Μέρος 4—Περιοδεύοντας τον Κόσμο με τον Αντιπρόεδρο
Ταϊβάν, Οκινάβα, Ιαπωνία
ΣΤΙΣ 6.20΄ μ.μ. της Παρασκευής, 18 Ιανουαρίου, το αεροπλάνο Πολιτικών Αερομεταφορών από τη Μανίλα των Φιλιππίνων Νήσων προσεγειώθη στο αεροδρόμιο του Ταϊπέ της Ταϊβάν [Φορμόζας]. Δύο απόφοιτοι της σχολής Γαλαάδ, ο υπηρέτης του τμήματος Ταϊβάν και η σύζυγός του, που έφθασαν κι αυτοί προσφάτως στη νήσο αεροπορικώς από την Οκινάβα, ήσαν επί τα ίχνη του αεροπλάνου Π. Α. για ν’ αποδώσουν στον Φρεντ Γ. Φραντς έναν ευχαρίστου εκπλήξεως χαιρετισμό. Μια αποστολή Φιλιππίνων τραπεζιτών κατέφθανε μαζί του και γι’ αυτό οι Αρχές του αεροδρομίου επέτρεψαν σε μερικούς συντάκτας εφημερίδων να πλησιάσουν στο αεροπλάνο, στο διάδρομο προσγειώσεως. Ο υπηρέτης του τμήματος και η σύζυγός του επωφελήθησαν απ’ αυτό για να προχωρήσουν εκεί μαζί με αυτούς στον διάδρομο και να συναντήσουν έναν στον οποίον έχουν εμπιστευθή ανώτερα συμφέροντα, τα πνευματικά πολύτιμα της Βασιλείας του Θεού. Παρέσχον άμεση βοήθεια, διευκολύνοντας τον αντιπρόεδρο της Εταιρίας Σκοπιά να τελειώση με τις απαιτήσεις της αστυνομικής υπηρεσίας ασφαλείας για τη βραχεία παραμονή του στο νησιωτικό αυτό έδαφος της Εθνικιστικής Κίνας υπό τον Πρόεδρον Τσαγκ Κάι Σεκ. Ένα ωραίο κατάλυμα είχε μισθωθή για τη νύχτα στο Ξενοδοχείο της Λέσχης των Φίλων της Κίνας.
Την επόμενη μέρα Σάββατο πρωί, 19 Ιανουαρίου, οι τρεις, ο υπηρέτης του τμήματος, η σύζυγός του και ο Αδελφός Φραντς, επέβησαν αεροπλάνου για την πτήσι των σε απόστασι εβδομήντα πέντε μιλίων από την πρωτεύουσα προς νότον στην πόλι Χουάλιεν, στην ανατολική ακτή της νήσου. Ο καιρός ήταν αίθριος καθώς ήλθε σε θέα το μαγευτικό τοπίο δια μέσου των παραθύρων του αεροπλάνου. Το έδαφος κάτω ήταν πολύ ανώμαλο, οι δε οροσειρές που εφαίνοντο μακριά στην ενδοχώρα ήσαν χιονοσκεπείς, με το Όρος Τσουγκιτάκα που επρόβαλλε σε ύψος 12.569 ποδών προς τον ουρανό. Διεκρίνοντο, επίσης, ορμητικά ποτάμια, διακοσμημένα σποραδικώς από μικρά χωριά περιστοιχισμένα από λωρίδες αγροκτημάτων ανάμεσα σε ευθαλείς τροπικές φυλλωσιές. Θα μπορούσε κανείς εύκολα να καταλάβη γιατί οι Πορτογάλοι ωνόμασαν αυτή τη νήσο «Φορμόζα», που σημαίνει «ευχάριστη μορφή· ωραία». Σε λίγο ανεφάνησαν οι κρημνώδεις βράχοι της ανατολικής ακτής και μετά από λίγα λεπτά προσγειωθήκαμε έξω από την πόλι Χουάλιεν. Σ’ αυτή τη γραφική, τυπικής εμφανίσεως Κινεζική πόλι, ανεμέναμε επί τέσσερες και πλέον ώρες το επόμενο βενζινοκίνητο τραίνο για να πάμε στον προορισμό μας, Τσι Σανγκ, προς νότον. Αυτό επέτρεψε να γίνη μια περιήγησις της πόλεως, ένας δε χαρακτηριστικά φιλόφρων εμπορευόμενος, τον οποίον συναντήσαμε κατά σύμπτωσιν, αφήκε την εργασία του και διέθεσε χρόνον για να δείξη και στους τρεις επισκέπτας τα αξιοθέατα της πόλεως, εγευματίσαμε δε και με τα ειδικά ξυλάκια που γενικά χρησιμοποιούν οι Κινέζοι ως κουταλοπήρουνα σ’ ένα εγχώριο εστιατόριο.
