«Αποστολή μας Ήταν η Αυτοκτονία»
ΟΤΑΝ ξημέρωσε η 15η Αυγούστου 1945, βρισκόμασταν στα ανοιχτά του νότιου Ειρηνικού Ωκεανού. Εγώ ήμουν σε αποστολή ως μέλος του Σώματος Ειδικών Επιθέσεων (Αυτοκτονίας) Κάιτεν, και είχα επιβιβαστεί στο υποβρύχιο Α-367. Όταν μεταδόθηκε από το ραδιόφωνο το διάγγελμα του Αυτοκράτορα που έλεγε ότι η χώρα παραδόθηκε, όλοι έμειναν στο πόστο τους αποσβολωμένοι. Ο πόλεμος στον Ειρηνικό είχε τελειώσει.
Μέσα σε δέκα μέρες επιστρέψαμε στην Ιαπωνία. Όσοι από εμάς θέλαμε να κάνουμε καριέρα στο ναυτικό δεν μπορούσαμε να καταλάβουμε γιατί άλλοι ναύτες φαίνονταν τόσο ευτυχισμένοι που αποστρατεύονταν, και μάλιστα τη στιγμή που είχαμε χάσει τον πόλεμο! Ήταν πολύ εκνευριστικό να βλέπεις ανθρώπους να χαίρονται για τον τερματισμό του πολέμου, όταν τόσοι νεαροί άντρες είχαν πεθάνει για την πατρίδα τους!
Στην Αποστολή Αυτοκτονίας
Εκ των υστέρων, αναλογιζόμουν την περίοδο πριν από οχτώ περίπου μήνες, όταν είχα αποφοιτήσει από τη Ναυτική Σχολή Ανθυποβρυχιακών Επιχειρήσεων και από τη Σχολή Υποβρυχιακών Επιχειρήσεων. Ήταν 25 Δεκεμβρίου 1944, κι εγώ είχα μόλις λάβει τη διαταγή να υπηρετήσω στο υποβρύχιο Α-367. Όταν επιβιβαστήκαμε στο υποβρύχιο στη Γιοκόσουκα, την ημέρα της Πρωτοχρονιάς του 1945, οι διαταγές μας έλεγαν να λάβουμε μέρος σε ασκήσεις ειδικών επιθέσεων. Η φράση «ειδική επίθεση» σήμαινε επίθεση αυτοκτονίας, ακριβώς αυτό που έκαναν οι καμικάζι στον αέρα. Ονομαζόμασταν Ομάδα Σίμπου του Σώματος Ειδικών Επιθέσεων Κάιτεν.
Προκειμένου να προετοιμαστούμε για τις ασκήσεις, πλεύσαμε προς το Κούρε, ένα μεγάλο ναυτικό λιμάνι κοντά στη Χιροσίμα, για να γίνουν εργασίες διαμόρφωσης του υποβρυχίου έτσι ώστε να μπορεί να δεχτεί τα κάιτεν. Τα κάιτεν ήταν τορπίλες που είχαν υποστεί τις ανάλογες μετατροπές και είχαν στη μέση ένα στενόχωρο θάλαμο πλοήγησης για ένα άτομο. Από τη στιγμή που εκτοξεύονταν από το ανώτατο κατάστρωμα του υποβρυχίου, ο χειριστής που καθόταν στο πηδάλιο τα κατηύθυνε με σκοπό να χτυπήσει το στόχο, γι’ αυτό και ονομάζονταν ανθρωποτορπίλες. Από τη στιγμή που εκτοξεύονταν, δεν υπήρχε γυρισμός. Αν χτυπούσαν το στόχο, τότε ο χειριστής θα πέθαινε σαν ήρωας, ενώ αν δεν τον πετύχαιναν, θα πέθαινε σαν σκυλί, όπως λένε οι Ιάπωνες για τις περιπτώσεις που κάποιος πεθαίνει άσκοπα.
