Η Συνήθεια του Καπνίσματος—Συμβιβάζεται με τη Χριστιανοσύνη;
«Έχοντες λοιπόν, αγαπητοί, ταύτας τας επαγγελίας, ας καθαρίσωμεν εαυτούς από παντός μολυσμού σαρκός και πνεύματος, εκπληρούντες αγιωσύνην εν φόβω Θεού.»—2 Κορινθίους 7:1.
ΗΤΑΝ η 18η Ιουλίου 1953, παραμονή της ενάρξεως της Συνελεύσεως της Κοινωνίας Νέου Κόσμου των Μαρτύρων του Ιεχωβά στο Στάδιο Γιάγκη της Νέας Υόρκης. Μεταξύ των ζωηρών και περιέργων θεατών που ήσαν στο γήπεδο της συνελεύσεως έξω από το στάδιο εθεάθη ένας νεανίας που εκάπνιζε ένα σιγαρέττο. Αν και υπήρχαν κι άλλοι που εκάπνιζαν, εν τούτοις ιδίως αυτός ο νεαρός έγινε αντικείμενον προσοχής. Γιατί; Διότι κι αυτός επίσης φορούσε το σήμα της συνελεύσεως που τον εχαρακτήριζε ως μάρτυρα του Ιεχωβά. Όταν έγινε συνομιλία μαζί του, απεκαλύφθη ότι κατοικούσε στην άμεση περιοχή του σταδίου και μόλις τελευταίως είχε ενδιαφερθή για το έργον των μαρτύρων του Ιεχωβά, και ότι το θέμα του καπνίσματος ποτέ δεν εθίγη από τον μάρτυρα ο οποίος διεξήγε μια Γραφική μελέτη στο σπίτι του.
Γιατί οι μάρτυρες του Ιεχωβά απέχουν από τη χρήσι του καπνού; Απαγορεύουν ρητώς και κατηγορηματικώς το κάπνισμα οι Γραφές; Όχι, δεν το απαγορεύουν. Εν τούτοις, το όλον νόημα των Γραφών είναι ότι η χρήσις του καπνού είναι ασυμβίβαστη με την αληθινή Χριστιανοσύνη.
Ο Ιησούς Χριστός συνώψισε την αληθινή Χριστιανοσύνη λέγοντας: «Και θέλεις αγαπά Ιεχωβά τον Θεόν σου εξ όλης της καρδίας σου, και εξ όλης της ψυχής σου, και εξ όλης της διανοίας σου, και εξ όλης της δυνάμεώς σου,» και «θέλεις αγαπά τον πλησίον σου ως σεαυτόν.» (Μάρκ. 12:30, 31, ΜΝΚ) Η χρήσις του καπνού δεν μπορεί να συμβιβασθή με την υπακοή σ’ αυτές τις δύο μεγάλες εντολές, και τούτο για δέκα περίπου διαφόρους λόγους.
ΑΣΥΜΒΙΒΑΣΤΗ ΜΕ ΤΗΝ ΠΡΩΤΗ ΕΝΤΟΛΗ
Το ν’ αγαπήσωμε τον Ιεχωβά με όλη μας τη δύναμι σημαίνει να δώσωμε στην υπηρεσία του Θεού το καλύτερο που μπορούν τα σώματα μας να δώσουν. Αλλ’ αυτό δεν μπορούμε να το πράξωμε αν ασχολούμεθα εσκεμμένως σε συνήθειες που βλάπτουν το σώμα μας· μπορούμε; Η δε χρήσις του καπνού είναι επιβλαβής. Ερευνηταί, που εργάζονται σε τέσσερα από τα πιο ευυπόληπτα κέντρα ερευνών στις Ηνωμένες Πολιτείες, συνηντήθησαν τελευταίως και απεφάνθησαν από κοινού ότι τα αίτια της αυξήσεως του καρκίνου και μερικών κυκλοφοριακών ή καρδιακών νοσημάτων πρέπει κατηγορηματικώς ν’ αποδοθούν στην αύξησι του καπνίσματος. Ένας δε γιατρός και συγγραφεύς, ο οποίος επί δέκα έτη ήταν σύμβουλος ερευνών σε μια μεγάλη καπνεμπορική εταιρία, εκθέτει ότι ο καπνός περιέχει τριάντα διάφορες ουσίες όπως η νικοτίνη, το αρσενικό, το οινόπνευμα και η αμμωνία. Σύμφωνα με τη γνώμη του, «ο καπνός περιέχει μια τόσο καλή συλλογή δηλητηρίων σαν εκείνη που θα μπορούσατε να βρήτε οπουδήποτε σ’ ένα μικρό δέμα.»
