Σύγχρονη Ιστορία των Μαρτύρων του Ιεχωβά
Μέρος Θ΄—Μεταπολεμική Ανασυγκρότησις των Μαρτύρων
Η ΕΦΕΣΙΣ του Ρόδερφορδ και των επτά συντρόφων του ωρίσθη να εδικασθή και εξεδικάσθη στις 14 Απριλίου 1919, από το Ομοσπονδιακό Εφετείο Δευτέρας Περιοχής της Νέας Υόρκης. Μετά από ένα μήνα (14 Μαΐου 1919), ανηρέθησαν οι πεπλανημένες καταδίκες των του προηγουμένου θέρους.a (Το επόμενο έτος, στις 5 Μαΐου 1920, οι οκτώ άνδρες απηλλάγησαν εντελώς, όταν ενώπιον του δικαστηρίου του Μπρούκλυν, κατ’ εντολήν του Γενικού Εισαγγελέως, ο κυβερνητικός επίτροπος ανήγγειλε την ανάκλησιν της καταδίκης.)b Η αναίρεσις της άδικης καταδίκης από το εφετείο εδημοσιεύθη στην πρώτη σελίδα τής τότε εκδιδομένης εφημερίδος Ηγκλ, του Μπρούκλυν, φύλλον 15ης Μαΐου 1919:
«Η κατά Ρωσσελλιστών Ετυμηγορία Ανηρέθη δι’ Εφέσεως. ‘Η Καταδίκη των Υπήρξε Άδικη.’ Οι δικασταί Γουάρδ, Ρότζερς και Μάντον του Εφετείου Περιοχής Η.Π. δια την Ομοσπονδιακήν Περιφέρειαν Νέας Υόρκης, ανήρεσαν σήμερον τις καταδίκες των ηγετών του Ρωσσελλισμού, οι οποίοι είχαν κριθή ένοχοι πέρυσι τον Ιούνιο ενώπιον του δικαστού Χάρλανδ Β. Χάουη του Βέρμοντ, εδρεύοντος στο Μπρούκλυν, επί συνωμοσία προς παρακώλυσιν εκπληρώσεως στρατιωτικών υποχρεώσεων, αποθάρρυνσιν προσελεύσεως προς κατάταξιν στο στράτευμα και υπόθαλψιν στάσεως και ανυποταξίας μεταξύ των ενόπλων δυνάμεων του Έθνους. Η απόφασις τονίζει ότι η στάσις του Δικαστού Χάουη ήταν ανάρμοστη στη μεταχείρισι [τριών] μαρτύρων. . . . Εφόσον η απόφασις υποστηρίζει την νομιμότητα του ισχυρισμού των Ρωσσελλιστών ότι η οργάνωσίς των, η οποία απαγορεύει στα μέλη της να φονεύουν, παρέσχε στα μέλη της δικαίωμα απαλλαγής από την ενεργόν στρατιωτική υπηρεσία, δεν φαίνεται πιθανόν ότι οι ηγέται του δόγματος αυτού θα εισαχθούν ποτέ σε νέα δίκη. . . . Ο δικαστής Μάρτιν Τ. Μάντον διεφώνησε προς την γνώμην της πλειοψηφίας, η οποία διετυπώθη από τον δικαστήν Ερρίκον Γ. Γουάρδ.»c
Ο δικαστής Μάντον, είναι εξέχων Ρωμαιοκαθολικός, ο οποίος την 1ην Ιουλίου 1918, χωρίς συγκεκριμένο λόγο, ηρνήθη κατάθεσιν εγγυήσεως στον Ρόδερφορδ και τους συντρόφους του, επιβάλλοντας έτσι εννέα μηνών άδικη φυλάκισι σ’ αυτούς ενόσω εκκρεμούσε η έφεσίς των. Αυτός, επίσης, είναι ο Μάντον τον οποίον ο Πάπας της πόλεως του Βατικανού Πίος Ι 1 αντήμειψε αργότερα, κάνοντάς τον «Ιππότην του Τάγματος του Αγ. Γρηγορίου του Μεγάλου.» Ναι, αυτός είναι ο Μάντον ο «ισχυρός» ο οποίος στις 3 Ιουνίου 1939 υπέστη ταπείνωσιν και κατεδικάσθη σε φυλάκισι επειδή κατεχράσθη επαίσχυντα την υψηλή του ιδιότητα ως ομοσπονδιακού δικαστού με το να δεχθή δωροδοκίες 186.000 δολλαρίων για έξη αποφάσεις.d
