Παύλου Β΄ πάνω στην αυξημένη αφοσίωση προς την «Παρθένα Μαρία» δεν έκανε τίποτα για να απαλύνει την εντύπωση ότι ο γάμος είναι ακάθαρτος, αν όχι, και αμαρτωλός. Το δόγμα του αειπάρθενου της Μαρίας διαιωνίζει την ιδέα ότι οι σεξουαλικές σχέσεις είναι ακάθαρτες. Το δόγμα συνεπάγεται ότι η πράξη του γάμου, ακόμη και μετά από τη γέννηση του Ιησού, θα είχε κηλιδώσει τη φήμη της Μαρίας σαν άγιας γυναίκας.
Δεν πρέπει να απορούμε που «το μυστήριο του προπατορικού αμαρτήματος» και «το αειπάρθενο της Μαρίας» είναι ανάμεσα στα μεγάλα προβλήματα που φέρνουν σε σύγχυση τους ειλικρινείς Καθολικούς. «Θα μπορούσε να προστεθεί και το αλάθητο του πάπα, που γενικά αμφισβητείται», παρατηρεί ο Καθολικός συγγραφέας Ζακ Ντυκέσν.
Δίχως αμφιβολία η παπική απόφαση που συνέβαλε περισσότερο για να υπονομεύσει την πίστη των Καθολικών στο αλάθητο του πάπα είναι η εγκύκλιος Humanae Vitae. Προερχόμενο από τον Παύλο ΣΤ΄ το 1968, το έγγραφο αυτό επανεπιβεβαίωνε το επίσημο Καθολικό δόγμα που απαγόρευε τη χρήση τεχνητών μέσων ελέγχου των γεννήσεων. Η Εγκυκλοπαίδεια Μπριτάνικα αναφέρει ότι «η εγκύκλιος αυτή προκάλεσε δυσμενείς αντιδράσεις [ανάμεσα στους Καθολικούς] οι οποίες μπορούν να περιγραφούν σαν οι πιο βίαιες επιθέσεις ενάντια στην εξουσία των διδασκαλιών του πάπα στους σύγχρονους καιρούς. Παρόμοια, η σταθερή στάση του [του Παύλου ΣΤ΄] πάνω στη διατήρηση της υποχρεωτικής αγαμίας του κλήρου . . . προξένησε πολύ αυστηρή κριτική».
Είναι φανερό ότι οι απόψεις της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας για το γάμο και για την υποχρεωτική αγαμία του κλήρου έχουν προξενήσει προβλήματα στους Καθολικούς. Γιατί δημιούργησε η εκκλησία τα προβλήματα αυτά μέσα στους κόλπους της; Τι ήταν εκείνο που την οδήγησε στην επιβολή της υποχρεωτικής αγαμίας στους ιερείς και στις καλόγριες και στην εμμονή για το αειπάρθενο της Μαρίας;