Οι Χριστιανοί έχουν πολύ και σπουδαίο έργον να εκτελέσουν κι έχουν ανάγκη από όλη τη δύναμι που μπορούν να παράσχουν τα σώματά των. Αν ο σεβασμός προς τα σώματά μας θα ήταν αρκετός ώστε ν’ αποφύγωμε τη χρήσι του καπνού, τότε βέβαια ο σεβασμός προς την υπηρεσία του Θεού πρέπει ν’ αποτελή ισχυρότερο ακόμη λόγο για την μη χρήσιν του. Η χρήσις του καπνού είναι ασυμβίβαστη προς την αγάπη του Θεού με όλη μας τη δύναμι.
Το ν’ αγαπούμε τον Ιεχωβά με όλη μας την καρδιά, τη διάνοια, την ψυχή και τη δύναμι σημαίνει επίσης να τον λατρεύωμε με καθαρά σώματα. Όπως ο Ιεχωβά, έτσι και κάθε τι που συνδέεται με αυτόν, με τον λόγον του και με την οργάνωσί του, είναι αγνό, καθαρό και δίκαιο. Ο καπνός μολύνει το σώμα μας, την αναπνοή μας, τα ενδύματά μας και την κατοικία μας. Οι Γραφές μάς συμβουλεύουν να μην εγγίζωμε και να μην ερχώμεθα σε σχέσι με οτιδήποτε που είναι ακάθαρτο, αυτό δε εφαρμόζεται στην κατά γράμμα όπως και στη μεταφορική ακαθαρσία: «Έχοντες λοιπόν, αγαπητοί, ταύτας τας επαγγελίας, ας καθαρίσωμεν εαυτούς από παντός μολυσμού σαρκός και πνεύματος, εκπληρούντες αγιωσύνην εν φόβω Θεού.» Το «από παντός μολυσμού σαρκός» περιλαμβάνει και το μόλυσμα του καπνού. Επίσης, νουθετούμεθα ν’ αποφεύγωμε «πάσαν ακαθαρσίαν» και να ‘απορρίψωμεν πάσαν ρυπαρίαν’.—2 Κορ. 7:1· Εφεσ. 5:3· Ιάκ. 1:21· 2 Κορ. 6:17· Κολ. 3:5-9.
Τα σώματά μας είναι σκεύη για το άγιο πνεύμα του Θεού, γήινα σκεύη που περιέχουν τον θησαυρό της διακονίας, κι επομένως πρέπει να τηρούνται καθαρά. Κηλιδωμένα και διαποτισμένα από καπνό σώματα, ρούχα και σπίτια είναι ασυμβίβαστα με τη Χριστιανοσύνη.—2 Κορ. 4:7.
Πάλι, το ν’ αγαπούμε τον Ιεχωβά με όλη την ψυχή μας σημαίνει επίσης να τον αγαπούμε με όλα τα μέσα που έχομε στη διάθεσί μας, και τούτο συμπεριλαμβάνει και το χρήμα μας. Αφού ο καπνός δεν είναι ουσιώδης για την ευεξία μας, αλλά μάλλον προξενεί βλάβη στην υγεία μας, δεν μπορεί να υπάρξη δικαιολογία για να σπαταλούμε σ’ αυτόν το χρήμα μας. Αν καπνίζωμε ένα κουτί σιγαρέττα την ημέρα, σ’ ένα χρόνο θα ξοδέψωμε 75 έως 100 δολλάρια για καπνό. Πολλοί καπνίζουν περισσότερο από ένα πακέτο την ημέρα. Πόσο καλύτερο θα ήταν να χρησιμοποιηθή αυτό το χρήμα για να συμβάλωμε στη διάδοσι της αληθείας της βασιλείας του Θεού στις ξένες χώρες ή για να υποστηρίξουμε τη μαρτυρία της Βασιλείας στην ίδια τη χώρα μας. Ή το χρήμα που εξοικονομείται έτσι θα μπορούσε να χρησιμοποιηθή για την πληρωμή των εξόδων του ταξιδιού για να πάμε σε μια διεθνή συνέλευσι μαρτύρων του Ιεχωβά, ή για να έχωμε μια υγιεινή ψυχαγωγία και ανάπαυσι για τους εαυτούς μας και τις οικογένειές μας. Πραγματικά, η συνήθεια του καπνού προξενεί σπατάλην χρήματος που είναι ασυμβίβαστη με την αληθινή Χριστιανοσύνη.