Μόλις απηλλάγησαν οι αξιωματούχοι της Εταιρίας Σκοπιά την άνοιξι του 1919, το κυριώτερο μέλημά τους ήταν να θέσουν πάλι σε κίνησι τους τροχούς της οργανώσεως. Το έργο της μαρτυρίας σαράντα ετών και πάνω είχε σταματήσει από τα εξωτερικά πλήγματα του Σατανά στο 1918. Τώρα ξαφνικά έγινε απαλλαγή, ελευθερία από τη Βαβυλωνιακή δουλεία γι’ αυτούς που εκαθαρίσθησαν κι επέζησαν απ’ αυτόν τον καιρό της δοκιμασίας. Ήλθαν οράματα μιας εποχής εντατικής νέας δράσεως. Επλησίαζε ο καιρός της ιδρύσεως μιας νέας επιγείου οργανώσεως, μιας κοινωνίας Νέου Κόσμου, υπό την Βασιλείαν του ζώντος Θεού που είχε ιδρυθή ήδη στους ουρανούς. Στο προσωρινό κέντρον του Πίτσμπουργκ έγιναν σχέδια για νέο άνοιγμα του κέντρου του Μπρούκλυν της Νέας Υόρκης. Αυτό επετελέσθη την 1ην Οκτωβρίου 1919.e Εξηαφαλίσθησαν νέα τυπογραφεία στη Μυρτλ Άβενιου του Μπρούκλυν. Σύμφωνα με το σχέδιο, έγινε επίσης και μεγάλη συγκέντρωσις όλων των επιζώντων μαρτύρων σε μια επταήμερη πνευματική εορτή στο Σήνταρ Πόιντ του Οχάιο, από 1ης μέχρις 7ης Σεπτεμβρίου 1919. Αυτή απεδείχθη ως η μεγαλύτερη συνέλευσις που έγινε ως τότε από την Εταιρία, παρηκολουθήθη δε από 6.000 άτομα στις γενικές της συνεδριάσεις και εβαπτίσθησαν κατ’ αυτήν 200 άτομα, παρευρέθησαν δε στη δημοσία διάλεξι 1.500.f Ανηγγέλθη στη συνέλευσι η έκδοσις ενός νέου περιοδικού, του Χρυσού Αιώνος. Η πρώτη του έκδοσις έγινε την 1η Οκτωβρίου 1919.g Η υπηρεσία τακτικού βιβλιοπώλου (σκαπανέως) γρήγορα ανεζωογονήθη, σ’ αυτόν δε τον κλάδον υπηρεσίας ήσαν 150 άτομα την άνοιξι του 1919, το δε φθινόπωρο ενησχολούντο 507 άτομα σε ολοχρόνια δράσι στον αγρό. Η υπηρεσία «πίλγκριμ» ανασυνεστήθη και 86 ειδικοί εκπρόσωποι απεστάλησαν από εκκλησία σε εκκλησία για να ενισχύσουν την επαφή του κέντρου μαζί τους, να συγκεντρώσουν τους διασκορπισμένους λόγω του διωγμού της πολεμικής περιόδου και να διεγείρουν νέον ενθουσιασμό. Αληθινά τα τρικυμιώδη χρόνια της κρίσεως είχαν περάσει.h Ναι, το 1919 είδε το άλλοτε νεκρό έργο της μαρτυρίας ν’ αναζωογονήται γοργά με την ισχυρή ενεργό δύναμί. του Θεού, για ν’ αποτελέση έκπληξιν στα έθνη.—Αποκάλ. 11:11.
