Οι Σταυροφορίες—Μια “Τραγική Ψευδαίσθηση”
ΑΠΟ ΤΟΝ ΑΝΤΑΠΟΚΡΙΤΗ ΤΟΥ ΞΥΠΝΑ! ΣΤΗΝ ΙΤΑΛΙΑ
ΠΡΙΝ από εννιακόσια χρόνια περίπου, το 1096, άρχιζε η Πρώτη Σταυροφορία. Αν ζούσατε στη Δυτική Ευρώπη τότε, ίσως βλέπατε μαζικές μετακινήσεις αντρών, κάρων, αλόγων και πλοίων. Προορισμός τους ήταν η Ιερουσαλήμ, η άγια πόλη, η οποία βρισκόταν υπό τον έλεγχο των Μουσουλμάνων από τον έβδομο αιώνα Κ.Χ.
Αυτή ήταν η πρώτη από τις Σταυροφορίες. Σύμφωνα με πολλούς ιστορικούς οι μεγάλες Σταυροφορίες ήταν οχτώ. Αυτές οι επιχειρήσεις σημάδεψαν την ιστορία των σχέσεων Ανατολής και Δύσης. Συνοδεύτηκαν από σφαγές και ωμότητες που διαπράχθηκαν στο όνομα του Θεού και του Χριστού. Η τελευταία μεγάλη Σταυροφορία άρχισε 174 χρόνια αργότερα, το 1270.
Εκείνοι που συμμετείχαν σε αυτές τις επιχειρήσεις έραβαν το σύμβολο του σταυρού στα ρούχα τους, γεγονός που εξηγεί την προέλευση της λέξης σταυροφορία.
Οι Αιτίες
Το δηλωμένο κίνητρο των σταυροφόρων ήταν η απελευθέρωση της Ιερουσαλήμ και του λεγόμενου πανάγιου τάφου από τους Μουσουλμάνους. Αλλά οι αιτίες ήταν πολύ βαθύτερες. Εκτός από μερικά περιστατικά, οι σχέσεις ανάμεσα στους καθ’ ομολογία Χριστιανούς που ζούσαν στη Μέση Ανατολή και στους Μουσουλμάνους ήταν σχετικά ήρεμες. Ένας σημαντικός παράγοντας ο οποίος οδήγησε στις Σταυροφορίες ήταν το ταραγμένο πολιτικό, οικονομικό και θρησκευτικό κλίμα που επικρατούσε στην Ευρώπη.
Τον 11ο αιώνα, δόθηκαν νέες γαίες για αγροτική εκμετάλλευση, σε μια προσπάθεια να αυξηθεί η παραγωγή τροφίμων. Οι αστικές περιοχές αναζωογονήθηκαν. Ο πληθυσμός αυξανόταν. Ωστόσο, όταν μια πείνα βύθισε μεγάλους αριθμούς χωρικών στην ανέχεια, πολλοί από αυτούς κατέκλυσαν τις πόλεις, όπου τους περίμενε η ανεργία και η δυστυχία. Ξεσπούσαν συχνά διαμαρτυρίες.
Στην κορυφή της κοινωνικής ιεραρχίας βρίσκονταν πολλοί φεουδάρχες. Αυτοί οι επαγγελματίες πολέμαρχοι ήθελαν να εκμεταλλευτούν το πολιτικό κενό που δημιουργήθηκε από την κατάρρευση της αυτοκρατορίας του Καρλομάγνου και να κατακτήσουν νέα εδάφη.
Η εκκλησία της Ρώμης επίσης περνούσε μια περίοδο αναταραχής. Το 1054 έχασε τον έλεγχο της Ανατολικής Εκκλησίας. Επιπλέον, πολλοί κληρικοί κατηγορούνταν για ανηθικότητα και για ανάμειξη στην πολιτική.
Η Έκκληση στο Κλερμόν
Μέσα σε αυτό το κλίμα έλαβε χώρα η Πρώτη Σταυροφορία κατόπιν έκκλησης του Πάπα Ουρβανού Β΄. Κατά την άποψή του, η στρατιωτική δράση για την ανάκτηση της Ιερουσαλήμ και της Παλαιστίνης θα εξυπηρετούσε διάφορους σκοπούς. Θα εδραίωνε την ενότητα του Δυτικού Χριστιανικού κόσμου και θα επιβεβαίωνε την υπεροχή της Ρωμαϊκής Εκκλησίας. Θα παρείχε μια διέξοδο για τις ακατάπαυστες διαμάχες των ανώτερων τάξεων. Με αντάλλαγμα το θρησκευτικό και, πάνω από όλα, το οικονομικό όφελος, αυτές οι τάξεις θα χρησιμοποιούσαν τη στρατιωτική τους πείρα για έναν «ευγενή» σκοπό και θα γίνονταν η ένοπλη πτέρυγα της εκκλησίας.