Το ταξίδι προς νότον, στον τόπο της εθνικής συνελεύσεως των μαρτύρων του Ιεχωβά της Ταϊβάν έγινε με βενζινοκίνητο τραίνο και ήταν πολύ ενδιαφέρον. Αν και ήταν μεσοχείμωνα, οι γεωργοί ησχολούντο στη συγκομιδή του ζακχαροκαλάμου. Πεπόνια, παπάυα, μπανάνες, φιστίκια και πολλά άλλα ωφέλιμα φρούτα της καλής γης μπορεί να τα ιδή κανείς να παράγωνται με αφθονία. Επεράσαμε από τη Φουγιουάν, λίγα μίλια πιο κάτω, όπου είχε γίνει μια ολοήμερη συνέλευσις τον Απρίλιο του 1956, οπότε ο πρόεδρος της Εταιρίας Ν. Χ. Νορρ και ο γραμματεύς του, Ντον Άνταμς, είχαν επισκεφθή το νησί και 1.808 μάρτυρες του Ιεχωβά και άνθρωποι καλής θελήσεως παρακολούθησαν τη συνέλευσι, 123 δε άτομα ετέλεσαν Χριστιανικό βάπτισμα. Αλλά τώρα επί μιάμιση περίπου ώρα ακόμη το βενζινοκίνητο τραίνο μας τρέχει μακρότερα προς νότον και φθάνει στον σταθμό μας στις 4.21΄ μ.μ. Ένα ζεύγος ιεραποστόλων βρίσκεται εκεί για να μας υποδεχθή.
Οι ιθαγενείς αδελφοί της Ταϊβάν υπερεχάρησαν όταν έμαθαν ότι σε διάστημα λιγότερο του ενός έτους μετά την ολοήμερη συνέλευσι με τον πρόεδρο της Εταιρίας και τον γραμματέα του, θα τους επεσκέπτετο ο αντιπρόεδρος της Εταιρίας και θα μπορούσαν να έχουν μια μακρότερη συνέλευσι. Αυτό το γεγονός εμπεριέκλειε πολλή προεργασία. Εξελέγη αμέσως ένας χώρος για τη συνέλευσι και άρχισε η προκαταρκτική εργασία. Ο λόγος για τον οποίον προετιμήθη το χωριό Τσι Σανγκ ως κεντρική τοποθεσία ήταν διότι εξακόσιοι περίπου μάρτυρες του Ιεχωβά κατοικούν σε μικρή απόστασι από το χωριό αυτό και γι’ αυτό οι πρόσθετες εκατοντάδες των συνέδρων που θα ήρχοντο εκεί θα μπορούσαν εύκολα να στεγασθούν και να διατραφούν.
Δεν μπορούσε να υπάρξη αρκετά ευρύχωρη αίθουσα σ’ εκείνη την περιφέρεια, ούτε και ηλεκτροφωτισμός υπήρχε. Αυτό εσήμαινε ότι έπρεπε να γίνη πολλή εργασία. Και έτσι ακόμη, κάθε έλλειψις ευκολιών υπεραντισταθμίζετο από τον ενθουσιασμό και την προθυμία των ιθαγενών μαρτύρων. Εκόπη αρκετή ποσότης δοκών από ινδοκάλαμο και μετεφέρθη στον χώρο της συνελεύσεως για να κατασκευασθούν σειρές σκαμνιών για 3.000 άτομα. Κετεσκευάσθη μια καφετήρια πλήρης με μαγειρείον από μερικά τμήματα. Όλη η τροφή που θα ετρώγετο έπρεπε να πληρωθή προκαταβολικά από τους αδελφούς μέσω των τοπικών εκκλησιών των, για να διευκολυνθούν τα πράγματα. Κατεσκευάσθη μια κομψή εξέδρα που έμοιαζε σαν σκοπιά και έφερνε στην κορυφή ένα μεγάλο στέμμα, επάνω δε σ’ αυτό ήταν μια ελκυστική επιγραφή που ανήγγελλε σε όλους ότι αυτή ήταν η συνέλευσις του Διεθνούς Συλλόγου Σπουδαστών της Γραφής, τίτλος που αντιστοιχούσε με τον τίτλο του τμήματος της Εταιρίας Σκοπιά στο Λονδίνον της Αγγλίας. Εκεί κοντά, προς τα δεξιά του βήματος, έκειτο η τοπική Αίθουσα Βασιλείας που είχε κτισθή από τους ιδίους τους αδελφούς. Στ’ αριστερά του βήματος έκειτο η κατοικία του Αδελφού Τσεν Αχ Πανγκ, την οποία αυτός εξεκένωσε για να διαμείνουν εκεί οι πέντε ιεραπόστολοι και ο αντιπρόεδρος της Εταιρίας, ενώ αυτός και η σύζυγός του και ο γυιός του πήγαν στο σπίτι της μητέρας του για να κοιμηθούν μερικές νύχτες.