Με θάρρος και σθένος το επιζών υπόλοιπον των κεχρισμένων μαρτύρων του Ιεχωβά ανέλαβε το έργον της αποκαταστάσεως αληθινής λατρείας, της γνησίας Χριστιανοσύνης, η οποία είχε επισκιασθή από τη Βαβυλωνιακή ψευδή θρησκευτική σκέψι από τον καιρό που πέθανε ο τελευταίος των αποστόλων του Ιησού, κατά το 100 μ.Χ. Το συλλογικό σύστημα του αποστατημένου κλήρου του «Χριστιανισμού», ως του «ανθρώπου της ανομίας», επί πολύν καιρό εκράτησε τους λαούς σε βαθύ σκοτάδι. Αν και ο λαός του Ιεχωβά από το 1870 ως το 1918 είχε βαθμιαίως αλλάξει πολλές από τις βασικές θρησκευτικές του σκέψεις, από τις διεφθαρμένες διδασκαλίες της Βαβυλωνιακής θρησκείας των αποστατημένων κατ’ όνομα εκκλησιών, εν τούτοις σε μεγάλο βαθμό εκρατείτο ακόμη σε περιορισμό με μολυσμένα δεσμά ψευδών αντιλήψεων και συνηθειών κληρονομημένων από τις ειδωλολατρικές παραδόσεις που είχαν υιοθετηθή από τον «Χριστιανισμό». Λόγου χάριν, ως τον καιρό των ταλαιπωριών τους στο 1918 οι μάρτυρες αυτοί του Υψίστου Θεού ενεπιστεύοντο ακόμη υπερβολικά στη λεγόμενη «ανάπτυξι χαρακτήρος»,i επεδίδοντο σε σημαντική λατρεία πλασμάτων,j παρεδέχοντο τις επίγειες πολιτικές κυβερνήσεις ως τις ‘υπερέχουσες εξουσίες’ τις τεταγμένες από τον Θεό (Ρωμ. 13:1), κι έτσι εκρατούντο σε φόβο ανθρώπου, ιδιαίτερα των πολιτικών αρχόντων.k Τελούσαν, επίσης, μερικές ειδωλολατρικές εορτές, όπως λόγου χάριν τα Χριστούγεννα,l χρησιμοποίησαν το σύμβολο του σταυρού ως σημείον Χριστιανικής αφοσιώσεως,a το όνομα του Ιεχωβά το είχαν στο περιθώριο, και οργανωτικά εξακολουθούσαν να ασκούν τον δημοκρατικό τύπο της τοπικής εκκλησιαστικής κυβερνήσεως.b Γενικά ο καθείς έκανε ό,τι εθεωρείτο «ορθόν εις τους οφθαλμούς αυτού». Η συγκένρωσις των κεχρισμένων υπό την Εταιρίαν Σκοπιά από πολλά μέρη της γης εκείνο τον καιρό είχε ως αποτέλεσμα μια χαλαρή συναναστροφή Χριστιανών που λαχταρούσαν μεγαλύτερες ακόμη αποκαταστάσεις.