Πιστεύαμε ότι το να πεθάνουμε για την πατρίδα μας ήταν ένα ένδοξο προνόμιο. Όταν ο διοικητής μας κάλεσε όσους προσφέρονταν να γίνουν μέλη των ομάδων αυτοκτονίας να κάνουν ένα βήμα μπροστά, όλοι έκαναν αυτό το βήμα σαν ένας άνθρωπος. Παρ’ όλο που δεν ήμουν χειριστής κάιτεν, όλοι στο πλήρωμα θεωρούνταν μέλη του σώματος επιθέσεων αυτοκτονίας. Τι μεγάλη τιμή!
Αφού εκπαιδευτήκαμε για την εκτόξευση των κάιτεν, ξεκινήσαμε για μια αποστολή με πέντε κάιτεν προσαρμοσμένα επάνω στο ανώτατο κατάστρωμα. Καθώς κατευθυνόμασταν προς τον Ειρηνικό μέσω της Εσωτερικής Θάλασσας, στεκόμουν στο κατάστρωμα και παρατηρούσα την ομορφιά των πρώτων καλοκαιρινών ημερών. Αναρωτιόμουν τι ανταμοιβή περίμενε αυτά τα πέντε θανάσιμα οχήματα και έφερνα στο μυαλό μου γλυκές και πικρές αναμνήσεις από τις μέρες που πέρασα ως εκπαιδευόμενος στο ναυτικό.
Εκπαίδευση στο Ναυτικό
Από παιδί ήθελα να κάνω καριέρα στο ναυτικό, κι έτσι μπήκα στη Ναυτική Σχολή Εκπαίδευσης για Νάρκες, όταν έγινα 18 χρονών το 1944. Τους δυο πρώτους μήνες, η εκπαίδευση περιλάμβανε τα βασικά για μάχες εδάφους και μια υπερεντατική σειρά μαθημάτων σχετικά με τον τρόπο σκέψης του ναυτικού. Έπειτα απ’ αυτό, η σχολή μετονομάστηκε σε Ναυτική Σχολή Ανθυποβρυχιακών Επιχειρήσεων. Άρχισε η εκπαίδευση για το χειρισμό υδροφώνων και σονάρ, ώστε να μπορούν να μας στείλουν γρήγορα στο μέτωπο του πολέμου πλήρως εκπαιδευμένους.
Τις δυο πρώτες μέρες στη σχολή, μας μεταχειρίζονταν σαν φιλοξενούμενους. Οι εκπαιδευτές μάς εξηγούσαν ευγενικά ό,τι δεν καταλαβαίναμε. Κατόπιν, την τρίτη μέρα, ήρθε το πρώτο «μάθημα». Μόλις τελείωσε ο αξιωματικός νυχτοφυλακής την επιθεώρηση που έκανε για να δει αν ήμασταν στα κρεβάτια μας, ακούσαμε τη διαταγή ενός εκπαιδευτή: «Σηκωθείτε όλοι! Μπείτε όλοι στη γραμμή στο κατάστρωμα!» Μη ξέροντας τι έπρεπε να κάνουμε, τρέχαμε εδώ κι εκεί στα τυφλά. «Κουνηθείτε! Γρήγορα! Μπείτε στη γραμμή!» Ακούγαμε συνέχεια επιπλήξεις. Αφού τελικά μπήκαμε στη γραμμή, μας είπαν: «Όλοι σας χρειάζεστε κάτι για να ανέβει το ηθικό σας». Και άρχισαν τα «μαθήματα». Στο ναυτικό, «μάθημα» σήμαινε ξυλοφόρτωμα. Μας έλεγαν πρώτα να σταθούμε με τα πόδια ανοιχτά και να σφίξουμε τα δόντια μας, για να μην πέσουμε κάτω και για να μην τραυματιστούμε στο εσωτερικό του στόματός μας. Μετά δεχόμασταν αλλεπάλληλα χτυπήματα στο πρόσωπο.
Τα «μαθήματα» μας τα έδιναν με βάση την ομαδική ευθύνη. Αν ένα μέλος του τμήματός μας έκανε κάποιο λάθος, τότε όλο το τμήμα έπαιρνε το «μάθημά» του. Συχνά χρησιμοποιούσαν ένα ρόπαλο όμοιο μ’ εκείνο του μπέιζμπολ για να μας χτυπούν στα οπίσθια. Το έλεγαν «ρόπαλο που εμφυτεύει το πνεύμα του στρατιώτη». Υποτίθεται ότι τα «μαθήματα» είχαν σκοπό να μας ενσταλάξουν ένα πνεύμα ομαδικής συνεργασίας, που ήταν άκρως απαραίτητο στη θάλασσα. Κάθε φορά που μου έδιναν ένα «μάθημα», αναρωτιόμουν αν αυτό θα βοηθούσε πραγματικά σε περίοδο αληθινής μάχης.