Και περαιτέρω: το ν’ αγαπούμε τον Ιεχωβά ολοψύχως σημαίνει ότι η θέλησίς μας πρέπει να είναι δική του, να υπόκειται σ’ αυτόν και μόνο σ’ αυτόν. Οι Γραφές δείχνουν ότι δυνάμει της απολυτρώσεώς μας με το αίμα του Χριστού και δυνάμει της αφιερώσεώς μας να πράξουμε το θέλημα του Θεού, είμεθα δούλοι του κι έτσι δεν μπορούμε να είμεθα δούλοι ανθρώπων ή μιας κακής συνηθείας. (1 Κορ. 6:20· 7:23) Πρέπει να είμεθα ως ελεύθεροι άνθρωποι κι εν τούτοις να μη χρησιμοποιούμε την ελευθερία μας ως «επικάλυμμα της κακίας».—1 Πέτρ. 2:16.
Ωστόσο, αποτελεί πασίγνωστο γεγονός ότι ο καπνός είναι ένα ναρκωτικό, το ευρύτερα χρησιμοποιούμενο από όλα τα ναρκωτικά. Τα ναρκωτικά δημιουργούν συνήθεια και υποδουλώνουν τον άνθρωπο. Πολλά άτομα παραδέχονται ότι ο μόνος λόγος για τον οποίον εξακολουθούν να καπνίζουν είναι ότι δεν μπορούν να σταματήσουν το κάπνισμα. Αν και καυχώνται μερικοί ότι θα μπορούσαν να το σταματήσουν αν ήθελαν, εν τούτοις πιθανώτερο είναι ότι οι καυχησιολογίες αυτές αποτελούν απλό πρόσχημα επειδή τα άτομα αυτά δεν θέλουν να ομολογήσουν ότι είναι δούλοι της συνηθείας του καπνίσματος. Είμεθα δούλοι εκείνου στο οποίον υπακούομε, η δε δουλεία στη συνήθεια του καπνού είναι ασυμβίβαστη με τη Χριστιανοσύνη, η οποία είναι ελεύθερη.
Αν θέλωμε ν’ αγαπήσωμε τον Θεό με όλη μας την καρδιά, τη διάνοια, την ψυχή και τη δύναμι, πρέπει ν’ αποφεύγωμε επίσης κάθε τι που είναι μολυσμένο από τον εχθρό του, τον Σατανά ή Διάβολο. Στους Ισραηλίτες απηγορεύετο αυστηρώς να σχετίζωνται με τον ειδωλολατρικό δαιμονισμό υπό οιανδήποτε μορφήν, ο δε νόμος για τους Χριστιανούς δεν είναι λιγώτερο αυστηρός. (1 Κορ. 10:19-24) Τα ιστορικά γεγονότα φανερώνουν ότι μεταξύ των κυρίων χρήσεων στις οποίες οι Ινδιάνοι της Αμερικής έθεταν τον καπνό ήταν κι εκείνη που εσχετίζετο με τις «πιο σημαντικές και ιεροπρεπείς φυλετικές τελετές», οι οποίες, βέβαια, ήσαν βυθισμένες μέσα στον ειδωλολατρικό δαιμονισμό. Η αρχική αυτή χρήσις του καπνού παρέχει άλλο ένα επιχείρημα όσον αφορά την αιτία, για την οποία η χρήσις του σήμερα δεν συμβιβάζεται με τη Χριστιανοσύνη.