Ας μη λησμονήται ότι στις 25 Απριλίου 1955 το περιφερειακό δικαστήριο του Ταϊπέ ενέκρινε την εγγραφή του Διεθνούς Συλλόγου Σπουδαστών της Γραφής κι έτσι η δεκαοκταετούς διαρκείας απαγόρευσις των μαρτύρων του Ιεχωβά ήρθη στην Ταϊβάν. Αλλά τώρα, προσφάτως, η Κινεζική κυβέρνησις εξέδωκε διάταγμα που περιορίζει το έργον και τις συναθροίσεις των μαρτύρων του Ιεχωβά στο μεγαλύτερο μέρος της νήσου Ταϊβάν. Προς στιγμήν ηγέρθη το ερώτημα, Θα ήταν δυνατόν να γίνη η σχεδιαζομένη συνέλευσίς των; Έπρεπε, βέβαια, να ληφθή άδεια. Αμέσως ένας από τους εντοπίους αδελφούς εστάλη στο Τάι Τσουγκ για να ιδή αν η επαρχιακή διοίκησις θα επέτρεπε να γίνη η συνέλευσις. Ο αδελφός παρουσιάσθη σ’ έναν υπεύθυνο κρατικό λειτουργό, ο οποίος εφαίνετο αγαθά διατεθειμένος. Κατόπιν, σύμφωνα με τα έθιμα του τόπου, τον εκάλεσε σε γεύμα όπου θα συνεζητείτο η υπόθεσις. Εκεί ο αδελφός εξήγησε ότι ο αντιπρόεδρος της Εταιρίας, Κος Φραντς, θα επεσκέπτετο τη χώρα και ότι είχαν γίνει σχέδια για μια συνέλευσι. Ο κρατικός λειτουργός ερώτησε: «Πώς ξέρεις ότι ο Κος Φραντς μπορεί να μπη στην Ταϊβάν;» Ο αδελφός απήντησε: «Ο Κος Φραντς επισκέπτεται όλες τις ελεύθερες χώρες της Ανατολής. Μόνο οι Κομμουνιστικές χώρες του αρνούνται την είσοδο. Εφόσον η Κινεζική Δημοκρατία είναι μεταξύ των ελευθέρων εθνών, ξέρω ότι ο Κος Φραντς δεν θα βρη δυσκολίες να εισέλθη στην Ταϊβάν.» Ο επίσημος εξήγησε ότι, καίτοι η προσωρινή απαγόρευσις της δράσεως των μαρτύρων του Ιεχωβά δεν θα μπορούσε να αρθή τώρα, ο ίδιος είχε πεποίθησι ότι θα μπορούσαμε να κάμωμε τη συνέλευσί μας. Η σχετική ειδοποίησις θα διεβιβάζετο στους μάρτυρας στο Τσι Σανγκ. Κατά Θείαν πρόνοιαν, περίπου μια εβδομάδα πριν από την ωρισμένη μέρα ενάρξεως της συνελεύσεως, η άδεια είχε παραχωρηθή. Δεν θα επετρέπετο έργον του αγρού σχετικά με τη συνέλευσι, αλλ’ ωστόσο οι μάρτυρες του Ιεχωβά μπορούσαν να συναθροισθούν σε Χριστιανική συναναστροφή και να μετάσχουν της τροφής από την τράπεζα του Ιεχωβά, ευλογητό αληθινά προνόμιο.
Όταν άρχισε η τετραήμερη συνέλευσις την Πέμπτη, 17 Ιανουαρίου, δηλαδή δύο μέρες πριν από την άφιξι του αντιπροέδρου, οι αδελφοί ήσαν αποφασισμένοι να είναι παρόντες από νωρίς. Στις 7 π.μ., εκατοντάδες ατόμων εκάθηντο ήδη στον χώρο της συνελεύσεως, επάνω στα σκαμνιά που ήσαν από δοκούς ινδοκαλάμου, αναμένοντας την έναρξι της πρώτης συνεδριάσεως.
Είχε διευθετηθή ένα ωραίο πρόγραμμα διδασκαλίας όμοιο μ’ εκείνο που απήλαυσαν προσφάτως οι μάρτυρες του Ιεχωβά σε άλλα μέρη του κόσμου. Ο υπηρέτης περιφερείας από την Ιαπωνία, Άντριαν Θώμψον, ήταν παρών ως υπηρέτης της συνελεύσεως, διότι η Ταϊβάν ήταν ως τότε υπό την εποπτεία του Ιαπωνικού τμήματος της Εταιρίας. Αυτός λοιπόν έκαμε την εναρκτήριο προσφώνησι. Επακολούθησαν μερικές ομιλίες, τις οποίες εχειρίσθησαν επιτόπιοι αδελφοί. Ήταν πραγματική χαρά ν’ ακούη κανείς την αλήθεια της Βασιλείας να ομιλήται στην άγραφη γλώσσα Αμί προς το μέγα ακροατήριο που εφαίνετο να επρόσεχε κάθε λέξι. Οι ζωοπάροχες πληροφορίες που εδίδοντο τότε για την κοινωνία του Νέου Κόσμου του Ιεχωβά και τις απαιτήσεις του για την είσοδο και παραμονή μέσα σ’ αυτόν έπρεπε να εντυπώνεται στη μνήμη, και μάλιστα να επαναλαμβάνεται από μνήμης πολλές, πολλές φορές από τους Αμιφώνους αυτούς πιστούς προς όφελος και άλλων εκζητητών της ζωής.