Αφού αποφοίτησα από τη Σχολή Ανθυποβρυχιακών Επιχειρήσεων, μπήκα στη Σχολή Υποβρυχιακών Επιχειρήσεων. Τώρα μαθαίναμε τα πράγματα από την άλλη πλευρά· μας έκαναν ομιλίες και μας εκπαίδευαν σχετικά με το πώς να συλλαμβάνουμε, από το υποβρύχιο, τον ήχο ενός πλοίου που βρίσκεται στην επιφάνεια και να του επιτιθόμαστε. Η εκπαίδευση εδώ ήταν ακόμα πιο σκληρή καθώς ακολουθούσε ένα εβδομαδιαίο πρόγραμμα που στο ιαπωνικό ναυτικό ονομαζόταν «Δευτέρα - Δευτέρα - Τρίτη - Τετάρτη - Πέμπτη - Παρασκευή - Παρασκευή». Με άλλα λόγια, δεν υπήρχαν ελεύθερα σαββατοκύριακα.
Η Επίθεση Αυτοκτονίας
«Μόλις περάσαμε τον Πορθμό Μπούνγκο», ακούστηκε μια φωνή από το μεγάφωνο, και με έβγαλε απότομα από την αναπόλησή μου. «Θα πλέουμε στην επιφάνεια μέχρι αύριο το πρωί. Αναμένουμε από εσάς να φέρετε σε πέρας αυτή την αποστολή ως Ομάδα Σίμπου του Σώματος Ειδικών Επιθέσεων Κάιτεν. Κάντε το καλύτερο που μπορείτε στο πόστο που είστε διορισμένοι». Αποστολή μας ήταν να παρασύρουμε σε ενέδρα και να καταστρέφουμε πλοία που έκαναν τη διαδρομή Οκινάβα-Γκουάμ μεταφέροντας προμήθειες. Επί τέσσερις μέρες καταδυόμασταν την αυγή και αναδυόμασταν το σούρουπο.
Στις 2:00 μ.μ., την πέμπτη μέρα, εντοπίσαμε μια πηγή ήχου. Μείναμε σε βάθος 14 μέτρων και πλησιάσαμε σταθερά, ενώ παρατηρούσαμε το στόχο από το περισκόπιο. Ξαφνικά, οι διαταγές άρχισαν να πέφτουν σαν βροχή, η μια μετά την άλλη.
«Ο καθένας στο πόστο του!»
«Τα κάιτεν σε επιφυλακή!»
«Οι χειριστές στα σκάφη!»
Καθώς οι χειριστές έτρεχαν μέσα από το στενό διάδρομο δένοντας στο μέτωπό τους τις κορδέλες με τον Ανατέλλοντα Ήλιο, τα μέλη του πληρώματος κολλούσαν στον τοίχο με την πλάτη τους και τους απηύθυναν τον τελευταίο στρατιωτικό χαιρετισμό.
Οι χειριστές ανέβηκαν τρέχοντας τη σκάλα που οδηγούσε στον αγωγό επικοινωνίας (το διάδρομο που οδηγεί στα πιλοτήρια των τορπιλών από το εσωτερικό του υποβρυχίου), κι όταν έφτασαν στην καταπακτή έκαναν μια στροφή και απηύθυναν στρατιωτικό χαιρετισμό φωνάζοντας: «Σας ευχαριστούμε όλους που μας φροντίσατε τόσο καλά. Θα τα καταφέρουμε!» Εκείνοι που στέκονταν από κάτω έμειναν σιωπηλοί με τα χαρακτηριστικά του προσώπου τους σφιγμένα.
«Όλα τα σκάφη να ετοιμαστούν για εκτόξευση!» Η φωνή του διαγγελέα έτρεμε καθώς επαναλάμβανε τη διαταγή του καπετάνιου.