Στις 27 Νοεμβρίου 1095, ο Ουρβανός έκανε αυτή την έκκληση στη Σύνοδο του Κλερμόν στη Γαλλία. Η εκκλησία περιέγραψε με μελανά χρώματα τους αντιπάλους της, ως άξιους θεϊκής τιμωρίας. Ο Φουσέ ντε Σαρτρ, ένας ιερέας ο οποίος συμμετείχε στην Πρώτη Σταυροφορία, είπε ότι ο πόλεμος ήταν απαραίτητος για να προστατέψουν τους «Χριστιανούς» της Ανατολικής Εκκλησίας από τους Μουσουλμάνους. Δόθηκε υπόσχεση για αυτόματη άφεση αμαρτιών σε όσους πέθαιναν στη διαδρομή ή στη μάχη. Οι φεουδάρχες μπορούσαν έτσι να μετατρέψουν τις αδελφοκτόνες έριδές τους σε «ιερό» πόλεμο εναντίον των «απίστων». Σε εκείνη τη σύνοδο, ακούστηκε μια κραυγή η οποία επρόκειτο να γίνει το σύνθημα της Πρώτης Σταυροφορίας: «Είναι θέλημα Θεού!»
Οι Δύο Αναχωρήσεις
Μόλις καθορίστηκε η ημερομηνία αναχώρησης, 15 Αυγούστου 1096, ο πάπας εξασφάλισε την υποστήριξη των κοσμικών αρχόντων, στους οποίους είχαν ανατεθεί οι στρατιωτικές επιχειρήσεις. Η εκκλησία εγγυήθηκε την προστασία της περιουσίας τους όσο θα διαρκούσε η επιχείρηση. Οι λιγότερο εύποροι παροτρύνθηκαν να χρηματοδοτήσουν την αποστολή με δωρεές.
Ωστόσο, ορισμένοι αναχώρησαν πριν από την καθορισμένη ημερομηνία. Επρόκειτο για έναν ανεκπαίδευτο και απειθάρχητο όχλο, ο οποίος περιλάμβανε και γυναικόπαιδα. Αυτοί ονομάστηκαν παουπέρες Κρίστι (οι φτωχοί του Χριστού). Στόχος τους: η Ιερουσαλήμ. Τους οδηγούσαν δημαγωγοί, από τους οποίους γνωστότερος πιθανώς ήταν ο Πέτρος ο Ερημίτης, ένας καλόγερος που είχε αρχίσει να κηρύττει στις μάζες κατά τα τέλη του 1095.
Σύμφωνα με τον χρονικογράφο του Μεσαίωνα Αλβέρτο του Αιξ, ο Πέτρος είχε ταξιδέψει ξανά στην Ιερουσαλήμ. Λεγόταν ότι μια νύχτα είδε σε όραμα τον Χριστό να τον προτρέπει να πάει στον πατριάρχη των Ιεροσολύμων, ο οποίος θα του έδινε μια συστατική επιστολή να πάρει μαζί του στη Δύση. Ο Αλβέρτος είπε ότι το όνειρο επαληθεύτηκε και ότι αφού ο Πέτρος έλαβε την επιστολή ξεκίνησε για τη Ρώμη, όπου συναντήθηκε με τον πάπα. Η αφήγηση του Αλβέρτου συνταιριάζει την πραγματικότητα με τη φαντασία, αλλά τα υποτιθέμενα όνειρα, τα οράματα και οι επιστολές ήταν ισχυρά μέσα για την καθοδήγηση των μαζών.
Η ομάδα που συγκεντρώθηκε γύρω από τον Πέτρο τον Ερημίτη έφυγε από την Κολωνία στις 20 Απριλίου 1096. Μη έχοντας τα απαραίτητα εφόδια για ένα θαλάσσιο ταξίδι, οι παουπέρες έπρεπε να κάνουν το μακρύ ταξίδι μέχρι τους Αγίους Τόπους με τα πόδια ή με ξεχαρβαλωμένα κάρα. Μένοντας σχεδόν αμέσως χωρίς τροφή και όπλα, άρχισαν να λεηλατούν τους ντόπιους πληθυσμούς που συναντούσαν στην πορεία, οι οποίοι καταλαμβάνονταν εξ απροόπτου από την άφιξη αυτού του απειθάρχητου πλήθους των «στρατιωτών του Χριστού».