Το εσπερινό πρόγραμμα άρχισε με μια συνάθροισι ύμνων της Βασιλείας, υπό τη διεύθυνσι ενός εντοπίου αδελφού. Δεν υπήρχε διαθέσιμο μουσικό όργανο να διασαλπίση τη μελωδία, να δώση μια προεισαγωγή και να συνοδεύση την υμνωδία. Οι εδώ αδελφοί από τη φυλή των Αμί δεν έχουν γραπτό υμνολόγιο. Η τετραήμερη συνέλευσις παρέσχε μια λαμπρή ευκαιρία για να μάθουν μερικούς ύμνους της Βασιλείας. Ο αδελφός που διηύθυνε την υμνωδία έψαλλε τον ύμνο στην Αμική γλώσσα. Κατόπιν, στη δεύτερη υμνωδία, το ακροατήριο ανελάμβανε τον ύμνο και συνέψαλλε. Δεν είχαν ανάγκη από μουσική συνοδεία. Το άκουσμα της υμνωδίας των έκανε έναν επισκέπτη να κατανοή πόσο αγαπητή είναι η αλήθεια σε άτομα τα οποία αποχωρίσθηκαν από τον παλαιό κόσμο στην πολυπαθή αυτή χώρα και προσήλθαν στην κοινωνία του Νέου Κόσμου. Το εσπερινό πρόγραμμα απεκορυφώθη από έναν ιεραπόστολο απόφοιτο της σχολής Γαλαάδ, ο οποίος μίλησε για τη χρησιμότητα της Γραφής στους μάρτυρας του Ιεχωβά σήμερα.
Το πρωί της Παρασκευής, 18 Ιανουαρίου, έγινε η ομιλία περί αφιερώσεως και του συμβόλου της, του βαπτίσματος. Ενενήντα εννέα τον αριθμόν υποψήφιοι εστάθησαν όρθιοι και απήντησαν καταφατικά στα ερωτήματα που τους ετέθησαν για να πιστοποιήσουν την προθυμία και την καταλληλότητά των να βαπτισθούν σε δημοσία μαρτυρία της αφιερώσεώς των στον Ιεχωβά Θεό μέσω του Ιησού Χριστού. Επειδή ήταν χειμερινή βροχερή εποχή, ο καιρός ήταν μάλλον ψυχρός. Ένεκα τούτου, οι αδελφοί επενόησαν ένα μέσον θερμάνσεως του νερού για το βάπτισμα μέσα σε μια δεξαμενή, την οποίαν είχαν κατασκευάσει. Λίγο-λίγοι οι υποψήφιοι άλλαζαν ρούχα μέσα στις καθαρές καλαμένιες καλύβες που είχαν ανεγερθή γι’ αυτό τον σκοπό, και το βάπτισμα διεξήχθη ενώπιον μαρτύρων. Κάτι πολύ ασύνηθες, περισσότεροι άνδρες εβαπτίσθησαν εδώ παρά γυναίκες. Το σπουδαιότερο σημείο του προγράμματος της ημέρας ήταν η προβολή της νέας ταινίας της Εταιρίας Σκοπιά «Η Ευτυχία της Κοινωνίας του Νέου Κόσμου.» Απητείτο ηλεκτρικό ρεύμα. Το ηχητικό σύστημα που ήταν εγκατεστημένο στον χώρο της συνελεύσεως απαιτούσε επίσης ηλεκτρικό ρεύμα. Ατυχώς διεπιστώθη ότι η γεννήτρια που λειτουργούσε με βενζίνη δεν μπορούσε να παραγάγη επαρκές ηλεκτρικό ρεύμα και για τα μεγάφωνα και για το μηχάνημα προβολής της ταινίας ταυτοχρόνως. Μετά μια ώρα και πλέον προεβλήθη τελικά η ταινία εκείνο το βράδι με την αφαίρεσι του μεγαφωνικού συστήματος που εχρησιμοποιείτο για την ανάγνωσι της περιγραφής που συνοδεύει την ταινία. Σε όλη αυτή τη διάρκεια το πλήθος των μαρτύρων του Ιεχωβά και τα άτομα καλής θελήσεως ανέμεναν υπομονητικά στα καθίσματά των. Θαύμα θαυμάτων, ένα σύνολον 3.029 ατόμων παρευρέθησαν για να ιδούν την προβολή της νέας αυτής ταινίας εκεί ανάμεσα στα βουνά και κάτω από τον ανοιχτό ουρανό. Εκείνο το βράδι επίσης έφθασε στην Ταϊβάν, στην πρωτεύουσα Ταϊπέ, που κείται προς βορράν και ο αντιπρόεδρος της Εταιρίας.