«Στόχοι: ένα μεγάλο πλοίο ανεφοδιασμού στόλου κι ένα αντιτορπιλικό», δήλωσε ο καπετάνιος. «Το σκάφος Νο. 1 δεν λειτουργεί. Γι’ αυτό, θα πλήξουν τους στόχους τα σκάφη Νο. 2 και Νο. 3. Τα άλλα σε επιφυλακή».
«Σκάφος Νο. 2, έτοιμο για εκτόξευση!»
«Σκάφος Νο. 3, έτοιμο για εκτόξευση!»
«Ντουπ! Ντουπ!» Τα συρματόσκοινα με τα οποία ήταν δεμένα τα κάιτεν χαλάρωσαν και έπεσαν με πάταγο στο κατάστρωμα. Το σκάφος Νο. 2 απελευθερώθηκε μ’ ένα τίναγμα και, καθώς ο βροντερός θόρυβος που έκανε συνέχιζε να ηχεί, ακολούθησε το σκάφος Νο. 3. Από το μυαλό μου πέρασαν αστραπιαία τα νεανικά πρόσωπα των χειριστών. Συγκεντρώθηκα στη δουλειά μου, που ήταν η παρακολούθηση της πορείας των κάιτεν με τα υδρόφωνα.
«Όπου να ’ναι πρέπει να χτυπήσουν τους στόχους», μουρμούρισε κάποιος. Τα κάιτεν είχαν εκτοξευτεί μόλις πριν από 15 λεπτά, αλλά έμοιαζε σαν να είχε περάσει μια ολόκληρη ώρα και περισσότερο. «Μπαααμ!» ακούστηκε ο ήχος της έκρηξης, κι ύστερα από λίγο ακολούθησε κι άλλος ένας ήχος.
«Ο υπαξιωματικός Τσίμπα χτύπησε το στόχο!»
«Ο υπαξιωματικός Όνο χτύπησε το στόχο!»
Έπεσε σιωπή. Δεν ακουγόταν ο παραμικρός ήχος ούτε καν βήξιμο. Μερικοί ένωσαν τα δυο τους χέρια και προσευχήθηκαν προς την κατεύθυνση της έκρηξης. Δάκρυα κυλούσαν στα πρόσωπα των μελών του πληρώματος που στέκονταν αμίλητοι. Μια απίστευτα ήρεμη σκηνή για ένα τόσο έξοχο αποτέλεσμα.
Κρυμμένο στα προσωπικά πράγματα του υπαξιωματικού Όνο, βρήκαμε ένα αποχαιρετιστήριο ποίημα γραμμένο από τον ίδιο, σύμφωνα με το ιαπωνικό έθιμο που ορίζει να αφήνει κάποιος ένα δικό του ποίημα όταν περιμένει να πεθάνει. Αυτός είχε γράψει: «Όταν ανθίζουν οι κερασιές της Αιώνιας Ιαπωνίας και σκορπίζουν τα πέταλά τους, τα σκορπίζουν βαθιά μέσα στη θάλασσα». Ήταν 19 χρονών.
Αεροπορική Επιδρομή!
Συνεχίζοντας την αναζήτησή μας για εχθρούς, καταδυόμασταν πριν από την ανατολή και αναδυόμασταν μετά τη δύση του ήλιου. Αφού πέρασαν δυο εβδομάδες άκαρπης αναζήτησης, ο καπετάνιος ανακοίνωσε ότι θα γυρίζαμε αμέσως στο Κούρε. Όλο το πλήρωμα ενθουσιάστηκε. Όσο διάστημα το υποβρύχιο ήταν αγκυροβολημένο στο Κούρε για επισκευές και ανεφοδιασμό, τα μέλη του πληρώματος περνούσαν την ώρα τους στα τοπικά λουτρά.