Επιτέθηκαν πρώτα στους Εβραίους της Ευρώπης, με την κατηγορία ότι δάνειζαν χρήματα σε διεφθαρμένους επισκόπους. Οι ακόλουθοι του Πέτρου του Ερημίτη διέπραξαν ωμότητες εναντίον των Εβραίων, σε μέρη όπως η Ρουέν και η Κολωνία, η πόλη της αναχώρησής τους. Ο Αλβέρτος του Αιξ δηλώνει πως όταν οι Εβραίοι στο Μάιντς «είδαν ότι οι Χριστιανοί δεν λυπούνταν ούτε τα παιδάκια τους ούτε έδειχναν οίκτο σε κανέναν, ρίχνονταν πάνω στους αδελφούς, στις συζύγους, στις μητέρες και στις αδελφές τους και έσφαζαν ο ένας τον άλλον. Το πιο σπαρακτικό θέαμα ήταν να βλέπει κανείς μητέρες να κόβουν το λαιμό του μωρού που θήλαζαν ή να το μαχαιρώνουν, προτιμώντας να πεθάνουν τα παιδιά τους στα δικά τους χέρια παρά να θανατωθούν από χέρια απερίτμητων».
Παρόμοια επεισόδια επαναλήφθηκαν στο ταξίδι στα Βαλκάνια, καθ’ οδόν προς τη Μικρά Ασία. Μόλις οι ορδές έφτασαν στην Κωνσταντινούπολη, ο Αυτοκράτορας Αλέξιος Α΄, για να αποφύγει την επανάληψη αυτών των ταραχών, διευκόλυνε το πέρασμα των παουπέρες στην ακτή της Ασίας. Εκεί, αναρίθμητες γυναίκες και παιδιά, καθώς επίσης οι άρρωστοι και οι γέροι, σφαγιάστηκαν από τις στρατιές των Μουσουλμάνων. Μόνο ελάχιστοι επιζώντες κατάφεραν να επιστρέψουν στην Κωνσταντινούπολη.
Στο μεταξύ, στη διάρκεια του καλοκαιριού του 1096, ξεκίνησε ο τακτικός στρατός. Αυτόν τον οδηγούσαν φημισμένοι ηγέτες της εποχής. Η άτακτη πρώιμη αναχώρηση των παουπέρες είχε ανησυχήσει τον Πάπα Ουρβανό, ο οποίος έκανε διευθετήσεις για να ρυθμίσει τη συρροή των σταυροφόρων στην Ανατολή. Εκείνοι που ξεκινούσαν τώρα έπρεπε να αποδεικνύουν ότι είχαν επαρκή μέσα για να συντηρηθούν. Στόχος ήταν να μειωθεί η συμμετοχή γυναικών, παιδιών, γέρων και φτωχών.
Κατακτήσεις και Άλλες Σφαγές
Αφού συναντήθηκαν στην Κωνσταντινούπολη, τα στρατεύματα, οι ιππότες και όσοι παουπέρες είχαν επιζήσει προχώρησαν προς το στόχο τους. Ξανά, έγιναν επεισόδια βίας στο όνομα του Θεού. Ο χρονικογράφος Πέτρος Τουντέμποντους αφηγείται ότι, στη διάρκεια της πολιορκίας της Αντιόχειας, αφού οι σταυροφόροι έσφαξαν τους εχθρούς τους, «πέταξαν όλα τα σώματά τους σε έναν ομαδικό τάφο και πήραν τα κομμένα κεφάλια στο στρατόπεδό [τους] για να τα μετρήσουν, με εξαίρεση τα κεφάλια που φόρτωσαν σε τέσσερα άλογα και τα έστειλαν στην ακτή, στους πρέσβεις του εμίρη της Βαβυλώνας».
Στις 15 Ιουλίου 1099, η Ιερουσαλήμ έπεσε στα χέρια των σταυροφόρων. Ο Ραϊμόνδος ντ’ Αγκιλέ αφηγείται: «Το θέαμα ήταν τρομακτικό. Μερικοί [από τους εχθρούς], οι τυχεροί, είχαν αποκεφαλιστεί· άλλοι έπεφταν από τα τείχη διάτρητοι από τα βέλη· πολλοί άλλοι καίγονταν μέσα στις φλόγες. Σωροί από κομμένα κεφάλια, χέρια και πόδια υπήρχαν στους δρόμους και στις πλατείες της πόλης». Και πάλι, όμως, οι σταυροφόροι προσπάθησαν να δικαιολογήσουν τη βία στο όνομα της θρησκείας.
Το Τέλος της Ψευδαίσθησης
Η νίκη οδήγησε στη δημιουργία του Λατινικού Βασιλείου της Ιερουσαλήμ. Αυτός ο θεσμός ήταν επισφαλής εξαιτίας του ανταγωνισμού που ξέσπασε σύντομα ανάμεσα στους φεουδάρχες οι οποίοι είχαν εγκατασταθεί στην Ανατολή. Στο μεταξύ, οι Μουσουλμάνοι αναδιοργανώθηκαν στρατιωτικά. Ήταν σαφές ότι δεν σκόπευαν να χάσουν τα εδάφη τους στην Παλαιστίνη.