Την ώρα της εσπερινής καφετηρίας, Σάββατο, 19 Ιανουαρίου, ο νέος υπηρέτης του τμήματος με τη σύζυγό του και ο Αδελφός Φραντς ανέβηκαν με μια ομάδα υποδοχής τον δρόμο από τον σιδηροδρομικό σταθμό έως την ωραία διακοσμημένη είσοδο προς τον χώρο της συνελεύσεως. Κατέλυσαν στο σπίτι του Τσεν Αχ Πανγκ και ανεζωογονήθησαν μ’ ένα δείπνον από φρέσκα ψάρια, κοττόπουλα και ρύζι, με «ξυλάρια» ως σερβίτσια. Στις 6 μ.μ. επανελήφθησαν οι συνεδριάσεις της ημέρας, ο δε διευθύνων την υμνωδία έψαλε στο μικρόφωνο μια προεισαγωγή στον 1ον ύμνο του υμνολογίου, «Πάντες Χαιρετήστε» (Ουαλικός τόνος), και κατόπιν ολόκληρο το ακροατήριο ανέλαβε τον ύμνο. Ήταν θελκτικός στ’ αυτιά των Δυτικών. Κατόπιν άρχισε η πρώτη ομιλία του αντιπροέδρου. Παραπλεύρως του μια Κινέζα αδελφή μετέφραζε τα λόγια του στην Κινεζική γλώσσα από το ίδιο μικρόφωνο. Ο αδελφός που ήταν στα δεξιά της σ’ ένα άλλο μικρόφωνο καταλάβαινε την Κινεζική της μετάφρασι και με τη σειρά του την απέδιδε στην γλώσσα Αμί για τη μεγάλη πλειονότητα των ακροατών. Η νύχτα ήταν ψυχρή και ο Αδελφός Φραντς ωμίλησε ντυμένος με το επανωφόρι του, κι εν τούτοις ήταν εκεί στο ύπαιθρο με τα βουνά σε μακρά απόστασι, ένα προσεκτικό πλήθος από 2.094 άτομα. Άκουσαν προσεκτικά την εξήγησι που έδωσε για τη σχέσι των με την Εταιρία Σκοπιά και το γιατί η πιστότης σ’ αυτήν είναι τώρα κατάλληλη για να γίνη το παγκόσμιο έργον του Ιεχωβά πριν από τον Αρμαγεδδώνα. Τελικά έθεσε υπό την προσοχή των ακροατών το θέμα του ειδικού ψηφίσματος εναντίον του κομμουνισμού. Η αστυνομία της ασφαλείας που ήταν μέσα στο ακροατήριο πρέπει να έτεινε τ’ αυτιά της και να ήταν άγρυπνη γι’ αυτό! Εμείς εχάρημεν για την παρουσία των εκεί!
Για να εξοικονομηθή χρόνος, όλη η ανάγνωσις του ετοίμου Αγγλικού χειρογράφου είχε αφαιρεθή, η δε Κινέζα μεταφράστρια ανέγνωσε την προεισαγωγική ύλη στην Κινεζική γλώσσα και ο μεταφραστής την απέδιδε στη γλώσσα Αμί. Όταν ήλθε η παρουσίασις του ψηφίσματος, λόγω της ειδικής φρασεολογίας του, ο μεταφραστής αντικατεστάθη με τον Τσεν Αχ Πανγκ. Ο αδελφός αυτός, ακολουθώντας την Κινεζική μετάφρασι από πρότασι σε πρότασι, εχρησιμοποίησε μια τυπωμένη Ιαπωνική μετάφρασι του ψηφίσματος και μετέφραζε απ’ αυτήν στη γλώσσα Αμί. Πριν τελειώση πλήρως, έσβησε το ηλεκτρικό φως και το σκοτάδι μιας ασέληνου νύχτας εκάλυψε ολόκληρη τη συνέλευσι. Αλλ’ οι ηλεκτρικοί φανοί αμέσως έρριξαν το φώς των στα χειρόγραφα και κεριά αναμμένα εστήθησαν επάνω στο βήμα, η δε παρουσίασις του ψηφίσματος συνεχίσθη και επερατώθη. Ο Αδελφός Τσεν ομιλώντας στη γλώσσα Αμί προέτεινε την υιοθέτησι του ψηφίσματος. Ο περιφερειακός υπηρέτης της Εταιρίας ως υπηρέτης της συνελεύσεως εδευτέρωσε την πρότασι. Ο αντιπρόεδρος τότε έθεσε το ζήτημα ενώπιον ενός μη βλεπομένου ακροατηρίου, και πιστά από ένα περικαλυπτικό σκοτάδι έρχεται στη γλώσσα Αμί ένα ισχυρό «ναι» αποδοχής του ψηφίσματος και εγκάρδια χειροκροτήματα. Ποιοι θα συμμετέσχον παρά και οι ίδιοι οι αστυνομικοί! Ωραία! Μετά από λίγα λεπτά επανήλθε το ηλεκτρικό φως, αλλά για να εκλείψη και πάλι αφού το πλήθος άρχισε να ψάλλη ένα στίχο από τον ύμνο «Πάντες Χαιρετήστε», στο τέλος. Η τελική προσευχή άρχισε με το φως των κεριών. Επακολούθησε λίγος ηλεκτροφωτισμός της συνελεύσεως ως τις 9 μ.μ., όποτε το ρεύμα διεκόπη και πάλι, διότι οι συνεδριάσεις δεν έπρεπε να συνεχισθούν πέρα από την ώρα εκείνη. Το μεγάλο ακροατήριο διελύθη μέσα στο σκοτάδι, αλλ’ είμεθα πεπεισμένοι ότι όλοι θα κατευθυνθούν ασφαλείς στους τόπους των καταλυμάτων των εκεί γύρω.