Ήταν 15 Ιουνίου 1945. Ήμασταν αγκυροβολημένοι στην αποβάθρα κοντά στο Ναυτικό Οπλοστάσιο και ετοιμαζόμασταν να ξεκινήσουμε για την επόμενη αποστολή μας. Ξαφνικά ακούστηκε η σειρήνα που έδινε προειδοποίηση για αεροπορικές επιδρομές. Δεν υπήρχε χρόνος για να ετοιμαστούμε. Ένας τεράστιος αεροπορικός σχηματισμός από βομβαρδιστικά τύπου Β-29 κατέβαινε προς το οπλοστάσιο. Πήδησα από το ανώτατο κατάστρωμα στην αποβάθρα για να λύσω την μπροστινή ρεμέτζα. Φώναξα στον υπαξιωματικό Μόχρι, που μόλις είχε επιστρέψει, να λύσει την πίσω ρεμέτζα. Το υποβρύχιο γλίστρησε από την αποβάθρα, κι εμείς μείναμε πίσω.
Αναζητήσαμε καταφύγιο σ’ ένα υπόστεγο κοντά στην αποβάθρα, αλλά αυτό ήταν κατάμεστο από εργάτες του οπλοστασίου. Ενώ στεκόμασταν στην είσοδο, έπεσε μια βόμβα και μας εκτίναξε έξω. Αντιληφθήκαμε ότι θα ήταν επικίνδυνο να μείνουμε εκεί και αποφασίσαμε να τρέξουμε σε μια σπηλιά που ήταν σκαμμένη σ’ ένα λόφο πίσω από το οπλοστάσιο. Υπολογίσαμε ότι μεσολαβούσαν γύρω στα τρία λεπτά μεταξύ των επιθέσεων των βομβαρδιστικών. Μόλις πέρασε μια από τις ομάδες των βομβαρδιστικών, βγήκαμε έξω και τρέξαμε προς το λόφο. Μια βόμβα εξερράγη πίσω μου καθώς πλησίαζα στη σπηλιά και με πέταξε μέσα. Ευτυχώς, δεν τραυματίστηκα. Ο υπαξιωματικός Μόχρι, που με ακολουθούσε, δεν φαινόταν πουθενά. Αμέσως μετά τη λήξη της αεροπορικής επιδρομής, άρχισα να τον ψάχνω ακολουθώντας το δρόμο που οδηγούσε πίσω στην αποβάθρα. Οι βόμβες είχαν αφήσει πολλές μεγάλες τρύπες στο μονοπάτι. Έψαξα παντού για το σύντροφό μου, αλλά χωρίς αποτέλεσμα.
Ποτέ μου δεν είχα δει τόσο πολλούς νεκρούς και τραυματίες. Η αθλιότητα και η ματαιότητα του πολέμου με συντάραξαν πιο έντονα παρά ποτέ. Δεν μπορεί να υπάρχει ούτε Θεός ούτε Βούδας, σκέφτηκα. Αν υπήρχαν, ποτέ δεν θα επέτρεπαν τέτοιες φρικαλεότητες.
Βρήκα τον Αξιόπιστο Θεό
Μόλις δυο μήνες έπειτα απ’ αυτή την αεροπορική επιδρομή, αναγκάστηκα να αναγνωρίσω την ήττα της Ιαπωνικής Αυτοκρατορίας εκείνη την καλοκαιρινή μέρα στο Νότιο Ειρηνικό. Αφού έκανα διάφορες δουλειές του ποδαριού, ξαναγύρισα στο σπίτι μου στις 20 Νοεμβρίου 1945. Ύστερα από δυο μέρες, έπιασα δουλειά στο Εθνικό Σιδηροδρομικό Δίκτυο της Ιαπωνίας. Τα επόμενα 30 χρόνια, εργάστηκα ως προϊστάμενος αμαξοστοιχίας και σταθμάρχης σε πολλές πόλεις στο νησί Σικόκου. Εξαιτίας των όσων είχα ζήσει στον πόλεμο, κυριαρχούσαν αθεϊστικές ιδέες στον τρόπο σκέψης μου.