Στο 1919 και μετέπειτα όλα αυτά άρχισαν να μεταβάλλωνται για ένα λαμπρό, ευλογημένο από τον Θεό μέλλον. Οι κεχρισμένοι μάρτυρες, σαν μια χαλαρά ενωμένη κοινότης, επανήλθαν σε ζωή μετά το θανατηφόρο σχεδόν πλήγμα που υπέστησαν από τις κυβερνήσεις των Εθνών στα έτη 1914-1918, του οποίου τα καθέκαστα εξητάσθησαν πλήρως στο προηγούμενο μέρος (Η΄) της ιστορίας μας αυτής. Σαν μια αποκαταστημένη Χριστιανική κοινότης ωμολόγησαν αμέσως τα αμαρτήματά των συμβιβασμού, καθώς και τα στίγματα τής ψευδούς θρησκείας που είχαν. Μετενόησαν για την προηγούμενη πορεία τους, εξέφρασαν την επιθυμία να αλλάξουν τις κατευθύνσεις των και προσευχήθησαν για να λάβουν συγχώρησι από τον Ιεχωβά. Ως οργάνωσις ενεθυμούντο τις αμαρτίες των όπως ήταν η συμβιβαστική αποκοπή των σελίδων 247-253 του βιβλίου Το Τετελεσμένον Μυστήριον, εβδόμου τόμου των Γραφικών Μελετών, για να ευαρεστήσουν τους δήθεν λογοκριτάς,c η από τη Σκοπιά ενθάρρυνσις των αναγνωστών της να θέσουν κατά μέρος την 30ή Μαΐου 1918 ως ημέρα προσευχής και δεήσεως όπως εζητήθη από το Αμερικανικό Κογκρέσο στις 2 Απριλίου και προεκηρύχθη από τον Πρόεδρον Ουίλσον στις 11 Μαΐου,d η από μέρους των έκφρασις φιλοφρονήσεων στις κυβερνήσεις του παρόντος κόσμου,e και η ανάμιξίς των σε μη θρησκευτικές υποθέσεις.f Ως σώμα ωμολόγησαν, «Ημαρτήσαμεν, μετά των πατέρων ημών ηνομήσαμεν, ησεβήσαμεν.» «Τις παρέδωσε τον Ιακώβ εις διαρπαγήν, και τον Ισραήλ εις λεηλατιστάς; ουχί ο Ιεχωβά, αυτός εις τον οποίον ημαρτήσαμεν; διότι δεν ηθέλησαν να περιπατήσωσιν εν ταις οδοίς αυτού, ουδέ υπήκουσαν εις τον νόμον αυτού.»g (Ψαλμ. 106:6· Ησ. 42:24, ΑΣ) Τα συναρπαστικά άρθρα της Σκοπιάς της 1ης και 15ης Αυγούστου 1919 (στην Αγγλική), με τίτλο «Μακάριοι οι Άφοβοι», απεμάκρυναν τον «φόβον του ανθρώπου» που κατείχε και περιώριζε το πιστό υπόλοιπο, και αυτοί άρχισαν να προσχωρούν σαν ένας συγχωρημένος λαός, μια καθαρισμένη οργάνωσις, ένα νέο έθνος ελευθερωμένο από την οργάνωσι του παλαιού κόσμου του Διαβόλου. Εχάρησαν διότι είχε τώρα λήξει το σύντομο χρονικό διάστημα της δυσμενείας του Ιεχωβά, η οργή του είχε αποστή απ’ αυτούς, η δε υπηρεσία των προς αυτόν στο μέλλον θα ήταν ευπρόσδεκτη.—Ησ. 12:1.