Η Κυριακή, 20 Ιανουαρίου, ξημέρωσε ψυχρή και διαυγής. Πριν από την κανονική συνάθροισι, ο αντιπρόεδρος ανέβηκε στο βήμα κι έδωσε για κείνους που ήσαν ήδη στα καθίσματά των μια συναυλία με μια «αρμόνικα» επί είκοσι λεπτά περίπου, παίζοντας ύμνους της Βασιλείας υπό τις επευφημίες των ευχαριστημένων συνέδρων. Ο νέος υπηρέτης του τμήματος, Πωλ Τζόνστον, εκήρυξε την έναρξι των ομιλιών της ημέρας με μια ωραία ομιλία περί των «Σκοπών της Βασιλείας του Θεού». Επακολούθησε ομιλία του αντιπροέδρου, η οποία τους ενεθάρρυνε να παραμένουν στην κοινωνία του Νέου Κόσμου του Ιεχωβά με εγκάρδια αρμονία προς τους σκοπούς Του. Το ακροατήριο τότε περιελάμβανε 1.964. Η δημοσία ομιλία με θέμα «Η Ειρήνη του Νέου Κόσμου στην Εποχή Μας—Γιατί;» επρόκειτο ν’ αρχίση νωρίς το απόγευμα, στις 2 μ.μ., για να μπορέση ο ομιλητής το απόγευμα να επιστρέψη σιδηροδρομικώς στο Χουάλιεν. Πολλοί από τους συνέδρους είχαν έλθει από μακρινά μέρη της νήσου και έπρεπε κι αυτοί ν’ αναχωρήσουν νωρίς για να προλάβουν τα σιδηροδρομικά δρομολόγια του ταξιδιού των και να φθάσουν στις κατοικίες των αυθημερόν. Ωστόσο, 1.666 άτομα, πολλά από τα οποία ήσαν εντόπιοι ενδιαφερόμενοι, συγκεντρώθηκαν στην προαναγγελμένη ώρα για ν’ ακούσουν τη δημοσία ομιλία.
Μεταξύ των παρόντων ήσαν και φύλαρχοι από τα βουνά. Αυτό το γεγονός πιστοποιούσε πόσο εισέδυσε το άγγελμα της Βασιλείας μέσα στην επικίνδυνη ζώνη, στα βουνά, στα οποία το κράτος προς το παρόν απαγορεύει την προσέγγισι. Προγενεστέρως ενηργείτο ανθρωποκυνήγι από τους ορεσιβίους εκεί πάνω, και συνεχίζετο ακόμη η άνομη κατάστασις. Αλλά τώρα εκεί πάνω περίπου τριάντα ορεσίβιοι φυλετικοί τύποι ήλθαν σε γνώσι της αληθείας, και μετά τη δημοσία ομιλία του ο Αδελφός Φραντς είχε τη μοναδική ευχαρίστησι να συναντηθή ιδιαίτερα με τρεις απ’ αυτούς κατόπιν ειδικής συστάσεως.
Η είδησις της δημοσίας ομιλίας διεδόθη ευρύτατα μ’ ένα πολύ αποτελεσματικό μέσον επικοινωνίας ενταύθα, με τον προφορικό λόγο. Όσοι συναθροίσθηκαν για ν’ ακούσουν, συνεκινήθησαν που άκουσαν αυθεντικές αποδείξεις από την Αγία Γραφή ότι η ειρήνη του Νέου Κόσμου θα έλθη στην εποχή μας. Μολονότι η συννεφιά ήταν χαμηλή και απειλείτο βροχόπτωσις, οι ακροαταί εκάθηντο προσεκτικά στα υπαίθρια εκείνα σκαμνιά που κατεβρέχοντο από τη βροχή της πνευματικής αληθείας. Η πιστή μετάφρασις της ομιλίας από την Κινέζα αδελφή και τον Αμί αδελφόν, κατέστησε δυνατόν στους ακροατάς να καταλάβουν· οι δύο αυτοί μεταφρασταί εργάσθηκαν ακούραστα για να μεταδώσουν το Θείον άγγελμα από το βήμα του ομιλητού στους ακροατάς, στις γλώσσες που καταλάβαιναν. Κάτω από τις περιστάσεις αυτές, ο δημόσιος ομιλητής προσέθεσε τα τελευταία λόγια νουθεσίας και αποχαιρετισμού, μεταδίδοντας κάποιο τόνο λυπηρότητος. Ύστερ’ από μια ειδική τελική προσευχή, το πλήθος παρέμεινε στις θέσεις του, ενώ ο Αδελφός Φραντς και οι πέντε ιεραπόστολοι και ο Κινέζος μεταφραστής, που επρόκειτο τώρα ν’ αναχωρήσουν μαζί του, παρέλαβαν τις αποσκευές των από το παραπλεύρως οίκημα. Κατόπιν, ενώ παρήλαυναν από το βήμα της συνελεύσεως για ν’ αναχωρήσουν, όλο το ακροατήριο τους αποχαιρετούσε. Σκληρό πράγμα η αναχώρησις, αλλ’ ήταν καλό το να γνωρίζωμε ότι αυτοί οι αδελφοί που αφήναμε εκεί στο Τσι Σανγκ αποτελούσαν ένα συμπαγές τμήμα της κοινωνίας του Νέου Κόσμου και είναι ένα μαζί μας στη λατρεία και υπηρεσία του Ιεχωβά.