Το 1970, διορίστηκα στο Σταθμό Σάκο, ο οποίος βρισκόταν σε απόσταση τριών ωρών στο γειτονικό νομό. Καθώς ταξίδευα καθημερινά με το τρένο, διάβαζα εφημερίδες και περιοδικά. Κάθε πρωί, όταν άνοιγα την τσάντα μου, έβρισκα τη Σκοπιά και το Ξύπνα! πάνω-πάνω στη γωνία. Τα έβαζε εκεί η γυναίκα μου, που μόλις είχε γίνει Μάρτυρας του Ιεχωβά. Στην αρχή εκνευριζόμουν όταν τα έβλεπα, και τα πετούσα πάνω στο ράφι των αποσκευών. Έτρεφα εχθρότητα προς τη θρησκεία και εναντιωνόμουν με σκληρό τρόπο στη Χριστιανική θρησκεία της γυναίκας μου. «Μην ξαναβάλεις ποτέ αυτά τα περιοδικά στην τσάντα μου», της φώναζα μόλις γύριζα στο σπίτι. Αλλά την επόμενη μέρα, τα περιοδικά ήταν και πάλι εκεί.
Μια μέρα, πρόσεξα ότι κάποιος πήρε τα περιοδικά από το ράφι και άρχισε να τα διαβάζει. ‘Τι το ενδιαφέρον μπορεί να έχουν αυτά τα περιοδικά;’ αναρωτήθηκα. Το είδα αυτό να συμβαίνει αρκετές φορές, ώσπου κάποια μέρα, αφού πρώτα διάβασα την εφημερίδα μου, έριξα μια πρόχειρη ματιά στη Σκοπιά. Δεν μπόρεσα να καταλάβω καλά αυτά που έγραφε, αλλά το Ξύπνα! το βρήκα ενδιαφέρον. Από την πρώτη φορά που τα διάβασα, κατάλαβα ότι είχαν κάτι το διαφορετικό, και από τότε τα διάβαζα και τα δυο. Φυσικά, δεν τα διάβαζα στο σπίτι, εξαιτίας της στάσης μου ως εναντιουμένου, αλλά σιγά-σιγά άρχισα να καταλαβαίνω γιατί η γυναίκα μου πήγαινε και κήρυττε κάθε μέρα.
Από τις αρχές του 1975, η κατάσταση της υγείας μου άρχισε να χειροτερεύει, και τον Απρίλιο του ίδιου έτους πήρα σύνταξη. Οι γιατροί μού βρήκαν καρκίνο στο φάρυγγα. Τον καιρό που ήμουν στο νοσοκομείο, με επισκεπτόταν ένας Μάρτυρας και μου έκανε δώρο τη Μετάφραση Νέου Κόσμου των Χριστιανικών Ελληνικών Γραφών και το βιβλίο Είναι Αυτή η Ζωή το Παν που Υπάρχει; Είχα βαρεθεί, και εφόσον μου έδωσαν την Αγία Γραφή ως δώρο, είχα τώρα μια δικαιολογία για να τη διαβάζω φανερά.
Όταν βγήκα από το νοσοκομείο, ο άντρας αυτός με επισκέφτηκε αμέσως. Οι δυο πρώτες επισκέψεις ήταν απλώς φιλικές κουβεντούλες. Μιλούσαμε για τις εμπειρίες του πολέμου. Αλλά στην τρίτη επίσκεψη, μου πρότεινε Γραφική μελέτη, την οποία και δέχτηκα. Αφού ξεπέρασα τον αθεϊστικό τρόπο σκέψης, που ήταν απόρροια των εμπειριών του πολέμου, τελικά βαφτίστηκα σε μια συνέλευση περιφερείας το 1980. Από τότε, έχω το προνόμιο να υπηρετώ άλλους, και πρόσφατα διορίστηκα να υπηρετώ ως πρεσβύτερος στην τοπική μας εκκλησία.