ΑΣΥΜΒΙΒΑΣΤΗ ΜΕ ΤΗΝ ΑΓΑΠΗ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΠΛΗΣΙΟΝ
Η αληθινή Χριστιανοσύνη, όπως ερμηνεύεται από τον Χριστό Ιησού, εκτός του ότι απαιτεί ν’ αγαπούμε τον Ιεχωβά Θεό με όλη μας την καρδιά, τη διάνοια, την ψυχή και τη δύναμι, σημαίνει και το ν’ αγαπούμε τον πλησίον μας όπως τον εαυτό μας.—Μάρκ. 12:31.
Λόγω των πολλών επιβλαβών ουσιών που περιέχουν οι τολύπες του καπνού, αγαπούμε τάχα τον πλησίον μας σαν τον εαυτό μας και κάνομε στους άλλους όπως θα θέλαμε να μας κάνουν κι αυτοί, όταν μολύνωμε με τον καπνό τον αέρα που αναπνέουν, αφού πολλοί απ’ αυτούς δεν καπνίζουν αλλά βρίσκουν την ατμόσφαιρα του καπνού πολύ αποκρουστική; Ασφαλώς όχι! Μπορούμε να φυσήσωμε τον καπνό μας μακριά από μας, κι έτσι να μειώσωμε στο ελάχιστο τη βλάβη που μας προξενεί, μη εισπνέοντάς τον, αλλά τι θα πούμε για τους άλλους; Αυτό δε είναι ιδιαιτέρως ασυγχώρητο όταν γίνεται μέσα σε σπίτια, σε τόπους εργασίας ή σε δημόσια οχήματα σε περίπτωσι κακοκαιρίας. Ασφαλώς μια τέτοια αδιαφορία για τα δικαιώματα των άλλων είναι ασυμβίβαστη με τη Χριστιανική αγάπη προς τον πλησίον.
Το ν’ αγαπούμε τον πλησίον μας σαν τον εαυτό μας απαιτεί επίσης να δίνωμε ένα καλό παράδειγμα. Όπως ακριβώς δεν θα θέλαμε να μας κάνουν οι άλλοι να προσκόπτωμε ή να μας επηρεάζουν προς μια κακή κατεύθυνσι, έτσι πρέπει κι εμείς να προσέχωμε να μη δημιουργούμε προσκόμματα και να μην επηρεάζουμε δυσμενώς τους άλλους. Ο Παύλος θα ηρνείτο ακόμη και να φάγη κρέας, αν αυτό θα εσκανδάλιζε άλλους. Και όπως ενουθέτησε τον Τιμόθεο: «Γίνου τύπος των πιστών εις λόγον, εις συναναστροφήν, εις αγάπην, εις πνεύμα, εις πίστιν, εις καθαρότητα.» (1 Τιμ. 4:12· 1 Κορ. 8:13) Η αδιαφορία όσον αφορά την πνευματική ευημερία του πλησίον μας ή του ομοίου με μας Χριστιανού, συμβιβάζεται μήπως με τη Χριστιανοσύνη;
Αλλ’ εξ άλλου, η κοινωνία του Νέου Κόσμου των μαρτύρων του Ιεχωβά απέκτησε φήμην ότι είναι καθαρή οργάνωσις και αναγνωρίζεται ως κοινωνία διακόνων. Ως διάκονοι πρέπει να είμεθα πολύ ζηλότυποι για τη δύναμί μας να επηρεάζωμε τους άλλους προς το καλό. Πολλοί οι οποίοι ‘συναισθάνονται τις πνευματικές των ανάγκες’, οι οποίοι ‘πεινούν και διψούν για δικαιοσύνην’, μπορεί να προδιατεθούν να μην αποδεχθούν βοήθεια από μας αν παρατηρήσουν ότι χρησιμοποιούμε καπνό. Είμεθα «θέατρον εις τον κόσμον,» πρέπει ν’ ακολουθήσωμε το παράδειγμα που έδωσε ο Ιησούς Χριστός, είμεθα πρέσβεις του. (Ματθ. 5:3, 6, ΜΝΚ· 1 Κορ. 4:9· 1 Πέτρ. 2:21· 2 Κορ. 5:20) Θα μπορούσαμε να φαντασθούμε τον Ιησού Χριστό να καπνίζη; Αν δεν μπορούμε, πρέπει να ομολογήσωμε ότι το κάπνισμα είναι ασυμβίβαστο με τη Χριστιανοσύνη.