Το νυκτερινό κατάλυμα ήταν σ’ ένα Ιαπωνικού ρυθμού ξενοδοχείο του Χουάλιεν, το δε μεσημέρι της Δευτέρας επήγαμε και οι επτά αεροπορικώς στο Ταϊπέ. Εκεί είχαμε τον καιρό να επισκεφθούμε τον ιεραποστολικό οίκο, όπου θα εγκαθίστατο το νέο γραφείο του τμήματος, και κατόπιν να επιβούμε ενός αμαξίου Κινεζικού ρυθμού και να περιέλθωμε επί μια ώρα τα αξιοθέατα μέρη του Ταϊπέ, κατά το πλείστον μέσ’ από τα χαρακτηριστικώς ιθαγενή τμήματα της πρωτευούσης αυτής. Το πρωί της επομένης ο υπηρέτης περιφερείας και ο αντιπρόεδρος απεχαιρέτησαν τους πέντε φίλους στο αεροδρόμιο και επέβησαν του αεροπλάνου για την Ιαπωνία. Ήταν χαροποιά η είδησις που ελάβαμε ότι πριν από μια εβδομάδα και πλέον, είχαν φθάσει στον λιμένα Τσίλουγκ κοντά στο Ταϊπέ, εβδομήντα οκτώ κιβώτια που περιείχαν 16.451 πάουντς ειδών ρουχισμού ως βοήθημα, για να διανεμηθούν στους ενδεείς αδελφούς της Ταϊβάν, για να μπορούν να κηρύττουν τα αγαθά νέα της Βασιλείας με περισσότερη άνεσι και αποδοτικότητα. Τα κιβώτια της συσκευασίας, επίσης, θα αποτελούσαν καλό υλικό για την κατασκευή καθισμάτων στην Αίθουσα Βασιλείας, κλπ.
ΟΚΙΝΑΒΑ
Από το Ταϊπέ της νήσου Ταϊβάν στην Οκινάβα, την ιστορικής φήμης νήσο του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, ήταν απλώς ένα πήδημα μιας ώρας και σαράντα λεπτών, μια πτήσις σε ύψος 9.000 ποδών επάνω από τα βόρεια όρη της Ταϊβάν, και στ’ ανοιχτά επάνω από μια κατ’ ουσίαν θάλασσα νεφών και κατόπιν επάνω από μερικά ωραία νησιά καθώς πλησιάζαμε στον προσωρινό μας τόπο σταθμεύσεως, πετώντας προς την Ιαπωνία. Το αεροπλάνο μας προσεγειώθη κατά τις δώδεκα παρά τέταρτο το μεσημέρι, ώρα Οκινάβας. Εδώ στο αεροδρόμιο του Νάχα ανέμεναν περίπου είκοσι αδελφοί της εκκλησίας Οκινάβας για να αναζωογονήσουν τη βραχεία ανακοπή του ταξιδίου του αντιπροέδρου της Εταιρίας Σκοπιά και του περιφερειακού υπηρέτου του τμήματος Ιαπωνίας, ο οποίος έχει την πνευματική εποπτεία στην Οκινάβα. Εμείς ηλπίζαμε ότι θα ήσαν εκεί, και δεν διέψευσαν τις ελπίδες μας. Εδαπανήθη περίπου μια ώρα με τους ενθέρμους αυτούς αδελφούς πολλών εθνικοτήτων, οι οποίοι δίνουν τόσο καλή μαρτυρία στον νησιωτικόν αυτόν τομέα. Οι περισσότεροι από τους διαγγελείς της Βασιλείας είναι ιθαγενείς της Οκινάβας, και στη διάρκεια του προηγουμένου μηνός Δεκεμβρίου οι ευαγγελιζόμενοι εκκλησίας, είκοσι τον αριθμόν, διέθεσαν κατά μέσον όρον ενενήντα δύο περιοδικά ο καθένας, στα χέρια των ανθρώπων που συνήντησαν στο έργον του αγρού. Προσφάτως, επίσης, τρεις οικοδέσποινες της Οκινάβας ανέλαβαν υπηρεσία γενικού σκαπανέως και βρίσκουν μεγάλη χαρά σ’ αυτή την ολοχρόνια διακήρυξι της βασιλείας του Θεού.