Όταν αναλογίζομαι το παρελθόν, καταλαβαίνω γιατί οι πολιτικοί και οι στρατιωτικοί ηγέτες μπορούσαν να διαπλάθουν τους νεαρούς άντρες έτσι ώστε αυτοί να προσφέρουν τη ζωή τους ανιδιοτελώς για την πατρίδα τους. Τους υποκινούσαν οι ισχυρές δυνάμεις του Σατανά του Διαβόλου, όπως αποκαλύφτηκε με τη μελέτη που έκανα από το Λόγο του Θεού, την Αγία Γραφή. Πίσω από τη μαζική υστερία των αποστολών αυτοκτονίας, μπορώ τώρα και διακρίνω τις σαδιστικές προθέσεις του Σατανά. Τα εδάφια Αποκάλυψις 12:7-9, 12 το είχαν προείπει αυτό: «Και έγεινε πόλεμος εν τω ουρανώ· ο Μιχαήλ και οι άγγελοι αυτού επολέμησαν κατά του δράκοντος· και ο δράκων επολέμησε και οι άγγελοι αυτού, και δεν υπερίσχυσαν, ουδέ ευρέθη πλέον τόπος αυτών εν τω ουρανώ. Και ερρίφθη ο δράκων ο μέγας, ο όφις ο αρχαίος, ο καλούμενος Διάβολος και ο Σατανάς, ο πλανών την οικουμένην όλην, ερρίφθη εις την γην, και οι άγγελοι αυτού ερρίφθησαν μετ’ αυτού. Δια τούτο ευφραίνεσθε οι ουρανοί και οι κατοικούντες εν αυτοίς· ουαί εις τους κατοικούντας την γην και την θάλασσαν, διότι κατέβη ο διάβολος εις εσάς έχων θυμόν μέγαν, επειδή γνωρίζει ότι ολίγον καιρόν έχει».
Για πολύ καιρό είχε τυφλωθεί το μυαλό μου και πίστευα ότι οι αποστολές αυτοκτονίας αποτελούσαν τιμή, αλλά τώρα μπορώ να δω την απροκάλυπτη αλήθεια. Τώρα καταλαβαίνω ποιος βρισκόταν πίσω από την τυφλότητά μου. Τα λόγια του αποστόλου Παύλου στα εδάφια 2 Κορινθίους 4:3-6 το δείχνουν αυτό καθαρά: «Εάν δε και ήναι το ευαγγέλιον ημών κεκαλυμμένον, εις τους απολλυμένους είναι κεκαλυμμένον, των οποίων απίστων όντων ο θεός του κόσμου τούτου ετύφλωσε τον νουν, δια να μη επιλάμψη εις αυτούς ο φωτισμός του ευαγγελίου της δόξης του Χριστού, όστις είναι εικών του Θεού. Διότι ημείς δεν κηρύττομεν εαυτούς, αλλά τον Χριστόν Ιησούν τον Κύριον, εαυτούς δε δούλους υμών δια τον Ιησούν. Διότι ο Θεός ο ειπών να λάμψη φως εκ του σκότους, είναι όστις έλαμψεν εν ταις καρδίαις ημών προς φωτισμόν της γνώσεως της δόξης του Θεού δια του προσώπου του Ιησού Χριστού».
Η απόκτηση γνώσης για την αλήθεια και για τον μόνο ζώντα και αληθινό Θεό μπορεί να παραβληθεί με τη γλυκύτητα, ναι, με τη φρεσκάδα του αέρα που αναπνέαμε όταν αναδυόμασταν στην επιφάνεια και ανοίγαμε την καταπακτή του υποβρυχίου. Κανείς δεν θα μπορούσε να εκτιμήσει αυτή τη γλυκύτητα και τη φρεσκάδα περισσότερο απ’ ό,τι εμείς. Γι’ αυτή την πνευματική αναψυχή, είμαι βαθιά ευγνώμων στον Ιεχωβά. Και η ευγνωμοσύνη μου απευθύνεται επίσης στη σύζυγό μου, για τις ακούραστες προσπάθειες που έκανε για να μοιραστεί μαζί μου τη Βιβλική αλήθεια, χωρίς να παραιτείται επί δέκα χρόνια, ώσπου τελικά αφιερώθηκα στον Θεό. Ως αποτέλεσμα, τώρα λαβαίνω μέρος στη Χριστιανική διακονία, μια ζωοσωτήρια αποστολή για τον ζώντα Θεό.—Όπως το αφηγήθηκε ο Γιοσίμι Αόνο.
[Εικόνα στη σελίδα 10]
Χάρη στις ακούραστες προσπάθειες της συζύγου μου, έχω αναλάβει τώρα μια ζωοσωτήρια αποστολή για τον ζώντα Θεό