Τελικά δε είναι η ελπίς της αιωνίου ζωής στον δίκαιο νέο κόσμο του Ιεχωβά. Στον νέο εκείνο κόσμο οι άνθρωποι δεν θα χρησιμοποιούν ναρκωτικά, διότι δεν θα υπάρχη εκεί πόνος, λύπη ή θάνατος. Θα είναι ένας καθαρός κόσμος και οι κάτοικοι του θα είναι καθαροί. Θα μπορέσωμε ν’ απολαύσωμε τον νέον εκείνο κόσμο αν μπούμε σ’ αυτόν ως σκλάβοι της συνήθειας του καπνίσματος; Το ότι έχομε αυτή την ελπίδα ενός καθαρού νέου κόσμου πρέπει να μας βοηθήση να είμεθα και τώρα ακόμη καθαροί, διότι μήπως δεν πρόκειται να ζήσωμε τώρα με τους ίδιους κανόνας και αρχές που θα επικρατούν τότε; Το να καπνίζωμε τώρα, ενόσω παρουσιάζομε στους άλλους ως επιθυμητή την ελπίδα ενός ωραίου καθαρού νέου κόσμου στον οποίον δεν θα υπάρχη κάπνισμα, δεν είναι συνεπές· είναι;
ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΑ ΥΠΕΡ ΤΟΥ ΚΑΠΝΟΥ
Μερικοί ισχυρίζονται ότι, επειδή η Γραφή δεν απαγορεύει ρητώς τη χρήσι τού καπνού, δεν μπορεί να υπάρξη αντίρρησις ως προς τη χρήσι του. Αυτοί, όμως, παραβλέπουν το ιστορικό γεγονός ότι ως τον καιρό που ανεκαλύφθη το Δυτικό Ημισφαίριο η χρήσις του καπνού ήταν περιωρισμένη στους Ινδιάνους που διέμεναν σ’ εκείνο το ημισφαίριο· γι’ αυτό δεν υπήρχε περίπτωσις να μνημονευθή ο καπνός ή ν’ απαγορευθή μεταξύ των δούλων του Ιεχωβά.
Κατόπιν πάλι, μερικοί διατείνονται ότι είναι ασυνεπές το να είμεθα τόσο αυστηροί σχετικά με τον καπνό κι εν τούτοις να επιτρέπωμε τη χρήσι αλκοολικών ποτών, όπως κάνουν οι μάρτυρες του Ιεχωβά. Ωστόσο, ας σημειωθή ότι η Γραφή μάς λέγει ότι ο Ιεχωβά Θεός επρομήθευσε οίνον για να ευφραίνη τις καρδιές των ανθρώπων, ο δε Παύλος συνεβούλευσε τον Τιμόθεο να πίνη λίγο κρασί χάριν του στομάχου του. Επρόκειτο για ζυμωμένο κρασί, διότι χωρίς τα σημερινά μέσα διατηρήσεώς του ο χυμός της σταφυλής δεν μπορούσε να παραμείνη αζύμωτος. Αλλ’ αν δεν τον χρειάζεσθε, δεν υπάρχει ανάγκη να τον χρησιμοποιήσετε. (Ψαλμ. 104:15· 1 Τιμ. 5:23) Βέβαια, είναι σφάλμα να πίνωμε πολύ, όπως είναι σφάλμα και το να τρώγωμε πολύ, και γι’ αυτό η Γραφή καταδικάζει τόσο τη λαιμαργία όσο και τη μέθη. Αναμφιβόλως οι Χριστιανοί διάκονοι σε χώρες όπως η Γαλλία, η Γερμανία και η Ιταλία, οι οποίοι πίνουν κρασί ή μπύρα τακτικά στα γεύματά των, δεν επιφέρουν μομφή στον Ιεχωβά, ούτε βλάπτουν τα σώματά των ακολουθώντας τη συνήθεια του λαού. Μετρία χρήσις οίνου και παρομοίων ποτών συμβιβάζεται με τη Χριστιανοσύνη, με την αγάπη προς τον Ιεχωβά Θεόν εξ όλης καρδίας, διανοίας, ψυχής και δυνάμεως και με την αγάπη προς τον πλησίον μας σαν τον εαυτό μας. Αλλ’ έχετε υπ’ όψι το μέτρον και μη μεθύσετε ούτε μια φορά!