Με την πάροδο του χρόνου, οργανώθηκαν και άλλες Σταυροφορίες, με τελευταία εκείνη που έγινε το 1270. Ωστόσο, επειδή υπήρξαν και ήττες, πολλοί άρχισαν να αμφισβητούν την ορθότητα τέτοιων επιχειρήσεων που γίνονταν στο όνομα της θρησκείας. Αν ο Θεός πραγματικά ενέκρινε αυτούς τους «ιερούς» πολέμους, σκέφτονταν, ασφαλώς θα υποστήριζε εκείνους που ισχυρίζονταν ότι ενεργούσαν με την ευλογία του. Εντούτοις, από το 13ο αιώνα και έπειτα, οι νομομαθείς της εκκλησίας προσπάθησαν να δικαιολογήσουν αυτούς τους θρησκευτικούς πολέμους και το ρόλο που έπαιξε ο κλήρος σε αυτούς.
Ο ζήλος που εμψύχωνε τους πρώτους σταυροφόρους έσβησε. Το κυριότερο ήταν ότι η συνέχιση των πολέμων τελικά θα έβλαπτε τα οικονομικά συμφέροντα της Δύσης. Έτσι, τα όπλα στράφηκαν στους εσωτερικούς εχθρούς του Χριστιανικού κόσμου στην Ευρώπη: στους Άραβες στην Ισπανία, στους «αιρετικούς», και στους ειδωλολάτρες του Βορρά.
Το 1291 η πόλη Άκρα, το τελευταίο οχυρό των σταυροφόρων, έπεσε στα χέρια των Μουσουλμάνων. Η Ιερουσαλήμ και ο “Πανάγιος Τάφος” παρέμειναν σε Μουσουλμανικά χέρια. Στη διάρκεια δύο αιώνων συγκρούσεων, τα οικονομικά και τα πολιτικά συμφέροντα είχαν επισκιάσει τα θρησκευτικά ζητήματα. Ο Ιταλός ιστορικός Φράνκο Καρντίνι παρατηρεί: «Τότε οι Σταυροφορίες είχαν σταδιακά εξελιχθεί σε μια περίπλοκη πολιτική και οικονομική επιχείρηση, ένα σύνθετο παιχνίδι εξουσίας στο οποίο συμμετείχαν επίσκοποι, ηγούμενοι, βασιλιάδες, εισπράκτορες ελεημοσυνών, τραπεζίτες. Σε αυτό το παιχνίδι . . . ο τάφος του Ιησού έχασε κάθε σημασία». Ο Καρντίνι λέει επίσης: «Η ιστορία των Σταυροφοριών είναι η ιστορία του μεγαλύτερου λάθους, της πιο πολύπλοκης απάτης, της πιο τραγικής, και από μερικές απόψεις, της πιο γελοίας ψευδαίσθησης όλου του Χριστιανικού κόσμου».
Το Μάθημα Αγνοήθηκε
Οι Σταυροφορίες και η αποτυχία τους θα έπρεπε να είχαν διδάξει ότι η απληστία για χρήματα και ο πόθος για πολιτική υπεροχή μπορούν να οδηγήσουν σε φανατισμό και σφαγές. Αλλά το μάθημα έχει αγνοηθεί. Απόδειξη αυτού του γεγονότος είναι οι πολλοί πόλεμοι που εξακολουθούν να βάφουν με αίμα πολλά μέρη του πλανήτη μας. Σε αυτούς, η θρησκεία συχνά αποτελεί προκάλυμμα για αποτρόπαιες πράξεις.
Ωστόσο, αυτό δεν θα συνεχίζεται για πολύ ακόμα. Πολύ σύντομα το πνεύμα που υποκίνησε τις Σταυροφορίες και το οποίο συνεχίζει να υποκινεί τους σύγχρονους «ιερούς» πολέμους θα παρέλθει μαζί με κάθε ψεύτικη θρησκεία και ολόκληρο το σύστημα το οποίο υπόκειται στην κυριαρχία του Σατανά.—Ψαλμός 46:8, 9· 1 Ιωάννη 5:19· Αποκάλυψη 18:4, 5, 24.
[Ευχαριστίες για την προσφορά της εικόνας στη σελίδα 12]
The Complete Encyclopedia of Illustration/J. G. Heck
[Εικόνες στη σελίδα 15]
Πάνω: Εβραϊκό κοιμητήριο στη Βορμς της Γερμανίας—θυμίζει τη σφαγή που έγινε στην Πρώτη Σταυροφορία
Αριστερά: Πέτρινη κεφαλή σταυροφόρου
Άκρη αριστερά: Ο θυρεός μιας φημισμένης οικογένειας σταυροφόρων
[Ευχαριστίες]
Θυρεός και κεφαλή: Israel Antiquities Authority· φωτογραφίες: Israel Museum, Jerusalem