ΤΟΚΙΟ ΚΑΙ ΚΥΟΤΟ, ΙΑΠΩΝΙΑΣ
Λίγο πριν από τη 1 μ.μ., ο Αδελφός Φραντς και ο υπηρέτης περιφερείας Άντριαν Θώμψον, ήσαν και πάλι «στα φτερά». Μετά τρεις περίπου ώρες ηγέρθη έντονον ενδιαφέρον από μέρους μας, όταν ανεφάνη από πολύ μακρινή απόστασι το χιονοσκέπαστο Όρος Φούτζι ή Φουτζιγιάμα μπροστά σ’ έναν ομιχλώδη βραδινόν ουρανό. Προτού, όμως, το αεροπλάνο μας φθάση σ’ ένα σημείο κατέναντι αυτού, επετούσαμε πάνω από τη νήσο Οσίμα, με το ηφαίστειό της, Όρος Μιχάρα, που εκάπνιζε στο χειμερινό κλίμα. Καθώς, όμως, ο ήλιος κατέρχεται γρήγορα προς τη δύσι του, το Όρος Φούτζι παρουσιάζει τη διαμόρφωσί του κατέναντι του σκοτεινιασμένου ουρανού. Ήταν ακριβώς 5 μ.μ., όταν το αεροπλάνο μας προσεγειώθη και προχώρησε εμπρός στο διεθνές αεροδρόμιο του Τόκιο, που είναι τώρα ένα από τα πιο συγχρονισμένα αεροδρόμια του κόσμου. Μετά τρεις περίπου ώρες οι δύο ταξιδιώται ανυψώθησαν πάλι με άλλο αεροπλάνο, παρατηρώντας κάτω τα απλωμένα σε μεγάλες εκτάσεις νυχτερινά φώτα της Ιαπωνικής πρωτευούσης και σπεύδοντας νοτιοδυτικά προς την Οσάκα, το εμπορικό κέντρο της χώρας, με πληθυσμό περίπου 3,5 εκατομμυρίων κατοίκων. Επειδή αυτή η πόλις έχει πολλά ποτάμια και γέφυρες, είναι γνωστή ως η «Βενετία της Ιαπωνίας.» Ύστερ’ από μια πτήσι που διήρκεσε μιάμιση ώρα και κάτι, εφθάσαμε στο αεροδρόμιο της Οσάκας, κι εκεί ο υπηρέτης του Ιαπωνικού τμήματος και η σύζυγος του υπηρέτου περιφερείας ήσαν παρόντες με μειδιάματα για να μας χαιρετήσουν. Στην προχωρημένη νυχτερινή αυτή ώρα, η εθνική συνέλευσις των μαρτύρων του Ιεχωβά στο Κυότο, πενήντα μίλια βορείως, επεράτωσε την πρώτη της μέρα, με 386 παρόντας μάρτυρας και ανθρώπους καλής θελήσεως. Έχετε υπ’ όψιν, ότι πρόκειται για μια τριήμερη μεσοβδομαδιαία συνέλευσι, από την Τρίτη έως και την Πέμπτη, 22-24 Ιανουαρίου.
Ανεχωρήσαμε από την Οσάκα με αυτοκίνητο κατά τα μέσα της πρωίας της Τετάρτης, 23 Ιανουαρίου. Προτού φύγωμε από την ενδιαφέρουσα αυτή πόλι, έγινε επίσκεψις στο φρούριο της Οσάκας, ένα ωραίο κτίσμα που χρονολογείται από τις φεουδαρχικές μέρες της Ιαπωνίας. Τα φρούριο αυτό υπήρξε ο τελευταίος προμαχών που επρόκειτο να απλωθή στο τέλος των φεουδαρχικών Ιαπωνικών πολέμων του έτους 1615 μ.Χ. Η διαδρομή μας προς το Κυότο ήταν περιφερειακή δια της αρχαίας πρωτευούσης της Ιαπωνίας προς τα νοτιοανατολικά, στη Νάρα, από την οποίαν εκυβερνάτο η χώρα ως το έτος 794. Ενταύθα ο Βουδδισμός, που προήλθε αρχικά από την Κορέα, έκαμε την έναρξί του στην Ιαπωνία. Μια βραχεία, λοιπόν, επίσκεψις έγινε στον Τονταΐτζι, έναν ναό που ανηγέρθη το έτος 752 (μ.Χ.), τον λεγόμενο Καθεδρικό Ναό όλων των επαρχιακών ναών ολοκλήρου της Ιαπωνίας. Μέσα στο πελώριο αυτό ξύλινο οικοδόμημα κάθεται ο Νταϊμπούτσου (ο Μέγας Βούδδας), ένα κολοσσιαίον ορειχάλκινον άγαλμα που ζυγίζει σχεδόν 500 τόννους. Οι αντίχειρές του έχουν μάκρος 1,636 μέτρ., το δε δεξί του χέρι είναι μακρότερον από το ανάστημα ενός ανθρώπου και είναι υψωμένο σ’ ένα ύψος ευλογίας, που μοιάζει πολύ με την περίπτωσι του Ρωμαιοκαθολικού πάπα όταν υψώνη το χέρι του για να ευλογήση το θρησκευτικό του ποίμνιο. Η πύλη που οδηγεί προς το κύριον κτίριον ή Κόντο φρουρείται από άγριες μορφές πολεμιστών (νίο), που παριστάνουν δαίμονας. Εν τούτοις, ο βλοσυρός αυτός ναός περιβάλλεται από ένα ωραίο άλσος με πολλές κερασιές, και ελάφια έβοσκαν ήσυχα εκεί, μάλιστα δε επήραν τροφή κι απ’ τα χέρια μας που ήμεθα επισκέπται.
(Ακολουθεί)
[Εικόνα στη σελίδα 352]
Εξέδρα στο Τσι Σανγκ, Ταϊβάν