Προφητικά, τι έχουν να προείπουν οι Γραφές γι’ αυτή την περίοδο της αποκαταστάσεως; Προηγουμένως εμελετήσαμε το πώς η Σιών, η παγκόσμια οργάνωσις του Ιεχωβά, χωρίς οργανωτικούς πόνους, βίαν ή διαταραχές, εγέννησε ή παρήγαγε επιτυχώς στο 1914, το άρρεν της Βασιλείας των ουρανών, μια νέα κυβέρνησι ενσωματωμένη στον Χριστόν Ιησούν. (Δαν. 7:14· Ησ. 66:7· Αποκάλ. 12:5) Εν τούτοις, μετά το γεγονός αυτό οι προφητείες λέγουν ότι η Σιών κοιλοπονεί ή ‘έχει ωδίνες’ σχετικά με τους διωγμούς, τα παθήματα και τους διασκορπισμούς των κεχρισμένων της μαρτύρων επάνω στη γη (1914-1918) για να παραγάγη μαζί μ’ αυτούς μια «γη» κι ένα «έθνος». (Ησ. 66:8) Η «γη» που παρήχθη στη «μία ημέρα» του Ιεχωβά αναφέρεται στην αποκατάστασι της ελευθέρας θέσεως των λάτρεων του Ιεχωβά επάνω στη γη, για την οικοδόμησι μιας θεοκρατικής κοινωνίας Νέου Κόσμου, η οποία ιδρύθη έτσι στο 1919.h (Ησ. 51:16) Μια «γη» ή επίγεια κατάστασις ή θέσις πρέπει να έχη κατοίκους, οι δε πρώτοι που θα κατοικούσαν στην επίγεια αυτή κατάστασι, στη «νενυμφευμένη» γη, ήσαν οι του υπολοίπου των κεχρισμένων του «πνευματικού Ισραήλ» που αποτελούν το άγιον «έθνος» που αποκατεστάθη στην αληθινή λατρεία στο 1919.i (Ησ. 62:4) Αργότερα, ξένοι, τα «άλλα πρόβατα», επρόκειτο να συναχθούν σ’ αυτή τη νέα θεοκρατική «γη» ή κατάστασι. Έτσι ανεπτύχθη σιγά-σιγά μια θεαματική «νέα γη» με πλήθος κατοίκων, μέσα σ’ έναν θνήσκοντα διεφθαρμένοι παλαιόν κόσμον.—Ησ. 66:20-22.
Μετά τις αξιοσημείωτες αυτές γεννήσεις στο 1919 του νέου σπέρματος της Σιών, του «έθνους» της «γης», παρέχεται μια κατά γράμμα περίοδος 1.260 ημερών από τον μέγαν «αετόν», Ιεχωβά, για την ασφαλή ανάπτυξι, την πνευματική διατροφή και την ενδυνάμωσι των νέων αυτών τέκνων. (Αποκάλ. 12:6, 14· Δευτ. 32:11, 12· Έξοδ. 19:4) Έτσι επί τριάμισυ χρόνια ως το 1922 ο Ιεχωβά παρέσχε ειδική αετοειδή προστασία στην οργάνωσί του στη νέα θεοκρατική «γη». Αυτό διηυκόλυνε τις πρώτες αφίξεις, το υπόλοιπο του πνευματικού Ισραήλ να εγκατασταθή στη νέα θεοκρατική γη, να τρέφεται πνευματικά και να εποικοδομήται, και να εγκλιματίζεται στις ευχάριστες συνθήκες της θείας ευνοίας.
Στους αρχαίους χρόνους υπήρχε προφητική σημασία στην κατά γράμμα αποκατάστασι του υπολοίπου των πιστών Ιουδαίων στο 537 π.Χ., όταν εφέρθησαν από την κατά γράμμα Βαβυλώνα και αποκατεστάθησαν ως δίκαιοι κάτοικοι στη «γη της επαγγελίας» του Ισραήλ όπου έγιναν και πάλι, εικονικά το «άγιον έθνος» του Ιεχωβά κάτω από ένα θεοκρατικό σύστημα πραγμάτων, ανοικοδομώντας τον ναό της αγνής λατρείας του Ιεχωβά.j Έτσι επίσης από το έτος 1919 μ.Χ. το Χριστιανικό κεχρισμένο υπόλοιπο βρήκε τον εαυτό του στη «νενυμφευμένη» γη, αρχίζοντας το έργον της αποκαταστάσεως της αληθινής λατρείας του Ιεχωβά.