Αλλ’ ο καπνός δεν αποτελεί τροφήν· είναι ένα φάρμακο που το συνηθίζει κανείς, ένα ναρκωτικό. Όταν ληφθή για πρώτη φορά στον οργανισμό, επιφέρει συνήθως ασθένεια, που καταδεικνύει ότι το σώμα επαναστατεί εναντίον του δηλητηρίου. Η συνήθεια του καπνού βλάπτει την υγεία, είναι ακάθαρτη, αποτελεί σπατάλην χρήματος, σκλαβώνει εκείνους που κάνουν χρήσιν του καπνού· η προέλευσίς του συνδέεται με τη δαιμονολατρία, όλα δε αυτά είναι ασυμβίβαστα με την αγάπη μας προς τον Ιεχωβά εξ όλης μας της καρδίας, διανοίας, ψυχής και δυνάμεως. Εφόσον δε ο καπνός μολύνει τον αέρα που θ’ αναπνεύσουν άλλοι, και δίνει σ’ αυτούς ένα κακό παράδειγμα και κακή εντύπωσι περί της κοινωνίας του Νέου Κόσμου, η χρήσις του δείχνει έλλειψιν αγάπης προς τον πλησίον. Το γεγονός ότι οι καπνισταί αποκλίνουν στο ν’ αδιαφορούν προς τα δικαιώματα των άλλων καταφαίνεται και από τον αριθμό των πυρκαϊών που προξενούνται από απροσέκτους καπνιστάς, περίπου 15 τοις εκατό, ή περίπου 100.000 πυρκαϊές το έτος, που προξενούνται από απροσέκτους καπνιστάς μόνο στις Ηνωμένες Πολιτείες. Στον νέο κόσμο του Ιεχωβά δεν θα υπάρχη κάπνισμα.
Μερικοί καπνίζουν λόγω εντάσεως, νευρικότητος ή ταραχής. Αυτοί, όμως, πρέπει να προσπαθήσουν ν’ ανεύρουν την αιτία της καταστάσεώς των μάλλον παρά να λάβουν ένα βλαβερό φάρμακο για να καταπραΰνουν τα συμπτώματα. Η αυτοεξέτασις θα μπορούσε ν’ αποκαλύψη χαρακτηριστικά σημεία όπως είναι η απληστία, ο ανταγωνισμός ή η φιλοδοξία· ή μπορεί να είναι η διανοητική αστάθεια· ή ακόμη και οι τύψεις μιας ενόχου συνειδήσεως μπορεί να αποτελούν την αιτία. Για τέτοιες περιπτώσεις το θεραπευτικό μέσον είναι «η ευσέβεια μετά αυταρκείας».—1 Τιμ. 6:6.
Δεκάδες χιλιάδων Χριστιανών διακόνων του Ιεχωβά είχαν κάποτε τη συνήθεια να καπνίζουν, αλλά, βρίσκοντας την ασυμβίβαστη με τη Χριστιανοσύνη, εγκατέλειψαν το κάπνισμα. Όλοι όσοι θα ήθελαν να πάρουν στα σοβαρά τη Χριστιανοσύνη, ασφαλώς θα θελήσουν ν’ αποβάλουν τη συνήθεια του καπνίσματος, αν κατέχωνται απ’ αυτήν. Ένας μπορεί να σταματήση το κάπνισμα, αν το θέλη πραγματικά. Το ζήτημα είναι να πεισθή πλήρως ότι το κάπνισμα δεν αρέσει στον Ιεχωβά Θεό, δείχνει έλλειψι αγάπης για τον πλησίον και δεν είναι καλό για κείνον που καπνίζει, ούτε φυσικώς, ούτε πνευματικώς, ούτε διανοητικώς, ούτε ηθικώς. Παρεμπιπτόντως, ώσπου να υπερνικήση κανείς αυτή τη συνήθεια, ας δείξη αγάπη για τον πλησίον του κρατώντας το κακό για τον εαυτό του, και μη επιδεικνύοντας τη μωρία του. (Παροιμ. 13:16) Όπως είπε καλά ο απόστολος Παύλος, «Τα πάντα δύναμαι δια του ενδυναμούντός με Χριστού.» Αυτό περιλαμβάνει και τη δύναμι προς υπερνίκησιν της συνήθειας του καπνίσματος.—Φιλιππησ. 4:13.