ΜΟΛΟΧΕΣ
[εβρ., ’ορόθ ή ’ωρόθ].
Η στρογγυλόφυλλη μολόχα είναι έρπον φυτό με φύλλα στρογγυλωπά, κάπως λοβώδη, πριονωτά και μακρόμισχα. Τα λουλούδια της έχουν διάμετρο πάνω από 1 εκ., και το χρώμα τους ποικίλλει από γαλάζιο ως λευκό. Οι επίπεδοι και στρογγυλοί καρποί της περιέχουν βλεννώδη ουσία.
Με τη λέξη «μολόχες» αποδίδεται η εβραϊκή λέξη ’ορόθ (2Βα 4:39· Ησ 26:19), η οποία θεωρείται πληθυντικός αριθμός της λέξης ’ωράχ που σημαίνει «φως». (Εσθ 8:16· Ψλ 139:12) Σύμφωνα με το Λεξικό των Βιβλίων της Παλαιάς Διαθήκης ([Lexicon in Veteris Testamenti Libros] Λέιντεν, 1958, σ. 90) των Λ. Κέλερ και Β. Μπαουμγκάρτνερ, η λέξη ’ορόθ υποδηλώνει τη στρογγυλόφυλλη μολόχα (Malva rotundifolia). Βάση για αυτή την ταύτιση αποτελεί το γεγονός ότι το συγκεκριμένο φυτό είναι πολύ ευαίσθητο στο φως και ίσως έτσι προέκυψε η εβραϊκή ονομασία που σημαίνει “[χόρτα] του φωτός”. Επίσης, ο καρπός του είναι εδώδιμος, πράγμα που εναρμονίζεται με το εδάφιο 2 Βασιλέων 4:39.—ΕΙΚΟΝΑ, Τόμ. 1, σ. 543.