Εκείνο που επρόκειτο τώρα να δοκιμάση ο συγχωρημένος λαός του Ιεχωβά έμοιαζε μ’ εκείνο που εδοκίμασαν οι αρχαίοι Ισραηλίτες στον καιρό που η θεοκρατική βασιλεία, πρώτα του Σαούλ και ύστερα του Δαβίδ, εγκαθιδρύθη σ’ αυτούς. Δεν μπορούσε πια ο καθείς να ‘πράττη το αρεστόν εις τους οφθαλμούς αυτού’ όπως έκανε άλλοτε, προτού υπάρξη ανάσσων θεοκρατικός βασιλεύς. (Κριτ. 21:25) Τώρα που από το έτος 1914 ο Χριστός Ιησούς εβασίλευε ως θεοκρατικός Βασιλεύς της νεογέννητης ουρανίας βασιλείας, αυτό δεν εσήμαινε πια μια χαλαρή κοινότητα μαρτύρων εδώ επάνω στη γη. Μάλλον, μια νέα οργανωτική διάταξις επρόκειτο να τεθή σε λειτουργία, που θα ήταν εντελώς θεοκρατική, συγκεντρωμένη στον ίδιο τον Βασιλέα και συνδεδεμένη στενά με αυτόν σε διάρθρωσι και υπηρεσία. Έτσι στο 1919 η αποκατάστασις των μαρτύρων του Ιεχωβά δεν ήταν σε ό,τι αυτοί απελάμβαναν επί σαράντα χρόνια πριν από την κρίσι τους των ετών 1917-1919. Αντί αυτού, ήταν μια αποκατάστασις στη θεοκρατική οργάνωσι όπως αυτή υπήρχε στην εποχή της πρώτης εκκλησίας.
(Ακολουθεί)
[Υποσημειώσεις]
a Ρόδερφορδ κατά Ηνωμένων Πολιτειών, 258 F. 855.
b Σκοπιά 1920, σελ. 162 (στην Αγγλική).
c Σκοπιά 1919, σελ. 162 (στην Αγγλική)· Παρηγορία 6 Σεπτεμβρίου 1939, σελ. 6, 7 (στην Αγγλική).
d Παρηγορία 9 Αυγούστου 1939, σελ. 3-6 (στην Αγγλική)· Τάιμς Νέας Υόρκης, 21 Ιανουαρίου 1929· 18 Νοεμβρίου 1946, σελ. 23, στήλη 3.
e Σκοπιά 1919, σελ. 283 (στην Αγγλική).
f Σκοπιά 1919, σελ. 291-297 (στην Αγγλική).
g Σκοπιά 1919, σελ. 298, 318 (στην Αγγλική).
h Σκοπιά 1919, σελ. 371-373 (στην Αγγλική).
i Σκοπιά 1916, σελ. 155-157· Σκοπιά 1926, σελ. 131-137 (στην Αγγλική).
j Σκοπιά 1916, σελ. 356-370 (στην Αγγλική).
k Γραφικαί Μελέται 1886, Τόμ. Α΄, σελ. 250 (στην Αγγλική).
l Σκοπιά 1919, σελ. 31· Σκοπιά 1946, σελ. 361 (στην Αγγλική).
a Σκοπιά 1906, σελ. 274 (στην Αγγλική).
b Σκοπιά 1913, σελ. 381 (στην Αγγλική).
c Σκοπιά 1918, σελ. 77 (στην Αγγλική).
d Σκοπιά 1918, σελ. 174 (στην Αγγλική).
e Σκοπιά 1918, σελ. 78 (στην Αγγλική).
f Σκοπιά 1900, σελ. 64· Σκοπιά 1911, σελ. 178· Σκοπιά 1920, σελ. 226 (στην Αγγλική).
g Σκοπιά 1935, σελ. 267· Σκοπιά 1952, σελ. 725, 726 (στην Αγγλική)· Φως Βιβλίον 1 σελ. 110.
h «Νέοι Ουρανοί και Νέα Γη», σελ. 267, 319 (στην Αγγλική).
i Σκοπιά 1925, σελ. 71 (στην Αγγλική).